MANOWAR – “Kings of metal” – Worst to best

0
1856

Για το “Kings of metal”, το τελευταίο δημιούργημα της «χρυσής σύνθεσης» του group (Adams, DeMaio, Friedman, Columbus) θα έχεις διαβάσει πάρα πολλά. Τόσο από ανθρώπους που έχουν τη μπάντα στο αίμα τους όσο και από άλλους, που έχουν τόσο πολύ αφομοιώσει τη μουσική της, όσο εγώ μπορώ να χωνέψω τα ρεβίθια. Συνεπώς, δε με χρειάζεσαι για να σε κατατοπίσω ως προς αυτό. Εγώ είμαι εδώ, για να σε παρασύρω στο γνωστό μας παιχνιδάκι και να βάλω σε σειρά, από το χειρότερο στο καλύτερο, τα τραγούδια του.

Πριν όμως παίξουμε, αξίζει να αναφέρουμε πάλι πως πριν το “Fighting the world”, οι MANOWAR ήταν μια club tour μπάντα. Εκείνος ήταν ο δίσκος που τους ανέβασε κατηγορία εμπορικά, εκεί ο αρχηγός Joey DeMaio έπαιξε όλα του τα χαρτιά για να κάνει τη μπάντα του μια “arena band”. Δεν το κατάφερε (θα το κατάφερνε αρκετά χρόνια μετά, εκεί που δεν το περίμενε κανείς, ούτε καν ο ίδιος), αλλά ο δίσκος εκείνος σηματοδότησε την αλλαγή πορείας του group. Το “Kings of metal” που ακολούθησε, κράτησε τις εμπορικές πτυχές του προκατόχου του ανέπαφες, αλλά παράλληλα ανέβασε αρκετά τον χαμηλωμένο, εκείνη την εποχή, πήχη του επικού συναισθήματος. Όχι, δεν ξανακούσαμε “Bridge of death” και “Mountains”, η επική αλλαγή όμως ήταν φανερή.

Ας τα βάλουμε κάτω λοιπόν κι ας δούμε τα γούστα μας. Ποιο είναι το καλύτερο τραγούδι δω μέσα; Ποιο το χειρότερο; Ποιο το υποτιμημένο ίσως; Όλα στο ζύγι! Και επειδή εννοείται θα εμφανιστεί πάλι κάποιος φανατικός και θα γράψει το γνωστό «δεν υπάρχει worst σε αυτόν τον δίσκο», θα τον παρακαλούσα να μας εξηγήσει πως γίνεται να είναι ισάξια, ως τραγούδια, τα “Wheels of fire” και “Heart of steel”, ας πούμε. Αυτά. Προσδεθείτε.

The “Kings of metal” countdown:

  1. “Pleasure slave” (5.38)
    “Woman, be my slave, chained unto my bed/Woman, be my slave, begging to be fed…”

Κάποτε νόμιζα πως επρόκειτο για τραγούδι – φάρσα. Όταν διαπίστωσα πως οι MANOWAR, βασικά, ο DeMaio, παίζει και να τα εννοούσε αυτά που έγραφε, δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Από τα χειρότερα τραγούδια του group, από τα χειρότερα τραγούδια μεγάλου – ιστορικού συγκροτήματος, ένας έπος μουσικής και στιχουργικής βλακείας. «Τυχεροί» οι οπαδοί στις Η.Π.Α, το «απόλαυσαν» ως επιπλέον τραγούδι στην αμερικανική έκδοση του album. Έχω γράψει έξι γραμμές, μόλις πέρασα στην έβδομη και θεωρώ πως ο αρχισυντάκτης μου ΟΦΕΙΛΕΙ να μου δώσει επίδομα ανθυγιεινής εργασίας. Επίσης δεν ξέρω αν πρέπει να κλάψω ή να γελάσω, με κάποια θετικά σχόλια που έχουν υποπέσει στην αντίληψή μου, περί της εν λόγω φόλας. Το έχουν διασκευάσει οι A SOUND OF THUNDER (με αλλαγμένους, φεμινιστικούς στίχους και μια τύπισσα που σκούζει) και κατάφεραν να το κάνουν ακόμη χειρότερο. Εύγε!

