«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το album; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: HELLFROST AND FIRE
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Fire, frost and hell”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Transcending Obscurity Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Dave Ingram – Φωνητικά
Rick “Dennis” DeMusis – Κιθάρα, μπάσο
Travis Ruvo – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Facebook
Bandcamp
YouTube
Τους CELTIC FROST πολλοί προσκύνησαν μέσα στις δεκαετίες, αλλά απ’ ότι φαίνεται ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει στην καρδιά πολλών και ακόμα να θέλουν να βρίσκουν τρόπους για να τους πουν ευχαριστώ για την αδιαμφισβήτητη επιρροή τους. Ένας από τους πιο δηλωμένους και περήφανα φανατικός της μπάντας, ήταν και παραμένει ο εμβληματικός Άγγλος τραγουδιστής Dave Ingram, τον οποίο οι περισσότεροι λατρέψαμε από την θητεία του στους BENEDICTION. Από την μετοίκηση του στη Δανία και έπειτα, ο Ingram δεν έμεινε ιδιαίτερα τεμπέλης και όποτε μπορούσε, θα πρόσφερε τη φωνή του σε οποιοδήποτε συγκρότημα ή project, ανεβάζοντας πάντα επίπεδο τη δουλειά που συμμετείχε. Ήταν όμως να μην πάρει φόρα με το τελευταίο κορυφαίο άλμπουμ των BENEDICTION (“Scriptures”), καθώς έκτοτε φαίνεται ασταμάτητος και άλλο ένα εγχείρημα του παίρνει σάρκα και οστά. Αν τα παραπάνω δε θα μπορούσαν να σας πείσουν, το νέο του σχήμα ονομάζεται HELLFROST AND FIRE και η παρθενική δουλειά τους “Fire, frost and hell”. Επίσης το συγκρότημα είναι τρίο όπως τις χρυσές μέρες των Frosties, με τον κιθαρίστα/μπασίστα Rick “Dennis” DeMusis και τον ντράμερ Travis Ruyo να τον συνοδεύουν και να συνάδουν ως αρωγοί στην επιθυμία του Ingram για απόλυτο φόρο τιμής στον μεταλλικό Πολεμιστή (Tom G. Warrior) και το πνευματικό του παιδί.
Πράγματι, ο Ingram λατρεύει τόσο πολύ τους CF (δεν διστάζει ποτέ να αναφέρει ότι οι δυο δίσκοι που τον έκαναν αυτό που είναι, παραμένουν το “Sabbath bloody Sabbath” των BLACK SABBATH και το “To mega Therion” των CELTIC FROST), που τα κομμάτια ακούγονται σαν πιστή αποτύπωση των έργων και ημερών των Ελβετών κατά το ένδοξο παρελθόν. Αργόσυρτα ως mid-tempo κομμάτια, με έμφαση στα επαναλαμβανόμενα βαρύτατα riffs, χωρίς να λείπουν κάποια ξεσπάσματα εδώ κι εκεί που σπάνε σημεία που θα μπορούσατε να βρείτε μονότονα (δεν υπάρχουν μονότονα σημεία σε ό,τι θυμίζει CF ωστόσο). Να τονίσω ότι μαζί με τον Tony Martin, o Dave Ingram είναι ο αγαπημένος μου τραγουδιστής που βγήκε από τη Γηραιά Αλβιόνα και πως ο τρόπος που τη χρησιμοποιεί παραμένει κορυφαίος σε αντίθεση με πολύ πιο διαφημισμένους συναδέλφους της εποχής του. Ο τύπος αφαλοκόβει σε κάθε ανάσα και είναι όχι απλά η κινητήριος δύναμη του δίσκου αλλά και η ατραξιόν γενικότερα. Το υλικό είναι κάτι που έχετε ξανακούσει προφανώς, αλλά με απόλυτο σεβασμό σε μια άλλη εποχή και πιστέψτε με, μπορεί οι φόρμες των CF να ήταν απλές, αλλά ο λόγος που έγραψαν ιστορία μέσα από αυτή την απλότητα ήταν η ουσία και η επιβλητικότητα τους. Μην περιμένετε ανάλογο μεγαλείο αλλά να περιμένετε κάτι που θα σας αφήσει με χαμόγελο στα χείλη κατά την ακρόαση. Και εντάξει, ότι και να λέμε, ο άνθρωπος στα 53 του ακούγεται 25άρης, γι’ αυτό ίσως και να στρογγυλοποιήσετε τη βαθμολογία στο τέλος.
