SINISTER: Bastard saints crossing the Styx (αφιέρωμα)

0
253

Λίγο αφότου έκλεισαν τα 30 χρόνια τους σαν μπάντα, οι ΤΕΡΑΣΤΙΟΙ SINISTER επισκέπτονται τη χώρα μας μετά από 13 χρόνια. Θεωρήσαμε ύψιστη υποχρέωση προς μία από τις πλέον τίμιες, σταθερές και ποιοτικές κάφρικες μπάντες εκεί έξω, να κάνουμε μία όσο γίνεται μικρή αναδρομή στο έργο και την προσφορά τους μέσα στα χρόνια, διότι είναι το λιγότερο που αξίζουν. Οι SINISTER δημιουργήθηκαν το 1988 στο Schiedam, μία κωμόπολη της νότιας Ολλανδίας στην περιφέρεια του Rotterdam, δυτικά από την συγκεκριμένη μεγαλούπολη, με πληθυσμό περίπου 78.000 κατοίκους (εξ ου κι ο λόγος που τα μέλη ήταν και είναι φανατικοί υποστηρικτές της Feyenoord). To Αμερικάνικο death metal ήταν η μεγάλη τους αγάπη και γρήγορα ήξεραν πως ήθελαν να παίξουν και το 1990 τους δόθηκε η ευκαιρία μέσω της DSFA Records να συμμετάσχουν σε ένα split με τίτλο “Where is your God now…?” και στο οποίο μέρος έλαβαν μαζί τους άλλες τέσσερις Ολλανδικές μπάντες, οι ACROSTICHON, GOREFEST, DEAD HEAD και DISFIGURE. Άλλες εξαυτών μεγαλούργησαν (βλέπε GOREFEST), άλλες ήταν άτυχες χωρίς να βγάλουν δίσκο (DISFIGURE), άλλες βγάλανε δίσκο αλλά διέλυσαν (ACROSTICHON) κι άλλες παρέμειναν ενεργές μέχρι σήμερα ως εκ θαύματος (DEAD HEAD). Oι SINISTER συμμετείχαν με τα “Compulsory resignation” και “Perpetual damnation”, το νερό είχε μπει στο αυλάκι και τα καλύτερα ερχόντουσαν.

Τα δύο προαναφερθέντα κομμάτια μαζί με το ένδοξο και θρυλικό “Spiritual immolation” συμπεριλήφθηκαν στο πρώτο demo της μπάντας με τον τίτλο “Perpetual damnation”, την κασέτα του οποίου κυκλοφόρησαν στις 17 Μαρτίου του 1990 οι ίδιοι ανεξάρτητα. Η σύνθεση της μπάντας αποτελούταν τότε από τον τραγουδιστή Mike Van Mastrigt (αιώνια φωνάρα), τον κιθαρίστα Ron Van De Polder, τον μπασίστα Corzas Nanuruw και τον ντράμερ Aad (ή πρόσφατα Adrie) Kloosterward, ο οποίος και είναι το μοναδικό μέλος που έχει παραμείνει από την αρχή (έστω και με άλλη ιδιότητα πλέον, θα το συναντήσουμε στη συνέχεια). Αργότερα μέσα στην ίδια χρονιά, βγήκε το “Putrefying remains” single από την Witchhunt Records σε 7” βινύλιο (45 στροφών), ήταν η πρώτη κυκλοφορία της εταιρείας αυτής και το test pressing έγινε σε κόκκινο βινύλιο. Την επόμενη χρονιά, οι SINISTER βγάζουν και πάλι ανεξάρτητα το δεύτερο demo τους με τίτλο “Sacramental carnage” και στη συνέχεια μέσα στο 1991 θα συμμετάσχουν σε ένα split με τους συντοπίτες τους MONASTERY το οποίο βγήκε πάλι σε 7” βινύλιο (33 ½ στροφών) από την Sicktone Records. Μέσα στη χρονιά βγήκε και το “Sinister” EP από την Seraphic Decay Records (7” βινύλιο, 33 ½ στροφές) και κάπου εκεί υπογράφουν συμβόλαιο με την Nuclear Blast.


