WINGS OF STEEL interview (Leo Unnermark & Parker Halub)

0
180
Wings




















Wings

“Stand and deliver, electrifying steel!”

Οι Αμερικανοί WINGS OF STEEL, μέσα σε μόλις τρία χρόνια, έφτασαν να θεωρούνται όχι μια από τις μεγαλύτερες ελπίδες όσον αφορά το μέλλον του κλασσικού, αγαπημένου μας hard rock/heavy metal ήχου, αλλά μια από τις μπάντες οι οποίες ήδη πρωταγωνιστούν και οδηγούν τις εξελίξεις. Κάπου ανάμεσα στις πάμπολλες συναυλιακές τους υποχρεώσεις, το Rock Hard καταφέρνει και «στριμώχνει» το ηγετικό δίδυμο των Leo Unnermark (φωνητικά) και Parker Halub (κιθάρα) και συζητά μαζί τους για το φετινό, εκπληκτικό από κάθε άποψη “Winds of Time” αλλά και για πολλές άλλες πτυχές της μέχρι τώρα πορείας τους.

Παίδες, καλώς ορίσατε στο Rock Hard και συγχαρητήρια για το φετινό σας αριστούργημα! Είμαι σίγουρος πως σας πετυχαίνω σε πολύ καλή φάση!
Parker: Ευχαριστούμε πολύ, Δημήτρη! Ναι, όντως, είμαστε πολύ καλά και χαιρόμαστε πολύ που θα τα πούμε!

Ας ξεκινήσουμε μαθαίνοντάς σας λίγο καλύτερα. Ποιες ήταν οι μουσικές σας επιρροές, οι «πηγές» της έμπνευσής σας; Leo, αρχίζοντας από σένα, τι σε ώθησε να γίνεις τραγουδιστής;

Leo: Μεγάλωσα στην Σουηδία, σε ένα σπίτι όπου πάντα ακουγόταν σύγχρονο blues και κλασσικό hard rock… Καλλιτέχνες όπως ο Joe Bonamassa, ο Walter Trout, ο Jonny Lang, οι BAD COMPANY, οι UFO και οι THIN LIZZY (σ.σ: να τι σημαίνει «καλό μουσικό γούστο»). Αυτή η μουσική έγινε το soundtrack των παιδικών μου χρόνων, διαμόρφωσε τον τρόπο με τον οποίο άκουγα τη μελωδία, τη φωνή και την κιθάρα να συνυπάρχουν και κάπως έτσι, κατανόησα τον τρόπο με τον οποίο όλα αυτά συνδέονται μέσω του συναισθήματος και της έκφρασης. Θυμάμαι λοιπόν τον εαυτό μου να τραγουδάει, πολύ πριν σκεφτώ ότι θέλω να γίνω τραγουδιστής! Το να τραγουδάω όταν άκουγα δίσκους με έμαθε να πειραματίζομαι με το αυτί, κάτι που φυσικά έγινε ο τρόπος με τον οποίο ανέπτυξα τη φωνή μου: Με το να την αισθάνομαι! Καθώς τα παιδικά μου χρόνια έδωσαν τη θέση τους στην εφηβεία, άρχισα να παίζω «ζωντανά», πρώτα σε ακουστικά σετ και αργότερα σε μπάντες διασκευών. Το 2019, στα 21 μου, μετακόμισα στο Λος Άντζελες με στόχο να δημιουργήσω μια μπάντα. Εκεί γνώρισα τον Parker και τα υπόλοιπα, όπως λένε, είναι ιστορία.

Και εσένα Parker, τι σε «έσπρωξε» προς τη μουσική;
Parker: Προσωπικά, ένιωθα από πολύ μικρός μια βαθιά σύνδεση με τη μουσική, σε αντίθεση όμως με τον Leo, δε βρισκόμουν σε «μουσικό περιβάλλον» και έτσι, καθώς μεγάλωνα, έπρεπε να ανακαλύπτω πράγματα ως επί το πλείστον μόνος μου. Αρχικά ανακάλυψα τους JOURNEY και τους METALLICA, όταν ήμουν περίπου 8-9 ετών. Από εκεί και πέρα, τα μουσικά μου γούστα διευρύνθηκαν καθώς άρχισα να ανακαλύπτω όλο και περισσότερα συγκροτήματα: IRON MAIDEN, EUROPE, SCORPIONS, MEGADETH, LED ZEPPELIN, DEF LEPPARD, DIAMOND HEAD και άλλα… Έτσι, από αρκετά μικρή ηλικία ξεκίνησα το μουσικό μου ταξίδι και από τότε έχω διευρύνει τους ορίζοντές μου προς διάφορες κατευθύνσεις. Όσον αφορά την κιθάρα, εξαρχής με γοήτευε και πήρα την πρώτη μου σε ηλικία 10 ετών. Εκεί ήταν που όλα άρχισαν να έχουν νόημα για μένα! Από τη στιγμή λοιπόν που άρχισα να παίζω, ήξερα ότι αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου και, σχεδόν 14 χρόνια μετά, είμαι χαρούμενος που συνεχίζω να το κάνω.

