Underground Scans Vol. 60 (IRONBOURNE, MAGMA RISE, SACRED OATH, WITCHSEEKER)

0
211

Ημερολόγιο καταστρώματος, ημέρα 60η: Πολύ κλασσικό και παραδοσιακό το «σκανάρισμα» την φορά αυτή. Ούτε ακραίος ήχος, ούτε νεωτερισμοί, ούτε «πρόοδος» (αν και μεταξύ μας, δεν ξέρω τελικά τι σημαίνει αυτό και πως μεταφράζεται, ή μάλλον ξέρω αλλά δεν λέω γιατί θα γίνω κακός και ο αρχισυντάκτης μου είναι «βαμμένος» progster – Σάκη κάτσε κάτω σε παρακαλώ, και μη διακόπτεις)… Μόνο «παράδοση», «ρίζες» και, όπως θα έλεγε και μια ψυχή… «εμπρός, πίσω!». Όσον αφορά δε την γεωγραφική κατανομή, δεν μένουμε μόνο στην Γηραιά Ήπειρο και στον Νέο Κόσμο (call me America), αλλά η χάρη μας φτάνει ως την νοτιοανατολική Ασία και συγκεκριμένα την Σιγκαπούρη (!). Όμορφα πράγματα, λοιπόν, ως επί το πλείστον, αφού δυστυχώς έχουμε και μια μικρή απογοήτευση και ας τα δούμε ένα – ένα, με πρώτους τους…

IRONBOURNE. Τούτοι είναι πέντε Σουηδοί από τη Ludvika, της επαρχίας Dalarna (πατρίδα επίσης των HYPOCRISY και του Kee Marcelo), εκ των οποίων οι τρεις ήταν στο παρελθόν μέλη των MACE SWEDEN, για όσους κλασσικομέταλλους ψάχνουν βαθιά στο underground. To Ironbourne είναι το πρώτο τους άλμπουμ, και κοίταξε τώρα εδώ τι γίνεται: Κατά βάση, οι τύποι παίζουν παραδοσιακό heavy metal. Εκτείνουν όμως τη παράδοση αυτή και προς άλλους «ορίζοντες», όπως τον επικό ήχο των GRAND MAGUS και MANOWAR, το κλασσικό hard rock, το southern των MOLLY HATCHET και το στυλ που καθιέρωσε από το “Hammerheart” και μετά ο Quorthon. Έχουν επίσης και ένα-δύο σημεία που θυμίζουν πρώιμους IRON MAIDEN. Τώρα πως όλα αυτά μπλέκονται μεταξύ τους και το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά φιάσκο είναι, μπορείς να ρωτήσεις τους IRONBOURNE πως το πετυχαίνουν. Από το εξώφυλλο ακόμη, καταλαβαίνεις πως εδώ έχουμε να κάνουμε με αγνά και ατόφια ακούσματα. Το κοράκι, ένα πουλί που κατέχει περίοπτη θέση στη σκανδιναβική/γερμανική μυθολογία, ελέω Odin/Wotan (ο ίδιος θεός είναι), κράζει τον ερχομό της νύχτας και ο ήχος του αντιλαλεί ως τα τρίσβαθα του ορυχείου, του οποίου η είσοδος φαίνεται στο βάθος. Ένα ορυχείο από το οποίο θα εξορυχθούν οι σωστές πρώτες ύλες ώστε να δημιουργηθεί κάτι που μπορεί να στερείται πρωτοτυπίας, θα χαρακτηρίζεται όμως από αυθεντικότητα και κυρίως, ποιότητα. Η παραγωγή είναι ακριβώς αυτή που πρέπει, αυτή που χρειάζεται. Αναδεικνύει το «παλαιό ύφος» των συνθέσεων αλλά ταυτόχρονα είναι σύγχρονη, πεντακάθαρη και αβαντάρει όλα τα όργανα ισόποσα. Όσο για τα «μπρούσκα» φωνητικά, κάποιος κακεντρεχής θα τα χαρακτήριζε ως μια κόπια του JB, εγώ πάλι θα έλεγα πως «στο σπίτι του κρεμασμένου, δεν μιλάνε για σχοινί», από τη στιγμή που στην πεντηκονταετή ιστορία του «σκληρού ήχου», ο ένας κοπιάρει τον άλλον και έτσι γεννήθηκαν και μερικές σπουδαίες φωνές. Ή μήπως ο Bruce δεν κατέκλεψε τον Ian; Να λοιπόν μιαν ακόμη ωραία, ευχάριστη έκπληξη ως τώρα, για το 2021, και ένας δίσκος που, προσωπικά τουλάχιστον, θα με «επισκέπτεται» συχνά με τα τραγούδια του. (7,5 / 10)

