TRIVIUM interview (Paolo Gregoletto)

0
214

“Dragonslayers”

Οι Αμερικανοί TRIVIUM, αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες μοντέρνες heavy metal μπάντες, με 20 χρόνια δισκογραφικής παρουσίας χωρίς ούτε μια αδύναμη στιγμή, μα με πολλές κορυφές και με διαρκή διάθεση για πρόοδο. Το δέκατο άλμπουμ τους, “In the court of the dragon”, αποτελεί παράδειγμα αυτού, με τις κριτικές τόσο από τον λοιπό Tύπο όσο και από εμάς εδώ στο ROCK HARD να είναι κατ’ ελάχιστον αποθεωτικές! Έτσι, δε μπορούσαμε να χάσουμε την ευκαιρία, να συνομιλήσουμε με τον μπασίστα της μπάντας και έναν από τους σταθερούς πυλώνες της, Paolo Gregoletto. Ένας λαλίστατος άνθρωπος παρά το περιορισμένο χρόνο που είχαμε στη διάθεση μας.

Καλό απόγευμα Paolo! Συγχαρητήρια για το εξαιρετικό νέο άλμπουμ. Έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από τη κυκλοφορία του “In the court of the dragon”. Έχετε λάβει εξαιρετική ανταπόκριση από τον Τύπο μέχρι στιγμής, με το ROCK HARD να μην αποτελεί εξαίρεση δίνοντάς του 9/10. Τι πιστεύετε τώρα που έχει ολοκληρωθεί ο δίσκος; Είστε ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα;
Ευχαριστούμε πάρα πολύ, το εκτιμούμε! Ξέρεις, δε μπορείς ποτέ να γνωρίζεις πως θα ανταποκριθεί ο κόσμος σε καινούργιο υλικό, αλλά είχαμε πολύ μεγάλη σιγουριά όταν συνθέταμε. Οι δύο τελευταίοι δίσκοι, έλαβαν τόσο καλή ανταπόκριση που θεωρήσαμε ότι με αυτό εδώ έχουμε κάτι πολύ καλό στα χέρια μας. Συν τοις άλλοις, είχαμε και το απαιτούμενο χρόνο για να το κάνουμε. Οπότε ναι, η ανταπόκριση ήταν φοβερή, ευτυχώς καταφέραμε και να παίξουμε μερικές συναυλίες φέτος, όπου παίξαμε κάποια κομμάτια για πρώτη φορά από το νέο άλμπουμ. Ανυπομονούμε να μπούμε στη νέα χρονιά και να αρχίσουμε επιτέλους τις περιοδείες προκειμένου να φέρουμε τη μουσική μας στο κόσμο.

Το οποίο με οδηγεί στην επόμενη μου ερώτηση. Σίγουρα αξιοποιήσατε τη καραντίνα σε παγκόσμιο επίπεδο προκειμένου να βγάλετε καινούργιο δίσκο, μόλις ενάμιση χρόνο μετά το “What the dead men say”. Πόσο εύκολο ήταν να βρείτε έμπνευση για να γράψετε υλικό για το επόμενο άλμπουμ; Περιμένατε να βγει τόσο γρήγορα;
Το μόνο πράγμα που δεν με ανησυχεί όταν ξεκινάμε να γράφουμε, είναι το ότι δεν θα έχουμε ιδέες. Νιώθω ότι μεταξύ του Matt, του Corey και εμένα πάντα θα έχουμε πολλά riffs που απλά κάθονται και είναι έτοιμα προς χρήση. Έτσι, όταν κάποιος σκέφτεται “χρειαζόμαστε ένα καινούργιο κομμάτι μέσα σε μια ή δύο βδομάδες” θα φτιάξουμε κάτι για το οποίο είμαστε περήφανοι γρήγορα, επειδή απλά έχουμε τόσο υλικό που περιμένει. Πιστεύω πως όταν συνειδητοποιήσαμε ότι δεν θα μπορέσουμε να περιοδεύσουμε, οι πρώτοι μήνες της πανδημίας ήταν να κάτσουμε σπίτι όσο το δυνατόν περισσότερο. Οπότε αυτή ήταν η καλύτερη στιγμή για να γράψουμε riffs. Και όταν τελικά μετακόμισα πίσω στη Florida πέρυσι το καλοκαίρι και ολοκλήρωσα τη μετακόμιση τον Οκτώβρη, ήμασταν όλοι εδώ και ήταν πολύ εύκολο να δώσουμε μορφή και να γράψουμε με ασφάλεια το άλμπουμ και να το ηχογραφήσουμε εδώ στα Full Sail στο Orlando. Οπότε δεν θα ήθελα να πω ότι ήταν υπερβολικά εύκολο, αλλά έχουμε τόσο υλικό και κάνουμε τόσες πρόβες και τόση εξάσκηση, που το να μπούμε σε φάση σύνθεσης είναι πολύ εύκολο για εμάς.

