«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: BLACK TALON
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Scenes of agony”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Independent
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Johnny Steele – Φωνητικά
Rory Strachan – Κιθάρα
Eddie Campbell – Μπάσο
Dave Taylor – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Official site
Spotify
Instagram
YouTube
Έχω αναφέρει πολλές φορές στο παρελθόν ότι ετούτη εδώ η στήλη που επιμελούνται ο Δημήτρης και ο Φανούρης είναι η αγαπημένη μου στο διαδίκτυο, μακράν! Τα παιδιά κάθε εβδομάδα κάνουν εκπληκτική δουλειά και η μουσική που προσφέρουν για εξερεύνηση είναι ανεξάντλητη. Όταν λοιπόν μου ζητήθηκε να συμμετάσχω ως guest, αποδέχτηκα την πρόσκληση χωρίς δεύτερη σκέψη. Μαζί, θα μεταφερθούμε στην «Αθήνα του Βορρά», δηλαδή στο μαγευτικό Εδιμβούργο. Από εκεί κατάγονται οι BLACK TALON και θα μιλήσουμε λίγο πιο αναλυτικά για το δεύτερο τους άλμπουμ με τίτλο “Scenes of agony”.
Ετούτοι οι Σκωτσέζοι λεβέντες υφίστανται σαν μπάντα από το 2010 και έχουν ήδη στο ενεργητικό τους δύο EP και ένα live άλμπουμ, ενώ η πρώτη τους full length δουλειά, το πολύ καλό “Endless realities” κυκλοφόρησε το 2015. Ξέχασα να σας πω ότι το αντικείμενο των BLACK TALON είναι το τεχνικό thrash metal προερχόμενο από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, χωρίς να λείπουν όμως και οι επιρροές από τη σκηνή του Βρετανικού thrash. Με βάση όλα τα παραπάνω, το “Scenes of agony” ακούγεται λιγότερο αχαλίνωτο από το ντεμπούτο τους, πιο τεχνικό και οπωσδήποτε πιο ενδιαφέρον.
Προφανώς και υπάρχουν τα κομμάτια με τα φρενιασμένα riffs και τις υπερηχητικές ταχύτητες (πολύ καλή κιθαριστική δουλειά από τον Rory Strachan, παρεμπιπτόντως) και κάποια gang vocals που παραπέμπουν στους EXODUS και τους NUCLEAR ASSAULT, είναι όμως τα πιο αργόσυρτα και τεχνικά κομμάτια τους που κλέβουν την παράσταση. Για του λόγου το αληθές, ακούστε τα μεγαλύτερα σε διάρκεια τραγούδια του δίσκου, το εννιάλεπτο “Isolation” που βγάζει κάτι από την μοχθηρία των SLAYER και το οκτάλεπτο “The bastard gene” που δείχνει την αγάπη των BLACK TALON για το “….and justice for all” των METALLICA. Παράλειψη θα ήταν, τέλος να μην αναφέρω και το “Obnoxion” που κλείνει το μάτι πονηρά στους Βρετανούς ACID REIGN, όπως φαίνεται και από τον τίτλο του.
Καταλήγοντας, το “Scenes of agony” δεν είναι ο δίσκος που θα αλλάξει τη ζωή σας. Είναι όμως ένα άλμπουμ καλοπαιγμένου thrash metal που σίγουρα θα ικανοποιήσει όσους αποφασίσουν να ασχοληθούν μαζί του. Εμένα πάντως, με κάλυψε απόλυτα!
