ONOMA ΑΛΜΠΟΥΜ: “Dehumanizer” – BLACK SABBATH
ETOΣ KYKΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1992
ΕΤΑΙΡΙΑ: I.R.S./ Reprise
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Reinhold Mack
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Ronnie James Dio
Κιθάρες – Tony Iommi
Mπάσο – Geezer Butler
Τύμπανα – Vinnie Appice
Πλήκτρα – Geoff Nicholls
Ήδη από το 1987, το χέρι πίσω από το τιμόνι των BLACK SABBATH, ο κιθαρίστας Tony Iommi, είχε βρει τον αοιδό του στο πρόσωπο του Anthony Philip Harford ή, όπως ενδεχομένως να τον γνωρίζετε οι περισσότεροι με το καλλιτεχνικό του όνομα, Tony Martin. Γνήσιο τέκνο του Birmingham, o Martin έγινε τραγουδιστής των SABBATH όταν ο Αμερικάνος Ray Gillen απέτυχε να διαχειριστεί την θέση του frontman στο συγκρότημα, έχοντας με την σειρά του αντικαταστήσει τον πρώην θρύλο των DEEP PURPLE, Glenn Hughes. Ο Gillen ολοκλήρωσε την περιοδεία για τους σκοπούς του δωδέκατου άλμπουμ των SABBATH, “Seventh star” και με τον ντράμερ Eric Singer, αποχώρησαν πριν ολοκληρωθεί το άλμπουμ, που εν τω μεταξύ είχε ονομαστεί “The eternal idol” (ή “The eternal idiot” σύμφωνα με τον Ιρλανδό κηπουρό του Iommi!).
Ο Tony Martin επανηχογράφησε τα φωνητικά του “The eternal idol”, που κυκλοφόρησε το 1987. Σε εκείνη την φάση κανείς δεν περίμενε σπουδαία πράγματα από το νέο άλμπουμ. Κάθε άλλο. Κόντρα σε όλες τις πιθανότητες, το αποτέλεσμα ήταν από τα ποιοτικότερα που είχαν παρουσιάσει οι SABBATH για κάμποσα χρόνια, με τον νέο τραγουδιστή να δίνει ρεσιτάλ δύναμης και ερμηνείας. Πραγματικά ασύλληπτη φωνή.
Εδώ να πούμε ότι η πρώτη του ζωντανή εμφάνιση ήταν στο γήπεδο του ΠΑΟ στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας (21/7/1987), όπου εκτυλίχθηκαν σκηνικά απείρου κάλλους. Στην πρώτη εμφάνιση των BLACK SABBATH στην χώρα μας, ο κόσμος φώναζε ρυθμικά το όνομα του … Ozzy (μιλάμε για χρονοκαθυστέρηση ετών, όχι αστεία), το πλήθος γενικά ήταν σε έξαλλη κατάσταση και σε απροσδιόριστο αριθμό στις κερκίδες και η αστυνομία φυσικά παρενέβη με το που άρχισαν να πηδούν από τα κάγκελα και να πατάνε καλώδια μπροστά στην σκηνή, ενώ άλλοι είχαν σκαρφαλώσει στους γερανούς από τα φώτα! Η συναυλία διακόπηκε κακήν-κακώς, με την αστυνομία και τους διοργανωτές να φυγαδεύουν το συγκρότημα που δεν πρόλαβε να παίξει ούτε το “Paranoid”!
Πλέον, το συγκρότημα, στο οποίο εντάχθηκε και ο ντράμερ Cozy Powell, πήρε μπρος για τα καλά και το 1989 κυκλοφόρησαν ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της καριέρας τους, το επικών διαστάσεων αριστούργημα “Headless cross”, υπό την αιγίδα της νέας τους εταιρείας I.R.S. Records. Όμως, παρόλο που η νέα τους κυκλοφορία τα πήγε καλά, εγκαινιάζοντας μία νέα περίοδο ακμής για το συγκρότημα, ο Iommi δεν φαινόταν να έχει πειστεί για την δυναμική του νέου του τραγουδιστή. Με το πέμπτο (επίσημα από το 1986) μέλος τους, πληκτρά Geoff Nicholls, σκέφτονταν να ζητήσουν από τον παλιό τους frontman Ronnie James Dio να επιστρέψει στο συγκρότημα ή ακόμα να προτείνουν στον David Coverdale (!) να γίνει ο νέος τους τραγουδιστής. Ειδικά το δεύτερο σενάριο ήταν … ευσεβής πόθος αφού ο Coverdale πετούσε στα αστέρια με το σούπερ-επιτυχημένο “Whitesnake” και επρόκειτο να κυκλοφορήσει ένα ακόμα πλατινένιο άλμπουμ με το “Slip of the tongue”. Ποιοι SABBATH; Πάλι καλά που ο Powell έπεισε τους άλλους δύο να προχωρήσουν με τόλμη και … ρεαλισμό, κρατώντας τον Martin στο συγκρότημα!
Το δεύτερο τη σειρά έπος με τον Martin στα φωνητικά, το μυθικό “Tyr” (1990) δεν ήταν αρκετό να αλλάξει γνώμη στον Iommi. Όπως είπε και ο ίδιος ο Martin στην προ λίγων μηνών συνέντευξη του στο ελληνικό Rock Hard και στον αρχισυντάκτη μας, Σάκη Φράγκο, ποτέ δεν ένιωσε ως ισότιμο μέλος του συγκροτήματος και ακόμα και στην απόλυσή του, ποτέ δεν του έγινε ξεκάθαρο και επίσημο το πως και το γιατί. Ίσως και ο Iommi να μην τον έβλεπε σαν τον ιδανικό frontman, κάτι που εξέφρασε και στην αυτοβιογραφία του, χαρακτηρίζοντας τον «μη επαγγελματία» και «δίχως σκηνική παρουσία». Έτσι, παρόλο που το “Tyr” έφτασε στην υψηλότερη θέση των βρετανικών charts από την εποχή του “Born again” (1983) και υπήρχε μία ισορροπημένη σύνθεση στο συγκρότημα με μπασίστα τον Neil Murray (πρώην WHITESNAKE), η καρέκλα του Martin έτριζε.
Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Μάϊο του 1990, ένας άλλος πρώην SABBATH, ο Ronnie James Dio κυκλοφορούσε τον πέμπτο δίσκο με το συγκρότημα του, τους DIO, με τίτλο “Lock up the wolves”. Στις 28/8/1990, στο πλαίσιο της περιοδείας για την προώθηση του άλμπουμ και στο St. Paul της Minnesota, για πρώτη φορά μετά από 8 χρόνια, ο Dio προσκάλεσε τον Geezer Butler στην σκηνή, για να παίξουν παρέα το “Neon knights” από το “Heaven and hell”. Ήταν η πρώτη φορά που μοιράστηκαν την σκηνή μετά την επεισοδιακή φυγή του τραγουδιστή από τους SABBATH το 1982.
Όταν η περιοδεία του “Tyr” πέρασε από το Hammersmith Odeon (8/9/1990), ο Butler, ο οποίος τις προηγούμενες χρονιές είχε ακολουθήσει τον Ozzy Osbourne στην περιοδεία του “No rest for the wicked” (και ακούγεται και στο live EP “Just say Ozzy”) ανέβηκε ως guest στην σκηνή για να παίξει στα “Iron man” και “Children of the grave”. Με το τέλος της περιοδείας, τον Δεκέμβρη του 1990, όπου κάποιες εμφανίσεις ακυρώθηκαν λόγω μειωμένης πώλησης εισιτηρίων, ο Butler αντικατέστησε τον Murray, που αποχώρησε από το συγκρότημα σε φιλικό κλίμα. Κάτι που δεν έγινε με τους Martin και Powell.
O Geezer ήταν ο καταλύτης για να έρθουν ξανά σε επαφή ο Iommi και ο Dio. Ενδόμυχα, ο τραγουδιστής θεωρούσε πως εκείνη η χρυσή περίοδος των “Heaven and hell” και “Mob rules” είχε λήξει άδοξα, πίστευε πως αυτή η σύνθεση είχε ακόμα πολλά να προσφέρει. Έτσι, όταν ο Butler, ως μέλος των SABBATH πια, του πρότεινε να έρθει στο συγκρότημα, αυτός δεν το σκέφτηκε και πολύ. Και τα δυο μέρη είχαν σοβαρούς λόγους για να επανασυνδεθούν. Οι πωλήσεις του “Tyr” (παρόλο που τα πήγε καλά στα βρετανικά charts για σύντομο χρονικό διάστημα) καθώς και τα εισιτήρια της περιοδείας που ακολούθησε δεν ήταν σε καθόλου ικανοποιητικό επίπεδο. Από την άλλη, οι DIO έβλεπαν τις πωλήσεις τους να συρρικνώνονται μετά το “Sacred heart” (1986). Ίσως, λοιπόν, μία επανασύνδεση του θρυλικού line –up από τα πρώτα δύο άλμπουμ των ‘80s να αναζωπύρωνε το ενδιαφέρον των fans για το συγκρότημα.
Βέβαια, υπήρχε μία τεχνική λεπτομέρεια που δεν μπορούσαν να παραβλέψουν: ο Tony Martin ήταν ακόμα τραγουδιστής στους SABBATH, ενώ ίσως να υπήρχαν και θέματα με τον Cozy Powell, ο οποίος δεν χώρισε υπό τις καλύτερες συνθήκες με τον Dio, όταν ο τελευταίος αποχώρησε από τους RAINBOW το 1978. O Martin, έχοντας ήδη ηχογραφήσει κάποια demos για το διάδοχο άλμπουμ του “Tyr”, ετοιμαζόταν να πάει στο στούντιο για να ξεκινήσει τις κανονικές ηχογραφήσεις των τραγουδιών, όταν δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον manager του, ο οποίος τον συμβούλευσε να μην κάνει καν τον κόπο να πάει στο στούντιο. Έκπληκτος ο Martin ενημερώθηκε πως είχε … απολυθεί! Σοκαρισμένος, προσπάθησε να το διαχειριστεί και στρώθηκε στην δουλειά με δικά του τραγούδια, με στόχο να κυκλοφορήσει ένα προσωπικό άλμπουμ. Βέβαια, ο ίδιος ο Iommi παραδέχτηκε ότι ήταν ακατάλληλος ο τρόπος που «έστειλε» τον Martin, ωστόσο ισχυρίστηκε (θέλοντας μάλλον να δικαιολογήσει την απόφασή του) ότι «και ο ίδιος ήθελε να φύγει, αφού είχε φτάσει στο σημείο να γράφει περισσότερα για άλλους παρά να αφιερώνει χρόνο στους SABBATH» και πως «καταλάβαινε και την κατάσταση με τον Ronnie, οπότε δεν ήταν πραγματικά πρόβλημα [να φύγει]»!
O Cozy Powell, είχε επίσης λάβει μέρος στις πρόβες για το νέο άλμπουμ των SABBATH, παρά την αμήχανη επαφή με τον Dio. Μάλιστα, ήδη είχε ηχογραφήσει ορισμένα μέρη του, στα Rich Bitch Studios στο Birmingham, όπου είχε στρατοπεδεύσει το συγκρότημα και τα οποία κυκλοφόρησαν με κάποια μορφή μέσω bootlegs, κυρίως. Το Νοέμβριο, κατά την διάρκεια αυτών των sessions, ο Powell, γνωστός λάτρης της αδρεναλίνης, έκανε ιππασία όταν ξαφνικά το άλογό του ξεψύχησε και σωριάστηκε πάνω του, σπάζοντας το ισχίο του (ή την λεκάνη του ή τον γοφό του…πάντως δεν μπορούσε να παίξει με τίποτα)!
Σε αναζήτηση αντικαταστάτη του, ο Dio πρότεινε αρχικά τον Simon Wright, που είχε παίξει ντραμς στο “Lock up the wolves” (και πιο πριν στα “Fly on the wall”, “Who made who” και “Blow up your video” των AC/DC). Οι Butler και Iommi αρνήθηκαν, λέγοντας ότι ακούγεται πολύ σαν …. AC/DC κι επέλεξαν να φέρουν τον παλιό τους συνεργάτη Vinnie Appice. H κίνηση αποδείχτηκε σοφή, μιας και το σταθερό, μονολιθικό παίξιμο του Appice ταίριαξε γάντι με το ύφος που ήθελε το συγκρότημα για το νέο άλμπουμ του.
Πρέπει πάντως να πούμε, σε αυτό το σημείο, ότι η ηχογράφηση του νέου άλμπουμ, με το νέο «παλιό» line-up των “Mob rules” και “Live evil” δεν ήταν και ό,τι καλύτερο. Ήδη από την αρχή, εμφανίστηκαν τα πρώτα σύννεφα. Το συγκρότημα χωρίστηκε στα δύο, με τους Αμερικάνους Appice και Dio να κοντράρονται με το δίδυμο των Άγγλων Iommi και Butler. Επιπλέον, ο Iommi ζήτησε από τον Dio, σε αντίθεση με ό,τι έκανε στο παρελθόν, αλλά και ο Martin στα προηγούμενα άλμπουμ, να αφήσει κατά μέρος τους μύθους και τις ιστορίες και να γράψει κάτι πιο επίκαιρο, κοινωνικά θέματα ή για την τεχνολογία και πως αυτή αλλοιώνει την ανθρώπινη φύση. Οι καλλιτεχνικές διαφορές δεν άργησαν να φουντώσουν, με αποτέλεσμα λίγες μόλις εβδομάδες από το reunion με τον Dio, ο Iommi να σηκώνει το ακουστικό του τηλεφώνου και να σχηματίζει τον αριθμό του …. Tony Martin!
«Αυτό με τον Dio δεν πάει πολύ καλά … μπορείς να επιστρέψεις;» ρώτησε ο κιθαρίστας. Η απόκριση του Martin ήταν κάθετη και αρνητική. Όταν όμως ο Iommi τηλεφώνησε ξανά λίγους μήνες αργότερα αν είναι σίγουρος ότι δεν μπορεί να επιστρέψει, διότι πραγματικά δεν λειτουργούσε η φάση, ο Martin συμφώνησε και πήγε στο στούντιο όπου ηχογραφούσαν οι SABBATH. Εκεί προσπάθησε για ένα διήμερο να δουλέψει πάνω στα ήδη υπάρχοντα, όπως είχε γίνει και με την περίπτωση του “The eternal idol”. Ζήτησε να πιάσει το άλμπουμ από την αρχή και να το δουλέψουν εκ νέου, αλλά κάτι τέτοιο δεν κατέστη εφικτό. Έτσι, συμφώνησαν να το αφήσουν (παρόλο που είχαν βγάλει κάποια demos) και να συνεχίσουν την δουλειά με τον Dio. Σημειώνεται ότι ο Iommi και ο Martin διατηρούσαν επαφή ακόμα και μετά την έλευση του Dio, προφανώς για την περίπτωση που θα στράβωνε η δουλειά. Ο Iommi προσπαθούσε να πείσει τον Dio να αλλάξει το στυλ του τραγουδιού του (!) και εκεί έβρισκε σθεναρή αντίσταση από τον Ronnie. Και ενώ δήλωσε ευχαριστημένος με τα φωνητικά που έδωσε ο Martin εκείνες τις δύο μέρες που μπήκε στο στούντιο, η δισκογραφική τους δεν συμφώνησε, μιας και είχε επενδύσει πολύ σε αυτό το άτυπο reunion της “Mob rules” σύνθεσης των SABBATH, τόσο σε προώθηση όσο και οικονομικά. Αυτός που την πάτησε εν τέλει ήταν ο Martin, διότι με το που βγήκε η φήμη ότι θα επέστρεφε στους SABBATH, η Polydor, ακύρωσε κάθε συνεργασία και προώθηση του προσωπικού άλμπουμ που είχε στα σκαριά ο τραγουδιστής! Πάλι καλά που τον «μάζεψε» ο Cozy Powell και βγήκαν σε περιοδεία με το δικό του συγκρότημα.
Η ηχογράφηση του δίσκου έγινε στα Rockfield Studios της Ουαλίας, με παραγωγό τον Γερμανό Reinhold Mack. Αν δεν σας λέει κάτι το όνομα, τσεκάρετε τις παραγωγές του στα άλμπουμ των QUEEN “The game”, “Flash Gordon”, “Hot space”, “The works” και “A kind of magic”. Θα εκπλαγείτε πως ένας παραγωγός με τόσο pop ήχο βγάζει ένα αποτέλεσμα βαρύ και ασήκωτο, που όμοιο του δεν είχαν βγάλει ούτε οι ίδιοι οι SABBATH μέχρι τότε! Τα δε Rockfield Studios είχαν φιλοξενήσει μεγάλα συγκροτήματα, με προεξέχοντες τους QUEEN (Το “A night at the opera” με το “Bohemian rhapsody” ηχογραφήθηκε εκεί), τους BUDGIE, τους HAWKWIND και τους MOTORHEAD, τους JUDAS PRIEST και τους RUSH.
Ξεκινώντας στα τέλη του 1991 και ολοκληρώνοντας, τυπικά, στους πρώτους δυο μήνες του 1992, το συγκρότημα κατέληξε σε δέκα τραγούδια, που μαρτυρούν, αν μη τι άλλο, ότι οι δημιουργικές «κόντρες» των συντελεστών του είχαν θετικό αντίκτυπο στο τελικό αποτέλεσμα. Το “Dehumanizer”, όπως ονομάστηκε το 16ο άλμπουμ των BLACK SABBATH, είναι βαρύ, ακούγεται «γεμάτο», με μηδέν «χαρωπά» ή «ανεβαστικά» στοιχεία, είναι τίγκα στα riffs του Iommi, με μηχανική ψυχρότητα, που σχεδόν ακούγεται σαν να ηχογραφήθηκε από αυτό το απειλητικό ρομπότ-σκελετό του γραφίστα Wil Rees στο εξώφυλλο του, ο οποίος είχε επιμεληθεί και το εξώφυλλο του “Lock up the wolves” των DIO και θα συνεργαζόταν ξανά με τον Ronnie στο “Strange highways” (1994). Κατά κάποιο τρόπο, το άλμπουμ αυτό σηματοδοτεί αλλαγή πλεύσης για τους SABBATH, φέρνοντας τους πιο κοντά στις doom ρίζες τους και σε ένα πιο επίκαιρο πλαίσιο για το 1992 που κυκλοφόρησε.
Το άλμπουμ ξεκινάει με τα καταιγιστικά ντραμς του Appice στο “Computer God” και το εντυπωσιακό δέσιμο μεταξύ των Butler και Iommi, που δείχνουν κάτι τελείως διαφορετικό. Ήταν ένα ακυκλοφόρητο κομμάτι από το προηγούμενο προσωπικό σχήμα του Butler (THE GEEZER BUTLER BAND). Το “After all (The dead)” είναι ένας αργόσυρτος και βαρύς doom ύμνος. Τρίτο τραγούδι είναι και το πρώτο single του “Dehumanizer”, το “TV crimes”, που αποτελεί σφοδρή κριτική εναντίον των Αμερικάνων τηλε-ευαγγελιστών, κυρίως απευθυνόμενο στον Jeff Fenholt, ο οποίος ανάμεσα στις πολλές ιδιότητές του, είχε παραδόξως συνεργαστεί με τον Tony Iommi, προσφέροντας του τραγούδια τα οποία ο κιθαρίστας χρησιμοποίησε στο “Seventh star”. Για το τραγούδι αυτό, γυρίστηκε και σχετικό video clip. Άλλο ένα δυνατό doom κομμάτι στο “Letters from Earth”, που συνδυάστηκε με το “TV crimes” ως b-side στο single, με εναλλακτική εκτέλεση. Η πρώτη πλευρά του δίσκου κλείνει με το “Master of insanity”, άλλο ένα ακυκλοφόρητο τραγούδι από τους GEEZER BUTLER BAND και δεύτερο single, το μοναδικό στο οποίο ο Dio δεν έγραψε στίχους, αλλά ο στιχουργός ήταν ο πρώην κιθαρίστας του Butler, Jimi Bell. Παρόλο που ο μπασίστας του υποσχέθηκε credits και αμοιβή, ο Bell πήρε…αέρα κοπανιστό.
To “Time machine”, ένα πιο γρήγορο τραγούδι που ανοίγει την δεύτερη πλευρά του “Dehumanizer” είχε την τιμητική του στην ταινία “Wayne’s world” («Ο Απίθανος Κόσμος του Γουέιν», 1992) και ήταν η πρώτη κυκλοφορία από τον δίσκο, σε παραγωγή Max Norman, με λίγο πιο «γυαλισμένο» ήχο και με διαφορετικούς στίχους. Κυκλοφόρησε και σαν 1-track promo CD. Μετά το μάλλον … αδιάφορο “Sins of the Father” έρχεται το προσωπικό μου αγαπημένο του άλμπουμ, μία από τις καλύτερες ερμηνείες του Dio και ένα από τα πρώτα (νομίζω ήταν αυτό και τα “Feels good to me” και “Jerusalem” από το “Tyr”) τραγούδια των SABBATH που άκουσα ποτέ, το επιβλητικό και ατμοσφαιρικότατο “Too late”. Σκοτεινό, στοιχειωτικό, το “Too late” περιγράφει μία συμφωνία μεφιστοφελικού χαρακτήρα, που πλέον είναι πολύ αργά για να ακυρωθεί. Μετά έχουμε το σφυροκόπημα του “I”, ίσως του γνωστότερου τραγουδιού του άλμπουμ, που αναφέρεται στο «εγώ» και όχι στο λατινικό νούμερο 9, παρόλο που είναι το 9ο τραγούδι του “Dehumanizer”. Κατά πάσα πιθανότητα προήλθε από τα sessions με τον Cozy Powell στα ντραμς, μόνο που τότε ο τίτλος του ήταν “Bad blood”. Και κάπως έρχεται το τέλος του “Dehumanizer”, με το “Buried alive”.
Το “Dehumanizer” εμπορικά ήταν ένα άλμα προς τα πάνω, εν μέρει και λόγω της δημοσιότητας που προέκυψε από την ανανεωμένη σύνθεση της μπάντας, μπαίνοντας στο top-30 του Ηνωμένου Βασιλείου (νο. 28) και στο νο. 44 του αμερικάνικου Billboard, η καλύτερη θέση τους μετά το “Born again” του 1983. Όμως η προοπτική να βγει ένα νέο “Heaven and hell” ή ένα ακόμη “Mob rules” δεν υλοποιήθηκε, παρά ακούστηκε σαν μία εκμοντερνισμένη προσπάθεια να ανοίξει δρόμο για το συγκρότημα και να τους κάνει λίγο πιο «σχετικούς» σε μία εποχή που το grunge έπαιρνε προβάδισμα στον κόσμο του rock και του MTV.
Η περιοδεία που ακολούθησε ήταν και το knock-out χτύπημα στο συγκεκριμένο line-up. Ξεκίνησαν από την Νότια Αμερική (Βραζιλία και Αργεντινή), πέρασαν στην Βόρεια Αμερική με support τους DANZIG και στην συνέχεια διέσχισαν τον Ατλαντικό για να εμφανιστούν στην Ευρώπη. Η επιστροφή τους στην Αμερική τους βρήκε να δίνουν 20 και πλέον συναυλίες με τους thrashers EXODUS και τους Γερμανούς hard rockers SKEW SISKIN. Κάπου στα μέσα της περιοδείας, ο Dio πληροφορήθηκε ότι στην εμφάνιση τους στο Los Angeles, οι BLACK SABBATH θα αναλάμβαναν τον άχαρο ρόλο να ανοίξουν την συναυλία του Ozzy Osbourne, στο πλαίσιο της δικής του (υποθετικά τελευταίας) περιοδείας “No More Tours”. Μόνο και μόνο στην ιδέα, o Dio δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά και φανερά εκνευρισμένος αποχώρησε ακριβώς πριν από αυτές τις εμφανίσεις. Από την μία θεώρησε ότι ήταν μία έμμεση απόπειρα του Ozzy να επανασυνδεθεί με τους υπόλοιπους SABBATH και από την άλλη υπήρχε και η προσωπική κόντρα μεταξύ των δύο τραγουδιστών. Η αλήθεια πάντως είναι ότι το συμβόλαιο του Ronnie έληγε πριν τις εμφανίσεις με τον Ozzy. Τον ρόλο του αντικαταστάτη του Dio έπαιξε ο ίδιος ο “Metal God” Rob Halford, με τις ευλογίες του Dio μάλιστα, με τον οποίο ήταν φίλοι. Αργότερα, δε, ο Iommi δήλωσε ότι αυτός και ο Butler δεν είχαν καμία πρόθεση να ξανασμίξουν με τον Ozzy αμέσως και θεώρησαν την όλη εξέλιξη μια «περίπτωση τρομερά κακής επικοινωνίας». «Πραγματικά, υποθέτω ότι ήταν δικό μας λάθος γιατί συμφωνήσαμε να κάνουμε αυτό το σόου, με τον Ozzy», είπε ο Iommi. «Δεν είδαμε κάτι κακό σε αυτό εκείνη τη στιγμή, ο Ozzy είπε ότι επρόκειτο να αποσυρθεί και ήθελε να κάνουμε μαζί την τελευταία του παράσταση. Υποθέσαμε ότι ο Ronnie θα το έκανε μαζί μας, αλλά εκνευρίστηκε γιατί δεν τον ρωτήσαμε, αρχικά».
Πάντως, μετά από 3 δεκαετίες, το “Dehumanizer” φωνάζει «παρόν» περισσότερο από κάθε άλλο άλμπουμ των SABBATH, σαν να ανήκει στο σήμερα με τον δικό του τρόπο. O ίδιος ο Dio το θεωρούσε ως μία από τις καλύτερες δουλειές του, ενώ ο Iommi το είχε χαρακτηρίσει ως μία μίξη του πρώτου SABBATH άλμπουμ με το “Heaven and hell” νιώθοντας, μετά από πολύ καιρό, άνετα με το τελικό αποτέλεσμα. Οι Iommi, Dio, Butler και Appice θα συνεργαζόντουσαν ξανά μετά από 14 χρόνια, το 2006, ως Heaven & Hell (μιας και το όνομα BLACK SABBATH ήταν καπαρωμένο από κοινού μεταξύ Iommi και Ozzy – Sharon Osbourne) και κυκλοφόρησαν το “The devil you know” (2009). Αυτό ήταν και το τελευταίο άλμπουμ που ηχογράφησε o θρύλος Ronnie James Dio, που πέθανε έναν χρόνο μετά, τον Μάιο του 2010.
Κώστας Τσιρανίδης