
«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: BLOODY VALKYRIA
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “In our home, across the fog”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Northern Silence Productions
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Jere Kervinen – Όλα τα όργανα, φωνητικά
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Deezer
Facebook
Soundcloud
Spotify
Το “In our home, across the fog” είναι το δεύτερο άλμπουμ του φινλανδικού one-man project BLOODY VALKYRIA. Πίσω από το εγχείρημα βρίσκεται ο Jere Kervinen, ο οποίος υπογράφει τη σύνθεση, την ερμηνεία και την παραγωγή του δίσκου. Το άλμπουμ αποτελεί μια εξερεύνηση του επικού και μελωδικού black metal, εμπλουτισμένου με στοιχεία dungeon synth και συμφωνικής ενορχήστρωσης, δημιουργώντας ένα ηχητικό τοπίο που αντλεί έμπνευση από τον κόσμο του βιντεοπαιχνιδιού “Elden Ring”.

Σε σύγκριση με το ντεμπούτο “Kingdom in fire”, το “In our home, across the fog” παρουσιάζει μια πιο ώριμη και καθαρή παραγωγή. Η μίξη των πλήκτρων με τις κιθάρες είναι πιο φυσική, ενώ η συνολική ηχητική προσέγγιση είναι πιο πλούσια και γεμάτη. Το άλμπουμ διατηρεί το επικό και μελωδικό ύφος του προκατόχου του, αλλά με μια πιο συμπαγή και συνεκτική δομή.
Η θεματολογία του άλμπουμ είναι βαθιά επηρεασμένη από το “Elden Ring”, με τίτλους τραγουδιών και στίχους που αναφέρονται σε χαρακτήρες και γεγονότα του παιχνιδιού. Αυτό προσδίδει μια αφηγηματική συνοχή στο άλμπουμ, καθιστώντας το μια μουσική απόδοση του κόσμου του παιχνιδιού. Η χρήση συμφωνικών στοιχείων και παραδοσιακών οργάνων ενισχύει την ατμόσφαιρα και την επική διάσταση του έργου.
Η παραγωγή του άλμπουμ είναι αποτέλεσμα της δουλειάς του Kervinen στο Moonless Home Studio, ενώ το mastering έγινε από τον Jarno Hänninen στο D-Studio. Η προσεγμένη παραγωγή συμβάλλει στη δημιουργία ενός καθαρού και ισορροπημένου ήχου, που αναδεικνύει τόσο τα μελωδικά όσο και τα πιο επιθετικά στοιχεία της μουσικής.
Το “In our home, across the fog” αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στην εξέλιξη των BLOODY VALKYRIA, παρουσιάζοντας μια ιδιαίτερη και πολύ ενδιαφέρουσα μουσική πρότασhς, ειδικά για όσους είναι μυημένοι στον κόσμο του φανταστικού. Η συνύπαρξη επικών μελωδιών, συμφωνικών στοιχείων και θεματολογίας καθιστά το άλμπουμ μια αξιόλογη προσθήκη στο χώρο του μελωδικού black metal. Για τους λάτρεις του είδους, το άλμπουμ προσφέρει μια καθηλωτική ακουστική εμπειρία που συνδυάζει την επιθετικότητα με την ατμόσφαιρα και την αφήγηση.
Το εξώφυλλο, είναι φιλοτεχνημένο με μια αισθητική που θυμίζει concept art παιχνιδιών φαντασίας. Παρότι πρόκειται για προσωπικό project, ο Jere Kervinen επιδεικνύει αξιοθαύμαστη συνέπεια και φαντασία, καταφέρνοντας να δημιουργήσει όχι απλώς ένα μουσικό έργο, αλλά να μελοποιήσει έναν ολόκληρο κόσμο. Το “In our home, across the fog” δεν είναι απλώς ένα black metal άλμπουμ, είναι μια συναισθηματική και αφηγηματική εμπειρία, ικανή να αγγίξει εξίσου τους λάτρεις του ατμοσφαιρικού metal όσο και τους οπαδούς της μυθοπλασίας.
(8,5 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: ROKETS
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Bad choices”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Svart Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Sami Mustonen – Φωνητικά
Sakke Väntinen – Κιθάρα
Elias Laurila – Κιθάρα
Lauri Lyytinen – Μπάσο
Otto Bigler – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Instagram
Spotify
Να και το τρίτο άλμπουμ για τους Φινλανδούς rockers ROKETS (ωραίο παιχνίδισμα της γλώσσας αυτό). Από το 2017 τους βλέπουμε στην «πιάτσα», αρχικά με το EP “Speed & Sound”, μετά με το ντεμπούτο full length “Fast times”, έπειτα στο δεύτερο άλμπουμ τους “Break free”, από την The Sign Records και τώρα με το “Bad choices” από την Svart Records. Από τη μία πολύ καλή εταιρεία στην άλλη δηλαδή, τούτοι οι Φινλανδοί ξέρουν τι πρέπει να κάνουν για να έχουν δίπλα τους ένα label που να ξέρει το είδος που υπηρετούν και πώς να το υποστηρίζει.

