A day to remember… 27/3 [SCORPIONS]

0
785
Scorpions

Scorpions

ONOMA ΑΛΜΠΟΥΜ: “Love at first sting” – SCORPIONS
ETOΣ KYKΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1984
ΕΤΑΙΡΙΑ: Harvest – EMI / Mercury
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Dieter Dierks
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Klaus Meine
Κιθάρες – Rudolf Schenker
Κιθάρες – Matthias Jabs
Mπάσο – Francis Buchholz
Τύμπανα – Herman Rarebell

Το καλοκαίρι του 1983, καθώς το heavy metal έκανε το μεγάλο μπαμ στην αμερικανική αγορά, το μεγαλύτερο συγκρότημα της Δυτικής (τότε) Γερμανίας, οι SCORPIONS από το Αννόβερο, βρίσκονταν ακριβώς εκεί που έπρεπε, στο επίκεντρο της σκηνής – με συνοδοιπόρους τους Βρετανούς JUDAS PRIEST και τους ταχύτατα ανερχόμενους νεαρούς DEF LEPPARD και IRON MAIDEN –  και με μία μεγάλη επιτυχία από το 1982, το όγδοο στούντιο άλμπουμ τους “Blackout”. Μετά από περίπου δύο δεκαετίες ύπαρξης και μίας δεκαετίας στην δισκογραφία, οι συνθήκες ωρίμασαν για τους SCORPIONS και αυτοί άρπαξαν την ευκαιρία χωρίς δισταγμό, ιδίως μετά την μεγάλη κρίση που παραλίγο να τους διαλύσει, με τον τραγουδιστή τους Klaus Meine που έφτασε πολύ κοντά στο να χάσει για πάντα την φωνή του αλλά τελικά επανήλθε δριμύτερος. Το συγκρότημα ήταν εδώ, ανάμεσα στις τριάντα μεγαλύτερες μπάντες παγκοσμίως και είχε έρθει για να μείνει.

Με hits όπως τα “Blackout”, “Can’t Live Without You”, “Dynamite” και κυρίως το εμπορικότατο “No One Like You”, οι SCORPIONS, στο πλαίσιο μιας υπερ-επιτυχημένης περιοδείας που την παρακολούθησαν πάνω από ένα εκατομμύριο fans, έκαναν μία μυθική εμφάνιση στην δεύτερη μέρα του “US Festival”, στο San Bernardino της νότιας Καλιφόρνια, μόνο πίσω από τους headliners VAN HALEN -τους οποίους κατάπιαν σαν στρείδια- και πάνω από συγκροτήματα όπως οι QUIET RIOT (με το νο. 1 άλμπουμ “Metal health” που είχε βγει τον Μάρτιο), οι MOTLEY CRUE, ο Ozzy Osbourne, οι “Metal Gods” JUDAS PRIEST και οι Καναδοί TRIUMPH.

Το επόμενο βήμα, εξαιρετικά κρίσιμο για να κεφαλαιοποιήσουν όλη την σκληρή δουλειά που είχαν ρίξει στα στούντιο και σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου με τις περιοδείες τους, δεν θα ερχόταν ήρεμα και φυσικά. Ο στόχος, εξαρχής, ήταν να βγει ένα αποτέλεσμα ανώτερο του “Blackout”, ένα άλμπουμ που θα έγραφε την δική του ξεχωριστή ιστορία. Οι προκλήσεις, όχι κάτι άγνωστο στους Γερμανούς, ήταν πάλι εδώ και εμφανίστηκαν ήδη από το στάδιο της παραγωγής, την οποία είχε αναλάβει ξανά το άτυπο έκτο μέλος των SCORPIONS, ο παραγωγός Dieter Dierks. Οι σχέσεις του παραγωγού με την μπάντα είχαν υποστεί κάποια φθορά, μετά από τριβές όλα αυτά τα χρόνια στενής συνεργασίας τους. O Dierks, πρωτοπόρος στην στουντιακή τεχνολογία και απόλυτα ταυτισμένος με τον ήχο και την φυσιογνωμία του συγκροτήματος (εφόσον έπαιξε σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση τους), πάλευε να διαχειριστεί την κατάσταση με το rhythm section της μπάντας, τον ντράμερ Herman Rarebell και τον μπασίστα Francis Buchholz, οι οποίοι διένυαν μία φάση … προσωπικής και καλλιτεχνικής κρίσης, αντίστοιχα.

