Όταν οι τόσο αγαπημένες μας συζητήσεις, επάνω στο hard rock και το heavy metal, φτάνουν στην αμερικανική σκηνή των 80s, πάντοτε υπάρχει χώρος για τους WHITE LION. Και υπάρχει για όλους τους σωστούς λόγους: Για να αποθεωθεί η μικρή σχετικά, αλλά εξαιρετική δισκογραφική τους παρουσία, να ειπωθούν ξανά ύμνοι και έπαινοι για την καλλιτεχνική αξία των μελών τους, για να «σιχτιρίσουμε» την αλλαγή στη μουσική βιομηχανία των early 90s, που «πήρε» από κοντά μας τόσο γρήγορα και άδοξα, τόσο καλά συγκροτήματα σαν το «Λευκό Λιοντάρι».
Οι WHITE LION ήταν κάτι το διαφορετικό. Σε ένα σύνολο ως επί το πλείστον καταπληκτικών, το δίχως άλλο, μπαντών που αποτελούσαν την hard ‘n’ heavy σκηνή των Η.Π.Α στα 80s, ξεχώριζαν σαν τη μύγα μες στο γάλα. Για μένα πάντα, ήταν μια από αυτές τις περιπτώσεις που η εμφάνισή τους ερχόταν σε αντιδιαστολή με τη μουσική και κυρίως την στιχουργική τους προσέγγιση. Από τη μια, έβλεπες τα κλασσικά «ξασμένα» μαλλιά, τα παρδαλά ρούχα και το όλο “Sunset Blvd style” (κι ας είχαν έδρα τη Νέα Υόρκη), από την άλλη, άκουγες το hard rock τους, σαφέστατα σκεπτόμενο και σοβαρό (πόσα σχήματα της «φάσης» τους τραγουδούσαν τότε για πολέμους, ανθρωπιστικά ζητήματα, ή είχαν περιβαλλοντικές ανησυχίες;) κι έλεγες «βλέπω αυτό που ακούω;» Μέχρι και τα συναισθηματικά/ερωτικά τους τραγούδια έβγαζαν μια πηγαία γλυκύτητα, πολύ μακριά από το άκρως σεξουαλικό πρόσωπο των διάσημων ομόσταυλών τους.
Ο τραγουδιστή τους, Mike Tramp, είχε (και έχει ο άνθρωπος) μια υπέροχη φωνή, με το έμφυτο γρέζι να την κρατά από το να χαρακτηριστεί «μελιστάλαχτη». Ο μάγος της κιθάρας Vito Bratta, συνδύαζε τον Randy Rhoads με τον Eddie Van Halen, στα καλύτερα τους. Μπορεί να γίνει τώρα λόγος μέχρι και για τον πλέον υποτιμημένο κιθαρίστα στην ιστορία του hard rock, για ΤΟΣΟ σπουδαίο κιθαρίστα μιλάμε. Αλλά και το rhythm section, είτε αυτό αποτελείτο από τους Felix Robinson (μπάσο) και Nicky Capozzi (τύμπανα) είτε αντιστοίχως από τους James Lomenzo και Greg D’Angelo, ήταν πάντα βιρτουόζικο. Τελικά, τώρα που το ξανασκέφτομαι, οι WHITE LION ήταν περίπτωση ανάλογη των WINGER. Μόνο που στις φωτογραφίες των πρώτων, δεν πετούσε βελάκια ο Lars Ulrich.
