
«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: ABIGAIL WILLIAMS
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “A void within existence”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Agonia Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Ken Sorceron – Φωνητικά, κιθάρες
John Porada – Μπάσο
Vance Valenzuela – Κιθάρες
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Instagram
Spotify
Το νέο άλμπουμ των ABIGAIL WILLIAMS, “A void within existence”, έχει ήδη προκαλέσει μεγάλη αίσθηση στη σκηνή του ατμοσφαιρικού και extreme black metal. Η μπάντα παρουσιάζει μια πιο σκοτεινή, βαριά κι εκφραστική δουλειά απ’ ότι μας είχε συνηθίσει, που συνδυάζει ωμότητα και συναισθηματική ένταση με προσοχή στο ηχητικό βάθος.

Σε επίπεδο συνθέσεων, το άλμπουμ ξεχωρίζει για τη συνύπαρξη αντιθέσεων. Yπάρχουν στιγμές που η μουσική είναι σχεδόν καταστροφική σε ένταση, με επιθετικά riffs και προσηλωμένα φωνητικά, αλλά και άλλες που επιτρέπουν στην μελωδία, τη συναισθηματικότητα και την ατμόσφαιρα να αναπνεύσουν. Οι αλλαγές στη δυναμική και το παίξιμο, τόσο στην κιθάρα όσο και στο μπάσο και τα τύμπανα, δημιουργούν ένα ταξίδι που σε οδηγεί μέσα από διαδοχικά κύματα έντασης και ανακούφισης.
Η παραγωγή του δίσκου συμβάλλει καθοριστικά στην επιτυχία του εγχειρήματος. H μίξη των οργάνων επιτρέπει στο μπάσο και στα τύμπανα να ακουστούν με καθαρότητα παρά την συνολική βαριά υφή. Επιπλέον, οι μελωδικές γέφυρες και οι αλλαγές στα μοτίβα μεταξύ σκληρών και πιο «ήπιων» τμημάτων δίνουν στον δίσκο μια πολυπλοκότητα που ζητάει επανειλημμένες ακροάσεις για να αποκαλύψεις όλες τις λεπτομέρειες.
Σε θεματικό επίπεδο, ο τίτλος “A void within existence” αντανακλά μια διάθεση εσωτερικής αναζήτησης και αποξένωσης. Υπάρχει η αίσθηση του κενού, της μοναξιάς, αλλά και της πάλης να εκφραστεί κάτι περισσότερο από την απλή θλίψη. Το άλμπουμ δεν φοβάται να βουτήξει σε σκοτεινές περιοχές του ψυχισμού, αλλά το κάνει με τρόπο που δεν χάνει την καλλιτεχνική ευαισθησία. Υπάρχει συναισθηματικό βάθος, όχι απλώς επιθετικότητα.
Συνολικά, το “A void within existence” είναι μια ώριμη δημιουργία που δείχνει την εξέλιξη των ABIGAIL WILLIAMS. Είναι ένα άλμπουμ που θα ευχαριστήσει τους παλιούς τους οπαδούς, αλλά μπορεί να προσεγγίσει και νέα ακροατήρια που αναζητούν κάτι βαριά φορτισμένο αλλά παράλληλα καλοδουλεμένο από πλευράς σύνθεσης, ηχογράφησης και συνολικής ατμόσφαιρας.
(8,5 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: BA’AL
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “The fine line between Heaven and here”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Road to Masochist Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Richard Spencer – Μπάσο
Nick Gosling – Κιθάρες
Joe Stamps – Φωνητικά
Luke Rutter – Τύμπανα
Chris Mole – Κιθάρες
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Instagram
Spotify
Deezer
Το “The fine line between Heaven and here” των BA’AL είναι μια ολοκληρωμένη καλλιτεχνική πρόταση που συνοψίζει την πρόοδο και ωριμότητα του συγκροτήματος. Οι Βρετανοί δημιουργοί καταφέρνουν να ισορροπήσουν ανάμεσα στην ακραία ένταση και στην ευαισθησία, συνθέτοντας έναν δίσκο που δεν φοβάται να εξερευνήσει τα όρια των ειδών. Η παραγωγή είναι καλογραμμένη και καθαρή, δίνοντας χώρο στα διαφορετικά στοιχεία να αναπνεύσουν. Από τα πιο «σκοτεινά» περάσματα μέχρι τις πιο εύθραυστες, μελωδικές στιγμές.

