ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Tooth and nail” – DOKKEN
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1984
ΕΤΑΙΡΙΑ: Elektra
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Tom Werman – Michael Wagener
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Don Dokken – Φωνητικά
George Lynch – Κιθάρες
Jeff Pilson – Μπάσο
Mick Brown – Ντραμς
Το 1984 ήταν μια πολύ παραγωγική χρονιά για το heavy metal και όταν οι DOKKEN κάνουν ουσιαστικά το πρώτο τους βήμα το κάνουν σε ένα πολύ ανταγωνιστικό περιβάλλον που από την μια ευνοούσε μπάντες που ήταν στο ύφος τους, από την άλλη όμως το πρόβλημα ήταν ότι έπρεπε να έχεις και την ποιότητα και την προσωπικότητα και την ικανότητα να ξεχωρίσεις. Όπου υπάρχουν ευκαιρίες, υπάρχουν και μεγάλες παγίδες. Το Los Angeles ήταν στην κυριολεξία ένα καζάνι που έβραζε και εκατοντάδες συγκροτήματα προσπαθούσαν να βρουν μια θέση στον ήλιο, ενώ παράλληλα ήδη νέες μπάντες κυκλοφορούσαν συναρπαστικά άλμπουμ ή άλλες πιο παλιές ήταν εκεί για να διατηρήσουν τα σκήπτρα τους.
Αν κάτσει κάποιος να μελετήσει τις κυκλοφορίες εκείνης της χρονιάς το μόνο σίγουρο είναι πως θα πετύχει καμιά εικοσαριά κλασικές hard rock ή metal κυκλοφορίες χώρια όλες τις υπόλοιπες. Από το φρέσκο και οργισμένο thrash των METALLICA του “Ride the lighting” στο υπέρ – metal των IRON MAIDEN του “Powerslave” και των JUDAS PRIEST με το “Defenders of the faith”, στο πιο εκθαμβωτικά προσιτό heavy των SCORPIONS που έκαναν θραύση με το “Love at first sting” και των DIO με το επικό “The last in line” δεν ήταν καθόλου εύκολο να κερδίσεις μια θέση στο μουσικό πάνθεον της μουσικής σκηνής εκείνα τα χρόνια όταν παράλληλα δεκάδες άλλες μπάντες όπως οι MOTLEY CRUE, TWISTED SISTER, WASP, RATT, ANTHRAX, MANOWAR, KROKUS κλπ, είχαν φτάσει πια στην πηγή να πιούν νερό και αυτοί. Βάλτε και στο σκηνικό ένα χρόνο πιο πριν τον χαμό με το “Pyromania” αλλά και το “Metal health” και μην ξεχνάτε ότι το 1984 ανέβηκαν και στο νο1 του Billboard οι VAN HALEN! Ένας ακόμα εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας για να πετύχεις την αναγνώριση ήταν να μπουν τα video clips της εκάστοτε μπάντας στο rotation του MTV. Χωρίς αυτό δεν σε έπαιρνε χαμπάρι σχεδόν κανείς και αν δε με πιστεύετε ρωτήστε τους RAINBOW για το ban που έφαγαν με το “Street of dreams”.
Σε αυτό το περιβάλλον και για μια ασταθή μπάντα όπως ήταν οι DOKKEN η επιτυχία που κατάφεραν να γνωρίσουν ήταν πραγματικά κατόρθωμα. Μια επιτυχία η οποία σαφώς και ευνοήθηκε από το πνεύμα και το κλίμα της εποχής, αλλά κατόρθωμα επίσης είναι ότι κατάφεραν να μείνουν ενωμένοι για τρία άλμπουμ πριν σκοτωθούν μεταξύ τους οριστικά και τελεσίδικα. Το “Breaking the chains” δεν το βάζω όπως καταλαβαίνετε στην σειρά για διαφόρους λόγους οι οποίοι δεν είναι της παρούσης. Από εκεί και πέρα το ουσιαστικό ντεμπούτο της μπάντας με το οποίο μπαίνουν συστήνουν και τοποθετούν τους εαυτούς τους στην σκηνή είναι τούτο εδώ, το “Tooth and nail”. Το συγκεκριμένο άλμπουμ όπως και τα δύο επόμενα “Under lock and key” και “Back for the attack”, είναι ένα εξαιρετικό μίγμα pop/rock μελωδιών φιλτραρισμένων μέσα από το εξαιρετικό rhythm section των Pilson και Brown ενώ οι heavy κιθάρες του Lynch δίνουν την αιχμηρή, κοφτερή και heavy πινελιά που εξισορροπεί τον ήχο της μπάντας τόσο στα αυτιά των πιο hard rock οπαδών αλλά και σε όλων όσων θέλουν μια πιο heavy metal αισθητική.
