THE INSIDER – 30 unknown stories behind “Ritchie Blackmore’s Rainbow” by RAINBOW

0
590
Rainbow












Rainbow

H ιστορία των DEEP PURPLE και όλων των σχημάτων που ξεπήδησαν από αυτούς θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μία ταινία με τίτλο «Στο μυαλό του Ritchie Blackmore». Ό,τι απόφαση και αν έπαιρνε, είτε στην επιλογή του προσωπικού ή στην δική του πορεία επηρέαζε αναπόφευκτα και τους υπόλοιπους. Παράλληλα, αυτές οι αποφάσεις ήταν που ανέδειξαν και μία πλειάδα λατρεμένων ηρώων. Μάλλον η σημαντικότερη απόφαση στην καριέρα του ήταν να αποχωρήσει από το συγκρότημα που τον ανέδειξε (και ο ίδιος ανέδειξε) και να δημιουργήσει το προσωπικό του μουσικό όχημα, τους RITCHIE BLACKMORE’S RAINBOW ή απλά RAINBOW.

  1. Ο Blackmore είχε σκεφτεί να αφήσει τους PURPLE πριν την οριστική αποχώρηση του το 1975. Η πρώτη φορά ήταν το 1971, εν μέσω καλλιτεχνικών εντάσεων στις ηχογραφήσεις του “Fireball”. Εκείνη την εποχή ο κιθαρίστας επισκεπτόταν το Speakeasy Club του Λονδίνου μαζί με τον Ian Paice για να δουν έναν νεαρό, τον Phil Lynott, με τον οποίο ο Blackmore ήθελε να δουλέψει απεγνωσμένα. Πράγματι έπαιξαν μερικές διασκευές μαζί. Ωστόσο, όση ψυχή και να έβγαζε ο Lynott τότε, δεν ήταν ο καταξιωμένος μπασίστας που ακούσαμε αργότερα στους THIN LIZZY. Δεδομένου ότι οι τρεις μουσικοί έπρεπε να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο (ο Ian Paice είπε ότι ο Lynott θα έπρεπε να βρίσκεται στο επίπεδο του Jack Bruce των Cream), το concept των BABY FACE (έτσι ονόμασαν το σχήμα) δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
  2. Η δεύτερη φορά ήταν το 1973, μετά την ηχογράφηση του “Who do we think we are!”. Μετά την παραίτηση του Gillan, ο Blackmore είχε αποφασίσει να αποχωρήσει και αυτός, παίρνοντας μάλιστα μαζί του τον Paice. Το σχέδιο ήταν (ξανά) να προσεγγίσει τον Phil Lynott, μόνο για την θέση του τραγουδιστή. Μετά στόχευσε στον διακαή του πόθο, τον τεράστιο Paul Rodgers, για την θέση του τραγουδιστή, τον οποίο ήθελε να έχει στην ομάδα και παλιότερα αλλά δεν μπορούσε μιας και ο Rodgers δενόταν με συμβόλαιο στους FREE. Στο μπάσο θα είχε τον … Roger Glover! Το παράδοξο (ή μήπως όχι;) ήταν ότι ο Blackmore εισηγήθηκε στο management να αλλάξει «όλη» η μπάντα (κυρίως ο Glover) προκειμένου να παραμείνει ο ίδιος! Όσο για τον κακομοίρη τον Glover, αυτός αρχικά ενημερώθηκε από το management ότι αν έπειθε τον Ian Paice να μείνει, τότε θα έβρισκαν νέο κιθαρίστα και τραγουδιστή και θα προχωρούσαν. Τελικά, επικράτησε η άποψη του Blackmore και ο Glover διώχτηκε κακήν κακώς.
  3. Παρόλα αυτά, ο μπασίστας διατήρησε την θέση του στη δισκογραφική εταιρεία που είχε δημιουργήσει το συγκρότημα με το management τους και συνέχισε να εργάζεται στον χώρο της παραγωγής. Το 1972, μαζί με τον Ian Paice, έκαναν την παραγωγή του ομώνυμου δισκογραφικού ντεμπούτου των Αμερικάνων ELF, οι οποίοι αποτελούνταν από τον μετέπειτα ιδρυτή των RODS, κιθαρίστα David Feinstein, τον Gary Driscoll (drums), τον Mickey Lee Soule (πλήκτρα) και κάποιον … Ronald Padavona στο μπάσο και τα φωνητικά.