Πρώτη τους συμμετοχή στην εταιρεία είναι με το “Corridors to the abyss” στο “Promo EP I” όπου μεταξύ άλλων συμμετέχουν οι συμπατριώτες τους AFFLICTED (ΛΑΤΡΕΜΕΝΟΙ), οι άγνωστοι τότε Σουηδοί HYPOCRISY (ΠΕΤΡΑΝ ΠΟΥΛΕΝ) και οι Αμερικάνοι RESSURRECTION. Tην Πρωτοχρονιά του 1992 βγαίνει επιτέλους το ντεμπούτο τους “Cross the Styx” το οποίο και αφήνει άπαντες με το στόμα ανοιχτό. Άκρως Αμερικάνικο στυλ που γεφύρωνε με τρομερή επιτυχία τη λύσσα των DEICIDE και την ακρότητα των CANNIBAL CORPSE, με την προσθήκη δεύτερου κιθαρίστα, του Andre Tolhuizen και με τον Ron Van De Polder να αναλαμβάνει και το μπάσο. Ο δίσκος ηχογραφήθηκε και μιξαρίστηκε στη Γερμανία, στα Mainstreet Studio στο Fautspach, ενώ το mastering έγινε στο T.T. Mastering στο Βερολίνο. Ο δίσκος απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και θεωρείται μέχρι και σήμερα ένα από τα καλύτερα ντεμπούτα σε όλη την ιστορία του death metal. Το συγκρότημα προέβη σε αλλαγές, καθώς ο Ron Van De Polder έφυγε και στη θέση του ήρθε ο μπασίστας Bart Van Wallenberg (και πολύ ποδοσφαιρικά ονόματα όλοι, έτσι;) και χωρίς να χαθεί ο παραμικρός πολύτιμος χρόνος, θα ερχόταν το δεύτερο άλμπουμ στις 9 Νοεμβρίου του 1993. Το “Diabolical summoning” συνέχιζε εκεί που σταματούσε ο προκάτοχος του και το όνομα των SINISTER έμενε επίκαιρο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.


Εκπληκτικό και πάλι άλμπουμ, το οποίο είχε ακόμα καλύτερη προώθηση και σε αυτό βοήθησε και το κλασσικό πλέον βίντεο που γυρίστηκε για το “Leviathan”. 8 κομμάτια και 33’ διάρκεια ήταν αρκετά για να βοηθήσουν τους SINISTER  να πατήσουν ακόμα πιο γερά στα πόδια τους και με ύμνους τύπου “Sadistic intent”, “Sense of demise” και φυσικά του ομότιτλου κομματιού, κανείς δεν μπορούσε να μείνει αδιάφορος στην ωμή επίθεση τους. Ο δίσκος ηχογραφήθηκε και πάλι στη Γερμανία, αυτή τη φορά στα TNT Studios του Gelsenkirchen. Μπορεί πολύ εύκολα ο οποιοσδήποτε να ισχυριστεί ότι οι SINISTER είχαν ένα από τα πλέον κορυφαία δίδυμα δίσκων στην ιστορία του είδους, όμως η μεγάλη τους στιγμή έμελλε να είναι η επόμενη. Συγκεκριμένα στις 7 Ιουλίου του 1995, θα δει το φως το τρίτο –και καλύτερο μέχρι σήμερα- άλμπουμ τους. Το “Hate” –το οποίο πάντα τα ίδια τα μέλη, παλιά και νέα, τόνιζαν ότι είναι ο αγαπημένος τους δίσκος (πως όχι;)- έσκασε σαν βόμβα που εξερράγη απότομα και πλέον όλοι έστρεψαν την προσοχή τους στους Ολλανδούς. Αρκούσε και μόνο το “Awaiting the Absu” που άνοιγε το δίσκο για να αντιληφθούν όλοι ότι το παικτικό επίπεδο είχε ξεφύγει και η μπάντα ήταν στην καλύτερη κατάσταση της ιστορίας της.

