SLAYER “Seasons in the abyss”

0
180

ΜΠΑΝΤΑ: SLAYER

ONOMA ΑΛΜΠΟΥΜ: “Seasons in the abyss”

ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1990

ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Def American

ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ: Rick Rubin, Andy Wallace, SLAYER

ΣΥΝΘΕΣΗ ΓΚΡΟΥΠ:

Tom Araya – φωνητικά, μπάσο

Jeff Hanneman – κιθάρα

Kerry King – κιθάρα

Dave Lombardo – τύμπανα

Aρχές του 1989 και οι βασιλιάδες του ακραίου ήχου, ονόματι SLAYER, έχουν μόλις τελειώσει την περιοδεία για το τέταρτο άλμπουμ τους, “South of heaven”, σε ένα μαραθώνιο πέντε μηνών, που έχει ξεκινήσει τον Αύγουστο του 1988, ένα μήνα δηλαδή μετά την κυκλοφορία του δίσκου. Αρχικά, ήταν support στους JUDAS PRIEST, στην περιοδεία των αιώνιων μεταλλικών θεών για το “Ram it down”, ενώ στη συνέχεια, θα περιόδευαν αρχικά στην Ευρώπη με τους NUCLEAR ASSAULT και στην Αμερική με τους  MOTORHEAD και OVERKILL. Θα μεσολαβήσει πάνω από ένας χρόνος μέχρι τις αρχές του 1990, ώστε οι SLAYER να σκεφτούν ποιό θα είναι το επόμενο βήμα τους, και για αυτό υπήρχε ένας σοβαρός λόγος.

Rewind στην εποχή πριν κυκλοφορήσει το “South of heaven”, όπου το συγκρότημα, εμμέσως πλην σαφώς, γνωρίζει πως ότι και να κάνει αποκλείεται να ξεπεράσει το “Reign in blood” και δεν μπορεί να το πάει ξανά στο ίδιο μοτίβο. Έτσι, παίρνουν την κοινή απόφαση να ρίξουν τις ταχύτητες, σε μία εκ διαμέτρου αντίθετη απόφαση με το τι πρεσβεύανε μέχρι τότε. Δηλώσεις των ίδιων των μελών τότε, μαρτυρούσαν τα παραπάνω και η απόφαση ήταν πλήρως συνειδητή, όσο και αν γνώριζαν ότι αυτό θα τους κόστιζε, όπως και φυσικά έγινε, σε μεγάλη μερίδα οπαδών.

Κακά τα ψέματα, όσο αριστουργηματικό και αν είναι το “South of heaven”, ο κόσμος δεν έμαθε να το αγαπάει από την αρχή. Δεν είχαμε 2020 τότε, που αν τώρα πεις κουβέντα για το δίσκο, ο διπλανός σου θα (πρέπει να) σου ρίξει μία κιγκαλερία στο κεφάλι και θα στη φορέσει κολάρο γιατί/επειδή, είναι SLAYER, δε θα μιλάς Λάκη (Γαβαλά και μη). Όχι, τότε οι SLAYER υπέστησαν κατακραυγή. Φλώρεψαν, συμβιβάστηκαν, ξεπουλήθηκαν και κυρίως… ωρίμασαν. Τα παραπάνω ακουγόντουσαν έντονα, αλλά αυτό το «ωρίμασαν» δεν χωνευόταν. Τι πάει να πει «ωρίμασαν οι SLAYER»; Το σκεφτόταν τότε ο μέσος ούγκανος φανατικός (βασικά δεν είχαν ποτέ μη φανατικούς οπαδούς οι SLAYER και έτσι θα έπρεπε να είναι όλοι οι οπαδοί, απλά με τον μέσο SLAYER-ά Δ-Ε-Ν έμπλεκες και δεν μπλέκεις) και του ανέβαινε το αίμα στο κεφάλι. Άντε τώρα να πείσεις αυτόν που στο άκουσμά τους ένιωθε επικίνδυνος και ήταν έτοιμος μαζί τους να γεμίσει όλα τα επείγοντα περιστατικά στα κάθε εξωτερικά ιατρεία αυτού του κόσμου, ότι πρέπει να μάθει να τους αποδέχεται ήρεμους (για τα δικά τους δεδομένα) και με το πόδι στο φρένο αντί για το γκάζι που τρυπάει το πάτωμα. Ακόμα και οι SLAYER λοιπόν, μπήκαν κάτω από το μάτι της κριτικής.

