DEMON’S GATE (THE OBSESSED – DARKEST ERA – AHERUSIA – OBSIDIAN SEA – AGNES VEIN – BLAX, Κύτταρο, 30/9 – 1/10)

0
534












Σάββατο βράδυ (ή απόγευμα, δεδομένης της ώρας που ξεκινούσε) και το καθήκον μας καλεί για το Demons Gate festival. Μια μέρα ουσιαστικού festival, με τη δεύτερη να είναι η προβολή της ταινίας για τη ζωή του Wino, συν ένα ακουστικό σετ. Οι θρυλικοί THE OBSESSED, με πολλές και ενδιαφέρουσες μπάντες στο πλευρό τους. AHERUSIA, AGNES VEIN από δικά μας παιδιά καθώς και τους OBSIDIAN SEA και DARKEST ERA. Σε ημέρα που μαζεύει τουλάχιστον δύο τρία ακόμα δυνατά πακέτα σε άλλους χώρους των Αθηνών, ας δούμε πως θα ανταποκριθεί το τόσο σπουδαίο αυτό fest. Χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις, περνάμε στο ψητό, γιατί είδαμε ωραία πράγματα εχθές!

5:50 οι Ιταλοί BLAX, ανεβαίνουν στο σανίδι. Το gothic rock ύφος που παίζουν μου θύμισε τις αντίστοιχες πιο “ροκάδικες” στιγμές των PARADISE LOST/SENTENCED, με σημείο αναφοράς να είναι μεταγενέστερες μπάντες όπως οι THE 69 EYES. Εύσημα για τα τριπλά δεύτερα φωνητικά που ακούγονταν όπως έπρεπε, προσδίδοντας μια ωραία hard rock χροιά στα ρεφρέν του υλικού τους. Πάντα μου κάνει εντύπωση όμορφη, το πως εναρμονίζονται οι φωνές σε τέτοιο ύφος. Ο ήχος ήταν με το μέρος τους, ενώ ο λιγοστός κόσμος άρχισε σιγά σιγά να ανταποκρίνεται. Δύσκολος εκ των προτέρων ο ρόλος του συγκροτήματος που αναλαμβάνει να εκκινήσει το festival (συνήθως μπροστά σε λίγο κόσμο). Ωστόσο, εκείνοι επέδειξαν καλή διάθεση. Και αυτό μόνο πόντους δίνει στους γείτονες που μέσα σε όλα, πέταξαν και μια διασκευή στο “Psycho killer” που τραγούδησε ο κιθαρίστας εξ ολοκλήρου. Το τελικό πρόσημο ήταν θετικό, χωρίς να μου ανατίναξαν τον εγκέφαλο ή να με έστειλαν να πάρω σούμπιτος δίσκο τους. Ευχάριστο άνοιγμα, με περιθώρια βελτίωσης.

Μετά, ακολούθησαν οι δικοί μας AGNES VEIN. Δεν είχα πολύ μεγάλη επαφή να πω την αμαρτία μου με τους κυρίους, παρότι από το λίγο αυτό, μου φαίνονταν μια καθόλα σοβαρή και φυσικά δίκαια καταξιωμένη μπάντα, σε ένα δικό τους ιδιαίτερο μοτίβο. 20 και πλέον χρόνια είναι αυτά, με 3 full-length στην καριέρα τους (“Duality” – 2010, “Soulship” – 2013, “Deathcall” – 2021), αλίμονο. Με το που πάτησαν στις 6:40 το πόδι τους στη σκηνή, ήρθα αντιμέτωπος με το black/doom υβρίδιο τους, γεμάτο τσαμπουκά, όγκο και μπόλικα γκάζια για τα δεδομένα του festival και του γενικότερου ύφους του. Με έκαναν να γουρλώσω τα μάτια μου έκπληκτος με αυτό που άκουγα και μόνο κέρδος μπορεί να είναι για τους ίδιους αυτό. Να τονίσω πως είναι τριάδα, κάτι που κάνει αυτό το έργο ακόμα πιο δύσκολο. Τελικά, αυτό που λένε ότι οι σπουδαίες μπάντες φαίνονται στη σκηνή επάνω, είναι από τις μεγαλύτερες αλήθειες. Τα σέβη μου στους AGNES VEIN που κέρδισαν από νωρίς τις εντυπώσεις και δίχως υπερβολή ανέβασαν το πήχη της βραδιάς. Κάτι που το αναγνώρισε και το κοινό, χαρίζοντας τους ένα θερμότατο χειροκρότημα.

Στις 7:40 (έχοντας φτάσει στα 40 λεπτά απόκλιση από το αρχικό πρόγραμμα), οι Βούλγαροι OBSIDIAN SEA βρίσκονται στη σκηνή. Το πατροπαράδοτο doom metal τους που αγαπάει τους PENTAGRAM και τους TROUBLE δεν θα μπορούσε να λείπει σαν στυλ από τέτοιο festival, παιγμένο γουστόζικα και με πειθώ. Κοινό σημείο με τους AGNES VEIN, το γεγονός ότι είναι τριάδα, βγάζοντας τόσο ωραίο όγκο. Σημειώνεται επίσης, ότι έχουν μέσα σε 10 χρόνια δισκογραφίας, 4 full-length (“Between two deserts” – 2012, “Dreams, illusions, obsessions”- 2015, “Strangers”- 2019, “Pathos”- 2022), οπότε δεν τους λες και νεόκοπο ακριβώς συγκρότημα, μάλλον κάπου ενδιάμεσα. Η έντονη τζαμαριστή τους διάθεση, έφερε κοντά το κοινό σε εκείνους κι ας ήταν λιγομίλητοι. Χώρια που σε μια στιγμή κιόλας, γκάζωσαν φουλ χωρίς να το περιμένω και τους πήγαινε! Ξεχωριστή αναφορά πρέπει να γίνει στη φωνητική αρμονία μεταξύ μπασίστα και κιθαρίστα/τραγουδιστή, η οποία ανά στιγμές χρωμάτιζε όμορφα το όλο αποτέλεσμα.

Κάπου εδώ, το δικό μου κομμάτι της ανταπόκρισης ολοκληρώνεται και περνάω “πάσα” στον αγαπητό συνάδελφο Γιώργο Γκούμα προκειμένου να σας περιγράψει τα αποδέλοιπα και σπουδαία της βραδιάς.

Γιάννης Σαββίδης

Τι έχουμε αν βάλουμε στο μπλέντερ, Ελληνικό black, Ελληνική παραδοσιακή μουσική, Νορβηγικές ή/και Τευτονικές φολκλορικές μουσικές επιρροές, symphonic black και παγανιστική/μυθολογική θεματολογία; Λοιπόν, μας βγαίνουν οι AHERUSIA, αυτή η Αθηναϊκή μπάντα που από τα μέσα των 90s, έχει δώσει το δικό της στίγμα στην extreme σκηνή. ‘Έχουν καταφέρει με αξιοθαύμαστο τρόπο να ενώσουν το μακρινό μουσικό παρελθόν με το παρόν χωρίς να πέσουν στην παγίδα της γραφικότητας μιας και είναι φανερό ότι η γνώση τους σχετικά με την διατονική κλίμακα, την Βυζαντινή και την δημοτική μουσική, τους επιτρέπει να δημιουργήσουν μουσική που μας μεταφέρει νοερά από τα μέρη λατρείας και των μυστηρίων των αρχαίων Ελλήνων μέχρι τα τοπία της ατίθασης ομορφιάς του Ελληνικού κάμπου. Είναι άξιοι συνεχιστές μιας μακριάς γραμμής που ξεκίνησε από τους BATHORY και ENSLAVED και περνά από MOONSPELL (στις αρχές τους εννοείται), MOONSORROW, CRUACHAN, ELUVEITE και φυσικά από την τελευταία περίοδο των ROTTING CHRIST. Ήταν μια ατμόσφαιρα πανηγυριού (με την καλή έννοια) και το κοινό ανταποκρίθηκε με τον δέοντα τρόπο.

Oι Βορειοϊρλανδοί DARKEST ERA, τα βάζουν δύσκολα σε εμάς τους μουσικούς δημοσιογράφους όταν θελήσουμε να βάλουμε την μουσική τους σε μια κατηγορία γιατί έχουν λίγο από BATHORY, CANDLEMASS, IRON MAIDEN, Gary Moore (της εποχής του “Wild Frontier”) και PRIMORDIAL. Δεν είναι ούτε folk, ούτε doom, ούτε heavy… είναι όλα αυτά κι άλλα πολλά που ο καθένας θα ανακαλύψει από μόνος όταν κάτσει να ακούσει τα τρία LP τους. Οπωσδήποτε η Ιρλανδέζικη ψυχοσύνθεση και η ταραγμένη ιστορία του Σμαραγδένιου Νησιού έχει να κάνει με το αυξημένο επίπεδο μελοδραματισμού που διακατέχει την μουσική τους αλλά και η φωνή του τραγουδιστή τους είναι άκρως δυναμική, εκφραστική και δραματική, ένας συνδυασμός που μας κατέκτησε αναμφίβολα εκείνη την βραδιά.

Tο αποκορύφωμα της βραδιάς ήταν φυσικά η παρουσία επί σκηνής του Scott Weinrich “Wino” και της παρέας του, των OBSESSED, απ’ όπου μπροστά στα μάτια των κάπου διακοσίων ατόμων, ξεδιπλώνονταν μεγάλο μέρος της ιστορίας του αμερικάνικου doom. Η βραδιά ήταν ξεχωριστή για τον Wino γιατί όχι μόνο έπαιζε για πρώτη φορά στην Ελλάδα με την μπάντα του (ήδη μας είχε επισκεφτεί στο παρελθόν με τους SAINT VITUS) αλλά και γιατί, αν δεν κάνω λάθος, γιόρταζε και τα γενέθλιά του. Με ένα σπαστό “Καλησπέρα Αθήνα” ξεκίνησε με το “Sodden Jackal”, από τις πρώτες επίσημες ηχογραφήσεις doom επί Αμερικανικού εδάφους (με εξαίρεση τους PENTAGRAM), το 1983 μιας και TROUBLE και “The song is at the bottom of the bottle” θα κυκλοφορούσαν τις πρώτες επίσημες ηχογραφήσεις τους το 1984). Η αλήθεια είναι ότι η φωνή του Wino ακουγόταν λίγο εξασθενημένη αλλά από το δεύτερο τραγούδι και μετά, η φωνή του ανέκαμψε οπότε μπορέσαμε να απολαύσουμε κλασσικά κομμάτια όπως “Climate of Despair”, “Hiding Mask”, “Streetside”, “Punk Crusher” και “Blind Lightning”. Αν και ήταν headliners, είχαν στην διάθεση μόνο μια ώρα οπότε δεν υπήρχε χρόνος για πολύ μπλα μπλα (αυτό έτσι κι αλλιώς θα γίνονταν την επόμενη μέρα). Μόνο πριν το “Streamlined”, o Wino μας είπε ότι είχε δει μια chopper μηχανή σταθμευμένη έξω από την σάλα, κι επειδή για εκείνον, είναι μια έκφραση του μη τιθασευμένου πνεύματος, μας προέτρεψε να αγωνιστούμε και να υπερασπιστούμε για αυτά που πιστεύουμε. Επίσης πριν το “Stoned back to the bomb age”, όχι μόνο μας ανακοίνωσε ότι στα μέσα Φεβρουαρίου θα βγει ο καινούργιος δίσκος της μπάντας, ‘Gilded Sorrow’ (“ο καλύτερος δίσκος της καριέρας μας”, όπως υποστήριξε), αλλά μας εξήγησε ότι το κομμάτι (ο τίτλος είναι μια παραλλαγή της φράσης που πρωτοείπε ο George W. Bush, Bomb Back to the Stone Age, για να περιγράψει γραφικά τους σφοδρούς Αμερικανικούς βομβαρδισμούς) είναι σχετικά με τα “war pigs” (αναφορά στους BLACK SABBATH εδώ) που εδρεύουν στην Ουάσιγκτον αλλά και σε όλο τον κόσμο γενικώς. Ο Wino δεν διστάζει ποτέ να εκφέρει την καθόλου κολακευτική γνώμη που έχει για το Αμερικανικό και διεθνές πολιτικό κατεστημένο. Με το “Lost Sun Dance”, το κύριο μέρος της συναυλίας τελείωσε και για τα μπιζ μας χάρισαν τα “Tombstone Highway” και ”Brother Blue Steel”. Προσωπικά θα ήθελα άλλη μισή ώρα για να χορτάσω πραγματικά την μουσική τους αλλά τουλάχιστον μπορώ να πω ότι ήμουν αυτόπτης μάρτυρας της πρώτης επίσκεψης των ΟBSESSED στην Ελλάδα.

