BAND OF THE WEEK: BLUE OYSTER CULT

0
180

Ένα από τα κορυφαία άλμπουμ του hard rock, το “Fire of the unknown origin” των BLUE OYSTER CULT, κλείνει σε λίγες μέρες 39 χρόνια και με αφορμή αυτό, αλλά και την ανακοίνωση νέου δίσκου μετά από πολλά χρόνια, είπαμε να τους έχουμε band of the week. Διαβάστε λοιπόν, τις απόψεις των συντακτών του Rock Hard και ψηφίστε τον αγαπημένο σας δίσκο τους.

Ξεκινάμε με δεδομένο, ότι όποιος ακούει GHOST και λέει ότι δεν του αρέσουν οι BLUE OYSTER CULT, θέλει δημόσια διαπόμπευση. Για να βάζουμε μερικά πράγματα στη θέση τους. Ένα συγκρότημα που τραγουδούσαν σχεδόν όλοι, είχαν τρεις κιθάρες κι έκαναν τρομερή επιτυχία, βγάζοντας διαχρονικά hits και κάνοντας ένα πολύ σπουδαίο και αξιοσέβαστο όνομα. Είναι επίσης υπεύθυνοι για μία από τις πιο αστείες ιστορίες που έχουν συμβεί στη 15χρονη ιστορία του Rock Hard, ενώ η συναυλία τους στο Θέατρο Βράχων, είναι από τις πάρα πολύ ωραίες που έχω παρακολουθήσει στη ζωή μου. Πολλά και τα αγαπημένα μου τραγούδια, ακροβατώντας ανάμεσα στο “Joan Crawford”, “Then came the last days of May” και το “Veteran of the psychic wars”, στο νήμα επικρατεί το τρίτο:

Σάκης Φράγκος

 

 

Από τα πιο αγαπημένα μου συγκροτήματα! Από τις μπάντες εκείνες που μου πήρε αρκετό χρόνο για να μπω μέσα στο…ζουμί των δυσνόητων μεταφυσικών στίχων τους και φυσικά δεν το κατάφερα ποτέ με απόλυτη επιτυχία. Αυτή είναι η αλήθεια. Το “Fire of unknown origin” είναι κατά πάσα πιθανότητα το πιο μεστό και δημοφιλές άλμπουμ των BOC. Βασικά, δεν γίνεται να λείπει από καμία δισκοθήκη αφού μιλάμε για το δίσκο που περιλαμβάνει τα “Burnin’ for you” και “Joan Crawford”. Δύο κομμάτια που έχουν γράψει τη δική τους ιστορία και που έχει ξεπατικώσει ουκ ολίγες φορές οι GHOST σε πληθώρα τραγουδιών τους. Η παραγωγή του Martin Birch είναι (κλασικά) σεμιναριακή και η κλασική σύνθεση των BOC βγάζει…φωτιές (το πιάσατε το υπονοούμενο, έτσι;). Ο τεράστιος Buck Dharma είναι η απόλυτη ηγετική φυσιογνωμία με τους υπόλοιπους να στέκονται ισάξια δίπλα τους καθιστώντας το “Fire of unknown origin” όχι μόνο ένα από τα καλύτερα BOC άλμπουμ αλλά ένα από τα καλύτερα classic rock άλμπουμ γενικότερα!
Δεν θα ξεχάσω ποτέ όταν τους είδα για πρώτη φορά στο Ρόδον το 1995. Είχαν έρθει για δύο συνεχόμενες βραδιές και εγώ είχα επιλέξει τη δεύτερη επειδή ήταν Σάββατο (και γιατί δεν είχα λεφτά και για τις δύο μέρες). Μπαίνοντας μέσα συνάντησα ένα φίλο και μου είπε ότι δεν έπαιξαν την προηγούμενη μέρα το “Astronomy” αλλά είχαν παίξει το αγαπημένο μου “Joan Crawford”. Εκείνο το Σάββατο έπαιξαν και τα δύο προς μεγάλη ευχαρίστηση όλων μας…και ας είχαν καθυστερήσει πάρα πολύ να βγουν στη σκηνή.