Ο ντράμερ ήταν ο πρώτος που αποσύρθηκε προσωρινά για να ανακάμψει μετά από έντονες καταχρήσεις που οδήγησαν στην κατάρρευση του σε μία από τις πρόβες. Ο Buchholz, που είχε δημιουργήσει κάποια θέματα δια της απουσίας του και κατά την ηχογράφηση του “Blackout”, βρέθηκε στο επίκεντρο της κριτικής του Dierks, καθώς ο παραγωγός δεν ήταν ευχαριστημένος με το παίξιμό του. Μία κριτική που κατέληγε στο ότι τα μέλη του συγκροτήματος όφειλαν να σπρώξουν τους εαυτούς τους για να γίνουν καλύτεροι μουσικοί και επαγγελματίες. Ο Rudolf Schenker, που εκτός από κιθαρίστας της μπάντας μαζί με τον θαυμάσιο Matthias Jabs ήταν (και είναι μέχρι σήμερα, ζωή να ‘χει) ο αρχηγός και βασικός συνθέτης των SCORPIONS, ανέλαβε χρέη υπεράσπισης των συναδέλφων του, ισχυριζόμενος ότι ίσως ο Dierks όφειλε να γίνει καλύτερος παραγωγός!

Μέσα σε αυτό το τεταμένο κλίμα, το συγκρότημα, πλην των Buchholz και Rarebell, μετέβη στα διάσημα Polar Studios της Στοκχόλμης – ιδιοκτησίας ΑΒΒΑ – με δύο γνωστούς και μη εξαιρετέους μουσικούς ως υποψήφιους αντικαταστάτες: τον Σκωτσέζο μπασίστα Jimmy Bain και τον Αμερικάνο ντράμερ Bobby Rondinelli, αμφότεροι πρώην μέλη των RAINBOW, αν και από διαφορετικά line-ups. Μάλιστα, ο Bain, που αρχικά τον πρότεινε ο Rarebell και τότε έπαιζε στους DIO, είχε εκτελέσει χρέη μπασίστα και στις ηχογραφήσεις του “Blackout”, αντικαθιστώντας ξανά τότε τον Buchholz.

Αυτή η νέα φάση δεν τράβηξε και πάρα πολύ. Μετά τις πρώτες πρόβες, η ψυχολογία της μπάντας δεν δούλευε καλά χωρίς το κανονικό τους rhythm section και παρά τις προσπάθειες του παραγωγού τους να δημιουργήσει ένα νέο καθεστώς, βασιζόμενο τόσο στους νέους μουσικούς όσο και σε υπερσύγχρονες, ψηφιακές μεθόδους ηχογράφησης, η τριάδα Schenker-Meine-Jabs, δυσκολεύτηκε να ανταπεξέλθει στις περιστάσεις και τις υψηλές προσδοκίες που τις συνόδευαν. Η λύση ήταν μία: να επιστρέψουν οι παλιοί τους συνάδελφοι, και όλοι μαζί να γυρίσουν στο γνώριμο περιβάλλον των Dierks Studios, στο χωριό Stommeln κοντά στην Κολωνία. Και έτσι έγινε. Παρόλο που οι Bain και Rondinelli ισχυρίστηκαν σε κάποια φάση ότι αυτά που έπαιξαν στα Polar Studios μπήκαν τελικά στο νέο άλμπουμ, οι Buchholz και Rarebell απάντησαν ότι με το που ξαναγύρισαν στο σχήμα, όλα τα παλιά μέρη σβήστηκαν και αυτοί επανηχογράφησαν μπάσο και ντραμς αντίστοιχα. Κατά πάσα πιθανότητα, καμία από τις συνεισφορές των Bain και Rondinelli δεν πέρασαν στο τελικό μιξάρισμα, ωστόσο οι ηχογραφήσεις με αυτούς υπήρξαν φυλαγμένες για να κυκλοφορήσουν στην Ιαπωνία το 2012 ως “Demos & Rehearsals”, μαζί με ένα ακυκλοφόρητο τραγούδι, το “Pretty at night”.