Οπότε, η αρχή των WINGS OF STEEL έγινε το 2019 στο L.A
Parker: Ναι, ενώ σπουδάζαμε μουσική. Με το που αρχίσαμε να μιλάμε, όλα ταίριαξαν. Μοιραζόμασταν το ίδιο πάθος για το γνήσιο, μελωδικό heavy metal και hard rock, μαζί με επιρροές που εκτείνονται πολύ πέρα από αυτά: Από thrash, blues και ορχηστρική μουσική έως flamenco και doom metal, ακόμη και είδη που δεν μπορούν να κατηγοριοποιηθούν. Από την πρώτη μας πρόβα, η μεταξύ μας «χημεία» ήταν αναμφισβήτητη. Υπήρχε ένα κοινό όραμα και ένα κοινό όνειρο, θέλαμε να δημιουργήσουμε μουσική που να είναι διαχρονική και αληθινή, ακόμα κι αν δεν είχαμε συγκεκριμένο σχέδιο για το πώς θα το πετύχουμε…

Πότε βρήκατε τα «πατήματά» σας;
Leo: Μας πήρε αρκετό καιρό, γράφοντας και τελειοποιώντας τον ήχο μας, μέχρι να νιώσουμε ότι αυτό αντιπροσώπευε πραγματικά το ποιοι ήμασταν. Έτσι φτάσαμε στην κυκλοφορία του ντεμπούτου EP μας το 2022, που σηματοδότησε την επίσημη έναρξη των WINGS OF STEEL. Από τότε, η αποστολή μας παραμένει η ίδια: Να γράφουμε τη μουσική που αγαπάμε, χωρίς όρια. Η αυθεντικότητα, η αφοσίωση και το πάθος ανέκαθεν ήταν και πάντα θα είναι τα θεμέλιά μας.

Καθώς περνά ο καιρός, πιστεύετε πως αυτή η «ταυτότητα», ενισχύεται;
Leo: Απόλυτα! Με κάθε κυκλοφορία, η ταυτότητα που έχουμε ως μπάντα γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη.

Ποιες οι εντυπώσεις σας από τον αντίκτυπο του “Gates of Twilight“; Είχε το αποτέλεσμα που περιμένατε;
Leo: Ακόμα και τώρα, όταν κοιτάζουμε πίσω στο “Gates of Twilight”, αισθανόμαστε μεγάλη υπερηφάνεια για αυτό που καταφέραμε. Ήταν η πρώτη φορά που παρουσιάσαμε μια πραγματικά πλήρη «εικόνα» του ποιοι ήμασταν ως μπάντα αφού είναι γραμμένο, ηχογραφημένο και σε παραγωγή εξ ολοκλήρου από εμάς τους ίδιους. Όσον αφορά τον αντίκτυπο, ξεπέρασε τις προσδοκίες μας από κάθε άποψη! Η ανταπόκριση των οπαδών παγκοσμίως, οι κριτικές και οι ευκαιρίες που ακολούθησαν ήταν πέρα από οτιδήποτε είχαμε στο νου μας. Αυτός ο δίσκος μας ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη, μας έφερε σε μεγάλες σκηνές και ανήγαγε τους WINGS OF STEEL ως μια ανερχόμενη δύναμη, ικανή να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ της underground σκηνής και της «Α’ Εθνικής» του metal, κάτι σπάνιο αλλά και πολύ απαραίτητο για την επόμενη γενιά heavy metal συγκροτημάτων (σ.σ: είπε μεγάλη κουβέντα ο άνθρωπος, που χρειάζεται μια συνέντευξη από μόνη της για να αναλυθεί).

Το είδατε και σαν εφαλτήριο για κάτι ακόμη μεγαλύτερο;
Parker: Ναι! Ένα σκαλοπάτι! Θέλουμε κάθε κυκλοφορία να εξελίσσει τον ήχο και την ταυτότητα μας και αυτό συμβαίνει και με το “Winds of Time”, που μοιάζει με ένα μεγάλο άλμα προς τα εμπρός, ως προς αυτήν την εξέλιξη. Το “Gates of Twilight” αποτύπωσε την ακατέργαστη δύναμη και το πνεύμα μας, το “Winds of Time” ήρθε να κάνει το επόμενο βήμα, τελειοποιώντας τα.

