BAND OF THE WEEK: STEVEN WILSON

0
326












Με τον πολυπράγμονα Steven Wilson να έχει μόλις κυκλοφορήσει το “The future bites” και να έχει επέτειο το “The raven that refused to fly” αυτή την εβδομάδα, το Band of the week ήταν μονόδρομος. Για να μην γίνει η λίστα των άλμπουμ, σαν λίστα σούπερ μάρκετ μετά από διακοπές, είπαμε να επικεντρωθούμε στη σόλο καριέρα του, που είναι και το ζητούμενο του της στήλης αυτής, οπότε, ψηφίστε τον αγαπημένο σας δίσκο και διαβάστε τι είχαν να πουν οι συντάκτες μας.
Μην ξεχνάτε, την Πέμπτη 25/2, στο διαδικτυακό μας ραδιόφωνο (στο οποίο μπαίνετε κλικάροντας τον player στο site), στις 19.00 και για τρεις ώρες, θα γίνει ένα αφιέρωμα στον καλλιτέχνη και την καριέρα του. Στη συνέχεια θα ακολουθήσει ο Σάκης Φράγκος με την καινούργια εκπομπή, “New, hot and heavy”, με αποκλειστικά νέες κυκλοφορίες.

Ο Steven Wilson, είναι μία πολύ ιδιαίτερη περίπτωση για εμένα. Τους PORCUPINE TREE τους άκουσα πρώτη φορά στο “Stupid dream”, αλλά η προσωπική μου επαφή μαζί του για το promo του “Lightbulb sun”, υπήρξε καθοριστική, αφού βρήκα ότι πρόκειται για έναν πολύ ενδιαφέροντα και ανοιχτόμυαλο άνθρωπο, με ριζοσπαστικές απόψεις για τη μουσική και στην πορεία του, δικαιώθηκα στο έπακρο. Οι επόμενοι δίσκοι του με τους PORCUPINE TREE ήταν εξαιρετικοί, αλλά όταν ακολούθησε σόλο καριέρα, κάπου μου τα μπέρδεψε. Εκτιμώ αφάνταστα το γεγονός πως γράφει ότι δίσκο γουστάρει εκείνος, χωρίς να νοιάζεται για τα μουσικά όρια που μπορεί να τεθούν. Από ένα σημείο και μετά όμως, έχουν υπάρξει στιγμές που με έχασε. Και δεν ήταν απαραίτητα επειδή δεν έπαιζε κάτι που να άκουγα. Η σόλο καριέρα του, ήταν κάτι σαν rollercoaster. Το “Insurgentes”, μου άρεσε, αλλά δεν τρελάθηκα κιόλας. Το “Grace for drowning” με κούρασε με την τεράστια διάρκειά του, αλλά το “The raven that refused to sing”, ήταν ένας από τους 5 καλύτερους δίσκους της περασμένης δεκαετίας και δίσκος της χρονιάς για εμένα, το 2013. “Hand. cannot. erase”; Έπος επίσης. Εξαιρετικό άλμπουμ, για να έρθει η σφαλιάρα του μέτριου “To the bone” και τώρα, το “The future bites”, παρότι έχει διχάσει τον κόσμο, εγώ το θεωρώ έναν πραγματικά καλό δίσκο, έστω και όχι τόσο κοντά στα γούστα μου. Το πρόσημο είναι ξεκάθαρα θετικό. Καταλάβατε λοιπόν, τη σχέση μου με τον Wilson. Αν προσθέσει κανείς και τα άπειρα EP, live, promo, single, soundtracks, side-projects… Ουφ… Πότε βρίσκει χρόνο για όλα αυτά; Top καλλιτέχνης, με άπειρο respect από σύσσωμη τη rock κοινότητα και αυτό φτάνει και περισσεύει.

