Η ζωή, είναι πολλάκις γεμάτη εκπλήξεις και σε κάνει να έχεις αναμονή για αυτές ή για ό,τι μπορεί να περιμένεις. Μόνο που στην περίπτωση των ULCERATE, ο κανόνας της ζωής, για άλλη μια φορά, έχει υποστεί συντριπτική ήττα. Η αναμονή αξίζει πάντα, αλλά το αποτέλεσμα αυτής είναι τέτοιο, που δεν το περιμένεις, αλλά και ακόμα και αν κάπου το περιμένεις, από τη μία δε νιώθεις έκπληξη γιατί το έχεις δει να έρχεται και από την άλλη, πάλι θα εκπλαγείς από την ποιότητα και τον τρόπο με τον οποίο την κατοχυρώνουν και την εξαπολύουν στον απροετοίμαστο όγκο οπαδών εκεί έξω.
Από την άκρη του κόσμου, την εξωτική Νέα Ζηλανδία και έχοντας ήδη στη φαρέτρα τους 2 από τα 10 κορυφαία άλμπουμ της προηγούμενης δεκαετίας (και καλύτερο έκαστο για τη χρονιά του), το “The destroyers of all” του 2011 και το “Shrines of paralysis” του 2016, κάνουν την εμφάνιση τους ξανά, στο έκτο τους άλμπουμ, με τίτλο “Stare into death and be still” και εκτός κάποιου απίστευτα παράδοξου και συγκλονιστικού απροόπτου, έχουν ήδη κάτσει, για άλλη μια φορά (τρίτη και φαρμακερή; Θα δείξει!), στο θρόνο των κορυφαίων της χρονιάς. Γιατί αν βγει καλύτερο άλμπουμ από αυτό φέτος, νομίζω μπορούμε να αρχίσουμε να περιμένουμε το τέλος.
Ας ξεκινήσω με το μοναδικό ψεγάδι που έχει ο δίσκος. Το οποίο είναι ότι μπορεί να μην προκαλέσει τόση μεγάλη έκπληξη στους χρόνια οπαδούς τους. Για να καταλάβουμε λίγο τι παίζει, φανταστείτε ότι το “Vermis” (2013) θεωρείται λίγο σαν αποπαίδι της δισκογραφίας τους (ένας δίσκος 9/10 δηλαδή) στην προηγούμενη δεκαετία και αυτό διότι ήταν λίγο πιο επιθετικό και λιγότερο ατμοσφαιρικό, σε σχέση με αυτό που μας είχαν συνηθίσει. Έτσι, μετά από το θρίαμβο του “Shrines of paralysis” και αφού έφτασαν πάλι τότε στα επίπεδα του “The destroyers of all”, κάπου ήταν αναμενόμενο να αγγίξουν εκ νέου την κορυφή. Είναι λοιπόν ο μόνος τομέας που «υποφέρει» το “Stare into death and be still”, καθώς δεν έχει το στοιχείο της έκπληξης. Και εδώ τελειώνουν τα όποια αρνητικά, καθώς το καθηλωτικό αποτέλεσμα, από τη στιγμή που ξεκινάει το “The lifeless advance” και για τα υπόλοιπα 58 λεπτά, είναι αυτό που θα τους προσφέρει την ολική καταξίωση, ακόμα και σε αυτούς που αρνήθηκαν να έρθουν σε επαφή μαζί τους. Ήδη βλέποντας και σε διάφορες αναρτήσεις στα social media, δεν είμαι ο μόνος που αναφέρομαι σε τέτοια συνολική υπεροχή, μιας και αυτό τον καιρό τα πάντα μοιάζουν να κινούνται γύρω τους και ακόμα και οι παλιοί οπαδοί έχουν αποσβολωθεί.
