A day to remember… 28/3 [MOTORHEAD]

0
128
Motorhead
















Motorhead

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Sacrifice” – MOTORHEAD
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1995
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: SPV/Steamhammer
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Howard Benson, Ryan Dorn & Motörhead
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά/Μπάσο – Ian Fraser “Lemmy” Kilmister
Κιθάρες – Philip Anthony “Zööm” Campbell/Michael Richard “Würzel” Burston
Drums – Mikkey Dee (Micael Kiriakos Delaoglou)

Θεωρώ πως αποτελεί πολύ ωραίο συναίσθημα να είσαι «παρών», την χρονιά που ένα άλμπουμ κυκλοφορεί, αφού αφουγκράζεσαι όλα τα «παρελκόμενά» του, τις αντιδράσεις του κόσμου, και σίγουρα όλες τις απόψεις/γνώμες για το τελικό αποτέλεσμα. Ένα από τα αυτά για τον γράφοντα θα είναι το “Sacrifice” των MOTORHEAD. Θυμάμαι σαν τώρα πόσο αδημονούσα να βρεθεί σε ένα δισκάδικο για να το αγοράσω άμεσα. Η προσμονή τότε ήταν μεγαλύτερη, σκεπτόμενος την προηγούμενη δουλειά τους, “Bastards”, δυο χρόνια πριν, μια από τις κορυφαίες στην δισκογραφία τους, επιθυμώντας ενδόμυχα κάτι αντίστοιχο σε επίπεδο τραγουδιών.

Το γκρουπ το 1995, που κυκλοφόρησε το “Sacrifice”, η δέκατη τρίτη δουλειά τους (ή δωδέκατη αν θεωρήσουμε το “On Parole” σαν «μη επίσημη») «έκλεινε» 20 χρόνια παρουσίας στην σκηνή. Θα μπορούσαν κάλλιστα να δώσουν στο κοινό, μια δουλειά που θα είχε hit-άκια, επαναλαμβάνοντας τους εαυτούς τους, για να «γιορτάσουν» την διάρκεια τους στη δισκογραφία. Το συγκρότημα έχοντας όμως το ταλέντο να γράφει τραγούδια που ηχητικά υπάρχει η χαρακτηριστική ταυτότητα που ξέρουν όλοι οι ακροατές, είτε αρέσκονται σε αυτούς είτε όχι, τήρησε αυτόν τον άτυπο κανόνα που οι δουλειές του, δεν έχουν και πολλές συνθετικές διαφοροποιήσεις από την προηγούμενη και ο οπαδός ακούει ότι έχει συνηθίσει από την μπάντα.

Τραγούδια σκληρού rock n’ roll με ηχητικά ψήγματα στοιχείων και άλλων ιδιωμάτων, βασισμένα σε ένα ή δυο χαρακτηριστικά riff, χωρίς κάποια ηχητική πολυπλοκότητα ή αλλαγή ρυθμού, που άλλοτε ήταν γρήγορα και άλλοτε πιο mid-tempo, θα αποτελούσαν και πάλι τον ηχητικό σκελετό της τότε δουλειάς. Όλη η boogie ατμόσφαιρα, η «βρωμιά» που διακατέχει το ηχητικό στυλ έκφρασης τους, τα ξεσηκωτικά κιθαριστικά ριφ, τα ωραία solos, τα ευκολομνημόνευτα, σχεδόν «κολλητικά» ρεφραίν, αλλά και οι εν γένει «ανεβαστικές» στιγμές σε πολλά σημεία του δίσκου, είχαν και πάλι πρωταγωνιστικό ρόλο και σε αυτή την δισκογραφική τους κίνηση. Οι MOTORHEAD σαφώς μετά από τόσα χρόνια δεν υπήρχε περίπτωση να άλλαζαν τον τρόπο ή το μοτίβο δόμησης των τραγουδιών τους και αυτό λογικά ήταν εκ προοιμίου γνωστό και σαφώς αποδεκτό.

Έγραψαν και πάλι τραγούδια όπου ο έντονος δυναμισμός, η ενέργεια και ο πάντα υπάρχων ηχητικός τσαμπουκάς γινόταν γρήγορα αντιληπτά. Μπορεί να μην είχαν την τόσο μεγάλη αίγλη και αναγνωρισιμότητα των προηγούμενων ετών της καριέρας τους, ήταν όμως ηχητικά δείγματα ενός συγκροτήματος που ήξερε πως να δημιουργεί συνθέσεις που να «αντέχουν» στο χρόνο. Εκτός του all time classic ομώνυμου, τα “Sex & death”, “Order/fade to black” (με σημεία που προσωπικά μου θύμισαν το τελείωμα του “Overkill”), “Dog-face boy”, “All gone to hell”, “Don’t waste your time” (ακολουθώντας την “Going to Brazil” αισθητική), “In another time” και “Out of the sun”, κυρίως, σίγουρα αφήσαν το δικό τους στίγμα στους οπαδούς, «καλύπτοντας» τα κάπως πιο μέτρια “War for war” και “Make’em blind”.