(8 / 10)
Θοδωρής Κλώνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: HIRAX
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Faster than death”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Armageddon Label
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Katon W. de Pena – Φωνητικά
Neil Metcalf – Μπάσο, κιθάρες
Danny Walker – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Armageddon Label
Bandcamp
Facebook
Παραμένω (και παραμένουμε) σε thrash «χωράφια» στην αγαπημένη μου στήλη και από την Σκωτία μεταφερόμαστε απέναντι, στην περιοχή του Buena Park των Η.Π.Α, για να ακούσουμε το νέο, έκτο άλμπουμ των θεούληδων cult thrashers HIRAX με τίτλο “Faster than death”. Αν και υπάρχουν από το 1983, και χαίρουν καθολικής αποδοχής από τους thrashers, οι HIRAX ποτέ δεν βγήκαν από το cult status που τους περίβαλλε, και δεν νομίζω ότι το επιδίωξαν ποτέ. Με μπροστάρη τον ψυχάκια Katon W. de Pena ως το μοναδικό μέλος από την ίδρυση της μπάντας και ύστερα από έντεκα χρόνια μετά την προηγούμενη τους δουλειά, επιστρέφουν με το “Faster than death”.
Όσοι έχουν ακούσει τα προηγούμενα άλμπουμ των HIRAX, ξέρουν πολύ καλά τι θα αντιμετωπίσουν. Για τους μη μυημένους, μιλάμε για έναν ήχο στα πρότυπα των NUCLEAR ASSAULT και D.R.I., χωρίς να λείπουν και οι αδυναμίες σε μπάντες όπως οι WHIPLASH, RAZOR και φυσικά SLAYER. Η βασική διαφορά του “Faster than death” από τις προηγούμενες δουλειές τους είναι ότι τα στοιχεία του crossover περιορίζονται μόνο στη διάρκεια κάποιων κομματιών που φτάνουν με το ζόρι στο 1:30. Με συνολική διάρκεια κοντά στα 22 λεπτά (σ. Δ.Τ: Κουράστηκες ρε Θοδωρή!), το “Faster than death” είναι ένα ανελέητο thrash σφυροκόπημα από την αρχή μέχρι το τέλος, χωρίς ανάσα.
Συνάμα όμως είναι και ο πιο ογκώδης δίσκος της καριέρας τους, και πώς να μην είναι δηλαδή όταν συναντούμε τους θρυλικούς Max Norman και Bill Metoyer (αν αρχίσουμε να αραδιάζουμε τις δουλειές τους δεν θα τελειώσουμε ποτέ!) στην παραγωγή και μίξη αντίστοιχα. Προσωπικά ξεχώρισα το εισαγωγικό “Drill into the brain”, το ομώνυμο, το “Relentless” και το “Warlord’s command” χωρίς να υστερούν κάπου και τα υπόλοιπα. Φρενιασμένες ταχύτητες, solos που παραπέμπουν στις παραδοσιακές ορθόδοξες thrash φόρμες και ένας Katon να ακούγεται πιο Baloff από ποτέ.
Να προσθέσω κλείνοντας ότι το line up που αναφέρεται στην αρχή του κειμένου, είναι αυτό της ηχογράφησης του άλμπουμ καθώς πλέον οι HIRAX εκτός από τον τρελό στα φωνητικά αποτελούνται από τους Allan Chan (ANATHEMMA) στις κιθάρες, Jose Gonzalez (επίσης ANATHEMMA μεταξύ άλλων) στο μπάσο και Emilio Marquez (πρώην POSSESSED) στα τύμπανα. Προφανώς με το “Faster than death” οι HIRAX δεν ανακαλύπτουν τον τροχό, μας προσφέρουν όμως μια εξαιρετική δουλειά που επιτυγχάνει απόλυτα τον σκοπό της. Και αυτός είναι να πάρει κεφάλια! Όσοι είστε φίλοι του ορθόδοξου thrash, ξέρετε τι πρέπει να κάνετε!
(8 / 10)
Θοδωρής Κλώνης
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: NOCTAMBULIST
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Noctambulist II: De droom”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: These Hands Melt
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Sam C.A. – Μπάσο
Mitchell Scheerder – Τύμπανα
J.D. Kaye – Κιθάρες, φωνητικά
Stef Heesakkers – Κιθάρες
Tristan Tabbers – Κιθάρες
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Deezer
Instagram
Spotify
YouTube
Το ολλανδικό συγκρότημα των NOCTAMBULIST επέστρεψε δυναμικά με το δεύτερο άλμπουμ τους, “Noctambulist II: De droom” και αποτελεί μια φυσική εξέλιξη του ήχου τους, συνδυάζοντας στοιχεία από post-black metal, post-punk και shoegaze, δημιουργώντας ένα ηχητικό τοπίο που είναι ταυτόχρονα επιθετικό και μελαγχολικό.