(7,5 / 10)
Άγγελος Κατσούρας
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: IRON GRIFFIN
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Storm of magic”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Independent
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Maija Tiljander – Φωνητικά
Oskari Räsänen – Κιθάρα, μπάσο, πλήκτρα, τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Facebook
Bandcamp
YouTube
Προσοχή: Αν συγκαταλέγεσαι σε αυτούς που για να ακούσεις έναν δίσκο, αυτός πρέπει να είναι πολυδιαφημισμένος, να έχει «γυαλισμένη», πανάκριβη ψηφιακή παραγωγή και πολλά (πληρωμένα) views στο YouTube, μην κάνεις καν τον κόπο να διαβάσεις παρακάτω. Από την άλλη, για να διαβάζεις τη στήλη, μάλλον οι προαναφερθέντες παράμετροι δεν επηρεάζουν την κρίση σου, οπότε συνέχισε την ανάγνωση. Οι Φινλανδοί IRON GRIFFIN είναι ιδιάζουσα περίπτωση συγκροτήματος. Αποτελούνται από την τραγουδίστρια Maija Tiljander και τον Oskari Räsänen, drummer των καταπληκτικών MAUSOLEUM GATE, που εδώ παίζει κιθάρα, μπάσο και πλήκτρα, εκτός φυσικά από τύμπανα, επιμελείται την παραγωγή και φιλοτεχνεί το artwork. Έχουν μια πενταετία μόλις που υπάρχουν στα «πράγματα», κυκλοφορώντας στο ενδιάμεσο το EP “Iron Griffin” (όπου τραγουδούσε ο Toni Pentikäinen) και το πρώτο τους ολοκληρωμένο άλμπουμ, με τίτλο “Curse the sky”. Φέτος, ήρθε η ώρα να κυκλοφορήσουν το νέο τους πόνημα, το “Storm of magic”, θέτοντας υποψηφιότητα για να χαρακτηριστούν στο τέλος ως ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα συγκροτήματα του (βαθέως) underground.
Αν οι προηγούμενες δύο κυκλοφορίες της μπάντας σου άρεσαν, τότε με το “Storm of magic” θα ενθουσιαστείς. Δεδομένο, το υπογράφω. Εκεί που στο EP και στο “Curse the sky” ακούγονταν ως ένα ελπιδοφόρο συγκρότημα που ηχογράφησε κάποιες ενδιαφέρουσες ιδέες σε demo και στερείτο συνοχής και επαγγελματισμού, εδώ δείχνουν πως ο «σπηλαιώδης» ήχος τους, είναι αποτέλεσμα αποκλειστικά και μόνο άποψης και θέλησης να ακουστούν όπως ακούγονται. Ήμουν ανάμεσα σε αυτούς που ήθελα να μου αρέσει αυτή η μπάντα, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να με κάνει να διατηρήσω το ενδιαφέρον μου προς τη μουσική της και να παραβλέψω κάποιες τρανταχτές αδυναμίες. Βλέπεις, ενώ θεωρητικά είχαν αρκετά από τα χαρακτηριστικά εκείνα, τα ικανά να κερδίσουν έναν οπαδό του επικού ήχου, στο τέλος κάτι πήγαινε λάθος. «Πήγαινε». Παρελθόντας χρόνος, όπως παρατηρείς. Και αυτό, διότι οι IRON GRIFFIN του 2022 είναι απίστευτα βελτιωμένοι σε σχέση με τον πρότερο… βίο τους.
Όχι, δεν είναι απλή ή απλουστευμένη η μουσική των IRON GRIFFIN. Μάλλον ως το ακριβώς αντίθετο θα την χαρακτήριζα, και ας μην είναι δαιδαλώδης ή πολυσχιδής. Ξεκινώντας από την επική/λυρική πλευρά του progressive rock των 70s, περνώντας στους PAGAN ALTAR και συνεχίζοντας τη διαδρομή τους ως τους MANILLA ROAD, LEGEND, BATHORY εποχής “Blood on ice” και LORDIAN WINDS/LORDIAN GUARD, οι δύο Φινλανδοί δημιουργούν έναν δικό τους, μαγευτικό, σχεδόν μυθικό κόσμο, όπου το rock και το metal ενώνουν δυνάμεις και περιβάλλονται από μια arcade και RPG αισθητική. Μέσα από πέντε μόλις τραγούδια, από τα οποία θα ξεχώριζα κατιτίς παραπάνω το “Lady of Space and Time” και το άνω των 15 λεπτών ομώνυμο έπος, αυτό που παράγεται μπορεί να μην είναι πρωτότυπο όσον αφορά τα επιμέρους συστατικά του, αλλά όταν αυτά ενώνονται, το τελικό αποτέλεσμα έχει τον δικό του, ξεχωριστό χαρακτήρα. Αν η «περιπέτεια» σε κερδίζει ως ακροατή, αν οι χμ… ιδιαίτεροι δίσκοι είναι για σένα κάτι σαν φετίχ, εμπιστεύσου τους IRON GRIFFIN, ρίξε τα ζάρια σε αυτό το ιδιότυπο Role Playing Game και καλή τύχη!
