TOMORROW’S RAIN interview (Yishai Sweartz)

0
213












“The dark book of one’s life”

 

Οι Ισραηλινοί death/doomsters TOMORROW’S RAIN κυκλοφόρησαν πριν λίγο καιρό το ντεμπούτο τους “Hollow”. Ένα πολύ καλό άλμπουμ με πάρα πολλά γνωστά ονόματα της παγκόσμιας μεταλλικής σκηνής να συμμετέχουν στον δίσκο, όπως οι Greg Mackintosh, Aaron Stainthorpe, Jeff Loomis, αλλά και οι δικοί μας Σάκης Τόλης και Σπύρος Αντωνίου. Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε μία εκ βαθέων συνέντευξη με τον frontman και ιθύνων νου της μπάντας Yishai Sweartz

 

Η μπάντα μετρά πάνω από 10 χρόνια ύπαρξης. Πως και άργησε τόσο πολύ να έρθει το ντεμπούτο σας;

Ο λόγος ήταν πως όταν ξεκινήσαμε σαν MOONSKIN το 2002, η μπάντα ήταν ο σωτήρας μας. Γράψαμε μερικά τραγούδια, κάναμε κάποιες συναυλίες, ανοίξαμε τη συναυλία των EPICA στο Τελ Αβίβ. Μετά αισθανόμασταν πιο «νορμάλ» στις προσωπικές μας ζωές, λιγότερο καταπιεσμένοι. Και γω και ο Maor παντρευτήκαμε και ένιωσα ότι η ζωή μου παίρνει το σωστό δρόμο, ένιωσα καλύτερα και δεν μου ταίριαζε να ανεβαίνω στη σκηνή και να τραγουδώ για τον πόνο κι τους δαίμονες μου κάθε νύχτα, τη στιγμή που παντρεύτηκα και θα γινόμουν πατέρας (το καλύτερο που έχει συμβεί στη ζωή μου). Ήμουν ευτυχισμένος και θα ήταν ψεύτικο, σαν να πηγαίνεις στη δουλειά. Έτσι είπα στον Maor ότι δε θέλω να συνεχίσω, επειδή δεν θέλω να προσποιούμαι. Ήταν καθαρά καλλιτεχνικός τρόπος σκέψης. Έτσι σταματήσαμε γύρω στο 2006. Το 2010 η ζωή μου άλλαξε και πάλι, χώρισα και ένιωσα γεμάτος θλίψη για το τέλος της σχέσης μου και το μόνο που ήθελα ήταν να προστατέψω το παιδί μου. Ήμουν καταρρακωμένος και γι’ αυτό το έριξα στον «σωτήρα» μου… τη μουσική, τα τραγούδια, τη μπάντα. Τηλεφώνησα στον Rafael και του είπα τρεις λέξεις «let’s do it”, τόσο απλά. Μία μέρα μετά ήμασταν στο στούντιο και ένα μήνα μετά ήμασταν support στους DARK TRANQUILLITY (2011), καθώς και αρχίσαμε να γράφουμε το νέο υλικό που ακούτε τώρα στο άλμπουμ, αφού η κύρια περίοδος ήταν από το 2016 και μετά. Από τότε γράψαμε δίσκους στα αγγλικά και Εβραϊκά και παίξαμε με PARADISE LOST, ROTTING CHRIST, SWALLOW THE SUN, KREATOR, TRIBULATION και ετοιμαζόμασταν να παίξουμε με TIAMAT και SAMAEL, αλλά ξέσπασε ο Covid δυστυχώς…

 

Ποιες ήταν οι μουσικές επιρροές σας στο άλμπουμ;

Είναι ξεκάθαρο πως είχαμε επηρεαστεί από κλασικά doom/death συγκροτήματα των 90s, τα πρώιμα άλμπουμ των PARADISE LOST, ANATHEMA κτλ, αλλά και μπάντες όπως NEW MODEL ARMY, THE MISSION, THE CURE. Να επηρεάζεσαι είναι καλό, να αντιγράφεις δεν είναι. Δε νομίζω πως ακουγόμαστε όπως οι πρώιμοι MY DYING BRIDE για παράδειγμα, αλλά ναι το “Turn Loose The Swans” μας ήταν μια επιρροή, όπως και το “Closer” από JOY DIVISION. Ειλικρινά λατρεύουμε την περίοδο 1980-95, είτε είναι doom metal, είτε dark rock, είτε new wave ή classic metal. μεγάλωσα στα 80s και θυμάμαι πολύ καλά όταν βγήκε το “Master of puppets” ή το “Floodland”, μας άρεσε αυτή η εποχή, αλλά και πάλι είναι απλά επιρροές. Εμείς πήραμε το δικό μας μονοπάτι μουσικά και στιχουργικά.