  1. “Sting of the bumblebee” (2.49)
    «Βζζζζζζζ βββζζζζζζζ ββζζζ…»

Ο σπουδαίος Νικολάι Ρίμσκι-Κόρσακοφ (Ρωσικά: Николай Андреевич Римский-Корсаков, 1844 – 1908) ήταν ένα από τα μέλη της Ομάδας των Πέντε, μαζί με τους Μίλι Μπαλάκιρεφ (1837 – 1910), Αλεξάντρ Μποροντίν (1833 – 1887), Σεζάρ Κούι (1835 – 1918) και Μοντέστ Μουσόργκσκι (1839 – 1881), μιας ομάδας συνθετών που επεδίωκε την ανεξαρτησία της ρωσικής μουσικής από τα δυτικότροπα πρότυπα, θέλοντας να δημιουργήσει ένα αυθεντικό, πραγματικά ρωσικό μουσικό ύφος. Δεν είναι της παρούσης και δε μας παίρνει ο χώρος και ο χρόνος για να επεκταθούμε, μιλώντας για τα αριστουργήματα που συνέθεσε η παραπάνω ομάδα, οπότε ας μείνουμε στον Κόρσακοφ και στο έργο του «Η ιστορία του τσάρου Σαλτάν» (Ρωσικά: “Сказка о царе Салтане”). Στην όπερα αυτή, μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης σκηνής της τρίτης πράξης, παρεμβάλλεται ένα ιντερλούδιο με τίτλο Flight of the bumblebee, όπου ο συνθέτης θέλησε να «πιάσει» τον τρόπο με τον οποίο πετά ένας βομβίνος, κοινώς ένας μπάμπουρας. Το ότι ο Joey δοκίμασε να το παίξει στο μπάσο, από μόνο του δείχνει πως είχε κότσια. O Joey, όχι ο μπάμπουρας. Και το ότι το αποτέλεσμα είναι αυτό που είναι, δείχνει πως ήταν, στα ντουζένια του, ένας καλός μπασίστας. O Joey, όχι ο μπάμπουρας.

  1. “Wheels of fire” (4.10)
    “Since the dawn of time, I’ve rolled across the earth…”

Ταχύτητα για την ταχύτητα, στίχοι παιδικοί και effects από μηχανές που μαρσάρουν και λάστιχα που «στριγγλίζουν» στην άσφαλτο, σε αυτό το πολύ γρήγορο μα ανούσιο κομμάτι. Η ακραία ερμηνεία του Eric Adams και το ψευτο-υμνικό refrain δεν σώζουν την κατάσταση. Οι MANOWAR έχουν αναπτύξει ταχύτητες με απείρως καλύτερα αποτελέσματα στο παρελθόν (“Kill with power”, “The oath”, “Black wind, fire and steel”), θα το έκαναν και στο άμεσο μέλλον (“Ride the dragon”, “The power of thy sword”, “Death Hector’s reward”, “The glory of Achilles”). Βαρετό τότε, βαρετό και τώρα.

  1. “Kings of metal” (3.43)
    “Other bands play, Manowar kill!”

Καλά, ότι το κομμάτι «φωνάζει» πως κατά πλειοψηφία ανήκει στον Ross the Boss, δε χρειάζεται ιδιαίτερη εξήγηση. Απλά ακούμε το εντελώς hard rock riff του και αυτό ήταν, πειθόμαστε. Συναυλιακό ως το κόκκαλο, είναι ένα προσωπικό manifesto από πλευράς συγκροτήματος, για το ποιοι είναι και τι «καπνό φουμάρουν». Αν είσαι νέος στη μουσική αυτή και συνάμα νέος ηλικιακά εν έτει 2023 δεν θα σε «πιάσει», αστείο θα το βρεις. Αλλά για τη δική μου γενιά και πίσω, τέτοια κομμάτια και τέτοιοι στίχοι έχουν σημαντικό μερίδιο ευθύνης για το ότι γίναμε… ό,τι γίναμε, τέλος πάντων. Στα live της μπάντας δεν λείπει με τίποτα, προσωπικά το ευχαριστιέμαι πάρα πολύ και σίγουρα θα με δεις να ουρλιάζω μαζί με τον Eric

“We’re the kings of metal comin’ to town, when we light up have the roof nailed down/Don’t try to tell us that we’re too loud, ‘cause there ain’t no way that we’ll ever turn down/They wanna keep us down but they can’t last…”

Μην το πεις όμως του Νίκα και του Φράγκου, γιατί έχω τη φήμη του ελιτιστή και άτεγκτου και δε με συμφέρει.

  1. “Kingdom Come” (3.56)
    “Rays of power shining, rays of magic fall…”

Κάπου εδώ ξεκινούν τα πραγματικά ΚΑΛΑ τραγούδια του “Kings of metal”. “Kingdom come” λοιπόν και… ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟΣ Adams! Πιάνει το τραγούδι από το χέρι και το στέλνει στα Ουράνια. Διαμαντάκι το απλούστατο αλλά τόσο ωραίο solo του Ross. Η «Βασιλεία των Ουρανών» που υμνείται εδώ μπορεί να έχει διπλή ανάγνωση. Από την μία μπορεί να σημαίνει την καθιέρωση της μπάντας ως παγκόσμια υπερδύναμη, αφού μέχρι πριν λίγα χρόνια όλες τους οι περιοδείες ήταν “club tours”, από την άλλη μπορεί να σημαίνει την υλοποίηση των προσωπικών στόχων του καθενός. Το ότι αυτό το αριστούργημα έχει τόσα κομμάτια από πάνω του (κάτω του, όπως διαβάζεις το κείμενο βέβαια), σίγουρα φανερώνει πολλά για την αξία του δίσκου.

  1. “The crown and the ring (Lament of the Kings)” (4.46)
    “From a battle I’ve come, to a battle I ride, blazing up to the sky…”

Η πορεία ενός βόρειου πολεμιστή, από την πρώτη του μάχη μέχρι τον θάνατο και την είσοδο στη Valhalla. Εκκλησιαστικό όργανο, σωληνοειδείς καμπάνες, η ανδρική χορωδία Canoldir να τραγουδά στον καθεδρικό ναό του Αγίου Παύλου στο Birmingham και ο Adams. Ο A D A M S. Αυτά αρκούν για να δημιουργηθεί ένα υπέροχο, λυρικό διαμάντι, που έγραψε τη δική του ιστορία και συνεχίζει να τη γράφει, ως αναπόσπαστο outro όλων των MANOWAR συναυλιών. Πολύ ωραία και η επανεκτέλεση στο “Thunder in the sky”, με τη διατήρηση του αρχικού οράματος και την προσθήκη ηλεκτρικών οργάνων.

  1. “The warrior’s prayer” / “Blood of the kings” (4.20) (7.29)
    “On a crusade, the world we bring/Four kings of metal, four metal kings!”

Όταν άκουσα για πρώτη φορά το “Kings of metal”, ήμουν δεν ήμουν δεκατεσσάρων ετών. Και μάντεψε… από τότε έβρισκα το “The warrior’s prayer” χαζό. Συγγνώμη, αλλά η μάχη των τεσσάρων Βασιλιάδων του Metal (τα μέλη του group) και του Στρατού των Αθανάτων (οι οπαδοί) ενάντια στους Στρατούς του Κόσμου (όλοι οι υπόλοιποι δηλαδή) γέλιο μου προκάλεσε και όχι δέος. Ξεπερνώντας λοιπόν αυτήν την «εισαγωγή», φτάνουμε στο κυρίως κομμάτι.