Και τι παίζουν ακριβώς αυτοί οι τύποι από το Ελσίνκι; Αυτό το “rockers” είναι λιγάκι αόριστο… Αμ, δε! Είναι άκρως κατατοπιστικό και περιγραφικό! Rock παίζουν οι ROKETS, rock ‘n’ roll, πως το λένε! Αρχέγονο, γρήγορο, παθιασμένο. Και THE HELLACOPTERS ακούς στη μουσική τους και MOTORHEAD και ROSE TATTOO και όλα αυτά τα όμορφα που σε βάζουν στην «πρίζα» και που, σε τελική ανάλυση, δε γίνεται να μην σου αρέσουν! Μικρά τραγούδια σε διάρκεια, με το μεγαλύτερο να μην πιάνει καλά-καλά τα τέσσερα λεπτά σε διάρκεια και το μικρότερο τα δυόμισι, που αφηγούνται ιστορίες για το άγχος, την καταπίεση, τις ταινίες τρόμου, το μακρύ χέρι του νόμου, τις κτητικές γάτες (!), τα «τελευταία τηλεφωνήματα», τα «αρπακτικά» και το αναπόφευκτο τέλος.
Ένα οπωσδήποτε αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό των ROKETS είναι πως απαρτίζονται από μέλη που το καθένας τους έχει ένα ξεχωριστό μουσικό παρελθόν, που κυμαίνεται από heavy metal μέχρι hardcore. Αξιοσημείωτο και παράξενο βέβαια για όποιον αδυνατεί να συλλάβει το ότι ένας μουσικός μπορεί να είναι ταυτόχρονα και οπαδός και να ακούει πολλά και διαφορετικά πράγματα, ετερόκλητα μεταξύ τους
Στο “Bad choices” οι κιθάρες είναι οι πρωταγωνίστριες, τα refrains είναι ξεσηκωτικά και το rhythm section «χτυπά» με τον παλιό, «ορθόδοξο» τρόπο. Vintage ο εξοπλισμός, vintage η παραγωγή, vintage το παρουσιαστικό του group, vintage όλα. Μουσική γεμάτη ένταση, που επιβάλλεται (όχι απλά προτείνεται), να ακούγεται σε μικρά clubs, συνοδεία άφθονης μπύρας, ακόμη και για αυτούς που δεν πίνουν γουλιά!
(8 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: THE OSSUARY
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Requiem for the Sun”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Supreme Chaos Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Stefano Fiore – Φωνητικά
Alex Nespoli – Κιθάρα
Max Marzocca – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Spotify
Instagram
Tidal
Επιστροφή στη δράση για τους THE OSSUARY. Οι Ιταλοί ιδρύθηκαν τον Οκτώβριο του 2014, όταν ο Alex Nespoli και ο Max Marzocca, μαζί τότε και με τον μπασίστα Dario De Falco, αποφάσισαν να βάλουν στον «πάγο» το tech death metal σχήμα των NATRON και να δημιουργήσουν ένα νέο project, με σκοπό να επικεντρωθούν σε πιο κλασικά πράγματα. Αποτέλεσμα αυτού, ήταν οι THE OSSUARY, οι οποίοι και έκαναν το ντεμπούτο τους το 2017, με το πολύ δυνατό “Post mortem blues”.
Όταν κυκλοφόρησε το “Post mortem blues”, κάποιοι προσπάθησαν με το ζόρι να τους εντάξουν στο “stoner” κίνημα, όπως έγινε εξάλλου και με πολλές ακόμη μπάντες του ιδίου στυλ. Ποιου στυλ; Του 70s heavy/doom rock και proto-metal, αυτού που ήταν «ποτισμένο» με blues και ψυχεδέλεια, που άλλοτε πιο επιθετικά και άλλοτε με έρποντα, ογκώδη riffs, τιμούσε την κληρονομιά των BLACK SABBATH, PENTAGRAM, ST. VITUS. Βέβαια, όλο αυτό ήταν και απεδείχθη μια μπούρδα, με τη μεγαλύτερη «χυλόπιτα» σε όλους τους stoner-άδες (δηλαδή τους τύπους που ντρέπονται να πουν πως ακούν heavy metal στην ουσία) να τη δίνει ένα από τα υποτιθέμενα totems τους, ο τιτάνας Ben Ward των μεγάλων ORANGE GOBLIN, όταν αποκάλεσε τη μπάντα και τη μουσική του ως “heavy metal”. ΣΚΕΤΟ.