Τα πάντα ήταν ακόμα πιο άμεσα και ακόμα και σαν τρίο (με τον Bart Van Wallenberg να παίζει και το μπάσο) ακουγόντουσαν πιο φρενήρεις από ποτέ. Γράψανε τα καλύτερα τους κομμάτια (και μόνο για την αρχή του “Embodiment of chaos” πρέπει να μνημονεύονται παντοτινά ως τιτάνες), “Art of the damned”, “To Mega Therion”, “The cursed mayhem”, χωρίς υπερβολές ένα από τα 20 καλύτερα άλμπουμ που βγήκαν ποτέ στο death metal (τουλάχιστον). Μετά από αυτό, δεν έκατσαν στις δάφνες τους αλλά την επόμενη χρονιά και συγκεκριμένα στις 5 Αυγούστου του 1996 κυκλοφόρησαν το καταστροφικό ΕΡ “Bastard saints”, με τον Bart Van Wallenberg να μεταπηδάει και πάλι στις κιθάρες και τον Michel Alderliefstein να αναλαμβάνει το μπάσο. Σαν να μην έφυγε ποτέ το πόδι από το γκάζι, το ομότιτλο κομμάτι έδειχνε την καταπληκτική κατάσταση που βρισκόντουσαν. Σε αντίθεση με το “Hate” που ηχογραφήθηκε πάλι στο ΤΝT Studios, το “Bastard saints” ηχογραφήθηκε και μιξαρίστηκε στα Real Sound Studios, πάλι στο Gelsenkirchen. Η κυκλοφορία αφιερώθηκε στη μνήμη του πρόσφατα (τότε) συγχωρεμένου ντράμερ των DEMOLITION HAMMER, Vinny Daze, o οποίος έφυγε σε ηλικία 28 ετών λόγω δηλητηρίασης από λυόσφαιρα (ένα ψάρι χοντρό με αγκάθια αν το έχετε πάρει ποτέ μάτι, τραγικό τέλος για έναν από τους μεγαλύτερους δολοφόνους των δερμάτων της μεταλλικής ιστορίας).


Το ΕΡ βγήκε στη συνέχεια σε μία κασέτα μαζί με το “Where dead angels lie” των DISSECTION από την Morbid Noizz Procuctions (με την υποσημείωση ότι είχε την άδεια της ίδιας της Nuclear Blast). Ήταν η τελευταία κυκλοφορία της μπάντας με τον Mike Van Mastrigt στα φωνητικά, ο οποίος αποχώρησε από το συγκρότημα. To 1997 βγήκε το θρυλικό πλέον digipack το οποίο συμπεριλάμβανε τα δύο πρώτα τους άλμπουμ σε ένα δισκάκι και έρχεται ο νέος τραγουδιστής Eric De Windt και ο νέος μπασίστας Alex Paul στη μπάντα. Πρώτη τους και τελευταία κυκλοφορία με αυτή τη σύνθεση το καταπληκτικό “Aggressive Measures” που βγαίνει στις 5 Οκτωβρίου του 1998. Ήταν το πρώτο τους άλμπουμ που ηχογραφήθηκε στην πατρίδα τους την Ολλανδία και συγκεκριμένα στο Studio Excess στο Rotterdam, στο οποίο συνεχίζεται το φρενήρες στυλ του “Hate” με ένα ήχο ακόμα βαρύτερο και με τη νέα σύνθεση να ακούγεται σαν να ήταν για πολλά χρόνια μαζί. “Beyond the superstition”, “Enslave the weak” και “Blood follows the blood” είναι μερικοί από τους πολιορκητικούς κριούς σε ένα δίσκο που διαρκεί ελάχιστα πάνω από μισή ώρα και που αρκετοί –αν όχι όλοι οι οπαδοί- το θεωρούν και το τελευταίο ολοστρόγγυλο 10άρι της ένδοξα ποιοτικής δισκογραφίας τους.

