NOISE RECORDS: Karl Walterbach interview

0
336

“The book of heavy metal”

Ένα από τα αγαπημένα μου χόμπι, είναι να ψάχνω να βρω ανθρώπους που είχαν παίξει κάποτε τον δικό τους ρόλο, μικρό ή μεγάλο, στη μουσική βιομηχανία και να τους κάνουμε συνέντευξη. Ο άνθρωπος τον οποίο έψαχνα για πολλά χρόνια και δεν τον έβρισκα, παρόλο που τελικά ήταν «κάτω από τη μύτη μου», είναι ο Karl Walterbach, ιδιοκτήτης της δισκογραφικής εταιρίας, Noise, υπεύθυνης για την ύπαρξη και γιγάντωση δεκάδων αγαπημένων μας σχημάτων. HELLOWEEN, KREATOR, RUNNING WILD, CELTIC FROST, VOIVOD, WATCHTOWER, GRAVE DIGGER, SKYCLAD και τόσων άλλων, που δέχτηκε αμέσως να απαντήσει στις ερωτήσεις που του υποβάλλαμε, όσο σκληρές κι αν ήταν. Και η αλήθεια είναι ότι απάντησε σε όλες, αναλυτικότατα, κάνοντας αυτή τη συνέντευξη ένα διδακτικό μάθημα για όλους, είτε είναι δημοσιογράφοι είτε συγκροτήματα. Μιλάμε για τον άνθρωπο που σε μεγάλο ποσοστό καθόρισε την ιστορία του ευρωπαϊκού heavy metal για μία ολόκληρη δεκαετία. Σίγουρα έχει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα να πει, αφού υπήρξαν και μνημειώδεις αντιδικίες με συγκροτήματα και κυρίως με τους HELLOWEEN… Πάρτε το καφεδάκι σας, το ποτό σας, βγείτε από το facebook για λίγο και διαβάστε με προσοχή…

karl-web
Πολύς κόσμος δεν γνωρίζει το punk background σου. Μπορείς να μας πεις πώς ξεκίνησες να συνεργάζεσαι με punk μπάντες στην αρχή των 80’s;

Για την ακρίβεια, άρχισα να εμπλέκομαι λίγο νωρίτερα, το ’79 πιο συγκεκριμένα. Το background έχει ως εξής: Ήμουν καινοτόμος ακτιβιστής στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’70, πολύ επηρεασμένος από τους Γάλλους αριστερούς. Τις μέρες εκείνες πιστεύαμε στην ανάγκη μιας επανάστασης στην κοινωνία. Το καμπανάκι χτύπησε όταν με έβαλαν σε μια φυλακή για 15 μήνες στα μέσα των 70’s, επειδή κουβαλούσα μερικές βόμβες μολότοφ. Όταν μπήκα φυλακή, η αριστερά απλά με ξέχασε και εμένα και τον φίλο μου. Έμαθα με τον πιο σκληρό τρόπο την “ρηχότητα” των επονομαζόμενων “αριστερών ιδανικών”. Τελικά όταν βγήκα από την φυλακή τον Αύγουστο του ’76 δεν μπορούσα να συνεχίσω τον ίδιο δρόμο και μερικοί ακόμα φίλοι μου ένιωθαν το ίδιο. Ανακαλύψαμε, ότι από το να χρησιμοποιούμαι slogans με άδειες λέξεις στο όνομα της επανάστασης, χρειαζόμασταν να συζητάμε πιο προσωπικά θέματα, να τοποθετηθούμε σαν το θέμα της επανάστασης στο κέντρο και να “ορίσουμε” τους εαυτούς μας με έναν πιο ριζοσπαστικό νέο δρόμο. Έτσι δεν είχε να κάνει πια με την επανάσταση της κοινωνίας αλλά με την δικιά μας. Ο Wilheim Reich (στμ: Αυστριακός ψυχαναλυτής, μέλος της δεύτερης γενιάς ψυχαναλυτών μετά τον Freud και μια από τις μεγαλύτερες φιγούρες στην ιστορία της ψυχιατρικής) έγινε πολύ σημαντικός για εμάς. Και ταυτόχρονα μια πολιτιστική, μουσική επανάσταση συνέβη την ίδια στιγμή: To Punk. Οι SEX PISTOLS με το “Anarchy in the UK”, μίλησαν στην καρδιά μας και αντανακλούσαν τα συναισθήματά μας.

Ζούσαμε σε καταλήψεις, δοκιμάζαμε όλους τους τύπους ελεύθερου sex, ζούσαμε μια ζωή εκτός κοινωνίας δεν είχαμε σταθερές δουλειές και πραγματικά μας άρεσε τo punk attitude.

Οργανώσαμε την πρώτη punk διαδήλωση με καμιά διακοσαριά παιδιά σε μια τοπική φυλακή, με τις μπάντες να παίζουν σε ένα ανοικτό φορτηγό και αυτό αποκορυφώθηκε το 1979 με ένα αντιφασιστικό festival όπου η Γερμανική punk μπάντα οι HANSAPLAST (η πιο επιτυχημένη Γερμανική punk μπάντα της εποχής) ήταν headliners.
soundtrack
To festival οργανώθηκε από μια αριστερή επιτροπή κι εμάς τους αναρχικούς, αλλά ναυάγησε αμέσως μετά λόγω ιδεολογικών διαφορών, οπότε ξεκινήσαμε μια νέα ομάδα με σκοπό να χτίσουμε ένα κέντρο για την punk μουσική. Το αποκαλέσαμε προβοκατόρικα KZ 36 και μετά κάναμε κατάληψη σε ένα άδειο εργοστάσιο στο Kreuzberg, το πιο έντονο πολιτιστικό κομμάτι του Βερολίνου, και χτίσαμε το δικό μας punk club. Σε μια περίοδο ενός έτους είχαμε καθιερώσει μηνιαία mini-festivals, με 3-4 μπάντες από την νέα Γερμανική punk σκηνή, κυρίως από την βόρεια περιοχή της Γερμανίας. Λόγω του πολύ φθηνού εισιτηρίου (μόνο μερικά μάρκα) το μέρος ήταν πάντα γεμάτο από 200-300 punk-ηδες.