Πάμε λοιπόν στο “Winds of Time”. Πείτε μου για τη διαδικασία σύνθεσης και ηχογράφησης.
Leo: Η διαδικασία σύνθεσης ήταν έντονη! Είχαμε μεν κάποιες ιδέες, αλλά τίποτα δεν ήταν προηχογραφημένο… όλα δημιουργήθηκαν στο στούντιο! Σε διάστημα δέκα έως έντεκα εβδομάδων, δημιουργήσαμε το άλμπουμ κομμάτι-κομμάτι, αφήνοντας κάθε ιδέα να αναπτυχθεί απολύτως φυσικά. Μερικά τραγούδια δημιουργήθηκαν σε λίγες ώρες, άλλα χρειάστηκαν λίγο περισσότερο χρόνο για να πάρουν την τελική τους μορφή αλλά δε μας πείραξε αυτό, γιατί ξέρουμε ότι αυτές οι στιγμές συνήθως σημαίνουν ότι έχεις βρει κάτι ξεχωριστό.
Parker: Και μόλις η μουσική γράφτηκε και ηχογραφήθηκε, ο Damien Rainaud εντάχθηκε στο συγκρότημα ως drummer και ανέλαβε επίσης τη μίξη και το mastering.

Η συμβολή του Damien είναι πολύ μεγάλη! Νομίζω πως χτυπήσατε φλέβα χρυσού στην περίπτωσή του.
Leo: Ευχαριστούμε και συμφωνούμε! Ο Damien κατανοεί το όραμά μας καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο και ξέρει ακριβώς πώς να το υλοποιήσει. Η συνεργασία μαζί του είναι πάντα μια πολύ ομαδική διαδικασία, με πολλές αλληλεπιδράσεις, πειραματισμούς και μικρο-αλλαγές μέχρι να νιώσουμε ότι όλα είναι σωστά. Αυτή η προσοχή στη λεπτομέρεια που δείχνουμε τόσο εμείς όσο κι αυτός και η αμοιβαία κατανόηση που υπάρχει, οδήγησαν σε ένα τελικό αποτέλεσμα για το οποίο είμαστε πραγματικά περήφανοι! Ο Damien ξέρει πώς να κάνει τη μουσική μας να ακούγεται δυναμική με μια μοντέρνα πινελιά, χωρίς να χάνει τη φυσική, ακατέργαστη και ζεστή vintage αισθητική και δυναμική που χαρακτηρίζει τον ήχο μας.

Θετικά ή αρνητικά γεγονότα κατά τη διάρκεια του «ταξιδιού», τυχόν αστείες καταστάσεις και άλλα παρόμοια, υπήρξαν;
Parker: Όλα πήγαν καλά, ευτυχώς. Όσον αφορά «τρελές καταστάσεις», εκτός από το ότι το στούντιο-καταφύγιο μας πλημμυρίζει από καιρό σε καιρό όταν βρέχει (γέλια), το χιούμορ για εμάς υπερτερεί έναντι οποιουδήποτε μεμονωμένου γεγονότος. Στο τέλος της ημέρας, είμαστε σαν αδέλφια, ό,τι και να έχει συμβεί μπορούμε να κάνουμε «ένα βήμα πίσω» και να το γελάσουμε! Άλλωστε, το γεγονός ότι πριν από περίπου τέσσερα χρόνια δεν ξέραμε σχεδόν τίποτα για το πώς να τα καταφέρουμε στη μουσική βιομηχανία, πόσο μάλλον κινούμενοι ανεξάρτητα και τώρα μπορούμε να μαζευόμαστε, να γράφουμε μουσική, να διασκευάζουμε τραγούδια που αγαπάμε, να τα κυκλοφορούμε ψηφιακά και φυσικά, να τα προωθούμε σε επίπεδο που κάνει τον κόσμο να πιστεύει ότι έχουμε υπογράψει σε μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία, είναι από μόνο του τρελό! (γέλια) Είναι σαν να είμαστε σε ένα τραίνο το οποίο απογειώνεται!

Είπες τη λέξη «αδέρφια». Πόσο σημαντικές είναι οι καλές διαπροσωπικές σχέσεις σε ένα συγκρότημα; Θα μπορούσατε να ανεχτείτε ένα πρότυπο επαγγελματία, αν δεν τα πηγαίνατε καλά μεταξύ σας ως χαρακτήρες;
Parker: Πιστεύουμε ότι ο μόνος τρόπος για να προσφέρουμε κάτι το αυθεντικό και να σεβαστούμε πραγματικά τόσο τη μουσική μας όσο και το κοινό μας, είναι να απολαμβάνουμε ειλικρινά το να είμαστε μαζί στην σκηνή. Αν οι σχέσεις μέσα στο συγκρότημα δεν είναι καλές, αυτό επηρεάζει την ίδια την ουσία του τρόπου με τον οποίο μεταδίδεται η μουσική…
Leo: …γι’ αυτό και αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα για εμάς, οι μουσικοί με τους οποίους συνεργαζόμαστε να είναι όχι μόνο εξαιρετικά ταλαντούχοι, αλλά και άνθρωποι για τους οποίους νοιαζόμαστε πραγματικά και με τους οποίους έχουμε προσωπική σχέση. Το πιο όμορφο από όλα όμως, για να συμπληρώσω κάτι επάνω στην προηγούμενη ερώτηση, είναι ότι αυτό το «ταξίδι», μας έδωσε την ευκαιρία να ταξιδέψουμε και να γνωρίσουμε τους καλύτερους οπαδούς στον κόσμο, ανθρώπους που μας θυμίζουν γιατί το κάνουμε αυτό. Εκεί βρίσκεται η πραγματική ομορφιά, στο να παραμένεις χαρούμενος ακόμη και μέσα στις χιλιάδες ώρες σχεδιασμού και γραφειοκρατικής εργασίας πίσω από τα παρασκήνια, όταν διευθύνεις τη δική σου δισκογραφική εταιρεία. Ειδικότερα δε, όταν απλά ξεκινάς με σκοπό να «γράψεις μερικά ωραία κομμάτια».

