Με το ντεμπούτο τους, “The Revenant King” του 2015 , οι Αμερικανοί VISIGOTH δημιούργησαν μεγάλο θόρυβο γύρω από το όνομα τους αλλά παράλληλα ανέβασαν και πολύ ψηλά τον πήχη των απαιτήσεων όσον αφορά τη μετέπειτα πορεία τους. Απόλυτα λοιπόν φυσιολογικό, όταν οι power metallers από την Utah ανακοίνωσαν την κυκλοφορία του δεύτερου δίσκου τους, εκδηλώθηκε τεράστιο ενδιαφέρον για το αν και κατά πόσο θα κατάφερναν να πιάσουν τα υψηλά στάνταρ που οι ίδιοι είχαν θέσει. Τρία λοιπόν χρόνια μετά το πρώτο τους άλμπουμ, η δεύτερη τους δουλειά με τίτλο “Conqueror’s Oath” είναι στη διάθεση μας και πάμε να δούμε αν οι προσδοκίες μας άξιζαν την αναμονή.
Βασική διαφορά σε σχέση με το ντεμπούτο τους, είναι ότι το “Conqueror’s Oath” ακούγεται, τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά, λιγότερο επικό όσον αφορά την ατμόσφαιρα αλλά περισσότερο ευθύ και άμεσο,μια πιο in your face κατάσταση. Αν αυτό επηρεάζει την ποιότητα των συνθέσεων; Ξεκάθαρα όχι. Αντίθετα οι VISIGOTH καταφέρνουν να μεγαλουργήσουν χωρίς να επαναπαύονται στις δάφνες επιτυχίας του “The Revenant King”.
Το εναρκτήριο κομμάτι “Steel And Silver” με την πορωτική riffάρα του βάζει το στίγμα του για τα καλά. Αρκετά επικό, λειτουργεί σαν συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους δύο δίσκους. Γρήγορο και στακάτο το “Warrior Queen”, από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου, σε πιο κλασικές φόρμες όπως ανέφερα παραπάνω, με μια μελωδική, επική γέφυρα στη μέση. Ακόμα πιο γρήγορα κομμάτια είναι τα “Outlive Them All” και “Blades In The Night” ενώ η αμιγώς επική πλευρά των VISIGOTH εκπροσωπείται ένδοξα με τα “Hammerforged”, “Traitor’s Gate” και το ομώνυμο κομμάτι του δίσκου, με το τελευταίο να ξεχωρίζει. Μια πανέμορφη, μελαγχολική σύνθεση πλημμυρισμένη από λυρισμό, συναίσθημα και δύναμη. Όσο για το “Salt City” , χωρίς να είναι κακό, ακούγεται λίγο εκτός κλίματος σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κομμάτια. Ίσως όμως να είμαι εγώ ο γερο παράξενος. Εσείς μπορείτε κάλλιστα να το δείτε σαν ένα ευχάριστο διάλειμμα. Από εκεί και πέρα αξίζει να σταθούμε λίγο περισσότερο στο κιθαριστικό δίδυμο των Palmer/ Campana που ακούγεται πιο δεμένο σε σύγκριση με το πρώτο άλμπουμ με τις επιρροές από MAIDEN και PRIEST να μην ενοχλούν καθόλου, ενώ η στιβαρή παραγωγή για δεύτερη φορά από τον Andy Patterson είναι αυτή που πρέπει, Στιβαρή και χωρίς υπερβολές. Όσο για τον τραγουδιστή Jake Rogers που σε κάποιους μπορεί να ακούγεται αταίριαστος, για μένα τουλάχιστον είναι αξιοπρεπής και σοβαρός.
Με το “Conqueror’s Oath” οι VISIGOTH αποδεικνύουν ότι δεν είναι μια μπάντα-φωτοβολίδα του ενός άλμπουμ. Πιο ώριμοι αλλά ακόμη πιο δυναμικοί μπορούν πλέον να σταθούν άνετα δίπλα σε μεγαθήρια του είδους. Μια πραγματικά εξαιρετική δουλειά, ένας υπέροχος δίσκος ατόφιου heavy metal. Σκέφτεστε τίποτα καλύτερο;
8 / 10
Θοδωρής Κλώνης