Πενήντα δισκογραφικά χρόνια URIAH HEEP! Εντάξει, 52 είναι, αλλά αυτό το live έπρεπε να έχει δοθεί σε μέρες που η ανθρωπότητα έπαιζε το «κρυφτό» με τον Covid-19 και είχε σταματήσει κάθε καλλιτεχνική δραστηριότητα, οπότε, μας έμεινε το ολοστρόγγυλο «50». Μπορούμε όμως να βρούμε εκ νέου αφορμή και λόγο για να κρατήσουμε αυτόν τον αριθμό στη λεζάντα μας, καθώς αυτή είναι η ηλικία δύο εκ των μεγαθηρίων του group, του “Demons and wizards” και του “The magician’s birthday”. Ορίστε, αν υπάρχουν καλές προθέσεις, όλα συνωμοτούν υπέρ σου!
Οι URIAH HEEP είναι, μαζί με τους RAINBOW, η αγαπημένη μου 70s rock μπάντα. Πάντα με μάγευε αυτή η εξώκοσμη ατμόσφαιρα της μουσικής τους, σαν κάτι από παραμύθι, σαν κάτι να ένωνε τους αρθούριους μύθους του Νησιού με τις δικές μας «μέρες» και να προσπαθούσε να τις κάνει καλύτερες. Και το πετύχαινε. Με τη φωνή του Byron και του Lawton, την κιθάρα του Box, τα πλήκτρα του Hensley… Χωρίς να θέλω να μειώσω την μετέπειτα πορεία του group, η οποία ποτέ δεν έχασε την ποιότητά της κι ας άλλαζε «πρόσωπα» και στυλ παραμένοντας στο DNA της ίδια και απαράλλαχτη, αυτά που έγραψαν οι URIAH HEEP από το 1970 μέχρι το 1977 ήταν που τους ανέδειξαν και τους καθιέρωσαν ως καλλιτέχνες-θρύλους. Και σε μεγάλο ποσοστό, ήταν αυτά που θα ακούγαμε το βράδυ της Πέμπτης.
Το set, χωρισμένο σε δύο μέρη, το ακουστικό και το ηλεκτροδοτούμενο, έδινε άπλετο χώρο στο group να απλώσει στο τραπέζι όλα του τα «χαρτιά». Πριν το ακουστικό, σημαίνουσες προσωπικότητες του hard rock και του heavy metal, βαρυσήμαντες μορφές που μόνο στο άκουσμα των ονομάτων τους ριγούν εκατομμύρια άνθρωποι ανά την Υφήλιο, παρήλασαν μέσω video για να ευχηθούν στους URIAH HEEP τα «χρόνια πολλά», συμβάλλοντας και αυτοί με τον τρόπο τους στη δημιουργία των κατάλληλων εντυπώσεων-συνθηκών. Ο προτζέκτορας θα χρησιμοποιείτο ξανά πριν το encore, για να δείξει τη φορά εκείνη στιγμές απ’ όλη την καριέρα του group, όπου παρουσιάστηκαν όλα τα μέλη που φόρεσαν την τιμημένη αυτή «φανέλα» και που δυστυχώς, πολλά απ’ αυτά δεν είναι πλέον εν ζωή…
Το ακουστικό, αποτελείτο από τραγούδια ανάλογης υφής. Οι πέντε μουσικοί, καθήμενοι μπροστά μας σε ένα μινιμαλιστικό σκηνικό, ξεκινούν με το λυρικό “Circus” και μαζί τους ξεκινάμε και μεις ένα υπέροχο ταξίδι στον χωρόχρονο. Σε τούτη την ενότητα, ήταν ο Mick Box αυτός που κατά βάση προλόγιζε κάθε κομμάτι με μια μικρή ιστορία. Στην επόμενη, τον ρόλο θα τον είχε ο Bernie Shaw. Υποκειμενικά ανώτερες στιγμές, το “Confession”, το τελευταίο τραγούδι που τραγούδησε με τη μπάντα ο αείμνηστος David Byron, από το άλμπουμ “High and Mighty”, το “Rain” με την συγκλονιστική ερμηνεία του Shaw, η medley τριπλέτα των “The Wizard/Paradise/Circle of hands” και φυσικά το “Lady in black”, με τον κόσμο να αποτελεί την ιδανική χορωδία για την αιώνια, υπέροχη μελωδία του, υπό την οποία η μπάντα αποχώρησε χειροκροτώντας η ίδια το κοινό της καθώς εκείνο τραγουδούσε. Πανέμορφη στιγμή!