Σάκης Φράγκος

 

Δεν κατάλαβα ποτέ για ποιο λόγο ο Steven Wilson τρώει τόσο φθόνο και κόμπλεξ από μερίδα ανθρώπων. Δεν ξέρω αν η φάση είναι «πονάς και φταίει που είσαι χατζημεταλλάς» (όρος που απεχθάνομαι αλλά ταιριάζει γάντι στην περίπτωση), αλλά ο τύπος έχει παρουσιαστεί λες και είναι η αιτία για οτιδήποτε κακό συμβαίνει στη μουσική. Και δη στο μεταλλικό χώρο με τον οποίο ποτέ δεν είχε ή δεν ήθελε να έχει σχέση και ήταν ξεκάθαρα αποστασιοποιημένος. Από την άλλη το ότι οι OPETH για παράδειγμα θα είχαν παραμείνει ένα απλά γαμάτο συγκρότημα χωρίς αυτόν το περνάμε στο ντούκου γιατί έτσι μας συμφέρει, έτσι; Η όλη φάση με τον Wilson ξεκίνησε κυρίως όταν άρχισε τις δικές του προσωπικές δουλειές, λίγο πριν την διάλυση των εξαίσιων PORCUPINE TREE. Παρένθεση εδώ. Όταν αγοράζατε διπλά εισιτήρια μερικοί για συναυλίες των ΡΤ για να ρίξετε το εκάστοτε γκομενάκι ήταν καλά, έτσι; Κλείνει η παρένθεση. Αντικείμενο μας είναι κυρίως η προσωπική του καριέρα εδώ και όχι οι ΡΤ. Και ο λόγος για τον οποίο τον μνημονεύουμε είναι η επέτειος 8 ετών από την αντικειμενικά κορυφαία του δουλειά, “The raven that refused to sing (And other stories)”. Ένα άλμπουμ που αποδείκνυε ότι βρισκόταν σε μεγάλο συνθετικό οίστρο και ήταν πολλά περισσότερα από απλά ένας καλλιτέχνης που ανήκε στον προοδευτικό χώρο.

Βέβαια οι ΡΤ όσο περνούσαν τα χρόνια γίνονταν και πιο απλοί και φιλικοί στο αυτί του μέσου ακροατή, οπότε και το «προοδευτικός» κόλλησε σαν ρετσινιά περισσότερο παρά σαν προοδευτικός. Το ότι η ρετσινιά κόλλησε από υπέρμαχους των WARLORD, OMEN, και ότι είναι φιλικά προσκείμενο σε Keep It True καταστάσεις, προφανώς προκαλεί κοιλιακούς σε σώφρονες και ουδέτερους που αγαπάνε τη μουσική συνολικά και δίχως ταμπέλες και εκθέτει ακόμα περισσότερο ως εμπαθείς διάφορους που απλά έχουν να πουν κάτι για να το πουν. Άααααασε όταν έκανε και την επιτυχία με τους BLACKFIELD, έφαγαν πολύ βελάκι οι φωτογραφίες του κρεμασμένες σε αντίστοιχους στόχους. Get a life ρε αλάνια που λένε και σε κάτι χωριά στην Αγγλία που δεν έχετε με τι να ασχοληθείτε και το πρόβλημα σας είναι ο Wilson κι ο εκάστοτε Wilson. Προφανώς ο τύπος κάνει το κομμάτι του και δεν τον νοιάζει, προφανέστερα στο βωμό της υπερβολής παρουσιάστηκε και σαν ο «δεν υπάρχει δεύτερος» από μερίδα «εναλλακτικών» και «αντι-μεταλλάδων» και η φωτιά γύρω από το ποιόν του έγινε πυρκαγιά. Προτείνω να ασχολούμαστε με περισσότερο σημαντικά θέματα στη ζωή από το αν κάτι απλά δε μας αρέσει ή όχι. Υπάρχει πάντα και η επιλογή να το αποφύγετε ξέρετε, αλλά όχι, εκεί, να πείτε το μακρύ και το κοντό σας απλά για να φανείτε σούπερ ντούπερ κι αντί-φασαίοι. Λες και υπήρχε εξ αρχής η ανάγκη.

