«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: MEAN MISTREATER
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Do or die”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Dying Victims Productions
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Janiece Gonzalez – Φωνητικά
Quinten Lawson – Κιθάρα
Alex Wein – Κιθάρα
Theron Rhoten – Μπάσο
Terry Irwin – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Spotify
Deezer
Tidal
YouTube
Δύο χρόνια μετά το “Razor wire”, οι Τεξανοί MEAN MISTREATER επανέρχονται με το “Do or die” και συνεχίζουν από εκεί που σταμάτησαν… σαν να μην σταμάτησαν ποτέ! Τι κι αν άλλαξαν δύο μέλη, δεν υπάρχει ουδεμία αλλαγή στην φιλοσοφία τους και κατ’επέκταση στη μουσική τους. Η έκφραση «κουκιά μετρημένα», είναι η πλέον ταιριαστή για το συγκρότημα αυτό, καθώς αν βάλεις τα τραγούδια του “Razor wire” και του “Do or die” σε μια σειρά, δηλαδή φτιάξεις μια συλλογή με συνολικά δεκάξι κομμάτια, το ότι κάποια στιγμή θα έχεις περάσει από τον έναν δίσκο στον άλλον, θα το καταλάβεις μόνο από τη μικρή αλλαγή στην παραγωγή!
80s f@ckin’ heavy metal, το παλιό, το ορθόδοξο. JUDAS PRIEST, W.A.S.P στα δύο πρώτα, NWOBHM, metal του δρόμου και όχι του σαλονιού, που ακούγεται πριν από ποδοσφαιρικό αγώνα για «προθέρμανση» μα και μετά, για να γιορτάσεις τη νίκη της ομάδος σου και το κυνηγητό που έριξες στους αντίπαλους hooligans (εννοείται λέμε όχι στη βία, αλλά εντάξει, για early 80s μιλάμε, καταλαβαίνεις το ύφος των λεγομένων μου). Γρήγοροι κατά βάση ρυθμοί, σολίδια ό,τι πρέπει για air guitar μπροστά σε καθρέπτη, δυναμικά φωνητικά από μια κυρία που βάζει κάτω πολλούς άνδρες, refrains για να τα τραγουδά όλη η παρέα σύσσωμη…
Το μεγαλύτερο ατού όμως του “Do or die”, είναι άλλο, πέραν των πολύ καλών του συνθέσεων: Είναι η ομοιογένεια και η ροή του. Δεν πρόκειται να βαρεθείς σε καμία φάση της ακρόασης, άπαξ και πατήσεις το “play”. Τώρα θα μου πεις, πως γίνεται να βαρεθεί κάποιος ακούγοντας έναν δίσκο με διάρκεια 26 (ναι, δεν είναι τυπογραφικό λάθος) λεπτά… Γίνεται. Ας ήταν γεμάτος μέτρια ή κακά κομμάτια, θα μου έλεγες το ίδιο;
MEAN MISTREATER και “Do or die”. “Heavy metal is the law”, “bang that head that doesn’t bang”, “heavy metal mania” και τα λοιπά. Με τα κλισέ του και τα όλα του! Θα σου βγάλει τον έφηβο που κρύβεις μέσα σου, το οπαδιλίκι σου, θα σε κάνει να αναπολήσεις τις ημέρες που σχεδίαζες στην σχολική σου σάκα τα λογότυπα των αγαπημένων σου συγκροτημάτων και καρφίτσωνες κονκάρδες στο jacket σου και εν τέλει… θα σε τεστάρει αν είσαι ακόμη metalhead! Υποκειμενικά, δίσκος – ΥΜΝΟΣ. Αντικειμενικά και αυστηρά όμως, γιατί κάνουμε και μια δουλειά…
(7,5 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: VULTURES VENGEANCE
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Dust Age”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: High Roller Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Tony T. Steele – Κιθάρα, φωνητικά
Tony L.A. Scelzi – Κιθάρα
Matt Savage – Μπάσο
Damian Rage – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Deezer
Spotify
Γνώριμοι της στήλης οι Ιταλοί VULTURES VENGEANCE. Γνώριμοι στους Έλληνες φίλους του underground και πέραν της δισκογραφικής τους παρουσίας, μέσω των εμφανίσεών τους στα φεστιβάλ Up the Hammers και Into battle. Με το “The Knightlore” άλμπουμ, που ακολούθησε των δύο eps “Where the time dwelt in” και “Lyrids: Warning from the reign of the untold”), έκαναν παραπάνω από γνωστές και ξεκάθαρες τις προθέσεις τους. Τότε, ακούγονταν ως το αποτέλεσμα μιας πρόσθεσης “IRON MAIDEN + RUNNING WILD”, με τα πολύ ιδιαίτερα φωνητικά του Tony T. Steele να είναι ο ορισμός του “love ‘m or hate ‘em” και την obscure αισθητική να κυριαρχεί.