Μουσικά το άλμπουμ πλαισιώνεται από έναν πλούτο επιρροών. Στοιχεια από black metal, post-metal, doom και ambient στιγμές συνυπάρχουν με πιο ήπιες, σχεδόν νεοκλασικές προσεγγίσεις. Τα όργανα πληθαίνουν κατά διαστήματα, με έγχορδα με κλασική αισθητική, αρμονικές κιθάρες και synths, δημιουργώντας υφές που εμπλουτίζουν την ατμόσφαιρα και προσφέρουν ένα ευρύτερο ηχητικό πεδίο πέρα από τη γνωστή φόρμα της ακραίας μουσικής.
Η φωνητική απόδοση είναι πολυφωνική τόσο ως προς το ύφος όσο και ως προς την έκφραση. Από σκληρές κραυγές μέχρι καθαρές, ευάλωτες φωνές, με στιγμές σχεδόν ψιθυριστές ή αφηγηματικές. Αυτές οι μεταβάσεις δεν γίνονται μόνο για εντυπωσιασμό αλλά χρησιμεύουν ώστε να δημιουργηθεί ένταση, να μεταφερθεί η συναισθηματική φόρτιση, να υπάρξει αντίστιξη ανάμεσα στο βάρος και στην ευθραυστότητα. Το άλμπουμ απαιτεί προσοχή καθώς δεν είναι απλό, αλλά ανταμείβει τον ακροατή που παραδίδεται στο ταξίδι.
Όσον αφορά τη δομή, παρά το γεγονός ότι διαρκεί πάνω από μια ώρα, η ροή έχει σχεδιαστεί ώστε να διατηρεί το ενδιαφέρον. Οι μεταβάσεις ανάμεσα σε πιο αργά και γρήγορα περάσματα και σε εκρήξεις έντασης λειτουργούν ως ανάσες, ενώ τα πιο μεγαλεπήβολα θέματα και οι ατμοσφαιρικές στιγμές εντάσσονται φυσικά στο σύνολο. Υπάρχει μια αίσθηση «ταξιδιού» μιας και το άλμπουμ δεν παρουσιάζει απλώς τραγούδια, αλλά μεταφέρει εικόνες, συναισθήματα, διακυμάνσεις.
Συνολικά, το “The fine line between Heaven and here” δείχνει τους BA’AL να βελτιώνονται τόσο τεχνικά όσο και δημιουργικά. Δεν είναι απλώς μια προσπάθεια να συνενωθούν πολλά στιλιστικά στοιχεία, είναι η ισορροπία ανάμεσα στο σκληρό και στο ευαίσθητο και είναι σχεδόν μυσταγωγική. Για όσους αγαπούν τη μουσική που προκαλεί, που αναγκάζει να ακούσεις ενεργά, να νιώσεις, να σκεφτείς, αυτός ο δίσκος είναι για σένα. Αν και ίσως να μην είναι για όλους, είναι μια εμπειρία που αφήνει έντονα ίχνη.
(8 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: FINNR’S CANE
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Finnr’s cane”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Nordvis Produktion
ΣΥΝΘΕΣΗ:
The Slave – Τσέλο, πλήκτρα
The Peasant – Τύμπανα
The Bard – Φωνητικά, κιθάρες
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Instagram
Spotify
YouTube
Το “Finnr’s cane” αποτελεί την τέταρτη ολοκληρωμένη δουλειά του ομώνυμου συγκροτήματος από το Sudbury του Καναδά, ενώ είναι η πρώτη τους κυκλοφορία μετά από αρκετά χρόνια καθώς το προηγούμενο άλμπουμ “Elegy” ήταν από το 2018. Σε σχέση με τις προηγούμενες δουλειές τους, αυτή η νέα κυκλοφορία δείχνει ότι οι FINNR’S CANE έχουν ωριμάσει ηχητικά, διατηρώντας το ατμοσφαιρικό στοιχείο που τους χαρακτηρίζει αλλά επεκτείνοντας τις εμμονές τους με το κρύο, τη μοναξιά και τις μεταβατικές στιγμές της φύσης.

