CYCLOPEAN WALLS interview (Γιάννης Τζιάλας)

0
196

“Breaking the walls”

Με ένα πολύ ωραίο και φρέσκο ντεμπούτο US power metal που αναμειγνύει περίτεχνα πολλές τάσεις και μουσικά ήδη, η μπάντα του μουσικού και καθηγητή μουσικής Γιάννη Τζιάλα CYCLOPEAN WALLS μας συστήνεται στο λυκόφως του 2021. Το ROCK HARD συνομίλησε με τον αρχηγό του σχήματος ο οποίος μοιράστηκε τις σκέψεις του σχετικά με το διεθνές προφίλ της μπάντας, την αγάπη του για τη μουσική όπως την διδάσκει στο Παρίσι, αλλά και ως οπαδός της σκληρής μουσικής που αντλεί έμπνευση από τις αγαπημένες του μπάντες, πράγμα που αναδεικνύει με μαεστρία στο ντεμπούτο των CYCLOPEAN WALLS, “Enter the dreamlands”.  

 

Οι CYCLOPEAN WALLS είναι μια νεοσύστατη μπάντα που μας συστήνεται τώρα με τον πρώτο της full length δίσκο. Καταρχάς, συγχαρητήρια γι αυτό το δυνατό ντεμπούτο. Πες μας λίγο για την πορεία και την προϊστορία της μπάντας μέχρι τώρα και για τη δική σου πορεία στον μεταλλικό χώρο και ήχο. Απ’ ό,τι καταλαβαίνω, βρισκόσουν στο Παρίσι όταν ξεκίνησες να γράφεις μουσική…
Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Η μπάντα θα έλεγα ότι είναι περισσότερο ένα προσωπικό project με σταθερούς μέχρι σήμερα συνεργάτες τους Raphael Gazal και Jonas Schütz. Η πρώτη εμφάνιση στο κοινό έγινε μέσα από το digital EP “Embrace the mythos” το 2020 και στη συνέχεια μέσω της Steel Gallery Records με το full length ντεμπούτο full “Enter the dreamlands” το 2021. Η δίκη μου πορεία στον μεταλλικό ήχο μέχρι και τους CYCLOPEAN WALLS ήταν ανύπαρκτη. Ως συνθέτης δεν έχω ασχοληθεί ξανά στο παρελθόν με το είδος, αν και από πολύ νέος υπήρξα φανατικός οπαδός. Μουσική έγραφα και πριν έρθω στο Παρίσι αν και είναι αλήθεια πως η πιο έντονη δημιουργική μου δραστηριότητα εντοπίζεται το διάστημα που ζω στη Γαλλία, από το 2010 κι έπειτα. Το υλικό των CYCLOPEAN WALLS γράφτηκε μεταξύ 2019 και 2021.

Τον τελευταίο χρόνο έχω ανακαλύψει διάφορες νέες διεθνείς μπάντες, θα έλεγα ακόμα και μπάντες της παγκοσμιοποίησης αφού οι CYCLOPEAN WALLS έχουν μέλη σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Πως καταφέρνετε να λειτουργήσετε και πως έχει λειτουργήσει αυτή η κατάσταση σε όφελος σας; Τι θα συμβούλευες σε μουσικούς που ψάχνουν για διεθνείς συνεργασίες;
Όταν ένας άνθρωπος έχει τη δημιουργική και καλλιτεχνική ευθύνη ενός έργου είτε πρόκειται για έναν δίσκο, είτε για μια ταινία, δεν είναι δύσκολο. Η επιλογή των συνεργατών είναι το σημαντικότερο βήμα κι εγώ υπήρξα ιδιαίτερα ευτυχής καθώς όλοι οι συνεργάτες μου έδωσαν την ψυχή τους στις ερμηνείες τους και θα έλεγα όχι απλά ανέδειξαν, αλλά αναβάθμισαν πολλές φορές τις παρτιτούρες μου. Η συμβουλή μου μπορεί να ακουστεί απλοϊκή αλλά δεν είναι: Μη φοβάστε να ζητήσετε τη συνεργασία μουσικών που θαυμάζετε, όσο διάσημοι κι αν είναι.

Ως μπάντα με τα πόδια της σε δύο ηπείρους, έχει υπάρξει κάποια αντίδραση προς το “Enter the dreamlands” σε ΗΠΑ και στην υπόλοιπη Ευρώπη; Αν μη τι άλλο, το US power των CYCLOPEAN WALLS θα βρει πρόσφορο έδαφος ανάμεσα σε Έλληνες οπαδούς…
Αν και είναι πολύ νωρίς για να έχω ολοκληρωμένη εικόνα, θα έλεγα πως οι πιο θερμές αντιδράσεις έχουν έρθει από τη Γερμανία πρωτίστως και από την Ελλάδα δευτερευόντως. Αλλά σίγουρα χρειάζονται 3-4 μήνες από την κυκλοφορία για να σχηματίσω μια πιο ολοκληρωμένη πρώτη άποψη.

Όντας ένας outsider και insider παράλληλα σε σχέση με την Ελλάδα, πως βλέπεις την τοπική rock/metal σκηνή και πιστεύεις πως θα μπορούσαν οι CYCLOPEAN WALLS να ανθίσουν στην Ελλάδα;
Η εγχώρια σκηνή τα τελευταία χρόνια στέκεται σε πολύ μεγάλα ύψη. Πέρα από τα «κλασικά» πλέον ονόματα του ακραίου ήχου έχει δώσει SACRED OUTCRY, PALADINE, DOOMOCRACY, WARDRUM, HUMAN GENOME, ISOLERT και πολλές άλλες μπάντες που αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τη διεθνή σκηνή. Κι αυτό το λέω ως φαν κι όχι ως δημιουργός. Σε πολλές περιπτώσεις «σώζει» την τιμή των όπλων και κοιτάει κατάματα πολύ μεγαλύτερες σκηνές της Ευρώπης και της Αμερικής. Ναι, σίγουρα οι CYCLOPEAN WALLS θα μπορούσαν να ανθίσουν στην Ελλάδα ίσως κι ευκολότερα για μένα απ’ ότι στη Γαλλία.

Βάζοντας ν’ ακούσω το δίσκο, δεν ήξερα τι να περιμένω και με το καλημέρα άκουσα το “Polaris”, ένα ολοκληρωμένο ορχηστρικό κομμάτι, γραμμένο από τον διεθνούς κύρους συνθέτη Γιάννη Πλαστήρα και παιγμένο από ένα κουαρτέτο εγχόρδων. Πες μας ποιο ήταν το σκεπτικό πίσω από το να συμπεριλάβετε μια τέτοια σύνθεση και ειδικά στην αρχή του δίσκου.
Εξαρχής είχα στο μυαλό μου ένα συμφωνικό κομμάτι που θα άνοιγε το άλμπουμ. Είναι κάτι που από την εποχή των MEKONG DELTA και των RAGE, των πρωτοπόρων δηλαδή στο πάντρεμα του metal με τη συμφωνική ορχήστρα, με είχε μαγέψει. Έγραψα τις παρτιτούρες μου και σε έναν από τους καθιερωμένους καφέδες με τον αδερφικό φίλο, συνεργάτη σε πολλά project και κουμπάρο μου, Γιάννη Πλαστήρα, αρχίσαμε να τις συζητάμε. Ύστερα από δίκη του προτροπή, άρχισα να σκέφτομαι το κουαρτέτο εγχόρδων αντί για την ορχήστρα. Κάτι μικρό, προσωπικό κι εσωστρεφές που θα υπνώτιζε τον ακροατή για να ανοίξει το μυαλό του στις ιστορίες που θα ακολουθούσαν με τη μορφή στίχων και μουσικής. Κι πάνω στην κουβέντα ο Γιάννης πιάστηκε από ένα θέμα μου κι άρχισε να αυτοσχεδιάζει στο πιάνο  μια φούγκα. Εκεί αποφάσισα ότι εκείνος έπρεπε να γράψει το εναρκτήριο “Polaris”. Το τελικό αποτέλεσμα με άφησε απόλυτα ικανοποιημένο και τον ευχαριστώ.