Το παράδοξο πάντα στους DOKKEN ήταν πως ο αδύναμος κρίκος ήταν τα φωνητικά του ίδιου του Dokken, που ακόμα και εκείνα τα χρόνια δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά απλά είχαν ένα χρώμα και ένα γρέζι που ταίριαζε ευτυχώς με το ύφος της μπάντας. Άλλωστε ο Dokken δεν είναι και μοναδικό παράδειγμα, όχι κακού, αλλά μέτριου τραγουδιστή που όμως κολλάει με το στυλ και το ύφος της μπάντας. Βλέπε επίσης περιπτώσεις Vince Neil, Dave Mustaine, Axl Rose, Lemmy κλπ. Τώρα ξέρω ότι μερικοί βγάζετε νύχια όταν ακούτε τέτοια πράγματα, αλλά άλλο καλός τραγουδιστής, άλλο καλός ερμηνευτής, άλλο Tate, Dickinson, Dio και Halford. Μην τα κάνουμε όλα ίσιωμα…
Πάμε πίσω στους DOKKEN οι οποίοι σε όλες τις φάσεις που είχαν την συγκεκριμένη σύνθεση μέσα στις τάξεις τους υπήρχε μια τρομερή φαγωμάρα και ένταση, είτε για τον ήχο του συγκροτήματος, είτε για τις σχέσεις τους, είτε για την συγγραφή των τραγουδιών, είτε για τις καταχρήσεις, είτε για τα δικαιώματα, είτε για τα λεφτά. Γενικά ήταν ένα συγκρότημα στο οποίο οι ισορροπίες ήταν πάντα σε τεντωμένο σχοινί και γι’ αυτό ανάφερα πιο πάνω ότι είναι θαύμα το ότι καταφέραν με αυτή τη σύνθεση να κυκλοφορήσουν τρία πραγματικά καλά άλμπουμ. Η συμφωνία ήταν ότι τα κέρδη από τα δικαιώματα των τραγουδιών και των πωλήσεων, θα μοιράζονταν ισόποσα δια του τέσσερα. Και αυτό έγινε δεκτό αρχικά. Γενικά τα τραγούδια τα έγραφαν οι Lynch και Pilson, και ο Dokken πήγαινε απλά και τα τραγουδούσε στο στούντιο αφού του είχαν δώσει μέχρι και τις μελωδικές γραμμές που θα ακολουθούσε. ΕΚΤΟΣ, και κοίτα να δεις πως ο διάολος χώνεται παντού, από μερικά τραγούδια τα οποία όμως έγιναν οι επιτυχίες τους και ήταν συνθέσεις του ίδιου του DOKKEN, “In my dreams”, “Just got lucky”, “Alone again” κ.α. Και εκεί έγινε μπάχαλο μετα από λίγο καιρό… Μα δεν ήταν μόνο αυτό.
Πάμε ξανά πίσω στο άλμπουμ. H μπάντα αντιμετώπισε και οικονομικές δυσκολίες κατά την παραγωγή του άλμπουμ επειδή η Elektra Records ήταν αρχικά διστακτική να τους δώσει ένα μεγάλο ποσό ως προϋπολογισμό, λόγω της σχετικά μέτριας αποδοχής του “Breaking the chains”, το οποίο για να λέμε και την αλήθεια ούτε καμία ιδιαίτερη επιτυχία γνώρισε, ούτε και τίποτα το σπουδαίο ήταν. Η Elektra Records πίεζε επίσης τη μπάντα να παραδώσει ένα άλμπουμ-επιτυχία, δεδομένου ότι το μέλλον τους με την εταιρεία εξαρτιόταν από αυτό. Έτσι οι DOKKEN έπρεπε να δουλέψουν με ένα πολύ περιορισμένο budget, γεγονός που πρόσθεσε άγχος και ένταση στην μπάντα σε μια ήδη δύσκολη διαδικασία ηχογράφησης συνειδητοποιημένοι ότι η αποτυχία θα μπορούσε να σημαίνει το τέλος της καριέρας τους με μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία..
