Μεταλλικών ήχων πρεμιέρα για το αγαπημένο μας Release Athens Festival, με μια τριπλέτα – φωτιά! Περίπου τόσο καυτή, όσο και οι μέρες που προηγήθηκαν, με τον καύσωνα να κάνει σμπαράλια ολόκληρο το νευρικό μας σύστημα! Λογικό λοιπόν, την συννεφιά και το αεράκι του πρωινού της Παρασκευής, να τα είχα εκλάβει ως «δώρο εξ ουρανού»… αν είχαν παραμείνει! Δυστυχώς όμως, μας άφησαν νωρίς και έδωσαν τη θέση τους σε μια απίστευτη υγρασία, που τρυπούσε σάρκες. Το φτωχό νούμερο «3», βέβαια, δεν έλειψε από κατά τόπους συζητήσεις και σχολιάστηκε αρνητικά. Με κάθε σεβασμό σε όλα τα δικά μας συγκροτήματα που θεωρητικά θα ήταν υποψήφια για να «ανοίξουν» την ημέρα και θα μπορούσαν να σταθούν αντάξια στο ύψος των περιστάσεων, όπως και σε όσους θέλουν να βλέπουν μακροσκελή billings, καλύτερα που δεν υπήρξε τέταρτη μπάντα και το event ξεκίνησε στις 19:00. Είμαι σίγουρος πως και για τα ίδια τα groups, δεν θα ήταν ό,τι καλύτερο να παίζουν νωρίς το απόγευμα, υπό συνθήκες φούρνου, με λιγοστό κόσμο από κάτω να νιώθει σαν τομάτα ή πιπεριά γεμιστή. Έτσι δεν είναι; Το ’χουμε δει το έργο.
Ωπ, τι συμβαίνει εδώ; Οι μάστορες του επικού metal GRAND MAGUS σε μεγάλη σκηνή; Και με ΠΟΛΥ κόσμο από κάτω; ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! Μου αρέσουν πολύ στα μικρότερα live, σε κλειστούς χώρους, αλλά δεν το κρύβω, ήθελα να τους δω και σε ένα festival με αρκετό κόσμο από κάτω. Άσε που, με μια γρήγορη ματιά στο διαδίκτυο, θα παρατηρήσεις πως είναι ουκ ολίγες οι φορές που οι Σουηδοί αλωνίζουν τις μεγάλες σκηνές της Ευρώπης. Λογικό. Πρόκειται περί ΜΕΓΑΛΗΣ ΜΠΑΝΤΑΣ. Μια ώρα είχαν στη διάθεσή τους και την κάλυψαν με τρόπο αναμενόμενο.
Κακά τα ψέματα, ένα GRAND MAGUS live, στερείται εκπλήξεων για έναν οπαδό και το τι θα δει είναι τόσο σιγουράκι, όσο το αποτέλεσμα του αγώνος Ρεάλ Μαδρίτη – Άσπρα Χώματα (άσσος, over ημίχρονο/τελικό). Η τριάδα των Christoffersson, Skinner και Witt ποντάρει στα παλαιά τραγούδια, προτιμά κυρίως hits (“Iron will”, “Steel versus steel”, “Ravens guide our way”, “Hammer of the North” και δεν συμμαζεύεται), δεν αφήνει να υπάρξει πουθενά υποψία έστω «ψαγμενιάς» και «υποτιμημένων» συνθέσεων και σαν επαγγελματίες ως την τελευταία λεπτομέρεια που είναι, κινούνται όσο πιο “safe” γίνεται. Αυτό έχουμε, σου λένε, το θες; Πάρτο. Δεν το θες; Μην το θες.