Για πρώτη φορά οι SINISTER θα έκαναν ένα μεγάλο διάλειμμα και με τρία χρόνια να περνάνε, είχαμε μία μεγάλη αλλαγή στις τάξεις τους, με την Rachel Heyzer (πρώην OCCULT, πρώιμη μορφή των νυν LEGION OF THE DAMNED) να αναλαμβάνει τα φωνητικά, η οποία έγινε στην πορεία κυρία Kloosterwaard καθώς παντρεύτηκε με τον Aad. Στις 20 Νοεμβρίου του 2001, κυκλοφορεί το “Creative killings”, το οποίο όπως δήλωνε και η ίδια η μπάντα, ακούγεται αρκετά σαν να είναι η δεύτερη πλευρά του προκατόχου του “Aggressive measures”. Το γεγονός ότι χρησιμοποιήθηκε και το ίδιο στούντιο όπως και οι πανομοιότυπες δομές, οδηγούσαν στο παραπάνω συμπέρασμα. Αν και η συμπαθέστατη Rachel (εδώ τουλάχιστον) κάνει φοβερή δουλειά, ήταν κάπως κατώτερο του προκατόχου του αλλά και πάλι φοβερό. Η παρουσία της Rachel έκανε γκελ στον κόσμο πάντως που έδειχνε να τους δίνει προσοχή (αιδοίου θριξ ναύν έλκει). Καλές οι κριτικές για το άλμπουμ γενικά, επιστροφή από τα παλιά με τον Ron Van De Polder να αναλαμβάνει τις ρυθμικές κιθάρες και ενίσχυση με νέο αίμα με τον Pascal Grevings στις lead κιθάρες. Στις 12 Μαΐου του 2003 κυκλοφορούν το “Savage or grace”, το οποίο με όση συμπάθεια και να θέλω να δω, είναι μακράν το χειρότερο άλμπουμ τους.


Μπορεί να είναι το μικρότερο σε διάρκεια που έχουν κυκλοφορήσει (μικρότερο και από το “Aggressive measures”) αλλά αυτή η παραμόρφωση στα φωνητικά της Rachel συν η έλλειψη τονικότητάς της, το κάνουν ανυπόφορο. Οι ίδιοι οι SINISTER κατανοώντας μάλλον την (μη) αξία του δίσκου, διέλυσαν το 2003 προς γενική κατάπληξη, με τον Aad και τον Alex Paul να φορμάρουν τότε τους NO FACE SLAVE. Παρένθεση εδώ καθώς πρέπει να αναφερθούμε τους HOUWITSER με τους οποίους δραστηριοποιήθηκε ο Aad μεταξύ 1997-2004 και τους INFINITED HATE τους οποίους σχημάτισε με τη διάλυση των SINISTER. O Aad υπήρξε και μέλος των THANATOS μεταξύ 1999-2001 και μάλιστα ξετίναξε τα τύμπανα στο καταπληκτικό “Angelic encounters”. Kλείσιμο παρένθεσης καθώς οι Kloosterwaard/Paul –και μετά το διαζύγιο του Aad με τη Rachel- γράφοντας το υλικό για το (υποτιθέμενο) ντεμπούτο των NO FACE SLAVE, διαπίστωσαν ότι ήταν τόσο ολόϊδιο με SINISTER που αποφάσισαν να ξαναφτιάξουν τη μπάντα. Βρίσκοντας τον ντράμερ Paul Beltman, και με τον Alex Paul ήδη να έχει μεταπηδήσει στην κιθάρα αλλά παίζοντας και το μπάσο, κυκλοφορούν στις 7 Απριλίου του 2006 το “Afterburner”, ένα άλμπουμ ολόφρεσκο σε διαφορετικό ύφος από το γεώμηλο “Savage or grace” με αιώνιες κομματάρες τύπου “The grey massacre”, “Men down” και “Altruistic suicide”. Παρατηρούταν μία στροφή προς πιο μεγάλες διάρκειες, ενώ και το άλμπουμ ήταν το μεγαλύτερο ως τότε σε διάρκεια με 44’.