Τώρα, έχουν σαφώς αναπτύξει περισσότερο την ηχητική τους παλέτα και την συνθετική τους αντίληψη, έχουν «καθαρίσει» τον ήχο τους, έχουν βελτιώσει αισθητά την παραγωγή και γενικά, σε αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν, δείχνουν πως ανέβηκαν επίπεδο ως μπάντα που επιδιώκει να δουλέψει επαγγελματικά. Διαφωνώ με όσους υποβαθμίζουν αυτά τα χαρακτηριστικά, εμμένοντας μόνο «στα τραγούδια» και «στις αγνές προθέσεις». Μια μπάντα για να σταθεί σωστά, οφείλει να προσέχει κάθε πτυχή της εικόνας της.
Μουσικά τώρα, το “Dust Age” ίσως να εκπλήξει όσους έχουν ακούσει τους VULTURES VENGEANCE. Ναι μεν χρονολογικά το group παραμένει προσηλωμένο στη δεκαετία του ’80, αλλά από το πρώτο μισό αυτής, περνά στο δεύτερο. Οι IRON MAIDEN επιρροές υποχωρούν σχετικά, οι RUNNING WILD παραμένουν και έρχονται οι BLIND GUARDIAN και HELLOWEEN να κάνουν την εμφάνισή τους. Άρα, είναι περισσότερο power/speed metal το νέο άλμπουμ, παρά heavy και έχει ποτιστεί και με την αντίστοιχη ατμόσφαιρα, εκείνων των συγκροτημάτων.
Υπάρχουν όμως διάφορα θέματα, που δεν γίνεται να μην επισημανθούν. Ξεκινάμε από τη φωνή. Υπάρχουν αρκετά συγκροτήματα με φωνές που ή τις λατρεύεις, ή δεν τις αντέχεις. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί και πλεονέκτημα, να δώσει έξτρα χαρακτήρα στο γκρουπ. Εδώ όμως, δεν ισχύει αυτό. Ο Tony T. Steele τραγουδά με φωνή που θέλει να μοιάσει σε αυτήν του Hansi των BLIND GUARDIAN, ενώ έχει και δόσεις από αυτήν του Tim Baker των CIRITH UNGOL. Πράγμα που άλλοι θα εκτιμήσουν, άλλοι όχι. Εγώ σαν ακροατής που δεν είχε ποτέ πρόβλημα με τις περίεργες φωνές (για όνομα του Θεού, κάποιοι λατρεύουμε MANILLA ROAD, CIRITH UNGOL και FATES WARNING με John Arch, δεν ανησυχούμε με τέτοια πράγματα), θεωρώ τα φωνητικά του Steele άκρως κουραστικά και τις ερμηνείες του υπέρ το δέον υπερβολικές.