 

Το “Hollow” είναι ένα «στιβαρό» άλμπουμ συνθετικά. Πες μας λίγα λόγια για τους στίχους.

Όλοι οι στίχοι είναι προσωπικοί και βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στη ζωή μας. Ένα πράγμα που μπορώ να σου πω είναι πως ποτέ δε μπορείς να ξεφορτωθείς τους δαίμονές σου. Μπορείς να τους ελέγξεις, μπορείς να περιορίσεις την επιρροή τους, μπορείς να πας νοερά το μυαλό σου σε ωραία μέρη και να εκπαιδεύσεις τη ψυχή σου να αντιδρά και να σκέφτεσαι διαφορετικά, αλλά δε μπορείς να ξεφορτωθείς  τα συναισθήματα και όπως έμαθα στη ζωή μου είναι θεμιτό να τα ακούς κάποιες στιγμές, εφόσον μπορείς να τα ελέγξεις και όχι αυτά εσένα. Αν έχουμε πράγματα που πονούν τη ψυχή μας, πρέπει να τα αγκαλιάσουμε και όχι να τα αγνοήσουμε. Πρέπει να βλέπουμε τον εαυτό μας ως ένα και όχι ως κομμάτια. Γράφοντας τραγούδια για το άλμπουμ είναι για παράδειγμα ένας τρόπος να χρησιμοποιήσεις αυτό τον πόνο για δημιουργικό λόγο και είναι πιο σημαντικό από το πόσους δίσκους ή πόσα εισιτήρια πουλάς. Είναι η ικανότητα να ξυπνάς το πρωί και να μην έχεις κρίσεις πανικού, χωρίς να θες να μείνεις ξαπλωμένος όλη την ημέρα. Είναι κάτι σαν “Ξέρω ότι πονάς, αλλά αντί να μείνεις στο κρεβάτι και να χαρακώνεσαι όλη τη μέρα, ας γράψουμε τραγούδια γι αυτό, να τα ηχογραφήσουμε, να το απελευθερώσουμε, να μιλήσουμε στον κόσμο γι αυτό, όπως κάνουμε τώρα, δημιουργικά αντί να πνιγούμε στη θλίψη μας, ας «χτυπηθούμε» σε αυτό, να το ροκάρουμε”.

Έχετε ούτε λίγο, ούτε πολύ 10 guests στον δίσκο. Ποια ήταν η ιδέα γύρω από αυτό και πως λειτούργησε, αφού οι περισσότεροι είναι αρκετά γνωστοί.

Κατά τη διάρκεια δημιουργίας του “Hollow” κατάλαβα ότι είναι περισσότερο από ένας δίσκος για μένα, ενώ έχω κυκλοφορήσει δίσκους με άλλες μπάντες. Αυτός δεν είναι απλά άλλος ένας. Είναι σαν ημερολόγιο της ζωής μου, το βιβλίο μου, η ιστορία μου. Ένοιωσα λοιπόν ότι ήθελα να έχω μερικούς ανθρώπους που μου αρέσουν είτε φιλικά, είτε καλλιτεχνικά ή και τα δύο, που θα μπορούσαν να δώσουν κάτι στον δίσκο. Κάτι σαν «αυτό είναι το σπίτι μου, η ψυχή μου, καθίστε στο τραπέζι μαζί μου για λίγο.». Μερικούς από τους guests τους γνωρίζω πολλά χρόνια. Ο Σάκης Τόλης είναι φίλος από τις παλιές underground εποχές. Γνωριστήκαμε το 1993, όπου σαν promoter στο Ισραήλ, είχα κλείσει τους ROTTING CHRIST να παίξουν εφτά φορές εδώ και επανέκδοσα δύο από τα κλασικά τους άλμπουμ “Thy mighty contract” και “Triarchy of the lost lovers”, μέσω της δισκογραφικής μου, The Raven Music. Οπότε ο Σάκης είναι οικογένεια χρόνια τώρα και ήθελα ξεκάθαρα να συμμετάσχει. Τα ίδια πάνω κάτω και με τον Σπύρο από SEPTICFLESH, τον Anders από DRACONIAN και τον Mikko από SWALLOW THE SUN. Τον Jeff Loomis των γνώρισα όταν έκανα το live των NEVERMORE αρκετά χρόνια πριν και κρατήσαμε επαφή. Όσο αφορά τους MOONSPELL, επειδή είμαι από το Ισραήλ, με έμπνευσαν να βλέπω πως τα κατάφεραν και εκτός Πορτογαλίας και μου αρέσουν από το 1994. Τον Fernando, όλως περιέργως τον γνώρισα μόλις πριν λίγα χρόνια, αφού έχουμε πολλούς κοινούς φίλους, μεγαλώσαμε το ‘91-’95 στην underground σκηνή και είχαμε τις ίδιες ρίζες, τα ίδια σχέδια. Τον ήξερα μέσω του πρώην κιθαρίστα των ORPHANED LAND, Yossi Sassi, ο οποίος είχε δουλέψει με τον Fernando. Ταιριάζαμε, τους έκλεισα ένα live εδώ, πήγαμε στο στούντιο κτλ. Είναι ένας καλλιτέχνης με καρδιά μάλαμα. Όσο αφορά τον Greg από PARADISE LOST, είναι μια μπάντα που έχει παίξει πολλές φορές, γύρω στις 9, από το 1991, οπότε γνωριστήκαμε και τον ρώτησα, όπως και τον μάνατζερ των PARADISE LOST, Andy, και συμφωνήσαμε να γράψει ένα solo για τον δίσκο. Όσο για τους ΜY DYING BRIDE, δεν έχουν παίξει ποτέ εδώ, απλά είχα γνωρίσει τον μάνατζερ τους Nick Peel πριν δυο χρόνια, τον οποίο ευχαριστώ που μας έφερε σε επαφή με τον Aaron. Του έγραψα ένα γράμμα, πού προσωπικό θα έλεγα, παρουσιάζοντας εμένα και τις ιδέες μου και κάποια πολύ προσωπικά πράγματα, που δε θα αποκαλύψω εδώ και αρχίσαμε να ανταλλάσουμε αλληλογραφία. Το κομμάτι του το ηχογράφησε στην Αγγλία. Τέλος, ο Kobi των ORPHANED Land, δεν ήταν πρόβλημα, αφού είναι πολύ φίλος από τότε που ήμασταν 15 χρονών και «χτυπιόμασταν» στα clubs με BOLT THROWER!