Φάουλ πάνω στο τρίποντο, τρεις βολές για τον Steven και η μπάλα απ’ έξω για πάρτη του με το σκορ ξεκάθαρα υπέρ του. Δε θα σας καταλάβω ποτέ μερικούς, ειλικρινά…

Άγγελος Κατσούρας

 

 

Σαν να μην έφτανε η τεράστια προσφορά του Steven Wilson στον ευρύτερο progressive χώρο με τους PORCUPINE TREE, στη σόλο καριέρα του επαναπροσδιόρισε πλήρως το prog rock. Ενώ ο ίδιος ισχυρίζεται πως δεν είναι prog μουσικός (είναι εν γένει μουσικός και τραγουδοποιός), βρίσκει το χρόνο να κάνει μια σύγχρονη παραγωγή για επανακυκλοφορίες των GENTLE GIANT, YES, ELP και JETHRO TULL. Παράλληλα, κυκλοφορεί το αριστούργημα “The raven that refused to sing” και, μ αυτά και κείνα, αναζωογονεί το prog rock διευθύνοντας μια μπάντα με μερικούς από τους καλύτερους μουσικούς παγκοσμίως (Guthrie Govan και Marco Minnemman μαζί με Nick Beggs Χριστέ μου). Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, βγαίνει το 2015 το “Hand. Cannot. Erase” και παραμιλάνε όλοι. Ο Steven Wilson βρίσκεται πλέον στο θρόνο του prog βασιλείου και όλοι πίνουν ακριβό κρασάκι στο όνομα του. Ειλικρινά, από δω και μπρος τι άλλο θα μπορούσε να κάνει, πέραν του να προσπαθήσει να ανέβει και να κατακτήσει διαφορετικές κορυφές και να αναζητήσει νέες φόρμες καλλιτεχνικής έκφρασης; Είναι στο κάτω-κάτω η οδός που ακολούθησαν όλες οι προαναφερθείσες μπάντες, είτε για καλλιτεχνικούς είτε για εμπορικούς σκοπούς (τα δύο δεν μπορούν να εννοούνται χώρια). Εδώ κοτζάμ KING CRIMSON έβγαλαν το “Beat” έναν εντελώς 1980s δίσκο που οι προγκρεσιβάδες ελιτιστές μισούν αλλά που παράλληλα μαρτυρά πλήρως το στίγμα του Robert Fripp και της μπάντας του. Αυτό δεν είναι και το νόημα της προοδευτικής μουσικής;

Το αμφιλεγόμενο “To the bone” έσκασε σαν βόμβα με τις σαφέστατα πιο pop καταβολές του… ακόμα και το στυλ του εξωφύλλου μαρτυρούσε πως ο Wilson, σαν άλλος Robert Fripp ή όπως οι τιτάνες TEARS FOR FEARS, έκανε το πέρασμα από τα 70s στα 80s. Μην μου πείτε όμως πως το “To the bone” ηχεί όπως τόσα άλμπουμ που βγαίνουν από τον ιμάντα παραγωγής της νοσταλγίας. Η εξωπραγματική παραγωγή του είναι μοντέρνα και φρέσκια και φυσικά αψεγάδιαστη. Όσο για τις συνθέσεις… θα πω απλά πως αναδεικνύουν πολύ περισσότερο από τον μουσικοσυνθέτη Steven Wilson, τον οπαδό μέσα του που δηλώνει με περηφάνια τις επιρροές του από όλο το φάσμα της pop μουσικής – από τους ABBA και PRINCE στους MARILLION, TEARS FOR FEARS και Peter Gabriel. Και προσωπικά πολύ το γουστάρω εγώ και εκατομμύρια κόσμου αφού έφτασε στο νούμερο ένα σε πωλήσεις στην Αγγλία! Από κει και πέρα, το πρόσφατο “The future bites”, που μας ταξιδεύει σε ηλεκτρονικά μονοπάτια, ήταν η λογική εξέλιξη. Αντικειμενικά είναι ο λιγότερο αγαπημένος μου δίσκος του ιδιοφυούς Άγγλου, αλλά και πάλι έχει τόσα μα τόσα που αξίζουν της προσοχής μας. Θα τα διαβάσετε στη δισκοκριτική μου. Εννοείται πως δεν απευθύνομαι σε κολλημένους οπαδούς που νομίζουν πως ο εκάστοτε καλλιτέχνης τους ανήκει και πως πρέπει να παίζει μόνο ότι τους ευχαριστεί, χωρίς να προκαλεί το μυαλό και τα ώτα τους. Αυτοί είναι οι ελιτιστές που επιμένουν πως ο Steven Wilson πρέπει να συνεχίσει να παίζει μουσική που εκφράζει εκείνους και όχι τον ίδιο (για να μην πω πως έχω μιλήσει με κόσμο που τσαντίζεται επειδή παντρεύτηκε και δεν γράφει μόνο θλιμμένη μουσική πλέον). Ο Steven Wilson είναι επίσημα καλλιτέχνης love or hate ή love to hate γιατί η γκρίνια μας ταιριάζει. Εγώ πάντως θα τον ακολουθώ και στηρίζω ό,τι και να κάνει διότι κάποιοι καλλιτέχνες αποτελούν αδιάσπαστο κομμάτι της ζωής μας, ακόμα και όταν μας απογοητεύουν.