Κυριότερη αλλαγή όμως ήταν ότι ο Aad πλέον είχε αναλάβει τα φωνητικά, με ιδιαίτερα μεγάλη επιτυχία μάλιστα. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε, μιξαρίστηκε κι έγινε mastering στο Stage One Studio στη Γερμανία. Στο καπάκι μπαίνει στη μπάντα ο μπασίστας Bas Van Den Bogard, για να συγκεντρωθεί ο Alex Paul στις κιθάρες και το Νοέμβριο του 2006 κυκλοφορεί το ζωντανό άλμπουμ “Prophecies denied” σε dvd/cd από την Metal Mind Productions. To συμβόλαιο τους με τη Nuclear Blast έληξε και οι SINISTER κατέληξαν στην Massacre Records. Eίχαμε έλευση νέου ντράμερ με τον Edwin Van Den Eeden να κάθεται στο σκαμνάκι και με το “The silent howling” να κυκλοφορεί στις 22 Αυγούστου του 2008. Ακόμα ανώτερο από το “Afterburner”, έβρισκε τη μπάντα σε απίστευτη κατάσταση, τον Aad πιο σίγουρο στα φωνητικά του και η λογική των μεγάλων κομματιών συνεχίστηκε, καθώς έχουμε δίσκο 7 κομματιών με σχεδόν 48’ διάρκεια. Καταπληκτικό το εναρκτήριο “Republic of the grave” και το τελειωτικό “If it bleeds”, ενώ δεσπόζει φυσικά των άνω των 10’ ομότιτλο κομμάτι. Πρωτοφανή πράγματα για τους Ολλανδούς τα οποία δούλεψαν ρολόϊ και με τη μπάντα να προσαρμόζεται άψογα σ’ αυτό το στυλ. Ηχογραφήθηκε κι αυτό στη Γερμανία, στα Soundlodge Studio με το συγκρότημα να δείχνει ότι βρίσκεται σε φοβερό momentum το οποίο εκμεταλλεύτηκαν στη συνέχεια.

Στις 30 Ιουνίου του 2009 κυκλοφόρησε το “The blood past” από την Goregiastic Records, μία φοβερή συλλογή με ότι είχαν ηχογραφήσει μέχρι το 1992 πριν βγει το “Cross the Styx” και που αναφέρονται στην αρχή του αφιερώματος. Χορταστικότατο collector’s item διάρκειας 72’ παρακαλώ. Ο Bas Van Den Bogard φεύγει μέσα στο 2008 και το επόμενο άλμπουμ θα ηχογραφούταν ως τρίο, με τον Alex Paul να αναλαμβάνει κλασικά και το μπάσο. Η μπάντα αυτή τη φορά θα επέστρεφε στις μικρότερες διάρκειες κομματιών και το “Legacy of ashes” που θα κυκλοφορούσε στις 17 Δεκεμβρίου του 2010 θα ήταν η κορυφαία κυκλοφορία της μπάντας στη νέα της μορφή και με τη συγκεκριμένη σύνθεση. Εκπληκτικός δίσκος που θύμιζε τη σφαγή των τεσσάρων πρώτων δίσκων, με τα κομμάτια να είναι γύρω στα 4’ (“The enemy of my enemy” ύμνος μεταξύ ίσων) και με το “The living sacrifice” να είναι το τελευταίο κομμάτι στο οποίο ακούμε τον Alex Paul, καθώς δυστυχώς στη συνέχεια αποχώρησε από το συγκρότημα. Ήταν μεγάλο το σοκ της αποχώρησης του, καθώς για 15 σχεδόν χρόνια η χημεία του με τον Aad ήταν πασιφανής και το μέλλον έδειχνε ότι πρέπει να παρθούν γενναίες αποφάσεις, με τη φόρα που είχαν όμως, τίποτα δεν ήταν απίθανο.


