Η τελευταία μέρα του φεστιβάλ ήταν ολοκληρωτικά αφιερωμένη στον ακραίο ήχο, κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στη χώρα μας στο πλαίσιο ενός φεστιβάλ. Αυτό το γεγονός αποτέλεσε και μια ένδειξη του πόσοι είναι τελικά οι extreme metalheads και αν τα τρία συγκροτήματα που επιλέχτηκαν θα ικανοποιούσαν τους περισσότερους οπαδούς του thrash/death/black metal. Η πλατεία Νερού γέμισε σε κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό βαθμό από νωρίς, κάτι που μακάρι να μεταφραστεί σε μαζικότερη προσέλευση και στις αντίστοιχες συναυλίες σε κλειστούς συναυλιακούς χώρους με σαφώς μικρότερη χωρητικότητα. Η βραδιά αποζημίωσε τόσο τους thrashers με τους TESTAMENT, τους deathsters με τους PESTILENCE και τους πιο death/blacksters με τους headliners BEHEMOTH.
Λευτέρης Τσουρέας
Το να βλέπω τους Ολλανδούς death metal θρύλους PESTILENCE, ήταν το πρώτο μεγάλο σημείο κλειδί της βραδιάς, μια και όπως είχα πει και στο αφιέρωμα, δεν τους είχα δει τη προηγούμενη φορά. Ίσως για καλό, δεδομένων των πραγμάτων που είχαν γίνει. Ε λοιπόν καμία σχέση το τότε με το τώρα! Ο Patrick Mameli, νηφάλιος και με σαρωτική μπάντα γύρω του, βγήκε με σκοπό να αντιμετωπιστεί ως ίσος προς ίσο, σε σχέση με τα άλλα δύο ονόματα. Μπάσιμο με το “Morbvs propagationem” από το “Exitivm” (2021) με το κοινό ξεκινώντας από τις δύο τρεις πρώτες σειρές να ζεσταίνεται για τα καλά.
Έπειτα, με εξαίρεση το “Devouring frenzy” και το ομώνυμο του “Resurrection macabre”, ο χρόνος στο set τους σταμάτησε στο ’89 – ’91. “Dehydrated” για δεύτερο κομμάτι και τα λέγαμε! Ε, και πάνω που ο γράφων πάει να μπει στο pit, ακούει μια γνώριμη εισαγωγή: “The secrecies of horror” το κέρατο μου το τράγιο! Το circle pit το γνωστό, το ορθόδοξο παίρνει φωτιά. Και το σερί δεν σταματάει! Πάρε “Prophetic revelations”, πάρε “Twisted truth”, πάρε και την υπερχιτάρα “Land of tears” στα καπάκια! Μανούλα μου, άκουσα το μισό “Testimony of the ancients” (1991) και ζω να το διηγηθώ! Τι χαρά διάολε!
Και επειδή ο Ολλανδός είναι ένας τέτοιος, τσίμπα και την κομματάρα “Out of the body” για να σε αποτελειώσει! Αρχηγική εμφάνιση, αντάξια του ιστορικού ονόματος τους, με μόνο “παράπονο” ότι ήθελα και μια επιλογή από το “Mallevs maleficarvm”. Ας είναι, άκουσα τον μισό αγαπημένο μου δίσκο της μπάντας και ήμουν με ένα χαμόγελο ως το τέλος της ημέρας. Και που να ήξερα τι με περίμενε. Οι συνάδελφοι θα σας τα εξηγήσουν όπως έγιναν.
Γιάννης Σαββίδης
Τους TESTAMENT είχα να τους δω από το 2008, σε ένα live στα πλαίσια της περιοδείας του “The formation of damnation”, που είχε βγει τότε. Στο ενδιάμεσο τους έχασα και δε θυμάμαι τον λόγο. Βέβαια αυτό εσένα δεν σε ενδιαφέρει, οπότε fast forward στο 2024, όπου θα τους έβλεπα μετά από δεκάξι χρόνια, να περιοδεύουν για την υποστήριξη της remastered έκδοσης των θρυλικών δύο πρώτων δίσκων τους (“The legacy” και “The New Order”), που βρίσκονται στα δισκοπωλεία εδώ και κάποιες μέρες. Αν λοιπόν αφήσουμε εκτός το «εορταστικό» και «επετειακό» του προγράμματος και την απουσία του Paul Bostaph στα τύμπανα, με τον συμπατριώτη μας Chris Dovas να είναι επάξια στη θέση του, διαφορά μεταξύ των δύο αυτών συναυλιών, ως προς το αποτέλεσμα, δεν υπήρχε. Απλά, λιτά, χωρίς πολλές κουβέντες και χωρίς βερμπαλισμούς… οι TESTAMENT σάρωσαν τότε, σάρωσαν και τώρα.
Ήρθαν, λοιπόν, δίδαξαν και όποιος είχε έτοιμο το τετράδιο των σημειώσεων, αποκόμισε πολλά έστω μέσα στη μόλις μια ώρα που έπαιξαν. Βέβαια, πρόκειται για μια μπάντα που έπαιζε δεύτερο όνομα, μόνο και μόνο λόγω εμπορικής απήχησης του headliner. Επί της ουσίας, οι TESTAMENT θα μπορούσαν (μην πω «θα έπρεπε» και τερματίσω το “boomer-όμετρο”) να είναι οι headliners, να έπαιζαν μισή ωρίτσα παραπάνω, όπως έγινε σε άλλες «στάσεις» της περιοδείας τους και να ακούσουμε και άλλους ύμνους, συμπεριλαμβανομένου και του “C.O.T.L.O.D”, το οποίο πάλι δεν άκουσα «ζωντανά»! Χμ, ίσως η αποστολή ενός σωφρονιστικού email προς το group, να ήταν η ενδεδειγμένη κίνηση, γιατί δεν πάει άλλο η κατάσταση!
Ναι, ναι, ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ «έβγαινε» τουλάχιστον μισή ώρα ακόμη στο ίδιο «δολοφονικό» tempo. Όπως παρατηρήθηκε και από τους γύρω μου, η φυσική κατάσταση των TESTAMENT ήταν εξαιρετική. Ok, o συμπατριώτης μας Chris Dovas, ο οποίος μας μίλησε, αναμενόμενα, στα κουτσουρεμένα του Ελληνικά, είναι παλικάρι 26 ετών, στα ντουζένια του, αν δεν είναι αυτός καλά, ποιος θα είναι; Αλλά οι υπόλοιποι, όλοι σε ηλικία κάπως προκεχωρημένη για thrash-ο-πατινάδες, έδειχναν πιο ακμαίοι κι από έφηβοι! Eric Peterson, Alex Skolnick, Steve Di Giorgio… τι να λέμε τώρα, θα πέσει φωτιά να μας κάψει! Και πάνω απ’ όλους, ο αειθαλής, ο αλώβητος από τον χρόνο Chuck Billy. Ο επιβλητικότερος frontman (σούπερ κόντρα με Araya) ενός ολόκληρου ιδιώματος, αιωνίως με το πονηρό, σαδιστικό του χαμόγελο και με το larger than life λαρύγγι του, να γεμίζει τη μεγάλη σκηνή του Release και μόνος του, άμα λάχει.
Πάντα σε τέτοιες συναυλίες δεινοσαύρων, δεινοθηρίων κλπ ειδών προς εξαφάνιση, δε λέμε μεταξύ μας εμείς οι μεγαλύτεροι «οι πιτσιρικάδες θα πρέπει να έπαθαν πλάκα»; Ε, μετά από την εμφάνιση των TESTAMENT, οι ουκ ολίγοι πιτσιρικάδες μεταξύ του κοινού (black metal headliner γαρ), θα πρέπει λογικά όταν τελείωσε το μεγάλο pit στο “Into the pit” (που το «μαγείρευε» με χαρακτηριστικές κινήσεις ο Billy, κρατώντας μια αόρατη κουτάλα), να τσέκαραν δισκογραφία και bio στα κινητά τους, merch στους πάγκους και να σημείωσαν στο σημειωματάριο (βαρβαριστί “notebook”) «τη Δευτέρα να κατέβω κέντρο, να αγοράσω το “The legacy” και “The New Order”». Ωπ! Ξέχασα, έχουμε 2024, οι «πίτσιδες» δεν αγοράζουν, stream-άρουν, οπότε το τσεκάρισμα στο Spotify και στις λοιπές πλατφόρμες digital ακρόασης και αγοράς, θα έγινε επιτόπου!
