Οι ARMORED SAINT είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση μπάντας. «Γεννημένοι» το 1982 και «ανδρωμένοι» την εποχή που το metal περνούσε την καλύτερή του φάση, είχαν μια τάση να αποπροσανατολίζουν τον κόσμο. Αλήθεια. Το εξώφυλλο του “March of the Saint”, σε συνδυασμό με το όνομά τους (από τα καλύτερα ονόματα ever σε συγκρότημα, change my mind) και την εμφάνισή τους που συνδύαζε τις μεσαιωνικές γοτθικές με τις a la Mad Max πανοπλίες, σου έδινε την εντύπωση πως θα ακούσεις επικό metal, που τότε βρισκόταν στις αρχές του. Κάτι σαν τους WARLORD, MANOWAR, MANILLA ROAD, καθώς αυτοί έβαζαν τα γερά του θεμέλια. Και εκεί που εσύ ήσουν ανυπόμονος να ακούσεις άλλον έναν sword ‘n’ sorcery δίσκο… τσουπ! Από το στερεοφωνικό σου έβγαιναν οι JUDAS PRIEST, ο Ozzy και οι πρώιμοι VAN HALEN, σε ένα blend να γλείφεις τα δάκτυλά σου!
Συνεπώς, δε χρειάζεται να διυλίσουμε τον κώνωπα, για να συμπεράνουμε πως οι ARMORED SAINT δεν είναι αυτό που λέμε US metal, πόσο μάλλον US power, κι ας βλέπεις το όνομά τους να φιγουράρει ψηλά στις λίστες με τους καλύτερους της σκηνής αυτής. Ήταν διαφορετικοί. Μπορεί να είχαν ως κύριο σημείο αναφοράς το heavy metal της εποχής τους, αλλά το καταλάβαινες αμέσως πως λοξοκοιτούσαν όπου αυτοί ήθελαν, δεν περιορίζονταν με κανέναν τρόπο, για κανέναν λόγο και υιοθετούσαν στοιχεία από όπου αυτοί θεωρούσαν ότι θα είχε ευεργετικά αποτελέσματα στη μουσική τους. Χώρια το όλο τους image που παρέπεμπε σε FATES WARNING, χώρια τα φωνητικά του John Bush που δεν ακολουθούσαν τη λυρική, υψίφωνη σχολή του Geoff Tate…
Αποκορύφωμα αυτών των καλλιτεχνικών ανησυχιών, ήταν το “Symbol of Salvation”. Ένα album τόσο «φρέσκο» τότε που, αν ήταν προϊόν μιας μεγάλης, mainstream μπάντας, θα είχε γίνει σίγουρα σημείο αναφοράς για την συνέχεια και θα είχε, με τον τρόπο του, ανανεώσει το heavy metal για άλλα είκοσι χρόνια τουλάχιστον. Παραγωγός του δίσκου θα ήταν ο Dave Jerden, ο οποίος είχε συνεργαστεί με τους ALICE IN CHAINS και JANE’S ADDICTION. «Προδοσία!» «Ντροπή!», ακούω τους σκληροπυρηνικούς (aka «κολλημένοι») να σκούζουν. Α ρε κατακαημένα μου… και πού να ξέρατε πως η «προδοσία» και η «ντροπή», θα είχαν και συνθετικές προεκτάσεις! Όχι, δε θα σας τις πω τώρα… τόσον χώρο έχουμε παρακάτω! Είναι δε άξιο θαυμασμού το γεγονός ότι ένα τέτοιο αριστούργημα, προήλθε από μια μπάντα που έπρεπε να διαχειριστεί τον θάνατο του βασικού κιθαρίστα, συνθέτη και ενός εκ των ιδρυτών της, του Dave Prichard.