Το “Stare into death and be still” είναι σίγουρα το πιο πλούσιο άλμπουμ της μπάντας ηχητικά. Σαν να παίρνει από το χέρι τα άλλα 5 αδέρφια του, να τα οδηγεί μέσα από την πύλη του παρόντος στο μέλλον, τέμνοντας την εξέλιξή τους μέσα στα χρόνια και βελτιώνοντας όλα όσα τους κάνανε ξεχωριστούς. Η ατμόσφαιρα είναι μεγαλύτερη από ποτέ και το γνωστό συναίσθημα, ότι ακούγοντάς τους βυθίζεσαι στην Άβυσσο ως τιμωρία των αμαρτημάτων σου, είναι εδώ, παρών, σε υπερθετικό βαθμό. Το δέος σε πλημμυρίζει ακόμα και μετά το σοκ της ακρόασης του προαναφερθέντος κομματιού, το μπάσιμο στο καπάκι του “Exhale the ash” δεν αφήνει περιθώριο προσαρμογής και γρήγορα (και βίαια) σε βάζει όλο και περισσότερο στην ουσία της μουσικής τους. Μία μουσική που παραλύει τις αισθήσεις, που σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό και με το χέρι να ξύνει το κεφάλι, αναρωτώμενος τι ακριβώς συμβαίνει και γιατί δεν έχεις λέξεις να περιγράψεις το πώς νιώθεις. 8 μόλις κομμάτια είναι αρκετά για να σε φέρουν προ των πυλών ενός συνόλου σχεδόν προοδευτικού για την όλη υφή της καριέρας τους, όπου όλα μοιάζουν – και ακούγονται – σε περίσσεια και δείχνουν, από τη μία, να έχουν μελετηθεί από την πρώτη μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια, για να σοκαριστείς όσο δεν πάει.
Από την άλλη, όσο και να έχεις προετοιμάσει μία τέτοια κίνηση σα μπάντα, πρέπει να έχεις και το χάρισμα να το αποδώσεις στο τέλος. Και οι ULCERATE όχι απλά το έχουν, αλλά για άλλη μια φορά δείχνουν να μην έχουν ταβάνι και το “Stare into death and be still” είναι σίγουρα το σκαλοπάτι σε κάτι που δε φανταζόμαστε ότι μπορεί να υπάρξει και να το υπερβεί σε 3-4 χρόνια που θα εμφανιστούν ξανά. Και όμως, μπορούν να το πετύχουν. Η σιγουριά με την οποία εκφράζουν τα σώψυχά τους (γιατί να είστε βέβαιοι, δε μιλάμε για τίποτα λιγότερο εδώ πέρα) είναι παροιμιώδης. Τα φωνητικά του μπασίστα/τραγουδιστή Paul Kelland είναι βαθύτερα και δυνατότερα από ποτέ και αποτελούν το κρυφό όπλο στην ολική αποχαύνωση του ρεαλισμού που νιώθεις, ξαφνικά όλα γίνονται ουτοπικά, γιατί αρνείσαι να δεχθείς ότι εν έτει 2020 έρχεσαι μπροστά σε τέτοια εμπειρία. Τα δυστονικά και ρυθμικά εφιαλτικά σηκώματα της κιθάρας του Michael Hoggard έχουν αυξηθεί περισσότερο από ποτέ, αλλά ακόμα και αυτός ακούγεται περισσότερο ως συνοδευτικός και δεν είναι αυτός που οδηγεί τα κομμάτια. Κάνει πίσω για να λάμψει για ακόμη μία φορά – και επίσης περισσότερο από ποτέ – το άστρο του τερατώδους οκταποδοειδούς στα τύμπανα, που ακούει στο όνομα Jamie Saint Merat.