Το επόμενο βήμα, ήταν κρίσιμο και ομόφωνα ξανά, όλοι συμφώνησαν ότι θα έπρεπε να επιστρέψει η ταχύτητα στον ήχο τους. Ο Kerry King μάλιστα, το πήγαινε ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας πως «απλά θέλαμε να συνεχίσουμε να είμαστε οι SLAYER. Υπήρχαν πολλές μπάντες που χτίσανε καριέρες αντιγράφοντας αυτό που κάναμε και θέλαμε να δείξουμε σε όλους ότι ακόμα μπορούσαμε να το κάνουμε καλύτερα από όλους». Έτσι, με συμπαραγωγό τον Andy Wallace, οι SLAYER μπαίνουν το Μάρτιο του 1990 στο Hit City West Studio και ξεκινάνε την προπαραγωγή για το πέμπτο άλμπουμ τους. Μαζί με το Hollywood Sound Studio και το Record Plant Studio, και τα δύο στο Los Angeles, όπου το άλμπουμ θα ηχογραφηθεί μέχρι τον Ιούνιο σε διαφορετικά μέρη και περιστάσεις και θα κυλήσει πολύ όμορφα, με το συγκρότημα σε πολύ καλή διάθεση. Σύμφωνα με τον King, «δεν θυμάμαι κάτι συγκεκριμένο από την ηχογράφηση, μόνο το γεγονός ότι νιώθαμε συναρπαστικά στο να βγάλουμε αυτά τα κομμάτια που τόσο γουστάραμε… η όλη διαδικασία κύλησε αρκετά ομαλά». Ο δίσκος περιείχε, σε σχέση με άλλες φορές, περισσότερη ομαδική δουλειά, όσον αφορά το στιχουργικό κομμάτι, όπου ο τραγουδιστής/μπασίστας Tom Araya υπογράφει έξι κομμάτια, δύο ο κιθαρίστας Jeff Hanneman, ενώ ο Kerry King έγραψε τους στίχους για άλλα τέσσερα. Μουσικά, ο Jeff Hanneman το παίρνει πάνω του, με 7 συνθέσεις, 5 ολοκληρωτικά δικές του και 2 με τον Kerry King, ο οποίος έγραψε άλλα 3 κομμάτια. «Τότε συνεργαστήκαμε λίγο περισσότερο στο υλικό» θυμάται ο Araya. «Δούλεψα με τον Kerry στο ‘Expendable youth’, όλοι μας γράψαμε το ‘War ensemble’, ξέραμε ότι είχαμε μεγάλα τραγούδια και θέλαμε και οι στίχοι μας να είναι τόσο δυναμικοί όσο πραγματικά θα μπορούσαν να είναι επίσης».

Οι SLAYER είχαν ως κύριο μέλημα την επαναφορά της ταχύτητας μέχρι την εποχή του “Reign in blood”, αλλά κράτησαν και την ωριμότητα του “South of heaven”, όπως και κάποια «άρρωστα» σημεία του και mid-tempo λογική σε μερικά κομμάτια. Το “Seasons in the abyss”, όπως τελικά ονομάστηκε ο δίσκος, θεωρείται λοιπόν μέχρι σήμερα το τέλειο πάντρεμα των “Reign in blood” και “South of heaven”, αλλά ακόμα πιο ώριμο και κατασταλλαγμένο από τα 2 άλμπουμ που προηγήθηκαν. Ήταν μάλιστα τέτοια η διάθεςή τους να το κάνουν σωστά, που δεν αποτελεί και κάνα κρατικό μυστικό ότι οι Hanneman/King ζήτησαν τη βοήθεια του «πολύ» Joe Satriani στο να τους δείξει μερικά κολπάκια στην κιθάρα και γενικά θεωρούν τη βοήθεια του μέχρι και σήμερα πολύτιμη για το μετέπειτα παίξιμό τους και το αποτέλεσμα του δίσκου.

Και σε ότι αφορά το αριστούργημα καθαυτό…

“THE FINAL SWING IS NOT A DRILL, IT’S HOW MANY PEOPLE I CAN KILL”

“War ensemble”. Η αρχή που είναι το ήμισυ του παντός, ο πολιορκητικός κριός του δίσκου, ένα riff που θυμίζει το ένδοξο παρελθόν στα τρία πρώτα άλμπουμ και αφήνει πίσω τις αμφιβολίες που γέννησε ο προκάτοχος “South of heaven”. Ο Dave Lombardo βαράει τις κάσες του λες και είναι ποδοβολητά στρατιωτών και η επίθεση ξεκινάει με σκοπό να μην αφήσει κανέναν ζωντανό. Το κομμάτι, εμμέσως πλην σαφώς, αναφέρεται στην ηλιθιότητα του πολέμου και στο πως πολλοί τον βλέπουν ως παιχνίδι, ειδικά στο πόσους θα σκοτώσουν (“Indication of triumph the number that are dead”) και στο αν θα μπορέσουν να επιβιώσουν, αλλιώς το «παιχνίδι» λήγει οριστικά (“When victory is to survive and death is defeat”). Το μεσαίο του σημείο με το break πριν την κραυγή “WAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAR” του Araya, γράφτηκε για να μείνει στην ιστορία και άντε τώρα να περιγραφεί σε άρθρο οτιδήποτε δεν συνέβη την ώρα που το ακούς, το πώς νιώθεις εκείνη τη στιγμή, κάθε φορά σαν να είναι η πρώτη και η τελευταία παράλληλα, εκεί που νιώθεις αλεξίσφαιρος και επικίνδυνος, καμία σφαίρα δεν σε τρυπάει και θες παράλληλα να τους στείλεις και όλους στον τάφο, έτσι γιατί μπορείς, χωρίς συγκεκριμένο λόγο. Ο Araya αναφέρει ότι ο τίτλος ήταν του Hanneman και ο Χιλιανός ζήτησε από τον κιθαρίστα ένα βιβλίο για να δει τι σκεφτόταν για το κομμάτι. O Hanneman, του πήγε ένα βιβλίο για το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, του οποίου ο Araya δεν θυμάται τον τίτλο, αλλά αφού το διάβασε, τέλειωσαν και το κομμάτι. Πάντα ο Araya έδινε το credit στον Hanneman για τη λέξη “ensemble”, την οποία αντιλαμβανόταν ως μία ομάδα ανθρώπων που μαζεύονται απλά για να κάνουν πόλεμο.

