Δεν είναι δα και κανένα κοινό μυστικό, ότι οι Σουηδοί πιονέροι του doom metal, CANDLEMASS, είναι η απόλυτα αγαπημένη μου μπάντα του είδους. Ο λυρισμός με τον οποίο προσέγγισαν το ιδίωμα πριν από οποιονδήποτε άλλο, διατηρώντας τη βαρύτητα από τη ρίζα του ιδιώματος (BLACK SABBATH) άφησε φαρδύ πλατύ το αποτύπωμα του στην εξέλιξη αυτού. Ωστόσο, οι CANDLEMASS είναι ένα σχήμα του οποίου η επιρροή απαντάται και σε άλλες σχολές του metal φάσματος. Αν δεν με πιστεύετε, ρωτήστε μπάντες όπως οι MY DYING BRIDE ή οι DISMEMBER για παράδειγμα. Θα σας πουν ακόμα περισσότερα, το μόνο σίγουρο!
Το πρώτο Σάββατο του Νοεμβρίου, μας επισκέπτονται στο Fuzz, ένα χρόνο και κάτι μετά την εμφάνιση τους στο AthensRocks με τους GHOST, αλλά κλείνοντας και 40 χρόνια φέτος, από την ίδρυση τους το μακρινό 1984. Ως εκ τούτου, υπόσχονται setlist βασισμένο στο χρυσό διάστημα ‘86 – ‘89. Το Rock Hard, δράττεται της ευκαιρίας και σας παρουσιάζει 10+2 από τις σπουδαιότερες στιγμές στην πλούσια καριέρα τους, από αυτές που εδραίωσαν τους CANDLEMASS ως θεούς του doom metal.
- “Crystal ball” (“Epicus doomicus metallicus”, 1986): Ένας δίσκος που ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι, για μια από τις 4-5 πιο επιδραστικές Σουηδικές μπάντες εκεί έξω. Η επιρροή του, παροιμιώδης. Δικαίως θεωρείται ως μνημείο του metal γενικότερα, αψεγάδιαστο μέσα στο σκοτάδι του. Γιατί αυτό το κομμάτι; Γιατί ανάμεσα στους διάφορους ύμνους, αυτό έχει το αγαπημένο μου ρεφρέν του δίσκου, με τον κύριο Johan Längquist να δίνει ρεσιτάλ στα 23 του έτη περίπου.
- “At the gallows end” (“Nightfall”, 1987): Δίσκος υπ’ αριθμόν δύο, με τον Messiah Marcolin να βρίσκεται στο μικρόφωνο πλέον. Εδώ μιλάμε για τον αγαπημένο μου δίσκο CANDLEMASS, οπότε και για τον αγαπημένο μου doom metal δίσκο γενικότερα. Λυρισμός, θρήνος και λύτρωση σε σάρκα μία. Το κομμάτι ετούτο, που πραγματεύεται τις τελευταίες στιγμές ενός θανατοποινίτη, μετουσιώνει ακριβώς αυτά τα γνωρίσματα, στον ύψιστο βαθμό.
- “Mirror mirror” (“Ancient dreams”, 1988): Πολύ παρεξηγημένος δίσκος το “Ancient dreams”, μια και είχε το αδύνατο έργο του να ακολουθήσει το “Nightfall”. Ένα κλικ κάτω από την λοιπή κλασσική εποχή του συγκροτήματος, εξαίρετο παρόλα αυτά και πάλι. Επιλέγουμε το υπέροχα στακάτο αυτό κομμάτι γιατί εκτός του ότι προώθησε το άλμπουμ, αποτελεί και μια επιλογή που έχει επιβιώσει με τα χρόνια στο setlist. Και αυτό σημαίνει πολλά.
- “The edge of heaven” (“Tales of creation”, 1989): Νομίζω τη πρώτη φορά που άκουσα το “Tales of creation”, εδώ ήταν ο ύμνος με τον οποίο τα έχασα περισσότερο. Θεωρώ πως είναι μια από τις κορυφαίες ερμηνείες του Messiah στο συγκρότημα γενικά, όχι μόνο σε αυτό το δίσκο. Λυρικό, επιβλητικό και τόσο μα τόσο χαρακτηριστικό των CANDLEMASS. Ανάταση ψυχής, βλέμμα στον ουρανό και σηκωμένες γροθιές όσο παίζει….μέχρι την άκρη του Παραδείσου!
- “The dying illusion” (“Chapter VI”, 1992): Αιρετικά πιστεύω, ότι ο ένας τραγουδιστής από τους δύο, που έπρεπε να αντικαταστήσει τον Messiah εσαεί, είναι ο κύριος Thomas Vikström. Από τη πρώτη στιγμή που άκουσα αυτό το συγκλονιστικό άλμπουμ, έπαθα σοκ με το μέταλλο της φωνής του. Ανάμεσα στις διάφορες υπέροχες στιγμές του δίσκου, επιλέγω το προσωπικό αγαπημένο μου, με την πιο μασιφ heavy metal αισθητική του.
- “Dustflow” (“Dactylis glomerata”, 1998): Ένας δίσκος, αρχικά προορισμένος να βγει ως δεύτερο ABSTRAKT ALGEBRA, βγαίνοντας εν τέλει ως CANDLEMASS. Ψυχεδελικό και ιδιαίτερο, με τον Michael Amott τότε στις κιθάρες (ένας δίσκος για τον οποίο νιώθει πολύ περήφανος) και τον Björn Flodkvist στα φωνητικά. Μια αντικειμενικά πολύ καλή φωνή, για άλλο συγκρότημα όμως. Ξεχωρίζει το “Dustflow” ως ένας πολύ όμορφος πειραματισμός, με άλλου τύπου μελαγχολία.
- “Seven silver keys” (“Candlemass”, 2005): “Αρκετά με τα πειράματα” πρέπει να είπαν οι Σουηδοί στη στροφή του 2000, επαναφέροντας τη μπάντα το 2004 και τον Messiah Marcolin στις τάξεις τους, μετά από δύο χλιαρής αποδοχής δίσκους. Ήρθε βέβαια και η ανάλογη έμπνευση, με τη μπάντα να παραδίδει έναν από τους αγαπημένους μου reunion δίσκους όλων των εποχών. Ξεχωρίζω για την ανατριχιαστική riff-άρα του ρεφρέν, ετούτο εδώ το πελώριο άσμα!
- “Devil seed” (“King of the grey islands”, 2007): Η επιστροφή Messiah δεν πέτυχε ακριβώς, μια και πλην του εξαίρετου δίσκου, ο Messiah αποχώρησε. Αλλά η μπάντα βρήκε αντικαταστάτη, στο πρόσωπο του Robert Lowe από τους doom θεούς SOLITUDE AETURNUS. Ένας άλλης σχολής τραγουδιστής, πιο γρεζάτος, να ταιριάξει με το λυρικό doom των CANDLEMASS. Αιχμή του δόρατος, αυτό το θεόβαρο άσμα που τον σύστησε στο ευρύ κοινό.
- “Hammer of doom” (“Death magic doom”, 2009): Δεύτερος δίσκος εποχής Lowe, με αρκετούς οπαδούς να τον συνηθίζουν σε αυτή τη φάση της μπάντας, αγκαλιάζοντας τις δουλειές τους με εκείνον πίσω από το μικρόφωνο. Ο συγκεκριμένος δίσκος, φυσικά, ήταν να ονομαστεί “Hammer of doom” αλλά απορρίφθηκε λόγω του festival με τον ίδιο τίτλο. Αυτό βεβαίως, δεν εμπόδισε τους Σουηδούς, να ονομάσουν έτσι, ένα χαρακτηριστικό τους κομμάτι.
- “The sound of dying demons” (“Psalms for the dead”, 2012): Τρίτος και τελευταίος δίσκος με Lowe στα φωνητικά και τελευταίος δίσκος στη καριέρα των CANDLEMASS…μέχρι ο Leif Edling να πάρει πίσω την δήλωση του αυτή! Ως εκ τούτου, το συγκεκριμένο άσμα επιλέγεται για υπενθύμιση ότι δεν είχαν ακόμα πει τη τελευταία τους λέξη οι Σουηδοί πρωτοπόροι, με ένα ατμοσφαιρικό, ψυχεδελικό μα τόσο ογκώδες άσμα.
- “Death thy lover” (“Death thy lover” EP, 2016): Ο δεύτερος τραγουδιστής που για μένα, έπρεπε να αντικαταστήσει τον Messiah καλύτερα από όλους, είναι ο κύριος Mats Leven. Ειδικά επί σκηνής, με έπεισε φουλ ότι μπορεί να πιάσει και τον λυρισμό που χρειάζονται οι CANDLEMASS. Επιλέγουμε το φερώνυμο γκαζωμένο και στακάτο κομμάτι από το EP – επιστροφής, όπου ακούμε τη μπάντα με άλλο αέρα και έμπνευση. Μακάρι να ακούγαμε full-length τέτοιας φρεσκάδας.
- “Astorolus – the great octopus” (“The door to doom”, 2019): Επιστροφή Johan Längquist (μια κίνηση που με βρίσκει αντίθετο, έχω εξηγήσει γιατί), μέχρι και το εξώφυλλο θυμίζει το “Epicus doomicus metallicus”. Επιτηδευμένες κινήσεις που αναλόγως το αποτέλεσμα εγκρίνω ή απορρίπτω. Είναι θετικό το πρόσημο, χωρίς να σκίζω και τα ρούχα μου ωστόσο. Εδώ, επιλέγω το κομμάτι που συμμετέχει ο Πατέρας των riffs, Tony Iommi, σε μια στιγμή οπαδισμού του Edling, ενώ είναι και το τραγούδι για το οποίο προτάθηκαν για βραβείο Grammy στην κατηγορία “Best metal performance”.
Κάπως έτσι φτάσαμε στο τέλος του αφιερώματος μας, ανανεώνοντας το ραντεβού μας για το Σάββατο στο Fuzz Club, για να απολαύσουμε τους Σουηδούς στο σανίδι για μια ακόμα φορά.
Γιάννης Σαββίδης