Μιλώντας για αυτά τα «ωραία κομμάτια»… Από το αμερικανικό hard rock στο βρετανικό heavy metal και στο αμερικανικό power metal, είναι η «απόσταση» όντως τόσο μικρή, ή εσείς την κάνετε να φαίνεται έτσι;
Leo: Όταν γράφουμε, πραγματικά, δεν σκεφτόμαστε με όρους «είδους». Για εμάς, η σύνθεση έχει περισσότερο να κάνει με την ενέργεια και το συναίσθημα εκείνης της στιγμής, αυτό που νιώθουμε ότι πρέπει να εκφραστεί εκείνη την στιγμή. Μερικές φορές, αυτό εκφράζεται με κάτι πιο hard rock, άλλες φορές τείνει προς το κλασσικό heavy metal ή ακόμα και προς τα blues, το doom ή το speed metal. Πάντως, σπάνια είχαμε σκοπό να γράψουμε ένα συγκεκριμένο είδος τραγουδιού.

Ακολουθείτε λοιπόν το ένστικτό σας…
Parker: Όλα αυτά τα στυλ έχουν τις ίδιες βασικές ρίζες: Τη μελωδία, τη δύναμη, το συναίσθημα… οπότε η «απόσταση» μεταξύ τους, μας φαίνεται πολύ μικρή. Ακολουθούμε λοιπόν την έμπνευση όπου κι αν μας οδηγήσει και προσπαθούμε να αποτυπώσουμε αυτή την «σπίθα» στην πιο ειλικρινή της μορφή. Γνωρίζουμε ότι σε έναν κόσμο όπου η κατηγοριοποίηση τείνει να κυριαρχεί, αυτή η προσέγγιση μπορεί να μας αφήσει να αιωρούμαστε κάπου στο ενδιάμεσο χωρίς ακριβή «ταμπέλα», αλλά να σου πω κάτι; Ίσως αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό μας να είναι που θα μας εξελίξει, με την πάροδο του χρόνου, σε μοναδικά αναγνωρίσιμους! Δεν μας απασχολεί λοιπόν ιδιαίτερα αυτό το θέμα. Αυτή είναι η προσέγγισή μας από την πρώτη μέρα και μέχρι στιγμής, έχει αποδώσει αρκετά καλά.

Photo by Christina Alossi

Όταν αρχίσατε να συνθέτετε το νέο υλικό, ποιοι ήταν οι στόχοι σας; Το να ξεπεράσετε σε ποιότητα το “Gates of Twilight“, υπήρχε στα πλάνα σας;
Leo: Με το νέο άλμπουμ, σε αντίθεση με όταν γράφαμε το “Gates of Twilight”, είχαμε πολύ περισσότερη εμπειρία από «ζωντανές» εμφανίσεις και αυτό φυσικά επηρέασε τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίσαμε τα τραγούδια. Ο κύριος στόχος μας αυτήν τη φορά ήταν απλά να δημιουργήσουμε αυτό που μας φαινόταν σωστό και να αφήσουμε τη διαδικασία να εξελιχθεί φυσικά, χωρίς να σκεφτόμαστε υπερβολικά την κατεύθυνση ή τις προσδοκίες του κόσμου. Οπότε, το να προσπαθήσουμε να «ξεπεράσουμε» το προηγούμενο έργο μας δεν ήταν κάτι που πραγματικά σκεφτόμασταν. Κάθε άλμπουμ αντιπροσωπεύει μια στιγμή στο χρόνο, είναι μέρος μιας συνεχούς εξέλιξης και προόδου και τίποτα δεν θα ακούγεται ποτέ ακριβώς όπως αυτό που προηγήθηκε. Καθώς εξελισσόμαστε ως μουσικοί, και στην περίπτωσή μας ως δίδυμο συνθετών, η μουσική εξελίσσεται μαζί μας.