  4. Ο Ronald James Padavona, ή Ronnie James Dio όπως είναι έγινε γνωστός, ήταν το μοναχοπαίδι σε μία φτωχή οικογένεια Ιταλών μεταναστών. Αναθρεμμένος στην ρωμαιοκαθολική πίστη και στο ιταλό-αμερικανικό περιβάλλον ήταν ένας άνθρωπος που λειτουργούσε πάντα με γνώμονα τον σεβασμό. Ο καλύτερος άνθρωπος, μέχρι να του δείξεις ασέβεια. Ξεκίνησε το πρώτο του συγκρότημα, τους VEGAS KINGS στην ηλικία των 15. Μέχρι τότε ήξερε ήδη να παίζει μπάσο, πιάνο και τρομπέτα. Προχωρώντας με αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα σύντομα ανέλαβε και τα φωνητικά. Το συγκρότημα του μετονομάστηκε σε RONNIE & THE RAMBLERS και έπειτα σε RONNIE & THE RED CAPS. Λίγο αργότερα άλλαξε και το καλλιτεχνικό όνομα του από Padavona σε Dio, από έναν μαφιόζο της εποχής που δρούσε στην περιοχή του Miami, τον Johnny Dio, με το συγκρότημα του να γίνεται RONNIE DIO & THE PROPHETS. Το καλοκαίρι του ’67 παράτησε το καθαρό look, άφησε μακριά μαλλιά και μούσια και έφτιαξε το πρώτο του rock συγκρότημα, τους ELECTRIC ELVES, οι οποίοι στην συνέχεια έγιναν ELF.
  5. Το αρχικό ρεπερτόριο των ELF περιείχε διασκευές σε γνωστά τραγούδια, προκειμένου να βγαίνει το μεροκάματο, όπως τα “Black dog” (LED ZEPPELIN), “War pigs” (BLACK SABBATH), “Aqualung” (JETHRO TULL) αλλά και τα “Imagine” (JOHN LENNON) και “Can’t buy me love” (THE BEATLES), όταν το σήκωνε η φάση. Μέχρι που υπέγραψαν σε μία νεοσύστατη δισκογραφική εταιρεία, την Purple Records, την οποία είχαν δημιουργήσει οι DEEP PURPLE. Μάλιστα, οι Ian Paice και Roger Glover έκαναν παραγωγή στο ομώνυμο ντεμπούτο τους (“Elf”, 1972) και δεν άργησαν να λάβουν πρόσκληση για να βγουν σε περιοδεία με τους PURPLE στις ΗΠΑ το 1974.
  6. Ο Glover πίστευε πολύ στους ELF και ιδιαίτερα στον Dio. Θεωρούσε πως ήταν ο τεχνικά πιο ολοκληρωμένος τραγουδιστής με τον οποίο συνεργάστηκε ποτέ, έχοντας την δυνατότητα να τραγουδήσει από Frank Sinatra μέχρι το πιο δυνατό hard rock. Έβγαζε τα τραγούδια με τη μία, χωρίς να επιστρέφει σε κάθε μικρό σημείο και να το διορθώνει. Ο ίδιος ο Dio παραδεχόταν πως και η ενασχόληση του με την τρομπέτα τον είχε βοηθήσει πολύ, επειδή ένα τέτοιο πνευστό απαιτεί να αναπνέεις σωστά, καθώς επίσης και το γεγονός ότι η τρομπέτα έχει τις δικές της μουσικές φράσεις.
  7. Με την αποχώρηση των Gillan και Glover και την έλευση νέου αίματος στα πρόσωπα των Glenn Hughes (μπάσο/φωνητικά) και David Coverdale (φωνητικά), ο Blackmore βρήκε νέο νόημα στην ύπαρξη των PURPLE και στήριξε την καινούρια προσπάθεια στο όγδοο άλμπουμ τους, με τίτλο “Burn” (1974). Αφιερώθηκε τόσο πολύ στον σκοπό αυτό, που ανέβαλε την ηχογράφηση ενός σόλο άλμπουμ που ήθελε να κυκλοφορήσει. Δυστυχώς η καλή του διάθεση δεν κράτησε για πολύ. Μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ, ο Ritchie δήλωσε στους υπόλοιπους ότι δεν επρόκειτο να δεχτεί ισοκατανομή των κερδών δια του 5. Η στάση του προκάλεσε οργή μεταξύ των συναδέλφων του, που δεν έπαιρναν και πολύ μέρος στο γράψιμο και στην σύνθεση των τραγουδιών.
