
«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: DEATH SS
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “The entity”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Lucifer Rising Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Steve Sylvester – Φωνητικά
Ghiulz Borroni – Κιθάρες
Unam Talbot – Τύμπανα
Demeter – Μπάσο
Freddy Delirio – Πλήκτρα, β’ φωνητικά
Dahlila – Β’ φωνητικά
Jessica – Β’ φωνητικά
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Official site
Spotify
Instagram
YouTube
X
TikTok
Tidal
Deezer
Δεν τολμώ να μετρήσω πόσες είναι οι συνολικές κυκλοφορίες των DEATH SS, αν το κάνω θα ξεκινήσω σήμερα και θα τελειώσω του χρόνου. Πάντως οι full length δίσκοι τους είναι έντεκα, με τελευταίο στην σειρά το ολόφρεσκο “The entity”. Για την ιστορία, την πορεία και τη θέση του Steve Sylvester (κατά κόσμον Stefano Silvestri) στο ευρωπαϊκό metal, θα μας πάρει εξίσου πολύ χρόνο, οπότε ας τα συνοψίσουμε όλα σε μερικές λέξεις: Από τους πρωτοπόρους του Ιταλικού metal, πολύ σημαντικός καλλιτέχνης για μια ολόκληρη σκηνή, αυθεντικός όσο και συνεπής, μέγιστη επιρροή των GHOST (που είναι και επίκαιροι).

Το “The entity” είναι ένα concept άλμπουμ, εμπνευσμένο από διάφορες λογοτεχνικές πηγές. Πιο συγκεκριμένα, από τα έργα “Aleister Crowley and the Hidden God” (Kenneth Grant), “The private memoirs and confessions of a justified sinner” (James Hogg), “The strange case of dr. Jekyll and mr. Hyde” (Robert Louis Stevenson), “Mary Reilly” (Valerie Martin), “Portrait of a killer: Jack the Ripper – case closed” (Patricia Cornwell), “Cimiteria” (Renzo Barbieri) και “Hyde in time” (Mario Gazzola).
Σε παραγωγή του Steve Sylvester και του βραβευμένου με Grammy Βρετανού παραγωγού Tom Dalgety (RAMMSTEIN, GHOST, THE CULT), οι DEATH SS του 2025 ακούγονται σύγχρονοι όσο και retro μα το κυριότερο, ακούγονται εμπνευσμένοι. Η αποκρυφιστική, horror ατμόσφαιρα είναι έντονη, οι συνθέσεις έχουν ποικιλία σε ρυθμούς και στυλ, η μπάντα αποτελείται από καλούς παίκτες (ειδικά οι Ghiulz Borroni και Freddy Delirio ξεχωρίζουν λίγο παραπάνω) και ο αγέραστος Sylvester ακούγεται σε πολύ καλή κατάσταση, με την “a la Alice Cooper“ φωνή του.
Δυστυχώς, υπάρχει ένα αρνητικό, που λέγεται «μεγάλος αριθμός τραγουδιών». Αυτό μοιραία οδηγεί σε διακυμάνσεις στην ποιότητα. Όχι, δεν υπάρχει κακό κομμάτι στο “The entity”, απλά ενώ κάποια εξ αυτών είναι πραγματικά εξαιρετικά, κάποια άλλα δεν μπορούν να περάσουν τον πήχη του «αξιόλογου». Δεν πειράζει, ας είναι, ο δίσκος παίρνει θετικότατο πρόσημο, ακόμη κι έτσι. Άλλωστε, θρέφουμε απεριόριστο σέβας προς έναν καλλιτέχνη που «δε μασάει τίποτα» και οι δουλειές του κυμαίνονται από το gothic και το doom μέχρι το cyberpunk (!). Άντε, να έρθει κάποια στιγμή και Ελλάδα, να ακούσω live και τον ΥΜΝΟ “Murder angels”.