“Trial by fire”, “Disciples of the watch”, “Over the wall”, “Do or die”… Δεν χρειάζονται οι «καλύτερες στιγμές» για να τις επισημάνω, ολόκληρο το live ήταν ένα έπος. Είπαμε, ακούσαμε αρχαίους TESTAMENT, τί άλλο θα μπορούσε να ήταν; Ακόμη και το ανάποδα κρεμασμένο logo στη βάση των τυμπάνων, έπος ήταν κι αυτό! Ποιος θεούλης να το κατάφερε… Και σκέφτηκα, πως αν τούτο το live το βλέπαμε σε έναν κλειστό χώρο σαν το Floyd, θα είχε σειστεί η περιοχή από τον Ταύρο μέχρι το Μοσχάτο κι από την άλλη πλευρά, μέχρι την Ομόνοια. Μήπως να τους βάλουν οι διοργανωτές στην “to do” λίστα, ώστε να τους δούμε κάποια στιγμή και σε ένα δικό τους, μεγάλο event; Αυτά τα ολίγα… για το πλήρες set με την σειρά που παίχτηκαν τα κομμάτια, η μνήμη μου κάνει παραδόξως «νερά», αλλά λύση υπάρχει, δες το setlist fm. Μέχρι και ο Γιώργος της προηγούμενης ανταπόκρισης το είδε αυτή τη φορά. Άσε που έτσι κι αλλιώς, όλοι από εκεί κάνουν copy – paste, μουαχαχαχα (γέλιο a la Billy στο “C.O.T.L.O.D”)!
Αυτά από εμένα.
Λήξις.
Καλό υπόλοιπο καλοκαιριού!
Δημήτρης Τσέλλος
Η απόδοση των PESTILENCE και – κυρίως – των TESTAMENT ανέβασε τις προσδοκίες σε πολύ μεγάλο βαθμό για τους headliners της βραδιάς. Σε 70 λεπτά παρουσίασαν την σύγχρονη μορφή τους χωρίς σκηνικά και φωτιές, παρά μόνο με projections στο πίσω μέρος της σκηνής. Στην αρχή της εμφάνισης τους ένα λευκό πανί έδωσε μια ιδιότυπη θεατρικότητα στο “Post-God nirvana”, αξιοποιώντας το λευκό φως και τις κινήσεις που έκαναν τα μέλη τους επί σκηνής πίσω από το λευκό πανί.
Κακά τα ψέματα το show που παρουσιάζουν κανονικά οι BEHEMOTH έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη θέση που έχουν σε όλα τα φεστιβάλ που εμφανίζονται. Από την άλλη ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να δοθεί η πρέπουσα σημασία στην ουσία μιας συναυλίας που είναι η ίδια η μουσική του group και η γενικότερη σκηνική του παρουσία. Και στα δύο οι Πολωνοί τα πήγανε περίφημα, αν αναλογιστεί κανείς και τις αντιδράσεις του κόσμου σε κομμάτια όπως το “Ov fire and the void” και “Blow your trumpets Gabriel”.
Και ναι, οι BEHEMOTH έχουν απλοποιήσει τη δομή των κομματιών τους σε τέτοιο βαθμό που λειτουργούν συναυλιακά, μακριά από τα 90s που ξεκίνησαν. Η επιλογή να παίξουν με τον τωρινό τους blackened death ήχο το “Cursed angel of doom” από το πρώτο τους demo τιμώντας την 32χρονη ιστορία τους, έδειξε τη δραστική αλλαγή που έχει επέλθει τα τελευταία πάρα πολλά χρόνια. Το “Chant for eschaton 2000” έκλεισε το main set, δείχνοντας πόσο καταιγιστικοί και περίπλοκοι σε ρυθμούς ήταν στα late 90s, ζωγραφίζοντας ένα χαμόγελο ανάμνησης της τρομερής τους πρώτης συναυλίας στο AN club πριν 25 χρόνια.