Από τις πρώτες ακροάσεις της νέας τότε δουλειάς, σχετικά με το πρόσφατο δισκογραφικό τους παρελθόν, υπήρχε διάχυτη μια πιο σκοτεινή γενική αισθητική στις συνθέσεις, από οτιδήποτε είχε κάνει η μπάντα. Δεν θα ξεχάσω όταν πρώτο άκουσα το δίσκο στο σύνολό του, ελαφρώς παραξενεύτηκα γιατί βάση παραγωγής των τραγουδιών, δεν είχαν συνηθίσει σε τέτοιο αποτέλεσμα. Μετά όμως από αρκετές ακροάσεις, και το συγκεκριμένο άλμπουμ, έχει πάρει επάξια την θέση του δίπλα στις υπόλοιπες κυκλοφορίες του γκρουπ, και ας απευθύνεται πρωτίστως στους πιο φανατικούς οπαδούς του σχήματος, παρά σε πιο ευρύ κοινό.

Παρόλο που υπήρχαν πολλές πιο μοντέρνες «ηχητικές πινελιές», «βαραίνοντας» αρκετά σε σημεία τον ήχο τους, η ακρόαση και αυτού του άλμπουμ θα ήταν και πάλι άκρως ευχάριστη. Ο κυριότερος λόγος και το ατού επιτυχίας, για άλλη μια φορά, θα ήταν φυσικά τα ίδια τα τραγούδια. Το γκρουπ είχε/ήξερε τον τρόπο, να προσφέρει στο κοινό αυτό που περιμένει, θέλει ή επιδιώκει να ακούει από αυτό, συνεχώς. Το “Sacrifice” δεν τάραξε τα νερά της δισκογραφίας τους, ούτε έγινε η κορυφή τους. Αυτό άλλωστε το είχαν καταφέρει τα προηγούμενα χρόνια. Ήταν όμως άλλο ένα άλμπουμ που χαρακτήριζε στο έπακρο ότι ακριβώς πρέσβευε και ήταν το group, μια μηχανή παραγωγής ωραίων τραγουδιών σε κάθε νέα του δουλειά, τα οποία κάθε φορά και όσο τα ακούς, περνάς καλά.

Did you know that:   

– Το άλμπουμ θα ήταν η πρώτη τους κυκλοφορία στην τότε καινούργια δισκογραφική τους εταιρία, SPV/Steamhammer.

– Το άλμπουμ θα ήταν το τελευταίο με το συγκεκριμένο line up, αφού ο Würzel θα έφευγε από το group μετά τις ηχογραφήσεις, λόγω των τεταμένων σχέσεων που είχε με τα υπόλοιπα μέλη. Στο video clip του ομώνυμου τραγουδιού, δεν είναι παρών.

– Το ομώνυμο τραγούδι χρησιμοποιήθηκε στην ταινία “Tromeo and Juliet”, μια παρωδία στο έργο του Σαίξπηρ και στην οποία εμφανίζεται και ο mainman του group, “Lemmy” Kilmister.

– Το τραγούδι “Sex and death” γράφτηκε σε 10 λεπτά, την τελευταία μέρα ηχογραφήσεων.

– Το τραγούδι “Dog-face boy”, βάση δηλώσεων του “Lemmy”, αναφέρεται στον Campbell.

– Το εξώφυλλο του άλμπουμ είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τους, με το αντρικό μόριο σαν γλώσσα και το γυναίκειο αιδοίο σαν λαιμό, του Snaggletooth, να δεσπόζουν.

– Η πρώτη έκδοση του βινυλίου αυτή την στιγμή πουλιέται μέχρι και 400 ευρώ σε γνωστό site αγοραπωλησιών.

– Το άλμπουμ είναι ένα από τα δυο με τις λιγότερες επίσημες εκδόσεις την δεκαετία του 1990.

– Σε μερικές εκδόσεις του δίσκου σε CD στην Αμερικάνικη ήπειρο, ο Würzel, είτε δεν υπάρχει στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ μαζί με τους υπόλοιπους, είτε δεν αναφέρεται στα credits. Στην Αργεντίνικη έκδοση, εμφανίζονται και οι τέσσερις, σε άλλες όμως φωτογραφίες και πόζες, από άλλων χωρών τα οπισθόφυλλα του CD.

Θοδωρής Μηνιάτης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here