Σ’ αυτό το Worst to best, το πήγαμε σε άλλο επίπεδο. Είπαμε να καλύψουμε κάθε πτυχή του “Somewhere far beyond” των BLIND GUARDIAN. Οπότε είχαμε τον Φραγκίσκο Σαμοΐλη που έβαλε τα τραγούδια στη δική του αξιολογική σειρά και τον …Hansi Kursch, τραγουδιστή του σχήματος, ο οποίος συνομίλησε με τον Σάκη Φράγκο κι έκανε το ίδιο ακριβώς, υπό το δικό του πρίσμα, τη δική του οπτική γωνία. Σε πολύ λίγες μέρες, θα διαβάσετε και μία αναλυτική συνέντευξη στη στήλη μας “Fly on the wall”, όπου θα υπάρχει αναλυτική προσέγγιση για κάθε πτυχή του δίσκου αυτού, οπότε, σας αφήνουμε προς το παρόν μ’ ένα διπλό Worst to best, ξεκινώντας από τον Φραγκίσκο Σαμοΐλη (ο οποίος θα διαβάσει κι αυτός τη λίστα του Hansi μαζί με σας, δίχως να έχει επηρεαστεί στις δικές του επιλογές ούτε κατ’ ελάχιστο):
- “The Piper’s calling”
Μου αρέσουν και τα κενά μεταξύ των τραγουδιών σε αυτόν το δίσκο. Και φυσικά μου αρέσει για αυτό που είναι και αυτό το κομμάτι. Όμως δικαιωματικά, αφού λειτουργεί σαν ιντερλούδιο περισσότερο, «ανοίγει» αυτήν τη λίστα και δεν χρειάζεται και περισσότερα λόγια νομίζω.
- “Black chamber”
Το λες και λογικό επόμενο βήμα Αν μου αρέσει; Προφανώς. Πολύ. Είπα και πριν, ότι μου αρέσουν και τα κενά μεταξύ των τραγουδιών αυτού του δίσκου. Απλά το “Black chamber”, όσο όμορφο και αν είναι, όσο μαγικό και αν είναι και αυτό, όταν έχει διάρκεια ούτε λεπτού, είναι άδικο να συγκριθεί με τα υπόλοιπα. Περισσότερο με intro του “Theatre of pain” θα μπορούσε να μοιάζει, παρά κάτι άλλο. Το αγαπάμε όμως εννοείται!
08, “The quest for Tanelorn”
Και τώρα αρχίζουν τα ζόρια. Καλά ήταν τα δύο πρώτα, ευκολάκια, στανταράκια και τώρα ο καθένας μας με τον (καλώς εννοούμενο προφανώς) πόνο του από εδώ και κάτω. Νομίζω με εξαίρεση το Νο 1, στα υπόλοιπα, κλασικά, όλοι θα έχουμε διαφωνίες. Προσωπικά λοιπόν, βάζω σε αυτή τη θέση αυτό το άσμα και ας μιλάει για την αναζήτηση μίας εκ των διασημότερων πόλεων του κόσμου του φανταστικού. Ας έχει και αυτό το φοβερό μεσαίο σημείο. Είναι τα υπόλοιπα τέτοια, που δεν μπορώ να κάνω αλλιώς μάνα μου. Και τι ωραίο live ρεφρέν.
- “Ashes to ashes”
Δεν ξέρω τη λίστα του Hansi και ελπίζω αυτό το κομμάτι να μην είναι πολύ ψηλά, γιατί στιχουργικά είναι πολύ έντονο, αφού μιλάει για το χαμό του πατέρα του. Up tempo, κλασικά όμορφα αγαπημένα πράγματα των Βάρδων, με ρεφρέν αυτό που πρέπει και περιμένεις (που σε όλο το δίσκο τέτοια είναι τα ρεφρέν βέβαια), κονταροκτυπιέται με το “The quest for Tanelorn” σαν δυάδα για αυτές τις θέσεις. Ελέω και του στιχουργικού όμως θέματος, θα πάρει έναν πόντο παραπάνω και θα είναι στη θέση Νο 7, παρά στη Νο 8.
- “Time what is time”
Μαγικά αρπίσματα για εισαγωγή, να σε βάλουν στο mood ενός διαφορετικού δίσκου BLIND GUARDIAN, τα οποία όμως δίνουν τη θέση τους σε μία riff-άρα και ένα τραγούδι που λειτουργεί κάπως και σαν συνδετικός κρίκος με το προηγούμενο άλμπουμ τους, όπως κάνει και το διοσκουράκι του, το “Journey through the dark”. Επίσης θα μπουούσαν να είναι ανάποδα εδώ. Όμως ο Eternal Champion κερδάει (sic) τον Blade Runner. Σοβαρός λόγος ε; Όχι παίζουμε!
- “Journey through the dark”
Τι να λέμε τώρα. Κόμματος. Τεμάχιο. Ρεφρενάρα! Διοσκουράκι του προηγούμενου, το πόδι στο γκάζι, οι GUARDIAN που ξέραμε (ως εκείνη τη στιγμή) ήδη, με το στιχουργικό κομμάτι να είναι και σε αυτό για τον Eternal Champion και μάλιστα για τον Jhary a-Conel, τον Βάρδο σύντροφό του. Αγαπημένο άσμα, χιλιοτραγουδισμένο ρεφρέν!
- “Somewhere far beyond”
Μόνο το intro, αρκεί για να αρχίσουν οι ανατριχίλες. 7:30 λεπτά που τα λες και σύνοψη του δίσκου ως ένα βαθμό. Είναι από τα κομμάτια που έδειχναν και το μέλλον για το σχήμα, τόσο σε διάρκεια, όσο και σε στοιχεία της μουσικής τους. Έχει μία περίεργη σκοτεινίλα στη μουσική του, στιχουργικά ταιριαστή, αφού είναι εμπνευσμένο από το “The dark tower” του Stephen King (που η ταινία, για ακόμη μία φορά για βιβλίο αυτού του τεράστιου συγγραφέα ήταν νερόβραστη, για να μην πω τίποτα άλλο).
- “Theatre of pain”
Μπορεί να ήταν και μία θέση πάνω, αλλά δεν μου πάει η καρδιά να σπάσω το δίδυμο. Αλλά μιλάμε για ΛΑΤΡΕΙΑ κομμάτι. ΛΑΤΡΕΙΑ! Εδώ πήραμε χαμπάρι τότε τη μεγάλη διαφορά αυτού του δίσκου. Κομμάτι που δεν περίμενες τότε από τους Βάρδους, groove-άτο, μέσα στη μαγεία και το ταξίδι, με τα συμφωνικά στοιχεία να του δίνουν μεγαλοπρέπεια και μετά βάζεις και τις μελωδιάρες. Άλλο πράγμα. Όλο λέω ότι θα διαβάσω αυτό το “The merman’s children” από το οποίο είναι εμπνευσμένοι οι στίχοι και όλο το παρατάω. Πρέπει. Για να βγήκε τέτοιο κομμάτι από αυτό το βιβλίο, ε μόνο πολύ καλό μπορεί να είναι. Ρίγη…
- “The Bard’s song – The Hobbit”
Όχι, δεν είναι σε αυτήν τη θέση μόνο επειδή είναι το διδυμάκι του άλλου “Bard song”. Πραγματικά έχω κόλλημα με αυτό το τραγούδι από την πρώτη στιγμή που τα άκουσα παρέα. Και ακόμα περισσότερο με αυτό το καταραμένο “Blind” και τον τρόπο που το λέει ο Hansi όταν μπαίνει το υπερ-σημείο του άσματος “Blind in the dark dungeon’s night, so God please take me away from here and Gollum shows the way right out”. Είσαι μικρός, έχεις ρουφήξει τον Tolkien ήδη και έχεις στα χέρια σου αυτό το άλμπουμ, το βιβλιαράκι του και το ακούς όσο διαβάζεις (ξανά) τα βιβλία. Φούστα-μπλούζα που λέμε. Μελωδιάρες όλες μέσα στο άσμα και ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ερμηνεία από τον Hansi. Oh what a fool, he’s losing control!
- “The Bard’s song – In the forest”
Πραγματικά, όχι πείτε μου, υπάρχει περίπτωση σε αυτό το άλμπουμ, ότι και να είναι τα υπόλοιπα κομμάτια, να μην είναι ΑΥΤΟ Νο 1;;; Όχι, πείτε μου, πόσες μπάντες θα «σκότωναν» για να έχουν ένα τέτοιο τραγούδι, τέτοια απόλυτη ταύτιση μπάντας και οπαδού; Αν δεν έχεις ζήσει “The bard’s song” σε live, δεν έχεις ζήσει πραγματικά τι σημαίνει BLIND GUARDIAN και γιατί οι οπαδοί τους είναι (είμαστε) τόσο κολλημένοι. Τραγούδια σαν αυτό, δεν γράφονται κάθε μέρα. Ακουστικές κιθάρες και φωνή. Και τέλος. Δεν θες και τίποτα άλλο. Και ειδικά live; Όταν έχεις για φωνή την καλύτερη χορωδία που μπορείς να έχεις ποτέ σου, δηλαδή ένα κοινό που σε λατρεύει και αφήνει το λαρύγγι του στο πάτωμα κάθε φορά, ε τι να ζητήσεις και σαν μουσικός; Όλα καλά, όλες οι επιτυχίες, όλα τα άσματα, όλα τα riff, τα πάντα όλα, μαζί σας. Αλλά η ανατριχίλα να βλέπεις από κάτω χιλιάδες κόσμου να μην αφήνουν στίχο να πέσει κάτω και η δημιουργία αυτής της ατμόσφαιρας (ελέω και της απουσίας των υπολοίπων οργάνων) πρέπει να είναι κάτι που αυτοί οι άνθρωποι, όσες φορές και να το ζήσουν, θα το γουστάρουν το ίδιο. Ακόμα και ρομποτ θα ένιωθε! Τους έκανε ακόμα πιο διάσημους; Εννοείται! Είναι ένα από τα 3 πιο γνωστά τραγούδια τους; Εννοείται! Ακόμα και να μην ήτανε όμως, είναι Η ΣΤΙΓΜΗ των GUARDIAN, της μαγείας τους και της ιδιαιτερότητάς τους, που σε βάζει για τα καλά στον κόσμο του φανταστικού (μα για αυτό τους λέμε Βάρδους) και αυτό που τους κάνει να είναι τόσο ένα με τον κόσμο τους. ΑΠΟΛΥΤΟ ΕΠΟΣ ΕΠΩΝ συνολικά για τη μουσική μας. Και δεν ακούω κουβέντα! Α κατς α μαλώεις τώρα;
Φραγκίσκος Σαμοΐλης
“Somewhere far beyond” – Worst to best through Hansi’s eyes
Όπως είπαμε και στο ξεκίνημα, ο Σάκης Φράγκος, συνομίλησε με τον Hansi Kursch, ο οποίος μας έδωσε το δικό του Worst to best για το “Somewhere far beyond”, με μεγάλη του ευχαρίστηση. Διαβάστε λοιπόν τον τρόπο με τον οποίο αξιολογεί τα τραγούδια ο δημιουργός τους.
Το “Somewhere far beyond” είναι ένα άλμπουμ που, έχεις δίκιο, έχω πρόβλημα ακόμα και με τις διασκευές να πω ότι κάποιο τραγούδι είναι πιο αδύναμο από τ’ άλλο. 30 χρόνια μετά, παρότι έχουμε γίνει μεγαλύτεροι, καλύτεροι ή οτιδήποτε, δεν μπορώ να βρω αδύναμο τραγούδι. Φαντάζομαι ότι θέλεις να μιλήσουμε για την έκδοση του βινυλίου, γιατί στην έκδοση του CD με τις διασκευές, γίνεται πιο εύκολο για μένα.
Νομίζεις ότι θα τα βγάλεις τόσο εύκολα πέρα μαζί μου; Ας πάμε στην έκδοση του βινυλίου, λοιπόν. (γέλια) Υποθέτω ότι ξεκινάμε με το “Piper’s calling”, έτσι;
(γέλια) Ε, να ξεκινήσουμε από το προφανές. Σου είπα ήδη την ιστορία με τον Peter Rübsam που έπαιξε τη γκάιντα. Ο πατέρας του Andre, ο οποίος είναι ένας από τους σημαντικότερους κοντραμπασίστες είχε έρθει μαζί του κιόλας. Συνεχίζω με το “Black chamber”, που είναι ένα τραγούδι για το οποίο δεν ξόδεψα και πάρα πολύ χρόνο για να το γράψω. Είναι μία ατομική προσπάθεια και ξέρω ακριβώς τι συνέβη.
Τώρα, αρχίζει το δακρύβρεχτο κομμάτι αυτού που μου ζήτησες (γέλια). Στη θέση #8, θα βάλω το “The bard’s song – The hobbit”. Ποτέ δεν μπόρεσε να φτάσει το αδερφάκι του… Ήταν μία πολύ θαρραλέα προσπάθεια, επειδή είχαμε ήδη ένα σπουδαίο τραγούδι, το “The bard’s song – In the forest” και αναρωτιόμασταν πως θα ήταν σε μία πιο heavy εκδοχή. Αυτοσχεδιάσαμε λοιπόν και μπορείς να βρεις πολλά πράγματα που μοιάζουν μεταξύ τους, ιδίως στις αρμονίες. Η τελική γεύση που μένει, είναι πως πρόκειται για διαφορετικό κομμάτι, που όμως δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει το “…in the forest”. Είναι ένα από τα τραγούδια που μπορούμε να αφήσουμε έξω από ένα live setlist πιο εύκολα, να το θέσω έτσι απλά.
Μετά το “Hobbit”;
Θα έβαζα το “Quest for Tanelorn”. Είναι ένα σκληρό, μεταλλικό τραγούδι και είναι ιεροσυλία να το βάζουμε τόσο χαμηλά στην κατάταξη, αλλά αφού μου το ζήτησες, δεν υπήρχε περίπτωση να μην το κάνω (γέλια). Το βάζω σ’ αυτή τη θέση, επειδή η δομή του δεν είναι σαν τα άλλα επικά κομμάτια του δίσκου, όπως το “Somewhere far beyond”, για παράδειγμα, που έχει ένα πιο «ξεσηκωτικό» χαρακτήρα ή το “Ashes to ashes”, που έχει μία πιο σκοτεινή διάθεση. Το “Quest for Tanelorn”, είναι κι αυτό επικό, όπως και το “Hobbit”, αλλά για να το πω με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να τα είχαμε πάει καλύτερα.
Παρότι ο Kai Hansen πίστευε ότι είναι ένα από τα καλύτερά σας τραγούδια και γι’ αυτό έπαιξε κιθάρα;
Κάποια στιγμή, ήταν! Όταν ξεκινήσαμε την περιοδεία για το δίσκο, θεωρούσα κι εγώ ότι ήταν πολύ καλό και είχε αντίκτυπο στον κόσμο, αλλά στην πορεία των χρόνων, αυτό άρχισε να φθίνει. Κάποια τραγούδια στις συναυλίες, αποκτούν χαρακτήρα και γίνονται πιο δημοφιλή, την ώρα που κάποια άλλα δεν έχουν την ίδια σημασία πλέον… Ως συγκρότημα, έχουμε κάνει λάθος πολλές φορές, όταν είχαμε πιστέψει ότι κάποιο τραγούδι θα είναι το hit του δίσκου. Πάρε το “Hall of the king” από το “Follow the blind” για παράδειγμα. Ήταν ένα από τα στοιχήματά μας, ότι θα γινόταν επιτυχία, αλλά ποτέ δεν είχε τον αντίκτυπο που περιμέναμε. Το “Quest for Tanelorn” ήταν ακριβώς το αντίθετο. Ξεκίνησε ως επιτυχία και αυτό έφθινε με τα χρόνια.
Ωραία… Για πες μου τι βάζεις μετά…
Όσο και να πονάει η καρδιά μου, βάζω το “Ashes to ashes”.
Ούτως ή άλλως είναι ένα τραγούδι για να πονά η καρδιά σου, αφού γράφεις στίχους για τον θάνατο του πατέρα σου…
Έχεις δίκιο, ναι. Βασικά, είχαμε τους στίχους “Ashes to ashes” και δεν ξέρω αν τους χρησιμοποιήσαμε στη σύνθεση εξαιτίας του πατέρα μου. Όταν τελείωσε το τραγούδι και βλέπαμε που δινόταν έμφαση, ήταν προφανές για μένα ότι επρόκειτο για το θάνατο του πατέρα μου. Υπάρχει πολύ μεγάλη ψυχή και πνεύμα στο τραγούδι και όχι μόνο στους στίχους, αλλά και στη μουσική. Ο λόγος που το βάζω σχετικά χαμηλά στην κατάταξη; Επειδή θεωρώ ότι στην προπαραγωγή ήταν καλύτερο! Νομίζω ότι το ρεφρέν καταστράφηκε, θα έλεγα, με τον τρόπο που χρησιμοποίησε ο Kalle Trapp (σ.σ. ο παραγωγός του δίσκου και της πρώτης περιόδου των BLIND GUARDIAN) τα δεύτερα φωνητικά. Ακούγονται πάρα πολύ ακριβή και δεν είχαν το συναίσθημα που θέλαμε. Εγώ, ο Andre και το υπόλοιπο συγκρότημα, σκεφτόμασταν έναν πιο μουσικό και συναισθηματικό τρόπο, ενώ ο Kalle με πιο τεχνικό τρόπο. Έδωσε οδηγίες στους τραγουδιστές που έκαναν τα δεύτερα φωνητικά, να είναι πιο staccato κι αυτό νομίζω ότι κατέστρεψε λίγο την αυθεντική ατμόσφαιρα που είχε το τραγούδι.
Καλά τα πας. Δεν σε φοβάμαι! Έχεις πέντε ακόμα τραγούδια!
Τώρα είναι που αρχίζουν τα δύσκολα, όμως (γέλια)! Μετά από πολύ σκέψη, στη θέση #5 θα έβαζα το “Theater of pain”. Το τραγούδι αυτό ήταν η πρώτη μας σοβαρή προσπάθεια, που δουλεύαμε με ενορχηστρώσεις που είχαν ορχηστρικά μέρη, τα οποία έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο. Είχαμε κάνει κάτι παρόμοιο και στο “Lord of the rings”, αλλά ήταν πολύ μικρό σε διάρκεια και λιγότερο σημαντικό για το τραγούδι, καθ’ αυτό. Αυτή τη φορά, τα ορχηστρικά μέρη ήταν ζωτικής σημασίας. Σου είπα και πριν (σ.σ. στη συνέντευξη που θα διαβάσετε για την ιστορία πίσω από το “Somewhere far beyond”), ότι είναι η FOREIGNER στιγμή της καριέρας μας και το συζητούσαμε πάρα πολύ όταν ανταλλάσσαμε ιδέες για το δίσκο. Επίσης, θεωρώ ότι έχει μία από τις καλύτερες φωνητικές ερμηνείες στο δίσκο. Ακόμα και τώρα, πιστεύω ότι το ρεφρέν είναι από τα καλύτερα που έχουμε γράψει ποτέ. Δεν έχουμε καταφέρει να το παίξουμε ποτέ live κι αυτός είναι ο λόγος που από τα πέντε τραγούδια που έμειναν, αυτό είναι το τελευταίο. Θα το κάνουμε όμως, αυτό είναι βέβαιο, στις συναυλίες που θα δώσουμε και θα παίζουμε ολόκληρο το “Somewhere far beyond” του χρόνου. Το είχαμε παίξει και στο φεστιβάλ των BLIND GUARDIAN, αλλά δεν μου άρεσε η εκδοχή που είχαμε κάνει.
Θεωρείς ότι ο λόγος που δεν είναι ακόμα πιο δημοφιλές ανάμεσα στους οπαδούς των BLIND GUARDIAN, είναι επειδή δεν το παίζετε live;
Πιστεύω ότι είναι πολύ δημοφιλές. Πρέπει να το παίξουμε live, γιατί έχουμε να αποδείξουμε ότι είναι ένα πολύ απαιτητικό τραγούδι φωνητικά, ιδιαίτερα στο ρεφρέν, αλλά πρέπει να προσπαθήσουμε πραγματικά πάρα πολύ για να βγει όπως πρέπει. Στο φεστιβάλ των BLIND GUARDIAN κάναμε το καλύτερό μας, αλλά δεν ήταν αρκετό. Του χρόνου όμως, δεν πρέπει να συμβεί αυτό!
Κουράγιο!!! Τέσσερα τραγούδια έχουν μείνει ακόμα!
Και θα πάω στο #4 με το “Journey through the dark”. Έχει εξαιρετικούς στίχους, που είναι ακριβώς αυτό που μιλά το concept, δηλαδή ασχολείται με τους βάρδους που ταξιδεύουν στο χρόνο. Είναι πάρα πολύ ωραίο στο sing-along σε συναυλιακές καταστάσεις. Όχι το πιο εύκολο, αλλά όποτε το παίζουμε, διασκεδάζουμε πραγματικά. Πρέπει να πω ότι μου άρεσε και η παραγωγή σ’ αυτό το τραγούδι, με αποτέλεσμα να βγει όπως ακριβώς το θέλαμε. Δυστυχώς, δεν μπαίνει στις θέσεις των μεταλλίων, αλλά είναι ένα σπουδαίο τραγούδι (γέλια).
Χάλκινο μετάλλιο, λοιπόν;
Το “Somewhere far beyond”, έστω και χωρίς drum roll πριν (γέλια). Είναι ένα από τα πιο επικά τραγούδια που έχουμε γράψει και λειτούργησε ως «μοντέλο» για το “And then there was silence”. Στόχος μας τότε, ήταν να έχουμε ένα μεγάλο, επικό τραγούδι. Δεν μπορούσαμε να πάμε παραπάνω. Ήταν σαν μία έκρηξη από ιδέες κι έχει μερικά σημεία που είναι πολύ tricky, αν το δει κανείς από τη συνθετική σκοπιά. Μου άρεσε πολύ και το θέμα με το “Dark tower” που επιλέξαμε εκεί, το οποίο νομίζω ότι κάναμε με έξυπνο τρόπο. Υπάρχει και το σημείο με τις γκάιντες που λέγαμε πριν και μου εξέφρασες πόσο σου άρεσε. Και τώρα θυμήθηκα τι ήθελα να σου πω τότε! Όλες αυτές οι επιρροές όπως και στο “The bard’s song – In the forest”, έδειχναν πόσο μας άρεσαν γκρουπ όπως οι SKYCLAD (σ.σ. τώρα σ’ αγαπάω περισσότερο ρε φίλε!). Ίσως όχι τόσο πολύ ο Andre, αλλά σίγουρα ο Marcus κι εγώ και δεν θυμάμαι για τον Thomen. Τα πιο folk σημεία του “Tales from the twilight world” και του “Somewhere far beyond” βασίστηκαν στην αγάπη μας γι’ αυτό το σχήμα. Αυτά τα δύο τραγούδια, θεωρώ ότι είναι από τα πιο σημαντικά της ιστορίας μας, επειδή με αυτά, γίναμε επιδραστικοί κι εμείς με τη σειρά μας σε άλλα σχήματα και είδη μουσικής.
Ένα σκαλοπάτι πριν την κορυφή και κάτι μου λέει πως θα πας στο “Time what is time”.
Ναι, είναι το “Time what is time”. Αυτό το τραγούδι, μας έδωσε εμπιστοσύνη στους εαυτούς μας. Ήταν το πρώτο που γράψαμε μετά το “Tales from the twilight world” και το πρώτο τραγούδι που γράφεις, είναι πάντα το πιο δύσκολο και θέτεις τα πλαίσια στα οποία θα κινηθείς στον δίσκο. Έχει το πνεύμα του “Tales…”, αλλά το πηγαίνει στο επόμενο επίπεδο. Όταν γράφαμε τα τραγούδια για το “Somewhere…”, είχα μία ανασφάλεια αν θα είναι καλύτερα από τα προηγούμενα και όπως έδειξε ο χρόνος, τουλάχιστον τα περισσότερα ήταν όντως καλύτερα. Ταίριαξε πολύ και το θέμα του “Bladerunner” που επιλέξαμε στους στίχους και μιλάω για το χρόνο, το αγαπημένο μου θέμα (γέλια). Ταιριάζει πολύ στη μουσική των BLIND GUARDIAN, όπως και η αλήθεια, για παράδειγμα. Αυτές οι έννοιες με προσελκύουν πολύ και πάντα βρίσκω διαφορετικές γωνίες προσέγγισης. Τότε όμως η έννοια του χρόνου ήταν αρκετά φρέσκια σε μένα. Αποτίναμε φόρο τιμής στο “Bladerunner” και στην έννοια του χρόνου γενικότερα και προέκυψε ένα πολύ ωραίο metal τραγούδι.
Και φτάσαμε στην κορυφή. Όχι ότι δεν το περίμενε κανείς, βέβαια. “The bard’s song – In the forest”. Όποιος έχει βρεθεί σε συναυλία σας, δεν μπορεί να μην το έχει τραγουδήσει. Έχετε γράψει επιθετικά, επικά, περίπλοκα, μελωδικά τραγούδια, αυτό εδώ όμως είναι το πιο απλό και παράλληλα το πιο δύσκολο τραγούδι που μπορούσατε να έχετε…
Κι αυτό ακριβώς είναι το θέμα. Ένα τέτοιο τραγούδι, το γράφεις μία ή δύο φορές στην καριέρα σου και είσαι πολύ χαρούμενος. Ποτέ δεν παραπονιέμαι αν γράφουμε τραγούδια που καταβάλλουμε πολύ μεγάλη προσπάθεια και κόπο να τα συνθέσουμε και δεν είναι ούτε κατά διάνοια τόσο δημοφιλή όσο το “Bard’s song”. Είμαι απλά ευγνώμων που έχουμε ένα τέτοιο τραγούδι στον κατάλογό μας.
Νομίζω ότι συγκροτήματα μεγαλύτερα από τους BLIND GUARDIAN, δεν έχουν τέτοιο τραγούδι, με όλα όσα αυτό αντιπροσωπεύει.
Όταν το γράφαμε, εκείνη την περίοδο, ήμασταν σίγουροι ότι θα γίνει επιτυχία. Όταν η εταιρία μας, αρνήθηκε να κυκλοφορήσει το “Theater of pain” ως single, τους είπαμε ότι το “The bard’s song”, θα γινόταν επιτυχία και θα έπρεπε να το κυκλοφορήσουν. Αρνήθηκαν όμως και γι’ αυτό, επειδή θεωρούσαν πως παρότι το άλμπουμ ήταν πολύ καλό, δεν είχε κάποιο τραγούδι που να γινόταν επιτυχία. Κάποια στιγμή, το κυκλοφορήσαμε σε single, αργότερα, σε μία εκτέλεση που τη θεωρούμε καλύτερη, αλλά δεν έκανε τίποτα. Για τον mainstream κόσμο, δεν είναι επιτυχία. Το γουστάρουν οι μεταλλάδες, είναι απίστευτο σε ζωντανές εμφανίσεις, αλλά δεν λέει απολύτως τίποτα στον υπόλοιπο κόσμο. Ακόμα και τώρα, σε κάθε συναυλία, παρότι πάνω-κάτω ξέρουμε τι θα συμβεί όταν το παίξουμε, κάθε φορά μου φτιάχνει τη μέρα όταν ακούω τον κόσμο, όσο καλή ή άσχημη να ήταν η συναυλία μας μέχρι τότε.
Άσε που σε ξεκουράζει κιόλας. Είναι σαν να κάνουν ένα instrumental τζαμάρισμα και να πας πίσω από τη σκηνή να ξεκουραστείς!
(γέλια)
Ευχαριστώ πολύ για την ανταπόκριση στο αίτημά μου!
Εγώ ευχαριστώ και περιμένω να φας κι ένα κομμάτι τούρτα επιπλέον, για εμένα (σ.σ. η συνέντευξη έγινε ανήμερα των γενεθλίων μου).
Κάνοντας μία σύνοψη λοιπόν, ο Hansi έβαλε τα τραγούδια με την εξής σειρά:
10. “The piper’s calling”
9. “Black chamber”
8. “The bard’s song – The hobbit”
7. “Quest for Tanelorn”
6. “Ashes to ashes”
5. “Theater of pain”
4. “Journey through the dark”
3. “Somewhere far beyond”
2. “Time what is time”
1. “The bard’s song – In the forest”
Σάκης Φράγκος
[…] θα θυμηθώ πολλά περισσότερα από εκείνη την περίοδο». Αν ενώσει κανείς αυτή την συνέντευξη/αφήγηση και το “Wo…, βγάζει πάνω από 100 λεπτά συνομιλίας και ότι θα ήθελε ο […]