Για τους HORIZON’S END το έχω πει και θα το ξαναπώ και δω: πρόκειται για το, επί εικοσαετία και βάλε, αγαπημένο μου ελληνικό συγκρότημα. Πρόκειται επίσης για ένα καλτ συγκρότημα του οποίου το εκλεκτικό prog γράφτηκε ανεξίτηλα στη ψυχή μου και σίγουρα πολλών ακόμα. Δυστυχώς, στα πρώιμα 00s, ύστερα από το δεύτερο τους άλμπουμ “Concrete surreal”, εξαφανίστηκαν έως ότου το 2019 εμφανίστηκαν κάποια νέα single. Η είδηση αυτή έβγαλε από μέσα μου έναν παιδικό ενθουσιασμό, λες και ήμουν πάλι 15 χρονών και άκουγα για πρώτη φορά το ντεμπούτο, “Sculpture on ice” που μου είχε προκαλέσει την ίδια εντύπωση με ένα 90s DREAM THEATER. Τέτοια είναι η λατρεία μου για τους HORIZON’S END που όταν γράφω για τη μπάντα πρέπει να προσέχω να μην παρασύρομαι και ακούγομαι σαν οπαδός και μόνο. Το τρίτο λοιπόν άλμπουμ της μπάντας του πιανίστα και κύριου συνθέτη Σάκη Μπαντή, το πολύ καλό “Skeleton keys”, με έπιασε εξαπίνης και ανανέωσε το ενδιαφέρον μου για το συγκρότημα που είχε αρχίσει να κάνει ένα αρκετά φανερό άνοιγμα προς το συμφωνικό power metal, με το εκλεκτικό SIEGES EVEN meets DREAM THEATER prog να έχει έναν δευτερεύοντα ρόλο. Με το καινούργιο τους και πρώτο concept άλμπουμ “The great destroyer”, το άνοιγμα αυτό είναι σχεδόν απόλυτο. Αυτό που μένει να διαπιστωθεί είναι αν είναι όντως ένα εντυπωσιακό άλμπουμ και κατά πόσο είναι αντιπροσωπευτικό των HORIZON’S END όπως τους ξέραμε. Οφείλω λοιπόν να ομολογήσω πως αρχικά εξεπλάγην αφού δεν περίμενα ν ακούσω ένα συμφωνικό power/prog με μια διάχυτη 90s αύρα (τα τύμπανα ακούγονται σαν βγήκαν από το “Images & words”). Για το λόγο αυτό, μου πήρε πραγματικά πολλές ακροάσεις για να διαπιστώσω πως μιλάμε πέρα για πέρα για ένα HORIZON’S END άλμπουμ και ένα, εν γένει, ποιοτικό άλμπουμ που φανερώνει μια εξέλιξη.
Το άλμπουμ, που διηγείται την τραυματική εμπειρία του πολέμου και της προσφυγιάς ιδωμένη από τα μάτια παιδιών, αρχίζει κυριολεχτικά ακριβώς από κει που έκλεισε το “Skeleton keys” με το μεγαλειώδες εικοσάλεπτο “Be” και ένα ξεσηκωτικό εμβατήριο. Το εναρκτήριο “Damaged” λοιπόν συνοψίζει την προσωπικότητα του νέου δίσκου: ότι πιο μελωδικό και μελαγχολικό έχει γραφτεί από τους HORIZON’S END αλλά παράλληλα ορμητικό, με δυναμικές lead κιθάρες και ένα ορχηστρικό πλαίσιο που καθιστά το “The great destroyer” το metal soundtrack της ιστορίας των σύγχρονων ξεριζωμένων. Οι μελωδίες εδώ είναι πραγματικά θρηνητικές αλλά και απαλές και είναι φανερό πως ο Μπαντής είχε υπόψη του το ευαίσθητο θέμα που πραγματεύονται οι στίχοι. Απ’ αυτή την άποψη, δίπλα στις κιθάρες και τα εκρηκτικά σόλο, σημαίνοντα ρόλο έχουν το πιάνο και τα πλήκτρα που προσδίδουν το συμφωνικό/ορχηστρικό χρώμα με πολλές νύξεις στο σύμπαν του Χατζηδάκη, γεγονός που τοποθετεί το “The great destroyer” δίπλα στο τελευταίο πολύ όμορφο άλμπουμ των Ελλήνων JARGON (τσεκάρετε τους οπωσδήποτε). Τέλος, τα φωνητικά, που πρωταγωνιστούν περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο άλμπουμ των HORIZON’S END, και όντας πιο πολυεπίπεδα από πριν, διηγούνται το concept με μαεστρία. Παράλληλα, δεν απουσιάζει η θεατρικότητα στην ερμηνεία αλλά και στη μουσική γενικά με τα πλήκτρα συχνά να ηγούνται σαν σ’ ένα σκοτεινό μιούζικαλ ενός Τιμ Μπάρτον, με τις επιρροές από Danny Elfman να κάνουν μπαμ. Όντως, κάποια κομμάτια έχουν γραφτεί εν μέρει σε ρυθμό βαλς πάνω απ’ το οποίο η φωνή του Βασίλειου Τοπαλίδη ζωντανεύει μυστήριους χαρακτήρες σαν σ ένα σκοτεινό τσίρκο. Αυτό που θέλω να πω είναι πως οι HORIZON’S END σήμερα ακούγονται πιο κοντά σ’ ένα soundtrack ύφος με πολλά power metal στοιχεία. Τα ρεφραίν είναι πιασάρικα, σε φάσεις pop (αν αφαιρέσεις το πολύπλοκο μουσικό περιτύλιγμα), γεγονός που με πάει μακριά από το prog σ ένα πιο φιλικό προς τον ακροατή power metal αλλά σίγουρα ένα που δεν μειώνει τη νοημοσύνη του.
Μη νομίζετε όμως πως το prog ξαφνικά χάθηκε από το λεξιλόγιο της μπάντας. Κάθε άλλο. Ειδικά στα πιο mid tempo κομμάτια και ειδικότερα στα instrumental σκέλη γίνεται ένας χαμός από εναλλαγές σε μέτρο και διάθεση, μελωδίες και σόλο. Άσε που ο μέσος όρος διάρκειας είναι γύρω στα εφτά λεπτά, επομένως εννοείται πως οι HORIZON’S END δεν άλλαξαν άρδην μουσικό είδος. Αλλά, το τονίζω, με τραγούδια όπως τα δυναμικά “Nightmares” και “Catalyst of fear” ή τον power metal δυναμίτη “They will rise again”, ο νους πάει αρκετά μακριά από τα δύο πρώτα άλμπουμ. Πώς να μην το χαρώ όμως με έπη όπως τα “Voices from the sea” (ανατριχίλα με την αναφορά στον Alan Kurdi) ή το τόσο άρτια γραμμένο και κολλητικό “Postcards of war” με το ρεφραίν που παίζει για μέρες στο κεφάλι μου;
Αυτό που μένει να ειπωθεί επομένως είναι πως οι HORIZON’S END έχουν κάνει ένα εντυπωσιακό comeback στα 2020s, με σημαία την ανανέωση αλλά και με πίστη σ’ αυτό που τους κατέστησε ένα σημαντικό όνομα στην εγχώρια prog σκηνή. Μην χάσετε την ευκαιρία να τους τιμήσετε και ανακαλύψετε εκ νέου.
8 / 10
Φίλιππος Φίλης