Αλλά οι διαμάχες με τους αριστερούς γείτονες και τους κλειστόμυαλους Μαοϊστές (στμ: οπαδοί του Mao Zedong) που θεωρούσαν τους punks φασίστες, δημιούργησαν μια κρίση και τελικά έπρεπε να κλείσουμε. Αλλά κατά την σύντομη διάρκεια του club μας, τυπώσαμε 2 albums βινυλίου σε 1.000 κομμάτια το καθένα σαν ντοκουμέντα, όπως αποδείχθηκε ότι ήταν μια αρκετά διδακτική εμπειρία για μένα. Αμέσως μετά, ξεκίνησα να οργανώνω συναυλίες με punk και new wave μπάντες στο πιο καθιερωμένο S036 club, επίσης στο Kreuzberg, και με τις μπάντες στην πόλη, είχα την ευκαιρία να ηχογραφήσω μερικές από αυτές που είχα κλείσει για να παίξουν στο club, για δύο πολύ επιτυχημένες punk συλλογές που είχαν τίτλο “Soundtracks zum Untergang” (“Soundtracks of the Apocalypse”) και κυκλοφόρησαν από το label μου Agressive Rocproductions. Μέχρι το 1983 το έχτισα αυτό πολύ επιτυχημένα και η εταιρία είχε αναγνώριση τόσο με τις Γερμανικές μπάντες αλλά και με Αμερικάνικες (κυρίως αυτές της SST, ΗUSKER DU, BLACK FLAG κτλ). Τελικά όμως οι πωλήσεις άρχισαν να πέφτουν και το punk αντικαταστάθηκε από το new wave, γεγονός που με οδήγησε να κοιτάξω κάπου αλλού μουσικά. Λόγω της επιρροής των BLACK FLAG (ο συνθέτης/lead κιθαρίστας τους ο Greg Ghin ήταν οπαδός του metal) ένοιωσα να μετακινούμαι προς το thrash που μόλις είχε αρχίσει να σκάει το 1983. Οι METALLICA, οι SLAYER, η Metal Blade ήταν τα ονόματα που πραγματικά με ενθουσίασαν. Μια μέρα λοιπόν, γυρνώντας από την California, ξεκίνησα να ψάχνω στην Ευρώπη για ανάλογες μπάντες. Αυτή ήταν και η στιγμή της γέννησης της Noise Records.

start-of-noise-1983
Υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, που ξεκινά από την εποχή του ψυχρού πολέμου και τις παράνομες μπάντες της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Μπορείς να μας πεις γιατί είναι απαγορευμένη για εσένα η visa για την Ρωσία, ακόμη και σήμερα;

Ένας φίλος μου με τον οποίον είχα οργανώσει δύο μεγάλα festivals κάτω από το όνομα ΑΤΟΝΑL (πολύ avant-garde, underground εμφανίσεις- industrial τύπου) που αργότερα λάνσαρε το Tresor club, την Μέκκα του Techno στο Βερολίνο, με πλησίασε για κάποιες underground μπάντες που δεν είχαν συμβόλαιο στην Ανατολική Γερμανία, είχαν ενδεχομένως κάποιες ηχογραφήσεις και ήθελαν να κυκλοφορήσουν στην Δυτική Γερμανία. Ενδιαφέρθηκα και είχα δύο συναντήσεις κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες και μπόλικη παράνοια από την πλευρά των Ανατολικογερμανών και μερικών πρακτόρων της Stasi ανάμεσά τους. Οι περισσότεροι από αυτούς που συμμετείχαν συνελήφθηκαν και ανακρίθηκαν από την Ανατολική Γερμανική μυστική αστυνομία μετά την δεύτερή μου συνάντηση. Οπότε έμοιαζε σαν όλα να καταρρέουν. Αλλά προς έκπληξή μου, κάπως, με κάποιο τρόπο οι ηχογραφήσεις κατάφεραν και ξεγλίστρησαν έξω από το Ανατολικό Βερολίνο κι έφτασαν στο γραφείο μου. Άρπαξα την ευκαιρία να πλήξω τους Ανατολικογερμανούς Σταλινιστές και κυκλοφόρησα τις κασέτες αυτές με τον τίτλο “DDR von unten (DDR from below)” με μεγάλη υποστήριξη από το Δυτικό Βερολινέζικο ραδιόφωνο. Δεν σκέφτηκα καθόλου τις όποιες συνέπειες, αλλά όπως αποδείχθηκε το όνομα μου καταγράφηκε και κατέληξε στις data base των μυστικών υπηρεσιών τους. Και καθώς τα αρχεία τους προφανώς ήταν ελεγχόμενα από την ΚGB, το όνομα μου εξαπλώθηκε στην Ανατολική πλευρά. Όταν έκανα αίτηση για μια Ρώσικη visa, δέκα χρόνια μετά την πτώση του τείχους, απορρίφτηκε και μου είπαν έξω από τα δόντια ότι δεν θα έχω ποτέ για όσο ζω την ευκαιρία να ταξιδέψω στην Ρωσία. Και λοιπόν;

celticfrost2

Σε μια εποχή που το metal δεν είχε την αποδοχή από τις δισκογραφικές εταιρίες, ποια ήταν τα κριτήρια σου για να υπογράψεις μπάντες;
Ενδιαφερόμουν για ιδιοφυή πολιτιστικά κινήματα, μουσική με ταυτότητα και όχι μοδάτη κλωνοποιημένη pop μουσική για τις μάζες. Αυτό αντανακλά και από πού προέρχομαι. Επίσης μου αρέσει το συναίσθημα στις συναυλίες και τα κιθαριστικά riffs. Οπότε αυτό ήταν το κλειδί για το ενδιαφέρον μου στο punk και στο thrash αρχικά. Όσο πιο μοναδική και προκλητική ήταν η μπάντα τόσο το καλύτερο. Η ικανότητα να παίζουν τα όργανα τους με τελειότητα δεν ήταν σίγουρα στην πρώτη γραμμή της σκέψης μου. Απλά άκουσε το EP των ΗΕLLΗΑΜΜΕR, τον προκάτοχο των CELTIC FROST και θα καταλάβεις.

running wild
Σχεδόν όλες σου οι υπογραφές ήταν Γερμανικές. Το 1983-1984 ποιο ήταν το team των ανθρώπων στην εταιρία; Όλα έπρεπε να είχαν την έγκριση σου (καλλιτέχνες, συμβόλαια, artworks, logos κτλ);

Ξεκίνησα στις αρχές των 80’s μόνος μου και πρόσθεσα 2-3 ανθρώπους το 1982-83: έναν τύπο για παραγωγές και πωλήσεις, μια γραμματέα που κρατούσε και τα βιβλία και μια κοπέλα για το promo. Αλλά όλες οι αρτιστικές (A&R, μάρκετινγκ) και οι στρατηγικές (οικονομικά/ διανομή) αποφάσεις πάντα παίρνονταν από εμένα, μέχρι το 1994 που μετακόμισα στο L.A.

