DEATH – “The sound of perseverance” – Worst to best

0
153

Σάκη, πολυχρονεμένε μου βεζύρη και αγαπητέ μου αρχισυντάκτη, τι με βάζεις να κάνω πάλι; Άντε, ο Chuck να μας συγχωρέσει πάλι. Μεγάλη καρδιά ήταν πάντοτε, γι’ αυτό τον αγαπούσαν όλοι. Πάμε στο δια ταύτα και ας καούν οι ψυχές μας!

Το πρώτο DEATH που άκουσα ποτέ μου και το μεγάλο φινάλε της αγαπημένης μου death metal μπάντας. Όπως είχαμε πει στο αντίστοιχο κείμενο για το “Symbolic”, το υλικό που ακούγεται εδώ μέσα, αποτελεί το υλικό που κανονικά προοριζόταν για το “The fragile art of existence” των CONTROL DENIED, αλλά βγήκε ως DEATH γιατί ο Chuck συμφώνησε σε ένα τελευταίο δίσκο τους με την Nuclear Blast, προκειμένου να έχει την ελευθερία να γράψει το CONTROL DENIED μετά. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, ότι το υλικό για το CONTROL DENIED έχει ήδη αρχίσει να γράφεται, παράλληλα με το “The sound of perseverance”. Τραγουδιστής, βρέθηκε στο πρόσωπο του εκπληκτικού Tim Aymar. Το “φλερτ” με τον έτερο τιτάνα Warrel Dane (NEVERMORE, SANCTUARY), δυστυχώς, λόγω ασυμβατότητας προγραμμάτων, δεν προχώρησε.

Έτσι, το ‘97, το πρώτο demo 3 κομματιών των CONTROL DENIED, είναι γεγονός. “Α moment of clarity” ο τίτλος (τίποτα δεν είναι τυχαίο!), και περιέχει μια instrumental εκτέλεση του “Spirit crusher”, καθώς και τα “Believe”, “What if” τα οποία θα κατέληγαν στο CONTROL DENIED άλμπουμ. Εδώ μπάσο παίζει ο Scott Clendenin, εν αντιθέσει με τις τελικές εκτελέσεις των CONTROL DENIED κομματιών, όπου μπάσο θα παίζει ο μεγάλος Steve DiGiorgio. Παρατίθενται αυτούσιες, καθώς, έχουν το δικό τους, εγκυκλοπαιδικό και όχι μόνο, ενδιαφέρον!

Πίσω στα του δίσκου όμως! Εκ νέου αλλαγή στις τάξεις της μπάντας. Ο Richard Christy (ACHERON μεταξύ άλλων) το ‘96, αναλαμβάνει τα τύμπανα στη θέση του δολοφόνου με το αγγελικό πρόσωπο που ακούει στο όνομα Gene Hoglan. Ο Shannon Hamm αντικαθιστά στις κιθάρες τον Bobby Koeble. Ο Scott Clendenin αντικαθιστά τον DiGiorgio, που υπόσχεται στο επόμενο άλμπουμ, να παίξει το μπάσο δίπλα στον Chuck (όπερ και εγένετο). Το τελευταίο άλμπουμ των DEATH, παίρνει σάρκα και οστά, στα θρυλικά Morrisound studios στη γενέτειρα του είδους Tampa της πολιτείας της Florida. Στις 15 Σεπτεμβρίου του έτους 1998, βλέπει λοιπόν, δια χειρός Travis Smith στην εικονογράφηση, το “The sound of perseverance”. Ψαρωτικό, σε ένα περίφημο βαθύ κόκκινο χρώμα και με πάμπολλες σπουδαίες λεπτομέρειες (αγνοήστε το έκτρωμα της επανέκδοσης!), καθώς και την περίφημη ρήση του Friedrich Nietzsche να κοσμεί το τέλος του booklet: “Whoever fights monsters should see to it that in the process he does not become a monster. And if you gaze long enough into an abyss, the abyss also gazes into you”. Εμάς να δω ποιος θα μας κοιτάξει, και πως, μετά από αυτό εδώ! Άιντε πάμε…

The “Sound of perseverance” countdown:

9) “Painkiller” (6:02)

Ο Chuck τολμά, διασκευάζοντας το ομώνυμο κομμάτι του ήδη κλασσικού τότε “Painkiller” των θεών JUDAS PRIEST. Μεγάλο το στοίχημα, θα έλεγε κάποιος. Η τύχη ωστόσο, όπως είπε και ο Όμηρος κάποτε, ευνοεί τους τολμηρούς, και εδώ το συγκρότημα, με τόλμη και μεράκι, μας χάρισε μια εκπληκτική διασκευή, με τους παίκτες να στέκονται στο ύψος των περιστάσεων. Ο δε ηγέτης, αποδίδει εξαιρετικά τα φωνητικά του Metal God, σε μια εκτέλεση που ενδεχομένως ούτε ο ίδιος θα φανταζόταν ότι θα μπορούσε να φτάσει 5 χρόνια πιο πριν φερ’ ειπείν. Χάριν κατάταξης όμως, αυτή η διασκευάρα, πρέπει να πάει στο πάτο, γιατί…απλά δείτε τι άλλο υπάρχει πιο πριν!

8) “Voice of the soul” (3:43)

Το instrumental που έχει λυγίσει και τους μεγαλύτερους κάφρους κι έχει αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές όλων όσων το άκουσαν πρώτη φορά (από τις πολλές που το άκουσαν – ο γράφων ΠΡΟΦΑΝΩΣ εις εξ αυτών). Η φωνή της ψυχής, μιας ψυχής που αρνήθηκε να καταθέσει τα όπλα, που έψαξε τη δύναμη για να συνεχίσει παρά τις δυσκολίες. Πάντα ο Chuck λάτρευε τα μελωδικά περάσματα – riffs, αλλά εδώ, είναι μια ολοκληρωμένη σύνθεση, για πρώτη φορά από το “Cosmic sea” (“Human”, 1991). Πιο λιτή θα έλεγε κανείς, με περισσότερο “συγκεκριμένο” χαρακτήρα εν αντιθέσει με το “Cosmic sea” που απλά ταξίδευε “αλλού”. Μαγικό ακουστικό κομμάτι, υπεράνω σχολιασμών, κριτικής και λοιπών επίγειων χαρακτηρισμών.

7) “A moment of clarity” (7:25)

Και εδώ, αρχίζει το μαρτύριο της σταγόνας. Μετά από ένα εκατομμύριο ακροάσεις του συγκεκριμένου δίσκου, αναγκαστικά, κάποια κομμάτια βρίσκονται λίγο πιο κάτω. Το “A moment of clarity” είναι ένα από αυτά. Φανταστικό κομμάτι, με τον Richard Christy να χορεύει πάνω στη δίκαση, να παίζει άπαιχτα θέματα, κάτω από τα αλλοπρόσαλλα riffs του Chuck, τα κοψίματα για σεμινάριο, και κάπου στο τέλος, μια υπέροχη μελωδία που αναπτύσσεται σε άλλο ένα solo – υπόδειγμα κι ένα μελωδικό riff σε fade-out. Κι όλα αυτά, σε ένα κομμάτι, που λέγεται “μια στιγμή διαύγειας”. Που να ήταν και στιγμή υπερέντασης τι θα είχε μέσα! Ένα άσμα που πραγματεύεται τη ψυχική διαύγεια, τη στιγμή που αναλογίζεσαι τη ζωή και τις επιλογές σου. Τι άλλο να πω εδώ… Τα ρέστα μου!

6) “Story to tell” (6:34)

Μια ανάσα από τη πεντάδα, αυτό εδώ το έπος. “DARK SKIES WERE BEATING ME DOWN, WITH SHADOOOOOWS OF DECEIT, SLASHING AT TRUST TILL IT FOREVER BLEEDS”. Μεγάλες αλήθειες, από έναν άνθρωπο που οπωσδήποτε είχε πάμπολλες ιστορίες να πει. Προδοσία, και παρερμήνευση καταστάσεων, με αποτέλεσμα τη διήγηση της ιστορίας με ένα εντελώς άλλο νόημα στον λοιπό περίγυρο για ίδιον όφελος του ατόμου που την “αναμεταδίδει”. Το ρεφρέν εκπληκτικό (κι ας “δανείζεται” από το solo του “Born dead” την εισαγωγική μελωδία – θα θεωρήσουμε ότι έκανε απλή αναφορά και θα το αφήσουμε εκεί). Κομμάτι με πάμπολλες παύσεις, που ειδικά τις πρώτες φορές μπερδεύουν τον ακροατή ότι το κομμάτι τελείωσε, αλλά και συνάμα προσδίδουν το μοναδικό χαρακτήρα σε αυτό το κομμάτι, που είναι τόσο μελωδικό εν τέλει!

5) “To forgive is to suffer” (5:55)

Το κομμάτι που με κόβει στη μέση, κάθε μα κάθε, ΜΑ ΚΑΘΕ φορά που το ακούω. Δε γίνεται, λυγίζω από τους στίχους και από το βάρος της σύνθεσης αυτής καθεαυτής. Πόσα κομμάτια της ζωής σου μπορείς να δώσεις, προτού πεις “ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ, ΩΣ ΕΔΩ! ΔΕΝ ΤΟ ΑΞΙΖΩ ΑΥΤΟ!”; Πόσες φορές να πεις “εντάξει, δε πειράζει” ενώ πειράζει και παραπειράζει στη πραγματικότητα; Αυτά θίγει σε ένα δαιδαλώδες, ισοπεδωτικό μα και τόσο ταξιδιάρικο κομμάτι ο Chuck Schuldiner, δίνοντας άθελα του συμβουλές και από το τάφο σε ανθρώπους που έρχονται σε επαφή με το έργο Του: “TO ACCEPT ANOTHER DAY, WE CHOOSE TO GIVE AWAY, ANOTHER PIECE OF LIFE, TO FORGIVE IS TO SUFFEEEEEEEEER”. Το χαώδες φινάλε με το διπλό tapping στις κιθάρες, κλείνει ελαφρώς το μάτι στο αντίστοιχο σημείο στο “Born dead” από το “Leprosy”, με τη μπάντα απλώς να ξεφτιλίζει το ίδιο το σύμπαν. Τα λέγαμε!

4) “Flesh and the power it holds” (8:26)

ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ ανατολίτικου τύπου riff, με το κομμάτι να αναπτύσσεται σεμιναριακά και να γίνεται πιο μελωδικό αλλά ξαφνικά, τα γκάζια ανεβαίνουν, τα κοψίματα ρυθμού και τυμπάνων δίνουν και παίρνουν και ασχολούμαστε με τη σάρκα ως “επίγειο φυλακή του πνεύματος” όπως πολλοί πολιτισμοί και θρησκείες ανά τους αιώνας την θεώρησαν. Πικρία και γλύκα, πόνος και ευχαρίστηση… Και όλα αυτά, γιατί; Για να βρεθούμε απλά πίσω στο άγνωστο, από εκεί που βγήκαμε; Αυτό αναρωτιέται εύλογα ο ποιητής (και όχι, εδώ δε χρησιμοποιείται καθόλου ειρωνικά ο τίτλος), με έναν τρόπο άκρως φιλοσοφικό θα έλεγε κανείς, μια και πάντα σκεφτόταν με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τον μέσο στιχουργό εκεί έξω. “IT WILL TAKE YOU IN, AND IT’LL SPIT YOU OUT, BEHOLD THE FLESH…AND THE POWER IT HOLDS”. Το δε μεσαίο μέρος όπου μόνος του ο Clendentin με τους Schuldiner/Hamm κεντάνε, είναι σεμιναριακού χαρακτήρα. Αυτή τη σύνθεση, τιμήσανε τα μάλα οι μοντέρνοι Γερμανοί τεχνοκράτες του death metal OBSCURA με την εκπληκτική τους διασκευή, δείχνοντας από που πιάνουν το έργο Του, συνεχίζοντας το ως τις μέρες μας.

3) “Scavenger of human sorrow” (6:56)

Τι να πούμε εδώ… Μπαίνει ο Christy, μπαίνει ο Chuck και μπαίνουμε και εμείς με φόρα με το κεφάλι στο τοίχο! Απίστευτο ξεκίνημα δίσκου, επίδειξη δύναμης και τεχνικής. Και ήταν μόνο η εισαγωγή. Αυτό το ξεκίνημα ήταν ΜΟΝΟ η αρχή. Το τεχνικότερο του τεχνικού πρόσωπο των DEATH, στα όρια του καθαρού progressive, παρότι παραμένει βίαιο ως το τέλος! Με τον Scott Clendenin να έχει το χώρο του με ένα φανταστικό progressive σημείο στη μέση του κομματιού ακριβώς πριν το εκπληκτικό solo. Και τι τίτλος, ε; “Ρακοσυλλέκτης της ανθρώπινης θλίψης”. Ένα κομμάτι – κόλαφο για όσα καθάρματα, προσπαθούν να εκμεταλλευτούν ακόμα και τις χειρότερες των καταστάσεων προς όφελος τους, αδιαφορώντας για την ζημιά που κάνουν στους άλλους. Τουλάχιστον συγκλονιστικό στιχουργικά, και μπόλικη τροφή για σκέψη.