Στην περιορισμένη του έκδοση ο δίσκος είχε και 4 demo εκτελέσεις από κομμάτια του “Afterburner” (οι οποίες κυκλοφόρησαν και το 2017 ως ΕΡ από την Vic Records με τίτλο “Gods of the abyss”). Στις 25 Φεβρουαρίου του 2011 κυκλοφόρησε από τη Metal Mind Productions το φοβερό κουτί “Altered since birth 1990-2010” το οποίο περιείχε ότι κάνανε από τα demo μέχρι το “The silent howling”. Η συνέχεια είχε ολικό… ρεκτιφιέ για το συγκρότημα, καθώς ο Aad έμεινε μόνος και στο κυνήγι για νέα μέλη κατέληξε στους Dennis Hartog (κιθάρα), Bastiaan Brussaard (κιθάρα), Mathijs Brussaard (μπάσο, μικρός αδερφός του Bastiaan) και τον δολοφόνο Toep Duin στα τύμπανα. Νέο άλμπουμ για τη μπάντα με αυτή τη σύνθεση το “The carnage ending”, κι όμως ακόμα καλύτερο κι από το “Legacy of ashes”, με τα νέα μέλη να διαλύουν τα όργανα τους και οι 10 κομματάρες (συν μία εισαγωγή) να καθιστούν το σερί της δεύτερης εποχής των SINISTER από απίστευτο ως συγκινητικό. Και πάλι ηχογραφημένο στο Soundlodge Studios στη Γερμανία, βγήκε αρχικά με μία φοβερή έκδοση με δύο cd, όπου στο δεύτερο περιλαμβανόντουσαν οι εξής διασκευάρες: “Spit on your grave” (WHIPLASH), “Succubus” (MASSACRE), “Swing of the axe” (POSSESSED), “Dethroned emperor” (CELTIC FROST) και “Face fate” (BLOOD FEAST, και μόνο γι’ αυτό αξίζουν παντοτινές μετάνοιες).

Το άλμπουμ πήρε κεφάλια με αποθέωση παντού, όλοι ύμνησαν την φρεσκάδα τους και την διαβολεμένη κυριολεκτικά έμπνευση τους, ενώ δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τουλάχιστον στον Ευρωπαϊκό χώρο παίζει να είχαν την καλύτερη δισκογραφία στο είδος κατά την τελευταία τους πενταετία. Η συλλογή “Years of massacre” έκανε την εμφάνιση της την 1η Φεβρουαρίου του 2013 σε ψηφιακή μορφή, ενώ το Νοέμβριο του 2014 κυκλοφόρησε από την Hellprod Records το 7” βινύλιο (250 κόπιες) “The unborn dead”, με δύο διασκευές, τα “Ripped from the cross” (GROTESQUE) και “My agony, my ecstasy” (NOVEMBERS DOOM). Mε την ίδια σύνθεση κυκλοφορεί στις 23 Μαΐου του 2014 το “The post-apocalyptic servant”, όπου για άλλη μία φορά χάνεται η μπάλα και οι Ολλανδοί λες και παίζουν στα ηχεία παλιό επιθετικό 4-3-3 εποχής Γιόχαν Κρόϊφ, διαλύουν τον ανταγωνισμό και κατεβάζουν σαγόνια στο πάτωμα για πέμπτη συνεχόμενη φορά σε επίδειξη δύναμης, φρεσκάδας και απαράμιλλης death metal αισθητικής. Είναι πράγματι από τις φορές που μπορείς να πεις ότι ένα συγκρότημα σε τρολάρει με την συνέπεια που δείχνει μέσα στα χρόνια, αλλά αυτοί το παράκαναν (με την καλύτερη έννοια) τόσο πολύ που είχε πάψει να είναι αστείο. Και πάλι η ειδική έκδοση με δεύτερο δισκάκι είχε να επιδείξει καλούδια μόνο για τους φανατικούς.

