Είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου. Μόλις πριν μερικούς μήνες στην αντίστοιχη κριτική του ROCK HARD για το “Acoustic Adventures Volume 2” αναρωτιόμουν αν είναι δόκιμος ο χαρακτηρισμός «πρώην σπουδαία μπάντα». Πραγματικά εκείνος ο δίσκος φλέρταρε επικίνδυνα με το 0/10 και ο μόνος λόγος που δεν το πήρε είναι επειδή ως «ειδική» κυκλοφορία δεν βαθμολογήθηκε. Ειπώθηκαν όμως όσα έπρεπε να ειπωθούν με απόλυτη ειλικρίνεια για την κατάντια των κυκλοφοριών του σχήματος τα τελευταία πολλά χρόνια και το γεγονός ότι είχαμε να ακούσουμε κάτι συνολικώς αξιόλογο από το “Reckoning Night” του 2004.
Η ιστορία διαχρονικά δείχνει ότι κάπως, κάποτε, αργά ή γρήγορα έρχεται στη ζωή η ώρα της δικαίωσης. Από το live προ δύο μηνών στη χώρα μας όπου οι Φινλανδοί ήρθαν με τους συμπατριώτες τους STRATOVARIUS για ένα sold out show στο Club 22 πήραμε μια γεύση ότι το «μυαλό» του συγκροτήματος επιτέλους έκανε επανεκκίνηση, προς το συμφέρον τόσο του ίδιου όσο και αυτών που κάποτε πίστεψαν στο μουσικό τους όραμα. Με μια εντυπωσιακή στροφή 180 μοιρών, η οποία ίσως εξηγείται στους στίχους του “A Monster Only You Can’t See”, ο Tony Kakko και η παρέα του επιστρέφουν με εκείνο το δίσκο που όφειλαν καμιά δεκαπενταριά χρόνια.
Όλα μπήκαν ξανά στη θέση τους: Το κλασικό λογότυπο, το ανάλογο εξώφυλλο με τα τοπία της παγωμένης Φινλανδίας, το double-bass drumming σε μεγάλο μέρος του δίσκου, ο κατάλληλος παραγωγός και master του είδους Mikko Karmila, τα μεγάλα ρεφραίν, είναι όλα ξανά εδώ. Πάνε τα “Unia”, τα “Days of Grays”, τα “Stones Grow her Name” και τα “Ninth Hour”, όπως και τα αργόσυρτα μελό ψευδοπρογκ πειράματα με «μη μελωδικές μελωδίες». Εδώ έχουμε έναν πλήρη και ολοκληρωμένο power metal δίσκο που θυμίζει έντονα σε δομή και στυλ το “Silence” του 2002, σφύζει από γρήγορες κιθάρες, έντονες μελωδίες, νεοκλασσικά πλήκτρα και ένα ωραιότατο ντάπα-ντούπα στα τύμπανα.
Και για να μην υπάρξει καμία παρεξήγηση των προθέσεων τους, δηλώνουν εμφατικά την back to the roots προσέγγιση τόσο με το εξώφυλλο όσο με την έναρξη του δίσκου με δυο uptempo double bass power metal ύμνους, τα “First in Line” (10άρι απο τα παλιά) και “California”. Τα γρήγορα τραγούδια θυμίζουν την εκπληκτική πρώτη περίοδο του σχήματος, τα πιο αργά έχουν δυνατές βασικές ιδέες και λυρικό μελαγχολικό σκανδιναβικό συναίσθημα και γενικώς η μπάντα φαίνεται ότι πήρε το μήνυμα και αποφάσισε να παίξει αυτό που ξέρει καλύτερα απ’ όλους. Όλα τα τραγούδια (ξεχωρίζουν τα “First in Line”, “Angel Defiled”, “Shah Mat”, “Cure for Everything”, “A Monster you can’t see”, “Dark Empath”) δημιουργούν αυτό που έλειπε στους τελευταίους 4-5 δίσκους και κυρίως έχουν αρχή, μέση και τέλος και είναι χτισμένα πάνω σε ένα ενδιαφέρον chorus.
Είναι προφανές ότι έκλεισε -όπως συμβαίνει συχνά και στη ζωή- εκείνος ο ατέρμονος κύκλος της αναζήτησης «του καινούριου για το καινούριο» και πλέον, κοντά 30 χρόνια από την ίδρυσή τους ξαναγυρίζουν στο πραγματικά καλό, ποιοτικό και επιτυχημένο μουσικό δρόμο. Στο δρόμο που ήταν εκεί ως επιλογή, ως δική τους μουσική ταυτότητα και δεν τον ακολουθούσαν επειδή νόμιζαν ότι ο χρόνος είναι άπειρος για μουσικό χαζολόγημα και θα ήταν «περιπετειώδες» να αναζητάς το διαφορετικό τρώγοντας τα μούτρα σου κάθε φορά στη πορεία φτάνοντας να γεμίζουν τα live set list τους με τραγούδια της προ-περασμένης δεκαετίας για να βγει ένα αξιοπρεπές set.
Η ωριμότητα όμως –όπως και η αλήθεια- στο τέλος βγάζουν στην επιφάνεια τον πραγματικό σου εαυτό, ειδικά όταν οι δείκτες του ρολογιού αρχίζουν να τρέχουν πιο γρήγορα και κάθε μέρα που φεύγει κοστίζει παραπάνω. Δεν θα άντεχε ο Tony Kakko να τελειώσει η πορεία της μπάντας του με ένα ακόμα πείραμα ήχων και μεταμοντέρνων ακροβασιών. Είναι ωραίο να αναγνωρίζεις τα λάθη σου ως συγκρότημα και το “Clear Cold Beyond” είναι ένας ωραίος δίσκος, σίγουρα από τους καλύτερους της χρονιάς στο euro power metal.
8 / 10
Δημήτρης Μελίδης