Σάκης Νίκας

 

Παιδικής ευκολίας θέμα να γράψει κανείς για το σχήμα που δημιούργησε την έννοια του σκεπτόμενου metal δεκαετίες πριν τους QUEENSRYCHE. Η παρέα από τη Ν.Υόρκη συνεργάστηκε με τον Sandy Pearlman αλλά και συγγραφείς σαν τους Meltzer, Moorcock, Shirley την Patti Smith και ξεπέρασε τα στεγανά του σκληρού rock από τα πρώτα άλμπουμ της. Τραγούδια για τέρατα από ταινίες επιστημονικής φαντασίας Β’ κατηγορίας (“Godzilla”), μυστικισμό (“Red and the black”), Γερμανικά αεριωθούμενα καταδιωκτικά του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου (“ME 262”), σταρ του Hollywood  (“Joan Crawford”), την γλυκιά πλευρά του θανάτου (“Don’t fear the reaper”), τον κόσμο μας χωρίς μουσική (“Cities on flames with rock n’ roll”), το μυστηριώδες (“Imaginos”), ύμνους για το άγνωστο και τα άστρα (“Astronomy”), μελαγχολία με διττά νοήματα (“Then came the last days of May”) και στα τελευταία τους, ιστορίες για πάθη, και την Ελλάδα (“See you in black”) με τους αιώνιους στίχους
We’ll run away to Greece
We’ll walk the ruins of the Parthenon
We’ll drink ouzo in our tub
Watch the dust billow ’til the night’s gone
Οι BOC κατέγραψαν την πορεία τους από το σκληρό και ανά καιρούς δυσανάγνωστο heavy rock των πρώτων άλμπουμ, στην χρυσή εποχή του “Agents of fortune”, “Fire of unknown origin” την απαξίωση του “Club ninja”, την Ανάσταση στο “Heaven forbid” και την δική τους απαξίωση στη δισκογραφία. Θεωρώντας ότι δεν υπάρχει κοινό που να θέλει να αγοράσει νέα μουσική, επικεντρώθηκαν στις περιοδείες με το Θέατρο των Βράχων το ‘08 να αποτελεί την κορυφαία στιγμή τους στην Ελλάδα, μετά την Λεωφόρο  του ‘87 και τα δύο sold out βράδια του ‘87 και τρίτη για τους λιγους ούτε 500 δεν είμαστε, τη συναυλία στο Ρόδον το χειμώνα του 95. Μια συναυλία που έδειξε το δυναμικό τους στους thrashers και power metallers του τότε και με υποχρέωσε να “αρρωστήσω’ βαριά τον πατέρα μου, για να πάρω ένα διήμερο άδεια από τον Ε.Σ να έρθω να τους δω και το επόμενο πρωί να βρεθώ στη μονάδα, όπου και έμαθα ότι ήμουν ΑΑ γιατί ο διοικητής που μου έδωσε την άδεια, δεν ενημέρωσε τον αξιωματικό υπηρεσίας. Αλλά άξιζε.
Οι BOC είναι σχήμα που αν ακούσεις τα “ζωντανά” ηχογραφημένα άλμπουμ τους θα καταλάβεις πως ανασταίνουν και ανασυνθέτουν τραγούδια που στο στούντιο ακούγονται απλώς καλά. Με τριπλές κιθάρες όταν αποφασίζει και ο πληκτράς τους Allen Lanier να βγει στο μπροστά μέρος της σκηνής,, τα αδέλφια Bouchard να κρατάνε το ρυθμικό μέρος σταθεροί σαν βράχοι σε θάλασσα του Lovecraft, με τέρατα να ξεπηδούν από κάθε σημείο χωρίς να καταφέρουν να τους παρενοχλήσουν, και το δίδυμο Bloom – Roeser να ξεδιπλώνει μελωδίες, χίπικες ευαισθησίες, κολεγιακές αναζητήσεις και μεταλλικό ήχο, σε σημείο να κλέψουν την δόξα από τους SABBATH στην περίφημη “Black n’ Blue” περιοδεία τους. Λάτρευαν την τεχνολογία και τα κόλπα με το φωτισμό και το έδειξαν τότε χρησιμοποιώντας τα λέιζερ, μια καινοτομία της εποχής.
Δυστυχώς το ηχητικό τους αποτύπωμα, χρειάζεται εγκεφαλικά κύτταρα και στην εποχή του μποτάκι, κολάν, τρία ακόρντα, έχασαν το κοινό τους, που μεγάλωνε ηλικιακά. Προσπάθησαν να εκσυγχρονιστούν και ήρθαν οι εντάσεις και η ουσιαστική διάλυση.
Οι συναυλίες τους το ‘87, στην Αθήνα,  χάρη στον τότε Δήμαρχο Αθηνών Μιλτιάδη Έβερτ, τους έδειξαν ότι υπάρχει ακόμη κοινό που να το ενδιαφέρουν. Η Λεωφόρος να σείεται δύο καλοκαιρινά βράδια και έτσι πείστηκαν ότι αξίζει να συνεχίσουν. Τα μετέπειτα άλμπουμ τους είναι πολύ καλά, αλλά απευθύνονται ακόμη μια φορά σε ένα κοινό με εύρος ηχητικών ακουσμάτων ακόμα και στην σκληρή μουσική.
Σήμερα έχουν έτοιμο ένα άλμπουμ με 15 (μάλλον) νέα τραγούδια, αλλά σε κάθε περιοδεία ο κόσμος θα ζητά το μέγιστο από το “Fire of unknown origin” άλμπουμ. Ένα άλμπουμ που τίμησαν με διασκευή μέχρι και οι METALLICA. Εγώ θα περιμένω πάντα τα “I love the night”, “Astronomy” με το ατελείωτο σόλο των τριών κιθαριστών στη μέση και θα μετρώ τις μέρες μέχρι να σταματήσουν. Ο χρόνος περνά, αλλά θα παραμένουν οι υπέρτατοι άρχοντες του σκεπτόμενου μεταλλικού ήχου και με τη βοήθεια των GHOST παίρνουν την εκδίκησή τους έστω και αργά. Ο Μάκης, ο μεγαλύτερος εν Ελλάδα οπαδός τους, θα σας διαφωτίσει στην Hellenic Cult σελίδα στο FB.
Αν ποτέ ξαναέρθουν στην Ελλάδα , μην τους χάσετε. Ακόμη και η τελευταία “κουρασμένη” περιοδεία τους που πέρασε από το Gagarin, άξιζε. Άλλωστε το 2021 περιοδεύουν μαζί με τους DEEP PURPLE (η σύνταξη που λέγαμε και παίζουν 100-120 λεπτά, σε αντίθεση με τη νεολαία). Για τους υπόλοιπους, διαβάστε τί σημαίνει το σύμβολο τους, το βαρύτερο μέταλλο (μόλυβδος) και αν δεν σας αρέσουν, γιατί είστε πολύ σκληροί, υπάρχει πάντα και του μπαρ του Μπλε στρειδιού (Blue oyster), με δερμάτινα, χειροπέδες και άλλα αξεσουάρ.