 

Ανάμεσα στους guests, είπαμε ότι υπάρχουν δύο Έλληνες, ο Σάκης και ο Σπύρος, μέλη των θρυλικών ελληνικών συγκροτημάτων ROTTING CHRIST και SEPTICFLESH, αντίστοιχα. Επίσης είσαι μάνατζερ μίας ακόμη μεγάλης μπάντας από την Ελλάδα, τους NIGHTFALL. Έχει αυτό να κάνει με τη συμμετοχή τους στον δίσκο;

Γνωρίζομαι με τον Ευθύμη από τους NIGHTFALL από το 1992, αλλά έγινα μάνατζερ της μπάντας μόλις πριν έξι μήνες, αφότου είχαμε τελειώσει τις ηχογραφήσεις του “Hollow”, οπότε δεν έχει να κάνει με αυτό. Γνωριζόμαστε με τον Σάκη και τον Σπύρο από παλιά και έχουμε συναντηθεί αρκετές φορές εδώ στο Ισραήλ. Πρέπει να πω πως πάντα ήμασταν οπαδοί της ελληνικής σκηνής. Τα πρώιμα άλμπουμ των NIGHTFALL, ROTTING CHRIST, και SEPTICFLESH, πάντα έπαιζαν στο σπίτι μου, καθώς και μπάντες όπως NECROMANTIA, DEVISER, ON THORNS I LAY, EXHUMATION, NERGAL, ELYSIAN FIELDS, FLAMES κ.ά.. Πάντα αγαπούσα τον ελληνικό ήχο.

 

Το “Into the mouth of madness” στο οποίο συμμετέχει ο Jeff Loomis, είναι αφιερωμένο στον εκλιπόντα Warrel Dane. Πες μας μερικά πράγματα γι’ αυτό.