“NO DISGUISE CAN DEFACE EVIL, THE MASSACRE OF INNOCENT PEOPLE”

Το “Blood red” έχει τον «άχαρο» ρόλο που θα είχε κάθε κομμάτι στη θέση του, να ακολουθεί δηλαδή το “War ensemble”. Ωστόσο, είναι ένα πανέξυπνο συνθετικά κομμάτι, που άνετα θα μπορούσε να βρίσκεται στο “South of heaven”, καθώς κρύβει αρκετή από την ωριμότητά του μέσα του, παρότι είναι ένα up-tempo mid-tempo κομμάτι (ΈΝΑ ΤΙ; ΝΑΙ ΦΡΑΓΚΟ, ΤΟ ΓΡΑΦΩ ΕΓΩ ΓΙΑ ΣΕΝΑ, ΜΗΝ ΑΝΗΣΥΧΕΙΣ!). Ένα σχεδόν «χορευτικό», απλουστευμένο riff προσδίδει το μεγαλείο του και αποτελεί φαρμακερό όπλο στη φαρέτρα του δίσκου, ενώ στιχουργικά καταπιάνεται με το γνώριμο συμβάν στην πλατεία Tiananmen στην Κίνα το 1989. Aπό εκείνη την ημέρα, έχει μείνει η εικόνα ενός ανθρώπου που στάθηκε μπροστά σε ένα τανκ, η οποία και γέννησε την ιδέα για το συγκεκριμένο κομμάτι και τονίζει αυτήν την αντιφατική εικόνα που έμεινε συνώνυμη με το κλείσιμο των 80s (“Peaceful confrontation meet war machine”). Πραγματικό «χώσιμο» οι στίχοι, έναντι μίας αντι-κομμουνιστικής καταπιεστικής κυβέρνησης (“Oppresion ruled by bloodshed”, “Spilling blood through all humanity”), ενώ ευθύτατες βολές εξαπολύονται ως μύδροι έναντι της τότε Σοβιετικής Ένωσης (“No disguise can hide the evil that stains the primitive sickle”…  ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΕΣ ΠΕΤΣΟΚΟΜΜΑ) και προβλέποντας τη μελλοντική της πτώση (“Growing opposition with words of ammunition, expressions of life’s liberties”). To αν και κατά πόσο παραμένουν επίκαιροι οι στίχοι του, ας το κρίνουν οι έχοντες μυαλό και όσοι τα έβλεπαν πριν γίνουν.

 

“BEYOND THE GATES I’LL TAKE YOU WHERE THE BLOOD FOREVER RAINS”

Το “Spirit in black”, ανεβάζει ξανά το τέμπο του δίσκου και αποτελεί σίγουρα ένα από τα κορυφαία κομμάτια που έγραψε ποτέ το συγκρότημα. Το κομμάτι ξεκινάει με ένα πάρα πολύ όμορφο και ξεσηκωτικό riff και πάνω σε αυτό χτίζεται και αναπτύσσεται καθόλη τη διάρκειά του. Όχι απλά καθαρό thrash μεγαλούργημα, αλλά με κρυμμένη μία ωριμότητα που οι SLAYER ως τότε δεν μας είχαν συνηθίσει, πηγαίνοντας το στυλ τους ακόμα πιο μπροστά και με πολλούς να αναρωτιούνται γιατί κομμάτια σαν αυτό δεν περιέχονταν στο “South of heaven” (κόλλημα με το δίσκο ρε παιδί μου όλοι, είναι SLAYER που να σας πάρει ο διάολος, και μάλιστα από τα 5 πρώτα, άρα πιο απαραίτητο από την ανάσα, πάρτε το χαμπάρι). Στιχουργικά, τα πράγματα είναι τρομερά απλά εδώ, καθώς ο King ήθελε ένα κομμάτι που να μιλάει για ένα κακό πνεύμα που στην ουσία «ξεναγεί» τον άτυχο που βρέθηκε στην Κόλαση (“Welcome to my world, involve yourself within my dream”), εκεί που σταματάει ο χρόνος (“Take a look through time as past or present words to be”) και με το στίχο που προλογίζει το κείμενο του κομματιού, να κλείνει και το μάτι προς το απόλυτο thrash (και ακραίο γενικότερα) άλμπουμ όλων των εποχών. Απίστευτες οι δυο σολάρες που παίζονται στο κομμάτι, προδίδουν την παικτική αλλαγή επιπέδου των Hanneman/King, γιατί γρήγορα μπορεί να παίξει ο καθένας, έστω και αν όχι όπως οι SLAYER, αλλά Σ-Ω-Σ-Τ-Α μπορούν να παίξουν ελάχιστοι.

“RIVALRY AND RETRIBUTION, DEATH THE ONLY SOLUTION”

Τρομερή στιγμή για το δίσκο το λατρεμένο “Expendable youth”, το κατά πολλούς «σοβαρότερο» κομμάτι SLAYER όλων των εποχών. Τιμητικός τίτλος, παρότι ασόβαρο κομμάτι SLAYER μέχρι εδώ Δ-Ε-Ν υπάρχει. Oρισμός του mid-tempo εφιαλτικού μοτίβου του “South of heaven”, βαρύτερο όμως, πιο μεστό και πιο εύστοχα δοσμένο σε κάθε περίπτωση. Ο Araya εδώ, στο μόνο κομμάτι του δίσκου που έγραψε ο King μόνος του και δεν έγραψε τους στίχους, μιλάει για τη βία ανάμεσα στις συμμορίες των πόλεων. Ο Χιλιανός, έχοντας μεγαλώσει και αυτός σε μέρος που οι συμμορίες είχαν τον έλεγχο, πήρε την ιδέα για το κομμάτι από ένα άρθρο των L.A. Times, το οποίο ήταν ολοσέλιδο. Κάνει κρυφές αναφορές ακόμα και στους Γερμανούς (“Struggling to survive the drug induced warfare”), οι οποίοι ήταν εθισμένοι στην περβιτίνη, ένα είδος μέθης (εξού και «απορίες» φάσης «πως στο καλό κατέκτησαν τη Γαλλία σε 3 μέρες χωρίς ύπνο») και που σίγουρα κάπου θα έβαλε και το χεράκι του ο World War II freak, Jeff Hanneman, για να δώσει ιδέες στον Araya. Το σχεδόν υπνωτικό τέμπο του κομματιού, σπάει αντιφατικά από τα μεστά τύμπανα του Dave Lombardo, ο οποίος χωρίς να χρειάζεται να διαλύσει τα πάντα όπως άλλες φορές, παραδίδει μαθήματα στο που πρέπει να μπει σωστά και να ξεσπάσει, σηκώνοντας το αποτέλεσμα στο Θεό. Το κατάλληλο πρόγευμα για το μεγαλειώδες κλείσιμο της πρώτης πλευράς που ακολουθεί…