ΥΓ: Βαθμολογία δε μπαίνει σε τέτοια albums. Όλα κρίνονται βάσει συναισθήματος του καθενός μας.
Δημήτρης Τσέλλος
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: SPIRAL SKIES
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Death is but a door”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: AOP Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Frida Eurenius – Φωνητικά
Eric Sandberg – Μπάσο
Sonny Blom – Κιθάρες
Daniel Bäckman – Τύμπανα
Dan Svanljung – Κιθάρες, όργανο, didgeridoo
Jonas Lyander – Κιθάρες
ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ:
Emil Drougge – Κιθάρες
Rickard Uttermalm – Χορωδιακά φωνητικά
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Instagram
YouTube
Όταν κυκλοφόρησε το ντεμπούτο των SPIRAL SKIES, με τίτλο “Blues for a dying planet”, όλοι όσοι ασχολούμαστε με το vintage rock, είχαμε να λέμε για το νέο ελπιδοφόρο σχήμα που εντυπωσιάζει από την αρχή. Αμέσως, πολύς κόσμος έριξε το βλέμμα του πάνω τους, με αποτέλεσμα οι Σουηδοί να «φάνε με το κουτάλι» τις σκηνές και να βγουν στον δρόμο με ονόματα όπως οι ORANGE GOBLIN και οι TRUCKFIGHTERS. Και ήταν τόσο εντυπωσιακό το πρώτο εκείνο άλμπουμ, που προσωπικά, το κατατάσσω στα χαρακτηριστικότερα και καλύτερα που μπορείς να ακούσεις, από το κίνημα αυτό (βλ. “The vintage sound of the 70s – The Revival” – Part IΙ”). Τα νέα λοιπόν για τον δεύτερο δίσκο τους, με τίτλο “Death is but a door”, δημιούργησαν ένα μεικτό συναίσθημα ευφορίας και ανυπομονησίας. Πως θα ήταν; Θα μπορούσαν να επαναλάβουν το θαύμα; Ήταν ικανοί να διατηρήσουν το songwriting σε ΤΟΣΟ υψηλά επίπεδα;
Το άκουσα αρκετά τούτο το album, γιατί δεν ήθελα να βγάλω βιαστικά συμπεράσματα, όπως πάντα. Όχι όμως επειδή φοβόμουν μήπως σου δώσω να καταλάβεις πως το θεωρώ καλό, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι. Όχι… ήθελα να βεβαιωθώ, πως αυτό που ακούω είναι όντως ΤΟΣΟ ΚΑΛΟ, και να είμαι όσο γίνεται πιο «εύστοχος» στην περιγραφή μου. Λοιπόν, φίλε-η αναγνώστη-τρια, οι SPIRAL SKIES το έκαναν και πάλι το μικρό τους θαύμα. Το “Death is but a door” είναι εξαιρετικό. Η μπάντα κρατά όλα τα στοιχεία που χαρακτήριζαν τον ήχο της στο ντεμπούτο αναλλοίωτα και συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε το 2018. Στο ίδιο ύφος, στο ίδιο στυλ, με ισάξιες (μην πω ακόμη καλύτερες) συνθέσεις. Το heavy metal, το 70s rock, το proto-doom και οι ψυχεδελικές επιρροές, συγχωνεύονται άψογα με τρόπο ενθουσιώδη, στο χωνευτήρι του συγκροτήματος, δηλώνοντας ταυτόχρονα την ύπαρξη περίσσιου συνθετικού ταλέντου.
