
ONOMA ΑΛΜΠΟΥΜ: “Invasion of your privacy” – RATT
ETOΣ KYKΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1985
ΕΤΑΙΡΙΑ: Atlantic Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Beau Hill
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Stephen Pearcy
Κιθάρες – Robbin Crosby
Κιθάρες – Warren DeMartini
Mπάσο – Juan Croucier
Τύμπανα – Bobby Blotzer
Από όλα τα παρακλάδια του σκληρού ήχου, δύσκολα βρίσκεις κάποιο που να έχει φάει τόσο θάψιμο από τους κριτικούς όσο το glam metal. Κι όμως, για πολλούς, αυτό το μουσικό ιδίωμα ήταν το απόλυτο soundtrack της εφηβείας, της αλητείας, του καλοκαιριού, του ηδονισμού και της πρώτης επαφής με τον ηλεκτρισμό του hard rock και heavy metal.
Η φάση ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’70, στα σκοτεινά και γεμάτα καπνό clubs της Sunset Strip στο Hollywood, όπου μπάντες επηρεασμένες από τους AEROSMITH, τους KISS και τον Alice Cooper άρχισαν να παντρεύουν το θέαμα, το hard rock και την ανδρόγυνη αισθητική του glam (τύπου David Bowie, T.REX και NEW YORK DOLLS) με ολίγο punk attitude. Η πρώτη βόμβα έσκασε το 1978, όταν οι VAN HALEN κυκλοφόρησαν το κοσμοϊστορικό ντεμπούτο τους. Ο Eddie Van Halen άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού με τo ασύλληπτo κιθαριστικό παίξιμο του, ενώ ο David Lee Roth, που παρέπεμπε λίγο στον Jim Dandy των Black Oak Arkansas, λίγο στoν showman Liberace και λίγο σε Ταρζάν, έγινε ο απόλυτος frontman της εποχής. Από εκεί κι έπειτα, όλα πήραν φωτιά. Οι σαγηνευτικά αλητήριοι Mötley Crüe με τα “Too fast for love (1981) και “Shout at the Devil” (1983) έκαναν την αρχή, ενώ το φράγμα τελικά έσπασε όταν οι Quiet Riot, με το “Metal Health”, έγιναν το πρώτο συγκρότημα αυτού του κινήματος (και το πρώτο heavy metal άλμπουμ, γενικά) που έφτασε στο νο. 1 του αμερικανικού Billboard. Οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες ξεκίνησαν να αναζητούν και να υπογράφουν κυριολεκτικά ότι είχε φανταχτερά μαλλιά και κουνιόταν στη Sunset Strip. Αυτό ήταν το glam metal στο Los Angeles της αρχής της δεκαετίας του ‘80: υπερβολή, φαντασίωση και έντονη σεξουαλικότητα.
Μέσα σ’ αυτό το εξόχως διονυσιακό περιβάλλον κυκλοφορούσαν και κάποιοι Mickey Ratt – όνομα που άλλαζε συχνά, όπως και η σύνθεση. Ο τραγουδιστής Stephen Pearcy ήταν ο πυρήνας από τα πρώτα βήματα του συγκροτήματος, που κρατούν από το 1973, όταν έπαιζε σε μπάντες όπως οι Firedome και Crystal Pystol στο Hollywood. Σιγά-σιγά, άρχισαν να μαζεύονται τα υπόλοιπα κομμάτια του παζλ: ο κιθαρίστας Robbin Crosby που έπαιζε σε διάφορες underground μπάντες και ο έτερος νεαρός κιθαρίστας Warren DeMartini, τότε μόλις 18, άρτι αφιχθείς από το γειτονικό San Diego. Ακολούθησε το rhythm section, ο μπασίστας Juan Croucier (που έπαιζε σε μία πρώιμη μορφή των Dokken) και ο ντράμερ Bobby Blotzer. Με αυτούς το σχήμα απέκτησε χαρακτήρα, σταθερότητα, έκοψε το “MICKEY” και έγινε απλά… Ratt.
Το συγκρότημα έδινε συναυλίες σε clubs και εκκλησίες (!), ψάχνοντας μία ευκαιρία να μπουν στη μεγάλη λίγκα. Ο Blotzer χαρακτηριστικά θυμάται εποχές πείνας, αϋπνίας και δημιουργικής τρέλας, όπου υπήρχε πείσμα, ένστικτο και ανταγωνισμός – ακόμη και με μπάντες όπως οι Metallica, που κάποτε άνοιξαν μία συναυλία των RATT σε μία εκκλησία (!) στην Pasadena και δεν έκρυψαν ποτέ την περιφρόνηση τους για το glam metal κίνημα. Οι Ratt πάντως δεν είχαν καμία διάθεση να γράψουν τεχνικά δύσκολα κομμάτια ή να ικανοποιήσουν τους κριτικούς. Ήθελαν να γράψουν χιτάκια με βρώμικο στυλ αλλά και μελωδία, που να μπορούν να σταθούν στο ραδιόφωνο και να ακούγονται στα νεανικά πάρτι. Και τελικά, τα κατάφεραν.
Παρόλο που οι Mötley Crüe, οι Quiet Riot και άλλες τοπικές μπάντες υπέγραφαν συμβόλαια με μεγάλες δισκογραφικές, οι Ratt ένιωθαν πως έμεναν πίσω. Έτσι, μετά από μία ασυνήθιστη συμμετοχή στην συλλογή “Metal Massacre 1”, μαζί με συγκροτήματα όπως οι … METALLICA και οι CIRITH UNGOL, αποφάσισαν να κυκλοφορήσουν ανεξάρτητα το πρώτο τους EP. Με την υποστήριξη της εταιρείας παραγωγής του μάνατζερ τους, κυκλοφόρησαν το “Ratt EP” (1983). Η παραγωγή του έγινε μέσα σε μόλις δύο ημέρες, αλλά το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό. Το EP πούλησε πάνω από 100.000 αντίτυπα και καθιέρωσε τους Ratt στη live σκηνή του Hollywood, με συνεχή sold out στα clubs του L.A.
Η επιτυχία του EP προσέλκυσε το ενδιαφέρον της Atlantic Records, η οποία παρακολούθησε ένα show της μπάντας τον Ιούλιο του 1983. Ο πρόεδρός της, Doug Morris, υπέγραψε τη μπάντα επιτόπου. Με τον τότε φέρελπι παραγωγό Beau Hill, οι Ratt μπήκαν στο στούντιο και ηχογράφησαν το ντεμπούτο τους “Out of the cellar”, που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1984. Το άλμπουμ περιείχε κομμάτια το εμβληματικό “Round and round”, ένα από τα κλασικότερα glam metal τραγούδια όλων των εποχών. Το “Out of the cellar” έκανε τεράστια επιτυχία κι έγινε τριπλά πλατινένιο. Ο ήχος τους συνδύαζε το πνεύμα των Van Halen με μεταλλικό παίξιμο τύπου Judas Priest. Οι Ratt δεν ήταν πια στη σκιά άλλων, είχαν πετύχει την «απόδραση από το κελάρι».
Η περιοδεία που ακολούθησε ήταν ένα εξαντλητικό, αν και χρήσιμο, φροντιστήριο για το συγκρότημα. Έπαιξαν με πολλούς και διάφορους σε Αμερική, μεταξύ αυτών ο Billy Squier και ο Ozzy Osbourne, από τους οποίους έμαθαν αρκετά, ενώ και στην Ιαπωνία, μετά από λίγες εμφανίσεις, η δημοφιλία τους εκτοξεύτηκε. Το 1984 είχε κλείσει με τους καλύτερους οιωνούς για τους RATT, αφήνοντάς τους ψυχοσωματικά κουρασμένους αλλά ικανοποιημένους. Και τώρα ήταν έτοιμοι για το επόμενο βήμα. Να γίνουν οι βασιλιάδες του glam, η δυνατότερη μπάντα στην Sunset Strip, αυτοί που θα διαδέχονταν τους AEROSMITH και τους KISS και θα προκαλούσαν στα ίσια τους VAN HALEN και τους Mötley Crüe.
Για παραγωγός επιλέχθηκε ξανά ο Beau Hill, που και αυτός είχε προξενήσει το ενδιαφέρον πολλών, μιας και η επιτυχία του “Out of the cellar” τον έκανε περιζήτητο. Ο Hill τίμησε την σχέση του με το συγκρότημα και δέχτηκε να παραμείνει και για το νέο άλμπουμ, κάτι εύλογο και για τις δύο πλευρές, αφού αμφότεροι οι ενδιαφερόμενοι ήξεραν πως λειτουργούσαν μεταξύ τους στο στούντιο. Έτσι έπιασαν δουλειά με το που ολοκλήρωσαν την περιοδεία τους στην Ιαπωνία και πήγαν στην εξωτική Χαβάη, όπου δούλεψαν σε μερικές από τις ιδέες που είχαν για την επόμενη δουλειά τους. Τώρα όταν λέμε «δούλεψαν», μην φανταστείτε και τίποτα τρελό… το μόνο που κατάφεραν ουσιαστικά ήταν να βγάλουν το προσχέδιο ενός από τα τραγούδια που προορίζονταν για το επόμενο single της μπάντας, με τίτλο “Lay it down”. Η χαλάρωση στην Χαβάη, πάντως, κάποιους τους επηρέασε περισσότερο. Ο Stephen Pearcy ήταν άφαντος για το μεγαλύτερο μέρος της προπαραγωγής, απολαμβάνοντας λίγο παραπάνω τον ήλιο και την θάλασσα απ’ όσο έπρεπε, κάτι που οι υπόλοιποι θεώρησαν ότι επηρέασε το τελικό αποτέλεσμα προς το χειρότερο. Ο ίδιος, βέβαια, δεν καταλάβαινε ποιο ήταν το πρόβλημα, αφού ήταν πάντα έτοιμος να μπει να ηχογραφήσει τα δικά του κομμάτια και τους το είχε κάνει ξεκάθαρο. Η απουσία του τραγουδιστή άρχισε να δημιουργεί μία αίσθηση έντασης και ανασφάλειας στo συγκρότημα.
Η επόμενη φάση τους βρήκε στα στούντιο Rumbo Recorders, περίπου μία ώρα μακριά από την ακολασία της Sunset Strip, σε μία ήσυχη σχετικά περιοχή στην κοιλάδα του San Fernando, όπου είχαν ηχογραφήσει οι SURVIVOR το “Eye of the tiger” (1982) και οι REO SPEEDWAGON το “Wheels are turnin’” (1984). Υπήρχε πίεση λόγω του σφιχτού προγράμματος που είχε στήσει ο Hill, o οποίος, παρ’ όλ’ αυτά, σποραδικά εξαφανιζόταν για να μιλήσει στο τηλέφωνο για άλλα project που είχε αναλάβει. Στόχος του συγκροτήματος ήταν να βγάλει αυστηρά μέχρι δέκα τραγούδια, αφού ότι παραπάνω κυκλοφορούσε θα ήταν αυτόματα περιουσία της Atlantic, σύμφωνα με το συμβόλαιο που είχαν υπογράψει.
Ο Pearcy, εκτός του ότι έμπαινε το βράδυ να ηχογραφήσει τα φωνητικά του, είχε αναλάβει να προσφέρει τις κύριες προτάσεις τόσο για τον τίτλο του νέου δίσκου όσο και για το εξώφυλλο. Όπως έχει πει και ο ίδιος σε συνέντευξη του, «ήμουν πάντα αυτός που έβγαζε τους τίτλους των άλμπουμ και μισούσα να χρησιμοποιώ τον τίτλο ενός τραγουδιού γι’ αυτό…είχαμε τότε ένα τραγούδι που ονομαζόταν “Invasion of your privacy” που δεν ηχογραφήθηκε γι’ αυτό το άλμπουμ – στην πραγματικότητα αλλάξαμε τον τίτλο του τραγουδιού και το χρησιμοποιήσαμε αργότερα στην καριέρα μας …μου άρεσε ο τίτλος και σκέφτηκα ότι θα ήταν ωραίο να τον χρησιμοποιήσω για το άλμπουμ». Πιθανότατα το τραγούδι στο οποίο αναφέρεται ήταν το “Drive me crazy” από το τρίτο άλμπουμ τους, “Dancing undercover”.
Στο εξώφυλλο του “Invasion of your privacy” πρωταγωνιστούσε το μοντέλο του Playboy (και Playmate του 1983), Marianne Gravatte. «Ήμουν ουσιαστικά ο καλλιτεχνικός διευθυντής σε αυτό» είχε πει ο Pearcy. «Yπάρχει μια κάμερα στην επάνω δεξιά γωνία του δωματίου, και αυτό είναι που συνδέει τη φωτογραφία με τον τίτλο… δοκιμάσαμε αρκετές παραλλαγές και σε ορισμένες λήψεις, η Marianne ήταν γυμνόστηθη ενώ σε άλλες, είχαμε ένα ανατριχιαστικό παιδάκι στο δωμάτιο…όμως στο τέλος, η εταιρεία αποφάσισε να πάει με κάτι λίγο πιο ασφαλές». Ακόμα πιο εντυπωσιακό, αυτό το εξώφυλλο θα ήταν η έμπνευση για τα περισσότερα glam metal συγκροτήματα, που άρχισαν να χρησιμοποιούν πανέμορφα μοντέλα ως πρωταγωνίστριες στα δικά τους εξώφυλλα.
