A day to remember… 16/9 [DEEP PURPLE]

0
403
Deep Purple

Deep Purple

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Perfect strangers” – DEEP PURPLE
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1984
ΕΤΑΙΡΙΑ: Polydor
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Roger Glover
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Ritchie Blackmore – Κιθάρες
Ian Gillan – Φωνητικά
Roger Glover – Μπάσο
Jon Lord – Πλήκτρα
Ian Paice – Drums

“Sweet Lucy was a dancer…”

Έστω και εάν έχουν περάσει πια σαράντα ολόκληρα χρόνια από το περίφημο reunion της MARK II των DEEP PURPLE, πάντα υπάρχει ένα τεράστιο ενδιαφέρον για το παρασκήνιο εκείνης της εποχής, για τους λόγους της επανένωσης, για τα παραλειπόμενα του “Perfect strangers” και γενικότερα του τι πραγματικά συνέβη εκείνα τη περίοδο. Βλέπετε οι μετέπειτα εξελίξεις, το περίεργο (αλλά για μένα υπέροχο “House of blue light”) η φυγή ξανά του Gillan, η εμφάνιση (ξανά) του Turner, η επιστροφή (ξανά) του Gillan και η οριστική και αμετάκλητη αποχώρηση του Blackmore πυροδότησαν περισσότερο από ποτέ το «πως» και το «γιατί» του “Perfect strangers”, δημιουργώντας μια καταπληκτική φιλολογία γύρω απ’ αυτό.

Παρά τις εκατέρωθεν δηλώσεις και την πικρία όλων για όλους, μέχρι και σήμερα στους φίλους της μπάντας έχουν μείνει πολλά «κενά» σημεία στην ιστορία τους εκείνα τα χρόνια και τα πραγματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα πριν, κατά και μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ. Όλα όσα έχουν ειπωθεί αφήνουν μια ομίχλη, μια ανολοκλήρωτη αίσθηση ότι τα μέλη της μπάντας κράτησαν πολλά στο παρασκήνιο και ακόμα πιο πολλά δεν θέλησαν να τα συζητήσουν δημοσίως. Λογικό για μια μπάντα αυτού του βεληνεκούς, λογικό για ένα τόσο πολύαναμενόμενο reunion, που τόσο πολύ συζητήθηκε, τόσο πολύ το ήθελε ο κόσμος, τόσο πολύ διαφημίστηκε και που σχεδόν αμέσως κατέληξε σε καταστροφή.

Η πραγματικότητα πάντως είναι ότι πριν από το 1984 έγιναν και άλλες απόπειρες για να ξαναβρεθούν παρέα τα μέλη της MARK II που τόσο είχαν συναρπάσει τον κόσμο στα 70s. Φήμες λένε πως η πρώτη πρόταση ήρθε αμέσως μόλις ο Blackmore άφησε τους DEEP PURPLE μετά το “Strombringer”, αλλά ήταν πολύ φυσικό να μην έχει καμία ελπίδα υλοποίησης εκείνα τα χρόνια κάτι τέτοιο. Οι εντάσεις ήταν πολύ νωπές για να μπορέσουν να επανέλθουν και να βρεθούν πάλι μαζί οι Blackmore, Gillan και Glover. Η δεύτερη -μη επιβεβαιωμένη προσπάθεια- ήταν περίπου την εποχή του “Rising” και λίγο μετά την διάλυση του σχήματος με τον Tommy Bolin, αλλά προσέκρουσε στην άρνηση του Blackmore που ήταν απασχολημένος με τους RAINBOW. Οι φήμες φούντωσαν στον μέγιστο βαθμό με την πολύ μεγάλη έκπληξη του 1980, όταν αναπάντεχα η συλλογή “Deepest Purple: The Very Best of Deep Purple” καρφώθηκε στο νο1 των UK Albums και ανέδειξε την δυναμική που είχε ακόμα το brand name της μπάντας στην πατρίδα τους. Αλλά πάλι τίποτα δεν έγινε.

Μια πραγματική πρόταση ήρθε λίγο πριν μπει ο Gillan στους BLACK SABBATH και αυτή τη φορά κάθισαν όλοι μαζί στο τραπέζι να βάλουν τα πράγματα κάτω στα σοβαρά. Μια εκδοχή λέει ότι ο Blackmore ήταν ο πιο αναποφάσιστος από όλους και καθυστερούσε να δώσει μια οριστική απάντηση. Στο τέλος ο Gillan βαρέθηκε και απάντησε θετικά στον Iommi. Μια άλλη εκδοχή λέει ότι οι συζητήσεις προχώρησαν εις βάθος μέχρι τη στιγμή που ο Blackmore ανάφερε το τρόπο με τον οποίο θα μοιράζονταν τα χρήματα ανάμεσα στην μπάντα, προφανώς ανάλογα με το ποιοι γράφουν τα τραγούδια. Η συζήτηση έγινε έντονη και τελείωσε με άδοξο τρόπο όταν από τα νευρά του ο Gillan πέταξε ένα ποτήρι μπύρα στα μούτρα του κιθαρίστα. Όπως και να έχει το πράμα ούτε τότε έγινε το περιζήτητο reunion το οποίο όμως αυτή τη φορά απλά πήρε μια μικρή αναβολή.

Το χάραμα του 1984, βρίσκει τις συζητήσεις πλέον να έχουν ωριμάσει, αλλά δεν θα ανακοινωθεί τίποτα παρά μόνο μετά την τελευταία εμφάνιση των RAINBOW στο Budokan του Τόκιο στις 14 Μαρτίου. Τον επόμενο μήνα, Απρίλιος του 1984, με κάθε επισημότητα …η μοίρα έφερε ξανά μαζί τους DEEP PURPLE Mk II, στο παγκόσμιο μουσικό στερέωμα και σαφώς μεγάλη ικανοποίηση στα εκατομμύρια των οπαδών τους. Γιατί τότε και όχι πριν ή όχι αργότερα; Οι λογικές εξηγήσεις είναι λίγο πολύ προφανείς. Λύθηκε το οικονομικό θέμα, αφού στα credits του άλμπουμ, δεν εμφανίζεται πια το σύνολο της μπάντας, αλλά μόνο οι Ritchie Blackmore, Roger Glover και Ian Gillan σε αντίθεση με το παρελθόν όπου τα credits αποδίδονταν και στον Lord και στον Paice. Το εγχείρημα του Gillan με τους SABBATH δεν λειτούργησε όπως θα έπρεπε, οι Blackmore και Glover πιθανόν να κουράστηκαν με την όχι και τόσο πετυχημένη προσπάθεια τους να κατακτήσουν την Αμερική με τους RAINBOW, και οι Lord, Paice σαφώς επέλεξαν την δόξα από το να είναι hired guns του Coverdale και του Gary Moore.

Επίσης λόγο πρέπει να έπαιξε εκείνα τα χρόνια η τρομερή δημοτικότητα του hard rock και metal και σε όλο τον κόσμο. Ήταν μια θαυμαστή συγκυρία να επανέλθει η μπάντα που συντέλεσε τόσο αποφασιστικά στην δημιουργία αυτού του ήχου. Επιπλέον και πολύ βασικό. Τα οικονομικά κίνητρα. Δέκα εκατομμύρια δολάρια λέγεται ότι τους δόθηκαν για τις ηχογραφήσεις του “Perfect strangers”, δυο εκατομμύρια bonus υπογραφής και επιπλέον φυσικά οι αμοιβές από το κάθε live οι οποίες φημολογείται ότι ήταν περίπου πεντακόσιες χιλιάδες δολάρια ανά εμφάνιση στις μεγάλες πόλεις. Για εκείνα το χρόνια, τα ποσά αυτά είναι μυθικά! Να σημειώσω εδώ ότι τα νούμερα αυτά ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν επισήμως, κάτι γενικές αναφορές του Blackmore μόνο, αλλά αυτά κυκλοφορούν στους δημοσιογραφικούς κύκλους μέχρι και τις μέρες μας.

Οι ηχογραφήσεις του “Perfect Strangers” έγιναν στο Vermont των ΗΠΑ σε απομονωμένο περιβάλλον, αφού το συγκρότημα δεν ήθελε επαφές με τον Τύπο κυρίως, αλλά ούτε με τους οπαδούς, προκειμένου να φέρουν σε πέρας την επικίνδυνη αποστολή ενός άλμπουμ, το οποίο θα ήταν σαφώς σημείο αναφοράς και με την καλό ή κακό τρόπο κυκλοφορία της χρονιάς για όλον τον ροκ κόσμο. Πάμε ξανά στις φήμες όμως, για τα πολλά πρώιμα demo, τα οποία ποτέ δεν είδαν το φως της δημοσιότητας μέχρι και σήμερα. Λέγεται πως οι πρώτες προσπάθειες τους κινήθηκαν σε πιο «προοδευτικά» και «πειραματικά» μονοπάτια από ότι τελικά ακούσαμε στο άλμπουμ.

Αυτό από την μία μπορεί να είναι λογικό, από την άλλη όμως, μου ακούγεται πιο λογικό όμως το ότι τελικά το “Perfect strangers” ήταν ένα άλμπουμ πολύ δυναμικό, πολύ μέσα στα 80s, με αρκετά updated ήχο, αλλά με τις ρίζες του σαφώς στα 70s. Ειδικά αν ακούσεις τον διάδοχο του, το πολύ πιο διαφορετικό και όντως πιο «προοδευτικό» “House of blue light” η διαφορά είναι ολοφάνερη και εκεί μπορεί να εκφράστηκε πιο έντονα αυτή η προοδευτικότητα η οποία απορρίφθηκε από το “Perfect strangers”. Φημολογείται δε, ότι κάποια κομμάτια ηχογραφήθηκαν σε διαφορετικές εκτελέσεις, αλλά απορρίφθηκαν και αυτές οι εκδοχές τους, γιατί θεωρήθηκαν πολύ “heavy” για την κατεύθυνση που έπρεπε να έχει το άλμπουμ.

Ο Roger Glover ως παραγωγός έπρεπε να βρει την χρυσή τομή στο μεταμοντέρνο αυτό μετέωρο βήμα του συγκροτήματος. Δεν ήταν εύκολο το εγχείρημα. Έπρεπε να δικαιώσουν μεγάλες προσδοκίες. Δεν μπορούσαν όμως να είναι τόσο προοδευτικοί ώστε να μην έχουν σύνδεση με το παρελθόν γιατί θα απογοήτευαν το παραδοσιακό κοινό τους. Δεν μπορούσαν να αντιγράψουν το παρελθόν από την άλλη γιατί θα τους κατηγορούσαν ότι αναμασούν τα ίδια και τα ίδια. Δεν γίνονταν να ακούγονταν σαν τους RAINBOW, δεν θα μπορούσαν και να είναι πιο metal αφού άλλωστε ποτέ αυτό δεν ήταν ο χαρακτηριστικός τους ήχος σε γενικές γραμμές. Δεδομένα όμως και εκ των πραγμάτων, έπρεπε να βγάλουν ένα άλμπουμ που να έκανε εμπορική επιτυχία, αν όχι πάταγο, ταυτόχρονα να ήταν DEEP PURPLE αλλά να ήταν και σύγχρονο ώστε να αρέσει και στην γενιά των 80s ροκάδων.

Η απάντηση σε όλα αυτά με το άκουσμα από τις πρώτες νότες του εξαίσιου “Knocking at your backdoor” είχε δοθεί με την καλύτερο τρόπο. Αδιέξοδος Γρίφος; Παγίδα; Ευκαιρία; Τι;; Η λέξη κλειδί ήταν ο «φρέσκος» ήχος μέσα από την παραγωγή του Glover. Ένα σύνολο πολύ καλών τραγουδιών βασισμένα στην σοφία των παλιών ημερών, φιλτραρισμένα από την εμπορική αιχμή των RAINBOW πασπαλισμένα από την μαεστρία των DEEP PURPLE δεν άφησαν περιθώρια αμφισβήτησής για την προσπάθεια της μπάνκας. “Gypsy’s kiss”, “Under the gun”, “Wasted sunsets”, “Nobody’s home” και μπόνους το μοναδικά επικό “Perfect strangers” ένα τραγούδι το οποίο στιγμάτισε την καριέρα τους ακόμα και εάν βγήκε στα 80s προς πείσμα των απανταχού οπισθοδρομικών! H επιστροφή τους ήταν όχι μόνο απλά ικανοποιητική αλλά σχεδόν θριαμβευτική! Εγώ θα προσθέσω και το “Son of Alerik” είναι ένα μακροσκελές, ορχηστρικό κομμάτι, διάρκειας περίπου 10 λεπτών το οποίο μπορεί να είναι b’ side, μπορεί να μην υπάρχει παρα μόνο σαν bonus σε επανεκδόσεις, αλλά δείχνει με τον πιο πειστικό τρόπο το ταλέντο και την δημιουργικότητά των DEEP PURPLE εκείνα τα χρόνια.

Πολλές μπάντες του επιπέδου των DEEP PURPLE έκαναν reunion. Όμως, και συγχωρήστε με εάν κάνω λάθος, μέχρι σήμερα καμία δεν έχει κυκλοφορήσει ένα τόσο κλασικό reunion άλμπουμ σαν και αυτό εδώ, ούτε τόσο διαχρονικό. Ούτε οι BLACK SABBATH (καλά αυτοί έχουν το παγκόσμιο ρεκόρ με τρία reunion άλμπουμ, για όνομα δηλαδή!), ούτε οι IRON MAIDEN, ούτε οι JUDAS PRIEST, ούτε οι VAN HALEN! Μήπως οι RUSH με το “Vapor trails”, αααν θεωρείται reunion; Ίσως αυτοί μόνο…

Δημήτρης Σειρηνάκης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here