 

“IN THE DEPTHS OF A MIND INSANE, FANTASY AND REALITY ARE THE SAME”

… τo οποίο δεν είναι άλλο από το ανίερο “Dead skin mask” φυσικά. Ένα από τα πλέον στοιχειωτικά κομμάτια στην ιστορία της μουσικής, με αυτό το εφιαλτικό riff turns to lead μοτίβο που ακολουθεί στην αρχή η μια κιθάρα την άλλη, που κορυφώνεται στο “And I promise I won’t keep you for long, I’ll keep you forever” του Araya, το οποίο στις συναυλίες το ούρλιαζε με πάθος (προλογίζοντας το κομμάτι λέγοντας “This one’s for a guy named Ed… who used to drink and dance with the dead”. Γ@μημένος κρυπτικός τρόμος που να με πάρει! Φυσικά, όπως γνωρίζουν όλοι οι πιστοί και μη οπαδοί τους, το κομμάτι είναι ευθεία αναφορά στον ψυχασθενή σειριακό δολοφόνο Ed Gein, ο οποίος είχε τη «συνήθεια» να σκάβει νεκροταφεία και να φτιάχνει «μάσκες» από τη σάρκα και τα κόκκαλα των νεκρών και να τις φοράει!!!! O Araya μπαίνει τόσο βαθιά και κακιασμένα στο «ρόλο» του Gein και κάνει απόλυτα δικό του το κομμάτι, με το αργό του μοτίβο κατ’ επανάληψη να δημιουργεί ανατριχίλες μέχρι τέλους και φυσικά το κομμάτι να αποτελεί αιώνιο live favorite για τους φανατικούς, το οποίο και έπαιξαν και στην περσινή τους επίσκεψη, σε μία κολοσσιαία εκτέλεση, την καλύτερη από όλες τις φορές που είχαν έρθει στο παρελθόν. O Araya αναφέρει και ως πηγή έμπνευσης το βιβλίο “Deviant”, όπου μία φωτογραφία ενός πτώματος που κρεμόταν ανάποδα από τον αχυρώνα του Gein, τον έκανε να θελήσει να ψαχτεί βαθύτερα. Όπως έλεγε και ο ίδιος, «στη δεύτερη έκδοση του βιβλίου, έλειπαν αρκετές φωτογραφίες και βλέποντας τη συγκεκριμένη είπα ‘πρέπει’ να το διαβάσω οπωσδήποτε». Ο Χιλιανός το πήγαινε ακόμα παραπέρα: «απλά προσπάθησα να φανταστώ τι υπήρχε στο κεφάλι του τύπου… πρέπει να είσαι γ@μημένα σαλταρισμένος για να κόβεις τα πρόσωπα των ανθρώπων και να φτιάχνεις μάσκες από αυτά». Μπρρρ…!

“NO REGARD OF HUMAN LIFE OR THE BLOOD SPILLED”

Η δεύτερη πλευρά του δίσκου ξεκινάει όπως άρχισε η πρώτη, με το πιο γρήγορο κομμάτι της, το τρισάγιο “Hallowed point”. Ίσως το καλύτερο «αδικημένο» κομμάτι που γράψανε ποτέ οι SLAYER (πρέπει να δανειστώ μία φορά τη στήλη του Τσέλλου όσον αφορά τους SLAYER… θα γινόταν τσι πόρνεως). Από το ίδιο γενεαλογικό δέντρο με το “War ensemble”, το εν λόγω κομμάτι ξεκινάει με ένα υπερ-γρήγορο riff, το οποίο, με ελάχιστες μεταβολές, πάει το κομμάτι καροτσάκι μέχρι τέλους, με τις αρχισολάρες των Hanneman/King να είναι το κερασάκι. Είναι και το κομμάτι που ο Hanneman μοιράζεται στιχουργικά με τον Araya και μουσικά με τον King. Το κομμάτι, ούτε λίγο ούτε πολύ, μιλάει για την οπτική ενός όπλου και δη της σφαίρας μέσα σε αυτό, το πώς και πόση ζημιά μπορεί να κάνει σε κάποιον που το έχει στραμμένο πάνω του, με τρομερά λεπτομερή περιγραφή από την αρχή (“High velocity bullet at close range can damage the mind, shattering the skull, shredding the brain,
severing the spine”). O Araya σε δηλώσεις του σχετικά με το κομμάτι, ανέφερε πως «πρόκειται για ένα όπλο και τι μπορεί να κάνει σε ένα σώμα… μπορεί να κάνει τη σάρκα κομφετί (‘Riddled convulsions, confetti of flesh scattered helplessly’… πσσσς…) και αναφέρεται και στα κίνητρα του να χρησιμοποιήσεις ένα όπλο. Ο κόσμος με ρωτάει αν είναι κομμάτι ενάντια στα όπλα. Όχι. Είναι υπέρ των όπλων; Πάλι όχι. Τα όπλα είναι επικίνδυνα. Αλλά δεν είμαι αντί των όπλων, είμαι ιδιοκτήτης όπλων ο ίδιος». Eπίσης, περιγράφονται άψογα οι αντιδράσεις της στιγμής (“Instictive regression with intent to kill”), όσον αφορά το στιγμιαίο τίναγμα όταν το όπλο πυροβολεί, “Snap the tongue in the groove discharge”, που αναφέρεται στη φλόγα την ώρα που εκπυρσοκροτεί το όπλο, με τη λέξη “tongue” να παραπέμπει στο όπλο που «μιλάει» εκείνη τη στιγμή στον αφηγητή (“to make my hallowed point”) και φυσικά σε τυχόν κατά ριπάς πυροβολισμούς (“spasmic convulsions”).