Αν και τόσο ο DeMartini όσο και ο Crosby είχαν αναμνήσεις αποξένωσης και απομόνωσης από το γράψιμο και τις ηχογραφήσεις του άλμπουμ, το οποίο δεν το δούλεψαν τόσο «παρεΐστικα» όσο το “Out of the cellar”, το τελικό αποτέλεσμα, πιστό στον κανόνα των δέκα τραγουδιών, ήταν για μία ακόμη φορά εντυπωσιακό. Οι Croucier και Blotzer είχαν μία απίστευτη χημεία στο rhythm section, πάνω στο οποίο οι κιθάρες των Crosby και DeMartini μεγαλουργούσαν, τόσο στα ρυθμικά μέρη όσο και στα σόλο. Και πάνω σε όλα αυτά, ερχόταν και ο Pearcy με τις τόσο χαρακτηριστικές ερμηνείες του, που πρόσθεταν στον ηλεκτρισμό και την μαγκιά του άλμπουμ. Με λίγα λόγια: θρασύ, ασυμβίβαστο και εθιστικό glam metal με εξαιρετική παραγωγή και με εμπνεύσεις που πατούσαν τόσο πάνω στους VAN HALEN όσο και στους JUDAS PRIEST.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στα single του άλμπουμ, τα “Lay it down”, “You’re in love” (προσωπικά, η πρώτη μου επαφή με τους RATT) και “What you give is what you get”. Το πρώτο αποτέλεσε και το πρώτο single του άλμπουμ, και ξεκίνησε από ένα riff του DeMartini, συνδυάζοντας τη λαγνεία του glam metal με δυναμικά riffs. Για το συγκεκριμένο γυρίστηκε και βιντεοκλίπ, που παρουσιάζει τον Pearcy ως παιδί να φαντάζεται το μέλλον του με την αγαπημένη του, την οποία υποδύεται πάλι η Marianne Gravatte, από το εξώφυλλο του άλμπουμ. Έφτασε στο Νο. 40 του Billboard Hot 100 (το τελευταίο Top 40 hit των RATT) και στο νο. 77 των αντίστοιχων charts στο Ηνωμένο Βασίλειο, επιβεβαιώνοντας την ικανότητά τους να γράφουν ελκυστικά, καλοδουλεμένα κομμάτια, πέρα από τα στενά όρια του είδους.

To “You’re in love”, το εναρκτήριο τραγούδι του “Invasion of your privacy” και δεύτερο single, γράφτηκε από τους Croucier και Pearcy, ο οποίος το περιγράφει ως ένα «ερωτικό τραγούδι που δεν είναι ερωτικό τραγούδι», με στίχους πιο παιχνιδιάρικους και ανάλαφρα ειρωνικούς. Το βιντεοκλίπ του “You’re in love” περιλαμβάνει σκηνές από κλασικές ταινίες και καρτούν, καθώς και live πλάνα από τις συναυλίες τους, τον Αύγουστο του 1985. Μουσικά, το τραγούδι ξεχωρίζει για το δυνατό riff και το εκρηκτικό solo του Warren DeMartini, που δίνει απεριόριστο πόνο με την custom-made Charvel του, ακολουθώντας την κλασική συνταγή των RATT: ένταση, σεξουαλικότητα και ακατέργαστη ενέργεια. Έφτασε στο Νο. 89 του Billboard Hot 100 και στο Νο. 34 του Top Rock Tracks, ενώ στην Βρετανία έφτασε μέχρι το νο. 82.
Το πιο επιθετικό “What you give is what you get”, που γράφτηκε από τον Croucier, διαθέτει ένα κοφτερό εναρκτήριο riff και ένα ακόμη φοβερό σόλο από τον DeMartini, με τον Pearcy να μιλάει την φιλοσοφία του πεζοδρομίου. Σαν single δεν τα πήγε και πολύ καλά, χωρίς αυτό φυσικά να μειώνει την αξία του. Τα υπόλοιπα τραγούδια, σε ένα άλμπουμ που θα χαρακτήριζα δεκάρι για το είδος του, όλα τα μέλη του συγκροτήματος, πλην Blotzer (που απέκτησε το πρώτο του credit στο επόμενο άλμπουμ), έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά τόσο συνθετικά όσο και εκτελεστικά. Ο Pearcy έγραψε το “Never use love” σαν γέφυρα μεταξύ των δύο πρώτων single, που μιλά για την δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στην συναισθηματική σύνδεση και το σαρκικό πάθος, ενώ το “Give it all” έρχεται με πιο ανεβασμένη ενέργεια και ραδιοφωνική αισθητική, για μια ζωή χωρίς αναστολές. Η μπαλάντα “Closer to my heart” είναι η πιο ήρεμη και «ανθρώπινη» στιγμή του “Invasion of your privacy”, από τις ελάχιστες φορές που οι RATT δοκίμασαν την τύχη τους με αυτό το είδος κομματιού.
Το “Between the eyes” είναι ακόμη ένα τραγούδι που ξεχωρίζει. Κομμάτι-οδοστρωτήρας, με ένταση και ακρίβεια από το δίδυμο Crosby/DeMartini, ασχολείται με τις σκοτεινότερες πλευρές των επιθυμιών μας. Πιο ανάλαφρο, το “You should know by now” αστειεύεται με τις προσωπικές απογοητεύσεις στο ερωτικό παιχνίδι, ενώ το κολλητικό “Dangerous but worth the risk” ανεβάζει πάλι την ενέργεια πριν κλείσει το άλμπουμ με ένα φλογισμένο σόλο, σφιχτό rhythm section και στιχάκια που δοξάζουν την ζωή στα άκρα. Είναι τρομερό πως η αισθητική των RATT στο γράψιμο και τον ήχο τους αντικατοπτρίζει την ουσία του glam metal, ακριβώς στο μέσο των 80s και στην Πόλη των Αγγέλων. Κυριολεκτικά, παίζουν το καλοκαιρινό soundtrack του εφηβικού αμερικάνικου ονείρου της εποχής.
Προσωπικά, πιστεύω ότι το “Invasion of your privacy” ήταν το τέλειο «δύσκολο δεύτερο άλμπουμ» για τους RATT. Όταν κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1985 μπήκε κατευθείαν στο αμερικάνικο top-10 (νο. 7), ακριβώς στην ίδια θέση με το “Out of the cellar”, ενώ υπήρξε και το πρώτο άλμπουμ τους που μπήκε στα charts του Ηνωμένου Βασιλείου, συγκεκριμένα στο νο. 50. Μάλιστα, ήταν και το πιο επιτυχημένο τους άλμπουμ σε Γερμανία (νο. 3) και Αυστραλία (νο. 6), ενώ έγινε πλατινένιο σε Καναδά και χρυσό σε Ιαπωνία. Παράλληλα κυκλοφόρησε και η βιντεοκασέτα “RATT: The Video”, που περιείχε όλα τους τα βιντεοκλίπ μέχρι τότε, και αποτέλεσε την πρώτη τέτοια κυκλοφορία που έγινε χρυσή στις ΗΠΑ.
Δυστυχώς έπεσε κοντά ένα μύριο χαμηλότερα από το προηγούμενο άλμπουμ τους (πουλώντας 2 αντί 3 εκ.) και λέω δυστυχώς διότι το θεωρώ πιο ολοκληρωμένη κυκλοφορία από το “Out of the cellar”. Δεν ξέρω αν ήταν ο φόρτος εργασίας από την προηγούμενη περίοδο, η σταδιακή απομάκρυνση των μελών της μπάντας μεταξύ τους που άρχισε να δημιουργεί προβλήματα ή η περισσότερο γυαλισμένη παραγωγή σε σχέση με την πιο street αισθητική του EP και του ντεμπούτου τους, που δεν έκατσε με τον κόσμο. Όπως και να έχει, καλλιτεχνικά θεωρώ ότι είναι το καλύτερο τους άλμπουμ και άνετα το ανακηρύσσω ως το καλύτερο glam metal άλμπουμ του 1985.
Πλέον οι RATT ήταν ένα από τα καυτά ονόματα στο αμερικάνικο συναυλιακό κύκλωμα και στο δεύτερο εξάμηνο του ’85 ξεκίνησαν περιοδεία στις ΗΠΑ με support τους BON JOVI, οι οποίοι είχαν κυκλοφορήσει τότε το αδικημένο κατ’ εμέ, “7800 Fahrenheit”. Στις 85 συναυλίες που έδωσαν παρέα (από τις συνολικά 112 της περιοδείας σε Αμερική και Ιαπωνία), υπήρχε σαφής ανταγωνισμός μεταξύ των δύο, που οφειλόταν κυρίως στην προσωπική κόντρα μεταξύ Stephen Pearcy και Jon Bon Jovi. Όχι πως ήταν κάτι ασυνήθιστο για τα δεδομένα της εποχής, όμως οι RATT ως headliners, θεωρούσαν πως το support σχήμα έπρεπε να έχει κάποιους περιορισμούς, όπως να μην χρησιμοποιούν τον εξοπλισμό και ό,τι υπήρχε πάνω στην σκηνή, μιας και το πρώτο όνομα πλήρωνε για όλα αυτά και αυτή θεωρούνταν η «κανονική» πρακτική εκείνο τον καιρό. Φαίνεται πως ο Jon δεν υπάκουε και πολύ σε αυτό τον κανόνα και είχε μεγάλο θέμα όταν η άλλη πλευρά τους έκανε φάρσες για αντίποινα. Ο ορισμός του bullying, αν με ρωτάτε. Η κορύφωση των κοινών τους εμφανίσεων ήταν στο περίφημο Monsters Of Rock τον Αύγουστο του 1985, στο Donington της Αγγλίας, όπου για πρώτη φορά οι ρόλοι αντιστράφηκαν: οι RATT εμφανίστηκαν πέμπτοι ανάμεσα σε έξι συγκροτήματα που αποτέλεσαν το line-up εκείνης της ημέρας, μετά τους MAGNUM αλλά κάτω από τους τέταρτους METALLICA, ενώ οι BON JOVI βγήκαν τρίτοι, πριν από τους MARILLION και τους headliners της βραδιάς, ZZ TOP.
Οι RATT είχαν την μοναδική ευκαιρία να «διαφημιστούν» από την διαβόητη PMRC (Parents Music Resource Center), αλλά πέρα από το ειρωνικό της υπόθεσης, τα ναρκωτικά και το αλκοόλ άρχισαν να γίνονται μέρος της καθημερινότητας τους, μέσα στα πάρτι και στην τρέλα του rock n’ roll lifestyle, βυθιζόμενοι αργά και βασανιστικά σε έναν αέναο κύκλο καταχρήσεων προκειμένου να διαχειριστούν την κόπωση της περιοδείας. O Pearcy έπινε και ο Crosby με τον Blotzer έδιναν πόνο με κοκαΐνη, ηρωίνη και τσιγαριλίκια, κάτι που για όλους τελικά δεν πήγε και πολύ καλά, όπως αποδείχτηκε στο μέλλον.
Σημασία πάντως έχει πως το “Invasion of your privacy” αποτελεί σημείο αναφοράς για το glam metal των ‘80s, εδραιώνοντας τους RATT στην Sunset Strip. Το συγκρότημα φίλτραρε πολύ επιτυχημένα την μουσική νοοτροπία των AEROSMITH, των VAN HALEN, των SCORPIONS και των JUDAS PRIEST εδώ. Μαζί με τους Mötley Crüe, τους Bon Jovi και τους Dokken, κυριάρχησαν στο MTV και στα charts, και σαν μπάντα πρόσφεραν ποιοτικό glam metal με αστείρευτη ενέργεια, πιασάρικο ύφος και φοβερή μουσικότητα, κάτι που καθιστά το “Invasion of your privacy” ως το ιδανικό καλοκαιρινό soundtrack και εξίσου διασκεδαστικό, τέσσερις δεκαετίες μετά την κυκλοφορία του.
Κώστας Τσιρανίδης














![A day to remember…01/12 [AC/DC]](https://rockhard.gr/wp-content/uploads/2025/12/ACDC-tnt-front-218x150.jpg)
![A day to remember… 30/11 [WATCHTOWER] Watchtower](https://rockhard.gr/wp-content/uploads/2025/11/Watchtower-energetic-front-218x150.jpg)