Σας ενοχλεί η σύγκριση των δύο δίσκων;
Parker: Υπάρχει μια κοινή ταυτότητα πίσω από κάθε κομμάτι, με επαναλαμβανόμενα θέματα, ξεκάθαρες ομοιότητες και θα έλεγα κοινό DNA, οπότε δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με το να συγκρίνονται τα δυο άλμπουμ. Και αν σε κάποιους αρέσει περισσότερο το “Gates of Twilight”, κανένα πρόβλημα!

Κανείς μας δεν περίμενε ένα τραγούδι δέκα λεπτών, το ομώνυμο του νέου δίσκου, ως πρώτο single… Ποια ήταν η λογική πίσω από αυτή την επιλογή;
Parker: Από την αρχή, δεν μας ενδιέφερε ποτέ να ακολουθούμε φόρμουλες ή να κυνηγάμε αυτό που περιμένει ο κόσμος. Γνωρίζαμε λοιπόν ότι η κυκλοφορία ενός τραγουδιού διάρκειας δέκα λεπτών ως πρώτο single ήταν ασυνήθιστη, αλλά μας φαινόταν σωστή. Το “Winds of Time” αποτύπωνε τέλεια το εύρος και το συναίσθημα που εκφράζει ολόκληρο το άλμπουμ. Είναι ένα ταξίδι από μόνο του, τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά, αντικατοπτρίζοντας την τωρινή δημιουργική μας φάση και θέλαμε να είναι η πρώτη εντύπωση του ακροατή. Παρόλο που είναι μεγάλο, έχει τόσες αλλαγές που δε γίνεται επαναλαμβανόμενο. Και αν μη τι άλλο, δείχνει ότι δεν φοβόμαστε να πάρουμε κάποιο ρίσκο, όταν αυτό εξυπηρετεί την Τέχνη.

Και οι στίχοι;
Leo: Αντλούμε έμπνευση από την ίδια τη ζωή, τις προσωπικές μας διαδρομές και τον κόσμο γύρω μας. Οι στίχοι μας στοχεύουν να αντικατοπτρίζουν την αίσθηση αφήγησης και τη δυναμική αντίθεση που υπάρχει στον ήχο μας. Πολλοί από τους στίχους προέρχονται από τον στοχασμό γύρω από τα «πάνω» και τα «κάτω» της ζωής, την αναζήτηση του σκοπού της και τις συνεχείς αντιθέσεις που την συνοδεύουν. Συχνά, δεν πρόκειται για αφήγηση μιας πραγματικής ιστορίας, όσο για την αποτύπωση ενός συναισθήματος ή μιας αλήθειας που μπορεί να σημαίνει κάτι διαφορετικό για τον καθένα που την ακούει. Αυτή η ισορροπία είναι που την κάνει αληθινή για εμάς και, ελπίζουμε, διαχρονική για τον ακροατή. Αν και με τα περισσότερα από τα τραγούδια μας αναζητούμε συχνά την έμπνευση στο «μέσα» μας, με το καινούργιο μας άλμπουμ στρέφουμε το βλέμμα μας και γύρω μας, στον ανθρώπινο πόνο και στις αδικίες που σημαδεύουν την εποχή μας.

Πώς προέκυψε η κυκλοφορία του “Live in France”; Κάποτε, ακούγαμε live albums που είχαν τον σκοπό και το “feeling” ενός “best of”… Γαμώτο, μου λείπει αυτό!
Leo: Καταλαβαίνω! Άκου τώρα μια «κουφή» ιστορία… Το να κυκλοφορήσουμε ένα live άλμπουμ, δεν ήταν κάτι που είχαμε προγραμματίσει! Κατά τη διάρκεια της πρώτης μας ευρωπαϊκής περιοδείας, δώσαμε δύο συναυλίες στη Γαλλία, μία στο Παρίσι και μία στη Λιλ. Μετά τη δεύτερη συναυλία, ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων και προώθησης μας εκεί, μας ενημέρωσε ότι η συναυλία στη Λιλ είχε ηχογραφηθεί, δίχως να το γνωρίζουμε! Εξαιτίας όμως αυτού, δηλαδή της άγνοιάς μας, η ηχογράφηση μας «αποτύπωσε» αυθεντικούς, αυθόρμητους! Τίποτα δεν ήταν «σκηνοθετημένο», ακούς απλά μια μπάντα να παίζει όπως παίζει κάθε βράδυ! Όταν το ακούσαμε, το αποτέλεσμα μας εξέπληξε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Έτσι, αποφασίσαμε να το προχωρήσουμε, βελτιώνοντας τις μίξεις και αφήνοντας την… παράσταση να μιλήσει από μόνη της! Πρέπει επίσης να πούμε ότι ο Damien έκανε πολύ καλή δουλειά στη μίξη και ξέρεις, Δημήτρη, η μίξη είναι το μεγαλύτερο μειονέκτημα πολλών «ζωντανών» δίσκων… σίγουρα πάντως, όχι στη δική μας περίπτωση!