  8. Για τους σκοπούς της επόμενης δουλειάς τους, οι PURPLE μετέβησαν στα Musicland Studios στο Μόναχο της Γερμανίας. Σχεδόν άμεσα ήρθε ξανά σε ρήξη με τους υπόλοιπους, όταν αυτοί αρνήθηκαν να ηχογραφήσουν μία διασκευή στο “Black sheep of the family” των Βρετανών Quatermass, στους οποίους συμμετείχε ο παλιός συνάδελφος του Blackmore και ένας από τους ανθρώπους που ξεκίνησαν την ιστορία με τους PURPLE, o ντράμερ Mick Underwood. Η εμμονική στάση του Blackmore να συμπεριληφθεί η διασκευή και η άρνηση των υπολοίπων να την συμπεριλάβουν χειροτέρεψε την κατάσταση, καθώς, άρχισε να προκύπτει ταυτόχρονα αλλαγή του μουσικού στυλ του συγκροτήματος, από hard rock πρωτοπόροι σε ένα υβρίδιο rock και soul/funk, καθοδηγούμενη κυρίως από τους Hughes και Coverdale (“shoeshine music” όπως την χαρακτήριζε κοροϊδευτικά ο Blackmore).
  9. Ο κιθαρίστας τα είχε ψιλοπαρατήσει μέχρι εκείνο το σημείο, βλέποντας ότι οι ιδέες του καταρρίπτονταν η μία μετά την άλλη. Ήταν έξαλλος καθώς οριακά συμπεριλήφθηκε μία ακόμη σύνθεση του, η οποία έμελλε να γίνει μία από τις τεράστιες επιτυχίες των PURPLE, το “Soldier of fortune”. H σύνθεση αυτή είχε έντονο το Αναγεννησιακό μουσικό στοιχείο, το οποίο έδειχνε ξεκάθαρα ποια ήταν η μουσική άποψη του Blackmore εκείνη την εποχή. Παρόμοιας τεχνοτροπίας ήταν και μία άλλη ιδέα που είχε και βασιζόταν χαλαρά στο αγγλικό παραδοσιακό τραγούδι του 16ου αιώνα “Greensleeves”. Με την κυκλοφορία του 9ου άλμπουμ των DEEP PURPLE, “Stormbringer”, τα πράγματα είχαν πάρει τον δρόμο τους. Λαμβάνοντας ανάμεικτες κριτικές και μια χλιαρή υποδοχή από τους fans, σε συνέντευξη του ο Blackmore υποσχέθηκε ότι το επόμενο άλμπουμ των PURPLE θα ήταν πιο βαρύ, αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ.
  10. Το καλοκαίρι του 1973, οι ELF είχαν υπογράψει με την Purple Records στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου και μετέβησαν στις αρχές του 1974 για να ηχογραφήσουν το δεύτερο άλμπουμ τους σε παραγωγή ξανά του Roger Glover, με τίτλο “Carolina County Ball” (στις ΗΠΑ κυκλοφόρησε με διαφορετικό εξώφυλλο και τίτλο “L.A. 59”). Αμέσως μετά οι ELF άνοιγαν για τους PURPLE στην βρετανική περιοδεία τους το 1974. Παράλληλα, ο τραγουδιστής τους Ronnie James Dio και ο Mickey Lee Soule συμμετείχαν στο σόλο άλμπουμ του Glover “Butterfly ball and the grasshopper’s feast”, μαζί με μέλη των DEEP PURPLE και πολλούς άλλους. Το άλμπουμ είχε και ένα νο. 1 hit σε Βέλγιο και Ολλανδία, το “Love is all”, σε φωνητικά Dio. Το καλοκαίρι του 1974 οι ELF ακολούθησαν τους PURPLE στην αμερικανική περιοδεία τους.
  11. Σε αυτή την αμερικάνικη περιοδεία φυτεύτηκαν οι πρώτοι σπόροι της συνεργασίας Blackmore και Dio. O κιθαρίστας παρακολουθούσε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τον τραγουδιστή και είχε αντιληφθεί ότι και αυτόν τον τραβούσε περισσότερο το hard rock και η φανταστική θεματολογία. Αφού απέτυχε να πείσει τον Coverdale να ηχογραφήσουν τις ιδέες του, με απώτερο σκοπό να φτιάξουν ένα συγκρότημα, στράφηκε στους ELF. Ένα βράδυ, λοιπόν, κάπου στην αμερικανική περιοδεία τους, έπεισε τον Dio και τους υπόλοιπους να τον ακολουθήσουν στο στούντιο που είχε κλείσει για να ηχογραφήσουν το “Black sheep of the family” ως ένα solo single. Μαζί τους ήταν και ο πληκτράς των PROCOL HARUM, Matthew Fisher. Μετά από λίγο καιρό, αφού δοκίμασαν και την ιδέα του Ritchie που βασιζόταν στο “Greensleeves”, η οποία αργότερα εξελίχθηκε στο “Sixteenth century greensleeves” (προοριζόταν για b-side), άρχισαν να συζητούν μήπως ηχογραφούσαν μαζί ένα άλμπουμ.