Όμως ο ηγέτης τους, Nergal, είπε κατά τη διάρκεια της συναυλίας ότι τώρα δίνουν την καλύτερη συναυλία τους στη χώρα μας. Και πως να μην το ισχυριστεί όταν αποθεώνεται από τόσο κόσμο και όταν καταφέρνει με κάθε τρόπο να ξεσηκώνει το κοινό σχεδόν σε κάθε κομμάτι! Γεμάτος ενέργεια και αυτοπεποίθηση κατάφερε να είναι και frontman και επαρκής στις κιθαριστικές του υποχρεώσεις. Εμφανίστηκε εξ αρχής χωρίς κάποια αμφίεση και μόνο σε ορισμένα σημεία του show τους επέλεξε να δώσει και οπτική διαφορετικότητα, όπως η μπέρτα και η μάσκα που φόρεσε στο “The deathless sun” και το πανύψηλο στέμμα στο “Bartzabel”. Πριν το “Conquer all” αναφώνησε «This is Sparta» και πριν το “No sympathy for fools” είπε ότι πέρα από τους αρχαίους μεγάλους θεούς, έχουμε και τους σύγχρονους θεούς όπως τους ROTTING CHRIST, NECROMANTIA και τον Γιώργο Κόλλια (NILE).
Μαζί του εδώ και 20 χρόνια μόνο στις συναυλίες είναι ο κιθαρίστας Seth, ο οποίος καταφέρνει να γεμίσει τον ήχο τους ειδικά στα σημεία που ο Nergal ξεσήκωνε τον κόσμο, αφήνοντας την κιθάρα του. Ο επιβλητικός Orion στο μπάσο, έδωσε το στίγμα του και στα φωνητικά. Και οι δυο τους δεν σταματούσαν να κινούνται σε όλο το μήκος και πλάτος της σκηνής, διαμορφώνοντας με τον Nergal μια σκηνική παρουσία αντάξια της φήμης που έχουν σαν μπάντα. Και το καταφέρνουν γιατί είναι μαζί για τόσα πολλά χρόνια, έχοντας πίσω από τα drums τον φοβερό Inferno, που έχει παίξει καταλυτικό ρόλο με την είσοδο του στο group, μεταστρέφοντας τον ήχο τους σε blackened death το μακρινό 1998.
Και το γεγονός ότι είναι μαζί όλα αυτά τα χρόνια δεν τους καθιστά μόνο ηχητικά καλοκουρδισμένη μηχανή, αλλά και σε κινησιολογία, φτάνοντας ακόμα και στη χορογραφία σηκώνοντας συγχρονισμένα τις κιθάρες δύο φορές στο encore του “O father O satan O sun”. Ήταν το σημείο κορύφωσης της εμφάνισης τους με τον Nergal και τον Orion να φοράνε τα κοστούμια τους και τον κόσμο να τραγουδά μαζί τους το ρεφραίν.
Οι 13 επιλογές από την μακρόχρονη δισκογραφία τους έδωσε μεγαλύτερο βάρος στο “The satanist” (2014), το οποίο είναι το άλμπουμ που τους γιγάντωσε. Η αναφορά στα 00s έγινε με τον καλύτερο τρόπο με τα “Christians to the lions”, “Conquer all” και “Demigod”. Και εκεί φάνηκε η μεγάλη διαφορά σε δομή, πολυπλοκότητα και ένταση που έχουν με τα πιο πρόσφατα κομμάτια τους όπως τα “Ora pro nobis lucifer” και “Once upon a pale horse”. Καλύπτοντας έτσι ένα μεγάλο μέρος της δισκογραφίας τους, ικανοποίησαν και τον πιο ορκισμένο οπαδό της σύγχρονης εκδοχής τους, αν και θα μπορούσαν να παίξουν ακόμα περισσότερο, όντας headliners.
Λευτέρης Τσουρέας
Φωτογραφίες: Έλενα Βασιλάκη