Το De Droom αποτελείται από εννέα κομμάτια, ξεκινώντας με το “De droom is dood”, ένα σύντομο εισαγωγικό κομμάτι που ορίζει αν θέλετε την ατμόσφαιρα για το υπόλοιπο άλμπουμ. Ακολουθεί το “Petrichor”, όπου οι NOCTAMBULIST παρουσιάζουν έναν συνδυασμό έντονων black metal στοιχείων με μελωδικές κιθαριστικές γραμμές, δημιουργώντας μια ισορροπία μεταξύ ξεσπασμάτων και μελωδίας. Το “Aderlater” συνεχίζει με καθαρές κιθάρες και αρμονικά φωνητικά, προσφέροντας μια πιο ήρεμη αλλά εξίσου δυναμική εμπειρία.
Στο “Godvormig gat”, το συγκρότημα ενσωματώνει στοιχεία από τη μουσική της δεκαετίας του ’80, προσθέτοντας μια νοσταλγική πινελιά στον ήχο τους. Το “Lichteter” ξεχωρίζει με τον ρυθμικό του παλμό και τις μελωδικές του γραμμές, ενώ το “Gevoelsmens” προσφέρει μια πιο συναισθηματική προσέγγιση με καθαρά φωνητικά και μελωδίες στις οποίες η θλίψη και η απομόνωση είναι κυρίαρχες. Τα “Duivenbloed & Suiker” και “Vinex” συνεχίζουν την εξερεύνηση διαφορετικών ηχητικών μονοπατιών, με το άλμπουμ να κλείνει με το “Lang leve de droom”, ένα κομμάτι που συνοψίζει την ουσία του άλμπουμ με τον σκοτεινό αλλά ελπιδοφόρο τόνο του.
Ένα από τα κύρια θέματα του άλμπουμ είναι η εξερεύνηση της ομορφιάς μιας καθημερινής, κοινής ανθρώπινης ύπαρξης, καθώς και η πάλη με το φαινομενικά ανέφικτο όνειρο της απόκτησης κατοικίας. Το εξώφυλλο του άλμπουμ απεικονίζει ένα υπνοδωμάτιο σε μια εγκαταλελειμμένη βίλα, αντικατοπτρίζοντας τα θέματα της ελπίδας, της αποτυχίας και της απογοήτευσης που διαπερνούν τους στίχους και τη μουσική. Αν και το “Noctambulist II: De droom” δεν είναι ένα concept άλμπουμ, τα περισσότερα τραγούδια αγγίζουν αυτές τις έννοιες, προσφέροντας μια βαθιά και προσωπική εμπειρία ακρόασης.
Σε σύγκριση με το ντεμπούτο τους, “Noctambulist I: Elegieën”, το νέο άλμπουμ δείχνει μια σαφή εξέλιξη στον ήχο του συγκροτήματος. Ενώ διατηρούν την ένταση και τις πειραματικές κατευθύνσεις του πρώτου τους άλμπουμ, στο “Noctambulist II: De droom” οι NOCTAMBULIST εμβαθύνουν περισσότερο σε post-punk και shoegaze επιρροές, δημιουργώντας έναν πιο ώριμο και πολυδιάστατο ήχο. Αυτή η εξέλιξη αντικατοπτρίζεται και στη διαδικασία σύνθεσης, καθώς αυτή τη φορά όλα τα μέλη συμμετείχαν ενεργά στη δημιουργία των τραγουδιών, προσφέροντας μια πιο συνεκτική και ολοκληρωμένη μουσική εμπειρία.