Το νέο άλμπουμ, που ηχογραφήθηκε τμηματικά κατά την διάρκεια του 1983 μέχρι και τις αρχές του 1984, ονομάστηκε “Love at first sting”, παράφραση της έκφρασης “Love at first sight” το δίχως άλλο. Πριν κυκλοφορήσει το άλμπουμ, στις 17 και 18 Δεκεμβρίου, οι SCORPIONS έδωσαν δύο ακόμη τρομερές συναυλίες, εντός έδρας αυτή την φορά, στο Heavy Metal Night του Dortmund, ως μέρος ενός απίστευτου line-up που περιλάμβανε τους QUIET RIOT, τους MICHAEL SCHENKER GROUP του αδελφού του Rudolf Schenker, Michael, τους KROKUS, τους DEF LEPPARD που εκείνη την στιγμή βρίσκονταν στην κορυφή στις ΗΠΑ με το τρίτο άλμπουμ “Pyromania”, τον Ozzy Osbourne, και τους JUDAS PRIEST με τους IRON MAIDEN από πάνω, καθώς μάλιστα οι τελευταίοι ήταν στο επιστέγασμα της περιοδείας του “Piece of mind”. Εκείνες τις βραδιές, έπαιξαν κι ένα νέο τραγούδι από το “Love at first sting”, με τίτλο “Coming home”.

Οι ηχογραφήσεις του νέου άλμπουμ είχαν ολοκληρωθεί, κι εκτός του “Coming home”, άλλα οκτώ τραγούδια είχαν φτάσει στο τελικό προϊόν. Η διαφορά στον ήχο και στην τεχνοτροπία της νέας δουλειάς των SCORPIONS σε σχέση με τα τρία προηγούμενα άλμπουμ τους ήταν εμφανής. Το συγκρότημα ακούγεται κρυστάλλινο, φρέσκο και σύγχρονο, καθώς το “Love at first sting” ήταν  ένα από τα πρώτα ψηφιακά ηχογραφημένα άλμπουμ στην ιστορία της δισκογραφίας. Συνθετικά και ενορχηστρωτικά, οι μελωδίες είναι πιο δουλεμένες,  περισσότερο ανεπτυγμένες, κυρίως στα κιθαριστικά κομμάτια και επενδύουν καλύτερα το ογκολιθικό heavy metal ύφος που χαρακτήριζε τις συνθέσεις του συγκροτήματος μέχρι τότε. Είναι πολύ ενδιαφέρον να κάνει κάποιος τους παραλληλισμούς με τα άλμπουμ των συμπατριωτών των SCORPIONS, ACCEPT, που κυκλοφόρησαν εκείνη την περίοδο, δηλαδή με το “Balls to the wall” (Δεκέμβριος 1983) και “Metal heart” (Φλεβάρης 1985), τα οποία ηχογραφήθηκαν και αυτά στα Dierks Studios, με τον Dieter Dierks να κάνει εξολοκλήρου την παραγωγή στο δεύτερο. Θα βρείτε πολλά κοινά!

Με το intro του πρώτου τραγουδιού “Bad boys running wild”, ο ακροατής καταλαβαίνει πως οι SCORPIONS έχουν αλλάξει πίστα. Με riff μεγατόνων και στίχους από τους Herman Rarebell και Klaus Meine (ο τραγουδιστής έγραψε σχεδόν όλους τους στίχους στο άλμπουμ), αποτυπώνεται η εικόνα μιας επικίνδυνης βραδιάς στο κέντρο της πόλης που αν αποζητάς μπελά το μόνο σίγουρο ότι θα τον βρεις. Ευτυχώς για εμάς, περιοριζόμαστε στο να απολαύσουμε έναν μεγάλο hard rock ύμνο. Το θέμα της νύχτας, αλλά από την όμορφη, δελεαστική πλευρά, θα το διαπραγματευτούν ξανά στο “Big city nights”, μία όμορφη, νοσταλγική περιπλάνηση και την αναζήτηση του έρωτα στις νύχτες των μεγαλουπόλεων την δεκαετία του ’80. Το τραγούδι, με το ανεπανάληπτο riff του, ήταν ένα από τα hits του άλμπουμ και κυκλοφόρησε και ως το τρίτο single του (νο. 76 στο Ηνωμένο Βασίλειο), με b-side το “Bad boys running wild” (σαν μία ενιαία ιστορία θα έλεγε κάποιος!) και θα αποκτούσε και δικό του video clip, από live τους από την επερχόμενη περιοδεία. Την ιδέα φέρεται να την εμπνεύστηκε ο Klaus από την ανατολή του ήλιου, κλείνοντας μία νύχτα στην ίδια την Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, στο Τόκιο.

Το “Love at first sting” περιέχει και την μεγαλύτερη rock επιτυχία των SCORPIONS, το πιο αναγνωρίσιμο riff τους, ιδίως στην Αμερική, το καταιγιστικό “Rock you like a hurricane”. Ο τέλειος rock ύμνος, σύμφωνα με τον Rudolf Schenker, όπου το ασήκωτο ηλεκτρικό φορτίο από την μουσική ζευγαρώνει με την σεξουαλική ένταση από τους στίχους, σε ένα τραγούδι που μιλάει για την τρέλα, το πάθος και την επιθυμία, με έμπνευση τα πρωινά μετά από τις έντονες συναυλιακές βραδιές. Είναι τόσο προφανή αυτά τα στοιχεία του “rock you like a hurricane”, που σήκωσε τις τρίχες της Tipper Gore (γυναίκα του τότε γερουσιαστή και μέλλοντα αντιπρόεδρου των ΗΠΑ, Al Gore) και της διαβόητης οργάνωσης της, PMRC, που είχε στο στόχαστρο κυρίως την heavy metal σκηνή.

Tο “Rock you like a hurricane” ξεκίνησε σαν ένα instrumental που έπαιζε η μπάντα στις πρόβες. Ήταν τότε που ο Rarebell απουσίαζε από τις ηχογραφήσεις και με την επιστροφή του έγραψε τους περισσότερους στίχους που αφορούν ένα δικό του, προσωπικό και πραγματικό γεγονός, που έδωσε και τον τίτλο στο άλμπουμ (“he’s licking his lips,/he’s ready to win/on the hunt tonight for love at first sting”)! Λιγότερο … γλυκές αναμνήσεις φέρεται να έχει ο Matthias Jabs, καθώς ο Dierks τον «τέντωσε» προκειμένου να πετύχει το μνημειώδες σόλο που ακούμε στο τραγούδι.

Ρόλο στην στοχοποίηση του “Rock you like a hurricane” έπαιξε και το εξωφρενικό βιντεοκλίπ του, που προβλήθηκε κατά κόρον στο MTV, με την  μπάντα να παίζει σε ένα ετοιμόρροπο κλουβί το οποίο απειλούν να ρίξουν κάθε λογής φρικιά. Καθόλου τυχαία δεν επιλέχθηκε ως το πρώτο single από το νέο άλμπουμ (με b-side το “Coming home”), καθώς έγινε επιτυχία φτάνοντας μέχρι το νο. 25 του Billboard Hot 100 στις ΗΠΑ, νο. 37 στον Καναδά και νο. 78 στο Ηνωμένο Βασίλειο, βοηθώντας το άλμπουμ να ανέβει και να ακουστεί συνολικά.