Spotify

Facebook

Η Ουγγαρία, καίτοι έχει αξιοσημείωτη παρουσία στο metal, ως σκηνή, παραμένει πιο «διακριτική». Πολλά τα συγκροτήματα, αλλά πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, όλα τους στο underground κινούμενα. Ένα από αυτά είναι και οι MAGMA RISE, τους οποίους ομολογουμένως δεν τους ήξερα. Διαβάζοντας το βιογραφικό τους, βλέπω πως υπάρχουν από το 2009 και τα μέλη τους έχουν αναμειχθεί με σημαντικές μπάντες της πατρίδας τους, όπως οι MOOD και οι WALL OF SLEEP. To To Earth, to ashes, to dust, είναι το τρίτο τους ολοκληρωμένο άλμπουμ, μετά από μια μακρά παύση οκτώ ετών. Δίχως να έχω ακούσει τα δύο προηγούμενα (“Lazy stream of steel”, “The man in the maze”) ώστε να προβώ σε συγκρίσεις, μπορώ να πω πως η μουσική των MAGMA RISE αξίζει τη προσοχή κάθε πραγματικού φίλου του doom metal. Μπορεί να μην έχει τις μεγάλες εξάρσεις, μπορεί να μην ακουμπά τα δυσθεώρατα επικά ύψη που αρκετοί ομόσταυλοι των Ούγγρων κατορθώνουν, μπορεί να μη βυθίζεται στην απόλυτη μαυρίλα κάποιων άλλων, ωστόσο καλεί αυτούς που αρέσκονται σε πιο πρωτόλεια ακούσματα σε μια ακρόαση που θα φέρει εύκολα και δεύτερη και τρίτη… Οι κιθάρες είναι αυτό που προσέχει κανείς εδώ με τη πρώτη, ακολουθούμενες από το «μονολιθικό» rhythm section. Τα φωνητικά δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο, υπό την έννοια πως έχουμε ακούσει πολλούς σαφέστατα καλύτερους τραγουδιστές στο ιδίωμα αυτό, αλλά ταιριάζουν με τη μουσική και τελικά επιτυγχάνουν το «δέσιμο» με το υπόλοιπο σύνολο. Να σημειωθεί πως στο “Man shaped voice” συμμετέχει και ο μεγάλος Eric Wagner των TROUBLE/THE SKULL/BLACKFINGER. Ωραίο άλμπουμ, ωραία μπάντα. (7 / 10)

Bandcamp

Facebook

Instagram

Οι βετεράνοι SACRED OATH επιστρέφουν κι αυτοί με τον 9ο τους δίσκο, ονόματι Return of the dragon. Μακρά η ιστορία τους, από το 1984, αλλά αν εξαιρέσεις το κλασσικό στον χώρο του underground ντεμπούτο τους “A crystal vision” (1987), η μπάντα είναι ενεργή ουσιαστικά από το 2005, παίρνοντας σίγουρα θάρρος από την άνοδο του underground και την έκρηξη του NWOTHM. Βέβαια από εκείνη την εποχή, εννοώ του 1987, έχουν μείνει μόνον οι Rob Thorne και Kenny Evans, αλλά κάτι είναι κι αυτό. Πάντως, όσοι έχουν στο νου τους ακόμη το “A crystal vision”, καλά θα ήταν να σταματήσουν να το σκέπτονται, γιατί το “Return of the dragon” δεν έχει και ιδιαίτερη σχέση μαζί του. Οι Αμερικανοί προσπαθούν να ακουστούν «μοντέρνοι» (τι είναι το μοντέρνο τώρα, σηκώνει μεγάλη συζήτηση) και πιο progressive, αλλά κατά τη γνώμη μου πάντα, αποτυγχάνουν καθώς το τελικό αποτέλεσμα «πνίγεται» στη θέλησή τους αυτή. Γενικά όμως, το πρόβλημα το μεγάλο δεν είναι άλλο από τη παντελή έλλειψη συνθετικού οίστρου. Δεν έχω πρόβλημα με το «μοντέρνο» ύφος. Έχω με το ότι στο τέλος, μετά από τόση ώρα, δεν μου έμεινε ούτε ένα τραγούδι… ούτε ένα. Πενήντα λεπτά μουσικής, δέκα τραγούδια, και όμως… τίποτα. Σε γενικές γραμμές καλοπαιγμένο είναι το άλμπουμ, οι τρεις κιθάρες δεν μπορώ να πω πως δεν κάνουν αισθητή την παρουσία τους, αφού δημιουργούν κάποια ωραία «θέματα», αλλά… αλλά! Επίσης, ενώ το στυλ αυτό απαιτεί, σχεδόν πάντα, μεγάλες ερμηνείες, ο Thorne δεν έχει και την πιο ταιριαστή φωνή. Όμορφη, μελωδική, αλλά στερείται όγκου και δύναμης. Απογοητευμένος λοιπόν, δεν γίνεται να βάλω παραπάνω από ένα (5 / 10) και να πω πως ίσως, για κάποιους, έφτασε η στιγμή ή να αξιολογήσουν αλλιώς κάποια πράγματα, ή να αποσυρθούν. Κρίμα.