Κάποια από τα πιο καθοριστικά άλμπουμ για το heavy metal κυκλοφόρησαν από την εταιρία σου στα 80’s. Πέρα από το να υπογράψεις αυτές τις μπάντες, πόσα ακόμα θα έπρεπε να αποδοθούν σε εσένα προσωπικά;
Την στιγμή που υπέγραφα μια μπάντα κατά κάποιον τρόπο την άφηνα μόνη της, ειδικά όσον αφορά την μουσική. Ίσως κάποιοι από τους παραγωγούς/ ηχολήπτες που συμμετείχαν στην παραγωγή να είχαν κάποια ανάμιξη, όπως το παράδειγμα των HELLOWEEN (Tommy Newton & Hansen). To πιο σημαντικό μότο της Noise ήταν πάντα “μείνετε στον σκοπό” που σήμαινε μην αλλάζετε στυλ. Περισσότερο συμμετείχα στο πακετάρισμα των δίσκων και στο artwork των εξωφύλλων, γιατί απλά οι περισσότερες μπάντες δεν είχαν κάποιο σπουδαίο concept σε αυτόν τον τομέα. Εξαιρούνται οι CELTIC FROST, RUNNING WILD, HELLOWEEN και οι VOIVOD.


Tι θυμάσαι από τις υπογραφές, τις παραγωγές και τις κυκλοφορίες;

Δεν μπορώ να μπω σε πολλές λεπτομέρειες επειδή εγώ συνήθως έστηνα το team, το studio κι έδινα το πράσινο φώς για την προ- παραγωγή των κομματιών. Τις περισσότερες φορές όλα κυλούσαν αρμονικά- τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια. Τα προβλήματα αναδύονταν όταν οι μπάντες προσπαθούσαν να κάνουν τις ονομαζόμενες “κινήσεις καριέρας” με το σκεπτικό να γίνουν μεγαλύτερες (στο μυαλό τους). Όλοι ξέρουμε τα αποτελέσματα: “Pink Bubbles…”, “Cold lake”, “Digger…”.

Mπάντες σαν τους OVERKILL, VOIVOD, ST VITUS, WATCHTOWER έγιναν γνωστές στην Ευρώπη λόγω της Noise. Πώς ήρθες σε επαφή με αυτές τις μπάντες από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού σε μια εποχή που η επικοινωνία ήταν κατά κάποιο τρόπο πιο δύσκολη;
Hey, δεν ζούσαμε στην εποχή των παγετώνων. Υπήρχαν περιοδικά, εταιρίες, δίκτυα. Είχαμε μηχανήματα fax και τηλέφωνα.
helloween keeper2
Στα 80’s, ήταν υποχρέωση των δισκογραφικών εταιριών να χρηματοδοτούν τις περιοδείες των συγκροτημάτων, για να προωθούν τους δίσκους τους. Μπορείς να μας πεις πώς γινόταν αυτό από την Noise; Έπρεπε και οι μπάντες οι ίδιες να πληρώσουν κάποια χρήματα για τις περιοδείες τους;

Όταν οι πωλήσεις των δίσκων αυξάνονταν, εμείς πάντα χρηματοδοτούσαμε τις περιοδείες. Τις περισσότερες φορές 100% και αρκετά γενναιόδωρα. Στην περίπτωση των HELLOWEEN για παράδειγμα, όταν χρειάστηκε να στήσουν την περιοδεία για το “Keeper 2” φθάσαμε κοντά στο μισό εκατομμύρια μάρκα (στμ: σημερινά περίπου 250.000 ευρώ).

Στα late 80’s και στα 90’s, μερικοί από τους καλλιτέχνες έφυγαν από την εταιρία με πολλά παράπονα. Τι θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά από την δική σου πλευρά;
helloween-noise-records-ad
Κάνεις πλάκα εδώ, έτσι; Από την μια πλευρά ήμασταν το πιο επιτυχημένο Ευρωπαϊκό metal label και από την άλλη πλευρά οι μπάντες μας είχαν παράπονα; Tι συμβαίνει; Καμία από αυτές τις μπάντες δεν παραπονέθηκε όταν είχε συμβόλαιο, αυτό είναι σίγουρο. Θα σου πω ένα μικρό μυστικό εδώ: Το Rock ‘n’ Roll ποτέ δεν έγινε αποδεκτό από την κοινωνία στην Γερμανία και οι rock μπάντες είναι συνήθως απόκληροι. Η οικογένεια, οι γονείς, συνήθως τους αρέσει να βλέπουν τα παιδιά τους να ακολουθούν σοβαρές δουλειές. Και το 80% απ’ όλους τους rock μουσικούς της Γερμανίας συνήθως προέρχονται από τις μεσοαστικές οικογένειες που στέλνουν τα παιδιά τους στο πανεπιστήμιο για να αποκτήσουν μια καλά πληρωμένη δουλειά. Έτσι, σε κάθε περίπτωση υπήρχε αυτή η διαμάχη μεταξύ εκπαίδευσης και μουσικής. Αργά ή γρήγορα κάθε μουσικός έπρεπε να πάρει μια απόφαση.

Το γνώριζα αυτό κι ένιωθα φοβισμένος. Έτσι αποφάσισα ότι από την στιγμή που οι πωλήσεις μια μπάντας άρχιζαν να αυξάνονται, να πληρώνω μισθό κάθε μήνα όλους τους μουσικούς στην μπάντα για να είμαι σίγουρος ότι θα γείρουν προς την μουσική. Στα τέλη των 80’s είχα πάντα 5-6 μπάντες που υποστηρίζονταν με αυτόν τον τρόπο. Και αυτό δεν ήταν μια συμβατική υποχρέωση. Το έκανα απλά με δική μου πρωτοβουλία. Και αυτός είναι ο λόγος που τόσες μπάντες από τον original κατάλογο της Νοιse υπάρχουν ακόμα. Αυτές οι συχνές πληρωμές επέτρεψαν στις μπάντες μου να αφοσιωθούν στην μουσική. Πιθανόν να μην υπάρχει άλλο label από τα 80’s με τόση υψηλό δείκτη επιβίωσης συγκροτημάτων όπως αυτό της Noise Records.

Πιστεύεις ότι μερικές από τις διενέξεις προήλθαν από παραπληροφόρηση και κακή επικοινωνία;
Είναι γνωστό ότι η επιτυχία γεννά τη ζήλια. Δε ζούμε σε έναν τέλειο κόσμο. Ένα συγκρότημα που βλέπει τις πωλήσεις του να καθυστερούν και τις πωλήσεις ενός άλλου να πετάγονται στα ύψη, εύλογα κατηγορεί την έλλειψη υποστήριξης της δουλειάς του. Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν συνέχεια. Τα χρήματα που δίνονται σε κάθε συγκρότημα (σ.σ. από μία εταιρία) είναι ένα ποσοστό από το εισόδημα που θα αποδώσει αυτό στην εταιρία. Στη Noise 15-20% των εισοδημάτων ξοδεύονται για προώθηση. Και μερικά συγκροτήματα πιστεύουν ότι αξίζουν παραπάνω.

Μπορείς να μας αναφέρεις μερικές ανάλογες περιπτώσεις;
celticfrost coldlakepic
α. CELTIC FROST : «Κατηγορήθηκαν» πως ξεπουλήθηκαν, προσπαθώντας να αποκτήσουν μία poser/glam εικόνα. Αυτοί λένε άλλα πράγματα…

Είναι γεγονός ότι ο Tom (σ.σ. Fischer) είναι αρκετά πεισματάρης για να δεχτεί εικόνες και γενικότερες επιρροές από άλλους ανθρώπους σαν ταμπέλα για τη δουλειά του. Και κοίτα πως συμπεριφέρθηκε σε όσα άτομα έπαιζαν μαζί. Μία εντός μπάντας, μία εκτός. Συνεχείς αλλαγές ονομάτων. Ίσως όμως και να μπορείς να το κάνεις αυτό με μερικούς μουσικούς, να μπορείς να διώχνεις και να φέρνεις πίσω ανθρώπους όλη την ώρα χωρίς να δείχνεις κανένα σεβασμό. Αλλά με την ίδια σου την εταιρία; Μία φορά έφυγε από το studio μας κι έπρεπε να ξαναβάψουμε ολόκληρο το studio πριν φύγουμε! Ήμασταν υποχρεωμένοι να τον χρεώσουμε για τις ζημιές περίπου 10.000 μάρκα! Ήταν και είναι νοητικά ασταθής σαν άνθρωπος. Έτσι κι αλλιώς η ιδιοφυΐα και η τρέλα βρίσκονται πολύ κοντά.

skyclad
β. SKYCLAD:
 Μπορείτε να ρωτήσετε τον Andy Sneap που ξέρει πολύ καλύτερα τι πάει στραβά με τον Martin (σ.σ. Walkyier). Η διάλυση της συνεργασίας των πολύ ταλαντούχων SABBAT με τον Andy Sneap σε ρόλο στιχουργού, έχει να κάνει με τον αναξιόπιστο χαρακτήρα του Martin Walkyier. Και αυτό συνεχίστηκε και αργότερα με τους SKYCLAD. Επειδή όμως δεν είμαι ψυχίατρος, δεν μπορώ να εξηγήσω τους τρελούς ανθρώπους και τις αλλόκοτες ιστορίες τους, για τα οποία εσείς οι δημοσιογράφοι χαίρεστε να γράφετε.

γ. KREATOR: Όπως ο Kai Hansen, o Rolf Kasparek, έτσι και ο Mille (σ.σ. Petrozza) είναι πολύ προσγειωμένος άνθρωπος, πολύ αξιόπιστος – κι αυτό είναι που χρειάζεται για να βρίσκεσαι στο προσκήνιο. Ο κόσμος λατρεύει τους KREATOR και είναι ένα από τα συγκροτήματα για τα οποία πραγματικά αξίζει να δουλεύει κανείς σε αυτό το χώρο. Αν καβαλήσεις το καλάμι και σε κυριεύσει η επιτυχία (όπως τον Weikath των HELLOWEEN), τότε πολύ σύντομα θα πέσεις από εκεί και στις περισσότερες περιπτώσεις θα καταστρέψεις τον εαυτό σου, πράγμα που μπορεί να συμβεί μέσω κάθε είδους ναρκωτικού αλλά και πνευματικά.