Που θα εντόπιζες τις διαφορές ανάμεσα στα δύο άλμπουμ; Έγινε κάτι διαφορετικά αυτή τη φορά;
Ναι, νομίζω από πλευράς μηχανικής ήχου, θέλαμε να τονίσουμε λίγο παραπάνω τις κιθάρες. Που σημαίνει ότι υπάρχουν 2 κανάλια κιθάρας σε κάθε πλευρά, αντί για ένα και ένα. Χωρίς να μετράμε τα solos, τις μελωδίες από πάνω και πάει λέγοντας, αλλά τα κύρια κιθαριστικά μέρη. Οπότε το ότι κάναμε αυτό, αλλάζει τη δυναμική της μίξης. Αλλά στο μεγαλύτερο του κομμάτι, ήταν παρόμοιος έως και ο ίδιος εξοπλισμός. Από εκεί και πέρα, τα riffs που γράφεις, τα τραγούδια που γράφεις, φέρνουν και κάτι διαφορετικό στο δίσκο. Οπότε αυτή θα έλεγα ότι είναι η μεγάλη, κύρια διαφορά. Αλλά επίσης νομίζω πως είναι λίγο βαρύτερο από το προηγούμενο. Και αυτό έγινε συνειδητά. Προσπαθήσαμε να βγάλουμε κάτι πιο έντονο, λίγο πιο proggy, να είμαστε δημιουργικοί, να βάλουμε μέσα πράγματα που πιθανότατα ο κόσμος δε περίμενε. Πιστεύω ότι ο κόσμος δεν περίμενε ένα κομμάτι σαν το “The shadow of the abattoir”.

Πράγματι, πολύ πιο μελωδικό από ότι συνήθως, και το άκουγα όλως τυχαίως λίγο πριν τη συνέντευξη!
Πράγματι. Προφανώς. είχαμε πολύ μελωδικά τραγούδια και στο παρελθόν. Αλλά είναι από αυτά τα τραγούδια, που αρχίζουν σ’ ένα μέρος και δεν τελειώνουν εκεί. Είναι περισσότερο σαν ένα ταξίδι. Πολύ έντονο και proggy στη μέση, μετά επιστρέφει στο ρεφρέν, είναι πολύ διαφορετικό στο τέλος. Ήταν πολύ διασκεδαστικό όταν το γράφαμε και χαίρομαι που ο κόσμος ανταποκρίνεται τόσο καλά σε αυτό. Γιατί, ξανά, ποτέ δεν ξέρεις πως θα αντιδράσει ο κόσμος σε κάτι που θα τον εκπλήξει. Αλλά το ωραίο είναι πως είχαμε χρόνο με αυτά τα τραγούδια να δούμε τις λεπτομέρειες. Γιατί αρκετά από αυτά τα τραγούδια είναι μεγαλύτερα σε διάρκεια. Οπότε απαιτούν περισσότερη προσπάθεια, προκειμένου να σιγουρευτούμε ότι θα είναι καλά, ότι δεν θα είναι βαρετά μακροσκελή τραγούδια αλλά ενδιαφέροντα. Και έτσι, να δημιουργήσουμε μια συνολική ιδέα του πως θα ακούγεται ο δίσκος μέσα από τα sessions μας.

