Underground Scans Vol. 77 (HAVUKRUUNU, ORBITAL SOUL SYSTEM, UGLYBONES – Συνέντευξη CLAYMOREAN)

0
243

«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το album; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δεν μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δεν θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ: HAVUKRUUNU
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Kuu Erkylän Yllä”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Naturmacht Productions
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Stefan: φωνητικά
Kostajainen: τύμπανα
Sinisalo: μπάσο
Henkka: κιθάρες

Μόλις πέρυσι ακούσαμε από το στρατόπεδο τούτων των Φινλανδών το υπέροχο “Uinuos syömein sota”, έναν από τους καλύτερους (ίσως και τον καλύτερο) black metal δίσκους για το 2020. Φέτος, η τετράδα θέλει να «ενισχύσει» το παλμαρέ της με ένα EP, που φέρει τον τίτλο “Kuu Erkylän Yllä”, δηλαδή «Το φεγγάρι πάνω από την Erkylä». Η Erkylä (ή μπορεί να είναι ΤΟ Erkylä, συμπάθα με μα δεν ξέρω Φινλανδικά) είναι ένα χωριό στα νότια της χώρας, τόπος καταγωγής των μελών της μπάντας. Στο EP αυτό λοιπόν, το συγκρότημα παρουσιάζει ένα καινούργιο κομμάτι και διαλέγει παλαιότερες συνθέσεις του για να τις «ξαναδουλέψει» και να τις παρουσιάσει όπως πρέπει, σε μια μορφή που να αντικατοπτρίζει τις πραγματικές του(ς) δυνατότητες. Την πεντάδα αποτελούν εκτός του ομώνυμου κομματιού, που θα βγει και σε single, τα “Yön torni” (“Tower of Night”), “Routapanssari” (“Frostarmour”), “Mustan merkin enteen alla” (“Under the sign of the Black Mark”) και “Talvikuu” (“Wintermoon”).

Οι HAVUKRUUNU («κωνοφόρο στέμμα» σημαίνει), είναι γνωστό πως βρίσκονται σε συνεχή ανοδική πορεία και θεωρούνται μια από τις καλύτερες black metal μπάντες αυτή την στιγμή. Το αποδεικνύουν για μια φορά ακόμη, με τούτο το ep. Τα κομμάτια είναι εντελώς ανεβασμένα σε επίπεδο, σταθερά όπως κατάλαβες στη μητρική τους Γλώσσα τραγουδισμένα, και το επικό, παγανιστικό black metal τους ακούγεται όπως πάντα μεγαλοπρεπές. Κάπου μεταξύ των BATHORY, MOONSORROW και EMPEROR, συνδυάζουν τα ακραία με τα καθαρά, υμνικά φωνητικά, δίνουν άπλετο χώρο στις χορωδίες (τα επίμαχα σημεία του “Yön torni” ή του “Routapanssari”  για παράδειγμα είναι ανατριχιαστικά) και δεν φοβούνται να δημιουργήσουν ατμόσφαιρα όχι μόνο με τα πλήκτρα, μα και με τις κιθάρες τους. Και τα πέντε κομμάτια είναι εξαιρετικά, στέκουν στο ίδιο επίπεδο και μας «ανοίγουν την όρεξη» για το επερχόμενο full length τους, όποτε αυτό έρθει. Μέχρι λοιπόν την επόμενη πλήρη δισκογραφική τους απόπειρα, η οποία δεν πιστεύω πως θα αργήσει πολύ, το “Kuu Erkylän Yllä” θα καλύψει το κενό με εξαίσιο τρόπο. Σταθερά υπέροχοι. (8 / 10)

Bandcamp
Facebook
Instagram
Spotify
YouTube

Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ: ORBITAL SOUL SYSTEM
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Eternal voyage”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Independent
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Evgeniy Utkin: Άπαντα