Facebook

Website

Και πάμε να αλλάξουμε ύφος, στυλ, διάθεση, τα πάντα και να ταξιδέψουμε ως τη Σιγκαπούρη. Εκεί θα βρούμε τους WITCHSEEKER οι οποίοι στο δεύτερο άλμπουμ τους, το Scene of the wild (είχε προηγηθεί το “When the clock strikes” το 2017), τα έχουν όλα. ΟΛΑ. Ορμητικότητα, πάθος, κάψα (για να μη γράψω και κάτι άλλο που αρχίζει κι αυτό από «κα» και μας πάνε μέσα), καλή τεχνική κατάρτιση, ταλέντο στη σύνθεση… Ένα ωραιότατο heavy/speed μας παρουσιάζουν, με επιρροές στον ήχο από τους ENFORCER, AMBUSH, SKULL FIST, κλπ πρωτοκλασάτους του NWOTHM, το NWOBHM και groups σαν τους TOKYO BLADE και τους πανταχού παρόντες σε κάτι τέτοια RIOT. Με μια «βιτριολική», φυσική φωνή, χωρίς auto-tune και αηδίες και τραγούδια σε ως επί το πλείστον γρήγορους ρυθμούς, οι οποίοι σε κάποιες στιγμές… γίνονται πολύ γρήγοροι. Και μάλιστα, ακριβώς λόγω φωνής, αν τους ακούσεις μια φορά, μετά σε οποιαδήποτε περίπτωση, ξέρεις πως είναι αυτοί. Σε έναν μουσικό κόσμο λοιπόν που το NWOTHM έχει πια «βαλτώσει», οι μπάντες αναπαράγουν συνήθως ένα συγκεκριμένο μοτίβο και αν έχεις ακούσει μία, είναι σαν να έχεις ακούσει 20, οι WITCHSEEKER κρατούν μόνο τα καλά στοιχεία του «κινήματος» και βάζουν σε αυτά τη δική τους «υπογραφή». Τέτοια ακούσματα έρχονται και έχουν τον ρόλο της «βαλβίδας αποσυμπίεσης». Βάζεις τον δίσκο, πατάς play, ανοίγεις τη μπύρα σου και όλα πρίμα. Έστω για λίγη ώρα, τέρμα οι έννοιες και οι σκοτούρες. Και εγώ αυτό, το εκτιμώ, έστω και αν θα διαφωνήσουν κάποιοι «ελιτιστές» και «λεπτολόγοι». Αυτοί οι τελευταίοι, καλό θα ήταν να σταθούν λίγο περισσότερο στη μουσική και σε υπέροχα σημεία σαν αυτά που υπάρχουν για παράδειγμα στο “Candle in the dark”, «γεννήματα» της φαντασίας δύο πολύ καλών κιθαριστών. Αν πάλι ούτε τώρα έχουν να πουν έναν καλό λόγο, δεν πειράζει, η μουσική είναι τεράστια, όλο και κάτι θα βρεθεί να τους καλύψει. Για μας τους υπόλοιπους, που ξέρουμε ποιες οι διαφορές μεταξύ «ελιτιστή» και «φίλου της ποιότητας», δισκάκια σαν αυτό εδώ έχουν όπως προείπαμε το ρόλο που τους αρμόζει. (7,5 / 10)

Bandcamp

Facebook

 

Δημήτρης Τσέλλος

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here