«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το album; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δεν μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δεν θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.
Καιρό είχαμε να ασχοληθούμε με ένα μόνο συγκρότημα, αφού κάτι τέτοιο γίνεται μόνο σε ιδιαίτερες περιπτώσεις. Ο νέος δίσκος όμως αυτής της τετράδας από το Larvik του Telemark, περίπου το επιβάλλει. Οι HEX A.D μας είχαν απασχολήσει και στο παρελθόν, πιθανόν τους θυμούνται όσοι παρακολουθούν την στήλη, αλλά με το ολοκαίνουργιο “Funeral tango for Gods & men” ήρθαν να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον μας και να αποδείξουν πως δεν είναι ένα ακόμη retro/vintage group, αλλά κάτι παραπάνω, κάτι πολύ περισσότερο. «Πνευματικό παιδί» του πρώην drummer των ABSOLUTE STEEL, Henrik Haugsnes Kaupang, ή αλλιώς Rick Hagan, γνωστού από τις συνεργασίες του με τους Blaze Bayley, Paul Di’Anno και Tim “Ripper” Owens και του θρυλικού παραγωγού Chris Tsangarides (R.I.P), δεν θέλησαν να αναμασήσουν τα ίδια και τα ίδια τετριμμένα ενός μουσικού κινήματος που όσο ελκυστικό είναι, άλλο τόσο μπορεί να σε ρίξει σε έναν κυκεώνα ανούσιας πλήξης. Θέλησαν να φτιάξουν τη δική τους σφραγίδα και να «μαρκάρουν» το «σώμα» του με πυρωμένο σίδερο. Παρακάτω θα δούμε από πού και πως ξεκίνησαν, πως εξελίχθηκαν και πως εν τέλει το κατάφεραν, μέσα από μια αναφορά στη μέχρι τώρα δισκογραφία τους, μιλώντας εννοείται και για το τελευταίο τους album.
Η αρχή έγινε το 2014, με το “Even the Savage will see fair play”. Ο Hagan συνέθεσε μουσική, έγραψε στίχους, έπαιξε όλα τα όργανα και ευτυχώς, λόγω της ιδιότητας του Rick ως drummer και του ύφους του group, δεν ακούσαμε εκείνα τα εκνευριστικά προγραμματισμένα τύμπανα που λυμαίνονται το σύγχρονο heavy metal, αλλά φυσικά, ατόφια. Η πρωτόλεια αυτή μορφή των HEX A.D ήταν σαφέστατα επηρεασμένη από τους Βρετανούς θεούς του doom metal CATHEDRAL, μπορώ να πω στον νιοστό βαθμό. Τα φωνητικά θύμιζαν αρκετά αυτά του Lee Dorian, οι κιθάρες φανερά ακολουθούσαν τις “Gaz Jennings” επιταγές και το, όπως πάντα υπέροχο, αφηρημένο εξώφυλλο του Dave Patchett ολοκλήρωνε τους όποιους συνειρμούς. Ο Τσαγκαρίδης, σε ρόλο Paul O’Neill, δημιούργησε ένα ιδανικό παραγωγικό περιβάλλον ώστε να δοθεί το απαιτούμενο retro ύφος και συναίσθημα και συνθέσεις σαν το “Wicked is as wicked does”, το “Serpent’s kiss” και το 12λεπτο μαύρο, κατάμαυρο “Fields of Gehenna” έθεταν τις βάσεις για μια εξαιρετική μελλοντική πορεία και δημιουργούσαν μεγάλες προσδοκίες…
… τις οποίες και επιβεβαίωσε τo “The last nail in the coffin lid”, δύο χρόνια μετά. Εξακολουθώντας σε γενικές γραμμές στο ίδιο στυλ, διέφερε σχετικά από τον προκάτοχό του, ξεκινώντας ένα πρώτο, αμυδρό flirt με το rock των 70s λόγω της παρουσίας πλήκτρων και Hammond B3. Μη φανταστείς όμως κάποια μεγάλη αλλαγή, η μουσική ταυτότητα του group εξακολουθεί να είναι το doom metal. Η στιγμή των πραγματικά μεγάλων «αλμάτων» άλλωστε, δεν είχε έρθει ακόμη. Βασικός υπεύθυνος αυτής της νέας άποψης ο νεοεισελθών Magnus Johansen, ένας άξιος μαθητής (κυριολεκτικά) του Jon Lord, ο οποίος θα ήταν από δω και στο εξής βασικός και μόνιμος συνεργάτης του Hagan. Στο εξώφυλλο θα θαυμάζαμε ξανά ένα έργο του Patchett, το “Crowland” εν προκειμένω και στο release party για την κυκλοφορία του άλμπουμ θα ακούγαμε στο μικρόφωνο τον σπουδαίο Mats Levèn. Κάπου εκεί, ακόμη και ο πλέον δύσπιστος ακροατής, κατάλαβε πως οι HEX A.D δεν είναι ακόμη ένα group το οποίο θα αναμειχθεί με τον σορό και θα περάσει απαρατήρητο. Δυστυχώς, αυτός θα ήταν ο τελευταίος δίσκος στον οποίο θα συμμετείχε ο Chris Tsangarides, προτού «φύγει» αιφνιδιαστικά απ’ τη ζωή.