Υπήρχαν καθόλου ανησυχίες για το πώς θα κολλήσει το “Polaris” με το υπόλοιπο σύνολο και έχεις σκεφτεί στο μέλλον να γράψεις όντως κάποιο soundtrack ή έναν καθαρά ορχηστρικό δίσκο; Ομολογώ πως μου έκανε τρομερή εντύπωση σαν εισαγωγή και θύμισε εξίσου έργα του Schubert όσο και κινηματογραφικά soundtrack.
Δεν είχα καμία ανησυχία. Μέσα στη φούγκα που συνέθεσε ο Πλαστήρας υπάρχουν αναφορές στα τραγούδια όλου του άλμπουμ. Είτε πρόκειται για κρυμμένα θέματα, είτε για ρυθμικά μοτίβα. Το “Polaris” προέκυψε από το υλικό του δίσκου, όπως βεβαίως το συνέλαβε ο Γιάννης, πώς θα μπορούσε να ακουστεί παράταιρο; Όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σου, ο Πλαστήρας, όπως κι εγω, ασχολούμαστε με τη μουσική για την εικόνα έχοντας κάνει μάλιστα και τις ίδιες μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο Paris VIII. Είναι αλήθεια, βέβαια, πως ο Πλαστήρας εδώ και χρόνια συνθέτει κι ενορχηστρώνει για το σινεμά και το θέατρο με μεγάλη επιτυχία, ενώ η δική μου παρουσία σε αυτό το χώρο είναι πιο περιορισμένη καθώς εργάζομαι κυρίως στη διδασκαλία της μουσικής. Αλλά μοιραζόμαστε αυτή την κοινή γλώσσα και μια εμπιστοσύνη μετά από χρόνια φιλίας κι συνεργασίας που δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες και ανησυχίες.

Πως προέκυψε η συνεργασία με το Esession κουαρτέτο και πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να ταιριάξετε;
Το Esession μου προτάθηκε από έναν φίλο συνθέτη που είχε συνεργαστεί μαζί τους και τη γνώμη του οποίου εμπιστεύομαι απόλυτα. Οι παρτιτούρες που επιμελήθηκε ο Γιάννης Πλαστήρας και η ικανότητα των μουσικών έκαναν την ηχογράφηση πανεύκολη και νομίζω ότι δεν χρειάστηκαν παραπάνω από τρία takes για να κρατήσω το τελικό.

Οι ίδιες σκέψεις ισχύουν και για τον Hugo Lee που παίζει σαξόφωνο στο “Festival”, κομμάτι που σε φάσεις ακούγεται ακόμα και avantgarde και εν γένει πειραματικό. Αλήθεια, γιατί δεν ακούμε το σαξόφωνο και σε άλλα σημεία; Προσωπικά μου άρεσε πολύ…
Με τον Hugo Lee είχα συνεργαστεί στο παρελθόν σε μια παραγωγή για ένα Gypsy jazz σχήμα και με εντυπωσίασε η μουσικότητά του και η ευρύτητα των στιλ που κατέχει ως παίκτης. Πολλά στοιχεία στο άλμπουμ εμφανίζονται μόνο μια φορά, το σαξόφωνο, το hammond, η γυναικεία φωνή, η κλασική κιθαρα. Ήταν συνειδητή επιλογή: ήθελα κάθε κομμάτι να είναι ένας σταθμός σε αυτό το ταξίδι, με την ξεχωριστή του ιστορία και ιδιοτυπία. Το ελεύθερο σόλο του σαξοφώνου μου έδωσε την ηχητική εικόνα μιας  διονυσιακής μανίας που αναζητούσα για το συγκεκριμένο μέρος του κομματιού.

Επ’ αυτού, ποιες θα έλεγες είναι οι επιρροές των CYCLOPEAN WALLS; Διακρίνω μια πληθώρα αναφορών σε συγκροτήματα απ όλο το φάσμα του heavy/power/progressive αλλά και από άλλα μουσικά είδη.
Από τον metal χώρο θα έβαζα μπροστά μπάντες όπως οι MEKONG DELTA, οι RAGE, οι CANDLEMASS, οι FATES WARNING, οι TITAN FORCE, οι HEIR APPARENT μεταξύ άλλων. Από άλλα είδη η  συμφωνική μουσική, σύγχρονοι συνθέτες όπως ο VANGELIS, η αμερικανική κι ευρωπαϊκή jazz και η παραδοσιακή ελληνική μουσική.