ΚΥΡΙΑΚΗ 1/10
Μέσα σε μια προφανώς πιο χαλαρή, οικογενειακή θα έλεγα ατμόσφαιρα (με το λιγοστό κοινό καθισμένο σε καρέκλες), η δεύτερη μέρα του φεστιβάλ ήταν ολοκληρωτικά αφιερωμένη στον Wino. Το πρώτο μέρος ήταν μια σύντομη ακουστική εμφάνιση του όπου μας έπαιξε κομμάτια από τους acoustic προσωπικούς δίσκους του που βγάζει από το 2010 και μετά. Ακούστηκαν κομμάτια όπως “I Don’t Care”, “Old And Alone” (αφιερωμένο στην πρώην σύζυγό του με τον τίτλο να είναι αυτό που της εύχεται να της συμβεί), “The song is at the bottom of the bottle” (αφιερωμένο στον μπασίστα των SAINT VITUS, Mark Adams που πέθανε φέτος από Parkinson), “Hold On Love” αλλά και ένα που όπως μας ανακοίνωσε ήταν καινούργιο και το έπαιζε ζωντανά για πρώτη φορά: “Bury Me in Texas” (ενδιαφέρουσα η ιστορία του τραγουδιού που το εμπνεύστηκε όταν επισκέφτηκε ένα μουσείο εκεί και ανάμεσα στα εκθέματα ήταν και το κρανίο ενός μικρού παιδιού με την τρύπα από το βέλος που το σκότωσε να είναι εμφανής στο μέτωπό του). Ατμόσφαιρες που συναντούμε σε δίσκους των Neil Young, Townes Van Zandt, Crosby Still & Nash, και πιο γενικά αυτό που ονομάζεται Americana, γέμισαν την σάλα για κάπου σαράντα λεπτά.

Μετά ακολούθησε το Q & A session μαζί με την σκηνοθέτη και σύντροφο του Wino, Sharlee Patches, σχετικά με το ντοκιμαντέρ “Wino: The Documentary”. O Wino από την πλευρά του, μας χάρισε συμπαθητικές ιστορίες μαζί με τον Lemmy, όπως όταν προσπάθησε να του πουλήσει ένα γαλόνι, αν δεν κάνω λάθος, του Β’ΠΠ για εκατό δολάρια, αλλά ο Lemmy, που ήταν ειδικός και συλλέκτης στρατιωτικών αντικειμένων εκείνης της περιόδου, έβγαλε αμέσως έναν κατάλογο και διαπίστωσε ότι το γαλόνι δεν άξιζε παρά μόνο είκοσι δολάρια.
Η ιδέα για το ντοκιμαντέρ δημιουργήθηκε όταν το ζευγάρι ταξίδεψε από το  Μέριλαντ στο Τέξας για να παραλάβει μια custom-made μηχανή. Η Sharlee σκέφτηκε ότι αφού κατά την διαδρομή θα περνούσαν από μέρη όπου έμεναν διάφοροι φίλοι και συνεργάτες του Wino, θα ήταν μια καλή ιδέα να τους κάνει και από μια συνέντευξη σχετικά με τον Wino. Στα 105 λεπτά του φιλμ, βλέπουμε πώς γνωστοί και φίλοι του εξυμνούν: “Πρώτα έχουμε τους SABBATH, μετά τον Wino, και μετά όλους τους υπόλοιπους”, λέει ένας φαν… εμ, εντάξει φίλε. Έχουμε όμως και ανθρώπους όπως ο  Bobby Liebling των PENTAGRAM, Jimmy Bower (EYEHATEGOD, DOWN), Pepper Keenan (CORROSION OF CONFORMITY, DOWN), Phil Anselmo (PANTERA, DOWN), Henry Rollins, Dave Grohl και Ian Mackaye ( MINOR THREAT, FUGAZI) που μας δίνουν (από αρχειακές συνεντεύξεις) με έναν πιο συγκρατημένο τρόπο τους λόγους που θαυμάζουν τον Wino.

Οι συνεντεύξεις και οι σκηνές από το μακρινό ταξίδι (όπου ο Wino βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει ελεύθερα και για κάποιες από τις πολιτικά μη ορθές, ακόμα και συνομοσιολογικές, ιδέες του) συνδυάζονται με σκηνές αρχείου από ζωντανές εμφανίσεις, εικόνες όπου πυροβολεί με όπλα, παίζει μουσική στο σπίτι με τα τρία παιδιά του (που εμφανισιακά τουλάχιστον είναι το ακριβώς αντίθετο του πατέρα τους), σνιφάρει κόκα (αν και ισχυρίζεται ότι τα ναρκωτικά ανήκουν στο παρελθόν), κι άλλα πολλά. Η τελευταία σκηνή με τον Wino να χάνεται καβάλα στην καινούργια μηχανή του είναι το ταιριαστό τέλος για ένα ντοκιμαντέρ που αν και μπορεί να γίνεται καμιά φορά κουραστικό, είναι από την άλλη μια συμπαθητική μορφή μαρτυρίας της αξίας του ως μουσικού αλλά και, γιατί όχι, ενός στοχαστή που δεν μασάει τα λόγια του και ζει με τους δικούς του όρους.

Γιώργος Γκούμας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here