Στο συγκεκριμένο δισκάκι περιλαμβάνονται νέες διασκευάρες στα “Fall from grace” (MORBID ANGEL, αιώνιος ηχητικός βάλτος μεγαλείου), “Deadly inner sense” (PARADISE LOST, από το ντεμπούτο παρακαλώ, πόσο ΟΛΝΤΣΚΟΥΛ και τίμιοι πια) και “Unstoppable force” (AGENT STEEL, διότι ο κάφρος ο σωστός ΠΑΝΤΑ προσκυνάει thrash). Κι επειδή είδαν ότι τους πήγαιναν πολύ οι διασκευές, αποφάσισαν να φτιάξουν ένα ολόκληρο δίσκο με αυτές. Το “Dark memorials” κυκλοφόρησε στις 26 Ιουνίου και περιέχει 10 τρομερές διασκευές σε ήρωες του παρελθόντος όπως και δύο επανηχογραφήσεις των αιώνιων επών τους “Spiritual immolation” και “Compulsory resignation”. Η λίστα των διασκευών έχει ως εξής (βαθιά ανάσα): “Beneath the remains” (SEPULTURA), “Exhume to consume” (CARCASS), “Unleashed upon mankind” (BOLT THROWER), “Master killer” (MERAUDER, ίσως η έκπληξη της κυκλοφορίας), “Beyond the unholy grave” (DEATH), “Under the guillotine” (KREATOR), “Ridden with disease” (AUTOPSY), “Necrophiliac” (SLAYER), “Radiation sickness” (REPULSION) και “Blasphemies of the flesh” (CARNAGE). Εισπνοές/εκπνοές, μετάνοιες/προσκύνημα, ΓΑΜ#%$&#$&ΡΕΣ επιλογές κομματιών! Η μπάντα κάνοντας ένα μικρό διάλειμμα, επέστρεψε στις επάλξεις με τον πλέον ιδιαίτερο δίσκο (και τελευταίο μέχρι στιγμής) στην ιστορία της, κι αυτό διότι θα αποτελούσε ένα ενιαίο concept με κεντρικό θέμα μία ιστορία ιεροσυλίας απέναντι σε οργανωμένες θρησκείες. Το “Syncretism” –διότι περί αυτού ο λόγος- κυκλοφόρησε στις 24 Φεβρουαρίου του 2017.


Σε όλη μου τη ζωή σαν οπαδός SINISTER καθώς είχα την τύχη να αρχίσω να ασχολούμαι με το είδος το 1992 που είχαν ήδη βγάλει το πρώτο άλμπουμ κι έγινα άμεσα οπαδός τους, δε θυμάμαι ποτέ τέτοια μαζική αποδοχή δίσκου τους όπως με το “Syncretism”. Κατάφεραν με κάποιο τρόπο να ακούγονται πάλι ολόφρεσκοι, ενώ πολλοί μη κάφροι τους βγάλανε το καπέλο και το άλμπουμ πανεύκολα να σκαρφαλώνει στις ψηλότερες θέσεις για τις λίστες του 2017 όσον αφορά τα κορυφαία άλμπουμ της χρονιάς. Καταπληκτικές συνθέσεις, με το “Neurophobic” να γυρίζεται σε βίντεο και να είναι η απαρχή της σφαγής που ακολουθεί σε όλο το δίσκο. Κάποια πανεύστοχα (λίγο) πιο μελωδικά περάσματα έχουν χρησιμοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και το συμπαγέστατο αποτέλεσμα το καθιστά ως ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της μπάντας, (κάποιοι έκαναν λόγο για το καλύτερο τους τα τελευταία 20 χρόνια). Προσθήκη εδώ ήταν ο μπασίστας Ricardo Falcon, ενώ η περιορισμένη digipack έκδοση περιέχει το “Unhallowed blood”, ένα κομμάτι που είναι το μεγαλύτερο της καριέρας τους με 14’ διάρκεια. Θριαμβευτικό άλμπουμ το οποίο ακολουθήθηκε μέσα στο 2018 (14 Σεπτεμβρίου) με ένα κουτί ονόματι “The Nuclear Blast recordings” από την Dissonance Productions και περιέχει τα άλμπουμ από το “Hate” ως το “Afterburner” (χωρίς το “Creative Killings”).