Το τρίτο τραγούδι του άλμπουμ, “I’m leaving you”, ενδεικτικό της συνθετικής και ερμηνευτικής ψυχοσύνθεσης των SCORPIONS, κυκλοφόρησε ως το τελευταίο single από το άλμπουμ και δεν αφορά τόσο τον χωρισμό όσο την προσμονή της επανένωσης, καταστάσεις που μόνο οι ερωτευμένοι καταλαβαίνουν. Εξαιρετικά κολλητικό και προικισμένο με ένα φοβερό σόλο, το “I’m leaving you” έχει και video clip, με την μπάντα να ξεμένει σε μία επαρχιακή αμερικάνικη πόλη η οποία κατοικείται από διψασμένες για περιπέτειες Αμερικανίδες κορασίδες.

Το “Coming home”, με την γλυκόπικρη, μαγευτική εισαγωγή που μας οδηγεί σε ένα θυελλώδες hard rock κρεσέντο, μιλάει για την ζωή των μουσικών στον δρόμο και στις περιοδείες. Όπως είχε δηλώσει και ο Klaus, όταν επιστρέφουν από μία αμερικάνικη περιοδεία στην Γερμανία, το τραγούδι έχει ένα ιδιαίτερο νόημα γι’ αυτούς. Παρόλα αυτά, ως SCORPIONS, κάθε σκηνή σε κάθε πόλη που παίζουν είναι, στην πραγματικότητα, το σπίτι τους, είτε αυτό είναι στο Παρίσι, στο Σαν Αντόνιο ή στο Αννόβερο. Το “Coming home”, χωρίς την εισαγωγή αλλά με μία αντίστροφη μέτρηση, θα ήταν και το τραγούδι με το οποίο οι SCORPIONS θα άνοιγαν το live set τους στην περιοδεία που θα ακολουθούσε. Η πρώτη πλευρά του δίσκου κλείνει με το “The same thrill”, ίσως το πιο αδύναμο του “Love at first sting”, με στίχους αυτοβιογραφικούς για τον Klaus Meine, ο οποίος από μικρός αποφάσισε να ασχοληθεί με το rock n’ roll καθώς δεν μπορούσε να βρει άλλη δουλειά που να του δίνει τον «ίδιο ενθουσιασμό». Θεωρώ ότι θα μπορούσαν πάντως να βάλουν κάποιο άλλο στην θέση του, όπως κάποιο εκ των σαφώς πιο ενδιαφερόντων “Living at night” ή “Anytime (You want it)”, τα οποία έμειναν στο στάδιο του demo.

Μετά το υπέροχο “Big city nights” που ανοίγει την δεύτερη πλευρά του άλμπουμ, υπάρχει ένα από τα προσωπικά μου αγαπημένα “deep cuts” των SCORPIONS, το “As soon as the good times roll” με την τύπου reggae εισαγωγή του. Το αντιπολεμικό, εμβατηριακό “Crossfire” εκλιπαρεί για «επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» και αποτελεί ένα πολιτικό τραγούδι σε ένα άλμπουμ που μιλάει για τον έρωτα, το πάθος, το rock n’ roll και την νύχτα. Κάπως έτσι, όλα αυτά τα concept συνδυάζονται ιδανικά στο έπος που κλείνει το “Love at first sting”, την μπαλάντα που έχει στοιχειώσει το συλλογικό υποσυνείδητο των Ελλήνων ροκάδων, το αθάνατο “Still loving you”. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλο ξένο τραγούδι (όπως και … άλλο ξένο συγκρότημα) που να έχει ακουστεί περισσότερο στα ελληνικά εφηβικά δωμάτια, τις δεκαετίες του ‘80 και του ‘90.

