ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “The infection” – CHIMAIRA
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2009
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Ferret Music (Αμερική), Nuclear Blast (παγκόσμια διανομή)
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Ben Schigel
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Mark Hunter
Kιθάρες – Rob Arnold, Matt DeVries
Ντραμς – Andols Herrick
Μπάσο – Jim LaMarca
Πλήκτρα – Chris Spicuzza
Στη στήλη αυτή τη φορά φιλοξενείται ένα άλμπουμ το οποίο στέκεται εκεί έξω ως τρανό παράδειγμα θάρρους και προσωπικής νίκης για κάθε μπάντα ξεχωριστά εκεί έξω. Πόσο μάλλον για τους Αμερικάνους CHIMAIRA που πάνω στο απόγειο της καριέρας τους, αποφάσισαν να αλλάξουν συνθετική ρότα και να κατεβάσουν τις ταχύτητες και να αυξήσουν τον όγκο τους. Αυτό για κάθε μπάντα στη θέση τους θα συνιστούσε καλλιτεχνική αυτοκτονία, αλλά όπως οι ίδιοι πάντα δήλωναν, «Είμαστε μία υβριδική μεταλλική μπάντα που πάντα θέλαμε να αλλάζουμε και να μην ακολουθούμε συγκεκριμένες φόρμες, είμαστε μία μπάντα που ποτέ δεν τα παρατάει, άσχετα με το αν οι πιθανότητες είναι εναντίον μας». Τα άξια τέκνα του Cleveland στον πέμπτο τους δίσκο και έχοντας πριν δύο χρόνια (2007) κυκλοφορήσει το κορυφαίο άλμπουμ της καριέρας τους (“Ressurrection”), δοκίμασαν στροφή 180 μοιρών με το να βγάλουν ένα άλμπουμ τελείως διαφορετικό σε σύσταση απ’ ότι είχαν κάνει μέχρι τότε. Αρχικά πόσταραν στη σελίδα τους μικρά βίντεο κλιπ από την πρόοδο του δίσκου φανερώνοντας και διαφορετικό μέρος του εξώφυλλου του άλμπουμ κάθε μέρα. Το τελικό εξώφυλλο και η λίστα κομματιών φανερώθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2009 και το πρώτο single του δίσκου στο iTunes ήταν το “Secrets of the dead” στις 3 Μαρτίου.
Τρεις μέρες μετά, έπαιξαν για πρώτη φορά το “Destroy and dominate” στο Dubai Desert Rock Festival 2009. Στις 16 του ίδιου μήνα το κομμάτι ανέβηκε για μία ώρα δωρεάν στη σελίδα της μπάντας στο Twitter, ενώ στις 16 Απριλίου τα εννιά πρώτα κομμάτια του δίσκου ανέβηκαν στη σελίδα τους στο MySpace. Σύμφωνα με δηλώσεις του κιθαρίστα Rob Arnold, το πρώτο κομμάτι που γράφτηκε ήταν το “Try to survive”. Ο δίσκος γράφτηκε γενικά σε χαμηλοκουρδισμένες ντο κλίμακες, με την εξαίρεση των “Destroy and dominate”, “The disappearing sun” και “Try to survive” που γράφτηκαν σε χαμηλοκουρδισμένες σι κλίμακες. Για πρώτη φορά οι CHIMAIRA θα ακουγόντουσαν αποκλειστικά mid-tempo και με πολλά κλικ βαρύτερο ήχο. Το κύριο γνώρισμα τους που ήταν η up-tempo γκρουβάτη λογική με τις πολλές λούπες από πλήκτρα, είχε δώσει πλέον τη θέση του σε ένα γιγάντιο ήχο με πολλά στρώματα από κιθάρες, το ένα riff πάνω στο άλλο, τα πλήκτρα σε πιο διακριτικό ρόλο και την ατμόσφαιρα να έχει κυρίαρχο ρόλο, ενώ γενικώς είναι αρκετά «εσωτερικό» άλμπουμ και οι στίχοι του είναι πιο σκοτεινοί από ποτέ. Για τους οπαδούς ήταν μεγάλο το σοκ, καθώς δυσκολεύτηκαν να γνωρίσουν την αγαπημένη τους μπάντα, πολλοί μάλιστα ήταν αυτή που τους γύρισαν επιδεικτικά την πλάτη.
Κατά κύριο λόγο παρόλα αυτά, το άλμπουμ ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία της μπάντας τότε, καθώς οι πωλήσεις την πρώτη εβδομάδα ξεπέρασαν τις 15.000 κόπιες, ανώτερες κι από τις αντίστοιχες του “Ressurrection”. Ήταν το τελευταίο άλμπουμ τους με τη σύνθεση που αγαπήθηκε από όλους, καθώς αρχικά ο μπασίστας Jim LaMarca αποχώρησε την επόμενη χρονιά για να κάνει οικογένεια, ενώ σταδιακά αποτέλεσαν παρελθόν και ο ντράμερ Andols Herrick, ο πληκτράς Chris Spicuzza και ο κιθαρίστας Matt DeVries. Οι CHIMAIRA πλήρωσαν εσωτερικά το τίμημα της αλλαγής, αλλά το “The infection” θεωρείται από τους περισσότερους η τελευταία τεράστια στιγμή τους (χωρίς τα επόμενα άλμπουμ να είναι λιγότερο από σπουδαία). Προσέφερε υπέρτατα κομμάτια όπως το αρχικό δίδυμο των “The venom inside”/”Frozen in time”, το καθηλωτικό και με στίχους για την καταστροφή του κόσμου “The disappearing sun”, το κλιπ του δίσκου “Destroy and dominate” και φυσικά το τελειωτικό σχεδόν 15λεπτο instrumental “The heart of it all”. Το τόλμημα τους έφερε νέους οπαδούς, ενώ κέρδισαν πόντους και σε κολλημένα μυαλά που τους θεωρούσαν άλλη μία τυπική metalcore μπάντα, αλλά με την συμπεριφορά τους και ηχητική αλλαγή, πολλοί παραδέχτηκαν την άγνοια κινδύνου που έδειξαν, κι έτσι τους έκαναν ίσως την πιο συμπαθή (μαζί με τους LAMB OF GOD προφανώς) μπάντα του νέου κύματος του Αμερικάνικου μεταλλικού ήχου.
Did you know that:
– Ο δίσκος έκανε ντεμπούτο στο θέση 30 στο Billboard 200, ενώ έλαβε και τη θέση 32 στα charts στη Φινλανδία.
– Κατά τη διάρκεια της Ευρωπαϊκής τους περιοδείας, ο κιθαρίστας Matt DeVries έπρεπε να απουσιάσει καθώς η κοπέλα του έφερε στον κόσμο το πρώτο τους παιδί. Τη θέση του για λίγες εμφανίσεις πήρε ο Emil Werstler των DAATH.
– Οπαδοί πήραν μέρος στη δημιουργία του κλιπ για το “Destroy and dominate”. To συγκρότημα ζήτησε από τους οπαδούς να δημιουργήσουν τη δική τους εκδοχή του βίντεο και τελικά η μπάντα διάλεξε τις τρείς αγαπημένες της βραβεύοντας τους ακόλουθα: Η 1η θέση περιλάμβανε το άλμπουμ στην περιορισμένη tin box έκδοση και δύο εισιτήρια συναυλιών. Η 2η και 3η θέση περιλάμβαναν την επιλογή ανάμεσα σε δύο εισιτήρια συναυλιών ή ένα μπλουζάκι της μπάντας.
– Η καταπληκτική limited fan deluxe edition σε μεταλλική βαλίτσα που βγήκε μόλις σε 580 αντίτυπα (με τα πρώτα 100 να είναι υπογεγραμμένα από το συγκρότημα) περιλάμβανε τα εξής:
Σημαία με το λογότυπο στο εξώφυλλο του δίσκου
Περιορισμένη cd/dvd έκδοση του άλμπουμ με το έξτρα κομμάτι “Revenge”
USB-σύριγγα σε μεταλλικό κουτί που περιείχε τα άλλα έξτρα κομμάτια “Warpath” και “Convictions”
Πακέτο με 4 υπογεγραμμένες πένες από το συγκρότημα
Βιβλιαράκι με σπάνιες φωτογραφίες της μπάντας
Πλαστικοποιημένο backstage pass με αποκλειστικό κωδικό πρόσβασης.