ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Balls to Picasso” – BRUCE DICKINSON
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1994
ΕΤΑΙΡΙΑ: EMI
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Shay Baby
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Bruce Dickinson – Φωνητικά
Roy Z – Κιθάρες
Eddie Casillas – Μπάσο
Dave Ingraham – Τύμπανα
Η ιστορία του ξεκίνησε να γράφεται περίπου το 1992 και ενώ ο Bruce ήταν ακόμα μέλος της Σιδηράς Παρθένου, με τα σύννεφα στις σχέσεις μεταξύ του Αρχηγού και του Dickinson όμως, να είναι κάτι παραπάνω από εμφανή, με τον πρώτο να δηλώνει ότι ο Bruce «βαριέται» επί σκηνής και τον δεύτερο να έχει ήδη εκδηλώσει τις τάσεις φυγής του από τους IRON MAIDEN. Μέσα σε αυτό το κλίμα και περίπου εν τω μέσω της περιοδείας του “Fear of the dark”, ο -ακόμα τότε- frontman του Θηρίου, είχε σχεδόν τελειώσει αυτό που θα γινόταν το δεύτερο προσωπικό του άλμπουμ. Ή έτσι πίστευε τουλάχιστον.
Η περιοδεία με τους MAIDEN τελείωσε, ο Dickinson «κλείστηκε» κυριολεκτικά μέσα σε μία Σιδηρά Παρθένο και «αποκεφαλίστηκε» (στη συναυλία που αποτέλεσε το “Raising hell” βίντεο) και ο Eddie πέταξε τα απομεινάρια του στην κόλαση (στο εξώφυλλο του single για το “Hallowed be Thy name” που προηγήθηκε του “A real dead one” live album του 1993), κλείνοντας με αυτό τον όχι και τόσο ιδανικό τρόπο, την παρουσία του στους IRON MAIDEN για τα επόμενα χρόνια.
Το “Balls to Picasso” όμως, στο μυαλό του δημιουργού του παρέμενε ημιτελές. Κάτι έλειπε από ένα σύνολο συνθέσεων που κατά τον Bruce ήταν μεν δυναμικές όμως σε κάτι χώλαιναν.
Η δεύτερη απόπειρα του Dickinson να ολοκληρώσει το άλμπουμ του, στέφθηκε και αυτή με απόλυτη αποτυχία. Ο Bruce ήθελε να αποδείξει στον εαυτό του πράγματα, να κινηθεί εκτός στεγανών και ύφους των IRON MAIDEN, να βγει (όσο αυτό φυσικά και ρεαλιστικά θα ήταν δυνατόν) από την σκιά του Θηρίου. Ήθελε να εξερευνήσει διαφορετικούς ήχους και μονοπάτια, όπως ούτως ή άλλως έκανε στο ντεμπούτο του ως solo καλλιτέχνης, το “Tattooed millionaire”, αλλά ακόμα περισσότερο στο επόμενο και πλέον αμφιλεγόμενο “Skunkworks”. Κατά τη διάρκεια της αναζήτησης αυτού του αποτελέσματος που θα τον ικανοποιούσε όμως, ένα πράγμα αποτελούσε σταθερά στις μορφές που έπαιρνε το “Balls to Picasso” και αυτή δεν ήταν άλλη από το “Tears of the dragon”.
Η πρώτη απόπειρα ολοκλήρωσης του άλμπουμ, στην αρχική του μορφή, δεν διέφερε πολύ από την αίσθηση και το στυλ του “Tattooed millionaire”, αίσθηση που ενισχύθηκε και με την προσθήκη του παραγωγού εκείνου του άλμπουμ, του Chris Tsangarides και αυτή τη φορά ολόκληρης της μπάντας των JAGGED EDGE ως μουσικών (τότε άκουγαν στο όνομα SKIN). Ο Dickinson όμως θεώρησε ότι σε αυτή την μορφή του, το “Balls to Picasso” δεν ήταν μία ευθεία αμφισβήτηση των μέχρι τότε πεπραγμένων του. Μια αμφισβήτηση του εαυτού του, που αποτέλεσε και τον κύριο λόγο που ένιωθε να πνίγεται δημιουργικά μέσα στις τάξεις του Θηρίου.
Η δεύτερη απόπειρα, ήρθε μετά από συμβουλή του μάνατζερ των MAIDEN, του Rod Smallwood, ο οποίος του πρότεινε να έρθει σε επαφή με τον με τον διάσημο παραγωγό τόσων πολλών πλατινένιων άλμπουμ των δεκαετιών του ’70 και του ’80 Keith Olsen. Ούτε αυτό όμως δούλεψε καλά για τον Dickinson και τότε, το 1993, συνέβη το «θαύμα».
Με έξι βδομάδες προσπαθειών για ολοκλήρωση του δίσκου να συμπληρώνονται, περίπου τον Ιανουάριο του 1993, ο Olsen, σύστησε τον Dickinson σε ένα συγκρότημα που ονομαζόταν TRIBE OF GYPSIES και το οποίο ηχογραφούσε το άλμπουμ του στο ίδιο στούντιο στο Los Angeles. Ο Bruce, μπήκε ένα βράδυ στο στούντιο που έγραφαν, για να ακούσει τι έκαναν και ενθουσιάστηκε από τη λατινική χροιά τους στο hard rock. Αυτή ήταν επίσης η αρχή της μακροχρόνιας φιλίας και της συνεργασίας του με τον κιθαρίστα των TRIBE OF GYPSIES, Roy Z.
Αυτό που είδε και άκουσε ο Dickinson από τους TRIBE OF GYPSIES, ήταν αυτό που έδεσε όλο το σύνολο μέσα στο κεφάλι του. Με την καθοριστική συνεισφορά του Roy Z στην συγγραφή των τραγουδιών, το άλμπουμ επιτέλους πήρε την τελική του μορφή. Οι TRIBE OF GYPSIES πήραν θέση πίσω από τα όργανα και επιτέλους ο Bruce, είχε περίπου αυτό που ήθελε. Και αν άφηνε τον Roy Z να κάνει και την παραγωγή του άλμπουμ, όπως έκανε στην πορεία και από το “Accident of birth” και εξής, ίσως να μιλούσαμε για το “Balls to Picasso” με διαφορετικούς όρους. Αυτό φυσικά είναι μια άλλη ιστορία, η οποία όμως, σύμφωνα με τα πρόσφατα λεγόμενα του Dickinson, ίσως και να μην μείνει μια απλή ιστορία. Ίδωμεν.
Το άλμπουμ, ανοίγει κάπως περίεργα, με το “Cyclops”. Ένα κομμάτι που ακούγεται κάπως ημιτελές, κάτι που ισχύει και για το επόμενο, το “Hell no”, το οποίο έχει μια αίσθηση “Tattooed millionaire”. Από το “Gods of war” και εξής όμως, η πορεία είναι μόνο ανοδική για τον δίσκο, με μία μικρή παραφωνία ίσως το “Fire”. Η συναισθηματική μπαλάντα “Change of heart”, τα ογκώδη (και με ακόμα περισσότερο όγκο παιγμένα ζωντανά) “Laughing in the hiding bush” και “Shoot all the clowns” , το “1000 points of light” με το εξαιρετικό του chorus, το μοναδικό όσο και ιδιαίτερο “Sacred cowboys” και φυσικά η κορωνίδα του δίσκου, το “Tears of the dragon”. Ένα κομμάτι στο οποίο η φωνή της Αντιαεροπορικής Σειρήνας, φαίνεται να λυγίζει, να αποκτά πρωτόγνωρα χρώματα, να είναι τραγουδισμένο με καντάρια ψυχής.
Το “Balls to Picasso”, δεν είναι “Chemical wedding”. Είναι όμως ένα άλμπουμ, στο οποίο μάλλον αντικατοπτρίζεται καλύτερα από οπουδήποτε αλλού, η εσωτερική κατάσταση και η εσωτερική αναζήτηση, του σπουδαίου αυτού μουσικού, που λέγεται Bruce Dickinson.
Φανούρης Εξηνταβελόνης