Underground Halls Vol. 114 (BATTERING RAM, BIRTH, HORN, MORRIGAN, PAGANIZER, SERPENT ASCENDING)

0
332

«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το album; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: BATTERING RAM
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Second to none”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Uprising! Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Johan Hallström – Φωνητικά
Joakim “Jocke” Ståhl – Μπάσο
Jonas Edmark – Κιθάρες
Tony Trust – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Website
Facebook
Instagram
Spotify
YouTube

Οι BATTERING RAM μας έρχονται από μια μικρή σουηδική πόλη, το Filipstad, γνωστή για τα ορυχεία της. Ένα μέρος που δεν έχεις ακούσει ποτέ, ένα μέρος που δεν έχεις πάει ποτέ και ένα μέρος που πιθανότατα δεν θα επισκεφτείς ποτέ. Εκεί πάνω στον Βορρά, στα σκανδιναβικά δάση, δημιουργήθηκε το 2017 αυτό το κουαρτέτο, που γρήγορα προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον μεταξύ των οπαδών της «σκληρής μουσικής» τόσο στην Σουηδία, όσο και γενικότερα στη Σκανδιναβία. Το ομώνυμο ντεμπούτο άλμπουμ τους που κυκλοφόρησε το 2020, έγινε δεκτό με πολλά θετικά σχόλια και πολύ καλές κριτικές από τον Τύπο, δημιουργώντας θετικότατες εντυπώσεις και καλλιεργώντας προσδοκίες για ένα ακόμη καλύτερο μέλλον. Αλλά, αν και τα προαναφερθέντα σκανδιναβικά δάση, κομμάτι της παραμυθένιας σκανδιναβικής φύσης, είναι φημισμένα για τα ξωτικά και τα trolls που τα περιδιαβαίνουν, οι BATTERING RAM δεν ακολουθούν τέτοιο μονοπάτι. Ούτε black θα ακούσεις εδώ, ούτε επικό metal.

Στο Second to none, οι Σουηδοί παίζουν ένα απλό, αλλά όχι απλοϊκό, ευθύβολο hard rock n’ roll, βαρύ, δυναμικό, groove-άτο με μεγάλα hooks και το σωστό attitude. Με καταβολές από τις δεκαετίες του 1970 και του ‘80 αλλά με το βλέμμα να κοιτάζει και το τι γίνεται γύρω τους στις μέρες μας, παραμένουν πιστοί στις αρχές των μεγάλων του είδους που υπηρετούν, αλλά παράλληλα σφραγίζουν τη μουσική τους με τη δική τους, σύγχρονη υπογραφή. Τούτο το δισκάκι ξεχειλίζει από ενέργεια. BACKYARD BABIES, HARDCORE SUPERSTAR, D-A-D, VOLBEAT, MUSTASCH, BLACK LABEL SOCIETY, να μερικές από τις μπάντες που επηρεάζουν τους BATTERING RAM, οπότε, πως γίνεται να μην είναι γεμάτο ενέργεια; Μάλιστα, είμαι σίγουρος πως στην σκηνή θα είναι ακόμη καλύτεροι, αφού και τα τραγούδια είναι κομμένα και ραμμένα για live καταστάσεις και το λένε και οι ίδιοι: “The hard rock stage, will always be our home”. Η παραγωγή είναι super, δε θυμάμαι αν το είπα αυτό…

(7 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: BIRTH
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Born”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Bad Omen Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Conor Riley – Φωνητικά, κιθάρα, πλήκτρα
Brian Ellis – Κιθάρα, πλήκτρα
Trevor Mast – Μπάσο
Thomas Di Benedetto – Τύμπανα
Paul Marrone – Κρουστά
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
YouTube

Οι BIRTH είναι από τη Νότια Καλιφόρνια και τους συναντούμε για πρώτη φορά. Μπορεί όμως με αυτήν τη μορφή να είναι πρωτόβγαλτοι, δεν είναι όμως νέοι στον χώρο, ως μονάδες, καθώς αποτελούνται από πρώην ή νυν μέλη των JΟΥ, RADIO MOSCOW, SACRI MONTI και ASTRA. Ίσως τώρα κάποιοι να υποπτεύονται το τι θα διαβάσουν στην συνέχεια, ίσως όχι, εμείς προχωράμε έτσι κι αλλιώς. Δε ξέρω επίσης πόσοι είχαν ακούσει το ομώνυμο demo EP του 2021, οπότε και περίμεναν το πρώτο επίσημο full length του group, εγώ πάντως δεν είμαι μεταξύ αυτών. Τέλος πάντων, από εκείνο το EP πήραν και τις τρεις του συνθέσεις (“Descending us”, “Cosmic tears” και “Long way down”), τις «δούλεψαν» ξανά και μαζί με τρία νέα κομμάτια δημιούργησαν την εξάδα του ντεμπούτου τους, Born.

Πάμε στο διά ταύτα. Οι Καλιφορνέζοι rock-άρουν, σε φάσεις hard rock-άρουν και συνάμα γίνονται προοδευτικοί, παραπέμποντας στα τιτάνια συγκροτήματα και albums της δεκαετίας του ‘70. Έχουν και μια ψυχεδελική διάθεση μαζί με την prog rock αισθητική τους, που δίνει επιπλέον πόντους στην όλη retro ατμόσφαιρα. Έχουν σωστές επιρροές (DEEP PURPLE, URIAH HEEP, CAMEL, E.L.P, KING CRIMSON, τέτοια πράγματα), έχουν έμπνευση, είναι «μάστορες» του mellotron και του Hammond B3, είναι ικανοί μουσικοί, τσιμπούν και τα δανειάκια τους από δω και κει (για παράδειγμα το “Descending us” είναι τόσο “Child in time” όσο είναι και “Firefly” ή “The magician’s birthday”, ως εκ τούτου είναι ένα μικρό έπος), γενικά, τη ξέρουν τη δουλειά!

Στιχουργικά, καταπιάνονται με τη δυστοπική επιστημονική φαντασία και αναλόγου υφής υπερβατικά θέματα, κάτι που ταιριάζει με τη μουσική τους. Όλοι οι παίκτες δουλεύουν σαν μια πολύ καλά προπονημένη ομάδα, έχουν πολύ καλή χημεία μεταξύ τους (φαίνεται αυτό) και έτσι, αβίαστα, το τελικό αποτέλεσμα είναι παραπάνω από απλά αξιόλογο. Αρκετές φορές δε, θα σου δημιουργηθεί η εντύπωση πως η ομάδα αυτή προβαίνει σε ένα εξαιρετικό jamming, γνώρισμα που τείνει να εκλείψει από το rock σήμερα.

Το “Born” είναι ένα πολύ καλό πρώτο βήμα για τους BIRTH. Είναι ένα καταπληκτικό κομμάτι βαριάς psych/prog rock απόλαυσης που γίνεται πιο εντυπωσιακό επειδή είναι η πρώτη συλλογή των BIRTH. Κάθε απόσπασμα είναι σαγηνευτικό και ευρηματικό, με μια εντυπωσιακή ισορροπία μεταξύ ρετρό πρωτοτύπων και σύγχρονης παραγωγής. Επιπλέον, η συγκριτικά συνοπτική διάρκεια κάνει τις συχνές αναπαραγωγές άκρως δελεαστικές. Συνολικά, λοιπόν, οι BIRTH πετυχαίνουν απόλυτα αυτό που επιδιώκουν, οπότε οι οπαδοί αυτού του είδους μουσικής θα λατρέψουν απόλυτα κάθε στιγμή.

(7,5 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: HORN
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Verzet”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Independent
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Nerrath – Φωνητικά, Κιθάρες, Μπάσο, Μαντολίνο, Dulcimer, Synthesizer
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Facebook
Bandcamp
Instagram
YouTube

Το δέκατο άλμπουμ τους κυκλοφόρησαν οι Γερμανοί ή πιο σωστά ο Γερμανός Nerrath μόνο μέλος, συνθέτης και οργανοπαίχτης της Pagan Black Metal μπάντας HORN. Το νέο άλμπουμ “Verzet” δείχνει τη μουσική να έχει μια περισσότερο folk διάθεση,  επηρεασμένη και προσανατολισμένη στη φύση, απομακρυνόμενο από τον πιο καθαρό παγανιστικό Black Metal ήχο των προηγούμενων κυκλοφοριών τους. Τα φωνητικά έχουν κυρίως μία βραχνάδα, πολλές φορές είναι καθαρά και σε σημεία μπορεί να ακούσει κανείς και κάποια ουρλιαχτά που να θυμίζουν το είδος στο οποίο κατατάσσονται οι HORN. Πολύ σκοτεινό, βαρύ και μυστηριακό το “Verzet”, ξεκινάει με το “Pein muss – gerieben als Korn” εισάγοντας απευθείας τον ακροατή σε αυτό το μυστηριώδες σχεδόν λατρευτικό ταξίδι μέσα σε ένα αρχαίο δάσος όπου ο χρόνος δεν έχει σημασία, οι θρύλοι, οι παραδόσεις και οι ιστορίες είναι αληθινές και ίσως και απειλητικές. Όλες οι συνθέσεις που ακολουθούν έχουν ακριβώς αυτήν την αισθητική, εξυμνώντας την φύση, την παράδοση, τις λαϊκές ιστορίες, το φολκλόρ.

Οκτώ τραγούδια, μερικά από τα οποία επικά και μεγάλα σε μήκος, με τη μουσική να αποτυπώνει μια μεσαιωνική ατμόσφαιρα κατά περιόδους, με μια πολύ καλή ισορροπία μεταξύ αργών, μεσαίων και γρήγορων μερών, με το τρέμολο να δίνει στη μουσική μια πιο ωμή αίσθηση όταν χρησιμοποιείται, ενώ στα πιο γρήγορα τμήματα των τραγουδιών, η χρήση blast beats χαρίζει ένταση στο αποτέλεσμα. Τσέλο, μαντολίνα, ένα είδος σαντούρι και ακουστικές κιθάρες συμβάλουν εξαιρετικά στην πολυποικιλότητα των ήχων, με το ορχηστρικό “Parole sono pietre” να αποτελεί υπόδειγμα σύνθεσης και το ομώνυμο “Verzet” να κλείνει πολύ όμορφα τον δίσκο. Μία πολύ δυνατή προσθήκη στον κατάλογο των HORN, γιορτάζοντας με αυτόν τον τρόπο εκτός από το δέκατο άλμπουμ τους και τα είκοσι χρόνια ύπαρξης τους. Σίγουρα θα προσφέρει απόλαυση στους λάτρεις του είδους και δεν θα αφήσει ανικανοποίητο κανέναν ακροατή που θα το επιλέξει.

(8 / 10)

Φανούρης Εξηνταβελόνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: MORRIGAN
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Anwynn”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Werewolf Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Beliar – Φωνητικά, κιθάρες, πλήκτρα
Impudicus – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
YouTube
Οι MORRIGAN, είναι ένα Γερμανικό Black Metal σχήμα, το οποίο έλκει την θεματολογία του από την Κέλτικη (καίτοι Γερμανοί) αλλά και την Γερμανική μυθολογία. Από την αρχή της καριέρας τους το 2001 και μέχρι σήμερα, έχουν κυκλοφορήσει οκτώ ολοκληρωμένα άλμπουμ, με τελευταίο το φετινό “Anwynn”. Παρότι ως MORRIGAN μετρούν ήδη 20 χρόνια ζωής, το συγκρότημα ιδρύθηκε αρχικά με το όνομα MAYHEMIC TRUTH και ήταν ενεργό από το 1992 ως το 2000, οπότε και κυκλοφόρησε μια σειρά από demos με ύφος πλήρως επηρεασμένο/φόρο τιμής στους τεράστιους ΒΑΤΗΟRY. Το σκοτάδι που δημιουργούσαν τότε οι MAYHEMIC TRUTH ήταν μια ασυνήθιστη αντίστιξη στις ολοένα και πιο mainstream φιλοδοξίες του Black Metal κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, και επίσης χρησίμευε ως ένας πυλώνας του underground Black Metal της Γερμανίας. Ωστόσο, όταν το συγκρότημα άλλαξε το όνομα του σε MORRIGAN στην αυγή της νέας χιλιετίας και κυκλοφόρησε το ντεμπούτο του άλμπουμ, “Plague, waste and death”, έγιναν αλλαγές – και ήταν μεγάλες. Για την υπόλοιπη δεκαετία που ακολούθησε, οι MORRIGAN πέρασαν από το πιο σκληρό ύφος των ΒΑΤΗΟRY στην ένδοξη «εποχή των Βίκινγκ» του ινδάλματος τους.