Έχεις συνεργαστεί με αρκετούς καταξιωμένους guest/session μουσικούς όπως το άνωθεν κουαρτέτο και τον Sean Lang στα τύμπανα. Πως προέκυψε η συνεργασία με τον Lang και πως γενικά ταιριάξατε μουσικά αλλά και από άποψη χαρακτήρα; Βοήθησε ή όχι σ’ αυτό η απόσταση;
Κοίταξε, όταν συνεργάζεσαι με μουσικούς τέτοιου επιπέδου δεν τίθενται ζητήματα χαρακτήρα. Τα πράγματα είναι απλά και άμεσα. Παίρνουν στα χέρια τους το υλικό, αν τους αρέσει γράφουν, αν σου αρέσει το κρατάς. Αυτή είναι η ευκολία του να μην είσαι μπάντα με την κλασική έννοια όπου όλα τα μέλη είναι συνυπεύθυνα και συμμετέχουν εξίσου σε όλα, από το δημιουργικό μέρος μέχρι τη λήψη των τεχνικών αποφάσεων.

Υπάρχουν πλάνα για μελλοντικές συνεργασίες με άλλους session/guest μουσικούς και με ποιους μουσικούς θα ήθελες γενικά να συνεργαστείς;
Ήδη έχω ξεκινήσει να επεξεργάζομαι τη μορφή των CYCLOPEAN WALLS που θα αφορά στην επόμενη κυκλοφορία. Αυτό που μπορώ να σου είναι πως θα περιλαμβάνει και γυναικεία φωνή καθώς το επόμενο βήμα το φαντάζομαι πιο θεατρικό και πειραματικό. Κοντά στην αρχή του 2022 πιστεύω πως θα υπάρξει τουλάχιστον ένα κομμάτι ως digital release που θα συστήνει το σχήμα που θα δουλέψει για το επόμενο δισκογραφικό μας βήμα στον κόσμο. Θα ήθελα να συνεργαστώ με μουσικούς που δεν βρίσκονται στον μέταλ χώρο και φέρνουν αισθητική από αλλά είδη. Το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον.

Ως μπάντα που ιδρύθηκε γύρω στο 2019, υποθέτω πως μεγάλο κομμάτι της σύνθεσης, παραγωγής κλπ του δίσκου έγινε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των lockdown, σωστά; Έχουν υπάρξει καθόλου ευκαιρίες για συναυλίες και στο μέλλον τι σκαρώνετε στο συναυλιακό κομμάτι;
Καμία απολύτως ευκαιρία μέχρι στιγμής. Οι διοργανωτές είναι διστακτικοί στα πειραματικά ανοίγματα και ακόμα υπάρχουν πουλημένα εισιτήρια από μεγάλες μπάντες που δεν έπαιξαν το 2020 κι έχουν μεταθέσει για το 2021. Από τη μεριά μας γίνονται κινήσεις πάντως. Είμαστε σε επαφή με τους καλούς φίλους PAYNE’S GRAY από τη Γερμανία κι όλο και κάτι σκαρώνουμε… Πιστεύω, όμως, πως δεν μπορούμε να μιλάμε για ζωντανή εμφάνιση πριν τον Μάιο του 2021.

Απ’ όσα διαβάζω, αντλείς έμπνευση από τον H.P Lovecraft. Υπάρχει κάποιο concept στο “Enter the dreamlands”;
Το πρώτο άλμπουμ αφορά σαφώς το έργο του HPL κι αποτελείται ουσιαστικά από νουβέλες του που προσπάθησα να μεταφέρω σε έμμετρο λόγο και δύο ποιήματά του που μελοποίησα. Όλα τα τραγούδια εντάσσονται στο ευρύτερο μυθολογικό σύμπαν του HPL αλλά δεν συνδέονται μεταξύ τους με μια ενιαία ιστορία πέραν αυτού, όποτε δεν μπορούμε να μιλήσουμε για concept album με αυτή την έννοια. Επίσης η συγκεκριμένη θεματική δεν θα συνεχιστεί στο επόμενο άλμπουμ.

Ποια τα μελλοντικά σας σχέδια;
Να γραφτεί νέο υλικό και να βρεθούμε στη σκηνή όσο πιο σύντομα γίνεται για να μοιραστούμε τη μουσική μας με τον κόσμο.

Φίλιππος Φίλης

 

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here