Έχω γράψει ήδη τρεις παραγράφους και είμαι ήδη στην αρχή. Ο χρόνος, ο χώρος κα ο Φράγκος πιέζουν. Επειδή λοιπόν μπορώ να μιλώ μέχρι του χρόνου για δίσκους σαν κι αυτόν, θα δώσω την σκυτάλη στα τραγούδια και τα υπόλοιπα θα τα πούμε στην πορεία. Ας ξεκινήσει το…
The “Symbol of Salvation” countdown
- “Burning question” (Prichard, Bush) (4.18)
“I want to blame uncontrolled desire, it set my fury free”
Κάποιες φορές, συμβαίνει ένα τραγούδι να μην απολαμβάνει της αποδοχής που του πρέπει, ακόμη και από τον ίδιον τον δημιουργό του. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με το “Burning question”, το οποίο, σε αντίθεση με το 1991, πλέον αρέσει πολύ στα μέλη του group. Αυτό φάνηκε και στο “Symbol of Salvation live” album, όπου η εκτέλεση είναι γεμάτη ένταση. Εμείς όμως, θα το ακούσουμε από το studio.
- “Tribal dance” (Prichard, Bush, G. Sandoval, Vera) (4.07)
“Coffee beans were our trade, but the market prefers cocaine!”
Το “Tribal dance”, εκπροσωπεί όπως πρέπει την latino πλευρά του συγκροτήματος αλλά και του heavy metal γενικότερα. Λογική μια τέτοια κίνηση από πλευράς ARMORED SAINT, για όποιον γνωρίζει πρόσωπα και καταστάσεις. Ανατολικό Los Angeles είναι αυτό. “Their hometown”. Θυμήσου/δες το booklet του “La Raza” (υποτιμημένος δίσκος, μην τον σνομπάρεις!), τις φωτογραφίες και τα πλάνα από το χαρακτηριστικό σημείο της γωνίας Broadway και 7ης, την «αρχαία», σε λειτουργία από το 1932, “Clifton’s cafeteria” και θα καταλάβεις τα πάντα.
- “Symbol of Salvation” (Duncan, Vera, Bush, G. Sandoval) (4.36)
“Hear the knave with information, with a knave is wrong direction”
Τι groove κι αυτό, ε; Σηκώνει και κουνάει ακόμη και τον θείο σου τον Παντελή, που έχει γίνει ζάντα από το φαγητό και το πιοτί ανήμερα το Πάσχα και νιώθει πως αν φάει ένα ακόμη παϊδάκι, θα σκάσει. Ο υπεύθυνος για τους στίχους, ο Gonzo, είχε δηλώσει πως αρχικά ο τίτλος ήταν “Helmet of Salvation”. Πιθανόν, να είχε στο νου του την περικεφαλαία του EP. Η αλλαγή από “Helmet” σε “Symbol”, ανοίγει από μόνη της πολλές πόρτες ερμηνείας του στιχουργικού νοήματος. Να πούμε επίσης πως το ομώνυμο τραγούδι, στιχουργικά πάντα, δεν έχει σχέση με τον τίτλο. Ο πιο χαρακτηριστικός στίχος του είναι αυτός από πάνω και λογικά αναφέρεται σε αποτυχημένες σχέσεις, με απατεώνες και ανέντιμους ανθρώπους. Γιατί “knave” είναι και ο Βαλές στην τράπουλα, αλλά δε μου κολλάει αυτό, έτσι κι αλλιώς.
- “Spineless” (Vera, Prichard, Bush, Duncan) (4.17)
“They’ll aim for the apple on your head but shoot too low…”
Το “Spineless” είναι, όπως λένε οι ίδιοι οι Άγιοι, «μια γιγαντιαία δόση heavy metal». Bingo! Πριν γίνει ο διαχωρισμός, ήταν στην ουσία «μέσα» στο κομμάτι “You can run, but you can’t hide”, από το OST της ταινίας “The decline of Western Civilization part II – The Metal Years”. Φοβερή και τρομερή η εκτέλεση μέσα από το “Symbol of Salvation live”, με το growling (!) του Bush στην αρχή να είναι η πιο τσαμπουκαλίδικη φάση και ίσως η μεγαλύτερη έκπληξη ολόκληρης της συναυλίας.