  12. Θεωρητικά εκείνη την εποχή οι ELF ηχογραφούσαν το τρίτο άλμπουμ τους “Trying to burn the sun” (1975). Με την ολοκλήρωση του άλμπουμ, πάρθηκε ομόφωνα η απόφαση να διαλυθεί το συγκρότημα και όλοι, πλην του κιθαρίστα Steve Edwards, πήγαν στο Μόναχο, προκειμένου να ηχογραφήσουν το ντεμπούτο του νέου τους συγκροτήματος με τον Ritchie Blackmore, το οποίο αρχικά ήταν να κυκλοφορήσει ως solo άλμπουμ του κιθαρίστα. Ο Edwards εξαφανίστηκε μετά τους ELF, παίζοντας μόνο στο ομώνυμο ντεμπούτο του Randy Meisner το 1978, όταν αυτός έφυγε από τους EAGLES.
  13. Η πλάκα είναι πως ο Roger Glover έφαγε πάλι «πόρτα» αυτή την φορά από τον Dio, στον οποίο είχε απευθυνθεί. Έχοντας καιρό να παίξει σε συγκρότημα, πρότεινε να συνεργαστούν εάν ο δίσκος των ELF δεν πετύχαινε. Ο Dio δέχτηκε αρχικά αλλά σύντομα του ανακοίνωσε ότι θα προσχωρήσει σε ένα νέο σχήμα με τον Blackmore, κάτι που ξενέρωσε τον Glover.
  14. Το νέο συγκρότημα ονομάστηκε RITCHIE BLACKMORE’S RAINBOW. Πέρα από τον Ritchie Blackmore στην κιθάρα και τον Ronnie James Dio στα φωνητικά, οι υπόλοιποι ήταν τα απομεινάρια των ELF και συγκεκριμένα οι Micky Lee Soule (πλήκτρα), Craig Gruber (μπάσο) και Gary Driscoll (ντραμς). Το όνομα του κιθαρίστα προστέθηκε για να τραβήξει την προσοχή των ακροατών, αρχικά τουλάχιστον. Το όνομα υποτίθεται ότι προήλθε από το διάσημο Rainbow Bar and Grill στο Λος Άντζελες, όπου οι ELF και ο Blackmore περνούσαν τον ελεύθερο χρόνο τους. Όμως μία θεωρία θέλει τον Coverdale να ενέπνευσε τον Blackmore με τους στίχους του “Stormbringer”. Αν λάβουμε υπόψη ότι το εξώφυλλο του “Stormbringer” δείχνει έναν κυκλώνα να μαστίζει την πεδιάδα, όπως στην ταινία «Ο Μάγος του Οζ» και αργότερα στις εισαγωγές των live των RAINBOW ακούγαμε την Judy Garland από την ίδια ταινία να λέει στον σκύλο της “Toto, I’ve a feeling we’re not in Kansas anymore. We must be over the rainbow!”, εκεί το θέμα περιπλέκεται. Πόσο μάλλον αν φέρουμε στο μυαλό μας και το σκηνικό ουράνιου τόξου στο φεστιβάλ “California Jam” του 1974! Και ναι, αν αναρωτιέστε, από αυτή την ταινία πήραν το όνομα τους και οι TOTO!
  15. Γενικά, πάντως, όλοι εκτός του κιθαρίστα ένιωθαν περίεργα για το όνομα. Χρόνια αργότερα ο Dio είχε δηλώσει ότι γενικά ήταν θυμωμένος με τον Ritchie επειδή, ενώ από την αρχή είχαν συμφωνήσει να ονομαστεί το συγκρότημα RITCHIE BLACKMORE & RONNIE JAMES DIO’S RAINBOW, αυτό δεν τηρήθηκε με την κυκλοφορία του πρώτου άλμπουμ, υιοθετώντας απλά το “Ritchie Blackmore’s Rainbow”.