2) “Bite the pain” (4:29)
Μια ανάσα από τη κορυφή. Δεν είμαι αρκετά δυνατός ώστε να μη κλάψω σε αυτές τις πρώτες νότες που παίζει ο φιλόσοφος του death metal στην πιστή του BC Rich. Συγγνώμη αναγνώστη/αναγνώστρια. Η μελαγχολική φύση της μελωδίας, σε συνδυασμό με τις λέξεις “LOOK DOWN, AT THE BODYYYYYYYYY. YOU MAY SEE NO TRACE OF WHAT’S, DEEP IN THE EYE, THE EEEEEEYE OF THEEEE BEHOOOOLDEEEEER ONE CANNOOOOT….ASSUME!” με διαλύουν. Στακάτο (στο περίπου, με τόσα που γίνονται) κομμάτι, με τον Christy να ξεσαλώνει πάνω στα τύμπανα, χτίζοντας δίχως ίχνος υπερβολής, το προσωπικό του μύθο εδώ μέσα! Και κάπου εδώ, διατυπώνεται μια μεγάλη αλήθεια “Beware of the sharp-edged weapon, called human being”. Έτι μια φορά, καυστικός ο μεγάλος, που κακά τα ψέματα, δεν είχαν δει και λίγα τα μάτια του.

1) “Spirit crusher” (6:47)
Το προσωπικό μου αγαπημένο, με μικρή διαφορά από το δεύτερο! Βλέπεις, ήταν και το πρώτο DEATH κομμάτι που ο μικρός 17χρονος Γιαννάκης άκουσε μια ωραία μέρα φθινοπώρου πριν την Τρίτη Λυκείου. Συγκεκριμένα την εκτέλεση του Dynamo το ‘98. Εισαγωγή μπάσου με τύμπανα, και καπάκια ακούμε τον Chuck να ουρλιάζει “IT COMES FROM THE DEPTHS, FROM A PLACE, UNKNOWN TO THE….KEEPEEEEEEER….OF DREAMS, IF IT COULD THEN IT WOULD, STEAL THE SUN, WITH THE MOON FROM….THE SKYYYYYYY….BEWAAAAAAAAAARE!”. Και εκεί που πας να χωνέψεις τι γίνεται riff-ολογικά και μουσικά εν γένει… σου πετάει και την έτερη αλήθεια για τον Καταστροφέα του Πνεύματος “HUMAN, AT SIGHT…MONSTER AT HEART, DON’T LET IT INSIDE, IT WILL TEAR YOU RIGHT A-PART!”. Από τους στίχους που παρέθεσα και μόνο, ξέρετε πολλούς τέτοιους. Που σιγά-σιγά σας καταστρέφουν τη θέληση για να πετύχετε πράγματα χωρίς ντροπή/ενοχή. Ο Chuck όμως, δεν σταματάει εκεί, δίνοντας το μήνυμα που πρέπει να δώσει σε όλους εμάς: STAY STRONG AND HOLD ON TIGHT!

Η συναυλιακή/συνολική υπεροχή των DEATH στα πλαίσια της προώθησης του τελευταίου τους δίσκου, φάνηκε τόσο στο εκπληκτικό “Live in Eindhoven ‘98”, όσο και στο “Live in LA (Death & raw)” που αμφότερα κυκλοφόρησαν το 2001. Το δε πρώτο, είχε βγει με τα έσοδα του να πηγαίνουν στην αποθεραπεία του μεγάλου αυτού μουσικού από τον όγκο στον εγκέφαλο (μέχρι και συναυλίες είχαν γίνει εις στήριξη του).

Φυσικά, δε ξεχνιούνται οι δύο βραδιές του Σεπτεμβρίου του 1998 όπου οι DEATH έκαναν τη τιμή να επισκεφτούν τη χώρα μας, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Παρατίθεται αυτούσια η εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη:

Το τι σημαίνει ο Chuck Schuldiner για μένα το καταλάβατε όλοι όσοι φτάσατε σε ετούτο το σημείο. Το τι σημαίνουν οι DEATH για μένα, ομοίως. Αλλά δεν μιλάμε για το παραλήρημα ενός fanboy εδώ, μα για την απόδοση των τιμών που αρμόζουν σε έναν οραματιστή/καλλιτέχνη που ελάχιστες έως καμία φορά συμβιβάστηκε στο πως το έργο του θα παρουσιαστεί. Τελικός δικαιωμένος μετά θάνατον, ο ίδιος. Ό,τι μα ό,τι εξυπνάδα έχει πει ο οποιοσδήποτε αχαρακτήριστος για το έργο του (ας μην ανοίξω το στόμα μου, γιατί δεν τους ξεπλένει μερικούς, ούτε ο Ιορδάνης ποταμός!), η ιστορία δείχνει ότι τα 7 + 1 αραβουργήματα που άφησε στη μουσική, επηρέασαν, επηρεάζουν και θα επηρεάζουν ακόμα παίκτες και μπάντες μέχρι να γίνουν όλα στάχτη.

LET THE METAL FLOW!

Γιάννης Σαββίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here