CANDLEMASS – “Sweet evil sun” (Napalm)

0
603

Οι CANDLEMASS καταφέρνουν μετά από σχεδόν 4 δεκαετίες στον metal ήχο να γράφουν τόσο ασήκωτα ριφ που αναρρωτιέσαι: “Πως το σκέφτηκαν αφού πια έχουν παιχτεί όλα.” 

Το “πελώριο” “Sweet evil Sun” θυμίζει έναv μαύρο κρανιοστολισμένο ήλιο που καταφέρνει όχι να φωτίζει αλλά να ρίχνει πάνω μας τη βαριά σκιά του.

Σε αυτό το δίσκο οι πατέρες του Epic Doom metal φαίνεται ότι αναμετρήθηκαν πολύ περισσότερο με τις συνθέσεις που είχαν στα χέρια τους κι αυτό αποκαλύπτεται στις πολλές και έντονες εναλλαγές που έχουν σχεδόν τα περισσότερα κομμάτια του album.

Αν και είναι ξεκάθαρο ότι οι μέρες του “Epicus…” και του “Nightfall” έχουν παρέλθει, σε ορισμένα τραγούδια όπως το “Angel battle”, oι “παλιοί” θα αναγνωρίσουν στοιχεία εκείνου του δραματικού επικού ήχου που εγκαθίδρυσε τους Σουηδούς στις καρδιές μας. Να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο άσμα έχεi το πιο βαρύ outro που έχει γραφτεί τα τελευταία χρόνια με ριφάρα που θα ζήλευε ο ίδιος ο Iommi.

Όταν οι “πολλοί” ακούν τον όρο “Doom”, σκέφτονται κάποια στερεότυπα αργών ταχυτήτων, βαρετών επαναλαμβανόμενων μοτίβων και αχρείαστα γιγαντιαίων κομματιών. Οι “μπαμπάδες” αποδεικνύουν ότι ένας doom ύμνος μπορεί να συμπτυχθεί σε 3 λεπτά όπως το ομώνυμο “Sweet evil sun”, ενώ μακρόσυρτες συνθέσεις του δίσκου, όπως το “Devil Voodoo” αποτελούν δυνατά σημεία τους. Με τις δομές να εναλλάσσονται από καταιγιστικά κουπλέ και progressive γέφυρες σε καταστροφικά ρεφρέν όμοια με τα τύμπανα της lovecraftian θεότητας Shub Niggurath του δάσους που πλησιάζει απειλητικά.

Οι CANDLEMASS του 2022 δε μοιάζουν με τίποτα που έχεις ακούσει. Δεν περιορίζονται σε κανένα genre. «Ρέουν» από το doom στο rock, το Heavy metal και πίσω. Δε φοβούνται να βάλουν ευαίσθητα ρεφρέν για να ελαφρύνουν τα βαριά και άραχνα μουσικά θέματα τους και να στήσουν μουσικά χιτ… Δε μοιάζουν ωστόσο ούτε με τους CANDLEMASS του 1986 παρόλο που από τον προηγούμενο δίσκο (“The door to doom”) έχει επιστρέψει ο εμβληματικός τραγουδιστής Johan Langquist o oποίος άφησε ανεξίτηλο σημάδι, με τις θεατρικές ερμηνείες του στο θρυλικό ντεμπούτο “Epicus Doomicus Metallicus”. Ο άνθρωπος αυτός είναι ένα κεφάλαιο ολόκληρο που δε μπορεί παρά να αναρωτιέται κανείς τι θα συνέβαινε στο συγκρότημα αν δεν είχε φύγει ποτέ και δεν αναλάμβανε ποτέ ο επίσης εμβληματικός καλόγερος Messiah Marcolin.

H φωνή του Langquist είναι μεστή, δουλεμένη, εύκαμπτη και αναδεικνύει τις μουσικές κλίμακες του Μαύρου Μίδα “Leif Edling που ό,τι αγγίζει γίνεται γκρίζος χρυσός. Yπάρχουν ακουστικά σημεία όπου με τις rock ερμηνείες του μαγεύει και δυνατές βραχνιασμένες κορώνες όπου θυμίζει πως πρέπει να είναι ένας metal τραγουδιστής. Όχι καρφωμένος στις ασφαλείς οδούς και τα “γνώριμα” επαναλαμβανόμενα βιμπράτα, αλλά να έχει ποικιλία και να διαχειρίζεται κάθε σύνθεση με τον τρόπο που της αρμόζει. Στο ρεφρέν του “When death sighs”, το ντουέτο με την αιθέρια Jennie-Ann Smith των AVATARIUM συγκινεί και μάρμαρα.

Συνθετικά  το “Sweet evil sun” έχει πολύ ψωμί. Νιώθω παρόλα αυτά, ότι κάποιοι ρυθμοί επαναλαμβάνονται μερικές φορές σαν εύκολη λύση. Δε βγάζει όμως τα ψήγματα προχειρότητας που έχω εντοπίσει σε δουλειές του πρόσφατου παρελθόντος τους.

Παρατήρηση που αν δεν την πω θα σκάσω: Ο προηγούμενος δίσκος είχε γραφτεί εξ ολοκλήρου από τον Mats Leven στα φωνητικά. Ο Johan Langquist είχε μπει σαν “τρικ” της τελευταίας στιγμής και ξαναέγραψε όλα τα φωνητικά. Μάλλον για να δώσει μια εμπορική ώθηση στο συγκρότημα κατά την άποψη του γράφοντος (Αδικία για τον Mats). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ακούγεται ένας τραγουδιστής “καμπάνα” όπως ο Langquist σαν κάποιος άλλος. Στο “Sweet evil sun” αυτό έχει εκλείψει ευτυχώς σε ένα μεγάλο βαθμό όχι όμως εντελώς. Θα έπρεπε περισσότερο.

Σε αυτό παίζουν ρόλο τόσο οι συνθέσεις του Leif που έχουν απομακρυνθεί από το πιο NWOTBM παρελθόν του, αλλά και η παραγωγή του  η οποία έχει έναν πιο ξερό ήχο και κρατάει αρκετά “μαζεμένη” και λίγο θαμμένη τη φωνή με αποτέλεσμα να μην αναδεικνύονται όλες οι πτυχές των τραγουδιών σε αυτό το επίπεδο.

Πολλές φορές αναρωτιέμαι μήπως ο πατέρας του epic doom ήθελε να αφήσει για πάντα τους CANDLEMASS στη λήθη μετά το “Tales of creation” και να ανοίξει νέα μονοπάτια τα οποία η μουσική βιομηχανία… τα “μπάζωσε”. Κακά τα ψέματα από τη δεκαετία του ‘90 κιόλας η μουσική κατεύθυνση του Leif, δείχνει το δρόμο που ακολούθησε με τους KRUX. Ένα υπέροχο και πραγματικά πρωτοπόρο βαρύ και αυθεντικό doom metal side project του. Νιώθω λες και από τότε απλά βγάζει δίσκους για τους KRUX οι οποίοι “φέρουν” το λογότυπο με την κερασφόρα νεκροκεφαλή που τη διαπερνούν οι σφήνες.

Ό,τι και να βρίσκεται στο μυαλό του, το σίγουρο είναι πως αν είσαι οπαδός του heavy metal και θες να ακούσεις κάτι βαρύ σκοτεινό και έντονα καλλιτεχνικό οι Σουηδοί ήρθαν με ένα εθιστικά ραδιενεργό και τοξικό δώρο… Αντί επιλόγου παραθέτω έναν από τους στίχους που καραδοκούν μέσα στο “Sweet evil Sun”.

“Like a wounded cockroach the city died…”

8 / 10

Άρης Λάμπος

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here