Επιτέλους η αντίστροφη μέτρηση, που κρατάει από το 2007 (με εξαίρεση την διπλή κυκλοφορία του 2010) έφτασε στο τέλος της. Αυτό το ταξίδι που πέρασε μέσα από τις συμπληγάδες των τεκτονικών πλακών, που βυθίστηκε στα βάθη των ωκεανών, που μας κατέστησε μάρτυρες των ατέρμονων κύκλων της ζωής που ξετυλίχθηκαν πάνω στον πλανήτη μας, έμελλε να λάβει τέλος στο “Phanerozoic II: Mesozoic | Cenozoic”. Θα έλεγα ότι οι τρεις κυκλοφορίες πριν από το “Phanerozoic II” άγγιξαν την τελειότητα, για ένα συγκρότημα που στο ντεμπούτο του μπορεί να έθεσε υψηλά τον πήχη με τα “Fluxion” και “Aeolian”, αλλά κανείς δεν περίμενε ότι θα βρισκόταν στα ανώτατα στρώματα της post metal σκηνής, ειδικά σε μια περίοδο όπου αυτή άρχιζε να φθίνει.
Όμως ότι αρχίζει ωραία δεν σημαίνει ότι θα τελειώσει με τον ίδιο τρόπο. Μετά από όλη αυτή την μουσική διαδρομή, κι ενώ δοκίμασαν σχεδόν τα πάντα με συνεργασίες και πειραματισμούς, είτε αυτό λεγόταν “Devonian” (με την συνδρομή του Jonas Renkse), είτε αυτό ήταν ολόκληρο το θεματικό “Pelagial”, το “Phanerozoic II” φαίνεται πως παραπατάει από την ήδη κεκτηθείσα ταχύτητα και λίγο πριν το μεγάλο φινάλε κινδυνεύει να σωριαστεί στον δισκογραφικό στίβο. Ειλικρινά δεν μπορώ να περιγράψω διαφορετικά αυτό που συμβαίνει στο νέο δίσκο των THE OCEAN. Μιλάμε για τόνους ιδεών και εναλλαγών στις συνθέσεις, που όμως χάνονται στον μουσικό λαβύρινθο που έχει οικοδομήσει η μπάντα. Για να είμαστε ξεκάθαροι, η μουσική των THE OCEAN ποτέ δεν ήταν εύκολα προσβάσιμη στον μέσο ακροατή. Ήθελε (και θέλει) παίδεμα για να την κατακτήσεις. Αλλά παρά τις τόσες ακροάσεις ο δίσκος αφήνει το αίσθημα του ανολοκλήρωτου στο τέλος. Αφήνει ένα κενό, μια προσδοκία για κάτι μεγαλύτερο. Πιστεύω πως το συγκρότημα ξεπέρασε τον εαυτό του, και στην προσπάθεια του ο Robin Staps να συνδέσει τόσα πράγματα μαζί, τελικά αποτυγχάνει να δημιουργήσει ένα ομογενοποιημένο σύνολο.
Μεγάλο παράδειγμα το magnum opus του δίσκου “Jurassic | Cretaceous”. Πρόκειται για το πληρέστερο κομμάτι του δίσκου, μιας και έχει τον στιβαρό στιχουργικό παράγοντα, την συνεργασία (ξανά) με τον Jonas των KATATONIA, και ένα σωρό συνθετικές ιδέες, που όμως, τελικά, δεν μπορεί να κοιτάξει στα μάτια το αντίστοιχο “Permian: The Great Dying” του προηγούμενου δίσκου. Εδώ έχουμε μια συμβατική πιο “metal” προσέγγιση με ξεκάθαρες δομές και επαναλήψεις, δηλαδή μια εκ διαμέτρου αντίθετη συνταγή από τα χούγια της post metal. Ακόμα και στην ιδιαίτερη συνήθεια του Staps να έχει μια κοινή μελωδία που διατρέχει όλο τον δίσκο σε διάφορα σημεία του, θαρρώ πως έπεσε στη παγίδα του “και-ποιος-θα-το-καταλάβει”. Η φράση που σκάει για πρώτη φορά στο 4:30” του “Jurassic” είναι κάτι μεταξύ “The Grunge” και “Lateralus”, γεγονός που αφαιρεί πολλούς πόντους από ένα συγκρότημα που έχει οικοδομήσει το δικό του μελωδικό λεξιλόγιο.
Αυτό όμως που πραγματικά ψάχνει να βρει το “Phanerozoic II” είναι η ταυτότητά του. Καταλαβαίνω ότι στα πλαίσια του θεματικού ύφους η ποικιλομορφία των ήχων ίσως να είναι επιβεβλημένη, παρόλα αυτά θεωρώ ότι το φάσμα ανοίγει πολύ, ακόμα και για τα δεδομένα της μπάντας. Τι τέλος πάντων είναι το “Phanerozoic II”; Ο riffολογικός ορυμαγδός του “Pleistocene” ή ο down tempo ανατολίτικος “αμανές” του “Holocene”; Το μουσικό τοπίο αλλάζει άρδην μέσα σε μερικά λεπτά, κι ενώ αυτό κανονικά θα έπρεπε να μας εντυπωσιάζει, κάποιες φορές πιάνουμε επ’ αυτοφώρω την μπάντα να χρησιμοποιεί πασιφανή κλισέ που “κάπου τα έχουμε ξανακούσει”.
Όπως και να έχει, αυτό που κυριαρχεί μετά τις τόσες (πολλές) ακροάσεις είναι το αίσθημα του ξαναζεσταμένου φαγητού. Περίμενα ότι αυτό το ταξίδι που κράτησε τόσα εκατομμύρια χρόνια και έφτασε έως το 11,700 π.Χ. θα έκλεινε με έναν πιο εντυπωσιακό τρόπο. Ναι, τα “Triassic”, “Jurassic” και “Pleistocene” είναι κομμάτια που χωράνε στην all time λίστα του συγκροτήματος, αλλά φαντάζουν περισσότερο υπολείμματα του προηγούμενου δίσκου, παρά βάσεις για τον συγκεκριμένο. Κι επειδή όλο αυτό το πισωγύρισμα το έχουμε ξαναζήσει με τα “Heliocentric” και “Anthropocentric”, δεν σημαίνει ούτε ότι έρχεται το τέλος, ούτε ότι υποβαθμίζεται με κάποιο το συγκρότημα. Απλά περιμένουμε σε ποιο χωροχρονικό επίπεδο θα βρίσκεται ο επόμενος δίσκος!
7/10
Νίκος Ζέρης