  16. Υπό την καθοδήγηση του έμπιστου Martin Birch, του οποίου δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η καριέρα ξεκίνησε από τους PURPLE και καταξιώθηκε ως παραγωγός στους RAINBOW, το νέο συγκρότημα μπήκε στα Musicland Studios τον Φεβρουάριο του 1975 και μέσα σε τρεις εβδομάδες ολοκλήρωσε αυτό που θα εξελισσόταν σε ένα από τα σημαντικά hard rock άλμπουμ της δεκαετίας του ’70. Μέχρι εκείνο το σημείο ο Birch είχε συμμετοχή σαν μηχανικός ήχου, πέρα από τους DEEP PURPLE, στους FLEETWOOD MAC (από το “Then play on” του 1969 έως το “Mystery to me” του 1973 που ήταν και παραγωγός) και στους WISHBONE ASH (από το ομώνυμο ντεμπούτο τους το 1970 μέχρι το “Argus” του 1972).
  17. Tο άλμπουμ ξεκινάει με το εντυπωσιακό riff του “Man on the silver mountain”. Αποτέλεσε το πρώτο τους single (με b-side το “Snake charmer”) και έγινε επιτυχία στην ηπειρωτική Ευρώπη, αλλά στην Αυστραλία έφτασε μέχρι το χαμηλό νο. 81. Οι γερμανικές και βελγικές εκδόσεις αναφέρουν απλώς τον Ritchie Blackmore ως καλλιτέχνη (ούτε καν RAINBOW), ενώ στο βελγικό single ο τίτλος του τραγουδιού αναγράφεται ως “Man OF the Silver Mountain”. Σύμφωνα με τον Dio έχει κάπως θρησκευτικό χαρακτήρα. Μιλάει για μία θεϊκή φιγούρα και συμβολισμούς στην κορυφή του βουνού που αποτελεί ένα συχνό πρότυπο αναπαράστασης του Θεού στο συλλογικό υποσυνείδητο των ανθρώπων. Ο λίγο πιο … επιφανειακός Blackmore λέει πως μιλάει για κάποιον που πάει στην κορυφή ενός βουνού, ανακαλύπτει το ασήμι και μετά συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να ξανακατέβει! Το riff του πατάει πάνω στην ιδέα του “Smoke on the water”. Όταν ο Ronnie James Dio πέθανε το 2010, οι λέξεις “The man on the silver mountain Ronnie James Dio” αναγράφηκαν στο μνήμα του. Fans του συγκεκριμένου τραγουδιού φαίνεται ότι ήταν και οι VAN HALEN, οι οποίοι το έπαιζαν στις εμφανίσεις τους στα clubs του Los Angeles.
  18. Ακολουθεί το “Self portrait” με τους απαισιόδοξους στίχους. Εύκολα κάποιος μπορεί να κάνει παραλληλισμούς με «Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ» του Oscar Wilde, μιας και μιλάει για έναν πίνακα ο οποίος μεταφορικά αποτελεί αναπαράσταση της απελπισίας και της απαισιοδοξίας του αφηγητή. Ο Blackmore που το χαρακτήρισε σαν μία διασταύρωση μεταξύ του “Manic depression” του JIMI HENDRIX και του “Jesu, Joy of Man’s Desire” από τον J.S. BACH, το ηχογράφησε μετά από χρόνια για το “Under a violet moon” (1999) των BLACKMORE’S NIGHT.
  19. Το τραγούδι που έγινε αφορμή να δημιουργηθούν οι RAINBOW, το “Black sheep of the family” των QUATERMASS είναι μία από τις δύο διασκευές στο άλμπουμ και δεν φαίνεται να επιλέχθηκε τυχαία από τον Blackmore. Μάλλον επιθυμούσε να μεταφέρει κάποιο έμμεσο μήνυμα στους υπόλοιπους PURPLE όταν ζητούσε να το ηχογραφήσουν, επειδή, όπως δήλωσε και ο ίδιος, επρόκειτο για ένα αυτοβιογραφικό τραγούδι, υπό την έννοια ότι αυτός ήταν το «μαύρο πρόβατο» στο συγκρότημα. Το ηχογράφησαν με τον Dio όταν βρίσκονταν στις ΗΠΑ και πήγε τόσο καλά, που έθεσε τα θεμέλια της επαγγελματικής τους σχέσης. Ο Blackmore άλλωστε είπε ότι η ευκολία του να συνεργαστεί με τον Dio ήταν καταλυτική στο να αφήσει τους PURPLE και να δημιουργήσουν τους RAINBOW.
  20. Η πρώτη πλευρά του δίσκου κλείνει με το ονειρικό “Catch the rainbow”. Ο Blackmore το εμπνεύστηκε από το “Little wing” του JIMI HENDRIX, με μία ακόμη υπέροχη ερμηνεία από τον Dio και ατμοσφαιρικά περάσματα στο mellotron (ή mellotrom, όπως αναγράφεται στο άλμπουμ) από τον Soule που θυμίζουν λίγο PINK FLOYD. Στα δεύτερα φωνητικά, ακούγεται η τότε σύντροφος του Ritchie, η Shoshana (ή Judith) Feinstein. Σύμφωνα με τον Dio, η αφήγηση τοποθετείται στα μεσαιωνικά χρόνια και αφηγείται την σχέση ενός αγοριού που εργάζεται στους στάβλους με μία κοπέλα της Αυλής. Κάθε βράδυ πλαγιάζουν στο αχυρένιο κρεβάτι του και νομίζουν ότι όλα θα πάνε καλά, όμως η ζωή τους αποδεικνύει με σκληρό τρόπο ότι η μόνη κατάληξη είναι να χωρίσουν.
  21. To “Snake charmer” θυμίζει επικίνδυνα αυτούς ακριβώς τους DEEP PURPLE από τους οποίους έτρεχε να φύγει ο Blackmore. Χρησιμοποιήθηκε ως b-side στο single του “Man on the silver mountain”, ενώ σε κάποιες χώρες κυκλοφόρησε με το “Temple of the king”.
  22. Το τροβαδούρικο θέμα του “Temple of the king”, που ακούγεται σχεδόν σαν φυσική ακουστική συνέχεια του “Soldier of fortune” είναι μία από τις πιο αγαπημένες μελωδίες των RAINBOW. Ο Ritchie, που ασχολούνταν με την γιόγκα πολύ πριν γίνει της μόδας, παρακολουθούσε μια εκπομπή με τίτλο “Yoga for health” όταν του ήρθε η ιδέα για το τραγούδι, κάτι το οποίο εξηγεί την χαλαρωτική ατμόσφαιρα του τραγουδιού. Αυτό το τραγούδι δεν παίχτηκε επί σκηνής τότε, καθώς ο Ritchie πίστευε ότι θα τους έστελνε όλους για ύπνο με αυτή την μελωδία. Ζωντανά το έπαιξαν μόνο μετά την επανένωσή τους στα μέσα της δεκαετίας του ’90, καθώς και με τους BLACKMORE’S NIGHT. O κιθαρίστας ήθελε να αλλάξει τον στίχο “In the year of the fox” σε “In the year of the badger” για κάποιο λόγο, αλλά δεν θα ακουγόταν ωραία, εφόσον περιγράφει κάτι σαν τελετή μύησης, κάποιο πνευματικό ταξίδι. Μία πιο σκοτεινή ερμηνεία του τραγουδιού θέλει την αφήγηση να αναφέρεται σε κάποια τελετουργία εξοικείωσης ή ακόμα και ότι είναι μια αποκρυφιστική τελετή για τον Θάνατο.
  23. Το “If You Don’t Like Rock ‘n’ Roll” τραβάει περισσότερα στοιχεία από το boogie rock των ELF. Ακούγεται σαν filler και μάλλον είναι, μιας και βρίσκονταν υπό πίεση από την δισκογραφική τους να κλείσουν το άλμπουμ. Πήραν μία ιδέα που προϋπήρχε από τα χρόνια των ELF και της έδωσαν αυτή την τελική μορφή.
  24. Ακολουθεί το θαυμάσιο “Sixteenth Century Greensleeves” (το οποίο στην έκδοση της κασέτας αναγράφεται ως “ Sixteen Century Greensleeves”). Δεν είναι μόνο το φοβερό riff του που το κάνει ξεχωριστό αλλά και το γεγονός ότι βασίζεται στην ιστορία του παραδοσιακού αγγλικού τραγουδιού “Greensleeves”. Έχει αποδοθεί στον Ερρίκο τον 8ο, τον βασιλιά της Αγγλίας με τις 6 συζύγους και υποτίθεται ότι οι αναφορές στο τραγούδι αφορούν την Αικατερίνη της Αραγονίας ή την Anne Boleyn. Η πρώτη καταγραφή του τραγουδιού χρονολογείται κοντά στο 1580. Μέχρι και ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ το αναφέρει δύο φορές στο έργο του «Οι Εύθυμες Κυράδες του Ουίνδσορ». Στις live εκτελέσεις του τραγουδιού που θα ακολουθούσαν, ο Ritchie συνήθιζε να παίζει μία μελωδία από το παραδοσιακό “Greensleeves” πριν μπει με φούρια στο κύριο riff. O Dio ισχυρίστηκε πως αυτή ήταν μία ιστορία που είχε ο Blackmore στο μυαλό του, σχετικά με κάποιον «μαύρο ιππότη» (πιθανότατα ο ίδιος) ο οποίος κάθε τόσο κατέβαινε στο γειτονικό χωριό και άρπαζε μία νεαρή παρθένα για να ικανοποιήσει τις ορέξεις του. Έμπνευση για τον Blackmore ήταν το γεγονός ότι ζώντας κοντά στο κάστρο του Windsor στο Berkshire, είχε την ευκαιρία να το επισκέπτεται συχνά και να χαζεύει το μέρος. Στο τραγούδι συμμετέχει με το τσέλο του ο Hugh McDowell των ELECTRIC LIGHT ORCHESTRA.
  25. Η δεύτερη διασκευή του άλμπουμ είναι το μοναδικό τραγούδι που έγραψαν οι ίδιοι οι YARDBIRDS στο άλμπουμ τους “Having a rave up with The Yardbirds” από το 1965 (όλα τα υπόλοιπα σε αυτό ήταν διασκευές). Το “Still I’m sad” κλιμακώνεται αργά, σαν γρηγοριανός ύμνος δημιουργώντας μία ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Η διασκευή των RAINBOW είναι instrumental και τα μόνα φωνητικά είναι ξανά της Shosana Feinstein. Στις live εκτελέσεις το συγκεκριμένο τραγούδι αποδιδόταν κανονικά με φωνητικά από τον Dio και αυτοσχεδιασμό από το υπόλοιπο συγκρότημα.
  26. Το εξώφυλλο του “Ritchie Blackmore’s Rainbow” είναι μία δημιουργία του βραβευμένου Αμερικάνου καλλιτέχνη David Willardson. Το εντυπωσιακό μαγικό κάστρο που λάμπει στο φως του φεγγαριού και στα χρώματα του ουράνιου τόξου, κρύβοντας τα σύννεφα πίσω του, κατευθύνει τον ακροατή σε ιστορίες ηρωικής φαντασίας. Εντέχνως ενσωματωμένη στο κάστρο είναι μία κατασκευή που μοιάζει με την γνωστή Fender Stratocaster που προτιμούσε ο Ritchie. Μπορεί να θυμίζει λίγο κάστρο της Disney. Διόλου τυχαίο, καθώς ο Willardson δούλευε για την εταιρεία επί 17 χρόνια. Οι φωτογραφίες από τα live στο εσώφυλλο, είναι από παλιότερες εμφανίσεις των συντελεστών, αφού αυτό το line-up δεν είχε δώσει ακόμη κάποια συναυλία. Η μόνη φωτογραφία με όλα τα μέλη του γκρουπ είναι αυτή όπου ο Blackmore φορά το ιδιαίτερο καπέλο του.
  27. Κατά την ηχογράφηση του “Ritchie Blackmore’s Rainbow”, ο κιθαρίστας δεν είχε ακόμα αφήσει τους DEEP PURPLE. Οι ηχογραφήσεις ολοκληρώθηκαν δύο μόλις μέρες πριν την έναρξη της ευρωπαϊκής περιοδείας τους, χωρίς οι υπόλοιποι να έχουν ιδέα. Ο Jon Lord ισχυριζόταν ότι κατά διαστήματα ο Blackmore έπαιζε ιδέες του στους PURPLE και όταν αυτοί έλεγαν να το προχωρήσουν σε τραγούδι, ο κιθαρίστας αρνούνταν ισχυριζόμενος ότι τις κρατάει για το σόλο άλμπουμ του. Όπως και να ‘χει, εν μέσω της περιοδείας, τον Απρίλιο, αποχώρησε από το συγκρότημα. Ο Μαυροντυμένος είχε βαρεθεί και δεν του άρεσε η νέα μουσική κατεύθυνση του συγκροτήματος.
  28. Το “Ritchie Blackmore’s Rainbow” κυκλοφόρησε την 4η Αυγούστου 1975 και έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από το βρετανικό κοινό, που το έστειλε στο νο. 11 των charts. Συγκριτικά, το “Come taste the band” των DEEP PURPLE που κυκλοφόρησε λίγους μήνες αργότερα έφτασε στο νο. 19, σημαντικά χαμηλότερα από το “Stormbringer” που ήταν το τελευταίο άλμπουμ τους με τον Blackmore (νο. 9). Στις ΗΠΑ τα πήγε επίσης αξιοπρεπέστατα, φτάνοντας στο νο. 30 του Billboard Chart. Επίσης τα πήγε εξαιρετικά στην Σκανδιναβία (νο. 10 στη Νορβηγία και νο. 24 στη Σουηδία) και στην Ιαπωνία έκατσε στο νο. 26.
  29. Η εταιρεία που κυκλοφόρησε αρχικά το άλμπουμ ήταν η Oyster Records, μία βραχύβια δισκογραφική εταιρεία που άνηκε στους PURPLE και την διανομή της έκανε η ΕΜΙ. Η ίδια εταιρεία κυκλοφόρησε και κάποιες εκδόσεις του επόμενου άλμπουμ-αριστουργήματος των RAINBOW “Rising” (1976), το “Child in time” (1976) των Ian Gillan Band, καθώς και διάφορα μικρότερα singles και άλμπουμ. Σύντομα όλη η διανομή της Oyster πέρασε στην Polydor, η οποία κυκλοφόρησε και τα υπόλοιπα άλμπουμ των RAINBOW μέχρι το “Bent out of shape” (1983).
  30. Με το που κυκλοφόρησε το “Ritchie Blackmore’s Rainbow” ο κιθαρίστας έκανε το αδιανόητο. Ανικανοποίητος με την απόδοση όλων πλην του Dio, απέλυσε τους μουσικούς και βάλθηκε να δημιουργήσει ένα νέο συγκρότημα. Πρώτος έφυγε ο μπασίστας Gruber και τους πήρε ένα μήνα περίπου να τον αντικαταστήσουν με τον Σκωτσέζο Jimmy Bain, τον οποίο ο Blackmore είχε τσεκάρει στο Marquee Club του Λονδίνου. Για την θέση του ντράμερ θυμήθηκε τον Cozy Powell (ή Colin Flooks, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα) που είχε δει να παίζει στο Jeff Beck Group το 1972 και ήταν ήδη καταξιωμένος μουσικός, έχοντας μάλιστα ένα προσωπικό hit με το “Dance with the devil” (νο. 3 στα βρετανικά charts). Μόλις ήρθε και αυτός στους RAINΒΟW, συνέχισε να αναζητεί νέο πληκτρά, με την θέση να καταλήγει στον ταλαντούχο Αμερικάνο Tony Carey. Η νέα σύνθεση ήταν έτοιμη και το συγκρότημα βγήκε στην παρθενική του περιοδεία τον Νοέμβρη του 1975, με πρώτη εμφάνιση στο Montreal του Καναδά, μάλλον με το συγκρότημα των ARGENT σε ρόλο support. Εκεί πρωτοεμφανίστηκε και το περίφημο 12 μέτρων ηλεκτρονικό ουράνιο τόξο που δέσποζε στην σκηνή, ελεγχόμενο από υπολογιστή και αποτελούμενο από 3 χιλιάδες λαμπτήρες.

Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή. Ένα από τα σημαντικότερα, μεγαλύτερα και πιο αγαπημένα άλμπουμ στην ιστορία του hard rock και του heavy metal ήταν στα σκαριά και θα κυκλοφορούσε από αυτή την σύνθεση την επόμενη χρονιά, γράφοντας τα ονόματα των Blackmore, Dio, Powell, Bain και Carey με χρυσά γράμματα στο πάνθεο της αγαπημένης μας μουσικής. Αλλά σαφώς είμαστε ευγνώμονες στους αδικοχαμένους ELF, στο “Black sheep of the family” και σε όλους όσους πήγαν κόντρα και εκνεύρισαν τον Ritchie Blackmore προκειμένου να επιτευχθεί το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση και να αναδειχθούν ολόκληρες καριέρες, με πρώτη και καλύτερη του αγαπημένου μου τραγουδιστή όλων των εποχών, του αθάνατου Ronnie James Dio. Και ίσως δεν είναι τυχαίο που τόσο ο εκλιπών Ronnie όσο και ο κυκλοθυμικός Blackmore το μνημόνευαν σαν το αγαπημένο τους άλμπουμ από τους RAINBOW.

Κώστας Τσιρανίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here