Τα χρόνια φέρθηκαν ευγενικά στους MORRIGAN. Όχι μόνο ακούγονται εντελώς αναζωογονημένοι με το παγανιστικό μέταλ τους, αλλά βρίσκονται αναμφισβήτητα στο απόγειο των δυνάμεών τους. Από την αρχή μέχρι το τέλος, το άλμπουμ θυμίζει μαγικά την εποχή των Βίκινγκ, οδηγώντας τον ακροατή μακριά σε ξεχασμένα βασίλεια και μεγάλες περιπέτειες. Δυσοίωνες συγχορδίες και όπως πάντα, η παθιασμένη φωνή του ιδρυτή Beliar προσδίδει μια απίστευτη ένταση σε όλα. Μια εισαγωγή προσανατολισμένη στη φύση ξεκινά το άλμπουμ, ενώ μεγάλο μέρος των κομματιών είναι πολύ μεγάλα και επικά σε μήκος, ενώ τα καθαρά φωνητικά θυμίζουν το στυλ των φωνητικών στο “Hammerheart” των ΒΑΤΗΟRY, συνδυαζόμενα με τα κυρίαρχα Black γρυλίσματα. Μελωδίες προστίθενται σε κάποια από τα riff της κιθάρας, ενώ σε ορισμένα σημεία του άλμπουμ ακούγονται και παραδοσιακά βόρεια όργανα. Το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής είναι βαθιά ριζωμένο στην εποχή της δεκαετίας του ’90, ανανεώνοντας το γνώριμο old school στυλ. Η παραγωγή δε, ακούγεται πολύ σκοτεινή και ακατέργαστη. Αν είστε λάτρης αυτού του μουσικού είδους, πρέπει οπωσδήποτε να δείτε αυτό το άλμπουμ, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στα “Herald Of The Sheep”, “Blind Witch” και “Ivy”. Θα καταλάβετε μετά την ακρόαση γιατί!

(8 / 10)

Φανούρης Εξηνταβελόνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: PAGANIZER
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Beyond the macabre”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Transcending Obscurity Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Rogga Johansson – Φωνητικά, Κιθάρες
Matthias Fiebig – Τύμπανα
Martin Klasén – Μπάσο
Kjetil Lynghaug – Κιθάρες
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Facebook
Bandcamp
YouTube

Ακόμα και αν κάποιος δεν γνωρίζει τους PAGANIZER, αποκλείεται να μην έχει πετύχει κάπου τον εκ των βασικών συντελεστών τους Rogga Johansson καθώς ούτε λίγο ούτε πολύ, αναφέρεται ως μέλος τουλάχιστον 43 ενεργών συγκροτημάτων, τα περισσότερα από τα οποία έχουν κυκλοφορήσει άλμπουμ τα τελευταία 2-3 χρόνια. Ο Johansson παραμένει από τους πλέον παραγωγικούς μουσικούς στη metal σκηνή σε μεγάλο βαθμό, με ναυαρχίδα του να παραμένουν οι προαναφερθέντες Σουηδοί Death Metallers. Αν έχετε ακούσει κάποιο από τα έντεκα προηγηθέντα άλμπουμ των  PAGANIZER, από το 1999 οπότε και δημιουργήθηκαν, τότε σίγουρα ξέρετε και τι να περιμένετε από την δωδέκατη δουλειά τους, το φετινό Beyond the macabre. Είναι ένα κλασικό άλμπουμ των Σουηδών, στο καλούπι των ENTOMBED και DISMEMBER, και διαφέρει ελάχιστα από τα άλλα άλμπουμ τους. Ίσως είναι λίγο περισσότερο μελωδικό, όχι τόσο άγριο όσο το “The tower of the morbid” του 2019 και συνολικά, στρέφεται περισσότερο σε σκοτεινές μελωδίες, γιατί αυτή τη φορά ο ήχος της κιθάρας και τα riff δεν είναι αρκετά άγρια για να στηρίζονται οι συνθέσεις μόνο στην βαρύτητα. Αυτό, είναι άλλο ένα μικρό πραγματάκι, στην πολύ αργή εξέλιξη του σχήματος, το οποίο παρουσιάζει σε κάθε νέα του δουλειά, μία πολύ μικρή διαφοροποίηση από την προηγούμενη, παραμένοντας πιστό στις ρίζες του.

Με το μεγαλύτερο κενό μεταξύ δύο πλήρους μήκους άλμπουμ για τους PAGANIZER να είναι αυτά τα τέσσερα χρόνια, θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς ότι οι Σουηδοί διέρχονται μία στείρα από πλευράς έμπνευσης περίοδο στην καριέρα τους. Ωστόσο, ποτέ οι PAGANIZER δεν επέτρεψαν στους εαυτούς τους να γίνουν ένα σχήμα όπου οι όροι «έλλειψη», «παρακμή» ή «κακός δίσκος» μπήκαν στο DNA τους, με κάθε δισκογραφική προσπάθεια τους να είναι μια απόδειξη. Θα ήταν λοιπόν μάλλον άστοχο και από αυτόν τον δίσκο να περιμένει κανείς κάτι λιγότερο από ένα συγκρότημα σαν αυτό, με όσα έχουν καταφέρει στην τεράστια καριέρα τους, παρά να ακούσει εξαιρετικό, γνήσιο Death Metal, όπως αυτοί ξέρουν να το αποδίδουν. Χωρίς να αφήνουν στον ακροατή την δυνατότητα να πάρει ούτε ανάσα, το άλμπουμ ξεκινάει δυναμικά, συνεχίζει δυναμικά και καταλήγει; Μα φυσικά δυναμικά. Κολασμένη μεγαλοπρέπεια, εκτόξευση ηχητικών βλημάτων σε υψηλή ταχύτητα, το riffing να ισοπεδώνει οικοδομικά τετράγωνα, οι ρυθμοί των τραγουδιών να είναι η ορμή μιας άγριας επίθεσης, με γρυλίσματα και παράλογες κραυγές να προσθέτουν στη μακάβρια και άγρια ατμόσφαιρα του άλμπουμ. Ξεκάθαρα πράγματα, για ακροατές με ξεκάθαρα γούστα.