(7 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: ELUSIVE GOD
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Ambis”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Personal Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Tomislav Ferenc (The Shadow) – Κιθάρες
Jan Kapák (The Devil) – Τύμπανα
Roko Nikolić (The Beast) – Μπάσο
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Facebook
Bandcamp
Deezer
Spotify
Tidal
Personal Records Official Site
Personal Records Bandcamp
Οι ELUSIVE GOD μας έρχονται από την Κροατία, με έτος ίδρυσης το 2018. Με τη metal σκηνή της Κροατίας δεν έχω κάποια ιδιαίτερη σχέση, συνεπώς, δεν έχω και πολλές γνώσεις πάνω σε αυτή. Λυπάμαι, αγαπητοί Κροάτες, δεν έτυχε. Τους ELUSIVE GOD όμως τους ήξερα, τόσο μέσα από το “The darkest flame” EP (2020) όσο και από το “Trapped in a future unknown” ντεμπούτο full length τους, του 2022. Οι ELUSIVE GOD μάλιστα έχουν και ένα ακόμη χαρακτηριστικό, που δεν το βρίσκεις συχνά: Με μόλις ένα EP και ένα full length, κυκλοφόρησαν live δίσκο, το “Doom in Bohemia”, το 2023, από την παρθενική «ζωντανή» τους εμφάνιση στο Satan Klaus Festival, στο Volyne της Τσεχίας. Περίεργη κίνηση…

Σύμφωνα με την ίδια τη μπάντα, στο νέο της άλμπουμ “Ambis”, υπήρχε το εξής όραμα: Να δημιουργηθεί σκοτεινό, βαρύ και ατμοσφαιρικό doom metal, με μπόλικο μυστικισμό, αρκετό επικό συναίσθημα. Doom metal που να φέρει την κληρονομιά της παραδοσιακής μουσικής της Κροατίας, όπως και της παραδοσιακής μουσικής από τις τεράστιες περιοχές που εκτείνονται από τα Καρπάθια Όρη μέχρι την πεδιάδα της Παννονίας. Για τους λόγους αυτούς είναι που προτιμάται η χρήση της Κροατικής γλώσσας.
Δεν ξέρω πως ακούγονται στα δικά σου αυτιά τα Κροατικά, αλλά στα δικά μου δεν είναι κι άσχημα. Μάλιστα, θα έλεγα πως χαρίζουν μια αυθεντικότητα, μια διαφορετική διάσταση, η οποία και εξυπηρετεί το «χαλαρό» ενιαίο concept των στίχων. Ως προς τη μουσική τώρα, το πρώτο όνομα που μου έρχεται στο νου είναι οι Πολωνοί EVANGELIST και κατ’ επέκταση οι συμπατριώτες τους MONASTERIUM, δύο σχήματα που αξίζει να ψάξεις, αν σου αρέσει το επικό doom metal. Ειδικά τα φωνητικά είναι, ως προς τη χροιά, σχεδόν ίδια!
Δεν είναι διόλου άσχημο το “Ambis”. Καλογραμμένο είναι, ωραία τραγούδια έχει, ωραία παραγωγή, φωνητικά που ναι μεν δεν είναι κάτι το καταπληκτικό, δεν είναι όμως και φάλτσα, οπότε μια χαρά κάνουν τη δουλειά τους. Και για έναν περίεργο, ή τώρα που το σκέφτομαι όχι και τόσο περίεργο, λόγο, αφού το άκουσα αρκετά, μου ήρθε η όρεξη για να δω το “Dracula” του Copolla και να διαβάσω ξανά για τη νυχτερινή νίλα του Μωάμεθ Β’ στο Târgoviște, το 1462.