Μάλιστα. Μου άρεσε επίσης, η κινηματογραφική φύση των videos για τη προώθηση του “In the court of the dragon”. Επιπρόσθετα, μου άρεσε που το καθένα είχε τη δική του ατμόσφαιρα οπτικά. Ήταν αυτός ο σκοπός σας; Συνδέονται με τους στίχους των κομματιών;
Νομίζω πως όσον αφορά τα video clip, τείνουμε να αφήνουμε τους σκηνοθέτες να έχουν καλλιτεχνική ελευθερία με το πως ερμηνεύουν τα τραγούδια. Οπότε δεν είναι μια λέξη-προς-λέξη διήγηση του κομματιού, αλλά αυτό είναι που μου αρέσει κιόλας. Δίνει οπτικά στο κομμάτι πολλά περισσότερα από αυτά που θα μπορούσαμε να φανταστούμε εμείς οι ίδιοι. Τα video clip είναι ένα μέσο τέχνης, δεν είμαστε masters σε κάτι τέτοιο. Οπότε το να το δώσουμε σε κάποιον ο οποίος είναι πολύ ταλαντούχος σε αυτό και να τον αφήσουμε να διασκεδάσει και να γίνει δημιουργικός με αυτό, είναι ένας τρόπος που βγάζουμε το καλύτερο εαυτό από τους ανθρώπους. Να τους αφήνουμε, να κάνουν αυτό στο οποίο είναι καλύτεροι. Γι’ αυτό πιστεύω ότι και στο κόσμο αρέσουν τα video clip μας. Επειδή δεν ανακατευτήκαμε με το δημιουργικό και οπτικό κομμάτι τους. Προφανώς, όταν μας δείχνουν τη βασική ιδέα, τους λέμε αν μας αρέσει ή όχι. Αλλά πάντα διαλέγουμε αυτούς τους ανθρώπους, που είναι τόσο καλοί όσον αφορά τις καλές ιδέες για video clip. Στα πρώτα δύο videos, ο πίνακας ήταν ο λόγος δημιουργίας του χάους που λαμβάνει χώρα σε αυτά. Και φυσικά, στο τρίτο video, είχαμε έμπνευση από το video game, οπότε ήταν πολύ ωραίο που μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε σκηνές από εκεί. Είμαστε απλά πολύ ενθουσιασμένοι που βγήκε ο δίσκος, και μπορούμε να το προωθήσουμε, να περιοδεύσουμε λίγο. Και μόλις αρχίσαμε, νιώθουμε πως έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας ακόμα για του χρόνου.

Και εμείς ευελπιστούμε να δούμε παραπάνω νέα από εσάς. Τι σας ενέπνευσε περισσότερο να γράψετε στίχους αυτή τη φορά;
Όταν αρχίζουμε να φέρνουμε τις ιδέες μας, νέα μουσική κλπ., εμένα πάντα μου αρέσει να γράφω ιδέες για στίχους στο κινητό μου. Οτιδήποτε δω και νιώσω την ανάγκη να το γράψω. Ο Matt και ο Corey θα έχουν συνήθως ιδέες επίσης. Πολλές φορές ο Corey θα έχει κάποιο τίτλο για κομμάτι, ίσως και κάποιο demo. Ξέρεις μου αρέσουν και κάποια πράγματα που βγαίνουν από τους τίτλους των κομματιών. Όπως το “Sword of Damocles”, που μου ανέφερε το τίτλο και λέω “α ωραία, ξέρω την ιστορία, ξέρω το μύθο, τον έμαθα στο σχολείο”. Οπότε το πήρα και δούλεψα πάνω σε αυτό κάνοντας το κάτι λίγο διαφορετικό: μια ιστορία, βασισμένη κατά κάποιο τρόπο σε αυτό. Και καταλήξαμε ότι θα ήταν πολύ ωραίο το να γράψουμε κομμάτια που να έχουν ένα μυθολογικό ύφος και να τα κάνουμε σαν δικούς μας μύθους, να διηγηθούμε σαν νέες ιστορίες βάσει αυτών των μύθων. Κάπως έτσι το κάναμε. Είχαμε αυτή τη γενική ιδέα, ως τον εύκολο τρόπο να εξηγήσουμε στο κόσμο τι προσπαθούμε να κάνουμε. Και αυτό κάνει τη συγγραφή στίχων ευκολότερη. Αντί να είναι το κάθε κομμάτι ένα δικό του θέμα στιχουργικά και να πρέπει να σκεφτείς 10-12 διαφορετικά θέματα για τα αντίστοιχα κομμάτια, αυτά τα κομμάτια συνδέονται μεταξύ τους και γράφτηκαν με αυτό το σκεπτικό. Γιατί αν έπρεπε να σκεφτώ στίχους για ένα κομμάτι, πάντα θα το σκεφτόμουν σε σχέση με τα υπόλοιπα στο δίσκο και πως συνδέονται μεταξύ τους. Αυτό κάναμε αυτή τη φορά, και μας βοήθησε πολύ.

Paolo, στα τελευταία άλμπουμ των TRIVIUM έχεις εξελιχθεί σε έναν πολύ ώριμο τραγουδιστή, κυρίως βοηθώντας τον Matt σε ορισμένα μέρη, κολακεύοντας ο ένας τη φωνή του άλλου. Είχατε κάποιο συγκεκριμένο φωνητικό concept κατά νου ενώ το δουλεύατε αυτό; Γιατί υποθέτω, πως σας πήρε πολλή εξάσκηση για να το τελειοποιήσετε.
Απλά κάνω τις αρμονίες στα δεύτερα φωνητικά, από τότε που μπήκα στη μπάντα. Είναι πόσο, 15-16 χρόνια τώρα που είμαι μέλος της μπάντας και κάνουμε απλά καλή αρμονία με τη φωνή του Matt. Και είχαμε ένα κομμάτι που λεγόταν ”Shattering the skies above”, όπου τραγουδούσαμε εγώ και ο Corey, αλλά δεν κάναμε κάτι τέτοιο ξανά μέχρι το προηγούμενο, όπου μας είπε ο Matt “ξέρετε θα ήταν πολύ ωραίο να κάνετε κάποια δεύτερα φωνητικά οι δύο σας”. Το κάναμε. Ο κόσμος φαίνεται να το γούσταρε και από τη στιγμή που πήγαμε στο επόμενο άλμπουμ τόσο γρήγορα, είπαμε “ας κάνουμε παραπάνω τέτοια”. Και νομίζω ότι προσθέτει κάτι, όπως μια κιθάρα όταν είναι συνδεδεμένη σε διαφορετικό ενισχυτή ή με διαφορετικό ήχο. Προσθέτει ένα επιπλέον επίπεδο και μια άλλη δυναμική σε αυτό. Το να ακούς δύο φωνές ή τρεις φωνές ελαφρώς διαφορετικές μεταξύ τους, δημιουργεί ένα πιο πολυεπίπεδο αποτέλεσμα από το να ακούς έναν τραγουδιστή να κάνει αρμονίες του εαυτού του. Οπότε είναι μια ωραία μίξη και πάντα με ενθουσιάζει όποτε κάνουμε άλλο ένα τέτοιο πόσο πιο μακριά μπορούμε να το πάμε και να το κάνουμε με διαφορετικούς τρόπους πιθανότατα. Πάντα βρίσκεις τρόπο να παρουσιάσεις κάτι καινούργιο. Τώρα που είμαστε αισίως στο δέκατο δίσκο, θεωρώ ότι έχουμε κάνει μια πολύ καλή δουλειά ως προς το να κρατάμε τους εαυτούς μας φρέσκους με ιδέες, όπως τα φωνητικά.

Υπάρχει κάτι που θα ήθελες να πετύχεις και δεν έχετε πετύχει ακόμα; Είτε εσύ ο ίδιος, είτε συνολικά σαν μπάντα.
Πιστεύω πως είμαστε σε καλό δρόμο στη παρούσα φάση. Δεν μπορώ να πω με ευκολία κάτι τέτοιο, π.χ. “η μπάντα να κάνει headline σε κάποια φεστιβάλ στην Ευρώπη ή στις Η.Π.Α.”. Απλά θέλω να συνεχίζουμε να χτίζουμε την βάση των οπαδών μας. Και νομίζω ότι κάνουμε πολύ καλή δουλειά σε αυτό το κομμάτι. Ειδικά με τα τελευταία άλμπουμ, επαναφέραμε πολλούς παλιούς οπαδούς σε εμάς. Θα συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι κάνουμε. Έχουμε κάποια επιπλέον concepts από εδώ, και είμαι απίστευτα ενθουσιασμένος γι’ αυτά, ανυπομονώ να κάνουμε και περισσότερα. Φυσικά τις περιοδείες, έχουμε πολλά να κάνουμε του χρόνου. Και ό,τι πετύχουμε από αυτό, θα είναι αυτό που είναι.

Αυτό ήταν από μεριάς μας, Paolo. Ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο σου, ήταν τεράστια τιμή μας. Ο επίλογος είναι δικός σου!
Ευχαριστούμε πολύ, ευχαριστούμε όλους τους Έλληνες οπαδούς μας! Πρέπει να έρθουμε εκεί κάποια στιγμή, πάει πολύς καιρός που το θέλουμε. Και χρειάζεται να το κάνουμε. Cheers!

Γιάννης Σαββίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here