Πέρασαν πολλά χρόνια για να κατανοήσω πλήρως τι σημαίνει TARDIVE DYSKINESIA. Αναφέρομαι πρωτίστως στον ιατρικό όρο, στην δυσκινησία, την πάθηση δηλαδή που προκαλείται από την αποτυχία της παρεγκεφαλίδας και των νευροδιαβιβαστών να μεταφέρουν σωστά τις πληροφορίες κίνησης στους μύες. Κι αν αυτό το κινητικό πρότυπο ταίριαζε γάντι με την μουσική της μπάντας πριν μερικά χρόνια, πλέον το όνομα Dyskinesia φαντάζει υπερβολικό μπροστά στην νέα τροπή που παίρνει ο ήχος τους.
Με το “Harmonic Confusion” το συγκρότημα φτάνει στην τέταρτη επίσημη κυκλοφορία του, οριοθετώντας ταυτόχρονα μια νέα εποχή. Αφήνοντας πίσω του τις ακαθόριστες ακανθώδεις αποφύσεις του “The Sea of See Through Skins” (2009), με τα riff-σεμινάριο για μαθηματικές εξισώσεις δευτέρου βαθμού, οδεύει προς πιο στρωτά «αρμονικά» συνθετικά θέματα, βάζοντας ταυτόχρονα στο παιχνίδι επιρροές από τον γενικότερο prog χώρο. Γιατί ουσιαστικά αυτό συμβαίνει με την μουσική των TARDIVE DYSKINESIA. Κάνουν ένα βήμα πίσω στις διακλαδώσεις των υποκατηγοριών της metal, παίρνοντας ουσιαστικά το πόδι τους από το χαλάκι που γράφει djent, ώστε πλέον να στέκονται σταθερά πάνω από το prog.
Δεν είναι τυχαίο που πρέπει να φτάσουμε στο τέταρτο κομμάτι του δίσκου, “Self Destructive Haze” ώστε να αναδυθεί το οργίλο παρελθόν της μπάντας. Μέχρι εκείνη την στιγμή, ο ακροατής συστήνεται σε αυτό το νέο μείγμα που περιλαμβάνει τον πάγιο σταθερό ρυθμό των MESHUGGAH (αν και πλέον θα πρέπει να τον αποκαλούμε με ίδιο όνομα της μπάντας), τις ψυχεδελικές μελωδίες των MASTODON και την post χροιά των THE OCEAN. Κι αν η συνύπαρξη αυτών των ονομάτων φαντάζει προκλητική και μόνο που βρίσκονται στην ίδια πρόταση, φανταστείτε τι γίνεται όταν αλληλεπιδρούν μέσα στον δίσκο. Έχουμε να κάνουμε με μια εντελώς διαφορετική οπτική γωνία θεώρησης στη μουσική των Αθηναίων progsters.
Ο σκληρός ρυθμός μπαίνει στο background, ενώ στο προσκήνιο έρχονται οι (πολλές) μελωδίες και φυσικά οι εξαιρετικές φωνητικές ικανότητες του Μάνθου Στεργίου, ο οποίος έχει κάνει εξαιρετική δουλειά ώστε να βγουν προς τα έξω αυτά τα καθαρά φωνητικά. Και φυσικά ένα σοβαρό prog σχήμα που σέβεται τον εαυτό του δε θα μπορούσε να κυκλοφορήσει έναν δίσκο που να μην περιέχει μέσα ήχους από τσέλο και σαξόφωνο. Κι όσο κλισέ κι αν ακούγεται, η προθήκη των οργάνων δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά έρχονται να συμπληρώσουν με τον καλύτερο τρόπο την ατμόσφαιρα που μεθοδικά χτίζει το συγκρότημα.
Από την πρώτη κιόλας ακρόαση του “Harmonic Confusion” γίνεται σαφές, ότι η δεκαετής και πλέον δισκογραφική παρουσία έχει προσφέρει στο συγκρότημα την απαραίτητη εμπειρία, ώστε να δημιουργήσει έναν δίσκο κόσμημα για την εγχώρια σκηνή. Γνωρίζοντας την μπάντα όλα αυτά τα χρόνια θεωρώ αίολο το όποιο ρίσκο κι αν διακυβεύονταν με την διεύρυνση του μουσικού ορίζοντα. Ο νέος δίσκος, παρότι ακολουθεί την φυσική εξέλιξη του “Static Apathy in Fast Forward” (2012)βρίσκεται πολλά επίπεδα πάνω. Το μόνο που μένει πλέον είναι να βιώσουμε την ερμηνεία των νέων κομματιών ζωντανά, ώστε να έχουμε μια πλήρη αντίληψη του δίσκου.
9 / 10
Νίκος Ζέρης