2018, “Netherworld triumphant”. Ένα σκοτεινό, πομπώδες και ακόμη πιο 70s album. Μια ακόμη εξαιρετική μουσική πρόταση από τον Hagan, που θα χειριζόταν πια και την κονσόλα του ήχου. No Patchett? Ας είναι, δεν μας πειράζει. Η δημιουργία του Ιταλού MontDoom αξίζει και με το παραπάνω. Οι CATHEDRAL, CANDLEMASS και KYUSS συνάντησαν τους URIAH HEEP και KING CRIMSON, συντονίστηκαν και συνέθεσαν έξι (συν την εισαγωγή, επτά) υπέροχες συνθέσεις, με τον θρησκευτικό μυστικισμό, τον πολεμικό ρομαντισμό και τις διάφορες πνευματικές ανησυχίες να αποτελούν τα θέματα των στίχων, καθιστώντας το “Netherworld…” ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει ως τότε το group. Σημαντικός παράγων σε αυτό, η «αποκάλυψη» Mags Johansen. Πλήκτρα, εκκλησιαστικό όργανο, mellotron… τρία όργανα που στα χέρια του κατάλληλου ανθρώπου, «γράφουν» τραγούδια μέσα στα τραγούδια! Και ο Mags, ήταν ο κατάλληλος. Μπορεί το επίπεδο των δύο πρώτων δίσκων να ήταν ήδη υψηλό, αλλά είναι τέτοια η ποιότητα του “Netherworld…”, που σου δίνει την αίσθηση πως η μπάντα έχει κάνει τεράστια βήματα προς τα μπρος. Bonus η συμμετοχή του κιθαρίστα Rowan Robertson για πρώτη φορά, γνωστού από το πέρασμά του από τους DIO και τους BANG TANGO, ο οποίος χαρίζει νότες στο μικρό έπος που ονομάζεται “Warchild”.
Κάπου εδώ όμως, γίνεται ξεκάθαρο πως οι Νορβηγοί θα πρέπει να αλλάξουν status και από project να μετουσιωθούν σε κανονικό συγκρότημα, αν θέλουν να ανέβουν στην Α’ Κατηγορία. Οι αποθεωτικές κριτικές για το “Netherworld Triumphant”, σχεδόν το επέβαλλαν. Έτσι, ο μπασίστας ‘Arry Gogstad και ο drummer Matt Hagan ήρθαν να συμπληρώσουν το νέο line up, ως κουαρτέτο πια, των HEX A.D. Το “Astro tongue in the electric garden”, η τέταρτη δισκογραφική τους δουλειά, κυκλοφόρησε πέρυσι ενθουσιάζοντας και τον πιο αισιόδοξο οπαδό τους. Καίτοι πιστό στη μέχρι τώρα πορεία του συγκροτήματος και στις βασικές αρχές του, το “Astro…” είναι ό,τι πιο progressive και rock είχε επιδείξει ως τότε η παρέα του Rick Hagan. Η μπάντα πετυχαίνει μια απόλυτη ισορροπία μεταξύ metal (BLACK SABBATH, TROUBLE) και rock (LED ZEPPELIN, THE DOORS, RUSH, RAINBOW, DEEP PURPLE), δείχνει τη λατρεία της προς τα blues αλλά και τους πρώιμους IRON MAIDEN μέσω των χαρακτηριστικών αρμονιών της κιθάρας και εμπλουτίζει τη μουσική της με ψυχεδέλεια στις σωστές αναλογίες. Η ψυχεδέλεια επίσης είναι αυτή που στρέφει τον Hagan να αλλάξει το concept και να μιλήσει για τα ναρκωτικά, την επιστημονική φαντασία και τον πόλεμο του Βιετνάμ. Οι ομοιότητες λοιπόν με το παρελθόν εμφανείς, αλλά οι διαφορές μεγάλες και με θετικό πρόσημο. O Rowan Robertson rock-άρει «ζόρικα» στο κομμάτι “Grace & Pain”, στο “Hawks & Doves” τραγουδά ο Eirikur Hauksson (ARTCH) και σολάρει ο Thomas Tofthagen (AUDREY HORNE) αλλά η κορυφή του δίσκου είναι άλλη και λέγεται “A stone for the bodies not find”. Άκουσέ το και θα αποτελέσει ευθύς το μεγαλύτερο επιχείρημά σου, αν θες κάποια στιγμή να εξηγήσεις χωρίς λόγια το πόσο «πλούσια» είναι μουσικά αυτή η μπάντα.