One man band η περίπτωση των ORBITAL SOUL SYSTEM από την Ρωσία η οποία μου τράβηξε το ενδιαφέρον δίχως να ξέρω αυτήν την βασικότατη λεπτομέρεια. Ο Μοσχοβίτης Evgeniy Utkin, ο οποίος πριν από τέσσερα χρόνια έκανε κάτι παρόμοιο με ένα άλλο project, τους ORBITAL DAWN και το μοναδικό τους άλμπουμ “The voyager”, ίσως να ήταν γνωστός σε κάποιους μέσα από τους RAKOTH, που έδρασαν στα τέλη των ‘90s-αρχές των ‘00s. Δεν γνωρίζω αν η σχεδόν ίδια ονομασία των δυο project και των δυο δίσκων έχουν κάποια σύνδεση μεταξύ τους, ή αν απλά ο Utkin συναρπάζεται από την ιδέα ενός μεγάλου ταξιδιού (εξωπλανητικού μάλλον αν καταλαβαίνω από τον ήχο του συγκροτήματος του), αλλά η αλήθεια να λέγεται, το “Eternal voyage” σε βάζει στο τριπάκι να σκεφτείς ότι θα μπορούσε να είναι ο ήχος μιας διαστημικής εμπειρίας σε ένα μακρύ ταξίδι προς το άγνωστο. Κι αυτό γιατί μιλάμε για καθαρά μοντέρνο ήχο, με πολύ βαριές κιθάρες που είναι σίγουρα αυτό που τραβάει το αυτί, ενώ το γεγονός ότι ο τύπος παίζει τα πάντα, με κάνει ασυναίσθητα να πω ότι τουλάχιστον σαν ντράμερ κάνει τη διαφορά, καθώς πιάνει κάτι απίστευτους ρυθμούς με λυτά χέρια και πόδια να κάνουν πάρτι πάνω στα δέρματα συνεχώς.

Σίγουρα ο Utkin πρέπει να έχει μελετήσει πάρα πολλά από την αισθητική των FEAR FACTORY και των MESHUGGAH, καθώς μιλάμε για τέτοιο βάθος όγκου και έκφρασης, με αρκετές τριπλές να κυριαρχούν στα κομμάτια και το groove παρόν στο μεγαλύτερο μέρος του δίσκου. Τα δε πραγματικά διαστημικά πλήκτρα παραπέμπουν άμεσα με τον ήχο τους σε μετά-“Projector” DARK TRANQUILLITY, με αυτόν τον πιο «κομπιουτερίστικο» ήχο που είχαν οι αγαπητοί Σουηδοί από τα τέλη των 90s και μετά. Στα 8 κομμάτια και τη μια ώρα διάρκεια, το “Eternal voyage” είναι ένα άλμπουμ που θέλει προσοχή κατά την ακρόαση, καθώς έχει πολύ μουσικό πλούτο μέσα του, ενώ στις λίγες στιγμές που τα πράγματα δεν είναι up-tempo, ο Utkin παίζει κάτι εκπληκτικά σόλο και χρησιμοποιεί καθαρά φωνητικά, που ευνοούν το «ταξιδιάρικο» κλίμα της κυκλοφορίας. Μια ματιά και μόνο στο εξώφυλλο να ρίξετε, δε θα έχετε πρόβλημα να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται. Αν τα φόρτε σας είναι το true metal ας πούμε, ΜΗΝ το ακούσετε ποτέ, θα χάσετε το χρόνο σας. Αν όμως θέλετε να πάρετε μια σύγχρονη γεύση μοντέρνας αισθητικής και με ιδιαίτερο ήχο, συν ότι μιλάμε για αποκλειστική προσπάθεια του ενός, τσεκάρετε οπωσδήποτε το “Eternal voyage”. O βαθμός αφορά μέσο όρο ακροατών και μπορεί να στρογγυλοποιηθεί.