Θα μπορούσα να δω ένα ολόκληρο show έτσι, σε αυτό το στυλ, δεν έχω πρόβλημα να το παραδεχτώ. Ήταν κάτι μαγικό άλλωστε. Αλλά αυτό θα ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το “from lockdown to rockdown” motto της παρέας του Box, οπότε… Οπότε, ας αλλάξουν τα σκηνικά, ας γίνει το «τοπίο» εντελώς ROCK, κι ας υποδεχτούμε ξανά τους θρύλους από τη Γηραιά Αλβιώνα, «εν πάσει στολή και παρασημοφορία». Το μεγάλο παραβάν που καλύπτει τα πάντα πέφτει και η αλληλουχία “Against the odds” – “The hanging tree” (ύμνος!) – “Traveller in time” – “Between two worlds” πιστοποιεί αφενός το πόσο ποιοτικά είναι τα τελευταία χρόνια της μπάντας, αφετέρου το πόσο ικανά είναι τα κομμάτια αυτών, να συνυπάρχουν με τις τιτάνιες στιγμές του παρελθόντος.
Το «παιχνιδιάρικο» hit “Stealin’” δεν αφήνει ούτε έναν από το κοινό αμέτοχο προ των ευθυνών του («τραγούδι» το λένε και είναι τόσο όμορφο), ενώ η τραγικά υποτιμημένη (και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί) “Peter Goalby” περίοδος εκπροσωπείται από το υπεραγαπημένο μου “Too scared to run”, το οποίο αποδόθηκε σε μια heavy metal εκτέλεση, όπως έγινε και με το επίσης εκ φύσεως επιθετικό “Free ‘n’ easy”, που έμοιασε να το παίζουν οι RIOT του Guy Speranza. Μας προϊδέασε κι ο Box, το είδαμε να έρχεται όταν ρώτησε “Do we have any metalheads in here?”. Τι να λέμε τώρα… Σαρωτικό! Ενδιαφέρον είχε και η ιστορία που μας διηγήθηκε ο Shaw για το “Abominog” και το εξώφυλλό του, που είχε αναδειχθεί το δεύτερο χειρότερο της χρονιάς στις Η.Π.Α, με την πρωτιά να ανήκει στον Ozzy Osbourne και το “Speak of the Devil”!
Στο “Sweet Lorraine” χόρευαν μέχρι και τα μέλη του crew με τον manager στα παρασκήνια. Ήταν βλέπεις η τελευταία συναυλία της εορταστικής αυτής περιοδείας και όλοι είχαν κάθε δικαίωμα να «ξεδώσουν», έτσι δεν είναι; Αφανείς ήρωες και συμπαραστάτες του συγκροτήματος, ο Box τους ευχαρίστησε όλους έναν-έναν προσωπικά, βγάζοντάς τους και στην σκηνή για να τους χειροκροτήσουμε! Από πόσους το βλέπεις αυτό; Το μεγαλείο όμως των URIAH HEEP, το διακρίνει κανείς κυρίως στις μεγάλες, επικολυρικές συνθέσεις τους. Στο “Rainbow demon”, έναν από τους στυλοβάτες ολάκερου του επικού metal, που σε ΑΥΤΗ την εκτέλεση, ειδικά, έστειλε αμέτρητους «επικούς» να κλάψουν σε εμβρυακή στάση στη μπανιέρα του σπιτιού τους, γιατί ΑΥΤΟ το μεγαλείο δε θα το αγγίξουν ποτέ, όσα σπαθιά, τσεκούρια και βαρβάρους και να βάλουν στη μουσική ή στα εξώφυλλά τους.