Η δεύτερη επισήμανση, έχει να κάνει με τις ιδέες και πως αυτές ενώνονται, ώστε να φτιάξουν ένα τραγούδι. Εδώ, οι VULTURES VENGEANCE ακολουθούν μια νοοτροπία SLOUGH FEG/HAMMERS OF MISFORTUNE, ADRAMELCH και πρώιμων FATES WARNING. Όπως όμως έχω πει και για άλλους που μαγεύτηκαν από αυτό το άναρχο και “out of the box” στυλ συνθέσεως, γι’ αυτό είναι μοναδικοί για παράδειγμα οι SLOUGH FEG και πολύ λίγοι αυτοί που τους ακολούθησαν πιστά και σωστά. Τα τραγούδια λοιπόν «πάσχουν» από συνοχή και ροή. Πολλές καλές ως και πολύ καλές ιδέες υπάρχουν δω και κει, αλλά στην προσπάθειά της να τις «δέσει» σωστά η μπάντα, κατ’ εμέ πάντα, αποτυγχάνει και μου αφήνει την αίσθηση του ανικανοποίητου και του ημιτελούς. Ωστόσο, ξαναλέω, οι πολλοί πόντοι στο τελικό αποτέλεσμα δεν κόβονται τόσο από τη μεγαλομανία του group, όσο από τα φωνητικά.
Δεν είναι κακό το “Dust Age”. Δεν είναι όμως αυτό για το οποίο προετοιμάστηκα με την όλη «φιλολογία» και την όλη περιρρέουσα ατμόσφαιρα περί «αριστουργήματος», πριν λάβω στα χέρια μου το promo. Πάντως, κάποια τραγούδια ξεχωρίζουν παραπάνω από τα υπόλοιπα και στα έχω εδώ να τα ακούσεις. Από την στιγμή αυτή, είμαι σε αναμονή για το επόμενο άλμπουμ. Εσύ, κάνε ό,τι νομίζεις…
(7 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: WARLUNG
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “The poison touch”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Heavy Psych Sounds
ΣΥΝΘΕΣΗ:
George Baba – Κιθάρες, πλήκτρα, φωνητικά
Philip Bennet – Κιθάρα, φωνητικά
Chris Tamez – Μπάσο
Ethan Tamez – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Heavy Psych Sounds Shop
Heavy Psych Sounds Bandcamp
Warlung Bandcamp
Facebook
Spotify
Instagram
Houston, Texas, WARLUNG. Μια μπάντα που δημιουργήθηκε το 2016, από αδέρφια και «αδέρφια». Ξεκίνησαν ως “stoner”, αν και δε μου αρέσει και δεν υιοθετώ τον όρο γιατί πολύ απλά δεν στέκει, γίνονταν ολοένα πιο vintage rock και metal, όσο «μεγάλωναν» και «ωρίμαζαν». Και μαζί με την «ωρίμανση», ερχόταν και η βελτίωση, φορά με τη φορά, δίσκο με τον δίσκο. Έτσι, από το άγουρο αλλά ενδεικτικό της εποχής ντεμπούτο “Sleepwalker” (2017), φτάσαμε στο φετινό “The poison touch”, να μιλήσουμε για τον καλύτερο, ίσως, WARLUNG δίσκο, σίγουρα ισάξιο του αρκετά καλού “Vulture’s paradise” (2022) που προηγήθηκε.
H βελτίωση αυτή δεν ήρθε «από το πουθενά». Είναι προϊόν της συνεχούς «τριβής» της μπάντας με το συναυλιακό σανίδι. Έτσι είναι ρε φίλε, πώς να το κάνουμε; Οι πολλές συναυλίες, από την μικρότερη τρώγλη μέχρι ένα μεγάλο φεστιβάλ, απαιτούν συνεχείς πρόβες και όλα αυτά με την σειρά τους δίνουν, εκτός από «δέσιμο», έμπνευση στιχουργική. Ξέρεις πόσα τεράστια άλμπουμ του rock και του heavy metal «γεννήθηκαν» μέσα από μια τέτοια διαδικασία; Άπειρα! Ok, το “The poison touch” δεν έχει τα φόντα να αποδειχθεί τεράστιο, αλλά είναι ικανό να πάει τους WARLUNG ένα βήμα παραπέρα.