 

“THE RICH BECAME THE BEGGARS, AND THE FOOLS BECAME THE WISE”

Ίσως το πιο όμορφο groove σε κομμάτι της SLAYER ιστορίας. Ο λόγος για το ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ “Skeletons of society”, ένα κομμάτι το οποίο οι «κακές» γλώσσες συχνά αναφέρουν  ότι είναι τόσο καλό, εύστοχο και τρομακτικά εκτελεσμένο, που αποκλείεται να το έχει γράψει ολομόναχος ο Kerry King. Ένα απλό και τόσο αναγνωρίσιμο βαρύ mid-tempo riff κυριαρχεί από την αρχή ως το τέλος, ο Araya με κορυφαίους στίχους που αφορούν τη στιγμή ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος (με υπόνοιες αναφοράς σε Hiroshima/Nagasaki αντίστοιχα και τις δυο ατομικές βόμβες που πέσανε εκεί στις 6 και 9 Αυγούστου του 1945) και της συνέπειας των ανέμων που την εξαπλώνουν (“Burning winds release their fury , simulating judge and jury ,drifting flurries of pain”). Υπάρχει και η άλλη ερμηνεία που αναφέρει μετα-ολοκαυτωματικό πόλεμο (πσσσσς…), όπου πρέπει να στραφούν προς το φως του ήλιου για να μην τους παγώσει ο πυρηνικός χειμώνας μέχρι θανάτου (εξ ου και το “paradise lies to the west”, αναφέροντας την κατεύθυνση προς τον ζωοδότη ήλιο). Και πάλι, τα solos των King/Hanneman (με τη σειρά) αποθεώνουν το κομμάτι και δείχνουν τι θα πει SLAYER μεγαλείο μέσα από τη μεγαλύτερη δυνατή απλότητα (ευτυχώς δεν έγινε worst to best για αυτό το άλμπουμ, γιατί θα μας πέρνανε με τις πέτρες ότι σειρά και να βάζαμε τα κομμάτια και θα είχαν δίκιο). O Araya άλλαξε τις στροφές σε ένα σημείο με τη συμβολή του παραγωγού Rick Rubin, ωστόσο το τελευταίο ρεφρέν, κρατήθηκε όπως το ήθελε εξαρχής ο King.

“WOULD YOU LEAVE THE WORLD BEHIND, ENDLESS LIFE IS HERE TO FIND”

To “Temptation”, θεωρείται από αρκετούς το «αδύναμο» κομμάτι του δίσκου. «Αδύναμο» αυτό το κομμάτι και εγκέφαλος στο κρανίο όσων το λένε δεν πάνε μαζί, συνεπώς do the math που λένε στο χωριό μου. Στακάτο, up-tempo κομμάτι, το οποίο περιέχει μία περίεργη «π..ίτσα» που έγινε κατά λάθος, καθώς υπάρχει η φωνή του Araya σαν overdub με το κομμάτι να τραγουδιέται δυο φορές, την πρώτη όπως το ήθελε ο ίδιος ο Araya και θεωρούσε ότι ταίριαζε καλύτερα και τη δεύτερη ακριβώς όπως το είχε στο μυαλό του ο King. Κατά λάθος όμως, τα δυο μέρη παίχτηκαν ταυτόχρονα όταν θέλησαν να ακουστούν για να δουν ποιο θα κρατηθεί, με τον King να καραγουστάρει το πώς προέκυψε το κομμάτι και φυσικά κρατήθηκαν και οι 2 εκτελέσεις, με τον Araya να ακούγεται σαν να το τραγουδάει 2 φορές, τη μία πάνω στην άλλη. Από τα ωραία απρόοπτα που γράφουν ιστορία σε κάθε περίπτωση. Ο Araya, πιο περιγραφικός, δήλωνε τότε: «Ο Kerry μου έδωσε το κομμάτι και του είπα ‘άσε με να το κάνω και αν σου αρέσει σου άρεσε, αν όχι τότε εντάξει’ και μου απάντησε ‘είναι ωραίο, αλλά θα ήθελα να ξεκινάς εδώ’, υποδεικνύοντας ένα συγκεκριμένο σημείο. Τότε του είπα ‘ας αφήσουμε τον Rick Rubin να αποφασίσει ποιο θα κρατήσουμε’…  έτσι, μόλις ήρθε και το έπαιξε, ακούστηκαν και τα δυο μέρη των φωνητικών ταυτόχρονα και κατευθείαν είπαμε ‘γ@μ@το’ και συμφωνήσαμε να κρατηθεί όπως ήταν».