(7 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: SILVER KNIFE
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Silver knife”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Amor Fati Productions
ΣΥΝΘΕΣΗ:
N. – Άγνωστο
H. – Άγνωστο
D. – Άγνωστο
P. – Άγνωστο
Moanne de Kroon – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Deezer
Facebook
Instagram
Spotify
Με έναν τίτλο ομώνυμο του συγκροτήματος, το “Silver Knife” δεν είναι απλώς μια συνέχεια της μουσικής διαδρομής που χάραξαν στο ντεμπούτο του, είναι μια κατάδυση βαθύτερη, σκοτεινότερη και πιο συνειδητή στον πυρήνα αυτού που αποκαλούμε ως post – black metal. Tο δεύτερο πλήρες άλμπουμ των SILVER KNIFE λειτουργεί ως φυσική εξέλιξη ενός ήχου που εξαρχής χαρακτήριζε το συγκρότημα: μελωδικός, φορτισμένος και βαριά ατμοσφαιρικός, μα πάντα διαπεραστικός σαν λεπίδα.

Η μπάντα, με μέλη από τη Γαλλία, το Βέλγιο και την Ολλανδία, γεννήθηκε από ένα υπόγειο κύμα συνεργασιών μουσικών που κινούνται στον ευρύτερο χώρο του post-black metal και της ευρωπαϊκής avant-garde, κρατώντας όμως την ταυτότητα και τον ρόλο του κάθε μέλους της μπάντας κρυφό. Στο ντεμπούτο τους, “Unyielding/Unseeing”, είχαν ήδη δώσει σαφή δείγματα γραφής. Ένα κράμα μελαγχολίας και οργής, απελπισίας και καθαρτικής έντασης. Στο φετινό “Silver knife”, όμως, όλα αυτά τα στοιχεία αποκρυσταλλώνονται. Η παραγωγή είναι πιο στιβαρή, οι συνθέσεις πιο συνεκτικές και η συνολική αίσθηση πιο επιβλητική.
Μουσικά, το άλμπουμ κινείται ανάμεσα σε παραδοσιακά black metal ξεσπάσματα και πιο σύγχρονες post και shoegaze αποχρώσεις, χωρίς ποτέ να χάνει τον έλεγχο της ροής. Οι κιθάρες δημιουργούν παράξενης αισθητικής ήχους, τα τύμπανα κρατούν έναν ρυθμό άλλοτε πολεμικό κι άλλοτε εσωστρεφή, ενώ η φωνή λειτουργεί περισσότερο σαν ένα επιπλέον όργανο παρά σαν φορέας σαφούς νοήματος. Δεν είναι ανάγκη να καταλάβεις τις λέξεις, τις αισθάνεσαι. Το άλμπουμ δεν επιδιώκει να πει μια ιστορία, αλλά να σε παγιδεύσει σε ένα σύμπλεγμα συναισθημάτων. Μελαγχολία, μεγαλείο, ένα είδος εσωτερικής πάλης που σε ακολουθεί ακόμα κι αφού σιγήσει η τελευταία νότα.
Υπάρχει κάτι τελετουργικό στον τρόπο που χτίζεται το άλμπουμ. Τα κομμάτια δεν έχουν απλές δομές με κουπλέ και ρεφρέν. Είναι ταξίδια που ξεκινούν απαλά, θεριεύουν, ξεσπούν και τελικά καταλήγουν σαν αναστεναγμοί, αποτυπώνοντας τη δεξιοτεχνία του σχήματος να κρατά την ένταση χωρίς υπερβολές. Δεν πρόκειται για ένα άλμπουμ που εντυπωσιάζει με ευκολία, αλλά για ένα έργο που σε κερδίζει με την ειλικρίνεια και την ακεραιότητά του.
Το “Silver knife” δεν είναι δίσκος για να τον ακούσεις τυχαία. Είναι έργο για να του αφιερωθείς, ιδανικά μέσα στη σιωπή, όταν ο κόσμος γύρω σου αρχίζει να ξεθωριάζει. Είναι μια υπενθύμιση ότι ακόμα και στις πιο ακραίες εκφράσεις του, το black metal μπορεί να είναι υπαρξιακό, αισθαντικό, βαθιά ανθρώπινο. Οι SILVER KNIFE με αυτό το δεύτερο άλμπουμ βάζουν πλέον το όνομά τους δίπλα σε συγκροτήματα που τολμούν να κοιτάξουν μέσα στο χάος και να βρουν ποίηση.