Αυτή η διαχρονική μπαλάντα των SCORPIONS, δεν είναι απλώς ένα τραγούδι αλλά ένα ταξίδι συνεργασίας, επιμονής και καλλιτεχνικής μαεστρίας. Από την γέννησή του έως την τελική του έκδοση που μπήκε στο άλμπουμ το 1984, το τραγούδι υπέστη μια μεταμόρφωση στα χέρια του Schenker, του Meine και του Dierks. Μία διαδρομή που ξεκίνησε από την εποχή του “Taken by force” και μία ιδέα του Rudolf. Χρόνια αργότερα, ο Klaus, επηρεασμένος από την προσωπική συναισθηματική του κατάσταση, απόρροια μιας σχέσης στα πρόθυρα της κατάρρευσης και μετά από μία βόλτα στο χιόνι, δημιούργησε μια αφήγηση για ένα χωρισμένο ζευγάρι που προσπαθεί να σώσει τον έρωτά του.

Καθώς το τραγούδι εξελίχθηκε, βρέθηκε κάτω από την κριτική ματιά του παραγωγού Dieter Dierks, η επιρροή του οποίου ήταν καθοριστική στη διαμόρφωση της τελικής του μορφής. Η σχολαστικότητα του παραγωγού δεν απαιτούσε τίποτα λιγότερο από το τέλειο. Έτσι, προέτρεψε τον Meine να τραγουδήσει το τραγούδι με τρυφερότητα και πάθος που απηχούσε το βάθος των στίχων, παρομοιάζοντάς το με το «να κάνει έρωτα με κάποιον που αγαπάς». Αρχικά ο Meine αντιστάθηκε στην προσέγγιση του Dierks, προτιμώντας μια πιο ρυθμική και αντισυμβατική ερμηνεία. Ενώ ο τραγουδιστής υποστήριζε την προσέγγισή του, ο Dierks έμεινε σταθερός στην πεποίθησή του, πιστεύοντας ότι η αληθινή τέχνη έγκειται στην έκφραση και την απόδοση των στίχων και όχι στην απλή παράθεση λέξεων. Στο τέλος, αυτή ήταν και η επικρατούσα εκδοχή με τους υπόλοιπους στο συγκρότημα και παρά την αρχική απογοήτευση, ο Meine συνειδητοποίησε την λογική πίσω από την καθοδήγηση του Dierks, αναγνωρίζοντας ότι το αληθινό μεγαλείο στο τραγούδι δεν βρίσκεται σε αυτό που λέγεται, αλλά στο πώς εκφράζεται.

Το τραγούδι ξεπέρασε το ταπεινό ξεκίνημά του για να γίνει ένα διαχρονικό αριστούργημα που λατρεύουν οι οπαδοί των SCORPIONS (και όχι μόνο) σε όλο τον κόσμο. Το “Still loving you”, η συναισθηματική ραψωδία που μιλάει για την αγάπη, τον πόνο της απώλειας και τις δεύτερες ευκαιρίες, κυκλοφόρησε λίγους μήνες αργότερα ως single και χτύπησε τις ευαίσθητες χορδές των fans παγκοσμίως. Μπήκε στο top-5 πολλών ευρωπαϊκών χωρών (όπως νο. 3 σε Γαλλία και Ελβετία), ενώ στις ΗΠΑ έφτασε μέχρι το νο. 64 στο Billboard Hot 100. Μάλιστα, φημολογείται ότι στην Γαλλία, ο αντίκτυπός του ήταν τόσο μεγάλος, που φέρεται να συνέβαλε σε ένα baby boom, ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία του, το 1985!