Οι διαφωνίες μεταξύ Dokken και Lynch κατέληξαν σε επικούς καυγάδες όσον αφορά τον ήχο της κιθάρας και κατ’ επέκταση τον ήχο του συγκροτήματος φυσικά, σε σημείο που αποφάσισαν να ηχογραφούν ξεχωριστά προκειμένου να μην τσακώνονται. Ο τραγουδιστής ήθελε πιο προσιτό ήχο, ο κιθαρίστας ήθελε η κιθάρα του να «οδηγεί» το ύφος του συγκροτήματος. Ο Don Dokken, αργότερα δήλωσε ότι ένιωθε τρομακτική πίεση κατά την ηχογράφηση του “Tooth and Nail”. Δυσκολευόταν με τις υψηλές προσδοκίες και τις εσωτερικές συγκρούσεις, αισθανόταν απομονωμένος από την υπόλοιπη μπάντα, καθώς οι εντάσεις ειδικά με τον Lynch, τον έκαναν να θέλει να είναι απομονωμένος, όταν ερχόταν η ώρα να ηχογραφήσει τα φωνητικά. Παράλληλα οι ίδιες εντάσεις οδήγησαν και σε αλλαγή παραγωγού. Αρχικά, ο Tom Werman, ο οποίος έκανε τις παραγωγές για τους MOTLEY CRUE και CHEAP TRICK, προσλήφθηκε για την παραγωγή του “Tooth and nail.” Ωστόσο, ο George Lynch και ο Don Dokken, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, δεν ήταν ικανοποιημένοι με την προσέγγιση του Werman, με αποτέλεσμα να καλέσουν τον Michael Wagener!
Τελικά, και με παράδοξο τρόπο αυτή η σύγκρουση λειτούργησε δημιουργικά και θετικά με αποτέλεσμα να υπάρξει μια εξαιρετική ισορροπία ανάμεσα στις δύο αυτές τάσεις. Στην επίλυση όλων αυτών, καθοριστικό ρόλο έπαιξε και ο ερχομός του Jeff Pilson, ο οποίος αντικατέστησε τον Juan Croucier μετά την αποχώρησή του για να ενταχθεί στους RATT. Η άφιξη του Pilson έφερε ενέργεια στη μπάντα, έπαιξε βασικό ρόλο στη σύνθεση των τραγουδιών αλλά και οι διπλωματικές του ικανότητες βοήθησαν να μετριαστούν κάπως οι εσωτερικές εντάσεις, και λειτούργησε σε πολύ μεγάλο βαθμό πυροσβεστικά στην διάρκεια των ηχογραφήσεων του “Tooth and nail”. Όμως τίποτα από όλα αυτά τελικά δεν είναι ορατά όταν ακούς το άλμπουμ, το οποίο δείχνει τις δυνατότητες της μπάντας να γίνει πρωταγωνιστής εκείνα τα χρόνια στην Αμερικάνικη metal σκηνή και να γνωρίσει επιτυχία. Παράδοξο; Ναι είναι παράδοξο για μια μπάντα με τόσες εντάσεις να κυκλοφορεί ένα τόσο καλό άλμπουμ, και όχι μόνο αυτό, θα ακολουθήσουν και ακόμα δυο ακόμα καλύτερα. Δεν ξέρω τι συμπέρασμα μπορεί κανείς να βγάλει από αυτή την ιστορία, αλλά προσωπικά εμένα με εντυπωσιάζει. Όμως ακόμα και σήμερα εάν ακολουθήσει κανείς δηλώσεις τους, θα διαπιστώσει πόσο χάος υπάρχει στις σχέσεις τους, πόση ένταση και πόσος θυμός.
Αν από το άλμπουμ ήταν να ξεχωρίσει ένα τραγούδι αυτό σίγουρα ήταν το “Alone again” μια μπαλάντα που έγινε μεγάλη επιτυχία για την μπάντα, και ένα από τα κλασικά hit των 80s, φτάνοντας στο Νο. 64 στο Billboard Hot 100 και μέχρι σήμερα κρατά μια χαρά η μπογιά της. Επίσης τα “Just got lucky” (νο 27 στο Billboard mainstream rock chart), “When heaven comes down”, “Into the fire”, “Turn on the action”, “Don’t close your eyes” είναι υποδείγματα εμπορικού hard n heavy ήχου, κλασικά DOKKEN τραγούδια που άντεξαν στον χρόνο και έκτισαν την φήμη τους παγκοσμίως. Εμπορικά σίγουρα το άλμπουμ ήταν επιτυχία αφού έφτασε μέχρι το νο. 49 στο Billboard και αργότερα έγινε και πλατινένιο από την RIAA μιας και οι πωλήσεις του ξεπέρασαν το ένα 1.000.000 αντίτυπα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Δημήτρης Σειρηνάκης