Κλασσικό rock, 70s heavy metal, βαριά riffs, πιασάρικες μελωδίες, ψυχεδέλεια, φωνητικά στρωτά και σωστά, που δε φαλτσάρουν αλλά ούτε και διεκδικούν δάφνες «εντυπωσιασμού», παραγωγή αυτή ακριβώς που πρέπει. Μπορεί και πάλι να μην υπάρχει η σύνθεση που θα ξεχωρίσει με την πρώτη ακρόαση και θα αναδειχθεί σε ύμνο, ωστόσο το σύνολο των τραγουδιών αποκαλύπτει ένα άλμπουμ καλοδουλεμένο, με τραγούδια που απαιτούν την προσοχή σου. Καλύτερες στιγμές, σίγουρα το BLACK SABBATH-ικό “29th scroll, 6th verse” και το “Spell speaker”, που κρατώντας τις περγαμηνές του Birmingham, σε πηγαίνει βόλτα μέχρι την έρημο της California.
Το Heavy Psych Sounds Fest «προσγειώνεται» για πρώτη φορά στην Αθήνα στις 7 & 8 Μαρτίου. Εκεί, θα δεις φυσικά και τους WARLUNG. Δώσε τους τα χαιρετίσματά μου, πες τους πως τα πήγαν πολύ καλά με το “The poison touch” και να μην σταματήσουν να δουλεύουν.
(7,5 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: DEUS SABAOTH
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Cycle of Death”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Ανεξάρτητη κυκλοφορία
ΣΥΝΘΕΣΗ:
N-Exul – Φωνητικά
Alyona Neith – Μπάσο
Ercld – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Spotify
Instagram
Facebook
Το ντεμπούτο άλμπουμ των DEUS SABAOTH, με τίτλο “Cycle of Death“, κυκλοφόρησε στις 17 Ιανουαρίου 2025. Το όνομα του συγκροτήματος, προέρχεται από την Παλαιά Διαθήκη και μεταφράζεται από τα λατινικά ως “Θεός των Στρατευμάτων”. Συνδέεται με την εποχή των Βασιλέων και Προφητών του Ισραήλ, παρόλο που οι σύγχρονοι (προτεστάντες κυρίως) θεολόγοι εξηγούν το νόημά του αναφερόμενοι σε αγγελικές υπάρξεις, τον ήλιο και τα αστέρια, αποφεύγοντας οποιαδήποτε σχέση με τη βία και τον πόλεμο.
Το συγκρότημα από την Ουκρανία παρουσιάζει έναν μοναδικό συνδυασμό μελωδικού black metal με στοιχεία doom, εμπνευσμένο από την κλασική μουσική της εποχής του Μπαρόκ, ιδιαίτερα τα έργα του J.S. Bach. Το άλμπουμ περιλαμβάνει επτά κομμάτια όπου τα βαριά κιθαριστικά riffs εναλλάσσονται με πιάνο και βιολιά, δημιουργώντας εντυπωσιακές αντιθέσεις που τονίζουν τις διαφορές μεταξύ του μουσικού χαρακτήρων των τραγουδιών και το συναισθηματικό και νοητικό τους υπόβαθρο. Κομμάτια που εξερευνούν διαφορετικές προοπτικές σχετικά με τη θρησκεία και τις υπαρξιακές ανησυχίες εκείνων που αντιμετωπίζουν τη θνητότητά τους, απορρίπτοντας τις θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Το άλμπουμ ανοίγει με το “The priest”, το οποίο από την αρχή φροντίζει να δημιουργήσει μια βαριά ατμόσφαιρα, συνδυαζόμενη με δαιμονικά φωνητικά που προσδίδουν μια κακόβουλη χροιά στο κομμάτι. Στη συνέχεια, το “Mercenary seer” ξεκινά με ήρεμες νότες πριν εξελιχθεί σε ένα βίαιο black metal κομμάτι, με όλα τα όργανα να ενισχύουν τη δύναμη των riff. Το ομώνυμο κομμάτι, “Cycle of Death”, συνδυάζει μελωδικότητα με μια τρομακτική ατμόσφαιρα, ενώ το “Executioner” διατηρεί τον αργό και ζοφερό ρυθμό που βρίσκει κανείς σε διάφορα σημεία του άλμπουμ.