Με τη διασκευή στο “Dreamer Deceiver”, ενθουσιάστηκα. Βλέπετε, οι JUDAS PRIEST είναι ένα από τα δύο-τρία περισσότερο αγαπημένα μου metal συγκροτήματα. Ακούγοντας εν συνεχεία το “Winds of Time“, συνειδητοποίησα πως και για σας, μάλλον το ίδιο ισχύει!
Parker: Χαιρόμαστε που το ακούμε αυτό! Όντως, αγαπάμε τους JUDAS PRIEST! Μπορείς να ακούσεις τη δημιουργική τους «ελευθερία» και τις «αποχρώσεις» της μουσικής τους σε εκείνα τα πρώτα άλμπουμ και το “Dreamer Deceiver” ήταν πάντα ένα από τα πλέον αγαπημένα μας τραγούδια τους. Όταν προσεγγίζουμε ένα τραγούδι για να το διασκευάσουμε, ο στόχος μας είναι να ερμηνεύσουμε το τραγούδι μέσα από τη δική μας ταυτότητα, ως WINGS OF STEEL. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να αποδώσουμε τον σεβασμό μας, διατηρώντας παράλληλα την αυθεντικότητά μας και επίσης μας απαλλάσσει από μεγάλη πίεση, όταν παίζουμε ένα διαχρονικό, κλασσικό κομμάτι, όπως ας πούμε αυτό, καλή ώρα.

Leo, ήταν δύσκολο για σένα να προσεγγίσεις τα φωνητικά, δεδομένου ότι ο Halford είναι ένας από τους καλύτερους τραγουδιστές όλων των εποχών;
Leo: Από φωνητικής απόψεως, το κύριο μέλημά μου ήταν να επικεντρωθώ στο chiaroscuro, δηλαδή στην ισορροπία μεταξύ «σκοτεινών» και «φωτεινών» τονικοτήτων, που είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα του στυλ του Rob Halford. Είναι πολύ μεγάλη η πρόκληση να εξερευνήσω αυτό το φωνητικό φάσμα, ενώ παράλληλα το κάνω «δικό» μου… Μου δίνει και έμπνευση, ταυτόχρονα!

Studio και live δίσκοι, συναυλίες, διασκευές… Τι άλλο μπορούμε να περιμένουμε στο μέλλον;
Parker: Με αυτήν την ερώτηση, μας δίνεις μια εξαιρετική ευκαιρία να μιλήσουμε για το άμεσο μέλλον και σε ευχαριστούμε πολύ γιατί ειλικρινά, είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι για αυτό! Πρόσφατα, ανακοινώσαμε μια περιοδεία 32 shows σε αρένες της Βόρειας Αμερικής με τους SABATON, καθώς και εμφανίσεις στη σκηνή μεγάλων ευρωπαϊκών φεστιβάλ όπως το Hellfest, το Alcatraz και το Rock Imperium, όπου θα μοιραστούμε την σκηνή με συγκροτήματα όπως οι IRON MAIDEN, HELLOWEEN, ACCEPT και QUEENSRYCHE. Έχετε βέβαια υπόψη σας, πως θα ανακοινωθούν και άλλες!

Τις οποίες και δε θα μοιραστείς μαζί μας… (γέλια)
Parker: Λυπάμαι, προς το παρόν αυτές οι ανακοινώσεις θα πρέπει να παραμείνουν μυστικές! (γέλια) Αλλά υπάρχουν πολλές εκπληκτικές συναυλίες και περισσότερη νέα μουσική στον ορίζοντα, να είσαι σίγουρος για αυτό. Για ένα νεαρό συγκρότημα που υπάρχει από το 2022, τούτη η περίοδος μοιάζει σπάνια και καθοριστική και σίγουρα θα οδηγήσει σε πολλές περισσότερες ευκαιρίες.

Κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας, ποιες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας μουσικός που, ουσιαστικά, βρίσκεται στην αρχή της καριέρας του, όπως εσείς;
Parker: Όταν δεν έχεις υπογράψει συμβόλαιο, τα περισσότερα πράγματα τα μαθαίνεις με δοκιμές και λάθη. Ξαφνικά βρίσκεσαι να χειρίζεσαι τα πάντα: Κρατήσεις, μεταφορές, προώθηση, merch και κάθε τι επιχειρηματικό, ενώ παράλληλα πρέπει να δίνεις τον καλύτερό σου εαυτό κάθε βράδυ. Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να διατηρήσεις την ισορροπία, να βεβαιωθείς ότι τα logistics δεν εξαντλούν την ενέργεια που χρειάζεσαι για το ίδιο το show. Το να ξεκουράζεσαι σωστά, να τρως καλά και να έχεις τουλάχιστον ένα ή δύο αξιόπιστα άτομα να σε βοηθούν, κάνει μεγάλη διαφορά. Αν δεν μπορείς να το κάνεις αυτό, απαιτείται πειθαρχία και πολλή σκληρή δουλειά. Βέβαια, αν το έργο σου αγγίζει πραγματικά τους ανθρώπους και η μουσική σου φτάνει σε όλο και περισσότερο κόσμο, τότε μπορείς σίγουρα να τα καταφέρεις. Γενικά, κάθε ικμάδα της δουλειάς που «ρίχνεις», συμβάλλει στην ανάπτυξη της μπάντας σου. Το 2026 θεωρώ ότι θα είναι η χρονιά που οι WINGS OF STEEL θα γίνουν η ζωντανή απόδειξη όλων των παραπάνω.