Τώρα λοιπόν που έχω πληρέστερη εικόνα, μπορώ να πω με σιγουριά πως οι GRAND MAGUS είναι κλάσεις ανώτεροι σε κλειστούς χώρους. Εδώ, ένιωσα να χάνεται η δυναμική τους. Ποτέ, σε κανένα σημείο του live, δεν με άρπαξαν από τον λαιμό, όπως έκαναν ας πούμε στην τελευταία τους συναυλία, όπου ήταν καταπληκτικοί. Μην παρεξηγηθώ, δεν ήταν κακοί, ούτε μέτριοι. Καλοί ήταν, αλλά… ΑΛΛΑ.
Ευτυχώς, σε αντίθεση με εμένα, οι ιαχές των παρευρισκομένων στις πρώτες γραμμές και στο μέσο της αρένας, έδειξαν πως έστω και σε ρηχά νερά κινούμενοι, οι Σουηδοί μπορούν να κερδίσουν νέους οπαδούς. Και να τους κερδίσουν, σημαντικό αυτό, από την «πιτσιρικαρία» που έδωσε βροντερό «παρών», φέρνοντας λίγη αισιοδοξία στα προβληματισμένα, όσον αφορά το μέλλον του κλασσικού metal ήχου, μυαλά ημών των μεγαλυτέρων (ή και γέρων, ναι).
Συνοψίζοντας και κλείνοντας, θετικό πρόσημο θα έβαζα στην εμφάνισή τους. Θετικό, γιατί ξεπέρασαν γρήγορα ΚΑΙ το πρόβλημα με τον, αρχικά, κακό ήχο. Περιμένοντας λοιπόν νέο δίσκο και δικό τους live, για τους απολαύσω όπως πρέπει, δίνω την σκυτάλη στους Φραγκίσκο και Δημήτρη, για να μεταφέρουν με την σειρά τους τις εντυπώσεις τους από τους BLIND GUARDIAN και MEGADETH, αντίστοιχα. Πάω για ψιλή κουβέντα, βλέπω πολλούς γνωστούς και φίλους στο κοινό.
Δημήτρης Τσέλλος
20:15 λοιπόν, με τον ήλιο να αποχωρεί σιγά σιγά (επιτέλους), με τον κόσμο να έχει φυσικά αυξηθεί και με τη ζέστη επίσης να γίνεται ένα τσικ πιο υποφερτή, άρα συνθήκες καλύτερες να απολαύσουμε για ακόμη μία φορά τους BLIND GUARDIAN επί ελληνικού εδάφους.
Θα είμαι ειλικρινής εξ αρχής. Γιατί καλή η «αρρώστια» και η πώρωση, αλλά κάποια πράγματα είναι αντικειμενικά και πιο ρεαλιστικά. Ναι, θέλω να βλέπω 1-2-3 φορές το χρόνο τις αγαπημένες μου μπάντες. Ειδικά όσες αλλάζουν τα setlists τους και δίνουν συνεχώς «τυράκια» στους οπαδούς τους. Άρα οι Βάρδοι είναι σε αυτήν την κατηγορία. Όμως, μερικές φορές, με βαριά καρδιά μιλώντας, αυτό δεν θα λειτουργήσει και τόσο, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για 4η εμφάνιση (5η για κάποια άλλα συν-αρρωστάκια) σε διάστημα 9 μηνών.
Προφανώς και όταν βγαίνεις με το “Imaginations…”, έχεις βάλει το γκολάκι από τα αποδυτήρια και έχεις πάρει μαζί σου και «παλιούς» και «νέους» οπαδούς. Όταν έχεις κομμάτια στο setlist όπως τα “The script for my requiem”, “Lord of the rings”, “Time stands still” και το κλασικό τρίο των “Bard’s song”, “Mirror mirror” και “Valhalla”, ο κόσμος θα τραγουδήσει, θα περάσει καλά και το live θα είναι ωραίο. Όμως, προσωπικά, δεν το χάρηκα στο βαθμό της παράκρουσης του Οκτωβρίου που ήταν 3 φορές σε 5 μέρες ή πόσες.