Η ηχητική προσέγγιση του άλμπουμ κινείται σε πλαίσια atmospheric black metal, με έντονες ατμόσφαιρες που συχνά συνοδεύονται από ένα αίσθημα αποξένωσης και εσωστρέφειας. Οι FINNR’S CANE εγκαταλείπουν σε μεγάλο βαθμό κάποιες πιο σκληρές συμβάσεις του είδους, προτιμώντας μεγαλύτερη μελωδικότητα, πιο αργούς ρυθμούς σε ορισμένα σημεία, και μια συνολικά πιο φυσική, οργανική αίσθηση του χώρου στον ήχο.
Ένα από τα στοιχεία που ξεχωρίζει στο “Finnr’s cane” είναι η χρήση τσέλου και πλήκτρων ως βασικό μέρος του μινιμαλιστικού νέου ύφους τους, αντί της κλασικής μπασογραμμής. Αυτό συμβάλλει στην ατμόσφαιρα να ακούγεται πιο «ψυχρή» αλλά ταυτόχρονα πιο αβίαστα οργανική, καθώς τα ηχοχρώματα που δημιουργούνται θυμίζουν φυσικά τοπία, μέρες που αλλάζουν εποχή και το πέρασμα του χρόνου μέσα από τις αλλαγές του καιρού.
Ωστόσο, παρά την ισχυρή ατμόσφαιρα και την ποιότητα παραγωγής, σε ορισμένα σημεία το άλμπουμ φαίνεται να μην αποφεύγει την επανάληψη ή την αίσθηση ότι λείπει κάτι ώστε να ξεχωρίσει από τα προηγούμενα. Η δομή των τραγουδιών μερικές φορές δεν οδηγεί με σαφήνεια προς κάποια κορύφωση, ενώ παρά την ομορφιά, υπάρχει μια μελαγχολία που μένει περισσότερο στην επιφάνεια παρά στο συναίσθημα.
Συνολικά, το “Finnr’s cane” είναι μια δουλειά ώριμη, που δείχνει πως το συγκρότημα έχει ξεκαθαρίσει περαιτέρω τη μουσική του ταυτότητα. Για όσους εκτιμούν μουσική που δεν φοβάται να ζυγιάσει την ομορφιά με τη θλίψη, που επιζητά την ατμόσφαιρα περισσότερο από την ταχύτητα, αυτό το άλμπουμ προσφέρει πολύτιμες στιγμές. Ενώ δεν ξεφεύγει εντελώς από τα σημάδια των προκατόχων του αλλά και του είδους, επιτυγχάνει να περιγράψει με μουσικό τρόπο μεταβατικές φάσεις της φύσης. Εποχές που αλλάζουν, χειμώνες που έρχονται, με τρόπους που να αξίζει να ακουστεί με προσοχή.
(8 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: GJALLARHORN’S WRATH
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “The silver key”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Non Serviam Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Lord Ashler – Μπάσο
Javi Iron – Τύμπανα, πλήκτρα
Arash – Κιθάρες
Alex Caron – Φωνητικά
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Deezer
Facebook
Instagram
Spotify
Το “The silver key” των GJALLARHORN’S WRATH, το ντεμπούτο άλμπουμ του συγκροτήματος, ξεχωρίζει ως μια τολμηρή εισαγωγή στον χώρο του blackened death / συμφωνικού black metal. Η μπάντα συγκροτείται από μέλη που είχαν εμπειρία σε προηγούμενα project (συγκεκριμένα στους OBLIVION), και εδώ παρουσιάζουν έναν ήχο πιο δομημένο και επιμελημένο από τον πιο άγριο, raw ήχο του κλασικού black metal.