(8 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: THE GREAT SEA
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Noble art of desolation”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: AOP Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
JR – Τύμπανα, κιθάρες, μπάσο, πλήκτρα, φωνητικά
H – Κιθάρες, πλήκτρα, φωνητικά
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Deezer
Instagram
Spotify
Tidal
Σε έναν κόσμο που όλο και περισσότερο κατακλύζεται από επιφανειακούς ήχους και άδειες αισθητικές, οι THE GREAT SEA επανέρχονται με έναν δεύτερο δίσκο που δεν απλώς διεκδικεί την προσοχή, αλλά τη μαγνητίζει με την αργή, κυματοειδή δύναμη ενός αρχέγονου ρεύματος. Το “Noble art of desolation” είναι ένας τίτλος που εμπεριέχει μια σχεδόν ποιητική αντίφαση – «η ευγενής τέχνη της ερήμωσης» – και αντανακλά απόλυτα το πνεύμα του άλμπουμ: ένας δίσκος που δεν φοβάται τη σιωπή, την απώλεια και τον θάνατο, αλλά αντ’ αυτού τα καθιστά πρώτες ύλες για μια υψηλή μορφή έκφρασης. Η μπάντα – δημιουργημένη από μέλη πολυοργανίστες με ιστορία σε μπάντες της ευρωπαϊκής underground σκηνής – συνεχίζει να χτίζει την ηχητική της ταυτότητα με συνέπεια και πάθος.
Μουσικά, το “Noble art of desolation” κινείται στις σκιές του atmospheric black metal, φλερτάροντας όμως με doom επιρροές και ambient δομές. Οι συνθέσεις είναι μεσαίας διάρκειας προς μακροσκελείς, γεμάτες κορυφώσεις και καταβυθίσεις, σαν μεγαλοπρεπείς θαλάσσιες θύελλες που διαδέχονται ήρεμες αποσυμπιέσεις. Η κιθαριστική δουλειά εναλλάσσεται από κατακλυσμικά riffs σε μελωδικές, σχεδόν νεοκλασικές αποχρώσεις, ενώ τα φωνητικά βγαίνουν περισσότερο ως κραυγές πνιγμένες μέσα σε ομίχλη παρά ως καθαρή αφήγηση. Η παραγωγή είναι προσεγμένη, διατηρώντας έναν οργανικό χαρακτήρα που ενισχύει τη βιωματική διάσταση του δίσκου.
Το άλμπουμ αποκαλύπτεται σαν ένα ταξίδι, όχι τόσο προς έναν προορισμό, όσο προς την εσωτερική εξερεύνηση του ερειπωμένου τοπίου που ο καθένας κουβαλά μέσα του. Οι τίτλοι των κομματιών, αν και αφαιρετικοί, μαρτυρούν μια έντονη λογοτεχνική και φιλοσοφική διάθεση. Η μπάντα δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει μέσω τεχνικής δεξιοτεχνίας, αλλά μέσω συναισθηματικής φόρτισης, μιας συγκινησιακής ειλικρίνειας που διαπερνά κάθε λεπτομέρεια. Το “Noble art of desolation” δεν είναι εύκολο άκουσμα. Απαιτεί χρόνο και διάθεση, μα ανταμείβει με μια σπάνια αίσθηση κάθαρσης.
Το “Noble art of desolation” είναι ένα έργο που αρνείται να χαϊδέψει αυτιά, μα αντίθετα αναζητά ψυχές να τις ταξιδέψει σε τόπους σκοτεινούς και ταυτόχρονα λυτρωτικούς. Είναι ένας δίσκος που μας θυμίζει πως ακόμη και η ερήμωση, όταν βιώνεται με αλήθεια, μπορεί να γίνει μορφή ευγένειας.
(8 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης















