The king is dead long live the king! ή αλλιώς πως από τις στάχτες των SONS OF APOLLO, ένα από τα πιο συναρπαστικά supergroups των τελευταίων ετών, ξεπήδησε ένα ακόμη για να αναλάβει το θρόνο. Μιλάμε για τους WHOM GODS DESTROY, το νέο σχήμα των δύο εναπομεινάντων μελών των SOA, τους Derek Sherinian (πλήκτρα) και Ron “Bumblefoot” Thal (κιθάρες). Μαζί τους σε μπάσο και τύμπανα αντίστοιχα οι Yas Nomura και ο Bruno Valverde (ANGRA) και οι δυο τους ανερχόμενα αστέρια στο χώρο του progressive metal. Αν μη τι άλλο όμως, το πιο καυτό όνομα στο line-up είναι ο Dino Jelusick στα φωνητικά, ένας μοναδικός και τρομερά χαρισματικός frontman που συνοψίζει στο στυλ του μια ολόκληρη σχολή που ξεκινάει από τον David Coverdale και φτάνει μέχρι τον Russell Allen. Ωστόσο, πολλά supergroup συχνά έχουν αυτό τον τίτλο και το αντίστοιχο επιτελείο μόνο και μόνο για το marketing χωρίς κάποιο ουσιαστικό καλλιτεχνικό αντίκρισμα. Αυτό ευτυχώς είναι κάτι που δεν συναντάμε στο “Insanium”, το ντεμπούτο των WHOM GODS DESTROY το οποίο με κάθε άκουσμα μου θυμίζει πως εν έτει 2024 υπάρχει ακόμα ποιοτική μουσική και νέα τρομερά γκρουπ.
Το άλμπουμ αποτελείται από εννιά συνθέσεις και, στα 52 του λεπτά, η μπάντα μας παρουσιάζει ένα απίστευτα καλοδουλεμένο και μοντέρνο prog metal που ισορροπεί με αξιοζήλευτο τρόπο όλες τις τάσεις του είδους χωρίς να κουράζει αλλά ούτε και χωρίς να εκπλήσσει. Ήδη από το πρώτο single και εναρκτήριο τραγούδι του “Insanium”, τον οδοστρωτήρα “In the name of war”, οι WHOM GODS DESTROY δείχνουν τα δυνατότερα τους χαρτιά: απίστευτα heavy κιθάρες που σε παραπέμπουν ακόμα και στους SEPULTURA με την βαριά και μπάσα γκρούβα, πολύπλοκα ριφ συνοδευμένα από ένα rhythm section σε πολύπλοκα μέτρα που εκτελούνται ωστόσο με groove και διάθεση για headbanging. Ο Derek Sherinian στα πλήκτρα ξέρει ακριβώς πότε και πως να στολίσει τη σύνθεση με το δικό του εξωπραγματικό παίξιμο, όπως και ο εξωγήινος Bumblefoot που παίζει, όπως πάντα και με την άταστη κιθάρα που προσφέρει μοναδικά ηχοχρώματα. Η χημεία μεταξύ των δύο είναι αδιαμφισβήτητη και σαν δίδυμο ζωγραφίζουν. Όλες οι συνθέσεις επιπλέον περιέχουν μελωδίες που κολλάνε στο κεφάλι και απίστευτα έξυπνα και μεταδοτικά ρεφραίν που χαίρεσαι όταν επαναλαμβάνονται. Τα instrumental μέρη κατεβάζουν σαγόνια και συγκλονίζουν αλλά πάντοτε με γνώμονα τη σύνθεση και πώς να μην είναι έτσι όταν το μόνο που θες είναι να ακούσεις είναι ο Jelusick που βρυχάται σαν ανήμερο θηρίο και ερμηνεύει παράλληλα με λυρισμό που δημιουργούν ανάταση όσο και πώρωση. Και πιστεύω ειλικρινά πως το μουσικό υπόβαθρο της μπάντας είναι που δίνει πάτημα στον τρομερό αυτό τραγουδιστή. Το κομμάτι στην ολότητα του είναι το καλημέρα ενός νέου γκρουπ που δηλώνει περήφανα πως είναι εδώ για να ταρακουνήσει συθέμελα τον progressive metal χώρο.
Το άλμπουμ συνεχίζει με τα εξίσου ξεσηκωτικά, βαριά αλλά και μελωδικά “Over again”, “The decision” και “Crawl” όπου συναντάμε ακόμα περισσότερα μοναδικά riff παιγμένα από έναν κιθαρίστα με αστείρευτη φαντασία και ένα απύθμενο κασέ ικανοτήτων που ακούμε τόσο στα κουπλέ όσο και στα σόλο. Αλλά ενώ ο καθένας εδώ έχει πολλά να επιδείξει, οι πέντε τους, σαν γκρουπ, έχουν τρομερή χημεία και ακούγοντας το “Insanium” νιώθεις πως όλοι τους βοηθάνε ο ένας τον άλλο για να λάμψουν, ξέχωρα αλλά και σαν ολότητα. Και όσο και αν είναι όλοι τους τρομεροί εκτελεστές και ερμηνευτές, τόσο είναι και τραγουδοποιοί, δίνοντας έμφαση στον ρυθμό, τη μελωδία και τα έξυπνα ρεφραίν όπου ο Jelusick παρασέρνει τον ακροατή.
Το άλμπουμ συνεχίζει στο δεύτερο μισό με μια κάπως πιο hard rock άποψη όπου ο Jelusick ακούγεται σαν άλλος David Coverdale, ειδικά στο “Find my way back” με την πιο μπλουζ ερμηνεία, κάτι που παραδόξως κολλάει τέλεια με το πρώτο πιο prog μισό. Στο “Keeper of the gate” παρατηρούμε την αστείρευτη αγάπη του Sherinian για τους DEEP PURPLE και τον Jon Lord, κομμάτι στο οποίο υπάρχει και μια διάχυτη RAINBOW αισθητική αλλά και πάλι διανθισμένη με μια πιο progressive ερμηνεία. Αυτά τα στοιχεία και οι επιρροές υπήρχαν και στα δύο άλμπουμ των SONS OF APOLLO, δημιουργώντας έτσι μια γέφυρα μεταξύ των δύο γκρουπ. Στο σύντομο instrumental “Hypernova 158”, το prog –ο- μέτρο φτάνει στο κόκκινο με την βιρτουοζιτέ τεσσάρων μουσικών που επιδεικνύουν ακριβώς τι τους κάνει τεράστιους παίχτες. Το άλμπουμ κλείνει με το ομώνυμο έπος το οποίο ανοίγει μ’ ένα riff που θα κάνει τους απανταχού κιθαρίστες να ψάχνονται με την μαεστρία του όσο και την φαντασία του Bumblefoot που είναι ειλικρινά εξωγήινος.
Και μ’ αυτά και κείνα, έχοντας «λιώσει» το ντεμπούτο των WHOM GODS DESTROY, δεν μπορώ παρά να καταλήξω πως το πρώτο τους πείραμα έχει στεφθεί με επιτυχία, κάτι που δεν περίμενα αρχικά αφού τα μάτια μας έχουν δει πολλά υποσχόμενα supergroup ανά τα χρόνια χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα. Το νέο αυτό γκρουπ όχι μόνο έχει κλείσει τις πληγές που έφερε το τέλος των SOA αλλά έχει δημιουργήσει υποσχέσεις για ένα μέλλον που ειλικρινά αδημονώ να έρθει.
9 / 10
Φίλιππος Φίλης