Στο “The blind”, το συγκρότημα παρουσιάζει μια σύγχρονη μελωδική black metal σύνθεση με διάχυτα τα ατμοσφαιρικά στοιχεία. Το “Faceless warrior” ξεχωρίζει για τις λεπτομερείς συνθέσεις του, με τα σκληρά φωνητικά να προσδίδουν σκοτάδι στη μουσική, ενώ οι πιανιστικές νότες ενισχύουν τη μεγαλοπρέπεια του κομματιού. Το άλμπουμ κλείνει με το “Beginning of new war”, ένα κομμάτι που συνδυάζει black metal με doom και ατμοσφαιρικότητα, προσφέροντας ένα απόκοσμο τέλος στο άλμπουμ.
Θεματικά, το “Cycle of Death” εστιάζει στις αντιθέσεις μεταξύ των «εκπροσώπων» της πίστης και των αφοσιωμένων οπαδών της, αποκαλύπτοντας την σκοτεινή αλληλεπίδραση μεταξύ πίστης, χειραγώγησης και απελπισίας. Το συγκρότημα προσκαλεί τους ακροατές να αντιμετωπίσουν την ιδέα ότι, στον θάνατο, η ανθρωπότητα είναι τελικά απομονωμένη, ανεξάρτητα από την «ψευδαίσθηση» της πίστης.
Με το “Cycle of Death”, οι DEUS SABAOTH παρουσιάζουν ένα εντυπωσιακό ντεμπούτο που συνδυάζει μελωδικό black metal με doom επιρροές και πάμπολλα κλασικά στοιχεία, δημιουργώντας ένα ηχητικό ταξίδι που εξερευνά βαθιά φιλοσοφικά και υπαρξιακά θέματα. Το άλμπουμ αποτελεί μια σημαντική προσθήκη στη σύγχρονη metal σκηνή και αναδεικνύει το συγκρότημα ως μια ανερχόμενη δύναμη με πολλά υποσχόμενο μέλλον.
(9 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Σε συνέχεια της παρουσίασης του “Cycle of Death”, ο Φανούρης Εξηνταβελόνης συνομιλεί με την Alyona Neith και μαθαίνει τα πάντα σχετικά με τη μπάντα και τα σχέδιά της.
Καλημέρα Alyona, καλώς ήρθες στο Rock Hard και στα Underground Halls! Αρχικά, ας σας συστήσουμε στους αναγνώστες μας. Θέλεις να μας πεις κάποια πράγματα για τους DEUS SABAOTH;
Γεια σου Φανούρη, ευχαριστώ που αφιερώσατε χρόνο για εμάς! Είμαστε ένα μελωδικό black metal συγκρότημα από την Ουκρανία, που δημιουργήθηκε το 2023. Η μουσική που παίζουμε ενσωματώνει κλασικά μπαρόκ μοτίβα τα οποία δεν «συμμορφώνονται» με τις συμβάσεις του «παραδοσιακού» black metal. Ωστόσο, ποτέ δεν είχα στόχο να τηρήσω κανένα συγκεκριμένο είδος. Για μένα, η μουσική είναι η αντανάκλαση προσωπικών συναισθημάτων και εμπειριών, τα οποία είναι πάντα μοναδικά και φυσικά καταλήγουν σε κάτι αντισυμβατικό. Στιχουργικά το σχήμα πραγματεύεται υπαρξιακά θέματα και ασκεί κριτική στη θρησκεία.
