THE INSIDER – 32 unknown stories about “Vol. 4” by BLACK SABBATH

0
658
Black Sabbath

Black Sabbath

Όταν κυκλοφόρησε το 1972, το “Vol. 4” των BLACK SABBATH ήταν ένα άλμπουμ που άλλαξε (ξανά) τα δεδομένα τόσο του heavy metal όσο και του ίδιου του συγκροτήματος. Το τέταρτο άλμπουμ των SABBATH τους ανέδειξε πέρα από το ελαφρώς ναρκοληπτικό ακροατήριο της πρώτης εποχής τους και τους εξέλιξε στην κορυφαία μπάντα που όλοι γνωρίζουμε. Ταυτόχρονα, όπως κάθε άλμπουμ τέτοιου βεληνεκούς, το “Vol. 4” έκρυβε προβλήματα στο παρασκήνιο, με την αχαλίνωτη χρήση ναρκωτικών να επιβαρύνει σταθερά το συγκρότημα.

  • Έχοντας ήδη ένα νο. 1 άλμπουμ στην χώρα τους με το “Paranoid” (1970) και διατηρώντας σταθερή την ορμή τους με το “Master of reality” (1971) που ακολούθησε, οι BLACK SABBATH εγκατέλειψαν το μουντό Birmingham και περιόδευσαν σε όλο τον κόσμο, απολαμβάνοντας στην πορεία ό,τι μπορούσαν να πάρουν από το τρελό τραίνο της επιτυχίας. Μέχρι την άνοιξη του 1972, πετούσαν ψηλά (κυριολεκτικά και μεταφορικά) καθώς ετοιμάζονταν για τη δημιουργία της τέταρτης δουλειάς τους.
  • Με την ραγδαία αύξηση της επιτυχίας τους, που έφερε και αντίστοιχες ανταμοιβές, οι ατελείωτες περιοδείες και ηχογραφήσεις προκάλεσαν τεράστια πίεση στα τέσσερα μέλη των SABBATH, οι οποίοι έφτασαν σε σημείο να υποφέρουν ψυχικά ή σωματικά. Το ανελέητο πρόγραμμα της περιοδείας του “Master of reality” τους αρρώστησε, κυριολεκτικά, καθώς μία σειρά από εμφανίσεις τον Δεκέμβριο του 1971 ακυρώθηκε λόγω σοβαρής ασθένειας του ντράμερ Bill Ward με οξεία ηπατίτιδα (κόντεψε να πεθάνει), ενώ ο τραγουδιστής Ozzy Osbourne έπαθε λαρυγγίτιδα. O Ward είχε ίκτερο για περίπου ένα εξάμηνο, λόγω του εξωπραγματικού αλκοόλ στο αίμα του. Βέβαια αυτό δεν τον εμπόδισε να ξαναρχίσει τα ίδια (και χειρότερα) μόλις έγινε καλά.
  • Με γεμάτο ιατρικό δελτίο, οι SABBATH κατάφεραν να στριμώξουν μία εμφάνιση, τον Γενάρη του 1972, στο Birmingham, προγραμματίζοντας να ηχογραφήσουν και να κυκλοφορήσουν το επόμενο άλμπουμ τους μέσα στον ερχόμενο Απρίλιο. Με την ολοκλήρωση της βρετανικής περιοδείας, στα τέλη Φλεβάρη, μπήκαν στο Marquee studio του Λονδίνου, προκειμένου να γράψουν νέο υλικό. Μέσα σε τρεις μέρες κατάφεραν να γράψουν δύο κομμάτια, ένα εκ των οποίων φιλοδοξούσαν να χρησιμοποιήσουν και ως το title track του δίσκου, το “Snowblind”.
  • Έχοντας και κάποιες άλλες ηχογραφημένες ιδέες στην διάθεση τους, βγήκαν πάλι στον δρόμο, αυτή την φορά στις ΗΠΑ, όπου ενσωμάτωσαν το καινούριο “Snowblind” στο set τους. Με τους YES, τους REO SPEEDWAGON και τους WILD TURKEY ως support, τελείωσαν την περιοδεία του “Master of reality” αρχές Απριλίου 1972.
  • Καθώς το κοινό και οι πωλήσεις τους αυξήθηκαν γεωμετρικά μέσα σε 2 μόλις χρόνια, είχαν πλέον την δυνατότητα να δουλέψουν σε πιο ηλιόλουστα μέρη όπως η Καλιφόρνια των ΗΠΑ για κάποιες εβδομάδες. Είχαν παίξει στο Los Angeles και τους άρεσε η χαλαρή αίσθηση που απέπνεε. Έτσι τον Μάϊο ταξίδεψαν εκεί για να συνεχίσουν τις ηχογραφήσεις για το καινούριο άλμπουμ τους στο διάσημο Record Plant (το δεύτερο από τα τρία, που στήθηκε το 1969), ενώ βρήκαν το ιδανικό σπίτι σε μία βίλα στην περιοχή του Bel-Air, η οποία ανήκε στον John du Pont, εκατομμυριούχο φιλάνθρωπο, κληρονόμο της ομώνυμης βιομηχανίας χημικών και καταδικασμένου το 1996 σε φυλάκιση για φόνο τρίτου βαθμού του παλαιστή Dave Schultz. Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για την τελευταία του ιδιότητα, μπορείτε να παρακολουθήσετε την ταινία “Foxcatcher” (2014) με τους Steve Carell, Mark Ruffalo και Channing Tatum.