Από πλευράς ατμόσφαιρας, το άλμπουμ καταφέρνει να υφαίνει έναν κόσμο που είναι ταυτόχρονα επιβλητικός και σκοτεινός. Οι ορχηστρικές πινελιές δεν είναι απλώς διακοσμητικές, αποτελούν δομικό στοιχείο, που συμβάλλει στην αφήγηση της μουσικής, στην αίσθηση του βάθους και του μυστηρίου. Οι αλλαγές ρυθμού, οι δυναμικές εκρήξεις σε συνδυασμό με πιο αργές, σχεδόν doom-ότροπες στιγμές, δημιουργούν συνεχώς ένταση και αναμονή, χωρίς να κουράζουν τον ακροατή.
Ο ήχος της παραγωγής αποδεικνύεται διαυγής, αλλά όχι στο βαθμό να αφαιρεί τη δύναμη ή την ωμότητα που χαρακτηρίζει τα πιο ακραία στοιχεία του είδους. Τα κιθαριστικά περάσματα είναι βαριά, με βάθος και τα growls συνυπάρχουν με πιο καθαρούς ήχους (σε κάποιες στιγμές) χωρίς να μοιάζει ότι η μία πλευρά υπερκαλύπτει την άλλη. Τα τύμπανα, τα blast – beats όταν εμφανίζονται και οι μελωδικές γραμμές συνθέτουν ένα πολύπλοκο πλέγμα, που απαιτεί προσοχή αλλά προσφέρει και ανταμοιβή.
Ένα ακόμα ισχυρό χαρακτηριστικό του άλμπουμ είναι η αίσθηση του επιβλητικού, του επικού, όχι με υπερβολές, αλλά με προσεκτικές δομές που οδηγούν σε κορυφώσεις. Οι στοιχειωτικές μελωδίες, το συναίσθημα της θλίψης και της μυστηριακής ομορφιάς, αλλά και η αίσθηση του τελετουργικού, όλα αυτά συνυπάρχουν για να κάνουν το άλμπουμ κάτι παραπάνω από μια απλή συλλογή τραγουδιών, να μοιάζει με μια ενιαία εμπειρία.
Παρόλα αυτά, δεν λείπουν και οι στιγμές που κάποια κομμάτια δεν εκμεταλλεύονται πλήρως την δυναμική τους. Κάποιες δομές θα μπορούσαν να είναι πιο τολμηρές ή να επιμηκυνθούν για να χτίσουν μεγαλύτερη ένταση, ενώ άλλες φορές το άλμπουμ υπεισέρχεται σε μια στατική αίσθηση που δυσκολεύεται να διατηρήσει την ενέργεια μέχρι το τέλος. Αυτό που κρύβει, όμως, είναι η υπόσχεση ότι αυτή η μπάντα έχει πολλά να δώσει στο μέλλον, αν συνεχίσει να εξελίσσεται με θάρρος και πρωτοτυπία.
Συνολικά, το “The silver key” είναι ένα εξαιρετικό ντεμπούτο που καταφέρνει να ενώσει επιρροές και να διαμορφώσει ταυτότητα. Είναι βαρύ, είναι σκοτεινό, αλλά διαθέτει και ψυχή και αυτό το καθιστά ιδιαίτερα ενδιαφέρον για όσους αναζητούν μουσική που να σέβεται τις ρίζες της extreme metal σκηνής, αλλά ταυτόχρονα δοκιμάζει να υπερβεί τα όρια της.
(7,5 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης














![A day to remember…01/12 [AC/DC]](https://rockhard.gr/wp-content/uploads/2025/12/ACDC-tnt-front-218x150.jpg)
![A day to remember… 30/11 [WATCHTOWER] Watchtower](https://rockhard.gr/wp-content/uploads/2025/11/Watchtower-energetic-front-218x150.jpg)