Αρκετά θέματα των τραγουδιών σας, καθώς και το ίδιο το έμβλημα που χρησιμοποιεί το συγκρότημα, παραπέμπουν στον Χριστιανισμό. Τι σας οδήγησε να επιλέξετε τόσο βιβλική θεματολογία;
Καθώς ζούμε σε μια πολύ θρησκευόμενη περιοχή, ο Χριστιανισμός είναι βαθιά ενσωματωμένος σε πολλές πτυχές της ζωής. Η επιρροή του δεν περιορίζεται στην ιδιωτική ζωή και τις κοινωνικές παραδόσεις, αλλά τον βιώνουμε και στην πολιτική αλλά και σε άλλους θεσμούς. Η θρησκεία χρησιμοποιείται συχνά ως εργαλείο χειραγώγησης. Λοιπόν, αυτό το θέμα φυσικά και έγινε σημαντικό μέρος των στίχων μας.
Για την ώρα είστε μία τριμελής μπάντα, όμως το συγκρότημα χρησιμοποιεί και άλλα πολλά όργανα, όπως πλήκτρα και βιολιά, θα ήθελες να το δεις να γίνεται ένα μεγαλύτερο σε μέλη σχήμα;
Λοιπόν, είναι λίγο δύσκολο. Το να έχεις όλα τα όργανα ζωντανά στη σκηνή επιτρέπει ένα υπέροχο σόου. Αλλά όσο περισσότεροι άνθρωποι υπάρχουν σε ένα συγκρότημα, τόσο πιο δύσκολο γίνεται να το διαχειριστείς. Και οι μουσικοί δεν είναι πάντα από τους πιο εύκολους ανθρώπους να ασχοληθείς, χαχα! Θα έλεγα ότι, αν γνωρίσουμε κάποιον που να μοιράζεται πραγματικά τα δικά μας οράματα και ιδέες, θα τον καλωσορίζαμε στην ομάδα μας.
Την μουσική που παίζετε, την χαρακτηρίζεις baroque black metal. Ποιες άλλες μπάντες θα κατέτασσες στην κατηγορία αυτή και ποιες μπάντες λειτούργησαν ως επιρροή για την δημιουργία της δικής σας μουσικής;
Εφηύρα αυτόν τον όρο για να ταξινομήσω το είδος μας γιατί δεν υπήρχε τίποτα παρόμοιο για να αναφερθώ. Οπότε, προς το παρόν, δεν ξέρω κανένα συγκρότημα που θα μπορούσε να μπει στην ίδια κατηγορία. Το παραδοσιακό συμφωνικό black metal χρησιμοποιεί πολύ διαφορετικά μέρη πιάνου και εγχόρδων. Θυμάμαι κάποιος είχε συγκρίνει τη μουσική μας με των GRAVEWORM. Ίσως υπάρχουν κάποιες ομοιότητες, αλλά εξακολουθεί να μου φαίνεται πολύ διαφορετικό. Η επιρροή που αναφέρω συχνά σε σχέση με την μουσική μας είναι το αυστριακό συγκρότημα DORNENREICH, ειδικά τα πρώτα τους άλμπουμ. Αν και ποτέ δεν είχα στόχο να παίξω κάτι αντίστοιχο με το είδος τους. Τους θεωρώ εντελώς μοναδικούς και ελπίζω να παραμείνουν πάντα έτσι. Ωστόσο, με ενέπνευσαν πολύ και νιώθω ότι μερικά από τα τραγούδια μας είναι δομημένα με παρόμοιο τρόπο με τα δικό τους.
