FIREWIND: Still raging – 20th anniversary show (Gagarin205, 30/9/2022)

0
520












 

Με τον Κώστα τον Καραμητρούδη, τον Gus Karamitroudis ή τον Gus G., όπως θες τον λες, «μεγαλώνουμε» παρέα. Τον πρωτάκουσα το 2002, όταν και κυκλοφόρησε το ντεμπούτο Between Heaven and Hell από την Leviathan Records του θεού David Chastain. Ακόμη θυμάμαι έναν συμμαθητή μου τότε, τον Παναγιώτη, να έρχεται με το CD στο χέρι και να λέει στους υπολοίπους της παρέας «φέρτε άδεια CD να σας το γράψω, πετύχαμε διαμάντι!». Δεν είχε πέσει στα χέρια μας ακόμη το ντεμπούτο των MYSTIC PROPHECY (o Λιαπάκης έδωσε πρώτος απ’ όλους φανέλα βασικού στον Gus, για να αποδώσουμε τα του Καίσαρος των Καίσαρι), ούτε το αντίστοιχο των DREAM EVIL (αυτοί εξάλλου έκαναν το break το 2004, πιο πριν τους αγνοούσαμε), οπότε για τη δική μας μεταλλοπαρέα, το riff-πυγμαχικό κροσέ του ομώνυμου τραγουδιού που άνοιγε το “Between…” ήταν το πρώτο «Καραμητρούδικο» πράγμα που ακούσαμε ποτέ.

Δε χρειάζεται να πούμε αν ο Παναγιώτης έπεσε μέσα στις προβλέψεις του, έτσι δεν είναι; Η καριέρα του Κώστα εκτοξεύτηκε, τόσο με τους FIREWIND όσο και με τις κατά καιρούς συνεργασίες του, ο ίδιος εξελίχθηκε σε έναν πραγματικό guitar hero και μπορεί κανείς εύκολα να πει πως είναι η πλέον αναγνωρίσιμη ελληνική metal persona στον κόσμο, χωρίς να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Δεν ξέρω βασικά πως αλλιώς να τον χαρακτηρίσω, όταν έχει σταθεί ως axeman στο πλευρό του Ozzy. Υπάρχουν και άλλες προσωπικότητες οι οποίες απολαμβάνουν τίτλων και επαίνων, ξέρουμε πολύ καλά ποιες είναι, αλλά υπό διαφορετικές καταστάσεις και ούσες διαφορετικές περιπτώσεις. Εδώ, μιλάμε για μια μοναδική κατηγορία.

Fast forward στο σήμερα, όπου οι FIREWIND γιορτάζουν τα είκοσι χρόνια τους, με ένα επετειακό show. Ούτε ο ίδιος ο Κώστας δεν το περίμενε αυτό, όπως μας εκμυστηρεύτηκε από μικροφώνου. Το Gagarin 205, ιδανικός χώρος για τη γιορτή αυτή και η μεγάλη ουρά επί της οδού Λιοσίων, αρχικά για το οργανωμένο “meet ‘n’ greet” και εν συνεχεία για την παραλαβή των εισιτηρίων, η καλύτερη απόδειξη του, εδώ και χρόνια καθιερωμένου, παγιωμένου, υψηλού status του group. Λαός πολύς λοιπόν στο club, με τις χαιρετούρες, τα «πηγαδάκια» στις κατά τόπους παρεούλες και φυσικά την ανυπομονησία, όλα αυτά τα όμορφα και αναντικατάστατα δηλαδή που συμβαίνουν πριν από κάθε συναυλία, να δημιουργούν μια ωραία ατμόσφαιρα, μέχρι να δείξει το ρολόι 22:00 και οι πρώτες νότες του “Welcome to the empire”, να δονήσουν την ατμόσφαιρα, μαζί με τις ιαχές του κόσμου.

Τους FIREWIND τους έχω δει αρκετές φορές «ζωντανά». Κύτταρο, Fuzz, Schoolwave, με τους SCORPIONS κλπ… πάντοτε «έπιαναν» το ανώτερο δυνατό επίπεδο απόδοσης, πάντοτε εξαργύρωναν στο έπακρο τα χρήματα του θεατή. Πέντε χρόνια μακριά από τους οπαδούς τους ήταν πολλά η αλήθεια είναι, αλλά με το «έμπα» του προσωπικού all-time favorite του γράφοντος, “I am the anger”, φάνηκε πως η τετράδα θέλησε να τα καλύψει γρήγορα και με τον ενδεδειγμένο τρόπο. Ποιος είναι αυτός; Μα ποιος άλλος… Να παίξει σύμφωνα με τις δυνατότητές της. Τετράδα, ε; Χμ… ήταν η πρώτη φορά που θα έβλεπα τη μπάντα με αυτήν την σύνθεση και δεν ήξερα τι να περιμένω, ήμουν σχετικά «μαγκωμένος». Όσο προχωρούσε το live κατέληξα στο συμπέρασμα πως άλλες φορές η απουσία πέμπτου μέλους δεν στοίχιζε, αλλά υπήρξαν και αυτές που ήταν εμφανής. Ωστόσο, τελικώς, η πλάστιγγα έγειρε προς το θετικό πρόσημο.

Μιας και μιλάμε για μέλη, ήταν και η πρώτη φορά που βλέπαμε ως frontman τον Herbie Langhans, βετεράνο της σκηνής με προϋπηρεσία μεταξύ άλλων στους SINBREED, SEVENTH AVENUE, RADIANT και THE LIGHTBRINGER OF SWEDEN. Παρατήρηση πρώτη: ο Herbie είναι ένας ικανότατος frontman, έχει πολύ καλή επαφή με το κοινό και ξέρει ακριβώς τι πρέπει να κάνει για να το κερδίσει, χωρίς να γίνεται υπερβολικός. Παρατήρηση δεύτερη: είναι πολύ καλύτερος στις μεσαίες και χαμηλές οκτάβες, έχει μια πολύ καλή, «μπρούσκα» φωνή, υστερεί στις ψηλές αλλά ξέρει και καλύπτει την αδυναμία του αυτή μαεστρικά. Παρατήρηση τρίτη: επί σκηνής, ακούς αυτό που ακούς και στα albums του. Τη δική του φωνή και όχι ένα ψεύτικο, «ρυθμισμένο-κουρδισμένο» αποτέλεσμα. Παρατήρηση τέταρτη: ο Herbie είναι ένα ακόμη παράδειγμα hard rock τραγουδιστή, που τραγουδά power metal, καταδεικνύοντας το προφανές – πως κάθε ικανός hard rock τραγουδιστής μπορεί να σταθεί σε power metal μπάντα. Ισχύει και η αντίθετη περίπτωση, να ξέρεις. Κάθε καλός power metal τραγουδιστής, μπορεί να ερμηνεύσει επάξια hard rock υλικό.

Τι μου άρεσε γενικά στην συναυλία; Καταρχάς είχε, μετά το δεύτερο τραγούδι, πάρα πολύ καλό ήχο. Έπειτα, η μπάντα σε απόδοση σάρωσε. Για τον Herbie τα είπαμε, για τον βιρτουόζο Gus δε χρειάζεται να πούμε κάτι, οπότε τα επόμενα εύσημα τα παίρνει το super rhythm section των Χριστοδουλίδη/Nunez. Ο πρώτος, με ένα συνεχές χαμόγελο στο πρόσωπο, «βράχος», στήριζε, κρατούσε ισορροπίες, «γέμιζε» τον ήχο. Ο δεύτερος, υπόδειγμα και παράδειγμα ταχυδυναμικού drummer, αθλητικού, με άψογη φυσική κατάσταση, πήγαινε το συγκρότημα «τραίνο». Επίσης, το θετικότερο όλων είναι πως το κοινό αποτελείτο από ένα πραγματικό «μωσαϊκό» ηλικιών, όπου οι «γεροντάρες» σαν του λόγου μου (οι «γεροντάρες» λέω Σάκη Φράγκο και Σάκη Νίκα, όχι οι βοηθοί του Νώε όταν έφτιαχνε την Κιβωτό) στέκονταν πλάι-πλάι με πολλά παιδιά κάτω των 25 ετών ως και μαθητές σχολείου. Πάθος, συμμετοχή, παλμός και σε φάσεις… χαμός, στο σημείο όπου ενώνονται το αμερικανικό με το σουηδικό power metal, το neoclassical του Yngwie με αυτό του Chastain και ο Gary Moore με τον Uli Jon Roth.