Η μεγαλύτερη μάχη ήταν αυτή της Noise και των HELLOWEEN. Κατά πόσο αυτό επηρέασε το μέλλον της εταιρίας; Λέγεται πολύ συχνά ότι το συμβόλαιο που υπέγραψαν οι HELLOWEEN είναι το πιο «περίεργο» στην ιστορία του heavy metal, με το συγκρότημα να παίρνει ελάχιστα χρήματα σε σχέση με τις μεγάλες πωλήσεις του…
Helloween-Live
Έλα τώρα, δε μπορεί να παίρνεις στα σοβαρά αυτές τις ασυναρτησίες! Πόσες μπάντες έχουν υπογράψει στη Noise; 150; 200; Κάθε φορά χρησιμοποιούσαμε σαν πατρόν για τα συμβόλαιά μας ένα συμβόλαιο που δημιουργήσαμε στα πρώτα βήματα της Noise, με επαγγελματίες δικηγόρους στο χώρο της μουσικής . Τις περισσότερες φορές δε, τα συγκροτήματα είχαν μαζί τους δικηγόρο όταν διαπραγματεύονταν ένα συμβόλαιο μαζί μας. Σαν δομή, το προαναφερθέν συμβόλαιο επιβίωσε σε όλες αυτές τις διαπραγματεύσεις. Αυτό το συμβόλαιο ήταν και ο λόγος που αργότερα η εταιρία που αγόρασε τη Noise ήταν η Sanctuary κι όχι η InsideOut, που επίσης ήθελε να την αγοράσει, αλλά δεν τα κατάφερε λόγω κάκιστης ποιότητας συμβολαίων. Όταν η Maiden Management των HELLOWEEN αμφισβητούσε τα συμβόλαιά μας για πάνω από δύο χρόνια στα δικαστήρια, το συγκρότημα και το management του έχασαν σε όλα τα δικαστήρια! Διάβασε τις αποφάσεις των δικαστηρίων, μπορεί κανείς να τις βρει μέχρι και στη σελίδα της Wikipedia, καθώς ήταν υποδειγματικές! Φάνηκε μέχρι και ότι είχαμε πληρώσει το συγκρότημα περίπου 350.000 μάρκα παραπάνω απ’ όσα άξιζε! Αυτά τα συμβόλαια της Noise εξετάστηκαν αργότερα και από πολλές μεγάλες αμερικάνικες εταιρίες καθώς έπρεπε να είναι σίγουρες ότι έχουμε συμβόλαια στα πρότυπα της βιομηχανίας αν ήθελαν να συνεργαστούν μαζί μας. Αυτός ήταν ένας τρόπος για να εξασφαλίσουν τις προκαταβολές τους γιατί ήξεραν ότι πολλές ανεξάρτητες εταιρίες είχαν πολύ παράξενα συμβόλαια. Όχι όμως εμείς! Παρεμπιπτόντως, το αρχικό συμβόλαιο που κάναμε με τους HELLOWEEN είχε ήδη διαπραγματευτεί με τον αρχικό τους manager, Limb Schnoor (τον οποίο αργότερα απέλυσαν εντελώς ξεδιάντροπα) και μάλιστα με πολύ δίκαιους όρους!

noise-records-ad
Με τη γνώση σου για τον τρόπο με τον οποίο δούλευαν οι δισκογραφικές εταιρίες τη δεκαετία του ‘80, μπορείς να μας εξηγήσεις πώς ένας καλλιτέχνης που πουλάει εκατοντάδες χιλιάδες δίσκους, δε βγάζει στην πραγματικότητα και τόσα πολλά χρήματα; Τι άλλα έξοδα συμπεριλαμβάνονται;

Δεν είμαι ειδικός στον προϋπολογισμό κανενός συγκροτήματος. Οπότε αυτό δεν μπορώ να το εξηγήσω. Πληρώναμε κατά μέσο όρο το 16% του ppd (στμ. μέρος των εξόδων μιας μπάντας για την παραγωγή/κοπή ενός άλμπουμ), το οποίο ίσως και να ήταν αυξημένο, ανάλογα με τις πωλήσεις, οπότε περίπου από 1,5 μέχρι 3 μάρκα ανά τεμάχιο κι επίσης πληρώναμε συνήθως και τα κόστη που ανακτώνται, τα οποία είναι αυτά των studio, των video και των περιοδειών. Έτσι, καταλαβαίνει κανείς ότι κάθε μπάντα θα έπρεπε να φροντίζει μόνη της τις δικές τις υποχρεώσεις. Αν μια μπάντα πλήρωνε έναν ακριβό manager, ο οποίος έθετε αστρονομικά ποσά ως budget για studio, video και περιοδείες και πλήρωνε το 20% των μικτών αυτών εξόδων, όπως επίσης και άλλο ένα 15% για τα έξοδα των περιοδειών, τότε σίγουρα θα προέκυπτε οικονομικό πρόβλημα. Μια έγκυρη πηγή από τον κοντινό κύκλο των HELLOWEEN κάποτε, μου ανέφερε ότι είδε ένα λογαριασμό εξόδων της τάξεως των 100.000 μάρκων από το management τους. Χρειάζεται να πω παραπάνω;

Στη δεκαετία του ’90 συνεχίσατε με μερικές μνημειώδεις κυκλοφορίες με συγκροτήματα όπως οι STRATOVARIUS, VIRGIN STEELE, CONCEPTION, ELEGY, SKYCLAD, POVERTY’S NO CRIME, και άλλοι. Ήταν διαφορετικές εποχές, διαφορετικές συνθήκες και κυρίως, διαφορετικοί καλλιτέχνες.
Ναι, τα 90’s σηματοδοτήθηκαν από είδη μουσικής όπως Alternative Rock, Grunge, Crossover. Δεν ήταν εύκολα χρόνια για μας αλλά οι πωλήσεις μας ήταν σταθερές καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας. Μετά το ’92, η εταιρία δεν διευρύνθηκε ιδιαίτερα, αλλά δεν παρήκμασε κιόλας. Είχαμε αρκετές καταξιωμένες μπάντες σε παγκόσμια κλίμακα και πολύ μεγάλο κατάλογο, κάτι που βοήθησε πολύ.

running port
Πώς θα συνέκρινες τα 80’s με τα 90’s και τη Noise με την Τ&Τ;