Τιμώντας την παράδοση από την εποχή του “Virgin killer”, το “Love at first sting” προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση με το πρωτότυπο εξώφυλλο του, επιμέλειας της γραφιστικής εταιρίας Kochlowski και με μία εξαιρετική φωτογραφία του διάσημου φωτογράφου μόδας Helmut Newton, που απεικόνιζε μια παθιασμένη αγκαλιά ενός ζευγαριού, με διακριτικά ερωτικά στοιχεία. Στην πάντα πουριτανική Αμερική, μια καταγγελία από τον όμιλο λιανικής πώλησης Walmart οδήγησε την εταιρεία τους εκεί να εκδώσει ένα εναλλακτικό «καθαρό» εξώφυλλο για διανομή σε πολλές αλυσίδες πολυκαταστημάτων, με μια απλή ασπρόμαυρη φωτογραφία της μπάντας, τραβηγμένη επίσης από τον Newton, η οποία βρίσκεται στο αρχικό εσώφυλλο.

To ένατο στούντιο άλμπουμ των SCORPIONS, το “Love at first sting”, κυκλοφόρησε πριν 40 χρόνια, την 27η Μαρτίου 1984 και, σήμερα τουλάχιστον, μπορούμε να πούμε ότι πέτυχε τον πρωταρχικό στόχο του που ήταν να ξεπεράσει το “Blackout”. Έγινε το πιο επιτυχημένο άλμπουμ τους στις ΗΠΑ, όπου, με την βοήθεια των singles και των video clip του, έφτασε μέχρι το νο. 6 του Billboard 200 Chart και έγινε διπλά πλατινένιο μέχρι το τέλος της χρονιάς, ενώ ξεπέρασε τα τρία εκατομμύρια αντίτυπα σε πωλήσεις εκεί περίπου δέκα χρόνια αργότερα, το 1995. Το “Love at first sting”, που, μαζί με το “Pyromania” των DEF LEPPARD, άλλαξε τον ήχο και την αισθητική της παραγωγής των heavy metal άλμπουμ που θα ακολουθούσαν, μπήκε στα κάμποσα ευρωπαϊκά top-10 (νο. 4 σε Γαλλία και Φινλανδία, νο. 6 στην Γερμανία, νο. 9 στην Ελβετία), στο top-20 Ηνωμένου Βασιλείου και Σουηδίας (νο. 17) καθώς και της Αυστρίας (νο. 19), ενώ στα υπερατλαντικά charts έδωσε το παρόν σε Καναδά (νο. 15), Ιαπωνία (νο. 25) και Νέα Ζηλανδία (νο. 48).

Συνολικά και μέχρι σήμερα, το “Love at first sting” έχει πουλήσει πάνω από 6 εκ. αντίτυπα παγκοσμίως. Και μάλλον δίκαια. Ήταν ο δίσκος που έπεισε και τους πλέον δύσπιστους ότι το συγκρότημα είχε καθιερωθεί παγκόσμια (σίγουρα στην χώρα μας), με τους SCORPIONS να παίζουν σε κορυφαίο επίπεδο, τόσο στο στούντιο όσο και στην μεγαλειώδη περιοδεία που ακολούθησε, προϊόν της οποίας ήταν και το θρυλικό δεύτερο live άλμπουμ τους, το “World wide live”. Η παγκόσμια περιοδεία που πραγματοποιήθηκε για την προώθηση του “Love at first sting” διήρκησε 13 μήνες. Σε αυτό το διάστημα το συγκρότημα έδωσε πάνω από 200 συναυλίες μπροστά σε περισσότερους από 2.000.000 οπαδούς, με αποκορύφωμα το πολυπληθέστατο φεστιβάλ Rock in Rio το 1985 στην Βραζιλία, την 15 και 19 Ιανουαρίου, κάτω από τους headliners AC/DC. Αυτή και άλλες ιστορίες, θα χαρώ να μοιραστώ μαζί σας όταν έρθει η κατάλληλη ώρα!

Κώστας Τσιρανίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here