  • Μιας και ο du Pont δεν περνούσε και πολύ από εκεί, οι SABBATH φρόντισαν να οικειοποιηθούν τον χώρο. Είχε έξι υπνοδωμάτια, επτά μπάνια, ιδιωτική αίθουσα προβολών, αίθουσα χορού και μία πισίνα, πλησίον της οποίας έστησαν τον εξοπλισμό τους. Η πισίνα θα γινόταν το επίκεντρο των δραστηριοτήτων τους, μιας και μπορούσαν να γράφουν και να προβάρουν το υλικό τους κατά την διάρκεια της ημέρας και να διασκεδάζουν τη νύχτα. Με άφθονη και συνεχόμενη παροχή ναρκωτικών βεβαίως, καθώς και αλκοόλ, φαγητού και μίας ατελείωτης παρέλασης από groupies.
  • Τα ναρκωτικά, συγκεκριμένα η κοκαΐνη, ήταν η κινητήριος δύναμη των SABBATH κατά τις μέρες και νύχτες στο Los Angeles. Στην διάρκεια των ηχογραφήσεων προμηθεύονταν κοκαΐνη δύο φορές τη μέρα. Σύμφωνα με τον Ozzy, μέχρι και την εποχή του “Master of reality” το μόνο που έκαναν ήταν τσιγαριλίκια αλλά είναι θεωρητικά αδύνατο, να προσδιοριστούν οι ποσότητες κοκαΐνης που πήραν στο Los Angeles εκείνη την περίοδο. Ο ίδιος ο Ozzy δοκίμασε πρώτη φορά κοκαΐνη σε μία πτήση προς Αμερική, ενώ η παρθενική φορά του κιθαρίστα Tony Iommi ήταν πριν ανέβει στην σκηνή στο Forum του Los Angeles τον Οκτώβριο του 1971, με την υπόσχεση ότι θα τον «βοηθούσε να συγκεντρωθεί».
  • Είχαν έναν έμπορα που εμφανιζόταν συχνά και τους έφερνε πρώτης ποιότητας προϊόν μέσα σε κουτιά απορρυπαντικών. Και τα άδειαζε στη μέση του τραπεζιού σαν βουναλάκι. Σε δεύτερη φάση, παραλάμβαναν κοκαΐνη με ιδιωτικές πτήσεις από πηγές που γνώριζε το management τους, σε μικρά μπουκαλάκια σφραγισμένα με κερί. Επρόκειτο για την πιο premium 100 % καθαρή κοκαΐνη, που τους βοηθούσε να μένουν ξύπνιοι. Ο Ozzy δήλωσε, χαρακτηριστικά, πως κάπνιζε μία σακούλα μαριχουάνα ημερησίως για να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις της κοκαΐνης στην καρδιά του!
  • Μία μέρα ο Ozzy καθόταν με κάποιον επισκέπτη στην πισίνα και με την συζήτηση η κουβέντα πήγε στην κοκαΐνη, λέγοντας του πόσο καλή ήταν η παρτίδα που τους ήρθε την προηγούμενη μέρα. Τελικά προέκυψε ότι αυτός ο τύπος τους είχε προμηθεύσει. Όταν ο Ozzy τον ρώτησε με τι ασχολείται, ο τύπος του είπε ότι δούλευε στην FDA (Food & Drug Administration), μία κρατική Αρχή υπεύθυνη για την προστασία των πολιτών μέσω του ελέγχου και της επίβλεψης των τροφίμων, φαρμάκων και παρόμοιων συναφών ειδών. Ο τραγουδιστής σκάλωσε για λίγο μέσα στην θολούρα του, αλλά όταν ο επισκέπτης τους το αντιλήφθηκε τον διαβεβαίωσε ότι όλα ήταν καλά.
  • Σύμφωνα με την αγγλική παροιμία, είναι γνωστό ότι «η περιέργεια σκότωσε την γάτα». Οι SABBATH ήταν τα θύματα ενός κωμικού (και παρ’ ολίγο τραγικού) επεισοδίου, όπου στην έναρξη του κάθονται αποχαυνωμένοι γύρω από ένα βουνό κοκαΐνης, όταν ο Ozzy παρατηρεί ένα κουμπί δίπλα σε κάποιο παράθυρο. «Αναρωτιέμαι τι κάνει αυτό το κουμπί» είπε και το πάτησε. Δεν έγινε απολύτως τίποτα. «Νόμιζα πως ήταν ο κλιματισμός» είπε ο Ozzy. Το πάτησε ξανά και ξανά και ξανά, αλλά δεν γινόταν κάτι. Έτσι απογοητευμένος κάθισε και συνέχισαν όλοι παρέα να σνιφάρουν κόκα και να καπνίζουν τσιγαριλίκια. Ξαφνικά, είδαν μπλε φώτα να αναβοσβήνουν έξω και μέσα στην μαστούρα τους τρόμαξαν. Ο Iommi πλησίασε το παράθυρο και έντρομος τους ενημέρωσε πως είναι η αστυνομία. Τέσσερα περιπολικά είχαν σταματήσει στον δρόμο έξω από το σπίτι. Μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου επικρατούσε το απόλυτο πανδαιμόνιο καθώς όλοι προσπαθούσαν να ξεφορτωθούν ό,τι ναρκωτικό υπήρχε μπροστά τους! Εκεί ο Ozzy πίστεψε πως όλα τελείωσαν. Το κουμπί που τόσο επίμονα πατούσε ήταν ένα «κουμπί πανικού», ενός σιωπηλού συναγερμού που έστελνε αυτόματα σήμα στην αστυνομία. Στο σπίτι δούλευε μια υπηρέτρια εκείνη τη στιγμή την οποία έστειλαν να καθυστερήσει την αστυνομία. Όσο αυτή βρισκόταν στην πόρτα μιλώντας στους αστυνομικούς, οι SABBATH πετούσαν όλη την ημερήσια προμήθεια τους στην τουαλέτα. Μέχρι η υπηρέτρια να διαβεβαιώσει την αστυνομία πως όλα ήταν ΟΚ, τα παιδιά μας τραβούσαν τα καζανάκια στις τουαλέτες πετώντας κοκαΐνη αξίας 5.000 δολαρίων. Αυτό το περιστατικό απαθανατίστηκε στο τραγούδι του Ozzy με τον rapper POST MALONE, “It’s a raid”, από το άλμπουμ “Ordinary man” (2020).
  • Η κατάσταση μπορούσε να γίνει εξαιρετικά αμήχανη, ακόμα και όταν δεν χτυπούσε το κουδούνι η αστυνομία. Μία μέρα αποφάσισαν να παίξουν μπουγέλο, το οποίο σύντομα εξελίχθηκε σε βανδαλισμό, με τον μπασίστα Geezer Butler να φέρνει μέχρι και λάστιχο στο σπίτι προκειμένου να κερδίσει. Εκείνη την ώρα χτύπησε το κουδούνι και ο Ozzy άνοιξε την πόρτα για να αντικρύσει τον … ιδιοκτήτη της βίλας, John du Pont. Έξω φρενών, ο du Pont ρώτησε τι στο διάολο έκαναν στο σπίτι του, με τον Butler να προσπαθεί να τον κατευνάσει προσφέροντας του … λεφτά!
  • Η φήμη της βίλας ως hotspot, όπου κάποιος μπορούσε να βρει πρώτης τάξεως ναρκωτικά, προσέλκυε αρκετούς από τους συναδέλφους των SABBATH που τύχαινε να βρίσκονται στην περιοχή, όπως π.χ. τον Pete Townshend των WHO. Ωστόσο, η κορυφαία στιγμή ήρθε όταν τους επισκέφτηκε το road crew των DEEP PURPLE. O Iommi ήταν τόσο κόκκαλο, που πίστευε ότι θα έκανε το φάντασμα και θα τους τρόμαζε. Οπότε, κάποια στιγμή που όλοι ήταν στο σαλόνι μαστουρώνοντας, έσκασε ο Iommi καλυμμένος με ένα σεντόνι, παριστάνοντας το φάντασμα. Όλοι τον κοιτούσαν με σχετική συγκατάβαση, προσπαθώντας να καταλάβουν τι κάνει, ενώ αυτός νόμιζε ότι τους τρόμαζε.
  • Όντας στο σπίτι του ίδιου του du Pont, μετά από μικρή έρευνα, ανακάλυψαν αρκετά σπρέι μπογιάς στο γκαράζ. Οι Osbourne, Iommi και Ward θεώρησαν ότι θα ήταν πολύ αστείο να βάψουν χρυσό από την κορυφή ως τα νύχια τον Ward, ο οποίος είχε πέσει σε λήθαργο, αναίσθητος, μετά από μία άγρια νύχτα. Δεν πέρασε κάμποση ώρα και ο Ward άρχισε να έχει σπασμούς, με επακόλουθη βίαιη κρίση, οπότε και κάλεσαν άμεσα ασθενοφόρο. Αφού του χορήγησαν αδρεναλίνη για να μην πεθάνει και να αφαιρέσουν την μπογιά από το δέρμα του με διαλυτικό (με αποτέλεσμα στο τέλος να είναι σαν … παντζάρι),  οι υγειονομικοί έβαλαν τις φωνές στους τρεις ανόητους λέγοντας τους ότι θα μπορούσαν να έχουν σκοτώσει τον φίλο τους, αφού όλοι οι πόροι του δέρματος του είχαν σφραγιστεί αεροστεγώς από την χρυσή μπογιά, κάτι που θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο για τον δύστυχο ντράμερ. Και αυτό ήταν πέρα από το ότι έβαζαν διαρκώς φωτιά  … στα γένια του!
  • Σύμφωνα με τον Butler, ο λογαριασμός των εξόδων που τους παρέδωσε ο manager τους στο τέλος της παραμονής τους στο Los Angeles τα έλεγε όλα: Το κόστος των ηχογραφήσεων ήταν γύρω στα 65.000 δολάρια και για κοκαΐνη είχαν δώσει περίπου 75.000 δολάρια. Όχι άσχημα για τέσσερα (πρώην) φτωχόπαιδα από το Birmingham. Ο Bill Ward είπε ότι υπάρχουν πράγματα για τα οποία δεν μπορεί να μιλήσει και πλέον δεν θέλει να συζητάει για αυτή την περίοδο, διότι έχει εγγόνια! O Iommi παραδέχτηκε ότι το Los Angeles τους πήρε τα μυαλά, με αποτέλεσμα το άλμπουμ να βγει «λίγο περίεργο». Είχαν ξεκινήσει τους πειραματισμούς από το “Master of reality” και εφόσον είδαν ότι δούλεψε μουσικά και εμπορικά, ήθελαν να συνεχίσουν σε αυτή την πορεία. Και ενώ το αυξημένο budget τους έδωσε περισσότερες δημιουργικές δυνατότητες, η μετεγκατάσταση τους στην Πόλη των Αγγέλων για να δουλέψουν στο Record Plant έστειλε την όλη διαδικασία σε περίπατο διαρκείας, καθώς οι ουσίες βρήκαν τον δρόμο για να παρεισφρήσουν στην καθημερινότητά τους. Σημειώνεται ότι αυτό το νέο άλμπουμ ήταν το πρώτο που έκανε την παραγωγή το ίδιο το συγκρότημα και το μοναδικό που θα ηχογραφούσε αυτή η πρώτη «κλασική» σύνθεση του συγκροτήματος στο Los Angeles.
  • Στα πρώτα τρία άλμπουμ τους, οι BLACK SABBATH είχαν συνεργαστεί με τον παραγωγό Rodger Bain και έναν νεαρό μηχανικό ήχου, ονόματι Tom Allom! Ο “Colonel” Tom Allom θα έκανε με την σειρά του παραγωγή σε μνημειώδη άλμπουμ, όντας υπεύθυνος για τον ήχο των συμπατριωτών των SABBATH και ετέρων πυλώνων του Heavy Metal, JUDAS PRIEST, από το “Unleashed in the east” του 1979 μέχρι το “Ram it down” του 1988, καθώς και στο πρόσφατο “Firepower” του 2018. Επίσης ήταν ο παραγωγός στο ντεμπούτο των μελλοντικών superstar DEF LEPPARD (“On through the night” του 1980) και σε πλήθος συγκροτημάτων, όπως οι KROKUS, οι Y&T, ο PAT TRAVERS, οι ROUGH CUTT και οι LOVERBOY μεταξύ άλλων.
  • Οι πρώτες δουλειές των SABBATH με τον Bain ήταν αποκλειστικά επί αγγλικού εδάφους. Παρόλο, όμως, που δεν ήταν απόλυτα δυσαρεστημένοι με τον Bain, οι SABBATH ένιωθαν ότι δεν υπήρχε η ιδανική χημεία ανάμεσα τους. Έτσι αποφάσισαν να δοκιμάσουν οι ίδιοι την τύχη τους στην παραγωγή, για πρώτη φορά, με την συνδρομή του manager τους Patrick Meehan. Ήταν αναμφίβολα ρίσκο, αλλά όπως είπε ο Iommi, είχαν εξοικειωθεί αρκετά με τα στούντιο μέχρι εκείνο το σημείο, που είχαν αρκετή πεποίθηση στις δυνατότητες τους, γλυτώνοντας και κάποια επιπλέον κόστη στην πορεία. Μετά το πέρας της συνεργασίας του με τους SABBATH, ο Rodger Bain έκανε παραγωγή στα “Squawk” και “In for the kill!» των BUDGIE, σε δουλειές των progressive rockers, BARCLAY JAMES HARVEST και στο ντεμπούτο των JUDAS PRIEST, “Rocka rolla”. Κάπου εκεί άρχισε να απογοητεύεται με την μουσική βιομηχανία και σχεδόν εξαφανίστηκε, με αποτέλεσμα έκτοτε να μην εμφανίζεται ή να δίνει συνεντεύξεις πουθενά.
  • Έχοντας ολοκληρώσει τις ηχογραφήσεις για το νέο άλμπουμ τους, εκεί κατά τον Ιούνιο του 1972, οι BLACK SABBATH εκκένωσαν το αγαπημένο τους σπίτι στο Los Angeles, αφού πλήρωσαν για τις ζημιές που είχαν προκαλέσει και μετέβησαν στα Island Studios του Λονδίνου, προκειμένου να ολοκληρώσουν τον δίσκο. Το τελικό αποτέλεσμα είχε καλό ήχο και διατηρούσε ακόμα κάποια από τα σκοτεινά στοιχεία τους, παρόλο που εδώ χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά το συνθεσάιζερ Mellotron, πιάνο και επιλεκτικά κάποια έγχορδα. Σε λιγότερο από ένα μήνα, είχαν ξαναβγεί σε περιοδεία στην Αμερική.
  • Η περιοδεία αυτή θα ήταν ακόμη μία περιπέτεια για το συγκρότημα. Ενδεικτικό ήταν ότι ο Ward έσκασε στην αναχώρηση τους με μοναδική αποσκευή μία τετράδα μπουκάλια μηλίτη και τίποτα άλλο. Τον Σεπτέμβριο, ωστόσο, τα πράγματα είχαν σοβαρέψει. Στα μέσα του μήνα επέστρεψαν στο Los Angeles για να εμφανιστούν στο διάσημο Hollywood Bowl. Φτάνοντας στο καμαρίνι τους διαπίστωσαν ότι πάνω στην καρφωμένη (!) κλειστή πόρτα διαγραφόταν ένας κατακόκκινος σταυρός από φρέσκο αίμα. Έχοντας συναντήσει πολλούς πυροβολημένους και αντίστοιχα σκηνικά τα προηγούμενα χρόνια, χωρίς κανένα δισταγμό, έσπασαν την πόρτα και μπήκαν μέσα. Όμως τα περίεργα δεν σταμάτησαν εκεί. Καθώς έπαιζαν, ο Iommi δεν μπορούσε να αγνοήσει ότι ο ενισχυτής του δεν ακουγόταν καλά σε όλη την διάρκεια της συναυλίας. Σε κάποια φάση, αποχωρώντας από την σκηνή, κλώτσησε μία από τις καμπίνες των ενισχυτών του, ρίχνοντας την στο δάπεδο. Ξαφνικά, από πίσω του πετάχτηκε ένας μαυροντυμένος τύπος κρατώντας ένα μαχαίρι με σκοπό να τον σκοτώσει! Είχε περάσει τους φρουρούς και είχε τρυπώσει πίσω από τους ενισχυτές. Την ύστατη στιγμή τον πρόλαβε η ασφάλεια, με τον Iommi να την γλυτώνει φτηνά, χωρίς να έχει καταλάβει κάτι, λόγω των νεύρων του αλλά και των ναρκωτικών που είχε πάρει πριν ανέβει στην σκηνή. Από ότι αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, ο τύπος αυτός είχε κόψει τα χέρια του και είχε σχηματίσει τον σταυρό στο καμαρίνι του συγκροτήματος. Όντας σε υπερένταση, ο Iommi κατέρρευσε λιποθυμώντας.
  • Το νέο άλμπουμ κυκλοφόρησε την 25η Σεπτεμβρίου 1972, αρκετούς μήνες εκτός χρονοδιαγράμματος και με τα μέλη του συγκροτήματος να βρίσκονται σε κακή κατάσταση λόγω των καταχρήσεων τους. Ο τίτλος του; Απλά “Vol. 4”. Η αρχική τους πρόθεση ήταν να ονομαστεί “Snowblind”, από το πρώτο κομμάτι που έγραψαν και ως έμμεσος φόρος τιμής στην κοκαΐνη που τούς συντρόφευε σε όλη το διάστημα από το “Master of reality”. Η Warner Bros. που ήταν η δισκογραφική τους στην Αμερική αρνήθηκε σε όλους τους τόνους να δώσει αυτό τον τίτλο σε κυκλοφορία της και απαίτησε να αλλάξει ο τίτλος πάραυτα. Μόνο που δεν μπορούσαν να βρουν κανέναν από το συγκρότημα σε εκείνη την φάση. Οι Osbourne και Ward διακοπάρανε, δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τον Butler, ενώ ο Iommi είχε εξαφανιστεί από προσώπου Γης. O μόνος που μπορούσε να μιλήσει εκ μέρους τους ήταν ο manager τους, ο οποίος είπε «ονομάστε το απλά Vol. 4». Ένας τίτλος που δεν άρεσε καθόλου στον Butler! Μαζί κυκλοφόρησε και το single “Tomorrow’s Dream”.
  • Το “Vol. 4” ξεκινάει με το ραψωδικό “Wheels of confusion”, με την επική εισαγωγή του Iommi να στοχεύει στα ουράνια. Στην πρώτη του μορφή, το τραγούδι είχε οικολογικούς στίχους, για να καταλήξει στο τέλος να μιλάει για την αθωότητα που ξεφτίζει καθώς τα χρόνια περνούν, την εσωτερική πάλη και για τον ατέρμονο λαβύρινθο ενός κόσμου γεμάτου πειρασμούς και καταχρήσεις. Συγκλονιστική η ερμηνεία του Ozzy, που δεν μπορούσε να ακούσει τι του έλεγε ο μηχανικός ήχου (ήθελε να μάθει τον τίτλο για να τον σημειώσει) και ο τραγουδιστής μονολόγησε “Bollocks”. Αφού το πήγαν μέχρι την μέση, σταμάτησαν τον Ozzy και του έδωσαν εντολή να το ξαναπεί, ανακοινώνοντας του ότι πάνε για το “Bollocks Two”! Το τραγούδι κλείνει με ένα τζαμάρισμα που φέρει τον τίτλο “The straightener” στην αμερικάνικη έκδοση του άλμπουμ.
  • Ακολουθεί το “Tomorrow’s Dream”, το οποίο ήταν και το μοναδικό single του “Vol. 4”. Δεν τα πήγε και πολύ καλά στα charts, ίσως και λόγω του b-side, που ήταν το instrumental “Laguna sunrise”. Το έπαιξαν πρώτη φορά πολύ πριν κυκλοφορήσει το άλμπουμ, σε εκείνη την εμφάνιση στο Birmingham από τον Γενάρη. Το νόημα είναι λίγο πολύ στο χέρι του ακροατή. Μπορεί να μιλάει για μία καινούρια αρχή στην ζωή, ή για μία κακή σχέση που τελείωσε και ακολουθεί η ελευθερία. Ο στιχουργός Butler όμως, αποκαλύπτει πως η έμπνευση πίσω από το τραγούδι ήταν ο Marc Bolan και οι T. REX! Ο Geezer δεν γνώριζε προσωπικά τον Bolan, όμως κάθε φορά που τον έβλεπε ένιωθε λίγο … οίκτο (!) γιατί του θύμιζε πόσο εύθραυστα ήταν όλα, σε όρους καλλιτεχνικής επιτυχίας. Ήταν τεράστιος στην Βρετανία, αλλά εκτός χώρας ήταν σχετικά άγνωστος. Εκείνη την εποχή, οι T.REX είχαν βγάλει το “Electric warrior”, ένα ορόσημο του glam rock, το οποίο είχε πάει στο νο. 1 των εγχώριων chart αλλά στην Αμερική έφτασε μόνο μέχρι το νο. 32.
  • Το επόμενο τραγούδι θα πρέπει να έπιασε στον ύπνο πολλούς. Ένα βράδυ, ο Iommi, άγρυπνος επί μέρες, αποφάσισε να παίξει πιάνο στην αίθουσα χορού της βίλας στο Bel-Air. «Δεν είχα παίξει ποτέ πραγματικά πιάνο, άρχισα να μαθαίνω εκεί και ήταν μια από εκείνες τις βραδιές που έτυχε να κάθομαι και να το κουβεντιάζω και άρχισα να παίζω αυτή τη μελωδία», δήλωνε ο κιθαρίστας «και τότε ο Ozzy άρχισε να τραγουδάει και στην συνέχεια ήρθε και ο Geezer, συνοδεύοντας το πιάνο με ένα Mellotron που είχαμε μαζί μας. Και ξαφνικά είχαμε αυτό το τραγούδι». Ο δε Ozzy είπε πως αυτό το session τους βγήκε από το πουθενά και ήταν όμορφο. Αυτός μουρμούριζε την μελωδία και ο Butler βάλθηκε να γράφει στίχους. Η μελωδία αυτή εξελίχθηκε στο “Changes”, μία συγκινητική μπαλάντα που μιλάει για τη διάλυση μιας σχέσης. Η εναλλακτική, πρώιμη έκδοση του τραγουδιού έχει τον Ozzy να τραγουδά ελαφρώς διαφορετικούς στίχους, για έναν εραστή που είναι αγενής και σκληρός. Ο Butler έπαιξε λίγο με τις λέξεις προσπαθώντας να τις κάνει πιο βιωματικές. Είχε υλικό για αυτό, μιας και ο Iommi είχε μόλις χωρίσει με τη φίλη του ενώ ο Ward διένυε ένα επίπονο διαζύγιο. Πέρασαν χρόνια μέχρι ο ντράμερ να μάθει ότι το “Changes” είχε γραφτεί γι’ αυτόν. O Ozzy το εκτέλεσε ως σόλο καλλιτέχνης το 1993 και μπήκε στο Top 10. Δέκα χρόνια αργότερα, το επανέλαβε με την κόρη του Kelly, μετά την επιτυχία του reality “The Osbournes” και έφτασε στο νο.1 του Ηνωμένου Βασιλείου. Μέχρι και ο Eminem το σάμπλαρε στο τραγούδι του “Going through changes” για το άλμπουμ του 2010, “Recovery”. Πιθανότατα, όμως, η πιο συγκλονιστική διασκευή στο τραγούδι ήταν από τον soul τραγουδιστή Charles Bradley (είναι και το τραγούδι τίτλων της animated σειρά του Netflix, “Big mouth”), ο οποίος το ερμήνευσε το 2013, συγκινώντας τόσο τον Ozzy (που δήλωσε ότι είναι το αγαπημένο του από το άλμπουμ) όσο και τον Iommi, με τον τελευταίο να παραδέχεται ότι τελικά «αυτό το τραγούδι είχε μια καλή ζωή».
  • Όσο συγκλονιστικό ήταν το “Changes” με μία από τις πιο εύθραυστες ερμηνείες του Ozzy, τόσο ακατάληπτο είναι το ότι συμπεριλήφθη ένα κομμάτι όπως το “FX”. Εν μέσω ακόμη μίας βραδιάς καταχρήσεων και όντας γυμνοί έπαιζαν ό,τι να ‘ναι κυριολεκτικά μέχρι που ο σταυρός του Iommi άγγιξε τις χορδές της Gibson SG του. Ήταν ένας αλουμινένιος σταυρός, που τους είχε φτιάξει ο πατέρας του Ozzy κατόπιν παραγγελίας τους, όταν έμαθαν από τον επικεφαλής της Αδελφότητας της Λευκής Μαγείας στην Βρετανία ότι τους είχαν καταραστεί μαύροι μάγοι και έπρεπε να κάνουν κάτι για να αντιμετωπίσουν την κατάρα. Η επαφή του σταυρού με τις χορδές έβγαλε ένα περίεργο ήχο. Σε λίγο το μόνο που έκαναν όλοι ήταν αυτό ακριβώς το πράγμα, παράγοντας μία σειρά από τυχαίους ήχους που θεώρησαν ότι θα ήταν φοβερό να το ηχογραφήσουν προσθέτοντας λίγο echo.
  • Η πρώτη πλευρά του άλμπουμ κλείνει με το εντυπωσιακό “Supernaut”. Ένα από τα δυνατότερα riff του Iommi (που κάνει την τοποθέτηση ρεφραίν περιττή), με τον Ward να παίζει σε σχεδόν καρναβαλικό στυλ, με το ενεργητικό και ανελέητο σφυροκόπημα από τον Butler και κορυφαία ερμηνεία από τον Ozzy, που χαρακτηριστικά είπε ότι «όταν ακούω τραγούδια όπως το “Supernaut” μπορώ σχεδόν να το γευτώ», εννοώντας –τι άλλο- την αγαπημένη του κοκαΐνη. Αναφέρεται σε ένα ταξιδιώτη στον χωρόχρονό που απολαμβάνει την εμπειρία, αλλά λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ηχογραφήθηκε, μάλλον κατέγραφε τον ζοφερό κόσμο του χρήστη κοκαΐνης. Το τραγούδι έγινε ένα από τα αγαπημένα των fans και στα live χρησίμευε για να παίξει ο Bill Ward το σόλο του. Ήταν ένα από τα αγαπημένα SABBATH τραγούδια των Frank Zappa και του κουμπάρου του Iommi, John Bonham, πάνω στο οποίο τζάμαραν παρέα στο στούντιο. Μία ενδιαφέρουσα διασκευή, προσαρμοσμένη στα ‘90s, έγινε από τους 1000 HOMO DJs του Al Jurgensen (MINISTRY).
  • Το κεντρικότερο κομμάτι του δίσκου, που παραλίγο να δώσει τον τίτλο του στο άλμπουμ, το “Snowblind” ανοίγει την δεύτερη πλευρά του “Vol. 4”. Με αρχικό τίτλο εργασίας “Snowflake”, έχει παρόμοιο riff με το “Wheels of confusion” και περιέχει μία αυτοβιογραφική, ευθεία αναφορά στην χρήση κοκαΐνης και για όσους δεν το καταλαβαίνουν με την πρώτη, ο Ozzy το ψιθυρίζει στο αυτί τους (“…cocaine…”). Το τραγούδι το έγραψαν επειδή κατά τον τραγουδιστή «ήταν η πιο εκπληκτική ανακάλυψη της ζωής τους». Ένα αρχέτυπο doom κομμάτι, κλείνει την τριλογία των ναρκο-τραγουδιών, που περιλαμβάνει τα “Hand of doom” (από το “Paranoid”) και “Sweet leaf” (από το “Master of reality”). Υποσυνείδητα, ίσως να θυμίσει σε κάποιους το μεγάλο hit του ALICE COOPER, “I’m eighteen”, από την προηγούμενη χρονιά. Άρεσε πολύ και στον Frank Zappa, παρόλο που αυτός ήταν κατά της χρήσης ναρκωτικών. Το τραγούδι διασκευάστηκε από συγκροτήματα όπως οι SYSTEM OF A DOWN, οι SLEEP, οι GOLGOTHA και οι AFTER FOREVER (βαπτισμένοι από τραγούδι των BLACK SABBATH). Τέτοια ήταν η πεποίθηση των SABBATH ότι το άλμπουμ θα ονομαστεί από το τραγούδι, που είχαν βγάλει ένα προωθητικό poster που ανέγραφε το νέο άλμπουμ ως “Snowblind”.
  • Η σύγχρονη μεταφορά των SABBATH στον παραλληλισμό του πλούτου και των υλιστικών επιθυμιών με το μυθικό «κέρας της Αμάλθειας» είναι το τραγούδι “Cornucopia”, που κατακρίνει τον άκρατο καταναλωτισμό και τον τρόπο που οι άνθρωποι εύκολα πλανώνται από τα υλικά αγαθά, καθώς και το συλλογικό ψυχολογικό κενό που προσπαθεί να καλύψει η σύγχρονη κοινωνία μέσω αυτών, αποδομώντας την υλική ευμάρεια. O Bill Ward έφτασε στο σημείο να σιχαίνεται το τραγούδι, διότι τον είχε δυσκολέψει πάρα πολύ. Έχοντας πάρει το …φάρμακό του, προσπαθούσε με πολύ κόπο να βγάλει τα δικά του μέρη στο τραγούδι, αλλά μέχρι να το καταφέρει, είχε ξενερώσει τους πάντες, σε βαθμό που φοβήθηκε ότι θα τον έδιωχναν από το συγκρότημα.
  • Ακόμη μία χαλαρή ανάπαυλα, σε μορφή instrumental αυτή την φορά, έρχεται στην μορφή του “Laguna sunrise”. Ο Iommi εμπνεύστηκε αυτό το όμορφο θέμα, παρακολουθώντας την ανατολή του ήλιου στην ειδυλλιακή παραλία της Laguna της Καλιφόρνια. Είχαν επισκεφτεί το σπίτι μιας κοπέλας, σε μία τεράστια αγροικία στην Orange County, όπου δοκίμασαν για πρώτη φορά παραισθησιογόνες ουσίες. Κατεβαίνοντας στην παραλία, κάποιος από την παρέα πήγε να βουτήξει σε αυτό που νόμιζε ότι ήταν θάλασσα, μόνο που … δεν ήταν και παραλίγο να σπάσει το κεφάλι του! Ο ίδιος ο Iommi έβλεπε σκελετούς και διάφορα άλλα, όμως κατάφερε να κρατήσει το feeling παρακολουθώντας την ανατολή και αφού επέστρεψαν στο σπίτι, έπιασε την ακουστική του κιθάρα και άρχισε να παίζει. Καθώς έπαιζε είχε την ιδέα να εμπλουτίσει το κομμάτι με έγχορδα, οπότε και το προσπάθησε παρέα με τον Butler. Το αποτέλεσμα, κατά τον ίδιο, ακουγόταν σαν «ετοιμοθάνατη γάτα». Με την βοήθεια του roadie Spock έγραψε τα ορχηστρικά μέρη και μόλις έφεραν session μουσικούς, τα πράγματα μπήκαν σε μία σειρά και το αποτέλεσμα ήταν απλά φοβερό. Ο διάσημος DJ Alan Freeman, με το παρατσούκλι “Fluff”, το χρησιμοποιούσε σαν μουσική έναρξης της εκπομπής του και στο επόμενο άλμπουμ ο Iommi ανταπέδωσε την τιμή, ηχογραφώντας ένα παρόμοιο instrumental με τίτλο “Fluff”. Ο Keith Moon των WHO πάντως δεν έχασε την ευκαιρία να «δολοφονήσει γλυκά» το κομμάτι, χρησιμοποιώντας το στο “Poetry cornered”. Μία λεπτομέρεια που με προβληματίζει πάντως, είναι πως γίνεται να είδε την ανατολή του ήλιου σε μία παραλία που βλέπει δυτικά στον Ειρηνικό Ωκεανό και λογικά κάποιος βλέπει το ηλιοβασίλεμα; Κοιτούσε προς τα πίσω;
  • Ο Άγιος Βίτος είναι προστάτης των χορευτών, των ηθοποιών, των επιληπτικών και των σκύλων. Στην μεσαιωνική Γερμανία τον τιμούσαν χορεύοντας μπροστά από το άγαλμα του. Ο χορός αυτός συνδέθηκε και με ένα σύνδρομο από μία σοβαρή αυτοάνοση νευρική διαταραχή (Sydenham’s chorea) που οδηγεί σε ανεξέλεγκτες κινήσεις του προσώπου και των άκρων. Στο “St. Vitus Dance” οι SABBATH αφηγούνται την ιστορία κάποιου τύπου που χωρίζει από την κοπέλα του, διότι νομίζει ότι αυτή θέλει τα λεφτά του. Όμως αποκαλύπτεται ότι τελικά αυτή τον αγαπούσε αληθινά και ο τύπος πονάει για την απώλεια του, με τον Ozzy να τον παροτρύνει να επανορθώσει. Μουσικά βρίσκεται κοντά στο “Love ain’t for keeping” των WHO, ενώ από εκεί πήρε το όνομα του το cult doom συγκρότημα των Αμερικάνων SAINT VITUS.
  • To “Vol. 4” κλείνει με το βιβλικών διαστάσεων “Under the sun”. Στην αμερικάνικη έκδοση του άλμπουμ, το τέλος του τραγουδιού έχει ξεχωριστό τίτλο, “Everyday comes and goes”. Για ένα συγκρότημα που δεν είχε και την καλύτερη σχέση με την θρησκεία, αυτό ήταν ένα ακόμη κατηγορητήριο προς τους φονταμενταλιστές θρησκόληπτους που ασκούν πίεση στον κόσμο να πιστέψει αυτό που θέλουν αυτοί να πιστέψει, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις πνευματικές του ανάγκες. Αν ακούτε κάτι από το “Electric funeral” των ίδιων των SABBATH, με στοιχεία από το “Last train to Clarksville” των MONKEES, για να καταλήξετε στο “Flight of the rat” των DEEP PURPLE, δεν έχετε πέσει έξω.
  • Θυμάστε εκείνη την συναυλία στο Birmingham τον Γενάρη του 1972; O φωτογράφος Keith Macmillan έπιασε το χαρακτηριστικό στιγμιότυπο του Ozzy σε αυτή την εμφάνιση, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για το εξώφυλλο του “Vol. 4”. O Ozzy έχει σηκώσει τα χέρια του κάνοντας το σήμα της νίκης. Όπως είπε ο ίδιος δεν είχε κάτι ιδιαίτερο στο μυαλό του όταν το έκανε, αλλά οι ερμηνείες που δόθηκαν έφταναν να λένε ότι παρωδούσε τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ, Richard Nixon, ο οποίος το χρησιμοποιούσε επίσης σαν χειρονομία στις ομιλίες του και επέμενε στην φιλοπόλεμη πολιτική του στο Βιετνάμ, που είχαν στηλιτεύσει στο παρελθόν οι SABBATH με το “War pigs”.
  • Αφού έφαγαν πόρτα στην επιλογή του “Snowblind” ως τίτλο του άλμπουμ από την εταιρεία τους, οι SABBATH έκαναν κίνηση-ματ στα credits του δίσκου. Αποφασισμένοι να αποδώσουν στην καλύτερη τους φίλη τις δέουσες τιμές έγραψαν πως “We wish to thank the great COKE-Cola Company of Los Angeles”. Οι πιο αθώοι νόμιζαν ότι ήταν ένα τυπογραφικό λάθος. Προσωπικά δεν θα περίμενα τίποτα λιγότερο από ένα συγκρότημα που την ίδια εποχή ονόμασε την εταιρία πνευματικών δικαιωμάτων του “Rollerjoint Music”!
  • Το “Vol. 4” έγινε άμεσα επιτυχία, φτάνοντας στο νο. 8 των βρετανικών charts και έγινε ασημένιο, πουλώντας πάνω από 60.000 τεμάχια. Στις ΗΠΑ πήγε στο νο. 13, έγινε χρυσό τον πρώτο μήνα και τελικά κατέληξε πλατινένιο, πουλώντας πάνω από 1.000.000 αντίτυπα. Στο Καναδά έγινε επίσης πλατινένιο (με πωλήσεις άνω των 100.000) και ανέβηκε στο νο. 5. Παρόλο που δεν τα πήγε τόσο καλά όσο το προηγούμενο “Master of reality”, ήταν ακόμη μία μεγάλη επιτυχία για το συγκρότημα και από πολλούς θεωρείται, αν όχι η κορυφαία τους στιγμή, η καλύτερη τους φάση μουσικά πριν αρχίσουν τα σοβαρά προβλήματα μεταξύ τους. Οι κριτικοί, ανάλγητοι από την διαρκώς αυξανόμενη εμπορική επιτυχία των SABBATH, δεν ενέκριναν για ακόμη μία φορά το άλμπουμ, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
  • Υπήρχαν σχέδια για την κυκλοφορία ενός live άλμπουμ μετά από το “Vol. 4”, από ζωντανές εμφανίσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, τον Μάρτιο του 1973. Αυτό δεν έγινε ποτέ και το συγκρότημα, πήρε την ευκαιρία να κάνει το μεγαλύτερο διάλλειμα τους μέχρι τότε, μέχρι την κυκλοφορία του “Sabbath bloody Sabbath” το Δεκέμβριο του 1973. Ωστόσο, οι προς κυκλοφορία ζωντανές ηχογραφήσεις βρήκαν τον δρόμο προς τα έξω με το ζωντανό άλμπουμ ‘Live at last” (1980) που δεν είχε την έγκριση ούτε του Ozzy (ο οποίος τότε είχε αποχωρήσει από το συγκρότημα) ούτε των υπόλοιπων, καθώς και στο “Past lives” (2002).
  • O Iommi, εκ των υστέρων, αντιπαθούσε το αδιάφορο “FX” και το “Saint Vitus dance”. Ο Ward αναγνώρισε την διάθεση και τα ρίσκα των πειραματισμών τους στο “Vol. 4”, ενώ ο Butler απέδωσε τα vibes του άλμπουμ στο γεγονός ότι δούλευαν υπό τις δεδομένες συνθήκες στο Los Angeles, κάτι πρωτόγνωρο για αυτούς. Παράλληλα, αναγνώρισε τον αρχηγικό χαρακτήρα του Iommi που έσπρωχνε τα πράγματα όταν οι υπόλοιποι τα παρατούσαν. Για τον Ozzy, το “Vol. 4” ¨ήταν η κορωνίδα της θητείας του στους SABBATH, τόσο δημιουργικά όσο και σαν παρέα μεταξύ τους. Θεωρούσε πως αυτές οι μέρες ήταν οι καλύτερες τους. Από εκεί και πέρα, το πράγμα χειροτέρεψε.

Το “Vol. 4” θα καθιέρωνε τους BLACK SABBATH ως ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα συγκροτήματα της εποχής τους. Στα χρόνια που θα ακολουθούσαν, οι καταχρήσεις τους σε ναρκωτικά και αλκοόλ θα οδηγούσε στην κατάρρευση αυτής της κλασικής σύνθεσης τους, με τον Ozzy να αποχωρεί οριστικά από το συγκρότημα μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Πάντως όλοι συμφωνούν πως το “Vol. 4” αποτέλεσε σημείο καμπής στην ιστορία τους και δεν έχετε παρά να το διαπιστώσετε κι εσείς ακούγοντας το για μία ακόμη φορά στα 49α γενέθλια του!
Κώστας Τσιρανίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here