Στέλιος Μπασμπαγιάννης

 

Οι BLUE OYSTER CULT δεν νομίζω ότι χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις, ακόμη και σε αυτούς που ασχολούνται επιδερμικά με τον σκληρό ήχο. Τεράστια επιρροή για πολλούς εκεί έξω, από τους METALLICA μέχρι τους GHOST, οι B.O.C. , χωρίς να είναι ιδιαίτερα heavy, έχουν αφήσει ανεξίτηλα το στίγμα τους στην ευρύτερη μουσική σκηνή. Με ηγέτες τον χαρισματικό Eric Bloom και τον απίστευτα υποτιμημένο κιθαρίστα Donald “Buck Dharma” Roeser, έγραψαν ιστορία με κάποια από τα πιο διαχρονικά κομμάτια στο χώρο του hard rock. Λάτρεις της λογοτεχνίας και του φανταστικού, δεν δίστασαν να συνεργαστούν  στιχουργικά με συγγραφείς όπως ο Michael Moorcock και ο Eric Van Lustbader. Προσωπικά τους αγαπώ πολύ, τόσο για την προσφορά τους στο χώρο της μουσικής, όσο και για την ποιότητα που τους διακρίνει όλα αυτά τα χρόνια.  Δισκογραφικά έχουμε να τους ακούσουμε από το μακρινό 2001 και το “Curse of the hidden mirror” αλλά έχουν ανακοινώσει ότι θα κυκλοφορήσουν νέο δίσκο μέσα στη χρονιά και πραγματικά ανυπομονώ να τον ακούσω. Τιτάνες.