- “Dropping like flies” (Prichard, Bush) (4.39)
“Find revenge as sweet as pie…”
Η μουσική βιομηχανία είναι ένας πραγματικός ολετήρας. Υπάρχουν αυτοί που πετυχαίνουν, υπάρχουν όμως κι αυτοί που μπαίνουν στη μηχανή του κιμά και γίνονται βορά στα απανταχού «συστημικά όρνεα». Αρκετές φορές δε, είναι τα ίδια αυτά όρνεα που πέφτουν με την σειρά τους στην ίδια μηχανή, οπότε εξαρτάται για ποιους μιλάμε και από ποια πλευρά βλέπουμε τα πράγματα. Μια φορά, οι ARMORED SAINT την πήραν την εκδίκησή τους, όπως λέει ο περιγραφικός στίχος κάτωθεν του τίτλου, αφού πρώτα έπρεπε κι αυτοί να νιώσουν πως είναι να είσαι… κιμάς. Και από μουσική; Funky, groovy hard ‘n’ heavy, από αυτά που με λίγο λιγότερη μεταλλοσύνη, έγιναν τεράστιες επιτυχίες από όλους τους DANGER DANGER και WARRANT αυτού του κόσμου. Ναι, τι;
- “Half drawn bridge”/”Another day” (Prichard, Bush, Vera) (1.26) (5.32)
“I’m riding a wave that’s moving too slow”
Ένα jamming στο μπάσο που κατά τύχη έγινε εισαγωγή, όταν προστέθηκαν επιτόπου οι Jeff Beck/Gary Moore μελωδίες της κιθάρας. Ένα αυτοπεριγραφικό τραγούδι, που μιλά για την πορεία της μπάντας ως εκείνη την στιγμή, αλλά θα μπορούσε να αφορά και τον καθένα μας ξεχωριστά. Οι κοινές επιρροές και αναφορές με τη μουσική που κακώς ονομάστηκε alternative και που τόσο δαιμονοποιήθηκε από τους σκληροπυρηνικούς metalheads «βγάζουν μάτι». Ένα σπουδαίο τραγούδι. Μια μεγάλη μπάντα.
- “Hanging judge” (Prichard, Bush) (3.45)
“I won’t hold a grudge, I’ll face the hanging judge…”
Τι λέγαμε για τις προσωπικές προτιμήσεις των δημιουργών, στο “Burning question”; Να άλλο ένα παράδειγμα. Όταν γραφόταν το “Hanging judge”, ο Joey Vera το μισούσε, οι άλλοι το λάτρευαν. Τώρα πια, το λατρεύει και ο Vera. Αν έχεις δει την ταινία “Hellraiser III: Hell on Earth”, το έχεις ακούσει και έχεις δει τη μπάντα να παίζει “live” σε κάποια σκηνή του έργου. Για την αξία και το impact του, μπορεί να είναι χαμηλά στην κατάταξη, το δέχομαι. Αλλά δες τι ακολουθεί…
- “Warzone” (Prichard, Bush) (3.38)
“But I just roll them dice and I pray for snake eyes!”
Riff-αρα! Προκαλώ τον οποιονδήποτε δηλώνει metalhead, όποια και να είναι τα ιδιαίτερα και ειδικότερα γούστα του, να μείνει ακλόνητος όταν το κομμάτι ξεκινά και ειδικότερα μετά τα «σκασίματα» του Gonzo. Αν μείνει, τότε ΣΙΓΟΥΡΑ δεν έχει το “Warzone” το πρόβλημα! Μια σύνθεση του μακαρίτη Dave Prichard της οποίας το ύφος δηλώνει πως μάλλον ήταν από τις πρώτες που γράφτηκαν για τον νέο, τότε δίσκο, πιθανότατα αμέσως μετά το “Raising fear”. Αν ακούσεις το demo, η αίσθηση αυτή ενισχύεται κατά πολύ.