Photo by Christina Alossi

Μακάρι! Είναι λοιπόν οι περιοδείες ένα, τρόπον τινά, δια βίου σχολείο;
Leo: Ακριβώς, οι περιοδείες είναι ένα διαρκές σχολείο! Από την οπτική γωνία ενός ανεξάρτητου συγκροτήματος που έχει ξεπεράσει τις αρχικές δυσκολίες και ήδη αντιμετωπίζει μεγαλύτερες (γέλια), θα λέγαμε ότι ο καλύτερος τρόπος για να το προσεγγίσεις είναι με υπομονή, προσαρμοστικότητα, καινοτομία, ρεαλισμό αλλά και με ακλόνητη πίστη στο όραμά σου. Δεν έχει σημασία αν τυχόν φαίνεται μη ρεαλιστικό εκείνη τη στιγμή… αυτή η πίστη είναι που σε κρατάει να προχωράς μπροστά, όταν όλα τα άλλα φαίνονται αβέβαια!

Για σας, πως πάνε τα πράγματα μέχρι στιγμής, στον «δρόμο»;
Parker: Μάθαμε πολλά από την πρώτη μας ευρωπαϊκή περιοδεία το 2024. Τώρα, έχοντας μόλις ολοκληρώσει τη δεύτερη περιοδεία μας ως headliners, τα πράγματα έχουν πάρει μια νέα τροπή. Είχαμε την ευκαιρία να παίξουμε σε συναυλίες όπως το Heavy Week-End στη Γαλλία, να ανοίξουμε για τους EUROPE και τους DREAM THEATER μπροστά σε χιλιάδες ανθρώπους, να δώσουμε μια υπέροχη συναυλία στην τελευταία έκδοση του Keep It True – Rising στη Γερμανία, η οποία βιντεοσκοπήθηκε για το YouTube, όπου παίξαμε τρία νέα τραγούδια πριν από την κυκλοφορία του “Winds of Time”. Επίσης παίξαμε σε δέκα διαφορετικές χώρες, σε εκπληκτικές βραδιές γεμάτες κόσμο, όπου οι οπαδοί τραγουδούσαν μαζί μας όλους τους στίχους μας… Αυτή η περιοδεία λοιπόν, μας έχει προσφέρει ευκαιρίες που δεν θα μπορούσαμε καν να φανταστούμε, έναν χρόνο πριν. Όλες οι πόρτες όμως άνοιξαν, γιατί δίναμε το 100% κάθε βράδυ στην σκηνή!
Leo: Ότι θα παίζαμε σε κεντρικές σκηνές και φεστιβάλ με τους IRON MAIDEN, τους HELLOWEEN και άλλους θρύλους, σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια από την ίδρυσή μας ως ανεξάρτητη μπάντα, ούτε που το φανταζόμασταν! Είναι σουρεαλιστικό και απλά το απολαμβάνουμε. Είμαστε ευγνώμονες για κάθε βήμα που κάνουμε προς τα εμπρός, αλλά ταυτόχρονα δεν σταματάμε να δουλεύουμε σκληρά για να σχεδιάσουμε τα επόμενα βήματά μας.

Είστε καλλιτέχνες που δίνετε μεγάλη σημασία και στο οπτικό μέρος. Στο outfit, στην σκηνική παρουσία… Τι θα λέγατε σε όσους τα θεωρούν δευτερεύοντα, περιττά ή ακόμα και «ψεύτικα» (σ.σ: “false” ήταν ο όρος που χρησιμοποιήθηκε);

Leo: Όλα εξαρτώνται από τις προτιμήσεις του καθενός. Μερικοί άνθρωποι εκτιμούν την αισθητική και το πώς αυτή συμβάλλει στο show και στη συνολική ταυτότητα μιας μπάντας, ενώ άλλοι δεν ενδιαφέρονται για αυτό ή ακόμα και διαφωνούν εντελώς. Κάτι το απολύτως φυσιολογικό, έτσι; Όπως λοιπόν ισχύει με όλα τα θέματα προσωπικής προτίμησης, έτσι κι εδώ, ο καθένας πρέπει να αισθάνεται ελεύθερος να έχει τη δική του άποψη. Εμείς συμφωνούμε στο ότι η οπτική πλευρά είναι δευτερεύουσα σε σχέση με τη μουσική, αλλά πιστεύουμε επίσης ότι όταν έρχεται κάποιος σε μια συναυλία μας, πρέπει να έχει μια ολοκληρωμένη εμπειρία, τόσο ηχητική όσο και οπτική. Όσον αφορά λοιπόν τον τρόπο που ντυνόμαστε, την παρουσία μας στη σκηνή, τα σκηνικά αντικείμενα που χρησιμοποιούμε… θα συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε αυτά τα στοιχεία με όποιον τρόπο μας φαίνεται ειλικρινής και σωστός.