Στο τέλος της χρονιάς (30 Δεκεμβρίου) κυκλοφόρησε ένα split με τους Profanity από την Immortal Souls Productions (διπλό 7” βινύλιο, 250 κόπιες σύνολο) όπου οι SINISTER διασκευάζουν το “Hammer smashed face” των CANNIBAL CORPSE (παλιά μου τέχνη κόσκινο). Μετά από 30 και κάτι χρόνια στις επάλξεις και με 12/13 δισκάρες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είναι σχεδόν αχρείαστο να αναφερθεί ότι η προσφορά των SINISTER στον μεταλλικό ήχο και ειδικά στο ακραίο παρακλάδι του είναι Τ-Ε-Ρ-Α-Σ-Τ-Ι-Α! Ακόμα και τα πιο κολλημένα μυαλά εκεί έξω παραδέχονται ότι έπρεπε να είχαμε πολλές μπάντες σαν αυτούς εκεί έξω και πως η στάση τους όλα αυτά τα χρόνια έχει εμπνεύσει δίκαιο σεβασμό. Σε καιρούς που (πολύ) μεγαλύτερα ονόματα διέλυσαν ή βγάλανε δίσκους που δεν ακούγονται (σε όλα τα είδη, όχι μόνο στο death metal), ο Aad και η παρέα του συνεχίζουν με το κεφάλι χαμηλά να κάνουν αυτό που ξέρουν καλύτερα. Έχοντας δει τους SΙΝΙSTER δις -και την πρώτη φορά που ξέμειναν εδώ όταν οι IMMORTAL/HYPOCRISY ΔΕΝ ταξίδεψαν λόγω της νόσου των πουλερικών, (KO-KO-KO) αλλά και τη δεύτερη το 2006 στο “Afterburner”, μπορώ να διαβεβαιώσω ότι παίζουν πολύ καλύτερα, βαρύτερα και γρηγορότερα απ’ ότι στους δίσκους. Δε νοείται απλά τέτοια υπεραγαπημένη μπάντα να παίξει (ξανά) στην πόλη μου και να μην είμαι εκεί. Το ίδιο πρέπει να κάνει κάθε σωστός κάφρος που σέβεται τον εαυτό του.

Υ.Γ.: Ο Aad που όπου μπορεί κι όπου σταθεί ασχολείται μόνο με τη μουσική, έχει συμμετάσχει ως καλεσμένος στις εξής μπάντες δανείζοντας τη φωνή του: UNEXPECTED, FONDLECORPSE, INFEST, MEGASCAVENGER, PROFANITY, HELLCRAFT. Επίσης ήταν ενεργό μέλος κατά τη δεύτερη περίοδο των SINISTER με τους ABSURD UNIVERSE, BLASTCORPS και SUPREME PAIN, ενώ πρόσφατα ενεργητικότητα έδειξαν και οι ξεχασμένοι WEAPONS TO HUNT όπως και το νέο του σχήμα VORACIOUS SCOURGE. Υπερπαραγωγικός το λιγότερο!

Άγγελος Κατσούρας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here