Σαν ακροατής έμαθα τους SANCTUARY όταν βγήκε το “Into The Mirror Black”. Μετά βγήκε το ντεμπούτο των NEVERMORE το 1995 και το λάτρεψα. Πέρασαν τα χρόνια και τους έκλεισα live εδώ και έτσι γνώρισα τον Warrel. Όταν διαλύθηκε η μπάντα, έκλεισα τον Warrel να παίξει το “Dead heart…” στο Τελ Αβίβ με μια τοπική μπάντα και τότε ήρθαμε πιο κοντά. Έμεινε μερικές μέρες εδώ, πήγαμε στο στούντιο και παίζαμε BLACK SABBATH, φάγαμε, ήπιαμε πολύ, πήγαμε σε αρχαιολογικούς χώρους. Ήταν νηφάλιος τότε και όταν έπαιξαν με τους NEVERMORE, μιλήσαμε για τον δίσκο των TOMORROW’S RAIN, τον οποίο ηχογραφούσαμε τότε, όπως και για την ιδέα του να κυκλοφορήσει δίσκο με διασκευές από gothic rock τραγούδια, του είπα μερικές ιδέες. Συζητήσαμε να έρθει για 2 βδομάδες να κάνει τη παραγωγή στο δίσκο. Μετά από 2 χρόνια, έκλεισα τους SANCTUARY, περισσότερο για να τον υποστηρίξω. Όταν ήρθε, μέσα σε λίγα λεπτά κατάλαβα ότι «δεν ήταν μαζί μας» πια, ήταν σε κακή κατάσταση, κάτι πολύ λυπηρό. Κατάλαβα πως δεν θα μπορούσε να βοηθήσει στον δίσκο, αλλά περισσότερο ανησυχούσα γι αυτόν. Φοβήθηκα ότι κάτι κακό θα συμβεί, το ένοιωσα. Μερικούς μήνες μετά ήμουν στο αυτοκίνητο με την πρώην μου και έλαβα ένα μήνυμα από ένα κοινό μας φίλο ότι ο Warrel πέθανε πριν λίγες ώρες. Θυμάμαι είπα στην πρώην να σταματήσει το αμάξι. Δεν μπορούσα να μιλήσω. Τι συνέβη με ρώτησε. Έτρεμα… ο Warrel πέθανε. Της είπα κλαίγοντας να βάλει το «In memory» να παίξει. Οι στίχοι ήταν το τέλος μου. “Do you remember, do you believe it’s all been said and done Or is it just beginning, ripping, freezing me Do you remember the time gone Or is too painful for you”. Έτσι λοιπόν το “Into the mouth of madness” είναι γι αυτόν, γράφτηκε γι’ αυτόν, για τους τελευταίους μήνες του, για ένα φίλο που έχασα. Έναν φοβερό καλλιτέχνη, φανταστικό τραγουδιστή και στιχουργό. Μου λείπει.

Πως και διασκευάσατε το “Weeping song” του Nick Cave;

Μεγαλώνοντας μέσα στη δεκαετία του ’80, ο Nick Cave ήταν πάντα εκεί. Ένα είδωλο του οποίου οι στίχοι ήταν στη καρδιά μου όταν ήμουν πολύ νέος. Εκτός από αυτό, ο Nick ήταν ένας μέντορας για μένα όταν έπρεπε να αντιμετωπίσω τραυματικά γεγονότα και να συνεχίσω, για να θεραπεύω τη καρδιά μου και τη ψυχή μου. τα 2 τελευταία άλμπουμς αντικατοπτρίζουν το μήνυμα που θέλουμε να περάσουμε με το “Hollow”: «Στο τέλος πρέπει να συνεχίσουμε το ταξίδι μας, θεραπεύοντας τις πληγές μας». Νομίζουμε πως το ενδιαφέρον σε μια διασκευή είναι να φέρεις το τραγούδι στα δικά σου μέτρα. Ποτέ δε κατάλαβα γιατί μερικές μπάντες παίζουν μία διασκευή έτσι όπως είναι. Δεν έχει νόημα και στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι αδύναμο σε σχέση με το ορίτζιναλ. Αν το τραγουδήσεις όμως στη γλώσσα σου με τον τρόπο σου… Ο καλός μου φίλος Kobi, τραγούδησε μαζί μου σαν ντουέτο το κομμάτι. Η ιδέα ήταν ο ένας από μας να είναι ο πατέρας και ο άλλος ο γιος. Επίσης, μπήκε και ο Anders από DRACONIAN με brutal φωνητικά και η Lisa Cuthbert στα γυναικεία.

 

Σε σχέση με το παρελθόν, υπάρχουν πολλές μπάντες που τραγουδούν στην μητρική τους γλώσσα και όχι μόνο στην Αγγλική. Το “Hollow” έχει βγει και στα εβραϊκά. Πως και επιλέξατε να το κυκλοφορήσετε και στις 2 γλώσσες;

Απλά επειδή θέλαμε να κάνουμε και κάτι για την τοπική σκηνή, όχι μόνο για το εξωτερικό.

 

Πως σας έχει επηρεάσει η πανδημία;

Δε μπορούμε να κάνουμε συναυλίες τοπικές ή και tour. Όλοι η συγκεκριμένη αγορά έχει παγώσει. Ακόμα και οι πωλήσεις δίσκων, αφού ο κόσμος δεν έχει τα χρήματα. Όλοι πάνω κάτω υποφέρουμε το ίδιο πιστεύω.

 

Τι να περιμένουμε από τους TOMORROW’S RAIN στο μέλλον;

Θα συνεχίσουμε να προμοτάρουμε τον δίσκο τους επόμενους μήνες, αλλά ήδη γράφουμε τραγούδια για το επόμενο δίσκο, τέσσερα μέχρι στιγμής τον αριθμό. Οπότε ο νέος δίσκος θα ηχογραφηθεί σε λιγότερο από 1 χρόνο. Αφού είμαστε όλοι σπίτι, καλύτερα να είμαστε δημιουργικοί και να συγκεντρωθούμε στο υλικό μας, αντί να μας πιάνει κατάθλιψη λόγω κορωνοϊού.

 

Γιώργος Δρογγίτης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here