Τι θυμάστε από την εμφάνισή σας στην Αθήνα;
Parker: Ήμασταν απίστευτα ενθουσιασμένοι που ερχόμασταν για την πρώτη μας συναυλία στην Ελλάδα, στα πλαίσια του Up the Hammers Festival. Η διαφημιστική μας καμπάνια στο διαδίκτυο τα πήγε πολύ καλά και μάλλον αυτός ήταν ο λόγος που μας προσκάλεσαν και μας έδωσαν μια τόσο καλή θέση στο πρόγραμμα. Από το live, δύο πράγματα μας έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση: Πρώτον, ήταν η πρώτη φορά που ένα τόσο μεγάλο κοινό τραγουδούσε μαζί μας τα τραγούδια μας, κάτι που ήταν απίστευτα συγκινητικό και δεύτερον, ήταν επίσης η πρώτη φορά που παίξαμε το κομμάτι “Winds of Time” ζωντανά, πολύ πριν το κυκλοφορήσουμε ως single και ο κόσμος έδειχνε ενθουσιασμένος! Μια άλλη αξέχαστη, αλλά δυστυχώς δυσάρεστη, ανάμνηση είναι ότι ο Leo ήταν πολύ κρυωμένος πριν το live (σ.σ: κανείς δεν το κατάλαβε, φαντάσου δηλαδή να μην ήταν), οπότε πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου του στο ξενοδοχείο, για να αντέξει στη σκηνή. Αλλά ακόμα και με αυτή την πρόκληση, η συναυλία παρέμεινε ένα σημαντικό γεγονός για εμάς.

Photo by Christina Alossi

Να σας περιμένουμε στο άμεσο μέλλον;
Leo: Στόχος μας είναι να επιστρέψουμε στην Ελλάδα για μία ή περισσότερες συναυλίες, το 2026. Πρέπει ακόμα να βρούμε τις κατάλληλες ευκαιρίες και να οργανώσουμε τα logistics, αλλά γνωρίζουμε ότι έχουμε ένα ισχυρό fanbase στην χώρα σας που μας θέλει πίσω και ελπίζουμε ότι θα το καταφέρουμε!

Έχετε ξεχωρίσει κάποια ελληνική μπάντα;
Leo: Τους TRIUMPHER! Εξαιρετικοί, παίξαμε μαζί στη Γαλλία, στο Pyrenean Warriors Open Air! Σπουδαία ταλέντα, μπορούν να καταφέρουν μεγάλα πράγματα!

Λίγο πριν το τέλος, αν έπρεπε να διαλέξετε πέντε άλμπουμ που είναι «υπεύθυνα» για τη «δημιουργία» των WINGS OF STEEL, ποια θα ήταν αυτά;
Leo: Εδώ είναι πέντε από τα πολλά που έχουν σημασία και για τους δυο μας και όπως καταλαβαίνεις, αν μας ρωτήσεις ξανά αύριο, πιθανότατα θα πούμε πέντε εντελώς διαφορετικά! (γέλια) Οπότε, για σήμερα, έχουμε: RAINBOW “Live in Munich 1977”, BLUE MURDER – “Blue Murder”, DIO – “Lock Up the Wolves” (σ.σ: συνεχίστε να το θεωρείτε μέτριο ορισμένοι, σας ακούμε με προσοχή – not! / σ. Σ.Φ.: δεν είπε κανείς ότι είναι μέτριο. Κακό είναι!), JUDAS PRIEST – “Sad Wings of Destiny” και Bruce Dickinson – “The Chemical Wedding”.

Ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας, παιδιά! Έχετε να πείτε κάτι στους οπαδούς σας, πριν κλείσουμε;
Leo: Εμείς ευχαριστούμε πολύ, που μας φιλοξενήσατε στο περιοδικό σας! Σε όλους τους οπαδούς μας στην Ελλάδα, θα ήθελα να πω ότι η υποστήριξή τους σημαίνει τα πάντα για εμάς. Η πρώτη μας συναυλία εκεί ήταν αξέχαστη και ανυπομονούμε να επιστρέψουμε και να ξαναζήσουμε αυτή την ενέργεια. Μέχρι τότε, να συνεχίσουν να ακούν το “Winds of Time”, με την ένταση στο φουλ!
Parker: Και όπως πάντα… Peace, love, and heavy metal!”

Δημήτρης Τσέλλος

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here