Σταθεροί λοιπόν σε αυτό το μονοπάτι, οι THE OSSUARY δεν αλλάζουν φορεσιά ούτε στον τέταρτο δίσκο τους. Ακούγονται εξίσου vintage, εξίσου «τσαμπουκαλεμένοι», αγκαλιάζουν το doom και τη ψυχεδέλεια, μοιάζουν ενίοτε με μπάντες – θηρία σαν τους ORANGE GOBLIN και SPIRITUAL BEGGARS ή σύγχρονους αστέρες σαν τους GREEN LUNG και στο τέλος της ημέρας, έχουν τη δική τους ταυτότητα. Σε αυτό, συμβάλουν πολύ και τα άκρως αναγνωρίσιμα φωνητικά του Stefano Fiore, με την πολύ χαρακτηριστική χροιά. Η απόδοση είναι εξαιρετική, η παραγωγή καλή και ο ήχος «αναπνέει», όπως γίνεται γενικότερα σε όλα τα vintage groups που απεχθάνονται τις digital παραγωγές, οι οποίες αξίζουν μόνο για χωματερή.
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα… Το πρώτο μισό του δίσκου, είναι σαφέστατα ανώτερο του δευτέρου. Εκεί λοιπόν που στα τέσσερα πρώτα κομμάτια λες «πάμε για πολύ καλό δίσκο», τα υπόλοιπα τέσσερα σου μειώνουν τον ενθουσιασμό. Προς Θεού, το αποτέλεσμα δε γίνεται μέτριο ή κακό, η «πτώση» όμως είναι αισθητή. Ας είμαστε ευθείς, ειλικρινείς, «ντόμπροι»: Όλα δείχνουν ότι το ντεμπούτο τους, οι THE OSSUARY, δεν θα το ξεπεράσουν ποτέ. Το “Southern funeral” (2019) ήταν αρκετά καλό αλλά σίγουρα ένα “click” πιο κάτω, το “Oltretomba” (2021) στην ίδια φάση, ούτε στο “Requiem for the Sun” δείχνουν οι Ιταλοί πως μπορούν το «κάτι παραπάνω», αυτό που θα τους ανεβάσει κατηγορία. Ωστόσο, είναι μια κυκλοφορία που τους εδραιώνει πια στα «καλά συγκροτήματα» του vintage/occult/psych heavy rock. Δεν είναι και μικρό επίτευγμα αυτό!
(7 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος
EPs/LIVES & COMPILATIONS

Πολύ ωραία η παρθενική δουλειά των PALANTYR, με καταγωγή από τη Thionville της Γαλλίας. Όχι όμως η παρθενική τους δουλειά γενικά, ως μουσικοί, αφού προϋπήρχαν ως τον Αύγουστο του 2024 με το όνομα DESTRUKT. Από το τελευταίο τους EP λοιπόν ως DESTRUKT, με τίτλο “The ascent”, πήραν τα τρία του κομμάτια, πρόσθεσαν δύο ολοκαίνουργια και μια διασκευή στο “Nosferatu” του Paul Roland και έφτιαξαν το “The ascent & the hunger”. Εξού και οι ομοιότητες μεταξύ των εξωφύλλων.
Ο ήχος των PALANTYR είναι κάτι μεταξύ κλασσικού heavy και speed metal, αμερικανικής και γερμανικής «κοπής». Από σύγχρονα σχήματα, οι Γάλλοι μου θυμίζουν τους MYSTIK, BLOOD STAR και TOWER, όλα τους με κυρίες στα φωνητικά, όπως οι PALANTYR έχουν την Athena, κατά κόσμον Athénais Kordian. Από παλαιότερα, οι RUNNING WILD κάνουν αισθητή την παρουσία τους εδώ, ειδικά σε τραγούδια όπως το “Broken mirror” ή το “Son of the White Mare”, με όλα τα θετικά που αυτό έχει. Αρκετά ορμητικό μέταλλο, γεμάτο ενθουσιασμό, αξιόλογα κομμάτια, ωραία και η διασκευή, την «έφεραν στα μέτρα τους»… οι PALANTYR δείχνουν να έχουν τις δυνατότητες για κάτι καλό στο μέλλον.
Τα μόνα που με προβληματίζουν, είναι πρώτον, μήπως τελικά ακολουθήσουν τη μοίρα τόσων και τόσων παρομοίων σχημάτων, που τελικά δεν επαλήθευσαν τις προσδοκίες του κόσμου και απεδείχθησαν διάττοντες αστέρες και δεύτερον, αν μπορούν να αποδώσουν το ίδιο καλά, υπό συνθήκες live. Δεν έχουμε δει και λίγες περιπτώσεις υπέροχων στο studio μπαντών, που στο σανίδι ήταν απαράδεκτες.
Κυκλοφορεί από τη Jawbreaker Records, σε παραγωγή Olof Wikstrand (ENFORCER)
Για περισσότερα, στους παρακάτω συνδέσμους:
Jawbreaker Records Bandcamp
Spotify
Facebook
Δημήτρης Τσέλλος