Από τη μία ο μέτριος ήχος του σχήματος, που βελτιώθηκε κάπως μετά τα μισά, αλλά και πάλι δεν ήταν και «σύμμαχος» και από την άλλη το setlist, που αυτό ίσως μου το «χάλασε» λίγο περισσότερο. Αν για κάτι δεν γκρινιάζω για τα παιδιά, είναι τα setlist. Ειδικά όταν τους έχουμε δει τόσες φορές που μας έχουν προσφέρει άπειρες αλλαγές τραγουδιών, εκπλήξεις και και και. Αυτήν τη φορά όμως, το να είναι στην ουσία το setlist της περιοδείας του “The God machine” χοντρικά, μου ξίνισε λίγο. Το είδαμε 3 (ή 4… είπαμε… ανάλογα την παράνοια) φορές τον Οκτώβριο. Δώστε κάτι άλλο, αφού το κάνετε πάντα (όπως μας καλομαθαίνετε… δεν φταίμε).
Προφανώς και ο κόσμος πέρασε καλά και συμμετείχε φουλ στη συναυλία. Άλλωστε αυτά είναι τα live BLIND GUARDIAN. Ασχέτως που πάντα θα τους θέλω πολύ περισσότερο σε κλειστό χώρο παρά σε ανοικτό, όπου «χάνεται» κάπως αυτό το ανατριχιαστικό interaction με το κοινό και σου λείπει το εκκωφαντικό του κόσμου στα αυτιά σου. Εννοείται πως ακούσαμε κομματάρες που λατρεύουμε και θέλουμε να ακούμε ξανά και ξανά.
Ο Hansi δεν το συζητάω πως ήταν (και πάλι) εξαιρετικός και ο άνθρωπος πρέπει να έχει πλέον κομματάκια του λάρυγγά του διασκορπισμένα στα περισσότερα venues της Αθήνα (και της Ελλάδας γενικότερα). Μόνο σεβασμό και προσκύνημα. Απλά, νομίζω πως αυτήν τη φορά, κάτι έλειπε για να κάνει το live όπως τα περισσότερα των BG: Επικό. Ίσως λίγο το setlist, ίσως λίγο κάτι ακόμα πιο βασικό όπως φάνηκε μετά: Άλλο πράγμα η προσμονή 10 χρόνων (μέσα έξω), άλλο 9 μηνών… όπως και να το κάνουμε, η δίψα του κοινού περνάει σε άλλο επίπεδο.
Εν κατακλείδι, μία καλή εμφάνιση των παιδιών, όχι από τις καλύτερες που έχουμε βιώσει, αλλά απολύτως αποδεκτή και φυσικά (για να γίνω πάλι γραφικός), να μας ξανάρθουνε με το καλό και σε 5 μήνες (δεν μετράω τα Χανιά, αφού είναι σε 1 μήνα και στη θέση τους δεν θα έφευγα από Ελλάδα… άσε που θα είχα ήδη αγοράσει κάνα εξοχικό/σπίτι). Ο κόσμος πέρασε καλά; Εννοείται. Και το ζητούμενο είναι αυτό στις συναυλίες!
Μία παρατήρηση απλά, που δεν έχει να κάνει αναγκαστικά με GUARDIAN, MEGADETH ή οποιαδήποτε άλλη μπάντα, αλλά με την ευκαιρία και του χθεσινού live: Όσο και αν είναι μπαντάρες οι Ευρωπαϊκές και στο heavy metal είμαι περισσότερο Ευρωπαίος παρά Αμερικάνος (δεν λογίζω alternative, metalcore κλπ είδη, γιατί εκεί γέρνω υπερβολικά προς Αμερική), οι Αμερικάνοι ρε φίλε είναι κάτι άλλο στο θέμα πως βγαίνουν στη σκηνή. Πως να το κάνουμε. Και απλά απόδειξη αυτού είναι αυτά που θα σας αναλύσει αμέσως μετά ο αγαπητός κύριος Μπούκης…
Φραγκίσκος Σαμοΐλης
Η επίσκεψη στη χώρα μας, ενός εκ των τεσσάρων μεγάλων του thrash metal, είναι πάντα ένα τεράστιο γεγονός. Οι MEGADETH λοιπόν είχαν να πατήσουν επί ελληνικού εδάφους για συναυλία από το καλοκαίρι του 2016 και τα οκτώ χρόνια αναμονής ήταν ικανά από μόνα τους, να οδηγήσουν χιλιάδες κόσμο στην Πλατεία Νερού για ακόμα μία φορά. Όσοι λοιπόν είδαν εχθές τον Dave Mustaine και την παρέα του, είχαν την τύχη να απολαύσουν ίσως μία από τις καλύτερες εμφανίσεις τους στη χώρα μας.
Όλα βάση προγράμματος και στις 22:21 οι MEGADETH ανεβαίνουν στη σκηνή του Release Festival, ανοίγοντας το πρόγραμμα τους με το ομώνυμο τραγούδι του πιο πρόσφατου τους άλμπουμ, “The sick, the dying…and the dead”. Η ενέργεια τους τρομερή, ένας Dave Mustaine πιο ορεξάτος από ποτέ και το υπόλοιπο συγκρότημα να παρασέρνεται από την ενέργεια του κόσμου και την φόρα του αρχηγού τους. Πριν το καταλάβουμε, ο Mustaine μας συστήνεται ως “κοινωνική ασθένεια” με το “Dread and the fugitive mind”, φτύνοντας με ειρωνεία κάθε στίχο και όλοι μας αντιλαμβανόμαστε ότι το βράδυ αυτό θα είναι υπέροχο.
Ένα βράδυ που παραλίγο όμως να χαλάσει μόλις στο τρίτο τραγούδι. Ξεκινάει το “Skin ‘o my teeth”, όλοι μας βρισκόμαστε σε παραλήρημα από την εξαιρετική απόδοση τους και ξαφνικά ακούμε καντήλια. (σ.σ. Σάκη Φράγκου: Ο λόγος του ξεσπάσματος αυτού, ήταν το γεγονός ότι security του φεστιβάλ δεν άφηνε τους φωτογράφους, ανάμεσά τους και τον δικό μας, Πέτρο Καραλή, παρά το συμβόλαιο που είχαμε υπογράψει, να τραβήξει φωτογραφίες και στο τρίτο τραγούδι, παραβαίνοντας το συμβόλαιο. Ο Mustaine, που εννοείται ότι τα ξέρει ΟΛΑ, φώναξε στον security να αφήσει τους φωτογράφους να κάνουν τη δουλειά τους, επειδή υπήρχε μία αναστάτωση στο photo pit, μπροστά στα μάτια του. Security του ίδιου του συγκροτήματος, έδιωξαν τον συγκεκριμένο security που δεν έκανε τη δουλειά του σωστά και συνεχίστηκε κανονικά η φωτογράφηση και η συναυλία). Σε αυτό το σημείο να πούμε κάτι για την προσωπικότητα Mustaine. Ο άνθρωπος αυτός δεν αφήνει ούτε την καλημέρα να πέσει κάτω. Ο τρόπος μόνο που κοιτάει την ώρα που τραγουδάει, σου κόβει το αίμα.
Στην κατάσταση που ήταν και με τον τρόπο που αντιμετώπισε το ζήτημα, όχι μόνο δεν μας ξενέρωσε, αλλά προσωπικά εμένα με έκανε να γουστάρω ακόμα περισσότερο. Και δεν είναι αυτό ένα δείγμα μαζοχισμού, αλλά έχοντας μπροστά μου ένα είδωλο όπως ο Mustaine, με την τεράστια προσωπικότητα του και τον δύσκολο χαρακτήρα του, είδα ένα μουσικό την ώρα που ρίχνει solo στην κιθάρα να απομονώνει κάτι που παραβίαζε κάποιους κανονισμούς και να συνεχίζει να παίζει για να μην διακόψει το τραγούδι.