(7,5 / 10)

Facebook
Bandcamp
Spotify

Άγγελος Κατσούρας

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ: UGLYBONES
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Erasure”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Don’t Panic Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Fil: Κιθάρα
Lev: Φωνητικά
Viaj: Μπάσο
Tony: Τύμπανα

Από το μέρος που μεγαλούργησε ο αέρινος Michael Jordan, δηλαδή το Chicago του Illinois, μας έρχονται οι UGLYBONES σε αυτή την πραγματικά μινιμαλιστική κυκλοφορία της τρίτης τους δουλειάς, ονόματι “Erasure”. Hardcore punk το οποίο δεν επιδέχεται αμφισβήτησης και οποιασδήποτε παρερμηνείας, καθώς ο ήχος τους είναι ξεκάθαρος προς μη τέρψη των διάφορων ταμπελάκηδων εκεί έξω. Τα παλικάρια έχουν πάρει όλη την ορμή του νεαρού της ηλικίας τους και την μεταδίδουν άψογα στο υλικό τους, το οποίο όπως και οι ίδιοι τονίζουν, παρότι είναι πιο ώριμο από τα προηγούμενα άλμπουμ, δεν παύει σαν να ακούγεται ως μια τσιτωμένη δήλωση του πώς να παρτάρεις, φτάνοντας προς τα late twenties/early thirties της ζωής σου. Το “Erasure” προφανώς και χαρακτηρίζεται από την διάρκεια-σφηνάκι του, καθώς τα 9 κομμάτια του διαρκούν μόλις 15 λεπτά και 41 δευτερόλεπτα, που σημαίνει αν το βάλετε τέσσερις φορές στη σειρά (γιατί να το κάνετε αυτό θα πείτε, ακούστε το μια φορά και θα δείτε γιατί), θα έχει περάσει μια ώρα – και κάτι ψιλά – πάρα πολύ ευχάριστα, ενώ παρότι δε μιλάμε για μεταλλική μπάντα – και ποτέ δεν είπαμε ότι η νέα μορφή των Underground Scans θα είναι αυστηρά τέτοια – είμαι βέβαιος ότι θα εξάρετε τον τρόπο με τον οποίο εκφράζονται μουσικά.

Στο “Erasure” τα πράγματα γίνονται σαφή από το εναρκτήριο και μικρότερο – μαζί με το “Choke” – κομμάτι του δίσκου, δηλαδή το “A promise”, το οποίο μέσα σε μόλις 57 δευτερόλεπτα σας δίνει να καταλάβετε ότι για τους UGLYBONES σημασία δεν έχει το πόσα λεπτά διαρκεί ένα κομμάτι, αλλά το πόση ένταση μπορεί να βγει μέσα σε αυτό. Και να είστε βέβαιοι ότι αυτό το καταφέρνουν απόλυτα εύστοχα, ενώ και το single “Hoax” έχει κάνει το όνομα τους να ακούγεται λίγο παραπάνω, όπως και το –πολύ ωραίο- βίντεο κλιπ για το ομότιτλο κομμάτι “Erasure”, όπου μπορείτε να δείτε και ιδίοις όμασι την ενέργεια που βγάζουν (και δε θα σας πάρει και χρόνο, μόνο 129 δευτερόλεπτα από τη ζωή σας. Και θα δείτε και μπάντα να παίζει σε βιβλιοπωλείο, ωραίο ε; Το συγκρότημα σύναψε συμφωνία διανομής με την Don’t Panic Records και υποθέτω ότι κάνουν σχέδια για συναυλίες όπου μπορεί να καταστεί εφικτό, με κάποιες εμφανίσεις ήδη δειλά επιβεβαιωμένες (και στην Αμερική τα πράγματα δεν είναι πλήρως ασφαλή). Γούσταρα πολύ την ανεμελιά τους, την ουσιαστική τους προσέγγιση και κυρίως αυτή την πανέμορφη μπασαδούρα στον ήχο τους. Πραγματική underground κατάσταση που αν της δώσετε προσοχή μόνο κερδισμένοι θα βγείτε. Πόσο μπορεί να απογοητευτείτε σε λιγότερο από 16’ εξάλλου;

(8 / 10)

Facebook
Spotify

Bandcamp

Άγγελος Κατσούρας

 

Κάποιοι τους γνωρίσατε πρώτη φορά με το όνομα CLAYMORE. Πλέον, είναι οι CLAYMOREAN. Πρεσβευτές της heavy metal σκηνής της γειτονικής μας Σερβίας, με σεβαστή δισκογραφία πίσω τους και πολλά χρόνια στο «γήπεδο», κυκλοφόρησαν πριν λίγο καιρό το πέμπτο τους άλμπουμ (και τρίτο υπό το νέο τους όνομα) “Eulogy for the Gods”, ευελπιστώντας να καθιερωθούν στον χώρο του λεγόμενου NWOTHM. Το Underground Scans δράττει την ευκαιρία και συνομιλεί με τον αρχηγό Vladimir και την τραγουδίστρια Dejana, οι οποίοι αποδεικνύονται πολύ ευδιάθετοι και θετικοί προς κουβεντούλα. Ιδού τι είπαμε.

 

Πρώτα-πρώτα, να σας καλωσορίσουμε στο ελληνικό ROCK HARD και να σας συγχαρούμε για το νέο σας άλμπουμ, το “Eulogy for the gods”. Ας ξεκινήσουμε με τα απαραίτητα βιογραφικά σας στοιχεία, για όσους δεν σας γνωρίζουν, πως ξεκινήσατε και πως φτάσατε στο τελικό σας line-up.
Vlad:
Ευχαριστούμε πολύ για την πρόσκληση και για τα όμορφα λόγια. Παρακολουθώ το περιοδικό σας χρόνια τώρα, είναι μεγάλη τιμή για μένα αυτή η συνέντευξη. Αν κοιτάξουμε μόνο τους CLAYMOREAN και όχι την προηγούμενη εκδοχή τους, τους CLAYMORE, η σύνθεση δεν έχει αλλάξει και πολύ. Μόνο ο Miodrag Fodora λείπει από την σύνθεση του “Unbroken” album, ενώ έχουμε πια δύο νέα μέλη, τον Marko Novakovic (drums) και τον Vladimir Novakovic (κιθάρα). Η υπόλοιπη μπάντα (η Dejana Garcevic στη φωνή, ο Goran Garcevic στο μπάσο, ο Uros Kovacevic στη μια κιθάρα και εγώ στην άλλη) ήμασταν μαζί στους CLAYMOREAN από το 2014. Στα χρόνια των CLAYMORE δεν είχαμε την απαιτούμενη συνέχεια. Ξεκινήσαμε το 1994 για έναν χρόνο, διαλυθήκαμε ως το 1998, μετά πάλι ως το 2002 και το πρώτο μας άλμπουμ κυκλοφόρησε το 2003, για να διαλυθούμε ξανά από το 2004 ως το 2012 όταν και κυκλοφορήσαμε το “Lament of Victory”, πριν παρατήσουμε εντελώς αυτό το σχήμα και ξεκινήσουμε τους CLAYMOREAN.
Dejana: Ο Vlad μπήκε σε ένα group που είχα το 2011 και μετά από κάποιο διάστημα πρότεινε πως θα ήταν καλή ιδέα να επαναδραστηριοποιήσουμε την παλαιά του μπάντα, τους CLAYMORE. Έτσι τραγούδησα στο “Lament of Victory” και δώσαμε δύο shows σε δύο festivals, πριν του πω πως αυτά τα οπερατικά φωνητικά δεν ήταν το στυλ που μπορούσα να τραγουδήσω. Τραγουδούσα RAINBOW, URIAH HEEP και WHITESNAKE, και ήθελε να ακούγομαι σαν την Tarja, δηλαδή για όνομα του Θεού! (γέλια)

Αχά! Ωραία πάσα. Κατά τις πρώτες μέρες σας παίζατε ένα, ας πούμε, πιο βαρύ και σκοτεινό europower metal. Πως και αποφασίσατε να αλλάξετε το στυλ σας σε κάτι που να φέρνει περισσότερο προς το κλασσικό heavy metal; Πείτε μας για τις επιρροές σας, τόσο ως μπάντα, όσο και ως μουσικοί.
Vlad: Εκείνη την εποχή, το europower metal ήταν το μόνο μεταλλικό «παρακλάδι», σχετικό με τον κλασσικό heavy metal ήχο. Όταν ξεκινήσαμε, οι IRON MAIDEN και JUDAS PRIEST είχαν σχεδόν αποσυρθεί από τη metal σκηνή και όλες οι άλλες μπάντες μπήκαν σε αυτόν τον ακραίο ή πιο grungier ήχο, κάτι που δεν μου άρεσε ποτέ. Οι ήρωές μας ήταν οι GAMMA RAY, BLIND GUARDIAN, ANGRA, HAMMERFALL, RHAPSODY, RUNNING WILD, LABYRINTH, DOMINE κλπ. Όταν ηχογραφήσαμε το “Lament of Victory” τα τραγούδια του είχαν γραφτεί από το 2004, οπότε ζήτησα από την Dejana να τραγουδήσει με πιο οπερατική και ψεύτικη φωνή καθώς τα είχα οραματιστεί να ακούγονται έτσι. Αλλά αμέσως μου παραπονέθηκε πως δεν είναι η φυσική της φωνή αυτή και πως θα ήθελε να χρησιμοποιήσει τη δικής της φωνή, με όλες της δυνατότητές της.
Dejana: Όπως είπα και πριν, είμαι μια hard rock/classic metal τραγουδίστρια. Και τραγουδώ δυνατά! (γέλια)
Vlad: Και επειδή λοιπόν υπήρχαν πολλοί σαν εμάς εκεί έξω, αποφασίσαμε να αλλάξουμε το όνομα και να ξεκινήσουμε ξανά με τη μουσική που ήταν πάντα στην καρδιά και το μυαλό μας, και αυτή είναι το κλασικό heavy metal. Φυσικά δεν περιοριζόμαστε αποκλειστικά σε αυτό, αλλά όπως συνέβαινε στις παλιές καλές εποχές, συνδυάζουμε διάφορες πτυχές του, όπως το epic, το power, το doom. Μιλώντας για επιρροές, ως συγκρότημα θα έλεγα ότι επηρεαζόμαστε κυρίως από τους BLACK SABBATH, MANILLA ROAD, VENOM, MANOWAR, OMEN, JUDAS PRIEST, IRON MAIDEN, VIRGIN STEELE, CANDLEMASS, BATHORY, αλλά και από νεότερα συγκροτήματα όπως οι WOLF, MOONSORROW, ATLANTEAN KODEX, CRYSTAL VIPER κλπ. Οι μεγαλύτερες επιρροές μου από την οπτική γωνία ενός κιθαρίστα είναι οι Tony Iommi, Ace Frehley, Yngwie Malmsteen, Gary Moore, George Lynch, οι Murray/Smith και Downing/Tipton κλπ. Τα συγκροτήματα και οι καλλιτέχνες που αγαπώ όπως καταλαβαίνεις είναι πάρα πολλά για να τα αναφέρω, αλλά η Αγία Τριάδα της μουσικής μου είναι οι BEATLES, RUSH και MANILLA ROAD. Μετά από αυτούς, έρχονται οι JETHRO TULL, KISS και KANSAS. (σ.σ: ο άνθρωπος «βάζει τα γυαλιά» σε πολύ κόσμο, όπως βλέπεις)
Dejana:
Οι επιρροές μου; Ω… ήταν το 2004 όταν είδα εκείνο το καταπληκτικό DVD των WHITESNAKE “Live in the still of the night” (σ.σ: όντως καταπληκτικό). Τότε κατάλαβα πως ήρθε η ώρα να πετάξω το βιολί που μελετούσα για εννιά χρόνια και ναι πιάσω ένα μικρόφωνο, χαχα! Για όλα ευθύνεται ο David Coverdale! Όσο μεγάλωνα και διευρυνόταν το γούστο μου στη μουσική, «συναντήθηκα» με πολλούς ακόμη τραγουδιστές που με επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό. Πρώτος, ο Marco Hietala! Ακόμη θυμάμαι το σοκ που υπέστην, όταν τον άκουσα στο “Planet Hell” των NIGHTWISH… Μετά ήρθαν οι Blackie Lawless, Niklas Stalvind, Ida Haukland, Jorn Lande, Jioti Parcharidis (σ.σ: έλα ρε πατρίδα!) , Jutta Weinhold, Mark Boals, Tony Martin, Freddie Mercury, Rob Halford και ο κατάλογος δεν τελειώνει ποτέ.

Dejana, πως είναι να είσαι frontwoman μιας μπάντας που είναι μέρος μιας ανδροκρατούμενης σκηνής; Εννοώ, δεν είσαι σε μια μπάντα στο στυλ των EPICA, ας πούμε.
Dejana: Το κλασσικό heavy metal είχε τραγουδίστριες από τις πρώτες του μέρες: Jutta Weinhold, Lee Aaron, Doro Pesch, Leather Leone, Ann Boleyn και αυτό συνεχίστηκε και στα 90’s και 00’s με τις Federica De Boni, Elisa Martin, Marta Gabriel, Ida Haukland, Nitte Valo, Noora Louhimo… Όλες τους με πανίσχυρες φωνές, χωρίς οπερατικό στυλ! Όπως βλέπεις, κυρίες ήταν μέρος της σκηνής από τα πρώτα χρόνια, δεν είναι κάτι το καινούργιο ή το παράξενο (σ.σ: βέβαια, για κάθε Leather υπάρχουν 50 Charlotte Wessels, αλλά δεν επιμένω). Έχει να κάνει με τη μουσική και με την απόδοση, όχι το φύλο. Προσωπικά, νιώθω πολύ άνετα με τον ρόλο μου και δεν με απασχολούν αυτά ιδιαίτερα.

“Eulogy for the gods”. Τι έχουμε εδώ;
Dejana: Πρόκειται για τη δημιουργία τραγουδιών με βάση ορισμένα από τα πιο σκοτεινά μας συναισθήματα, εκείνη τη περίοδο.
Vlad: Το album δεν είναι concept, αλλά υπάρχει μια κοινή «κλωστή» που δένει τα κομμάτια μεταξύ τους: η αντοχή του ανθρώπινου πνεύματος εμπρός στο αναπόφευκτο του θανάτου. Τι υπάρχει μετά κανείς δεν ξέρει, και εδώ έγκειται η ομορφιά της ίδιας της ζωής. Είναι ένα γεγονός στη ζωή μας, την οποία παρεμπιπτόντως συχνά θεωρούμε δεδομένη, και φυσικά εδώ έρχονται και «δένουν» όλες αυτές οι οργανωμένες θρησκείες που προσπάθησαν να επιβάλλουν τις διδασκαλίες τους ως τις μόνες αλήθειες, και που κατάφεραν μόνο να προκαλέσουν περισσότερη αναταραχή, πολέμους και δυστυχίες σε ολόκληρο τον πλανήτη μας. Είναι λοιπόν αυτό μια πραγματική δοξολογία προς όλους τους θεούς; Θα έλεγα ότι είναι.

Τη φορά αυτή διαλέξατε το “The Burning of Rome” ως διασκευή στο άλμπουμ. Είναι αυτές οι διασκευές κάτι σαν «παράδοση»; Θα μπορούσαμε να περιμένουμε κάτι «εκτός των συνηθισμένων», για το προσεχές μέλλον;
Dejana: Μου αρέσει να αποτίω τον δικό μου φόρο τιμής στις επιρροές μου, με αυτές τις διασκευές. Είναι σαν να παίζεις arcades, και να περνάς κάθε φορά και από ένα “boss”. Πάντα μαθαίνω κάτι νέο, τραγουδώντας τις διασκευές αυτές και η λίστα με όσες θα ήθελα να κάνουμε, συνεχώς μεγαλώνει.
Vlad: Δεν είχαμε σκοπό να γίνει «παράδοση», αλλά από την πρώτη που κάναμε και μετά (το “Into the courts of Chaos” των MANILLA ROAD) αποφασίσαμε να συνεχίσουμε, παίζοντας κομμάτια από δικούς μας «ήρωες», ως φόρο τιμής. Ίσως να μη ξανακάνουμε κάτι αντίστοιχο (έχουν διασκευάσει και το “Astral rider” των CLOVEN HOOF) αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Από τη μια υπάρχουν τόσα σπουδαία τραγούδια που θα θέλαμε να διασκευάσουμε και από την άλλη κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει αυτό, χαχα!

Ποιες οι σκέψεις και οι απόψεις σας για την σημερινή metal σκηνή; Πως βλέπετε αυτή να εξελίσσεται, τι θα σας χαροποιούσε να δείτε να συμβαίνει στο εγγύς μέλλον;
Vlad: Το παραδοσιακό heavy metal, ή αυτό που τώρα ονομάζουν πολλοί NWOTHM, σίγουρα έγινε ξανά «μεγάλο» τα τελευταία χρόνια. Αυτό όμως σημαίνει πως στην ουσία δεν έφυγε ποτέ, απλά υπήρχε με άλλη «μορφή». Ούτε πρόκειται να εκλείψει, πάντα θα υπάρχει όσο υπάρχει ο ηλεκτρισμός, χαχα! Φυσικά, ακόμη και σήμερα οι πολύ μεγάλες εταιρείες δεν ενδιαφέρονται για τον κλασσικό ήχο και η ερώτηση παραμένει: ενδιαφέρθηκαν άραγε ποτέ, ουσιαστικά; Ποιος νοιάζεται όμως για αυτό… Δεν το κάνουμε για τα λεφτά, διαφορετικά θα είχαμε κολλήσει κι εμείς και θα ασχολούμασταν με την παραδοσιακή μουσική της Σερβίας… οπότε, προχωρούμε. Δημιουργούμε μουσική σκεπτόμενοι ως οπαδοί, διαφορετικά θα ήταν πραγματικά επώδυνη η εμπειρία.
Dejana: Θα ήθελα περισσότερα venues/clubs και περισσότερα festivals. Θα ήταν μεγάλη μου χαρά, να παίξω κάποια στιγμή στα μεγάλα underground metal festivals, σαν τα Keep It True και Up The Hammers. Και γιατί όχι στο Wacken; (γέλια)

Και για τη σέρβικη metal πραγματικότητα;
Dejana: Μπορώ να προτείνω κάποιες μπάντες που θα πρέπει να τσεκάρεις οπωσδήποτε;

Βεβαίως!
Dejana:
Ωραία! Σημείωσε: INFEST, THE STONE, NADIMACH, ARMAGEDDON, OATHBRINGER, NEMESIS, VOID INN, AURIUM, DEADLY MOSH, GRIMM, THE TRIGGER, JENNER, CENTURION, SIGMA EPSILON, ALITOR, SHANGRI LA, TESTIMONY, FOREVER STORM, BURNING CIRCLE, A/SYMMETRY, RAIN DELAY, QUASARBORN… μπορώ να αναφέρω συγκροτήματα για μέρες! Όπως είπα πιο πάνω μακάρι να είχαμε περισσότερα venues/clubs και περισσότερα festival, όχι μόνο όσα γίνονται στις πολύ μεγάλες πόλεις, μια στο τόσο…
Vlad: Ποτέ δεν είχαμε καλύτερες και περισσότερες μπάντες από τώρα, από τη μια, αλλά από την άλλη ποτέ δεν είχαμε μικρότερο κοινό και μεγαλύτερη έλλειψη σε rock/metal ΜΜΕ, εταιρείες και venues. Ευτυχώς, έχουμε και κάποιους λίγους ενθουσιώδεις που «τρέχουν» την όλη «φάση», έχουν webzines, ραδιοφωνικές εκπομπές, οργανώνουν συναυλίες, έχουν εταιρείες και έτσι η ντόπια σκηνή δεν βυθίστηκε ακόμη…

Το τελευταίο σας album κυκλοφόρησε σε μια πολύ δύσκολη περίσταση, τώρα με την πανδημία. Αντιμετωπίσατε δυσκολίες σε προσωπικό επίπεδο, και αν ναι, τι είδους; Πιστεύετε πως όλα θα ήταν διαφορετικά, αν δεν περνούσαμε αυτό που περνάμε τώρα;
Vlad: Και κάτι παραπάνω… κάποιοι από μας είχαμε από πριν να αντιμετωπίσουμε τραγικά περιστατικά σε προσωπικό επίπεδο, καθώς και θέματα υγείας. Προσωπικά, αισθάνομαι τυχερός που ζω και παίζω ακόμη μουσική! Μετά ήρθε και η πανδημία και σε συνδυασμό με το ότι είμαστε από την Σερβία, θεωρώ ένα μικρό θαύμα το ότι κυκλοφορήσαμε δίσκο! Οι ηχογραφήσεις κράτησαν έναν χρόνο σχεδόν, αλλά η διαδικασία της σύνθεσης περισσότερο. Το κομμάτι μας “Lords of Light”, το οποίο είναι αφιερωμένο στον Mark Shelton, ήταν αυτό που μας έδωσε το έναυσμα να δουλέψουμε. Μετά, μας βοήθησε πολύ ο Cederick των BLAZON STONE με το ακυκλοφόρητό “Blood of the Dragon”. Ήταν σκοτεινή περίοδος, και μπορώ να νιώσω αυτό το σκοτάδι σε κάθε νότα του “Eulogy for the Gods”. Μου πήρε και λίγο καιρό μέχρι να το εκτιμήσω, ξέρεις…
Dejana: Καλύτερα; Δεν το πιστεύω αυτό, όσον αφορά το καλλιτεχνικό κομμάτι. Κατά την καραντίνα είχαμε χρόνο να απομονωθούμε, να ακούσουμε μουσική, να διασκευάσουμε τραγούδια, να συνθέσουμε, γενικά να βρούμε έμπνευση!

Πλάνα για το μέλλον;
Vlad: Υπάρχουν κάποια σχέδια, αλλά δεν μπορώ να σου τα πω τώρα, θα τα μάθεις σύντομα, χαχα! Έχουμε νέο μέλος, οπότε πρέπει να τραβήξουμε μερικές promo φωτογραφίες ακόμη, έχουμε και ένα video clip να γυρίσουμε. Και φυσικά, πάντα θα θέλουμε να παίξουμε ζωντανά όσο γίνεται περισσότερο, αλλά η κατάσταση στην Σερβία με τον covid-19 είναι μακράν η χειρότερη από αρχής της πανδημίας.

Vlad και Dejana, σας ευχαριστώ πολύ για αυτή τη συζήτηση. Δικές σας οι τελευταίες λέξεις.
Dejana: Εκτιμούμε πολύ το ότι αφιέρωσες χρόνο για αυτή την συνέντευξη. Μείνετε όλοι ασφαλείς και συνεχίστε να ακούτε metal!
Vlad: Ευχαριστούμε και πάλι Δημήτρη, αυτή η συνέντευξη σημαίνει πολλά για μας. Τσεκάρετε τη μουσική μας και τις σελίδες μας στο διαδίκτυο, αλλά τσεκάρετε και τις μπάντες από την Σερβία που αναφέραμε. Πιστεύω πως η σκηνή μας είναι υποτιμημένη, και δεν τη ξέρει ο κόσμος, πράγμα που πρέπει να διορθωθεί. Μείνετε όλοι υγιείς και να προσέχετε!

Δημήτρης Τσέλλος

 

 

 

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here