Θοδωρής Κλώνης

 

Νομίζω ότι είτε ασχολείσαι ενεργά με την rock μουσική, είτε όχι, δεν γίνεται να μην έχεις «πέσει πάνω» σε ένα τραγούδι των BLUE OUSTER CULT, ένα συγκρότημα που αν μη τι άλλο χαρακτηρίζεται από τα «μεγάλα» του είδους. Φυσικά δεν «γεννιέσαι» έτσι, αλλά γίνεσαι με σκληρή δουλειά και σαφώς με τραγούδια που θα αρέσουν πολύ στον κόσμο, κάτι που οι ίδιοι έχουν, αφού μερικές συνθέσεις τους είναι τόσο γνωστές που είναι αναγνωρίσιμες και από οπαδούς άλλων ιδιωμάτων. Αφορμή για τον καλεσμένο της στήλης αυτή την εβδομάδα αποτέλεσαν τα γενέθλια του “Fire of unknown origin”, από το μακρινό 1981, ενός από τα χαρακτηριστικότερα και αντιπροσωπευτικότερα albums που έχουν κυκλοφορήσει, με το επιλεγμένο τραγούδι παρακάτω να τιμάει στο έπακρο την εν λόγω δουλειά αλλά και το ίδιο το group, αφού είναι μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του. Είναι κοινά αποδεκτό και δεν χρήζει αμφιβολίας ότι οι BLUE OUSTER CULT είναι από αυτούς που έχουν αμέτρητα τραγούδια που απλά τα ακούς και μαγεύεσαι από την ηχητική και συνθετική τους ποιότητα. Το σχήμα έχει καταφέρει να προσελκύσει εκατομμύρια οπαδών και όχι άδικα, αφού ειδικά μέχρι και το δίσκο που αυτές τις μέρες έχει γενέθλια, κάθε album τους είναι και μια μικρή έκρηξη χαράς για τους οπαδούς αφού όλες οι δουλειές διακατέχονται από συνθέσεις που χωρίς να έχουν γρήγορες ταχύτητες που θα σε ξεσηκώσουν, έχουν πολύ «τσαγανό» και μελωδία για να σε αφήσουν αδιάφορο. Αν για κάποιον ιδιαίτερο λόγο δεν έχετε ασχοληθεί μαζί τους και αρέσκεστε στον κλασικό ροκ ήχο της δεκαετίας του 1970 με αρκετά pop και ελαφρώς AOR στοιχεία, τότε τσεκάρετέ τους, θα ανακαλύψετε άλλο ένα μεγάλο μουσικό «ψάρι» που πρέπει να ξεκοκαλίσετε άμεσα.

Θοδωρής Μηνιάτης

«Αρχαία» μπάντα οι BLUE OYSTER CULT, αλλά για έναν περίεργο λόγο υπάρχουν άλλες εξίσου «αρχαίες», ή και νεότερες, οι οποίες απολαμβάνουν μεγαλύτερης αναγνωρισιμότητας. Για την χώρα μας μιλώ, όχι για τον υπόλοιπο κόσμο, έτσι; Τι και αν έδωσαν ένα από τα πρώτα live επί ελληνικού εδάφους, τι και αν είχαν ως τότε μια σειρά από μεγάλους δίσκους, τι και αν ο Donald Brian Roeser (ή αλλιώς Buck Dharma) «μάγεψε» στην κιθάρα και o Eric Bloom μας χάρισε μια «ζεστή», «αισθαντική ερμηνεία» στο κομμάτι “Stars” … έπρεπε να έρθουν οι METALLICA με την (πολύ καλή αλλά συγγνώμη, ούτε καν αγγίζει το μεγαλείο του πρωτοτύπου) διασκευή στο “Astronomy” για να αποκτήσει ενδιαφέρον γι’ αυτόν τον ΚΟΛΟΣΣΟ ο πάντα πρώτος, πάντα μέσα στις εξελίξεις και πάντα οξυδερκής Έλλην μεταλλάς (ΝΟΤ!). Δεν είναι τυχαίο που το “Heaven forbid” το οποίο είχε κυκλοφορήσει λίγους μήνες πριν, την ίδια χρονιά, καθώς ήταν το πλέον πρόσφατό τους άλμπουμ, έκανε «ολική επανεκκίνηση» όταν ο κόσμος άκουσε το “Garage days”. Όπως και να ’χει, όταν μιλάμε για τους BLUE OYSTER CULT, οφείλουμε να εκθειάσουμε την πρωτοπορία τους (τρεις κιθάρες πολύ πριν κάποιους δήθεν πρωτοπόρους), διπλά πρώτα φωνητικά και πολλαπλά δευτερότριτα) την οξυδέρκειά τους, την ανεξάντλητη φαντασία τους, και την ζηλευτή τους ικανότητα να συνδυάζουν την πρόοδο με την «άσβηστη», «απέθαντη» ροκιά. Βεβαίως και το υλικό τους δεν είναι αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ως «εύκολο», γι’ αυτό άλλωστε κομμάτια σαν το “Burning for you”, το “Godzilla” και το “Don’t fear the Ripper” επαναλαμβάνονταν και επαναλαμβάνονται σε μαγαζιά και ραδιοφωνικές εκπομπές σε βαθμό αηδίας, αλλά η εμπεριστατωμένη και με προσήλωση ακρόασή του μόνο θετικά έχει να σου δώσει. Αν λοιπόν δεν τους γνωρίζεις καθόλου ή είσαι επιφανειακός ακροατής (δεν είναι κακό αυτό, όλοι από κάπου ξεκινάμε), θα σε συμβούλευα να τους «πιάσεις» από το ομώνυμο ντεμπούτο του 1972 και να φτάσεις ως το σήμερα. Θα τους λατρέψεις. Δεν ξέρω αν μπορώ να διαλέξω αγαπημένο δίσκο εύκολα, είναι αρκετοί που «κονταροχτυπιούνται» και από τις τρεις περιόδους τους (1972-1978, 1979-1991, 1992-σήμερα). Το “Fire of the unknown origin”, το οποίο αποτελεί την αφορμή για τούτο το band of the week, συγκαταλέγεται αναμφίβολα στα καλύτερά τους άλμπουμ. Για πολλούς, μάλιστα, είναι το καλύτερο. Σκοτεινό, λυρικό, progressive… ένα πραγματικό διαμάντι του σκληρού ήχου. Επομένως, για να το τιμήσω, θα διαλέξω το παρακάτω τραγούδι του, για το «χάσιμο» της υπόθεσης αλλά και για να αναδειχτεί και το συναυλιακό μεγαλείο του group…