Και φτάνουμε στο «σήμερα». Οι HEX A.D. δεν καταλαβαίνουν ούτε από πανδημίες, ούτε από τίποτα… έναν χρόνο μόλις μετά το τελευταίο τους πόνημα, κυκλοφορούν το “Funeral tango for Gods & men”. Αν πέρυσι ο πήχης τοποθετήθηκε πολύ ψηλά, φέτος έσπασε. Δεν υπήρχε κανένας λόγος απραξίας και μοιρολατρικής αδράνειας. Λίγες εβδομάδες μετά την κυκλοφορία του “Astro…”, η μπάντα θα βρισκόταν ξανά στο studio για να συνθέσει και να προβάρει νέα κομμάτια. Το σημαντικό, σύμφωνα με τον Hagan, δεν είναι να περιμένεις πότε θα δώσεις ένα live, αλλά αν έχεις έμπνευση να συνθέτεις. Και όταν τα υπόλοιπα μέλη συνεισφέρουν με τις δικές τους ιδέες στην τελική μορφή των κομματιών, αυτό έχει πολλαπλό αντίκτυπο στο τελικό αποτέλεσμα και τραβά ακόμη περισσότερο στα άκρα τη μουσική σου. Πιο σκοτεινό, ακόμη πιο προοδευτικό, μακριά από την στείρα έννοια του όρου, το “Funeral tango for gods & men” (τι τίτλος!) αναδύεται από τα βρύχια του 70s heavy rock και κουβαλά μαζί του μια ολόκληρη δεκαετία.
Όχι, οι παραλιόπαιδες από το Telemark δεν άλλαξαν, παραμένουν μια κατά βάση doom μπάντα. Μπορεί τα πρωτεία να τα πήραν το παραδοσιακό hard rock και το πρώιμο heavy metal, μπορεί τα old school blues να είναι παρόντα με τρόπο εμφατικό (“Got the Devil by the tail” – ύμνος!), μπορεί το prog rock να έχει γίνει δεύτερη φύση στον Rick Hagan και στην παρέα του, αλλά το doom είναι…too hard to die. Και οι στίχοι; «Αυτός ο δίσκος περιλαμβάνει τους πιο προσωπικούς και ειλικρινείς στίχους μου μέχρι σήμερα», λέει ο ίδιος. «Πάντα μου άρεσε να γράφω για ταινίες τρόμου και γενικά πράγματα που φέρνουν στον ακροατή ανατριχίλα, υπάρχουν εκ νέου σχετικές αναφορές σε μερικά από τα καινούργια τραγούδια μας, αλλά τούτη τη φορά έχω γράψει βαθύτερους και πιο προσωπικούς στίχους». Ο Rowan Robertson, κάτι σαν ανεπίσημο πέμπτο μέλος πια, δηλώνει και πάλι το «παρών» σε δύο τραγούδια (“Hell hath no fury”, “All the rage”) ενώ ένας άλλος βετεράνος βιρτουόζος και σημαντικό «γρανάζι» του σκανδιναβικού hard rock, ο Ronni Le Tekrö (ΤΝΤ), είναι όπως αναμενόταν εκπληκτικός στο καταληκτικό, ατμοσφαιρικότατο “Positively Draconian”. Ίσως για αυτό να του έδωσαν αυτή τη θέση. Για την τελική άριστη εντύπωση. Εξάλλου την πρώτη την έχει πάλι ο Dave Patchett. Μα… δες τι φιλοτέχνησε!
Αν έπρεπε να δώσουμε μία «ταμπέλα» σε αυτό που παίζουν οι HEX A.D., θα ήταν μάλλον “progressive doom metal”, αλλά τι νόημα έχουν οι ταμπέλες από ένα σημείο και μετά; Θες τη μουσική σου πολυποίκιλη σε ρυθμούς και επιρροές; Θες ογκώδη, δυναμικό ήχο, με μια αριστουργηματικά retro παραγωγή που ακούγεται συνάμα σύγχρονη; Θες να ακούσεις μια μπάντα στην απόλυτη ακμή της, την στιγμή που κυκλοφορεί έναν εξαιρετικό δίσκο; Τότε, το “Funeral tango for Gods & men” είναι για σένα. Κάνε το και θα έχεις μπροστά σου μια από τις πιο ενδιαφέρουσες κυκλοφορίες της χρονιάς. Και ξέρεις, το «ενδιαφέρουσες» ακούγεται περισσότερο ελκυστικό από κάθε άλλο προσδιοριστικό επίθετο.
Γνώρισε τους HEX A.D. μέσα από το επίσημο site τους και την σελίδα τους στο facebook
Άκουσε τη μουσική τους μέσα από τον λογαριασμό τους στο Spotify
Δημήτρης Τσέλλος
Φωτογραφίες: Stian Olsen-Dahl, David Langbach, Arash Taheri