Πολλές οι μουσικές αναφορές σας σε κλασικούς δημιουργούς, τουλάχιστον στο τρόπο παρουσίασης των κλασσικών θεμάτων. Εκτός από τον Bach, ποιόν άλλον συνθέτη μπορεί κανείς να βρει στους DEUS SABBAOTH;
Δεν μπορώ να πω ότι προσπάθησα συνειδητά να κάνω τα συμφωνικά μέρη μας να ακούγονται σαν κάποιον συγκεκριμένο Μπαρόκ συνθέτη. Είναι περισσότερο το στυλ και η πολυπλοκότητά του Μπαρόκ που με έχει εμπνεύσει. Αν θα έπρεπε να αναφερθώ σε κάποιος συγκεκριμένους συνθέτες που με επηρέασαν περισσότερο, εκτός από τον J.S. Bach, θα αναφέρω επίσης τους Jean – Philippe Rameau, Tomaso Albinoni, και Arcangelo Corelli. Ωστόσο, οι συνθετικές μου ικανότητες είναι μακριά από το να δημιουργήσουν κάτι τόσο εκπληκτικό όσο έκαναν αυτοί.
Είστε ένα συγκρότημα, το οποίο ετοίμασε το άλμπουμ και το κυκλοφόρησε χωρίς κάποια δισκογραφική από πίσω του να το υποστηρίζει. Αυτό είναι κάτι το οποίο το βλέπουμε αρκετά συχνά, συνέβαινε παλιότερα, πολύ πιο έντονα πλέον στην εποχή του διαδικτύου. Πόσο δύσκολο είναι όμως για ένα συγκρότημα να φτάσει σε περισσότερα αυτιά, να παρουσιάσει την μουσική του σε περισσότερο κόσμο υπό αυτές τις συνθήκες;
Παρόλο που σήμερα υπάρχουν όλα τα είδη εργαλείων και πλατφορμών διαθέσιμα στους μουσικούς, μάλλον είναι πιο δύσκολο από ποτέ να ανακαλύψει κανείς ένα νέο σχήμα. Είναι σαν να γεννιέται ένα νέο black metal συγκρότημα κάθε μέρα. Εάν δεν κάνει το ίδιο το σχήμα κάποια προώθηση, η μουσική του μπορεί απλώς να θαφτεί κάτω από σωρούς νέων κυκλοφοριών. Και ακόμη και η προώθηση δεν εγγυάται την επιτυχία. Υπάρχουν τόσα πολλά καταπληκτικά συγκροτήματα που μόλις έχω ανακαλύψει και που δραστηριοποιούνται για περισσότερα από 10-15 χρόνια. Ως αποτέλεσμα, πρέπει να ξοδέψει κανείς πολύ χρόνο, όχι μόνο στο στούντιο αλλά και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σε διάφορες πλατφόρμες που προωθούν την μουσική. Δεν λειτουργεί πια πραγματικά να είσαι ένα ωραίο, εσωστρεφές συγκρότημα όπως είναι οι DRUDKH αυτές τις μέρες. Σίγουρα είναι απογοητευτικό για πολλούς μουσικούς, όπως και για μένα. Αλλά αυτό θα πρέπει επίσης να λειτουργεί ως ένα καλό κίνητρο για κάθε συγκρότημα, να δημιουργήσει κάτι διαφορετικό και να ξεπεράσει τα «όρια» των ειδών για να ξεχωρίσει.
Μέσω των bandcamp, του YouTube, των social media, μέχρι τώρα τι εισπράττεις από το κοινό για την μουσική σας; Πως υποδέχεται το κοινό τους DEUS SABAOTH;
Λάβαμε πολλά θετικά σχόλια από θαυμαστές και πολύ ωραίες κριτικές από διαφορετικούς bloggers και ιστοσελίδες. Στον κόσμο φαίνεται να αρέσει πολύ το στυλ που επιλέξαμε και το καταλαβαίνει ως κάτι ιδιαίτερο. Είμαστε πολύ ευγνώμονες για την υποστήριξη που λαμβάνουμε και ελπίζουμε οτιδήποτε κάνουμε στο μέλλον, να έχει επίσης απήχηση στους ακροατές μας.