Δημήτρης Τσέλλος

Όταν μιλάμε για τους BLUE OYSTER CULT, ακόμα και αν έχει ασχοληθεί κάποιος ουσιαστικά με τη μπάντα και τη δισκογραφία της, μιλάμε για ένα σχήμα, του οποίου έχει ακούσει τουλάχιστον ΕΝΑ κομμάτι στη ζωή του, ακόμα και αν ακούει επιδερμικά rock ή κλασικά άκουγε κάποτε και μετά μεγάλωσε και και και, όλο αυτό το πακετάκι με ατάκες. Προφανώς και μιλάμε για το “(Don’t fear) The reaper”. Δεν υπάρχει άλλωστε “rock” (σε εισαγωγικά ή και χωρίς, στο χάλι που έχουν φτάσει εδώ και χρόνια) που να μην το έχει λιώσει αυτό το κομμάτι, ενώ σε πόσα πιο mainstream rock μαγαζιά, το έχουμε ακούσει όλοι κατά καιρούς.
Αλλά οι BOC δεν είναι μόνο αυτό προφανώς. Είναι όλη η πορεία τους από το 1972 μέσω των 13 άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα (περιμένουμε και το “The symbol remains”… 20 χρόνια μετά το τελευταίο τους άλμπουμ), όλα τα κομμάτια που μας έχουν χαρίσει και θα συνοδεύουν το rock ιδίωμα για πάντα, η ιδιαιτερότητά τους στη σύνθεση, στην ενορχήστρωση, στους στίχους, τα εξώφυλλα… όλο το πακέτο.
Το “The fire of unknown origin” έχει επέτειο και φυσικά μιλάμε για ένα από τα κορυφαία rock άλμπουμ όλων των εποχών και προσωπικά, δεν δέχομαι και πολλές συζητήσει επί αυτού. Από αυτά τα άλμπουμ που όλα τα κομμάτια είναι ένα προς ένα, συμπεριλαμβανομένων διαχρονικών ύμνων, όπως τα “Burnin’ for you”, “Sole survivor” και “Joan Crawford” (προσωπική αδυναμία με αυτό το πιανάκι στο intro), αλλά και της μίας εκ των τριών στιχουργικών συμμετοχών του διάσημου (ειδικά στον μεγαλωμένο στα 90s μεταλόκοσμο) συγγραφέα του φανταστικού, Michael Moorcock, στο εξαίσιο “Veteran of the Psychic Wars”. Το κομμάτι μιλάει φυσικά για τον πιο διάσημο χαρακτήρα του Moorcock, τον Elric του Melnibone (που τον ανέλυσαν για τα καλά οι DOMINE).
Μόνο σεβασμός και θαυμασμός για τους BLUE OYSTER CULT, μία μπάντα που ισορρόπησε το prog rock, to hard rock, αλλά και το soft rock, όσο λίγες και δικαίως έχει θέση στο πάνθεον της rock μουσικής.