Η Τ&Τ υπέγραφε βασικά με παρόμοιο τύπο συγκροτημάτων με τη Noise, ήταν λίγο-πολύ μια μικρογραφία της Noise, αλλά είχαν μερικά μειονεκτήματα όπως το ότι ξεκίνησε αργά αυτή τη δουλειά, είχε έλλειψη χρημάτων και κακή διανομή. Έτσι λοιπόν με τη δημιουργία της, απλά αντικαταστήσαμε συμφωνίες με συγκροτήματα που είχαμε τον κίνδυνο να χάσουμε, όπως οι RUNNING WILD και οι KREATOR. Τα προβλήματα όμως δεν ήρθαν από τα συγκροτήματα, αλλά από την εταιρία Management τους, τη Drakkar. Ο Boggi Kopec (στμ: ο άνθρωπος υπεύθυνος για τον μαζικό ερχομό γερμανικών συγκροτημάτων για συναυλίες στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του ’80, σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα), που ήταν υπεύθυνος εκεί, αρχικά είχε δουλέψει στην εταιρία μου στον τομέα του promotion στα τέλη των 80’s, αλλά δεν πήγε καλά η συνεργασία. Απλά δεν ήταν κατάλληλος στο να εξασφαλίζει θέση για τα συγκροτήματα σε σελίδες περιοδικών. Οπότε μετά από ένα εξάμηνο του προτείναμε να γίνει manager σε 2 από τα συγκροτήματά μας, τους RUNNING WILD και τους KREATOR. Μετά από κάποια αντίδραση τελικά συμφώνησε. Σε αυτές τις δύο μπάντες που εκτελούσε χρέη manager προσέθεσε και τους SODOM από τη Steamhammer. Μετά από περίπου 2 χρόνια, κάποια μέρα μου τηλεφώνησε με το παράπονο ότι με δυσκολία έβγαζε τα προς το ζην μόνο από αυτά τα τρία συγκροτήματα (απίστευτο, ε;) και ζήτησε βοήθεια. Αφού συμβουλεύτηκα και το αφεντικό της SPV/Steamhammer, εν τέλει ξεγελαστήκαμε και του δώσαμε τα εκδοτικά δικαιώματα για δύο κομμάτια σε κάθε νέο άλμπουμ αυτών των τριών συγκροτημάτων. Και αυτό ήταν πιθανότατα το χειρότερο στρατηγικό λάθος που έχω κάνει στη ζωή μου. Μερικά χρόνια αργότερα αυτή η κίνηση οδήγησε τελικά στην ίδρυση της GUN records, μια εταιρία rock ενδιαφέροντος που ελεγχόταν και χρηματοδοτούνταν από την BMG, και έκανε επιτυχημένους τους HIM και WITHIN TEMPTATION εκμεταλλευόμενη δύο δικά μας συγκροτήματα. Πώς μπόρεσε να γίνει κάτι τέτοιο;
noise-records-ad2
Ας ταξιδέψουμε μερικά χρόνια πίσω στην ιστορία της Noise. Είχαμε ήδη μεγάλη επιτυχία με το “Walls of Jericho” των HELLOWEEN κάτι που εστίασε πάνω μας την προσοχή των αμερικάνικων μεγάλων εταιριών. Τελικά αποφάσισα να συνεργαστώ με την RCA στη βόρεια Αμερική, μια εταιρία πλήρως αγορασμένη από την BMG. Κατά συνέπεια κυκλοφόρησαν το πρώτο “Keeper…” των HELLOWEEN με πάνω από 300.000 πωλήσεις χωρίς να έχει γίνει περιοδεία τους στην Αμερική, πράγμα άξιο απορίας. Αυτό φυσικά ενθουσίασε τα παιδιά στην RCA και ήθελαν να εμπλακούν περισσότερο. Μου πρότειναν να συναντηθώ με μερικά από τα επικεφαλής μέλη τους εδώ στην Γερμανία, στην πόλη Bayreuth. Αν θυμάμαι σωστά αυτή η συνάντηση έγινε πράξη κάπου το ’89, με την πρόθεση να κάνουν τη Noise επωνυμία τους σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτές οι συναντήσεις διήρκησαν ένα γεμάτο Σαββατοκύριακο, με εμένα και μερικά από τα μεγάλα στελέχη της BMG να συζητάμε για «παγκόσμια κυριαρχία». Η BMG ήταν απελπισμένη για μια μεγάλη rock δισκογραφική και η Noise θα ήταν αυτή που θα κάλυπτε αυτή τη θέση. Βέβαια, εγώ έτρεφα πάντοτε μια αποστροφή απέναντι στους συνεργάτες αυτούς, την ιδιοσυγκρασία και τη συμπεριφορά τους. Πέταξα την ευκαιρία μου. Δεν ήταν το θέμα μου οι αριθμοί. Ήταν πραγματικά σοκαρισμένοι γιατί σύμφωνα με τη δική τους οπτική, όλα μπορούσαν να πουληθούν. Σίγουρα αυτό δε λειτούργησε και μερικά χρόνια αργότερα ακολούθησαν μια άλλη προσεγγιστική. Αυτή τη φορά συζήτησαν με την Drakkar κι επειδή ο ιδιοκτήτης (Boogie Kopec), ο οποίος παρεμπιπτόντως ανακάλυψε αργότερα τους NIGHTWISH για την BMG, χρειαζόταν βοήθεια, επιστράτευσε τον προηγούμενό μου manager της εταιρίας από την EMI (υπενθύμιση ότι μετά το “Keeper…” 2, η Noise έκανε μια συμφωνία με την γερμανική EMI για την παγκόσμια διανομή της δουλειάς από 4 μπάντες, στις οποίες περιλαμβάνονταν οι RUNNING WILD, CELTIC FROST, HELLOWEEN, και οι τότε πρωτοεμφανιζόμενοι V2). Αφού η συμφωνία που είχα πραγματοποιήσει με την ΕΜΙ κατέρρευσε εξαιτίας της εξαπάτησής τους, η οποία προήλθε με το να υπογράψουν τους HELLOWEEN απευθείας στην βρετανική ΕΜΙ, κάτι το οποίο οδήγησε σε απώλεια που ανήλθε σε ποσό παραπάνω του ενός εκατομμυρίου μάρκων στα λογιστικά βιβλία της γερμανικής ΕΜΙ, ο Wolfgang Funk, πρώην manager της δισκογραφικής της ΕΜΙ, χρειαζόταν ένα καινούριο παιχνίδι. Έτσι, συνεργάστηκε με τον κύριο Kopec. Αρχικά, έκοψαν μια συμφωνία μισού εκατομμυρίου, χρησιμοποιώντας τα εκδοτικά δικαιώματα των SODOM, KREATOR και RUNNING WILD (θυμηθείτε, απλώς δύο κομμάτια ανά άλμπουμ) με την πρόθεση να καταλήξει σε κάτι πολύ παραπάνω. Κατόπιν, δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από την Drakkar για αναπροσαρμογή του συμβολαίου μας με τους KREATOR, με την προσδοκία να τους αφήσουμε χωρίς χρηματικό αντίτιμο. Για τους RUNNING WILD έστειλαν οικονομικούς ελεγκτές να επαληθεύσουν τα λογιστικά βιβλία μας. Κάπως έτσι, το χέρι το οποίο κάποτε τάιζα με δάγκωσε. Σίγουρα ο ανταγωνισμός σε αυτή τη δουλειά είναι εξοντωτικός. Είχα, λοιπόν, να αντιμετωπίσω όλο αυτό τον συνδυασμό των Drakkar/GUN/BMG, κάνοντας μια υπερπροσπάθεια να αποκτήσω το εξαψήφιο ποσό που επιθυμούσα για την κυκλοφορία των KREATOR, στο οποίο και συμφώνησαν μετά από πολλές αντιρρήσεις. Τα λογιστικά των RUNNING WILD κατέρρευσαν χωρίς αποτέλεσμα, και έτσι γεννήθηκε η GUN Records.

Είμαι βέβαιος ότι με όλους αυτούς τους καλλιτέχνες που έχεις δουλέψει, θα πρέπει να έχεις σπουδαίες ιστορίες να μας πεις… Μπορείς να μας αποκαλύψεις κάποιες;
Είναι όντως πάρα πολλές, αλλά θα προτιμήσω να μην απαντήσω τώρα και να τις κρατήσω για ένα βιβλίο λίγο αργότερα.

Ο Kai Hansen, είναι ίσως ο άνθρωπος που συνεργάστηκες τον περισσότερο καιρό, τις ημέρες και των HELLOWEEN αλλά και των GAMMA RAY. Πως ήταν η συνεργασία σας;
Δούλεψα με τον Kai σχεδόν από την αρχή της Noise, μέχρι και το τέλος της. Είναι ένας άνθρωπος με πολύ ξεκάθαρο όραμα (αρχικά σπούδαζε νομικά, αλλά τα παράτησε στη μέση), πολύ έξυπνος στη δουλειά του, πολύ ξεκάθαρος στον χαρακτήρα του και πολύ καλός άνθρωπος, πέρα του μεγάλου ταλέντου του στη μουσική. Είναι ο μοναδικός πραγματικός διασωθείς από τις μάχες με τους HELLOWEEN και ξεκάθαρα είδα από πρώτο χέρι τι είδους τάφο έσκαβε ο Weikath για τους HELLOWEEN και πήδηξε από το καράβι. Άλλωστε, η πτώση κατά 2/3 από το “Keeper 2” στο “Pink bubbles…”, μιλά από μόνη της.

Ποια δύο σχήματα είσαι πιο περήφανος που τα υπέγραψες; Ποια νομίζεις ότι είχατε την καλύτερη σχέση και ποια θα ευχόσουν να μην είχες υπογράψει ποτέ;
Για το πρώτο σκέλος, θα απαντούσα τους KREATOR και τους HELLOWEEN. Τους πρώτους, επειδή απέδειξαν ότι η επιμονή είναι πάρα πολύ σημαντική σ’ αυτό το είδος της μουσικής και τους δεύτερους επειδή απέδειξα ότι μπορείς να κάνεις marketing χωρίς να ξεπουληθείς. Τί προέκυψε μετά την τεράστια επιτυχία, είναι μία διαφορετική ιστορία, την οποία μου αρέσει να αποκαλώ «Η ιστορία της απληστίας». Σε ότι αφορά τα γκρουπ που θα ήθελα να μην είχα υπογράψει, θα έλεγα τους KILLING JOKE. Μία καυτή πατάτα, καμία εταιρία, μικρή ή μεγάλη, δεν ήθελε να δουλέψει μαζί τους στη Μ. Βρετανία. Με προέτρεψαν να δουλέψω μ’ ένα τρίο αποτελούμενο από τρελούς: Jazz Coleman, Paul Atkins, Paul Raven (νεκρός).

Εκείνα τα χρόνια, οι δισκογραφικές εταιρίες είχαν πολύ περισσότερη επιρροή στον ήχο, την παραγωγή και το οπτικό μέρος των συγκροτημάτων. Μπορείς να μας δώσεις κάποια παραδείγματα του πώς συνέβαλλες για να βοηθήσεις τα συγκροτήματα;
Πάντα συνέδεα τα γκρουπ μου με ζωγράφους και καλλιτέχνες που έκαναν εξώφυλλα. Ένας απ’ αυτούς που έγιναν γνωστοί μέσω των συστάσεών μου, είναι ο Andreas Marschall.

Η Ελλάδα πάντα υπήρξε δυνατή αγορά για τη Noise. Αντιμετώπισες κάποια προβλήματα όμως στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και αρχές της δεκαετίας του ’90 με τη διανομή ή τα περιοδικά;
Δεν μπορώ να πω πολλά πράγματα εδώ. Από το 1994 έλειπα στις ΗΠΑ και τις δουλειές τις είχε αναλάβει ο managing director. Πριν από τότε, η ελληνική αγορά ήταν απλά μία από τις μικρότερες για τη Noise στην Ευρώπη, ακόμα κι όταν το μελωδικό metalήταν πολύ δημοφιλές εκεί πέρα.

Αυτό που δεν γνωρίζουν πολλοί, είναι ότι είχες την Hellhound Records, μία εταιρία που εξειδικευόταν στον stoner/doom metal ήχο, μπροστά από την εποχή του, με μπάντες όπως οι THE OBSESSED, ST. VITUS, COUNT RAVEN. Γιατί πιστεύεις ότι αυτή η προσπάθεια ήταν καταδικασμένη να αποτύχει;
Όταν μας πλησίασαν, ήταν σε άσχημη φάση στο θέμα των πωλήσεων και ήλπιζαν ότι θα είχαν καλύτερες πωλήσεις μέσω του δικτύου μας. Αλλά δεν δούλεψε καλά. Δεν πέτυχε. Η αγορά αποδείχτηκε πολύ μικρή για να αξίζει τον κόπο αυτή η κίνηση. Στις μέρες μας, έχουν αλλάξει τα πράγματα για το doom/stoner rock και προσωπικά μου αρέσει περισσότερο απ’ όλες τις υποκατηγορίες της μουσικής. Αλλά τώρα μιλάμε για 20 χρόνια αργότερα. Τώρα ψάχνω ενεργά για τέτοιου είδους μπάντες. Είναι κάτι προσωπικό.

coronerband
Όταν μετακόμισες στο Los Angeles, ποιες διαφορές είχες ανάμεσα στην ευρωπαϊκή και τη σκηνή των ΗΠΑ;