Με το ντεμπούτο άλμπουμ σας στις αποσκευές σας, προετοιμάζεται κάποιες εμφανίσεις για την προώθηση του δίσκου σας; Πιστεύεις ότι μπορεί να παρουσιαστεί ζωντανά αυτό το πολύ ωραίο σύνολο που ακούμε στο “Cycle of death”;
Λόγω της κατάστασης στη χώρα μας, αυτή τη στιγμή είμαστε ένα στούντιο project. Άρα, δεν υπάρχουν σχέδια για συναυλίες ώστε να παρουσιάσουμε το άλμπουμ μας ζωντανά στο κοινό. Ωστόσο, αυτό μας δίνει περισσότερο χρόνο να δουλέψουμε το επόμενο άλμπουμ μας και να δώσουμε στους ακροατές μας την ευκαιρία να ακούσουν νέο υλικό νωρίτερα. Έχει και κάτι καλό ο συμβιβασμός. 🙂
Κάθε αρχή και δύσκολη λέμε στην Ελλάδα, η αρχή έγινε για τους DEUS SABAOTH. Από εδώ και στο εξής τι έχει το μενού για το συγκρότημα; Τι να περιμένουμε από εσάς για το κοντινό μέλλον; Έχετε ήδη κάποια σχέδια;
Αυτή τη στιγμή εργαζόμαστε για το δεύτερο άλμπουμ μας, το οποίο θα αποτελείται επίσης από επτά κομμάτια και θα συνεχίζουν να εξερευνούν θέματα θρησκείας και υπαρξισμού. Η νέα μας δουλειά περιέχει λίγο λιγότερα συμφωνικά μέρη και δίνει μεγαλύτερη έμφαση σε έναν βαρύτερο και πιο έντονο black metal ήχο. Ωστόσο, τα μπαρόκ μοτίβα θα εξακολουθήσουν να είναι ένα σημαντικό συστατικό αυτού του μείγματος.
Ιδανικά, πες μου ένα συγκρότημα με το οποίο θα ήθελες να συνεργαστείς. Με ποιους θα ήθελες να δεις τους DEUS SABAOTH μαζί;
Υπάρχουν πολλές μεγάλες μπάντες με τις οποίες θα ήθελα να συνεργαστώ. Αν έπρεπε να διαλέξω μία αυτή τη στιγμή, θα έλεγα τους PANZERFAUST. Το τελευταίο τους άλμπουμ με έχει ενθουσιάσει πραγματικά – ένα πραγματικό αριστούργημα. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον για μένα να δημιουργήσω κάτι μαζί με αυτό το συγκρότημα, συνδυάζοντας τον επιθετικό τους ήχο και τους εκπληκτικούς τους ρυθμούς, με τη συναισθηματική μας μορφή αφήγησης.
Πάντα το κλείσιμο, συνηθίζω να το αφήνω στον καλλιτέχνη, οπότε, θα ήθελα να μας πεις κάτι, οτιδήποτε, το οποίο θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας.
Καταρχάς, σας ευχαριστώ για αυτή τη συνέντευξη και την υποστήριξή σας. Είναι ωραίο να φέρνουμε λίγη από τη μουσική μας Ελλάδα – έδρα πολλών εξαιρετικών black metal συγκροτημάτων. Ελπίζουμε να απολαύσετε τη μουσική μας και να έχετε την ευκαιρία να σκεφτείτε μαζί μας τα θέματα που τέθηκαν στον «Κύκλο του Θανάτου». Επισκεφτείτε τα μέσα κοινωνικής μας δικτύωσης και ακούστε το πλήρες άλμπουμ μας, στο Bandcamp, το Spotify και άλλες πλατφόρμες.
Εμείς ευχαριστούμε!
Φανούρης Εξηνταβελόνης