Φραγκίσκος Σαμοΐλης

 

Για πάρα πολλά χρόνια είχα στο μυαλό μου τους B.O.C. σαν αγγλικό συγκρότημα. Δεν ξέρω για ποιο λόγο, αλλά μου είχε κάτσει πως ήταν Άγγλοι. Βέβαια, αυτό δεν έχει καμία απολύτως σχέση με αυτό που διαπραγματεύεται η εν λόγω στήλη. Για το συγκρότημα τα λόγια περισσεύουν. Από τις πιο «γεμάτες» μπάντες που έβγαλε αυτή η μουσική. Τόσο σε συνθετικό επίπεδο τόσο και σε στιχουργικό! Οι τύποι είχαν ένα αδιανόητο σερί δίσκων από τα middle 70s έως και τις αρχές των 80s, με τον Martin Birch να βρίσκεται στην θέση του παραγωγού. Μεγάλη μπάλα σε όλα τα επίπεδα. Η πρώτη φορά που τους άκουσα ήταν στο “Detroit rock city”, στην ταινία των KISS. To “Godzilla” είχε καρφωθεί στο κεφάλι μου για αρκετό διάστημα. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου οπαδό τους. Θεωρώ όμως πως είμαι εραστής της τέχνης τους. Κορυφαίοι!

Ντίνος Γανίτης

 

Στη ζωή μου ως μουσικόφιλος, έχω έναν μεγάλο κανόνα. Αν λατρεμένη μου μπάντα, σε έχει διασκευάσει, αυτό σημαίνει ότι κάτι είδε σε σένα που εγώ ή δεν έχω δει ακόμα, ή δεν μπορώ να δω. Όπως και να χει σε σέβομαι. Οι BLUE OYSTER CULT, αποτελούν μια τέτοια περίπτωση, μια και οι λατρεμένοι μου METALLICA και ICED EARTH έχουν τιμήσει τους εν λόγω θρύλους, με διασκευές σε κομμάτια – ύμνους αυτών. Συγκρότημα – ωδή στην αγνή rock ‘n’ roll ενέργεια, και στην απερίγραπτη για τα δεδομένα της εποχής τους βαρύτητα και γκρούβα. Δεν ήρθα εδώ, να σας το παίξω οπαδάρα όμως. Αυτό, το κατέχουν οι συνάδελφοι – χρόνια οπαδοί των BLUE OYSTER CULT. Αλλά, κάποια πράγματα, είναι δεδομένα. Και απόδειξη όλων των παραπάνω, η φοβερή εκτέλεση του “Godzilla” από το μοναδικό άλμπουμ που έχω στη κατοχή μου. Το καταπληκτικό live “Some enchanted evening”. Και απόδειξη ότι οι σπουδαίοι αυτής της μουσικής, φαίνονται στο σανίδι.

Γιάννης Σαββίδης

 