 

“THOUSANDS OF CENTURIES I WILL ENDURE, TYRANT OF ALL THE PROPHECIES”

Το “Born of fire” πραγματικά υπήρξε ένας εφιάλτης για τον Kerry King, καθώς ναι μεν έγραψε μία thrash κομματάρα λίγο πριν το κλείσιμο του δίσκου, με τρομερά riffς, το ένα μετά το άλλο και με εκπληκτικά τύμπανα από τον Lombardo. Ο δε Araya, λες και πετάει πάνω στο κομμάτι, το πάει γ@μιώντας μέχρι τέλους, σε μία ερμηνεία που θυμίζει τις πρώτες μέρες των SLAYER. Για να φτάσουμε όμως ως εκεί, το κομμάτι ολοκληρώθηκε τελευταίο από όλο το δίσκο, καθώς… δεν υπήρχαν στίχοι! O King έσπαγε το κεφάλι του, χωρίς να μπορεί να βρει κάποια ιδέα για καιρό, έτσι όπως είναι πλέον ευρέως γνωστό, το κομμάτι είχε τον τίτλο “Stress” και μάλιστα ήταν τέτοια η απόγνωση του King, που υπήρχε η σκέψη είτε να μπει στο δίσκο ως instrumental, είτε να μην συμπεριληφθεί καν! Τελικά, αφού ήρθε η έμπνευση, το κομμάτι μιλάει ευθέως για ένα δαίμονα που περήφανα δηλώνει από πού κρατάει η σκούφια του και φυσικά δεν είναι όποιος κι όποιος αλλά… ο γιός του ίδιου του Σατανά. Ο King, γλαφυρός όπως πάντα, ανέφερε: «Το θέμα μου είναι απλά να επαναστατήσω έναντι στην οργανωμένη θρησκεία. Αυτό είναι το κύριο μέλημά μου, καθώς πιστεύω πως είναι μία μορφή πατερίτσας, που κρατάει στα πόδια τους τους ανθρώπους που δεν μπορούν να υποστηρίξουν τη ζωή τους από μόνοι τους. Είμαι ο τύπος ανθρώπου που λέει ότι αν δε μπορεί να δει κάτι, τότε αυτό δεν δουλεύει για μένα. Και κανείς δε μπορεί να μου δείξει το Θεό». Συμφωνείς ή όχι, τρομερά εύστοχη και εμπεριστατωμένη περιγραφή (πάντα για τον ανέκαθεν προβοκάτορα, τότε μαλλιά και νυν καράφλα King).

“FROZEN EYES STARE DEEP IN YOUR MIND AS YOU DIE”

Το ομότιτλο κομμάτι του “Seasons in the abyss”, κλείνει μεγαλειωδώς το δίσκο, σε ένα κομμάτι συνώνυμο της Α-Ρ-Ρ-Ω-Σ-Τ-Ι-Α-Σ. Ένα «εξωτικό» προς ανατολίτικο κύριο θέμα, δίνει τη θέση του σε ένα κύριο riff, το οποίο γίνεται ο οδηγός του κομματιού. O Araya, στην καλύτερη ερμηνεία της ως τότε καριέρας του (για πολλούς την κορυφαία της ζωής του γενικότερα) και ο Dave Lombardo στο κύκνειο άσμα του με το συγκρότημα για την επόμενη… μιάμιση δεκαετία, ορίζει το τέμπο όπως αυτός θέλει, με το τέλος να κρατάει τους SLAYER στον αφρό των τότε εξελίξεων. Το κομμάτι μιλάει για την εμπειρία του να συναντάς το θάνατο, σε σημείο που να έρχονται παραισθήσεις και εξωσωματικές εμπειρίες, οι οποίες σε οδηγούν σε ευφορία, με την επήρειά τους να είναι… οπιώδης (σε βαθμό ναρκωτικής αποχαύνωσης δηλαδή). Από την άλλη, ο τίτλος είναι σαφής αναφορά στους υπηρέτες των Φαραώ που θάφτηκαν μέσα στις πυραμίδες, οι οποίοι έμειναν μόλις τέσσερις εποχές με φαγητό για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Ο Araya επηρεάστηκε από ένα βιβλίο του Stephen King ξεκινώντας να γράφει ιδέες. Ο Hanneman του είπε ότι έχει γράψει μέρος της μουσικής ενός κομματιού και η εξέλιξή του «ανατίναξε» τον Araya,  ο οποίος το βρήκε μεγαλειώδες (ΠΩΣ ΟΧΙ;) και πως αντικατοπτριζόταν πλήρως η όλη ιδέα που είχε γράφοντας τους στίχους. Ο ίδιος ο Araya δήλωνε ότι τα αργά κομμάτια σαν αυτό, αντιπροσώπευαν πολύ καλά την νοσηρή και άρρωστη πλευρά των SLAYER, αλλά άντε να το έλεγε αυτό πουθενά πριν το 1987 να δούμε τι θα άκουγε. Τέτοιο ρεφρέν-επίσκεψη στην τουαλέτα για… πρώτες ανάγκες από τον τρόμο, δεν έχει ξαναϋπάρξει από κανέναν και ούτε πρόκειται. Ο δίσκος κλείνει μαγικά και ταυτόχρονα μαζί με το κομμάτι κλείνει και η περίοδος που οι SLAYER ήταν ότι πιο άφθαρτο εμφανίστηκε ποτέ στον πλανήτη από συγκρότημα που απαρτιζόταν από ανθρώπους.