Πρώτα απ’ όλα, μιλάμε για ένα εντελώς διαφορετικό μέγεθος, τα budget είναι πολύ μεγαλύτερα, όπως και οι πωλήσεις. Αλλά κυρίως έχει να κάνει με τη στάση των γκρουπ. Οι Αμερικάνικες μπάντες είναι πολύ πιο αφοσιωμένες στη μουσική τους απ’ ότι αυτές της ηπειρωτικής Ευρώπης και ιδιαίτερα τις Γερμανικές. Αυτό έχει να κάνει με το τεράστιο κόστος των σπουδών στην Αμερική. Αν για να σπουδάσεις χρειάζεσαι 250.000, 500.000 ή και παραπάνω δολάρια, δεν μπορείς να παίζεις πολύ. Σαν αποτέλεσμα, αυτοί που θέλουν να κάνουν καριέρα ως μουσικοί, δεν έχουν εναλλακτικές και είναι όλοι λίγο-πολύ σπουδαστές που τα παράτησαν. Αυτό είναι το κέντρο της ζωτικότητας για την Αμερικάνικη rock σκηνή. Μία ακόμη πολύ σημαντική παράμετρος, είναι η περιοδεία: Όταν είσαι ένα rock γκρουπ, μπορείς να μπεις στα ΜΜΕ, δεν υπάρχει εθνικό ραδιόφωνο, δεν υπάρχουν σχετικά rock Μέσα, οπότε πρέπει να περάσεις το μήνυμά σου με την περιοδεία. Τη συνεχή περιοδεία. Είναι μία πολύ κλειστή αφορά. Οι μπάντες από την Ευρώπη δεν το καταλαβαίνουν αυτό. Τρεις μήνες περιοδεία στην Αμερική, δεν σημαίνει απολύτως τίποτα.

celtic pande
Για ποιον λόγο τελικά έκλεισες τη Noise Records και ποιο ρόλο έπαιξε η πειρατεία μέσω του Internet σ’ αυτό;

Όταν έκλεισα την εταιρία, από τη μία πλευρά είχε να κάνει με το όραμά μου: Έβλεπα ότι οι πωλήσεις θα καταρρεύσουν επειδή είχα εθιστεί στα κείμενα του Γιάννη Νεγροπόντη, αλλά όταν πούλησα την εταιρία, οι πωλήσεις ήταν ακόμη σταθερές (και γι’ αυτό και η τιμή πώλησης της εταιρίας ήταν αρκετά καλή), από την άλλη όμως, χρειαζόμουν κι ένα διάλειμμα. Η «δουλειά» δεν είχε σε τίποτα να κάνει με δημιουργικά πράγματα, αφού το 90% του χρόνου μου, το σπαταλούσα μιλώντας με δικηγόρους, λογιστές και τραπεζίτες.

Μπορείς να μας κατονομάσεις κάποια γκρουπ που πίστευες ότι θα μπορούσαν να γίνουν best-sellers, αλλά αποδείχτηκαν αποτυχίες;
Όχι, δεν σκέφτομαι ποτέ με τέτοιου τύπους όρους. Χτίζω μπάντες βήμα-βήμα κι αυτό χρειάζεται ένα βαθμό υπομονής και αφοσίωσης. Το super hype, δεν είναι πολύ χρήσιμο. Όσο πιο γρήγορα ανεβαίνεις, τόσο πιο γρήγορα βυθίζεσαι, αυτός είναι ένας πολύ απλός κανόνας. Μία σταθερή καριέρα στο rock, που χτίζεται για να κρατήσει 20 χρόνια ή παραπάνω, απαιτεί 3-4-5 άλμπουμ για να «χτιστεί».

weiki
Ποιοι μουσικοί, ήταν οι πιο δύσκολοι για να συναναστραφείς, εξαιτίας της περίεργης προσωπικότητάς τους;

#1 Tom Warrior (εντελώς τρελός)
#2 Michael Weikath (μεγαλομανής)
#3 Jazz Coleman (σχιζοφρενής)
#4 Martin Walkyier (κλαψιάρης)
#5 Mr. Boltendahl (μαχαιρώνει πισώπλατα)

Υπήρχαν πολλά γκρουπ στην εταιρία σου, όπως οι CONCEPTION από τη Νορβηγία, των οποίων άλμπουμ όπως το “Flow”, δεν πούλησε καλά την εποχή του, αλλά είναι ευρέως αναγνωρισμένοι 15 χρόνια μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ τους. Το ίδιο θα μπορούσα να πω και για τους CELTIC FROST και το “Into the pandemonium”. Ποια είναι τα καλύτερα παραδείγματά σου από γκρουπ/άλμπουμ που ήταν μπροστά από την εποχή τους;
Πολύ τυπικό παράδειγμα, είναι οι WATCHTOWER. Στην πραγματικότητα είναι το βασικό μου παράδειγμα και ίσως και οι CORONER, μία αξιοσέβαστη μπάντα τον καιρό της, με πολύ καλές κριτικές από τον Τύπο, αλλά καμία πραγματική δυναμική στις πωλήσεις.

Κάποια γκρουπ διαλύθηκαν μετά τη λήξη του συμβολαίου τους με τη Noise ή και λίγο πριν τη λήξη… Τι έχεις να πεις για τις περιπτώσεις των CORONER, CONCEPTION, MORDRED, SABBAT;
Σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν εσωτερικά προβλήματα, όπως στους SABBAT η διαμάχη ανάμεσα στον Andy Sneap και τον Martin Walkyier και σε άλλες περιπτώσεις (MORDRED, CORONER) η έλλειψη πωλήσεων, που δεν έδινε τη δυνατότητα στα γκρουπ να μπορέσουν να επιβιώσουν από τη μουσική.

Τι κάνεις τώρα με τη Sonic Attack;
Το ονομάζω full service management. Είναι μία δομή που αντικατοπτρίζει την μετατόπιση της σπουδαιότητας από τις δισκογραφικές εταιρίες στους manager, στην ψηφιακή εποχή που ζούμε κι έχει φέρει τις πωλήσεις του φυσικού προϊόντος κοντά στο μηδέν. Μπορεί να διαβάσει κανείς όλες τις λεπτομέρειες στο blog μου: blog.sonicattackrecords.com blog.sonicattackrecords.com/about.us

Σάκης Φράγκος – Γιώργος Κουκουλάκης (με τη βοήθεια του Γιάννη Παπαευθυμίου και της Ειρήνης Τάτση στη μετάφραση)

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here