Στην Βρετανία η έκρηξη του hard rock είχε LED ΖΕPPELIN, DEEP PURPLE, URIAH HEEP, BLACK SABBATH, UFO, THIN LIZZY και άλλους. Αντίστοιχα ακολούθησε και η Αμερικάνικη ήπειρος  με ΚΙSS, MOUNTAIN, AEROSMITH, RUSH (Καναδοί) και ΒLUE OYSTER CULT.
Ο τελευταίοι είναι ίσως το καλύτερο Αμερικάνικο hard rock σχήμα και θα μας απασχολήσει στις παρακάτω σειρές. Όλα ξεκίνησαν όταν συναντήθηκαν οι Donald Roeser και Αlbert Bouchard στο γυμνάσιο. Λίγο αργότερα θα συναντήσουν τον δημοσιογράφο Sandy Pearlman , ο οποίος θα τους βοηθήσει να ηχογραφήσουν δύο δίσκους με την Electra Records και θα αναλάβει και τα χρέη manager. Oι δίσκοι αυτοί θα βγουν με τα ονόματα SOFT WHITE UNDERBELLY και ΤΗΕ STALK FOREST GROUP. To σχήμα θα αλλάξει το όνομά του και θα υπογράψει στην Columbia.
To πρώτο album τους θα βγει σε κυκλοφορία στις αρχές του 1972, αφού προηγουμένως υπήρχε στην μπάντα το πρόβλημα ποιος θα αναλάβει τα φωνητικά, όπου τελικά προκρίθηκε ο Eric Bloom για τον ρόλο αυτόν. Το εξαιρετικό δεύτερο album τους “Tyranny and mutation” θα κυκλοφορήσει το 1973 και εδώ είναι που ο manager  Sandy Pearlman χαρακτηρίζει την μουσική της μπάντας σαν heavy metal, πολύ πριν αυτός ο όρος αρχίσει να χρησιμοποιείται.
Το τρίτο τους album θα κυκλoφορήσει το 1974 με τίτλο “Secret treaties” και προσωπικά αποτελεί για μένα ένα από τα top 20 albums όλων των εποχών για τα δικά μου γούστα. Να το περιγράψω δεν μπορώ είναι η αλήθεια και ας το έχω ακούσει εκατοντάδες φορές. Είναι ένα βιωματικός δίσκος  και όποτε το ακούω είναι σαν να ανακαλύπτω έναν καινούργιο κόσμο μέσα από τα αυλάκια του δίσκου αυτού.
Οι ΒΟC των 70s μέχρι και το “Spectres” είχαν εξαιρετικά albums και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε δυο φοβερά live albums που έβγαλαν σε αυτήν την δεκαετία που δεν είναι άλλα από τα “On your feet or on your knees” και “Some Enchanted evening”.
Στην δεκαετία τους ‘80 η μπάντα υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγική, με το τιμώμενο σήμερα “Fire of unknown origin” να παραμένει όχι μόνο ο καλύτερος τους δίσκος σε αυτήν την δεκαετία αλλά και ένας δίσκος που άνετα συγκαταλέγεται στις top 5 κορυφαίες στιγμές της δισκογραφίας τους. Μιλάμε για μια εξωπραγματική δουλειά με τραγούδια σαν τα “Vengeance(The pact)”, “After dark”, Joan Crawford”, “ Heavy metal: The black and silver”, “Burning for you” και “Veteran of the psychic wars”. Όποιος δεν έχει ακούσει ακόμα αυτόν το δίσκο αδυνατεί να καταλάβει το μεγαλείο της μουσικής των ΒLUE OYSTER CULT.
Η συναυλία τους στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας το 1987 ήταν για μένα η πρώτη μου συναυλία ever, ο Buck Dharma ήταν, είναι και θα παραμείνει εσαεί ανάμεσα στους 5 καλύτερους και πιο αγαπημένους μου κιθαρίστες όλων των εποχών.
Θυμάμαι έντονα εκεί στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 τον επικό διαγωνισμό του Γιάννη Πετρίδη στην ραδιοφωνική εκπομπή του με θέμα την μπάντα. Εκεί έβαζε δέκα δευτερόλεπτα από κάθε κομμάτι και οι ακροατές διαγωνίζονταν ποιος θα κερδίσει το έπαθλο (αν δεν κάνω λάθος μια κιθάρα). Μιλάμε για τεράστια συμμετοχή από όλη την Ελλάδα και ένα διαγωνισμό πολύ δύσκολο. Όμως υπήρχαν από τότε πολλοί φανατικό τους σχήματος  στην χώρα μας.
Επίσης θυμάμαι με νοσταλγία τα ένθετα του περιοδικού κόμικς ΑΓΟΡΙ, το  μουσικό εφημεριδάκι του Αγοριού (Melody news  όπως λεγόταν). Εκεί κάθε εβδομάδα υπήρχαν μουσικά κείμενα από όλο το φάσμα της rock και pop μουσικής, ανάμεσα τους και κείμενα για τους ΒLUE OYSTER CULT. O συγχωρεμένος ο Γιάννης ο Κουτουβός ήταν υπεύθυνος για αυτά, πολύ σημαντική ενημέρωση ιδιαίτερα σε μια εποχή που η πληροφόρηση για την μουσική ήταν αρκετά δυσεύρετο πράγμα.
Προσωπικά περιμένω με αγωνία τον νέο τους δίσκο που από ότι διάβασα θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο του 2020.

Γιάννης Παπαευθυμίου

 258  0 googleplus0  0