Στο “What kind of God”, από το “Wake the sleeper”, μαθητή άξιο και αντάξιο των μυθικών πρεσβύτερων δασκάλων του. Είμαι σίγουρος πως ένα τέτοιο τραγούδι, θα έβαλε σε δεύτερες σκέψεις όσους ακόμη και σήμερα, εμμένουν κολλημένοι στο παρελθόν και αρνούνται να ακολουθήσουν τους σύγχρονους Heeps. Γιατί υπάρχουν κι αυτοί και είναι αρκετοί. Τα υπέρβαρα, σχεδόν τελετουργικά χτυπήματα στα τύμπανα, στην μετάβαση στο “Sunrise”, άνοιξαν μπροστά μας μια πύλη προς έναν κόσμο καινούργιο, ηρωικό και άσπιλο. Φώτα, καπνοί, effects σε πλήρη αντιστοιχία με τους στίχους και την «αύρα» του ΕΠΟΥΣ, αυτό ήταν το «ξημέρωμα» που θέλαμε όλοι μας να βιώσουμε, εκείνο το πρωινό του Ιουλίου (“July morning”), with the strength of a new day dawning and the beautiful sun… Τα “Gypsy” και “Easy livin’” στο ενθουσιώδες encore, ήταν οι ιδανικές και αναμενόμενες επιλογές, για να ζήσει το συγκρότημα στιγμές απόλυτης αποθέωσης και να κλείσει τη βραδιά ως έπρεπε.
Οι URIAH HEEP, ως ζωντανή εφαρμογή του ρητού «σαν το παλιό, καλό κρασί», απέδειξαν πως το «μαλλί βαμβάκι» είναι απλά μια αλλαγή στην εξωτερική εμφάνιση και τίποτα περισσότερο. Ο Mick Box, με το αιώνιο, πηγαίο του χαμόγελο, ένας ζωντανός θρύλος. Δίπλα του, οι δυο συνοδοιπόροι του από το 1986, ο Bernie Shaw και ο Phil Lanzon. Ο πρώτος, ο μακροβιότερος τραγουδιστής της μπάντας, ο άνθρωπος που ερμηνεύει το ίδιο καλά ολόκληρη την καριέρα της και μπαίνει με την ίδια άνεση στα «παπούτσια» όλων των προκατόχων του. Ο δεύτερος ένας πραγματικός μαέστρος, με σημαντική συμβολή στα δεύτερα φωνητικά (και όταν μιλάμε για HEEP, ξέρουμε πόσο σημαίνων είναι αυτός ο τομέας), να παίρνει πολλές φορές το group στις πλάτες του και να βγαίνει μπροστά, ως αιχμή του δόρατος. Και τέλος ο Russell Gilbrook στα τύμπανα και ο Dave Rimmer στο μπάσο, αναλαμβάνοντας την ισχύ πυρός ο πρώτος, τα έντεχνα «γεμίσματα» ο δεύτερος, ιδανικοί για να δίνουν πνοή ζώσα στο συγκρότημα, καύσιμο στη μηχανή του και χρόνια στη ζωή του.
Μακάρι οι URIAH HEEP να μην ήταν εξαίρεση, αλλά ο κανόνας. Μακάρι όλες οι συνομήλικές τους μπάντες να ήταν στην ίδια ακριβώς κατάσταση. Επειδή όμως δεν είναι και επειδή τούτοι δω οι δεινόσαυροι του rock μοιάζουν να έχουν κρύψει για τα καλά το πορτραίτο του Dorian Gray σε μέρος που κανείς δε θα το βρει, ποτέ, οφείλουμε κι εμείς να τους αποθεώσουμε. Όχι τυπικά, όχι για το θεαθήναι, αλλά ουσιαστικά και ειλικρινά. Χαρούμενα 50ά γενέθλια Mick, Bernie, Phil, Russell και Dave. Είθε να γιορτάσουμε μαζί σας πολλά ακόμη, ευχαριστώντας σας που ομορφαίνετε τις ζωές μας!
Acoustic set:
Circus
Tales
Free me
Come away Melinda
Confession
Rain
The Wizard/Paradise/Circle of hands (medley)
Lady in black
Electric set:
Against the odds
The hanging tree
Traveller in time
Between two worlds
Stealin’
Rainbow demon
Too scared to run
What kind of God
Sunrise
Sweet Lorraine
Free ‘n’ easy
July morning
Encore:
Gypsy
Easy livin’
Δημήτρης Τσέλλος
Φωτογραφίες: Έλενα Βασιλάκη