Τι δε μου άρεσε; Όταν λες πως θα κάνεις επετειακό show για τα 20 χρόνια σου και αφήνεις να εννοηθεί πως αυτό θα έχει ένα “best of” set (εκτός αν δεν το εννόησες οπότε mea culpa), θεωρώ πως πρέπει να τηρήσεις την υπόσχεσή σου. Αντ’ αυτού, ακούσαμε 20 τραγούδια, εκ των οποίων τα έξι ήταν από το πιο πρόσφατο Firewind, τρία από το προηγούμενο Immortals(εννέα δηλαδή ήδη), από τα καλύτερά σου χρόνια που είναι κατά γενική ομολογία η περίοδος 2006-2010 ακούστηκαν μόλις πέντε (5) στο σύνολο, τέσσερα από τους δύο πρώτους δίσκους και ένα από το Few against many, με το Forged by fire να αγνοείται πλήρως. Foul. Επίσης, γιατί να παιχτεί το “Maniac” του Michael Sembello και όχι μια ακόμη δική σου σύνθεση; Ναι, ξέρω, κομματάρα το αυθεντικό, πάρα πολύ καλή η διασκευή, ο κόσμος ξεσάλωσε και χαρίστηκε μια party νότα, αλλά… αλλά. Και τέλος, ήμαρτον, είμαστε στο 2022, για ποιον ακριβώς λόγο ακούμε solo drums; Να κάνουν παύση οι SCORPIONS, το καταλαβαίνω. Να κάνουν οι JUDAS PRIEST, το δέχομαι. Meine-Halford «περπατάνε» προς τα 75, θέλουν ανάσες. Ποια η χρησιμότητα ενός solo τυμπάνων, μετά από μόλις 35 λεπτά show, από μια μπάντα με ιδανικό ηλικιακό μέσο όρο; Για να ξεκουραστεί ο 47χρονος Langhans, o οποίος μάλιστα είχε ήδη «ζεσταθεί» για τα καλά; Ή για να κάνει επίδειξη ο Nunez; Θες καλύτερη επίδειξη από την ξέφρενη απόδοσή του, καθ’ όλη τη διάρκεια του live;

Η βραδιά έκανε limit up στις back to back δυάδες των “I am the anger” – “Head up high” και “Overdrive” – “Mercenary man”, στο “Allegiance”, στο “Maniac” και κλασσικά στο “Falling to pieces”. Οι παλαιότεροι εξ ημών «κεντρίστηκαν», όπως ήταν αναμενόμενο, κατιτίς περισσότερο στα κομμάτια της «Παπαθανασίου και πίσω» περιόδου, με τα οποία γνώρισαν και αγάπησαν τη μπάντα, οι νεότεροι έδειχναν να τα ξέρουν όλα. Βάση δόθηκε στα hits και δεν ακούσαμε πολλές σπουδαίες «β’ γραμμής» συνθέσεις, αλλά κι εγώ που το γράφω, ξέρω πως πάντα θα προτιμάται το εκάστοτε “Mercenary man” από το εκάστοτε “Circle of life”, επί παραδείγματι. Στο “Maniac” δεν περίμενα τέτοια ανταπόκριση από πλευράς κοινού. Το ευχαριστήθηκε στο έπακρο. Άρα, να υποθέσω πως έχουμε ξεπεράσει τα σύνδρομα του παρελθόντος και δε μιλάμε πια για “guilty pleasures”, ε;

Εν κατακλείδι, ήταν μια πάρα πολύ καλή βραδιά, όχι επετειακή για τα 20στα γενέθλια του group, αλλά για την προώθηση του “Firewind”. Βγήκαμε από το Gagarin205 με παραπάνω από καλές εντυπώσεις, θαρρώ πως αναγνωρίσαμε όλοι την πολύ καλή διοργάνωση (υπόδειγμα) και μακάρι να βλέπαμε πάντα και μόνο τέτοιες συναυλίες, κι ας ερχόταν μετά κάποιος λεπτολόγος σαν τον γράφοντα, να «γκρινιάξει».

Ανταπόκριση: Δημήτρης Τσέλλος

Φωτογραφίες: Πέτρος Καραλής

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here