 

Ατραξιόν του δίσκου φυσικά, δεν ήταν άλλη από το γύρισμα του βίντεο για το ομότιτλο κομμάτι στην Αίγυπτο, μπροστά από τις περίφημες πυραμίδες στην Giza. H εμπειρία, έλαβε χώρο πριν την πρώτη επίθεση του Bush στο Ιράκ, αναφερόμενος στην επιχείρηση «Καταιγίδα της ερήμου» (“Desert storm”), όπως έγινε γνωστή τότε. Eπισκεπτόμενοι την περιοχή, οι SLAYER είδαν τον Αμερικανικό στρατό της περιοχής να τους υποδέχεται με χαρά και ζεστή υποδοχή, δίχως να μπορούν να καταλάβουν το γιατί. Εκεί ανακάλυψαν ότι ο δίσκος και ειδικά το “War ensemble” χρησιμοποιούνταν από τους ανώτερους ως ανόρθωση ηθικού στους στρατιώτες κατά τις πρόβες για την επερχόμενη επιχείρηση που αναφέρθηκε. Επίσης, για να μπορέσουν να πάρουν άδεια να γυρίσουν το βίντεο, οι SLAYER παραδέχονται στεγνά ότι δωροδόκησαν Αιγύπτιους επισήμους, ώστε να μπορέσουν να πετύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο King ανέφερε ότι «δωροδοκήσαμε τους πάντες με πορνό και τσιγάρα… είναι απίστευτες οι πόρτες που σου ανοίγουν αυτά τα δυο». Το βίντεο τους έδειχνε να παίζουν σε ένα χώρο με ιερογλυφικά, με την ιδέα να ανήκει αποκλειστικά στον Rick Rubin, ο οποίος σύμφωνα με τον Araya, είχε πάντα όραμα και μία μέρα πήγε και τους είπε «θέλουμε να κάνετε ένα βίντεο, όπου θα σας κλείσουμε πτήση για την Αίγυπτο»! Εκεί ο Araya κάπου σάστισε αρχικά, αλλά στη συνέχεια δέχτηκε, λέγοντας «Αίγυπτο; Ξέρεις κάτι…  γ@μ@ το, είναι τόσο σούπερ». O King από την άλλη, δεν πείστηκε τόσο εύκολα, καθώς το συγκρότημα ήδη προωθούσε το δίσκο στην Ασία και συγκεκριμένα την Ιαπωνία, όντας εξουθενωμένο. «Θέλαμε να πάμε απλά σπίτι… ήταν μεγάλος πόνος στον κώλο όλο αυτό. Θυμάμαι φτάσαμε απόγευμα εκεί και αν και δεν ήταν αμμοθύελλα όλο αυτό, δεν μπορούσες να δεις πολύ μακριά. Μείναμε σε ένα ξενοδοχείο και ξυπνήσαμε το πρωί και ήταν όλα πεντακάθαρα… ένιωθες ότι μπορούσες να αγγίξεις τις πυραμίδες από το παράθυρό μου. Όλοι τότε σκεφτήκαμε ‘είναι τόσο φοβερό όλο αυτό’ και απλά πήγαμε και το κάναμε». Όλοι τους θυμούνται πόσο κρύο έκανε εκείνη την εποχή, με πρώτο τον Araya, ο οποίος όταν διέσχιζαν το Νείλο σκέφτηκε «Ουάου, ο Μωυσής βρέθηκε εδώ και βιώναμε την ιστορία όσων έγιναν πριν 3-4 χιλιάδες χρόνια». Ο Araya έλαβε δώρο ένα kaffiyeh (ή αλλιώς το σαρίκι για το κεφάλι που πολλοί οπαδοί ομάδων φορούσαν στο λαιμό με τα χρώματα της αγαπημένης τους ομάδας) από έναν Αιγύπτιο, ανταλάσσοντας κάτι δικό του που του διαφεύγει και το έχει κρατήσει μέχρι και σήμερα, για να του θυμίζει την όλη εμπειρία της εποχής που του έμεινε αξέχαστη. Μάλιστα, την επόμενη χρονιά, ο Araya μαζί με τον Lombardo επισκέφτηκαν ξανά το Cairo για να έχουν περισσότερο χρόνο να χαρούν την παραμονή τους και μέχρι σήμερα ο αντίκτυπος της πρώτης τους επίσκεψης τον συνοδεύει με δέος. Το βίντεο γυρίστηκε εν μέσω στρατιωτικών ασκήσεων, διπλωματικών συζητήσεων και κατασκευών καταφυγίων βομβών. Και στη μέση όλων αυτών, οι SLAYER… τυχαίο;

Το βίντεο δόθηκε στο MTV χωρίς μεγάλη διάθεση για διαπραγματεύσεις, σε φάση «κάναμε ένα βίντεο, το θέλετε, παίξτε το, δεν το παίζετε, δε μας νοιάζει», παρόλα αυτά, οι Beavis και Butthead το απογείωσαν με συχνό airplay και μάλιστα και εκτός της αυστηρά μεταλλικής ζώνης του προγράμματος του δημοφιλούς καναλιού. Το βίντεο, όπως και αυτό για το “War ensemble” που ακολούθησε στη συνέχεια, απογείωσε το δίσκο, ο οποίος σκαρφάλωσε στο νούμερο 40 του Billboard, ενώ το άλμπουμ έγινε χρυσό στα τέλη του 1992 με αρχές του 1993. Ήταν το πρώτο τους άλμπουμ που κυκλοφόρησε από την εταιρεία του Rubin, την Def American, καθώς ο διάσημος παραγωγός «τα έσπασε» με τον ιδιοκτήτη της πρότερης εταιρείας, Def Jam, λόγω δημιουργικών διαφορών. Όλα πήγαιναν καλά για τους SLAYER, οι οποίοι εκείνη την εποχή απόλαυσαν και επίσημα τη μεγαλύτερη δημοτικότητά τους, με το πλέον ώριμο άλμπουμ τους.

 

 

Στη συνέχεια, οι SLAYER επέστρεψαν τον Σεπτέμβριο του 1990 ως co-headliners της Clash Of The Titans Tour, πλάι στους MEGADETH, SUICIDAL TENDENCIES και TESTAMENT, με πολλά από τα εισιτήρια (όπου έπαιζαν σε sold out μέρη) να φτάνουν τις τιμές των 1000 μάρκων (σημερινά 680 δολάρια) στη μαύρη αγορά. Με το thrash στην κορύφωση της δημοτικότητάς του, το 1991 περιόδευσαν ξανά με τους TESTAMENT και σε τριπλή headline περιοδεία-όνειρο, συμμετείχαν μαζί με τους MEGADETH, ANTHRAX και τους νεοφερμένους τότε ALICE IN CHAINS, οι οποίοι πήραν την θέση των DEATH ANGEL, ύστερα από το παραλίγο θανατηφόρο ατύχημα που είχαν οι τελευταίοι και τους άφησε ανήμπορούς να περιοδεύσουν. Σύμφωνα με τον King, υπήρξε μία σκέψη για περιοδεία του Big Four του Αμερικάνικου thrash τότε, αλλά ήταν τέτοια η άνοδος των METALLICA (ελάχιστα πριν είχε κυκλοφορήσει το “Black album”), που η ιδέα δεν τέθηκε καν στο τραπέζι, με τη λογική ότι οι METALLICA είχαν ήδη ξεφύγει (ψέματα;) και δεν θα δεχόντουσαν. Μετέπειτα πάντως και αφού ρωτήθηκαν, λέγανε «δεν είπαμε ποτέ όχι σε κάτι που μας προτάθηκε, συνεπώς όλα είναι φήμες». Αποτέλεσμα των καταστροφικών εμφανίσεων των SLAYER τότε, ήταν η κυκλοφορία του διπλού ζωντανού άλμπουμ-κειμήλιο “Decade of aggression”, έχοντας εορταστικό χαρακτήρα για τη συμπλήρωση μίας δεκαετίας ύπαρξης.

Δυστυχώς, ότι ανεβαίνει κατεβαίνει, έτσι και οι SLAYER για τελευταία φορά ακούστηκαν πραγματικοί ΘΕΟΙ του τι εστί μέταλλο σε κάθε του μορφή (και δη ακραία). Τον Μάϊο του 1992 μάλιστα, τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα, με τον Dave Lombardo (που είχε ήδη φύγει μέσα στο 1987 λόγω οικονομικών διαφορών) να αποχωρεί οριστικά, καθώς δεν ήθελε να περιοδεύσει εκείνο τον καιρό, μιας και θα γεννιόταν το πρώτο του παιδί. O Lombardo, έφτιαξε στη συνέχεια τους GRIP INC., μαζί με τον πρώην κιθαρίστα των DESPAIR και ανερχόμενο παραγωγό της εποχής, Waldemar Sorychta, ενώ οι SLAYER πήραν στη θέση του τον Paul Bostaph, που μόλις είχε φύγει από τους FORBIDDEN και την εποχή εκείνη ανήκε στους… TESTAMENT και έτσι ένα τεράστιο κεφάλαιο του μεταλλικού ήχου έκλεισε με το απόλυτο συγκρότημα που οδήγησε τον κόσμο στις πλέον ακραίες αντιδράσεις του από καταβολής ύπαρξης της μουσικής μας να κοιτάει ψηλά από την κορυφή, αλλά και με τον φόβο της μετέπειτα υπαρκτής σταδιακά πτώσης τους (είπαμε αγαπάμε, αλλά να είμαστε δίκαιοι) ορατή εκ των προτέρων και μάλιστα με πολύ μεγάλη μερίδα των οπαδών να υποστηρίζει “No Lombardo, no party”, παρότι ο Bostaph έγινε σχετικά άμεσα αποδεκτός (λόγω και του ένδοξου όμορφα «βεβαρημένου» παρελθόντος του) από τους οπαδούς.

Το “Seasons in the abyss”, μαζί με το “Rust in peace” των MEGADETH, δεν είναι απλά τα 2 κορυφαία άλμπουμ που βγήκαν το 1990 και έκλεισαν φέτος 30 χρόνια ύπαρξης, αλλά και πρακτικά το τέλος του thrash όπως αγαπήθηκε σφοδρά και που μετά την κυκλοφορία τους, όσα άλμπουμ και αν βγήκαν (ίσως με εξαίρεση το προσεχώς εορτάζων “Coma of souls” των KREATOR), δεν έφτασαν αυτήν τη μεγαλοσύνη και την αύρα που θα μπορούσε να οδηγήσει το είδος σε νέες κορυφές. Η άνοδος των PANTERA από τη μία, όπου όλες οι thrash μπάντες προσπάθησαν να παίξουν έτσι, ρίχνοντας τις ταχύτητες, σε συνδυασμό με την άνοδο της grunge/alternative λαίλαπας που έκανε τις εταιρείες να αλλάξουν ρότα και τις πρώτες μπάντες που την πλήρωσαν σε όλη αυτή την περίοδο να είναι αυτές που παίζανε thrash, έκανε το είδος να σιγοσβήσει, σε σημείο σχεδόν ολικού αφανισμού. Το death metal κρατούσε ακόμα, στη μακρινή Νορβηγία άρχισε υποχθόνια να κυριαρχεί μία νέα τάση, ενώ και η τότε άνοδος συγκροτημάτων όπως οι DREAM THEATER από τη μία και οι PARADISE LOST από την άλλη, βύθισαν σε τέλμα το είδος ακόμα περισσότερο. Το “Seasons in the abyss” τράβηξε για πάντα την αυλαία ενός ολόκληρου είδους και όσο και να το αγαπάμε, τίποτα και κανείς δε θα ξανακουστεί τόσο απόλυτα κυρίαρχος όπως οι SLAYER εν έτει 1990… WAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAR!

Άγγελος Κατσούρας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here