Φίλιππος Φίλης

 

 

Από τα πιο τρανταχτά ονόματα στο είδος της progressive rock μουσικής, ο Steven Wilson. Ανήκει στις λίγες περιπτώσεις, που ένα όνομα μπορεί άλλοτε να με συγκινεί ιδιαίτερα, και άλλοτε να με αφήνει αδιάφορη. Ίσως γιατί είναι από αυτούς τους καλλιτέχνες που ποτέ δεν μπορείς να προβλέψεις την επόμενη τους κίνηση, που πάντα μπορούν να σε ξαφνιάσουν είτε ευχάριστα, είτε όχι. Άργησα αρκετά να ασχοληθώ μαζί του, όταν όμως το έκανα βρήκα  πολλές δουλειές του πραγματικά ενδιαφέρουσες, ειδικά όσον αφορά τους PORCUPINE TREE. Σκεπτόμενη τις εντυπώσεις μου όσα χρόνια παρακολουθώ τον Βρετανό, καταλήγω στο ότι προτιμώ σαφώς περισσότερο τους δίσκους που έχει κυκλοφορήσει με τους PORCUPINE TREE, ιδίως από το “Lightbulb sun” κι έπειτα και με αποκορύφωμα το “Fear of a blank planet” του 2007 και πραγματικά με απογοητεύει η απόφαση του να διαλύσει το συγκεκριμένο σχήμα για να ασχοληθεί με την σόλο του καριέρα του. Η προαναφερθείσα δεν με έχει ενθουσιάσει και τόσο. Για την ακρίβεια δεν υπάρχουν ολόκληρα άλμπουμ (με μία και μόνη εξαίρεση) που να κερδίζουν την προτίμησή μου, παρά μόνο μεμονωμένα τραγούδια, ίσως γιατί το στυλ του πολλές φορές ηχεί μονότονο στ’ αυτιά μου. Έχει βέβαια το πλεονέκτημα γενικότερα ως καλλιτέχνης, ότι πάντα πειραματίζεται και χαρακτηρίζεται για το πόσο ανήσυχο πνεύμα είναι μουσικά, κάτι που είναι υπέρ του. Όπως επίσης, οφείλω να ομολογήσω ότι η συναυλία του στην Αθήνα τον Μάιο του 2016, ήταν μία από αυτές που έχω απολαύσει περισσότερο στη ζωή μου μέχρι σήμερα. Πιθανόν το πρόβλημα για μένα να έγκειται στο ότι αρκετοί από τους πειραματισμούς του να μην είναι του γούστου μου, κάτι που ένιωσα και στην τελευταία του δουλειά, το “Future Bites” του οποίου η pop προσέγγιση με ξένισε κιόλας θα έλεγα. Εντούτοις, υπάρχει ένας δίσκος στην πορεία του Wilson μέχρι σήμερα, που θεωρώ πραγματικά αριστουργηματικό για τον χώρο του progressive είδους. Πρόκειται για το “Hand. Cannot. Erase.”, που από την πρώτη στιγμή που άκουσα με συνεπήρε και μάλιστα είχα και την τύχη να τον απολαύσω ζωντανά στην μοναδική του επίσκεψη στη χώρα μας. Το κομμάτι που θα επιλέξω για σήμερα, είναι το αγαπημένο μου νομίζω από το συγκεκριμένο άλμπουμ και είναι το ομώνυμο.

Χαρά Νέτη

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here