Εντάξει, στιχουργικά το “Blood of the kings” δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο από πλευράς ποιότητας, καθώς ο DeMaio έχει ήδη απομακρυνθεί αρκετά από την λυρική γραφή και υιοθετήσει ένα πιο street metal στυλ. Αναγνωρίζουμε όμως την εξυπνάδα με την οποία παρουσίασε τα μέχρι τότε πεπραγμένα της μπάντας του: Δίσκους, τραγούδια, οπαδούς και τις χώρες από τις οποίες αυτοί προέρχονται. Μουσικά βέβαια είναι super, έστω κι αν έχει αδικαιολόγητα τραβηγμένο τελείωμα. Η αρχή του έχει «κάτι» από την αντίστοιχη του “Thor” και ο Eric είναι και με τη βούλα ο τραγουδιστής που τονίζει επιβλητικότερα όλων, στο metal, τη λέξη “king”. Χωρίς δεύτερη κουβέντα.

  1. “Hail and kill” (5.57)
    “Rip their flesh, burn their hearts, stab them in their eyes, rape their women as they cry
    Kill their servants, burn their homes, ‘till there’s no blood left to spill
    Power and dominion are taken by the will, by divine right hail and kill!”

Εγώ το έχω πει, κομμάτι με ΤΕΤΟΙΟΥΣ στίχους, σήμερα απλά δεν θα κυκλοφορούσε. Βασικά, δεν θα έμπαινε κάποιος στη διαδικασία να το γράψει καν. Η δεύτερη σύνθεση με την υπογραφή του Αφεντικού, τα έχει όλα: «Κατατοπιστική» εισαγωγή που φτιάχνει κλίμα, υμνικό κυρίως «πιάτο», συναυλιακό «κοστούμι» με refrain που έγινε και γηπεδικό σύνθημα, έναν Adams να λυσσομανάει τραγουδώντας στίχους που σου βάζουν το μαχαίρι της εκδίκησης στα δόντια, εννοείται hard rock σολάρα… Από τις πιο κλασσικές στιγμές των MANOWAR, θα παίζεται μέχρι να βαρεθεί ο DeMaio. Παραδόξως αν και το έχω ακούσει σύμφωνα με πρόχειρους, μετριοπαθείς υπολογισμούς περί τις 600.000 φορές, δεν το βαριέμαι όπως πολλά άλλα χιλιομνημονευμένα “ultra classics” όταν ηχεί σε συνθήκες live.

  1. “Heart of steel” (5.10)
    ”Build a fire a thousand miles away, to light my long way home…”

Η πρώτη τριάδα MANOWAR τραγουδιών που άκουσα ποτέ, ήταν το “Thor”, το “Master of the wind” και αυτό εδώ. Όποτε ακούσω κάποιο από αυτά τα τρία, αυτόματα το μυαλό γυρίζει στην Α’ Γυμνασίου και η ψυχή γεμίζει με πανέμορφα συναισθήματα. Λογικό, αφού η μνήμη καταγράφεται ως επί το πλείστον με το συναίσθημα. Το πιάνο, η φωνή του Eric, το ξέσπασμα στην συνέχεια, η μεγάλη ερμηνεία, η χορωδία, οι στίχοι που ατσαλώνουν και τον πιο ευάλωτο ψυχικά άνθρωπο, το solo, όλα μαζί υφαίνουν το ωραιότερο MANOWAR ύφασμα, με το οποίο θα μπορούσε ο DeMaio να ντύσει όλα του τα τραγούδια, αν δεν… τέλος πάντων, άστο τώρα. Ας μείνουμε στο ότι εδώ έχουμε το κορυφαίο κομμάτι του album, ένα από τα top της MANOWAR δισκογραφίας και ένα σημείο αναφοράς στο λυρικό metal.

ΥΓ: Όπως πρόσεξες, η επανηχογράφηση του 2014 δεν αναφέρεται πουθενά και μόνο τυχαίο δεν είναι αυτό.

Δημήτρης Τσέλλος

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here