(7,5 / 10)

Φανούρης Εξηνταβελόνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: SERPENT ASCENDING
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Hyperborean folklore”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: I, Voidhanger Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Jarno Nurmi – Όλα τα όργανα, φωνητικά, στίχοι
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Facebook
Instagram
YouTube
YouTube

Ενεργοί από το 2008, οι SERPENT ASCENDING είναι το σόλο project του Jarno Nurmi, ενός μουσικού με παρελθόν στους DESECRESY, SLUGATHOR, NERLICH και άλλα φινλανδικά Death Metal συγκροτήματα. Οι SERPENT ASCENDING ήταν πάντα η προσωπική απόπειρα του Nurmi να βυθιστεί στο απόκρυφο και το σκοτάδι, και στο νέο του άλμπουμ “Hyperborean folklore” εμβαθύνει στις φιλανδικές μυθολογίες, αντλώντας την έμπνευση του από συναρπαστικά ποιήματα, από την Kalevala και άλλα αρχαία κείμενα. Μετά την συλλογή “The enigma unsettled” του 2011, και το Blackened Death Metal ντεμπούτο τους “Aṇaṅku” του 2016, το “Hyperborean folklore” μετατοπίζει το ηχητικό κέντρο βάρους της μπάντας ακόμη περισσότερο προς το επικό μέταλ. Το Death Metal συστατικό είναι ακόμα εκεί, αλλά είναι θαυμάσια συγχωνευμένο με μία Ηeavy Μetal χρεία που εκπλήσσει, ειδικά επειδή συνδυάζεται με μια μελαγχολική ατμόσφαιρα και μια υπνωτική -αν όχι ψυχεδελική- προσέγγιση. Η φωνή του Jarno Nurmi, ένα διαπεραστικό γρύλισμα, χάνεται έτσι μέσα σε μια ομιχλώδη κουβέρτα υφασμένη από τις κιθάρες, συμπαρασύροντας μαζί όλες τις αισθήσεις του ακροατή.

Ενώ το “Aṇaṅku” είχε πολλά μικρότερα τραγούδια, τώρα οι ιδέες ενώνονται πιο προσεκτικά για να σχηματίσουν μεγαλύτερες δομές τραγουδιών με περισσότερο χρόνο για να χτιστεί ατμόσφαιρα και περιοδικές εντάσεις. Το Progressive, το επικό, το ακραίο και το Ηeavy Μetal στοιχείο, στήνουν το σκηνικό με πρωταγωνιστή ένα φανταστικό βασίλειο της αρχαίας λαογραφίας του λαού του συνθέτη. Ένα σκοτεινό underground έπος της ακραίας μεταλλικής σκηνής, το “Hyperborean folklore”  είναι ένας σύγχρονος τιμητής των μεγάλων βόρειων Επών του παρελθόντος. Με πλήρως ανανεωμένους ρυθμούς και φόρμες, η μουσική αξία του “Hyperborean folklore” όσον αφορά τη δισκογραφία όχι μόνο των SERPENT ASCENDING, αλλά όλων των σχημάτων που άπτονται των φινλανδικών, των Σάμι και των Σκανδιναβικών (ή Fennoscandic) λαογραφικών παραδόσεων, ανεβάζουν πολύ τον πήχη της εξιστόρησης μέσω της μουσικής τέτοιων όμορφων, μυστηριακών και ως ένα βαθμό παγανιστικών θεμάτων. Η αποζημίωση και η ικανοποίηση από τα τέσσερα τραγούδια και τα σχεδόν σαράντα λεπτά διάρκειας τους, είναι βέβαιη για τους ακροατές που θέλουν να αφιερώσουν χρόνο σε αυτό το άλμπουμ.

(7,5 / 10)

Φανούρης Εξηνταβελόνης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here