Μega Dave λοιπόν και συνεχίζει με το “Angry again”, πιο ταιριαστό τραγούδι μετά το σκηνικό του “Skin o’ my teeth” δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Όλοι μας πια είχαμε καταλάβει ότι η βραδιά θα είναι ένα εξαιρετικό best of της μπάντας και το “Hangar 18” σκάει για να το επιβεβαιώσει, δημιουργώντας έναν πανικό με την λυσσαλέα εισαγωγή του. Όσο περνούσε η ώρα, μπορούσε κάποιος να διακρίνει ότι ο Mustaine τραγουδούσε πιο συντηρητικά, αλλά η ενέργεια και η διάθεση του κάλυψαν το οποιοδήποτε κενό. Το να είσαι σε συναυλία των MEGADETH και να πετυχαίνεις τον Mustaine σε αυτή τη διάθεση, είναι πραγματικά δώρο. Μέχρι που χαμογέλασε ο τεράστιος, ξέρετε αυτό το σαρδόνιο μειδίαμα, όταν εξηγούσε την ιστορία του “She-wolf” που τραγούδησε αμέσως μετά.
Γενικά τα κενά μεταξύ των τραγουδιών δεν ήταν πολλά και μόνο καλό το βρήκα αυτό. Ο Mustaine όσες φορές μίλησε ήταν λιτός και ευδιάθετος, μην αφήνοντας πολλά περιθώρια να πάρουμε ανάσα. Έτσι ενώ δεν ακούσαμε το “Take no prisoners”, το συγκρότημα ήταν αποφασισμένο να μην αφήσει κανέναν όρθιο. Έτσι λοιπόν από την ψυχανάλυση του “Sweating bullets” περάσαμε στη λατρεμένη τραγουδάρα “Trust” και από εκεί στον τυφώνα “Tornado of souls” που τα ισοπέδωσε όλα. Το “Cowntdown to extinction” ηρέμησε λίγο τα νερά, για να αγριέψει ξανά η κατάσταση με το “We’ll be back”, το πιο thrash-άτο τραγούδι τους από την τελευταία τους δουλειά.
Δυστυχώς οδεύαμε προς το κλείσιμο μίας επικής εμφάνισης των MEGADETH η οποία έλαβε τέλος με τον πιο εμφατικό τρόπο, με τα “Symphony of destruction”, “Peace sells” (με κοστουμάτο Vic Rattlehead να αλωνίζει στη σκηνή), “Mechanix” και “Holy wars” να κλείνουν αυτή την μαγική νύχτα. Μία νύχτα η οποία άφησε μόνο χαμόγελα σε όλους όσους βρεθήκαν εκεί.
Έχουμε πολλές αγάπες στη μουσική. Συγκροτήματα μικρά, μεγάλα, κολοσσούς ή λιγότερο εμπορικά. Οι MEGADETH εχθές επιβεβαίωσαν απλά πως είναι να βιώνεις ένα live ενός συγκροτήματος A’ εθνικής. Ένα λιτό stage, με μόνο το λογότυπο και την μασκότ της μπάντας στην οθόνη, χωρίς πυροτεχνήματα, χωρίς φλόγες, χωρίς τίποτα. Όμως με άπειρη προσωπικότητα, αστείρευτο επαγγελματισμό, εξαιρετικούς μουσικούς (τι να πρωτογράψεις για το κτήνος Dirk Verbeuren στα ντραμς) και μουσική που έχει γράψει ιστορία και δεν ξαναβγαίνει ποτέ παρόμοια της. Στα μικρά και αρνητικά θα μπορούσα να πω ότι η κιθάρα του Teemu Mantisaari δεν ακουγόταν πάντα. Μιλάμε όμως για ένα πταίσμα σε μία εξαιρετική από κάθε άποψη συναυλία. Εις το επανιδείν!
Δημήτρης Μπούκης
Φωτογραφίες: Πέτρος Καραλής