“Fight to survive” (1985), “Pride” (1987), “Big game” (1989), “Mane attraction” (1991). Ένα μικρό (ή και μεγάλο) αριστούργημα κάθε δύο χρόνια έδιναν οι άνθρωποι, τί άλλο να κάνουν; Η χημεία μεταξύ των μελών της μπάντας και ειδικά μεταξύ του διδύμου Tramp – Bratta, ήταν από μόνη της σημείο αναφοράς και εν ολίγοις, αυτή που «ευθυνόταν» για τον συνθετικό και εκτελεστικό οίστρο των WHITE LION. Είπαμε, άξιζαν κάθε έπαινο. Τα video clips τους παίζονταν συνέχεια, οι αρένες άνοιξαν τις θύρες τους για να τους υποδεχτούν, όλα αυτά μέχρι να μπει στο παιχνίδι το grunge. Τα έχουμε πει και γράψει πολλές φορές, ήταν δεδομένο πως όλος αυτός ο φανταχτερός κόσμος του αμερικανικού hard ‘n’ heavy κάποια στιγμή θα κατέρρεε, μην τα ρίχνουμε όλα στο grunge, αλλά ναι, το “Nevermind” ήταν τεράστιο χτύπημα…
Οι WHITE LION λοιπόν, διαλύθηκαν επάνω στην καλύτερή τους φάση. Μπορεί το “Mane attraction”, ως το τελευταίο τους άλμπουμ, να μην είχε τα hits του παρελθόντος (η επανηχογράφηση του “Broken heart” δε μετράει), ήταν όμως το πιο πολυδιάστατο από τα τέσσερα, ως εκ τούτου και το πιο ώριμο. Και το ακόμη πιο άδικο σε τούτη τη «διάλυση», θα το «βρεις» στο ότι οι WHITE LION είχαν όλα τα εχέγγυα, μαζί με τους TESLA, EXTREME, GREAT WHITE, BADLANDS, WINGER και κάποιους ακόμη, μέχρι και να αλλάξουν το παιχνίδι για λογαριασμό του hard rock και να το φέρουν στα 90s με τρόπο που θα του εξασφάλιζε μακροημέρευση…
Το 1992, επήλθε και η λήξη. Tramp και Bratta αποφάσισαν «να κρεμάσουν τα παπούτσια» των WHITE LION, ελλείψει ενδιαφέροντος από τη μουσική βιομηχανία και τους ακροατές. Ο Tramp ακολούθησε τις επιταγές της μόδας με τους FREAK OF NATURE, James LoMenzo και Greg D’Angelo συνεργάστηκαν με μεγάλες μορφές όπως ο David Lee Roth, o Zakk Wylde και οι MEGADETH, ο Bratta όμως αποσύρθηκε εντελώς από το προσκήνιο, στερώντας μας το τεράστιο ταλέντο του. Η ασθένεια του πατέρα του και ο τραυματισμός στον καρπό, είναι μεν σοβαρές αιτίες (ειδικά για την πρώτη ο Vito αξίζει πολλά «μπράβο» και αιώνιο σεβασμό), πιστεύω όμως πως αυτό θα γινόταν, έτσι κι αλλιώς. Άλλωστε, ο Ιταλός δεν ήταν ποτέ rock star.
Το 2008 είχαμε, μετά από προσπάθειες σχεδόν δέκα ετών, την επανασύνδεση της μπάντας, με μόνο αυθεντικό μέλος τον Tramp και τις υπόλοιπες θέσεις να πλαισιώνονται από τους Jamie Law (κιθάρα), Claus Langeskov (μπάσο), Troy Patrick Farrell (τύμπανα) και Henning Wanner (πλήκτρα). Το “Return of the pride” ήταν ένα καθόλα αξιόλογο άλμπουμ, συνέχεια όμως δεν δόθηκε σε αυτό το project, αλλά στην προσωπική καριέρα του Tramp. Και πάλι, δεν πειράζει, έτσι τουλάχιστον στρώθηκε το χαλί για τους Mike Tramp’s WHITE LION, με τις ευλογίες του Bratta και μια super ομάδα να πλαισιώνει τον Δανό frontman: Marcus Nand στην κιθάρα, Jerry Best στο μπάσο (μαζί του και στους FREAK OF NATURE, ο δε Best έπαιξε και στους LION και DIO), Brentt Arcement στα τύμπανα. Αυτούς θα απολαύσουμε το Σάββατο 10 Μαΐου.
Ραντεβού με την ιστορία το λένε αυτό. Όπως βλέπεις, δε βάζω καν τη φράση σε εισαγωγικά. Το ραντεβού, είναι κυριολεκτικό. Ο Mike Tramp επιστρέφει στη χώρα μας μετά από σχεδόν 20 χρόνια (!), θέλοντας με την προσωπική του μπάντα να γιορτάσει τα σαράντα χρόνια του «Λευκού Λιονταριού» σε ένα show που, σημείωσε την ώρα και την στιγμή που το διαβάζεις αυτό, θα συζητιέται για καιρό. Μαζί του, ο Rob Wylde (MIDNITE CITY, TIGERTAILZ), για να ανοίξει τη συναυλία με ένα ανεπανάληπτο ακουστικό show.
Και εσύ, φίλε του hard rock, θα λείπεις;
Δημήτρης Τσέλλος