Ξεκινώντας από τους JEFFERSON AIRPLANE, COVEN, BLACK SABBATH και τους πρώιμους IRON MAIDEN και καταλήγοντας σε σχήματα όπως οι AVATARIUM, THE DEVIL’S BLOOD και οι JESS AND THE ANCIENT ONES, οι Σουηδοί διαπρέπουν στην δημιουργία μιας old school αισθητικής, με σαφέστατες occult προεκτάσεις, όπου σαγηνευτικές κιθαριστικές μελωδίες και μια από τις καλύτερες σύγχρονες ερμηνεύτριες, η Frida Eurenius, «λάμπουν» μέσα από μια αψεγάδιαστη παραγωγή. Τα περίπου 45’ της διάρκειας του “Death is but a door” περνούν σαν νερό, με εννέα ισάξια τραγούδια να διεκδικούν επί ίσοις όροις τον τίτλο του αγαπημένου σου, από το τέλος της πρώτης ακόμη ακρόασης. Τόσο άμεσο, τόσο «ευθύ» είναι τούτο το υλικό. Οπότε, εσύ που «διαμαρτύρεσαι» και «γκρινιάζεις» για την πολυπλοκότητα και τα «βαθιά νοήματα» στην σημερινή σκηνή, εδώ δεν έχεις καμία απολύτως δικαιολογία να το κάνεις. Όπως δεν έχεις καμία απολύτως δικαιολογία να μην έρθεις σε επαφή με αυτό το διαμάντι, αν θεωρείς τον εαυτό σου λάτρη της καλής, rock μουσικής.
(9 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος
FROM THE VAULTS: STONE AXE
Περίεργη περίπτωση αυτή εδώ. Πώς να το χαρακτηρίσουμε αυτό το album; Καινούργιο ή συλλογή με αρχειακό υλικό; Μάλλον το δεύτερο, αφού η κατάσταση είναι λίγο μπερδεμένη. «Πολύπλοκη», όπως αναγράφεται και στο γνωστό social media status. Οι STONE AXE από το Port Orchard της Washington, «παιδί» του πολυτάλαντου Tony Reed σε κιθάρα, μπάσο, τύμπανα και με τον ικανότατο Dru Brinkerhoff στα φωνητικά (στο «σανίδι» τους βοηθούσαν ο drummer Mykey Haslip και ο μπασίστας Mike DuPont), ήταν ένα από τα πιο ελπιδοφόρα και ανερχόμενα συγκροτήματα στον χώρο του σύγχρονου rock. Με δύο πολύ καλούς δίσκους, το “Stone axe” (2009) και το “II” (2010) και μια σειρά από splits, 7’’, ένα live και ένα ΕP μέχρι το 2012, είχαν δημιουργήσει μεγάλη αίσθηση γύρω από το όνομά τους. Δυστυχώς, άγνωστο γιατί, το συγκρότημα δεν συνέχισε την πορεία του, παρά τους καλούς οιωνούς. Απ’ ό,τι φαίνεται όμως, είχαν ακόμη αξιόλογο υλικό στο «συρτάρι» τους, που θα ήταν κρίμα να μη δει το φως της δημοσιότητας. Γι’ αυτό και δίνουν, αν και δεν υφίστανται πια ως group, μέσω της Ripple Music, το “Stay of execution”, που περιέχει οκτώ ακυκλοφόρητα τραγούδια της περιόδου 2008 – 2011.
Σε αυτά ακούμε, κλασσικά, ένα ακόμη rock (ή rawk) ΟΡΓΙΟ, σαν αυτά που μας είχαν συνηθίσει οι μεγάλοι του είδους. Proto-metal, southern, blues, psychedelic, folk, hard rock, όλα συνδυάζονται εξαιρετικά σε τούτο το άλμπουμ που αντλεί επιρροές από μεγαθηριακές μπάντες σαν τους FREE, BAD COMPANY, FOGHAT, THIN LIZZY, MOUNTAIN και SIR LORD BALTIMORE. Τα τραγούδια είναι όλα «ένα κι ένα», η παραγωγή και το παίξιμο ΑΨΕΓΑΔΙΑΣΤΑ, ενώ δε γίνεται να περάσει απαρατήρητη η φωνάρα του Brinkerhoff, που προσκυνά τον Glenn Hughes. Αν ήταν μια 100% καινούργια κυκλοφορία, θα μιλούσαμε ως και για το καλύτερο rock album της χρονιάς, τουλάχιστον ως τώρα, με σίγουρη θέση στα 20 καλύτερα, όταν θα ερχόταν η ώρα να συντάξουμε τις λίστες μας. Τώρα, απλά απολαμβάνουμε ένα εξαιρετικό δισκάκι, και αναρωτιόμαστε μήπως θα ήταν καλό οι STONE AXE να ξανασκεφτούν την περίπτωση της επανασύνδεσης. Βαθμολογία σε τέτοιες περιπτώσεις δε μπαίνει, αλλά θεωρητικά, μιλάμε για πολύ μεγάλο βαθμό.
Βρες το εδώ:
Δημήτρης Τσέλλος