Με το ομότιτλο κομμάτι, ήρθαμε σε επαφή ως πρώτο δείγμα του δίσκου και ήδη φαινόταν ότι έχουμε να κάνουμε με κάτι μεγάλο, το οποίο προσευχόμασταν να ακούγεται κάπως έτσι. Να όμως που αυτό ακούγεται ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΤΣΙ. Ο βάλτος του “There is no horizon”, σε σταυρώνει, αργά και βασανιστικά. Οι mid-tempo φόρμες τους έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το γεμάτο ξεσπάσματα παίξιμο του Merat. Όταν δε αφήνει χέρια και πόδια λυτά και ακούγεται σα να βάζει τις βάσεις για να κεντηθούν νοσηρά riffs και περάσματα από πλευράς Hoggard, έρχεται ο Kelland, σαν κερασάκι στην τούρτα, να βάλει τη φωνάρα του και να νιώσεις ότι βυθίζεσαι σε ένα περιβάλλον Lovecraft-ικής μυθολογίας και το μόνο που απομένει είναι ο μέγας Πλοκαμάρχης Cthulhu να αναδυθεί από τον αιώνιο ύπνο του και να φέρει το οριστικό τέλος μίας ζωής που κυλάει στη μετριότητα και να διαιωνίσει το αγνό και άσπηλο είδος του. Αν όλα τα παραπάνω μπορεί να μοιάζουν υπερβολικά, μη μπαίνετε σε κόπο να αναρωτηθείτε αν κάτι πάει λάθος. Είναι! Όπως υπερβολικό είναι ό,τι σου προκαλεί το “Stare into death and be still”, σε όποιο είδος μουσικής – μεταλλικής η μη – τάσσεσαι. Εδώ μιλάμε για κάτι που δε μπορεί να κλειστεί σε σύνορα και σε ταμπέλες.
Δε θα κρύψω τη χαρά μου για την καθολική, πλέον, αναγνώριση του έργου τους, ακόμα και από ανθρώπους που είχαν ελάχιστη ως καθόλου σχέση με τη μουσική τους. Δεν είναι γιατί το αξίζουν απόλυτα, ούτε γιατί γράφω εγώ όσα γράφω. Και τα αντίθετα να έγραφα, θα ερχόταν η ίδια η πραγματικότητα να με διαψεύσει και να με εκθέσει ανεπανόρθωτα. Είναι όμως απίστευτο ως συγκινητικό να έχουμε μεγαλώσει, να μετράμε ο καθένας το δικό του ταξίδι σε χρόνια μέσα από αυτή τη μουσική και να έχουμε το προνόμιο της βίωσης ενός αντικειμένου, που θα γίνει σημείο αναφοράς στα χρόνια που ακολουθούν, που αποτελεί την πληρέστερη (δε θα πω καλύτερη, τρελός είμαι; Δε μπλέκεις με αυτούς!) δουλειά τους μέχρι στιγμής και που ίσως να θέσει νέες βάσεις στο μεταλλικό ήχο συνολικά, καθώς σίγουρα πολλοί θα θελήσουν να το επαναλάβουν. Μάταια μεν, αλλά η προσπάθεια μετράει. Όπως είπε ένας πολύ καλός φίλος ακούγοντάς το και που δε φημίζεται για τις ευκαιρίες που δίνει σε νέα ακούσματα (και με βάση το τι περνάμε τελευταία όλοι μας), «εδώ έχετε όλοι δίκιο… αυτοί από την άκρη του κόσμου βάζουν ψυχές σε καραντίνα». Δεν αλλάζω σημείο, δε θα μπορούσα να το πω τελειότερα σε καμία περίπτωση.
Αρνούμαι να βαθμολογήσω αυτό το άλμπουμ. Ας μου επιτραπεί μία φορά. Μόνο θα προτρέψω να του δοθεί έστω μία προσεκτική ακρόαση από όλους και ας μη σας αρέσει στο τέλος. Θα είναι όμως άδικο να προσπεράσετε χωρίς να έχετε ιδία γνώμη. Τέτοια άλμπουμ δεν βαθμολογούνται, αλλά σε βαθμολογούν τα ίδια ως ακροατή σε βάθος χρόνου!
Άγγελος Κατσούρας
Υ.Γ. Κλείσιμο δίσκου όπως αυτού, με το “Dissolved orders”, θα κάνουμε πάρα μα πάρα πολλά χρόνια να ακούσουμε. ΑΛΜΠΟΥΜ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΣΟΒΑΡΟ ΥΠΟΨΗΦΙΟ ΗΔΗ ΓΙΑ ΑΛΜΠΟΥΜ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ!