CHANIA ROCK FESTIVAL DAY 1 @ Προμαχώνας San Salvatore, ΧΑΝΙΑ 5-7-2019













    Το μεγαλύτερο ελληνικό festival εκτός Αθηνών διοργανώθηκε και φέτος στο κάστρο των Χανίων. Το φετινό line up ήταν αφορμή να παρευρεθούν metalheads από όλο τον κόσμο σε μια ετήσια συνάντηση που έχει γίνει θεσμός και συνδυάζεται ιδανικά και με καλοκαιρινές διακοπές. Ο ήλιος την πρώτη μέρα του festival δεν έκαιγε τόσο πολύ και ο αέρας ήταν ελάχιστος, δίνοντας τη δυνατότητα στα συγκροτήματα να παρουσιαστούν με πολύ καλό ήχο.

    Πρώτοι επί σκηνής ήταν οι blacksters DECIPHER, νικητές του βραβείου “Γιώργος Μανουσέλης” – πήραν το βραβείο τους πριν ανέβει στη σκηνή η Tarja! Αυτό και μόνο το γεγονός ήταν εγγύηση για την απόδοση του νορβηγοθρεμμένου τους black metal Παρουσιάστηκαν καλοπροβαρισμένοι με έναν ήχο χωρίς παραμόρφωση όπως συνηθίζεται από τα συγκροτήματα του είδους. Για 30 λεπτά ξεχάσαμε ότι ήταν το group που θα έτρωγε την ψυχρολουσία να παίξει κάτω από τον καυτό απογευματινό ήχο και τους χειροκροτήσαμε ακόμα πιο πολύ για τη διασκευή τους στο “Deathcrush” των MAYHEM. Αναμένουμε μεγάλα πράγματα από αυτούς στο μέλλον! Αξίζει να ασχοληθείτε μαζί τους.

    Λευτέρης Τσουρέας

    Τη σκυτάλη από τους DECIPHER έλαβαν οι Έλληνες DOOMOCRACY. Το κοινό ακόμα μικρό αλλά ολοένα και μεγαλύτερο καθώς ο κόσμος συνέχισε να εισέρχεται στον προμαχώνα του San Salvatore. Οι DOOMOCRACY λοιπόν είχαν το δύσκολο έργο να «ζεστάνουν» ένα κοινό που ήδη ψηνόταν από τον καυτό ήλιο και να διατηρήσει το ενδιαφέρον του για τα επόμενα 30 λεπτά με το επικό doom metal τους. Με δύο πολύ καλούς δίσκους στις αποσκευές τους και με σύμμαχο τον ήχο (ευτυχώς φέτος δεν φύσαγε συνεχώς και ο ήχος ήταν σε γενικές γραμμές πολύ καλός) η μπάντα έπαιξε με περίσσια όρεξη ένα μικρό αλλά μεστό setlist, αντιπροσωπευτικό του ύφους και είδους που πρεσβεύουν. 

    Παρόλη τη ζέστη ειδικά πάνω στη σκηνή όπου ενισχυτές και φώτα καίνε ακόμα περισσότερο, η μπάντα φαινόταν να το ευχαριστιέται και με το παραπάνω. Οι DOOMOCRACY λοιπόν έπαιξαν το απλό αλλά ανεπιτήδευτο doom metal τους χωρίς τεχνικά προβλήματα και με την άνεση που μόνο επαγγελματίες κατέχουν.  Ο Μιχάλης Σταυρακάκης στα φωνητικά είναι ένας εξαιρετικός frontman και αλάνθαστος τραγουδιστής. Το Highlight της εμφάνισης τους, που ήταν και η πρώτη για μένα, ήταν αναμφίβολα η φωνή και η παρουσία του Σταυρακάκη: επαγγελματίας, φωνάρα, άνετος και με συνεχή επίγνωση πως παίζει για ένα κοινό που πλήρωσε για να τους δει να παίζουν ζωντανά. Κατάφερε να συνδεθεί με το κοινό που φαινόταν να γνωρίζει πολλά κομμάτια τους ειδικά τα πιο πρόσφατα “A taste of absinthe”, “Ghosts of the past” και “Lucid plains of Ra”.

    Δεν μπορώ να πω όμως το ίδιο για τους εκ Ιταλίας ορμώμενους SINHERESY που είχαν τη Τρίτη θέση στο lineup της ημέρας. Ο καλός και μεστός ήχος των DECIPHER και DOOMOCRACY μεταμορφώθηκε κατά τη διάρκεια του 45λεπτου σετ των SINHERESY σ’ ένα εκκωφαντικό σύμπλεγμα υπερβολικής παραμόρφωσης και κακού μιξαρίσματος που με ανάγκασε να δημιουργήσω αυτοσχέδιες ωτοασπίδες με μια χαρτοπετσέτα για να προστατέψω την ακοή μου και να καταφέρω να διακρίνω και κανένα κομμάτι μέσα στη βαριά παραμόρφωση που τα κάλυπτε όλα. Επιπλέον, η μπάντα δεν κατάφερε καθόλου να συνδεθεί με το κοινό που είχε ήδη αυξηθεί κατά αρκετές δεκάδες. Η εντύπωση που μου έδωσαν ήταν πως το απολάμβαναν τόσο πολύ μεταξύ τους λες και είχαν ήδη κατακτήσει τη κορυφή, που ξέχασαν να  μεταδώσουν στο κοινό τη χαρά τους. Επιπλέον, το female-fronted groove metal τους, που είναι πολύ της μόδας τελευταία, δεν βρήκε τρομερή ανταπόκριση ίσως εξαιτίας της απουσίας ποικιλίας και εκπλήξεων στα κομμάτια τους που στηρίζονται κυρίως στα μελωδικά και πιασάρικα ρεφραίν.

    Η Cecilia Petrini και ο Stefano Sain στα φωνητικά, όσο ταλαντούχοι και αν όντως είναι, απέτυχαν ως frontwoman/frontman πράγμα που απεδείχθη στις λίγες, αδέξιες απόπειρες να «παίξουν» με το λίγο κοινό που είχε μαζευτεί μπροστά απ τη σκηνή (ο υπόλοιπος κόσμος έκοβε βόλτες στα διάφορα κιόσκια και έμενε στη σκιά, διεσπαρμένος) και που δεν ανταποκρινόταν στο επίμονο κάλεσμα τους να τραγουδήσουν μαζί τους. Το ηθικό δίδαγμα είναι πως ο καλός frontman δεν περνάει πολλή ώρα στο μικρόφωνο χαζολογώντας, με πολλά εεεε…εεεε… και επιμένοντας σε «προκατ» παιχνίδια με ένα μικρό κοινό που δεν ανταποκρίνεται. Ευτυχώς που αμέσως μετά ακολούθησε το προσωπικό μου highlight του φετινού Chania Rock Festival.

    Η συνέχεια πιστεύω θα γραφτεί στα χρονικά του φεστιβάλ με κεφαλαία, όπως αρμόζει σ’ έναν θρύλο όπως τον ULI JON ROTH. Με μια ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ μπάντα και 70 λεπτά στη διάθεση του, ο αειθαλής, αγέρωχος, γλυκύτατος και χαμογελαστός Roth έδειξε στο ελληνικό και διεθνές κοινό των Χανίων γιατί θεωρείται και είναι ένας από τους σημαντικότερους κιθαρίστες στην ιστορία της παγκόσμιας μουσικής και, όπως μου είπε ο Λευτέρης Τσουρέας, ο τελευταίος που έχει μείνει από τους μεγάλους της ιστορίας. Παράλληλα ο Γερμανός με τη μπάντα αρωγό και με κρυστάλλινο ήχο, μας πήρε από το χέρι στο μουσείο της προσωπικής τους καριέρας με εκθέματα από ELECTRIC SUN και SCORPIONS και με μια διασκευή στο “All along the watchtower” όπως του το έμαθε ο JIMI HENDRIX.

    Η μπάντα άνοιξε το σετ της με το “Indian dawn” από τη περίοδο των ELECTRIC SUN και συγκεκριμένα το “Firewind” δίσκο του 1981, την ώρα που έπεφτε ο ήλιος. Ο κόσμος είχε μαζευτεί από τα πέριξ του προμαχώνα και ένα μικρό αλλά συγκεντρωμένο πλήθος είχε μαζευτεί να τιμήσει τον γέροντα και τη μπάντα του. Συνέχεια με SCORPIONS και συγκεκριμένα “Sun in my hand” και “We’ll burn the sky”. Ο κόσμος ανταποκρινόταν φανερά περισσότερο στα τελευταία. Στη κλασσική τετράδα “In trance”, “Pictured life”, “Catch your train” και “Sails of Charon”, κατέστη επιπλέον φανερό πως ο κόσμος, και ειδικά εκείνοι που έκαναν το ταξίδι για να χαρούν τον Roth, ήρθαν για να ακούσουν παλιούς SCORPIONS. Το παρών δήλωσε και το Ελληνικό fan club των SCORPIONS με ένα μεγάλο πανό. Τα κομμάτια αυτά εκτελέστηκαν άψογα από μια μπάντα που φαίνεται να το απολαμβάνει.

    Ο Niklas Turmann στα φωνητικά ευτυχώς δεν ακούγεται σαν τον Klaus Meine αλλά, πάνω απ όλα, αυθεντικός. Εννοείται φυσικά πως παρέδωσα το πνεύμα μου στα εν λόγω κομμάτια. Αλλά ως οπαδός του ULI JON ROTH, του κιθαρίστα, συνθέτη, ποιητή και καλλιτέχνη δεν μπορώ να παραβλέψω τα συναισθήματα που μου προκάλεσε το άκουσμα του “Enola Gay: Hiroshima today?” το δεκάλεπτο έπος από το “Firewind” το οποίο τόλμησαν να τραβήξουν στα 13 λεπτά με αυτοσχεδιασμούς και τη μπάντα με γυρισμένο το κεφάλι να κοιτάει τον Roth περιμένοντας το σήμα του λες και είναι διευθυντής ορχήστρας. Η υπέροχη sky κιθάρα του Roth κελαηδούσε και ο ίδιος φαινόταν υπό την επήρεια τραγουδώντας με το χαρακτηριστικό του ύφος. Τη μια στιγμή νόμιζες πως ακούς βιολί και την αμέσως επόμενη στιγμή ένα πολυβόλο. Δεν ξέρω πόσοι κιθαρίστες υπήρχαν στο κοινό στα 70 εκείνα λεπτά, αλλά είμαι σίγουρος πως έφυγαν έχοντας λάβει ένα αξέχαστο μάθημα μουσικής.

    Λίγο πριν τις 22:00, η TARJA ανέβηκε στη σκηνή μαζί με μια πενταμελή μπάντα στην οποία εντύπωση έκανε το ηλεκτρικό τσέλο (όπου έπαιζε ο Max Lilja, πρώην μέλος των APOCALYPTICA). Για κάτι παραπάνω από μιάμιση ώρα, η Tarja Turunen και η μπάντα της επέδειξαν τρομερό επαγγελματισμό που με έκαναν να αναφωνήσω πως μιλάμε για μπάντα επιπέδου Wacken open air στα μικρά Χανιά (δεν είναι και η πρώτη φορά – εδώ SABATON έπαιξαν και έγινε χαμός). Το κοινό παρέμεινε συγκεντρωμένο κυρίως μπροστά απ’ τη σκηνή με μερικούς διεσπαρμένους να αράζουν και να πίνουν τη μπύρα τους χαλαρά. Το κοινό μπροστά ήταν παραπάνω από θερμό, με σημαία της Φιλανδίας και γνώση των στίχων σε πολλά κομμάτια. Η ίδια η Tarja ήταν σε τρομερή φόρμα και έδειξε με άνεση πως δεν είναι απλά η σοπράνο πρώην τραγουδίστρια των NIGHTWISH αλλά μια ολοκληρωμένη rock και metal τραγουδίστρια και σόλο καλλιτέχνης που έχει βρει τον τρόπο να δένει την οπερετική φωνή με το γρέζι και ένα πιο rock ύφος.

    Σ’ ένα best of σετ σχεδόν δύο ωρών που περιλάμβανε και το καινούργιο κομμάτι “Dead promises”, η μπάντα φάνηκε δεμένη, έπαιξε με τρομερό επαγγελματισμό και όρεξη. Ο ήχος ήταν δυνατός και καθαρός και το ιδανικό «χαλί» για να μας αποδείξει η κυρία Turunen πόσο εξαιρετική frontwoman είναι: συνεχώς με ένα πλατύ χαμόγελο έπαιζε και έστελνε φιλιά και δεν σταματούσε να ευχαριστεί το κοινό των Χανίων. Πρόφερε σωστά το όνομα (άλλοι το λένε «τσάνια» ή «Τσανιά» άλλοι «Χάνια» και αρκετοί Χανιά) και ήταν θερμή προς τον κόσμο που μαζεύτηκε. Το συμφωνικό και groovy/μελωδικό heavy metal της μπάντας δεν είναι ακριβώς το αγαπημένο μου αλλά η μπάντα ήταν τόσο καλοπροβαρισμένη που δεν έβρισκες λάθη, ενώ η Tarja ήταν επιβλητική με το στήσιμο της και φυσικά την εκπληκτική της φωνή και τις αντίστοιχα δυνατές ερμηνείες της.

    Αφού η μπάντα έσβησε οποιαδήποτε προκατάληψη μου, τους παρακολούθησα από απόσταση με το μοχίτο ανά χείρας (ναι προσφέρουν και τέτοια ωραία στο φεστιβάλ) και τους απόλαυσα δεόντως παρόλα τα τεχνικά προβλήματα στα τύμπανα που διέκοψαν τη συναυλία για περίπου δέκα λεπτά (εδώ ο κιθαρίστας αυτοσχεδίασε με τον τσελίστα). Η TARJA λοιπόν έπαιξε ένα αντιπροσωπευτικό της προσωπικής της καριέρας σετ με κορυφαία στιγμή μάλλον τη κλασσική διασκευή στο “Over the hills and far away” και το “Planet hell” των NIGHTWISH, στα οποίο ο κόσμος ανταποκρίθηκε πολύ θερμά. Σε άλλα κομμάτια το video wall έδειχνε τα αντίστοιχα video clip που έδεναν όμορφα με τη μουσική, το φεγγάρι και το νυχτερινό σκηνικό που ταίριαζε πολύ στη μουσική. 

    Κατά τις 23:30 η TARJA μας αποχαιρέτισε. Μετά από μια γεμάτη μέρα, κουρασμένος και καταϊδρωμένος από τη ζέστη αλλά πλήρως ικανοποιημένος από όσα είδα και άκουσα και από μια εξαιρετική διοργάνωση, άρχισα να προετοιμάζομαι για την επόμενη μέρα.

    Φίλιππος Φίλης

    Φωτογραφίες: Λευτέρης Τσουρέας

    PHOTO REPORT

    LEAVE A REPLY

    Please enter your comment!
    Please enter your name here