(8 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: SAVAGE MASTER
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Dark and dangerous”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Shadow Kingdom Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Julien Fried – Κιθάρα
Larry Myers – Κιθάρα
Adam Neal – Μπάσο
Stacey Savage – Φωνητικά
John W. Littlejohn – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Spotify
Tidal
Deezer
Instagram
YouTube Music
To 2025 σηματοδοτεί την κυκλοφορία νέου δίσκου και για τους Αμερικανούς, από το Louisville του Kentucky, SAVAGE MASTER. Και ο τίτλος αυτού… “Dark & dangerous”. Πρόκειται για τον πέμπτο κατά σειρά, από το 2013, που η μπάντα υφίσταται. Η σχέση μου με τους SAVAGE MASTER δε μπορώ να πω πως είναι στενή. Όλες οι προηγούμενες δουλειές τους ήταν ή μέτριες ή στην καλύτερη των περιπτώσεων απλά «καλούτσικες», για τα δικά μου γούστα. Λαμβάνοντας λοιπόν το promo, δεν είχα καμία αμφιβολία για το τι θα ακούσω, είχα απλά την περιέργεια να δω αν επιτέλους μπορέσουν να βελτιώσουν κάποια πράγματα και να ανέβουν ένα σκαλί, έστω.
Και όντως, τα κατάφεραν! Στο νέο τους άλμπουμ, οι SAVAGE MASTER έχουν «σουλουπώσει» τον ήχο τους, έχουν βελτιώσει την παραγωγή τους και χωρίς να χάνουν τον χαρακτήρα τους ως μπάντα, παρουσιάζονται αισθητά αναβαθμισμένοι. Τόσο το παίξιμο (ειδικά οι κιθάρες) όσο και τα φωνητικά, υπάρχουν εδώ στην καλύτερή τους ως τώρα εκδοχή και αυτό είναι κάτι που θα μπορέσει να «τραβήξει» την προσοχή κάθε φίλου του κλασσικού heavy metal, χωρίς να χρειάζεται αυτός να παρακολουθεί στενά το underground NWOTHM. Και αυτό είναι κάτι θετικό όχι μόνο καλλιτεχνικά, μα και εμπορικά! Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, ποιος δεν αποσκοπεί σε καλές πωλήσεις;
To occult στοιχείο και η σκοτεινή προσέγγιση των προηγούμενων δίσκων παραμένει, έχει όμως ελαχιστοποιηθεί, μην πω εκλείψει εντελώς, η αίσθηση αυτή του «μπουντρουμιού» που σου έμενε καθόλη τη διάρκεια της ακρόασης μιας SAVAGE MASTER δουλειάς. Όλα είναι σαφέστατα πιο «ραφιναρισμένα». Θα ακούσεις και κάποια riffs που παραπέμπουν σε σπουδαίες στιγμές του παρελθόντος μεγάλων συγκροτημάτων, είναι τόσο ξεκάθαρο αυτό και τόσο ωραία τοποθετημένο, που σβήνει κάθε υπόνοια περί κλεψιάς. Αντίθετα, ενισχύει την εντύπωση περί «απόδοσης φόρου τιμής».
Πάντως, έκπληξη μου προκάλεσε το ότι διάλεξαν ως πρώτα δύο δείγματα, τα χειρότερα, ίσως τραγούδια του δίσκου. Ας είναι… Τέλος, μια φιλική συμβουλή, προς τον υπεύθυνο της σύνταξης του δελτίου τύπου: Το να αναφέρεται ότι ο ήχος μιας μπάντας, εν προκειμένω των SAVAGE MASTER, τελειοποιήθηκε με γνώμονα δίσκους σαν το “Point of entry” και “Ample destruction” και ότι το “Dark & dangerous” θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το “Defenders of the Faith”, μόνο ως αστεία υπερβολή μπορώ να το εκλάβω. Και σίγουρα, δεν είμαι ο μόνος. Μην «πυροβολείτε τα πόδια σας».
ΥΓ: Ένα riff-άκι στο “Never ending fire”, είναι ό,τι πιο RUNNING WILD έχεις ακούσει εδώ και πολύ καιρό.
(7 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος