“May the coffee be with you”
Ο αστείρευτος, ατελείωτος, μοναδικός Καναδός μας, μόλις ξεκίνησε έναν καινούργιο καταιγισμό μουσικής που θα υλοποιηθεί σε τουλάχιστον τρεις δίσκους μέχρι τα τέλη του 2025. Η πρώτη δόση είναι το “Powernerd”, ένας δίσκος μέσα στα γνωστά στάνταρντ του progressive metal αυτής της ιδιοφυίας που χρησιμεύει και κάτι σαν ορεκτικό μέχρι να έρθει το κυρίως πιάτο, το magnum opus του “Τhe Moth”. Ο Γιώργος Γκούμας, που ποτέ του δεν βαρυστομαχιάζει με ότι και να κάνει ο Devin, μιλά μαζί του για σουπερσπασίκλες, υπερδυνάμεις και καφέ… πολύ καφέ!
Μέσα στο 2025 θα μας δώσεις δύο δίσκους, ας πούμε μη συμβατικούς και μη εμπορικούς, αλλά βρήκες τον τρόπο και τον χρόνο να μας δώσεις πρώτα έναν δίσκο, ας πούμε πιο νορμάλ. Πώς τα καταφέρνεις;
Είναι απλό το θέμα: είμαι επαγγελματίας μουσικός· η μουσική καταλαμβάνει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το μεγαλύτερο μέρος της καθημερινότητάς μου, το λιγότερο οχτώ ώρες κάθε μέρα. Με λίγο καλό προγραμματισμό, μπορώ να τελειώσω πολλά πράγματα μέσα σε οχτώ ώρες και μετά να ασχοληθώ με τα υπόλοιπα πράγματα που απασχολούν τους λοιπούς κοινούς θνητούς (γέλια). Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν κάνω μουσική για τις μάζες αλλά τραγουδάω για τα προτερήματα του καφέ και για εξωγήινους κατακτητές παίζοντας progressive rock, με αναγκάζει να δουλεύω ακόμα πιο πολύ για να συντηρώ την οικογένεια (γέλια).
Θα ήταν πολύ εύκολο για κάποιον να βγάζει δίσκους τον έναν μετά τον άλλο (θα πρέπει να φτάνουν κοντά στους σαράντα οι δικοί σου) αλλά να ήταν οι περισσότεροι … μάπα. Ευτυχώς οι δικοί σου δεν είναι, αν και δεν είναι όλοι του γούστου μου, το οποίο εκ μέρους μου είναι άξιο σεβασμού.
Σε ευχαριστώ πολύ. Ξέρεις, μία από τις υπερδυνάμεις ενός powernerd (σουπερσπασίκλας) είναι και η υπερευαισθησία: μπορώ να νιώσω τις διάφορες δονήσεις που περιπλανούνται στην ατμόσφαιρα, μπορώ να καταλάβω το τι συμβαίνει γύρω μου χωρίς να μου λέει κανείς τίποτα, κι αυτόματα μου δημιουργείται η ανάγκη να εκφράσω όλα αυτά τα συναισθήματα και τις δονήσεις μέσω τις μουσικής. Επειδή η μουσική εκφράζει τις σκέψεις μου και τις εντυπώσεις μου σχετικά με το τι συμβαίνει στον περίγυρό μου, είναι μουσική ειλικρινής, αυθόρμητη, πηγαία και γι’ αυτό καταφέρνω να κάνω πάντα κάτι ενδιαφέρον ή τουλάχιστον έτσι ελπίζω. Κάθε δίσκος μου είναι μια αντανάκλαση τόσο της προσωπικής μου κατάστασης σε ένα δεδομένο χρονικό σημείο όσο και των γεγονότων που με επηρεάζουν είτε έμμεσα είτε άμεσα.
Και μέσα σε όλα αυτά, είσαι και παρών στο Ιντερνέτ μέσω των podcasts, του καναλιού Χ και του YouTube…
Η αλήθεια είναι ότι έχω χαλαρώσει κατά πολύ την παρουσία μου στο Διαδίκτυο γιατί τα τελευταία δύο χρόνια είχα πολλά πράγματα σε προσωπικό επίπεδο που απαιτούσαν την προσοχή μου. Σκέφτηκα ότι όταν θα ξαναείχα χρόνο, θα ξαναξεκινούσα την διαδικτυακή δραστηριότητά μου, αλλά μετά διαπίστωσα ότι είχα σπαταλήσει πάρα πολύ χρόνο online και τώρα η ζωή μου τόσο σε προσωπικό όσο και σε δημιουργικό επίπεδο είχε καλυτερέψει, οπότε αποφάσισα να κάνω την παρουσία μου στα social media πολύ πιο σποραδική.
Οπότε ποια είναι η καθημερινότητά σου τώρα;
Ξυπνάω κατά τις 08:30, βγάζω το σκυλί μου βόλτα, πίνω τον καφέ μου, πάω το παιδί στο σχολείο (καμιά φορά), κάνω διαλογισμό για κανά εικοσάλεπτο, εάν έχω να κάνω συνεντεύξεις τις κάνω το πρωί για να ξεμπερδεύω όπως τώρα μαζί σου… αστειεύομαι χαχα· απαντάω στα πιο επείγοντα email, κάνω το podcast, μετά αρχίζω να γράφω και κατά τις 18:00 έχω τελειώσει… κι όλα αυτά στον χώρο που βλέπεις (η συνέντευξη γίνεται από το στούντιο του σπιτιού του). Καταφέρνω να κάνω πολλά πράγματα σε μια μέρα γιατί ότι συνθέτω και γράφω μου βγαίνει ενστικτωδώς, είναι κάτι πηγαίο που δεν μπορώ να το σταματήσω, και γι’ αυτό δεν κουράζομαι, είναι μέρος της φύσης μου, δεν είναι απλά μια δουλειά.
Οπότε είσαι ένας nerd 100% πια…
(Γέλια) Ακριβώς. Είμαι 52 χρονών, παντρεμένος πατέρας με γονείς που είναι πια πολύ μεγάλοι, και με ένα σπίτι που ρουφάει λεφτά σαν μια μαύρη τρύπα (γέλια). Ποτέ μου δεν ακολούθησα το δόγμα του sex, drugs and rock’n’roll. Εντάξει, rock n’ roll, ναι, αλλά στην ζωή μου είχα μόνο δύο σχέσεις, και όσο αφορά τα ναρκωτικά, μέχρι τα τριάντα τόσα μου, έπαιρνα magic mushrooms ή κάπνιζα χόρτο, αλλά μέχρι εκεί. Τώρα το πολύ πολύ καμιά μπύρα ή κανά ποτήρι κρασί κι αυτά για να την πέσω πιο γρήγορα για ύπνο (γέλια).
Οπότε από εκεί πηγάζει και ο τίτλος του δίσκου;
Ας πούμε ότι εάν κατέληγα να γίνω δάσκαλος, θα δίδασκα μαθηματικά και όχι φυσική αγωγή (γέλια). Ξέρεις, το βίντεο του ομώνυμου κομματιού δείχνει με χιουμοριστικό τρόπο όλα τα καθόλου αστεία πράγματα που μου συνέβησαν τα δύο τελευταία χρόνια, όπως το γεγονός ότι έπρεπε να ανακαινίσω το σπίτι και το στούντιο ή το ότι έπρεπε να μάθω πώς να συναρμολογώ έπιπλα ή ακόμα και τον χαμό κατοικίδιων ζώων. Είμαι μουσικός, δεν είμαι επιπλοποιός· είμαι μουσικός, δεν ξέρω πώς να εκφράσω θλίψη για τον χαμό κάποιου αν δεν είναι μέσω μουσικής· είμαι μουσικός αλλά πρέπει να κόψω και το γρασίδι, οπότε ναι, είμαι άγαρμπος για κάποια καθημερινά, ανθρώπινα πράγματα κι όταν προσπαθώ να βοηθήσω, τα κάνω θάλασσα (γέλια). Όπως σου είπα πριν, κάθε δίσκος μου είναι μια αντανάκλαση της κατάστασής μου σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, κι αν αυτός ο δίσκος εκφράζει την καθημερινή μου αγαρμποσύνη, o επόμενος, “The Moth”, ένα είδος σκοτεινής όπερας, θα είναι το αποτέλεσμα δουλειάς μιας δεκαετίας και θα εκφράζει την θεωρία μου για τον κόσμο, και το “Axolotl” θα είναι μουσική αντισυμβατική, σαν να προέρχεται από άλλο κόσμο, γιατί είναι το είδος της μουσικής που πιο πολύ με εκφράζει τώρα.
Έχεις τονίσει ξανά και ξανά ότι αυτός είναι ο πιο γρήγορος δίσκος που έχεις κάνει: 11 μέρες!
11 μέρες για να συνθέσω όλα τα κομμάτια. ‘Όταν κάθομαι να γράφω, αφήνω το ένστικτό μου ελεύθερο όποτε μου έρχονται κάθε είδους ιδέες η μια μετά την άλλη. Για να οργανώσω λίγο το χάος, έχω ένα αρχείο για την heavy μουσική, ένα για τα ορχηστρικά μέρη, ένα για τα πιο ήρεμα μέρη κι ένα για όσα άλλα ετερόκλητα. Όμως όταν κάνω έναν δίσκο, σκέφτομαι κάθε λεπτομέρεια επανειλημμένα και η διαδικασία γίνεται επαναληπτική, όποτε αυτός ο αυθορμητισμός χάνεται. Για να μην πέσω στην ρουτίνα, προσπαθώ να βρω τρόπους να κάνω τα πράγματα πιο ενδιαφέροντα. Για παράδειγμα, να βάλω γυναικεία φωνητικά, όπως το έχω κάνει με την Anneke (van Giersbergen) σε πολλά τραγούδια, ή χορωδία στον δίσκο “Empath” (2019) ή συμφωνική ορχήστρα στον δίσκο “Deconstruction” ή blues-jazz μουσικούς στον δίσκο “Ki” (2009). Αυτή τη φορά θέλησα να βάλω χρονικά όρια στην όλη διαδικασία κι επειδή μπορούσα ανά πάσα στιγμή να παίρνω έτοιμες ιδέες από τα αρχεία που προανέφερα, ο χρόνος της σύνθεσης μειώθηκε σημαντικά.
Είναι το κομμάτι “Gratitude” το πιο σημαντικό του δίσκου για σένα; Είναι σαν να λες ότι έχω βρει την ψυχική μου γαλήνη, είμαι ευγνώμων για όλα αυτά που έχω;
Όχι. Είναι το κομμάτι “Goodbye” γιατί έχει να κάνει με το πώς αντιμετωπίζει ο καθένας τον χαμό αγαπημένων του προσώπων. Από την άλλη όμως, το τραγούδι που ανάφερες είναι εμπνευσμένο από έναν φίλο μου ο οποίος πάσχει από πολλαπλή σκλήρυνση. Θα ήταν εύκολο για εκείνο να παραπονιέται λέγοντας, «γιατί μου έτυχε αυτό σε εμένα;», «η ζωή είναι άδικη», κτλ. Αντ’ αυτού όμως, με έχει εκπλήσσει η στάση του που είναι απλά και μόνο ευγνωμοσύνη για όλα όσα έχει στην ζωή του. Μου δίδαξε να έχω μάθει να κοιτάω τις δύσκολες στιγμές μέσα από το ίδιο πρίσμα ευγνωμοσύνης για όλα όσα έχω (οικογένεια, καριέρα, κτλ.).
Το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, ‘Ruby Quaker’, είναι μια χαριτωμένη ωδή στον καφέ στο στυλ honky tonk και με μια σφήνα black metal που δεν πολυταιριάζει με τα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου…
Είναι ένα κομμάτι της τελευταίας στιγμής μιας που δεν σκόπευα να το βάλω στον δίσκο, αλλά μετά σκέφτηκα ότι το να κλείσω τον δίσκο με ένα σκοτεινό, λυπητερό τραγούδι όπως είναι το “Goodbye” θα ήταν σαν να έλεγα στο κοινό ότι η θλίψη της απώλειας δικών μας ανθρώπων είναι το τελευταίο στάδιο, είναι αυτό με το οποίο θα πρέπει να ζήσουμε μέχρι το δικό μας τέλος. Δεν είναι έτσι όμως: πρόκειται για μια διαδικασία που περνά από το αρχικό σοκ, την άρνηση, τον θυμό, και τέλος την αποδοχή και την συνειδητοποίηση ότι η ζωή συνεχίζεται και ίσως η επόμενη μέρα να είναι καλύτερη. Οπότε αυτό το κομμάτι αντιπροσωπεύει την επόμενη μέρα… με ένα ωραίο, ζεστό φλυτζάνι καφέ. Μια μέρα ήρθε ένας φίλος μου στο στούντιο και δεν ξέρω σε τι κατάσταση με είδε και μου λέει: «Νομίζω ότι χρειάζεσαι λίγο καφέ» και με πήγε σε μια καφετερία… και καθώς έπινα τον πρώτο καφέ της ημέρας και ξαναέβρισκα τον εαυτό μου, συνειδητοποιούσα ότι εκείνος ο καφές συμβόλιζε την επόμενη μου μέρα
Ο τίτλος του κομματιού ακούγεται όντως σαν μάρκα καφέ…
Δεν ξέρω πώς το μάντεψες, γιατί δεν το έχω ανακοινώσει ακόμα, αλλά μόλις τελείωσα την διαδικασία ανάπτυξης της δικιάς μου μάρκας καφέ (γέλια). Μπορεί να έχει ως όνομα τον τίτλο του κομματιού ή μπορεί να ονομασθεί “Ziltoid’s Coffee”· ακόμα δεν έχω διαλέξει το τελικό όνομα. Τώρα έχουμε συγκεντρωθεί πάνω από τα υλικοτεχνικά θέματα εφοδιασμού για να μπορέσει ο καφές να πάει κι έξω από τα σύνορα του Καναδά. Η αλήθεια είναι ότι στην Βόρεια Αμερική ο καφές δεν είναι και τόσο καλής ποιότητας, τουλάχιστον εκείνες οι μάρκες που είναι πιο δημοφιλείς, και πρέπει να ψάξεις καλά για να βρεις μια μάρκα που να αξίζει τον κόπο οπότε δεν ήταν κι εύκολο να βρω κάτι καλό. Έπρεπε να δοκιμάσω κάτι ροφήματα που η γεύση τους θύμιζε πικρά χόρτα ή κάτι τέτοιο (γέλια). Ο καφές μου πρέπει να έχει τέτοια γεύση ώστε να μπορώ να τον απολαμβάνω όλη την μέρα στο στούντιο. Το τελικό τεστ έγινε όταν ήρθαν οι μουσικοί της μπάντας μου εδώ στο Βανκούβερ, οι οποίοι είναι Ευρωπαίοι. Όταν τον δοκίμασαν κι έδωσαν την έγκρισή τους, τότε ήξερα ότι είχα βρει τον κατάλληλο καφέ.
Θα κλείσω την συνέντευξη τολμώντας να μαντέψω την στυλ του “The Moth”: θα είναι κάτι μεταξύ του δίσκου “Deconstruction” (2014), των δύο δίσκων με τον Ziltoid, και του τραγουδιού “Why” (“Empath”, 2019)…
Εάν ανέφερες και το “Dreampeace”, μια σειρά από ambient δίσκους που έβγαλα μόνο σε digital format και βινύλιο τότε θα είχες πέσει 100% μέσα. Πάνω απ’ όλα είναι ένα έργο σκοτεινό, χαοτικό, heavy.. είναι κάτι που σε κάνει να νιώθεις άβολα. Δεν θέλω να μιλήσω περισσότερο για αυτό, ελπίζω όταν έρθει η ώρα, να ξανασυναντηθούμε και να μιλήσουμε με πιο πολλές λεπτομέρειες, αλλά πίστεψε με, θα αξίζει τον κόπο η αναμονή.
Γιώργος Γκούμας
Φωτογραφίες: Tanya Ghosh