- “Tainted past” (Bush, G. Sandoval, Vera) (7.04)
“Each and every day I rise, from the ashes I’ve left behind!”
Το πλέον ιδιαίτερο και περιπετειώδες τραγούδι του δίσκου. Αισιόδοξο και τσαντισμένο ταυτόχρονα. Πως φαίνεται ότι οι φίλοι μας άκουγαν αρκετά jazz εκείνα τα χρόνια, ε; Κι όχι μόνο… Το γεμάτο ψυχεδέλεια «κόψιμο» στη μέση, οι bluesy σολάρες (η πρώτη παιγμένη από τον ίδιο τον Prichard), είναι ρε φίλε… λουκούμι! Οι αρχικές versions ήταν πολύ πιο “metal”, αρκετά πιο σκοτεινές. Δε μπορώ να φανταστώ για πόσο «σκοτάδι» μιλάμε, μπορώ όμως να πω ότι έτσι όπως το ακούω, για μένα πάντα, είναι αψεγάδιαστο. Δεν θα ήθελα να αλλάξει.
- “The truth always hurts” (P. Sandoval, Duncan, Bush) (4.20)
“Learn to testify, can’t be rectified!”
Ένα καθαρά hard ‘n’ heavy κομμάτι, που θα μπορούσε να ανήκει σε ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ μπάντα εκείνης της σκηνής στις Η.Π.Α. Επί προσωπικού, το φαντάζομαι να το τραγουδούν οι FIREHOUSE του ντεμπούτου. Bluesy, funky καψουροτράγουδο, είναι από τα αγαπημένα μου ARMORED SAINT κομμάτια, γενικά. Γράφτηκε ταυτόχρονα με το “Den of thieves”, μόνο που το δεύτερο θα έπρεπε να περιμένει εννιά χρόνια για να δει το φως της δημοσιότητας, στο “Revelations”.
- “Last train home” (Duncan, Bush) (5.19)
“Still those voices call my name…”
Σε οκτώ από τα δώδεκα τραγούδια πρόλαβε να βάλει την υπογραφή του ο αδικοχαμένος Dave, πριν «φύγει» από λευχαιμία. Άλλοι θα έκαναν να συνέλθουν χρόνια, μπορεί να μην το κατάφερναν και ποτέ. Αλλά οι ARMORED SAINT στηρίχτηκαν σε αυτό που ήταν πάντα και εξακολουθούν να είναι: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Οπότε ο νεοφερμένος Jeff Duncan ήταν σίγουρο πως θα κάλυπτε το κενό επάξια και θα «έδενε» απόλυτα μαζί τους. Αλλιώς, δεν θα τον διάλεγαν. Τόσο απλά. Το δεύτερο video clip του album, γυρισμένο στην California μια μέρα με πραγματικά πολλή ζέστη, κάπου στη μέση του πουθενά. Κλασσική στιγμή, αλλά επειδή ακόμη και οι κλασσικές στιγμές γνωρίζουν την ήττα, το “Last train…” έχασε σε έναν διαγωνισμό του Headbanger’s Ball, από το “Monkey business” των DANGER DANGER. Λεπτομέρειες τέτοιες που ενώ τότε έκαναν τη διαφορά, πλέον δεν τις θυμάται κανείς. BADLANDS θυμίζει, WINGER… διάφορα τέτοια λατρεμένα. Τα funky σημεία του, ήταν προϊόν επιτόπιου αυτοσχεδιασμού των Vera/Gonzo.
- “Reign of fire” (Prichard, Bush) (3.57)
“Archaic science, master plan!”
Έλα τώρα που θες και περιγραφή, για ένα από τα καλύτερα heavy metal τραγούδια όλων των εποχών… έλα τώρα!
Δημήτρης Τσέλλος